Διεμφυλικά άτομα
Ωστόσο, εκτός από το βιολογικό φύλο, ο καθένας από εμάς έχει και ένα μοναδικό κοινωνικό φύλο, το φύλο δηλαδή που επηρεάζεται από ευρύτερους κοινωνικούς, πολιτισμικούς, οικονομικούς, αλλά και προσωπικούς παράγοντες και το οποίο φαίνεται ότι στην πλειοψηφία των περιπτώσεων συνάδει με το βιολογικό μας φύλο.
Ακόμα και τα ομοφυλόφιλα άτομα στην πλειονότητά τους νιώθουν ότι ανήκουν, έως ένα βαθμό τουλάχιστον και ίσως με κάποιες εξαιρέσεις, στο φύλο που τους έχει ανατεθεί, αρσενικό ή θηλυκό, απλώς με τη διαφορά ότι προτιμούν σεξουαλικά και ερωτικά άτομα του ίδιου φύλου.
Υπάρχει, λοιπόν, μια μικρή – ίσως όχι και τόσο μικρή τελικά- ομάδα ανθρώπων που νιώθουν τελείως ξένο το βιολογικό τους φύλο: αν έχουν γεννηθεί, για παράδειγμα, άνδρες, νιώθουν ξένοι μέσα στο ίδιο τους το σώμα, δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις προσδοκίες του βιολογικού τους φύλου, δεν μπορούν να ζουν σύμφωνα με αυτό.
Αυτά τα άτομα ονομάζονται διεμφυλικά (transsexual). Σε αυτά τα άτομα, λοιπόν, έχει παρατηρηθεί η λεγόμενη δυσφορία φύλου, η οποία μέχρι περίπου ένα χρόνο πριν άνηκε και επισήμως στις ψυχικές διαταραχές. Γιατί;
Χαρακτηριστικά της δυσφορίας φύλου
Η δυσφορία φύλου αποτελεί μία από τις διαγνώσεις του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου των Ψυχιατρικών Διαταραχών (DSM), την επίσημη δηλαδή κατηγοριοποίηση των ψυχιατρικών διαταραχών σύμφωνα με τον APA (American Psychiatric Association).
Σύμφωνα με τον APA και την 5η έκδοση του DSM, η δυσφορία φύλου περιλαμβάνει μία σύγκρουση εντός του ατόμου μεταξύ του βιολογικού φύλου και του φύλου με το οποίο ταυτίζεται, του κοινωνικού. Οι άνθρωποι με δυσφορία φύλου μπορεί να αισθάνονται πολύ δυσάρεστα με το φύλο που τους έχει ανατεθεί περιγράφοντας μερικές φορές ότι νιώθουν άβολα με το σώμα τους ή με τους προσδοκώμενους ρόλους που αντιστοιχούν στο φύλο τους.
Τα άτομα αυτά έχουν μία συχνά ανυπόφορη αίσθηση ότι τα συναισθήματα και οι πράξεις τους είναι αντίθετες προς το βιολογικό τους φύλο και είναι περισσότερο τυπικές του αντίθετου.
Κατακλύζονται από μία έντονη επιθυμία να αποκτήσουν εξωτερικά χαρακτηριστικά του αντίθετου φύλου και γενικότερα την επιθυμία να ανήκουν σε αυτό και όχι στο βιολογικό τους.
Επιπλέον, συχνά επιθυμούν να τους συμπεριφέρονται σαν να ανήκουν στο αντίθετο, επιθυμητό φύλο. Για να δοθεί φυσικά η συγκεκριμένη διάγνωση, το άτομο πρέπει να αισθάνεται έντονη δυσφορία ή/και να παρουσιάζει έκπτωση της λειτουργικότητάς του σε κοινωνικούς, εργασιακούς και γενικότερα καθημερινούς τομείς της ζωής του.
Δυσφορία φύλου στα παιδιά
Σύμφωνα με το DSM, η συγκεκριμένη διάγνωση μπορεί να δοθεί και κατά την παιδική ηλικία αλλά με μεγάλη προσοχή. Το ότι ένα κορίτσι προτιμά το μπλε αντί για το ροζ, δεν του αρέσουν οι φούστες ή προτιμά να παίζει με αυτοκινητάκια αντί για κούκλες ή το ότι ένα αγόρι είναι ευαίσθητο ή δεν απολαμβάνει τα video games, τίποτα από αυτά δεν σημαίνει ότι παρουσιάζει δυσφορία φύλου.
Μιλάμε για δυσφορία φύλου στα παιδιά όταν υπάρχει έντονη και παρατεταμένη ασυνέπεια μεταξύ του βιολογικού φύλου και αυτού που αισθάνονται ως οικείο, η οποία προκαλεί έντονη δυσφορία.
Τα παιδιά αυτά ενδέχεται να επιθυμούν έντονα να ντύνονται μόνο με ρούχα που αρμόζουν συνήθως στο αντίθετο φύλο, ενώ μπορεί επίσης να υπάρχει μία έντονη και επίμονη προτίμηση να υιοθετούν ρόλους του αντίθετου φύλου και γενικότερα προτιμούν παιχνίδια και δραστηριότητες που (υποτίθεται) ότι ταιριάζουν σε αυτό.
Συχνά, επίσης, εμφανίζουν μία αποσύνδεση από την ανατομία του σώματός τους και μία ισχυρή και επίμονη επιθυμία να αποκτήσουν εξωτερικά χαρακτηριστικά του αντίθετου φύλου. Η διάγνωση πρέπει να δίνεται με μεγάλη προσοχή στα παιδιά. Για περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τα διαγνωστικά κριτήρια του DSM μπορείτε να ανατρέξετε στη σελίδα του APA.
Επαναπροσδιορισμός φύλου
Όσον αφορά στη θεραπεία, αυτή συνήθως επιτυγχάνεται αυτομάτως μέσω του επαναπροσδιορισμού/ της αλλαγής φύλου. Ωστόσο, για μία σημαντική μερίδα ανθρώπων η επέμβαση αυτή είναι οικονομικά ανέφικτη, ενώ για άλλους απλώς δεν είναι επιθυμητή. Κάποιοι, λοιπόν, αρκούνται στο να λαμβάνουν ορμόνες, ενώ άλλοι προτιμούν απλά και μόνο να ντύνονται και να φέρονται σύμφωνα με το φύλο με το οποίο ταυτίζονται αντί να προχωρούν σε φαρμακευτική ή χειρουργική θεραπεία.
Άλλοι χρησιμοποιούν τα κοινωνικά δίκτυα και άλλες τοπικές ομάδες με σκοπό να εκφραστούν ελεύθερα και να καταπραΰνουν τη δυσφορία τους. Αρκετοί, δυστυχώς, αδυνατούν να συμπεριφέρονται και να ζουν σύμφωνα με το επιθυμητό για αυτούς φύλο λόγω κοινωνικών και οικογενειακών πιέσεων, αρνούνται τα συναισθήματά τους και επομένως ενδέχεται να εμφανίσουν έντονο άγχος, κατάθλιψη, κοινωνική απόσυρση, ακόμα και αυτοκτονικές τάσεις.
Ιστορία του τρανσεξουαλισμού
Για να κατανοηθεί καλύτερα η εξέλιξη αυτής της ''διαταραχής'' είναι χρήσιμο να δούμε την ιστορία της, η οποία ξεκινάει το 1973, όταν προτείνεται ο όρος σύνδρομο δυσφορίας φύλου, ο οποίος περιλαμβάνει τον τρανσεξουαλισμό και άλλες διαταραχές ταυτότητας φύλου. Φυσικά είχαν γίνει και παλαιότερα διάφορες αναφορές στον τρανσεξουαλισμό.
Σημαντική ημερομηνία, ωστόσο, είναι το 1980, όπου ο τρανσεξουαλισμός αποτέλεσε μία ανεξάρτητη διαγνωστική κατηγορία στην 3η έκδοση του DSM. Στην επόμενη έκδοση, το 1994, ο όρος αυτός αντικαταστάθηκε από τη διαταραχή ταυτότητας φύλου, ο οποίος αφορά, όπως προαναφέρθηκε, στα άτομα που νιώθουν έντονη δυσφορία με το βιολογικό τους φύλο και μία ακόμα πιο έντονη ταύτιση με το αντίθετο. Στην 5η και τελευταία έκδοση του DSM αφαιρέθηκε η λέξη διαταραχή από τη διάγνωση καταλήγοντας σε δυσφορία φύλου.
Στιγματισμός διεμφυλικών ατόμων
Φαίνεται, λοιπόν, πως με την αλλαγή της ορολογίας έγινε μία προσπάθεια να αφαιρεθεί το στίγμα από αυτά τα άτομα και την ''ιδιαιτερότητά'' τους. Ωστόσο, όντως έγινε προσπάθεια; Όντως δεν υπάρχει το στίγμα πλέον; Με μία μικρή βιβλιογραφική ανασκόπηση αλλά και απλά παρατηρώντας γύρω σου θα δεις πόσο το στίγμα είναι ακόμα εδώ.
Πόσο η διάγνωση αυτή σχετίζεται με υψηλά επίπεδα διακρίσεων, θυματοποίησης, στιγματισμού και πόσο συμβάλλει στην αρνητική αυτοεικόνα των ατόμων αυτών και στην αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης άλλων ψυχικών διαταραχών ακόμα και απόπειρας αυτοκτονίας.
Οι έφηβοι και οι ενήλικες δυσκολεύονται να λειτουργήσουν αποτελεσματικά στην καθημερινότητά τους παρουσιάζοντας έντονα προβλήματα στο σχολείο, στην εργασία, στις προσωπικές τους σχέσεις. Παιδιά με δυσφορία φύλου μπορεί να δέχονται κοροιδευτικά και εμφοβιστικά σχόλια και συμπεριφορές από τα άλλα παιδιά, ενώ έχουν υψηλό ρίσκο για εμφάνιση συναισθηματικών και συμπεριφορικών προβλημάτων, όπως κατάθλιψη και άγχος.
Είναι ψυχιατρική διαταραχή ο τρανσεξουαλισμός;
Οπότε, σε τελική ανάλυση, σε τι συμβάλει η διάγνωση αυτή; Μήπως αν δεν υπήρχαν όλα αυτά τα στερεότυπα και οι προκαταλήψεις περί φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού, μήπως αν τα παιδιά γεννιόντουσαν και ανατρέφονταν σε οικογένειες και κοινωνίες ελεύθερα να είναι και να εκφράζονται όπως θέλουν, χωρίς περιορισμούς, μήπως αν δεν κοιτούσαμε έντονα και επικριτικά transsexual άτομα στο δρόμο, μήπως σε έναν τέτοιο κόσμο, τα άτομα αυτά δεν θα είχαν καν λόγο να βιώνουν τη λεγόμενη δυσφορία φύλου;
Μήπως όλη αυτή η εμμονή με την διάγνωση, ακόμα και χωρίς τον όρο διαταραχή, διαιωνίζει όλα αυτά τα οποία τελικά προκαλούν αυτή τη δυσφορία;
Ναι, οι διαγνώσεις στις περισσότερες περιπτώσεις είναι χρήσιμες και απαραίτητες για να προβούμε σε αντίστοιχες θεραπευτικές παρεμβάσεις.
Ωστόσο, όταν μία διάγνωση υφίσταται για τον μοναδικό λόγο ότι η κοινωνία μας δεν έχει ακόμα αποδεχτεί αυτή την κατηγορία ανθρώπων, θεωρώ ότι η ύπαρξη της είναι αν όχι ανούσια, σίγουρα επιβλαβής. Από την στιγμή μάλιστα που δεν υπάρχει κάποιο επιστημονικά τεκμηριωμένο θεραπευτικό πρωτόκολλο και θεραπεία αποτελεί ουσιαστικά ο επαναπροσδιορισμός φύλου, δεν βρίσκω τον λόγο ύπαρξης αυτής της διάγνωσης.
Η δυσφορία σε αυτά τα άτομα υφίσταται, αυτό είναι γεγονός. Ας κάνουμε όμως κάτι σαν κοινωνία για να μη συμβαίνει πια αυτό, ας δημιουργήσουμε κοινωνίες και οικογένειες που αφήνουν τα παιδιά τους ελεύθερα να είναι και να εκφράζονται όπως θέλουν.
Το παράδειγμα της Δανίας για τους διεμφυλικούς ανθρώπους
Η Δανία, για παράδειγμα, ήταν η πρώτη χώρα που το 2017 αφαίρεσε την κατηγοριοποίηση των διεμφυλικών ανθρώπων ως ψυχικά διαταραγμένους με την Linda Thor Pedersen να τονίζει ότι ήταν πολύ σημαντικό να αφαιρεθούν από τον κώδικα της ιατρικής κοινότητας της χώρας όροι όπως ασυνέπεια, διαταραχή και πρόβλημα.
Το προηγούμενο σύστημα προκαλούσε μία έμμεση διάκριση καθώς, για παράδειγμα, κάποιες αιτήσεις εργασίας απορρίπτονταν λόγω της συγκεκριμένης διάγνωσης. Η αλλαγή δυστυχώς περιορίστηκε στη Δανία, ωστόσο ανοίγει τον δρόμο για περισσότερα παρόμοια παραδείγματα. Γιατί, εν τέλει, οι ίδιοι που δημιουργήσαμε αυτά τα στερεότυπα, οι ίδιοι μπορούμε να τα καταρρίψουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου