Η ποίηση είναι ίσως η πιο ιδιαίτερη μορφή δημιουργίας. Όταν αυτά που νιώθουμε πλημμυρίζουν το μέσα μας και δε βρίσκουν τις λέξεις να βγουν απ’ το στόμα μας, τότε ένας στίχος από κάποιο ποίημα είναι εκεί να μας χαρίσει την εξήγηση που δεν μπορούμε να δώσουμε στις σκέψεις μας. Αυτός είναι ο λόγος που οι ποιητές είναι σημαντικοί, κρατούν στα χέρια τους την πένα που σχεδιάζει και χρωματίζει με λέξεις τη ζωή μας. Κρατούν ξύπνιο κάθε όνειρο που θέλει να επιβιώσει ανά τους αιώνες. Η τέχνη απευθύνεται σε όλους, το ίδιο κι η ποίηση, όμως όπως ο καθένας από εμάς είναι διαφορετικός έτσι κάθε ποίημα αγγίζει διαφορετικές πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης αφού είναι δημιουργημένο από υλικά ξεχωριστών ψυχών. Είναι οικουμενική και ταυτόχρονα τόσο προσωπική. Γράφεται από έναν και μοιράζεται σε όλους, όμως εκείνος ο ένας είναι τόσο μοναδικός όσο και τα βιώματά του.
Έτσι, πολλοί ποιητές κατηγοριοποιήθηκαν, στάθηκαν κάτω από ταμπέλες και χαρακτηρίστηκαν βάσει των ποιημάτων που γέννησαν και της ζωής που επέλεξαν. Μια τέτοια κατηγορία ποιητών είναι και «Καταραμένοι», εκείνοι που αγάπησαν το σκοτάδι και κρύφτηκαν πίσω από τη σκιά της ποίησης. Μπορεί ο όρος που τους ακολουθεί να είναι βαρύς όμως η αίγλη της ζοφερής τους εικόνας είναι ανυπέρβλητα μεγάλη. Οι κραυγές τους, σαν λύκοι που ουρλιάζουν τα μεσάνυχτα, αποτυπώθηκαν σε χαρτί με μελάνι μαύρο. Δεν ακούστηκαν ποτέ, όμως διαβάστηκαν και θα συνεχίζουν να διαβάζονται όσο υπάρχουν άνθρωποι με τρωτά σημεία και πληγές ανοιχτές.
Οι καταραμένοι ποιητές δεν εγκλωβίζονται σε καλούπια και δεν υπακούν σε νόμους ψευτοηθικής που βασίζονται στην κανονικότητα των κοινωνικών επιταγών. Είναι άνθρωποι με πάθη που τα βιώνουν και τα απογειώνουν σε κάθε τους βήμα. Η ζωή τους μπλεγμένη με αλκοόλ, ουσίες, τρέλα, έρωτα. Όλα αυτά είναι αρκετά για να αφοριστούν από την καθωσπρέπει κοινωνία των πουριτανών που αρνούνται να δουν πως αυτά είναι απλώς η αθέατη πλευρά της ανθρώπινης φύσης. Περιθωριοποιήθηκαν και στοχοποιήθηκαν για τη ζωή τους, το έργο τους όμως είναι εκείνο που μιλάει στις ψυχές μας, γιατί μέσα του ανακαλύπτουμε τις πιο δικές μας μύχιες σκέψεις.
Είναι εκείνοι οι καλλιτέχνες που υπέφεραν όσο κανείς άλλος βιώνοντας την απώλεια, τον πόνο και την ταραχή δίνοντας φως μέσα από το δικό τους σκοτάδι.
«Η ψυχή μου είναι σαν ουρανός ασύνορος
Έχει απεραντοσύνες ζοφερές
Κι αμέτρητους ήλιους φωτεινούς
Ακόμα, παρά το κακό, η ζωή μου
Από διαμάντια τόσα γοητευμένη
Στων στίχων μου το ρυάκι είναι καθρεφτισμένη.»
Charles Cros (1842-1888)
Μερικοί βασικοί και πιο γνωστοί εκπρόσωποι απ’ αυτούς τους ποιητές είναι αναμφίβολα οι Σαρλ Μπωντλαίρ, Πωλ Βερλαίν, Αρθούρος Ρεμπώ και Λωτρεαμόν ενώ είναι πολλοί ακόμη που έχουν δώσει το δικό τους στίγμα. Ο πρώτος καταραμένος ποιητής θεωρείται ο Αλφρέντ ντε Βινύ οποίος στο έργο του, Stello (1932), χαρακτηρίζει τους ποιητές ως «τη ράτσα των παντοτινά καταραμένων από τους ισχυρούς της γης». Φυσικά εκεί δεν συμπεριλαμβάνονταν οι ποιητές που ασπάζονταν τον καθωσπρεπισμό αλλά οι άλλοι, οι απόκοσμοι.
Ο Paul Verlaine τo 1884 εκδίδει το έργο του Paul Verlaine, Les Poets Maudits. Μέσα σε αυτό το εκτενές αφιέρωμα γίνεται αναφορά σε τρεις ποιητές οι οποίοι, κατά τη δική του άποψη πληρούν τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστούν με αυτόν τον τρόπο. Αυτοί είναι οι Tristan Corbière, Arthur Rimbaud και Stéphane Mallarmé, ενώ σε δεύτερη έκδοση του έργου προστίθεται μερικοί ακόμη.
Σε αυτό το βιβλίο διαβάζουμε για το αιώνιο πρόβλημα αναφορικά με τη σχέση ποιητή – κοινωνίας καθώς ο πρώτος περιγράφεται ως μια τραγική φιγούρα, η οποία σπρώχνεται στα άκρα από την ίδια την κοινωνία.
«Οι αμαρτίες μας είναι επίμονες, δειλές οι μετάνοιές μας·»
Charles Baudelaire (1821-1867)
Φυσικά η Ελλάδα, δε θα μπορούσε να μην έχει γεννήσει τους δικούς της καταραμένους ποιητές που συνεχίζουν μέχρι σήμερα να μας χτυπούν την πλάτη και να μας συντροφεύουν στις στιγμές μας. Πρώτος από όλους ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο οποίος μίλησε για τον θάνατο σε πολλά από τα ποιήματά του:
«Κι όπως κυλά στα βάθη του κενού μου, σαν άστρο φλογερό στον άξονα του, δε νιώθω πια παρά τον Νου μου στην Απεραντοσύνη του Θανάτου».
Ο Κωνσταντίνος Καρυωτάκης, ο Κωνσταντίνος Καβάφης, ο Γιώργος Μακρής, η Μαρία Πολτδούρη και η Κατερίνα Γώγου είναι εμβληματικές παρουσίες και οι δικοί μας ζοφεροί δημιουργοί. Το σημείο συνάντησης όλων αυτών των ποιητών είναι ο θάνατος και η ωδή προς αυτόν. Το σύντομο τέλος τους αλλά και οι προσπάθειες να βιώσουν, να νιώσουν και να αποχαιρετήσουν είναι ένας κώδικας που βλέπουμε να υπάρχει πίσω από κάθε δημιούργημα αλλά και πίσω από την ίδια τη ζωή τους.
Τι είναι αυτό τελικά που μας οδηγεί στο να τους διαβάζουμε, να τους αγαπάμε και να τους αγκαλιάζουμε τόσα χρόνια; Ίσως είναι η αντανάκλαση της δικής μας αθέατης πλευράς, ίσως πάλι να μεθάμε από τη δύναμη που είχαν να ζουν με τον τρόπο που ήθελαν ή που μπορούσαν. Ρίσκαραν, τα έπαιζαν όλα για όλα και στο τέλος έβγαιναν νικητές, αφού τα παιχνίδια παίζονταν με δικούς τους όρους. Όσα δεν τολμούμε να νιώσουμε εμείς, τα ένιωσαν αυτοί για εμάς γι’ αυτό θα ναι πάντοτε δικοί μας.
Έτσι, πολλοί ποιητές κατηγοριοποιήθηκαν, στάθηκαν κάτω από ταμπέλες και χαρακτηρίστηκαν βάσει των ποιημάτων που γέννησαν και της ζωής που επέλεξαν. Μια τέτοια κατηγορία ποιητών είναι και «Καταραμένοι», εκείνοι που αγάπησαν το σκοτάδι και κρύφτηκαν πίσω από τη σκιά της ποίησης. Μπορεί ο όρος που τους ακολουθεί να είναι βαρύς όμως η αίγλη της ζοφερής τους εικόνας είναι ανυπέρβλητα μεγάλη. Οι κραυγές τους, σαν λύκοι που ουρλιάζουν τα μεσάνυχτα, αποτυπώθηκαν σε χαρτί με μελάνι μαύρο. Δεν ακούστηκαν ποτέ, όμως διαβάστηκαν και θα συνεχίζουν να διαβάζονται όσο υπάρχουν άνθρωποι με τρωτά σημεία και πληγές ανοιχτές.
Οι καταραμένοι ποιητές δεν εγκλωβίζονται σε καλούπια και δεν υπακούν σε νόμους ψευτοηθικής που βασίζονται στην κανονικότητα των κοινωνικών επιταγών. Είναι άνθρωποι με πάθη που τα βιώνουν και τα απογειώνουν σε κάθε τους βήμα. Η ζωή τους μπλεγμένη με αλκοόλ, ουσίες, τρέλα, έρωτα. Όλα αυτά είναι αρκετά για να αφοριστούν από την καθωσπρέπει κοινωνία των πουριτανών που αρνούνται να δουν πως αυτά είναι απλώς η αθέατη πλευρά της ανθρώπινης φύσης. Περιθωριοποιήθηκαν και στοχοποιήθηκαν για τη ζωή τους, το έργο τους όμως είναι εκείνο που μιλάει στις ψυχές μας, γιατί μέσα του ανακαλύπτουμε τις πιο δικές μας μύχιες σκέψεις.
Είναι εκείνοι οι καλλιτέχνες που υπέφεραν όσο κανείς άλλος βιώνοντας την απώλεια, τον πόνο και την ταραχή δίνοντας φως μέσα από το δικό τους σκοτάδι.
«Η ψυχή μου είναι σαν ουρανός ασύνορος
Έχει απεραντοσύνες ζοφερές
Κι αμέτρητους ήλιους φωτεινούς
Ακόμα, παρά το κακό, η ζωή μου
Από διαμάντια τόσα γοητευμένη
Στων στίχων μου το ρυάκι είναι καθρεφτισμένη.»
Charles Cros (1842-1888)
Μερικοί βασικοί και πιο γνωστοί εκπρόσωποι απ’ αυτούς τους ποιητές είναι αναμφίβολα οι Σαρλ Μπωντλαίρ, Πωλ Βερλαίν, Αρθούρος Ρεμπώ και Λωτρεαμόν ενώ είναι πολλοί ακόμη που έχουν δώσει το δικό τους στίγμα. Ο πρώτος καταραμένος ποιητής θεωρείται ο Αλφρέντ ντε Βινύ οποίος στο έργο του, Stello (1932), χαρακτηρίζει τους ποιητές ως «τη ράτσα των παντοτινά καταραμένων από τους ισχυρούς της γης». Φυσικά εκεί δεν συμπεριλαμβάνονταν οι ποιητές που ασπάζονταν τον καθωσπρεπισμό αλλά οι άλλοι, οι απόκοσμοι.
Ο Paul Verlaine τo 1884 εκδίδει το έργο του Paul Verlaine, Les Poets Maudits. Μέσα σε αυτό το εκτενές αφιέρωμα γίνεται αναφορά σε τρεις ποιητές οι οποίοι, κατά τη δική του άποψη πληρούν τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστούν με αυτόν τον τρόπο. Αυτοί είναι οι Tristan Corbière, Arthur Rimbaud και Stéphane Mallarmé, ενώ σε δεύτερη έκδοση του έργου προστίθεται μερικοί ακόμη.
Σε αυτό το βιβλίο διαβάζουμε για το αιώνιο πρόβλημα αναφορικά με τη σχέση ποιητή – κοινωνίας καθώς ο πρώτος περιγράφεται ως μια τραγική φιγούρα, η οποία σπρώχνεται στα άκρα από την ίδια την κοινωνία.
«Οι αμαρτίες μας είναι επίμονες, δειλές οι μετάνοιές μας·»
Charles Baudelaire (1821-1867)
Φυσικά η Ελλάδα, δε θα μπορούσε να μην έχει γεννήσει τους δικούς της καταραμένους ποιητές που συνεχίζουν μέχρι σήμερα να μας χτυπούν την πλάτη και να μας συντροφεύουν στις στιγμές μας. Πρώτος από όλους ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο οποίος μίλησε για τον θάνατο σε πολλά από τα ποιήματά του:
«Κι όπως κυλά στα βάθη του κενού μου, σαν άστρο φλογερό στον άξονα του, δε νιώθω πια παρά τον Νου μου στην Απεραντοσύνη του Θανάτου».
Ο Κωνσταντίνος Καρυωτάκης, ο Κωνσταντίνος Καβάφης, ο Γιώργος Μακρής, η Μαρία Πολτδούρη και η Κατερίνα Γώγου είναι εμβληματικές παρουσίες και οι δικοί μας ζοφεροί δημιουργοί. Το σημείο συνάντησης όλων αυτών των ποιητών είναι ο θάνατος και η ωδή προς αυτόν. Το σύντομο τέλος τους αλλά και οι προσπάθειες να βιώσουν, να νιώσουν και να αποχαιρετήσουν είναι ένας κώδικας που βλέπουμε να υπάρχει πίσω από κάθε δημιούργημα αλλά και πίσω από την ίδια τη ζωή τους.
Τι είναι αυτό τελικά που μας οδηγεί στο να τους διαβάζουμε, να τους αγαπάμε και να τους αγκαλιάζουμε τόσα χρόνια; Ίσως είναι η αντανάκλαση της δικής μας αθέατης πλευράς, ίσως πάλι να μεθάμε από τη δύναμη που είχαν να ζουν με τον τρόπο που ήθελαν ή που μπορούσαν. Ρίσκαραν, τα έπαιζαν όλα για όλα και στο τέλος έβγαιναν νικητές, αφού τα παιχνίδια παίζονταν με δικούς τους όρους. Όσα δεν τολμούμε να νιώσουμε εμείς, τα ένιωσαν αυτοί για εμάς γι’ αυτό θα ναι πάντοτε δικοί μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου