Τετάρτη 9 Ιουνίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Ἀντιγόνη (801-838)

ΧΟ. νῦν δ᾽ ἤδη ᾽γὼ καὐτὸς θεσμῶν
ἔξω φέρομαι τάδ᾽ ὁρῶν, ἴσχειν δ᾽
οὐκέτι πηγὰς δύναμαι δακρύων,
τὸν παγκοίταν ὅθ᾽ ὁρῶ θάλαμον
805 τήνδ᾽ Ἀντιγόνην ἀνύτουσαν.

ΑΝ. ὁρᾶτ᾽ ἔμ᾽, ὦ γᾶς πατρίας πολῖται, [στρ. α]
τὰν νεάταν ὁδὸν
στείχουσαν, νέατον δὲ φέγ-
γος λεύσσουσαν ἀελίου,
810 κοὔποτ᾽ αὖθις· ἀλλά μ᾽ ὁ παγ-
κοίτας Ἅιδας ζῶσαν ἄγει
τὰν Ἀχέροντος
ἀκτάν, οὔθ᾽ ὑμεναίων
ἔγκληρον, οὔτ᾽ ἐπὶ νυμ-
815 φείοις πώ μέ τις ὕμνος ὕ-
μνησεν, ἀλλ᾽ Ἀχέροντι νυμφεύσω.

ΧΟ. οὐκοῦν κλεινὴ καὶ ἔπαινον ἔχουσ᾽
ἐς τόδ᾽ ἀπέρχῃ κεῦθος νεκύων,
οὔτε φθινάσιν πληγεῖσα νόσοις
820 οὔτε ξιφέων ἐπίχειρα λαχοῦσ᾽,
ἀλλ᾽ αὐτόνομος ζῶσα μόνη δὴ
θνατῶν Ἀΐδαν καταβήσῃ.

ΑΝ. ἤκουσα δὴ λυγροτάταν ὀλέσθαι [ἀντ. α]
τὰν Φρυγίαν ξέναν
825 Ταντάλου Σιπύλῳ πρὸς ἄ-
κρῳ, τὰν κισσὸς ὡς ἀτενὴς
πετραία βλάστα δάμασεν,
καί νιν ὄμβροι τακομέναν,
ὡς φάτις ἀνδρῶν,
830 χιών τ᾽ οὐδαμὰ λείπει,
τέγγει δ᾽ ὑπ᾽ ὀφρύσι παγ-
κλαύτοις δειράδας· ᾇ με δαί-
μων ὁμοιοτάταν κατευνάζει.

ΧΟ. ἀλλὰ θεός τοι καὶ θεογεννής,
835 ἡμεῖς δὲ βροτοὶ καὶ θνατογενεῖς.
καίτοι φθιμένᾳ μέγα κἀκοῦσαι
τοῖς ἰσοθέοις σύγκληρα λαχεῖν
ζῶσαν καὶ ἔπειτα θανοῦσαν.

***
ΚΟΜΜΟΣ
ΧΟΡ. Τώρα πια κι εγώ έξω από τους νόμους
βγαίνω βλέποντας αυτά, και δε μπορώ
των δακρύων μου τις πηγές να σταματήσω,
όταν βλέπω να τραβά στον παντοδέχτη
θάλαμον αυτή την Αντιγόνη.

ΑΝΤ. Μα βλέπετε, πολίτες της πατρικής μας γης,
που το στερνό μου δρόμο
βαδίζω και στερνά
του ήλιου το φέγγος βλέπω
810 κι όχι ποτέ ξανά·
μα ο πανδέχτης ο Άδης
με στέλνει ζωντανή
στου Χάρου τ᾽ ακρογιάλι
κι απόξενη απ᾽ του γάμου τις τίμιες τις χαρές·
έξω απ᾽ τη νυφικιά μου την κάμαρα ποτέ
νυφιάτικα τραγούδια δε με ύμνησαν, μα εγώ
το Χάρο θενα παντρευτώ.

ΧΟΡ. Μα εσύ όμως ξακουστή και παινεμένη
σ᾽ αυτή πας των πεθαμένων την κρυψώνα
ούτ᾽ από κακό μαράζι χτυπημένη,
820 ούτε που να πήες από μαχαίρι,
μ᾽ από μόνη σου το θέλησες και μόνη
από τους θνητούς στον Άδη
ζωντανή θα κατεβείς.

ΑΝΤ. Άκουσα πως με θάνατο χάθηκε θλιβερό
του Τάνταλου από τη Φρυγία η κόρη
πάνω στου Σίπυλου την κορυφή,
που σαν σφιχτοπερίπλεχτος τη δάμασε κισσός
ο βράχος που της βλάστησε
τριγύρω απ᾽ το κορμί·
κι έτσι παραλλαμένη, καθώς λεν,
830 βροχές και χιόνια δεν της λείπουνε ποτέ
κι αιώνια κάτω απ᾽ τα φρύδια της κυλά
το δάκρυ και της βρέχει τα λαιμά·
παρόμοια η μοίρα μου μ᾽ αυτής
τέτοιο μου γράφει τέλος.

ΧΟΡ. Μα θεός ήταν εκείνη και θεών γενιά
κι εμείς είμαστε θνητοί και θνητών γέννες·
όμως όνομα μεγάλο θενα βγάλεις
με το θάνατό σου αυτό, πως σου έχει λάχει
όμοιος με τους ισοθέους κλήρος
κι όσο ζούσες και κατόπι πεθαμένη.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου