Ο Αμφιάραος ήταν γιος του Οϊκλή (ή και του ίδιου του θεού της μαντικής Απόλλωνα) και της Υπερμνήστρας, δισέγγονος του Μελάμποδα (Παυσ., 6.17.6), από τον οποίο και κληρονόμησε την τέχνη της μαντικής, όπως και άλλες γνώσεις, Ιατρικής και Φαρμακολογίας.
Από την Εριφύλη, αδελφή του Άδραστου, απέκτησε δύο γιους, τον Αλκμαίωνα και τον Αμφίλοχο, και δύο κόρες, την Ευρυδίκη και τη Δημώνασσα. Ο ποιητής Άσιος προσθέτει και την Αλκμήνη (Παυσ. 5.17.8), ενώ άλλες παραδόσεις του αποδίδουν γιους τρεις ήρωες της ιταλικής μυθολογίας, τον Τίβουρο, τον Κόρα, τον Κάτιλλο, ιδρυτές της πόλης Τίβουρα ή Τίβυρα, κοντά στη Ρώμη (το σημερινό Τίβολι).
Εκτός από μάντης, προστατευόμενος του Δία και του Απόλλωνα, ήταν πολεμιστής, έντιμος, ανδρείος, θεοσεβής. Πήρε μέρος στους επιτάφιους αγώνες προς τιμή του Πελία (Παυσ. 5.17.9 και λάρνακα του Κύψελου). Στην αρχή της βασιλείας του στο Άργος, για να αντιμετωπίσει εσωτερικούς αντιπάλους και έριδες ενδοοικογενειακές για την εξουσία, σκότωσε τον ξάδελφο του παππού του και πατέρα του Άδραστου Ταλαό και εξόρισε τον μικρανεψιό του Άδραστο στη Σικυώνα, όπου ο Πόλυβος του έδωσε την κόρη του για σύζυγο και το βασίλειό του. Αργότερα, και με δύναμη στα χέρια τους και οι δύο άνδρες, συμφιλιώθηκαν με τη συμφωνία να επιλύουν στο εξής τις διαφορές τους με τη διαιτησία της Εριφύλης, την οποία παντρεύτηκε ο Αμφιάραος. Ο γάμος και η συμφωνία οδήγησαν στον θάνατο του Αμφιάραου μπροστά στις πύλες της Θήβας. Πιο συγκεκριμένα: Ο Άδραστος, αφού πάντρεψε τον εξόριστο από τη Θήβα Πολυνείκη με την κόρη του Αργείη, δέχθηκε να τον βοηθήσει για να αποκατασταθεί στον θρόνο των Θηβών στη θέση του αδελφού του Ετεοκλή. Ανάμεσα στις άλλες συμμαχίες που έκανε, ζήτησε και από τον Αμφιάραο να πάρει μέρος στην εκστρατεία. Όμως εκείνος, χάρη στις μαντικές του ικανότητες, προέβλεψε το ατυχές τέλος της εκστρατείας εναντίον των Θηβών και προσπάθησε να αποτρέψει τον πόλεμο από τον οποίο μόνο ο Άδραστος θα επέστρεφε ζωντανός. Ο Πολυνείκης, ύστερα από συμβουλή του Ίφη, γιου του Αλέκτορα, προσέφερε στην Εριφύλη ως δώρο το περιδέραιο της Αρμονίας, πολύτιμο δώρο των θεών στους γάμους της με τον Κάδμο, με την προϋπόθεση να πείσει τον άνδρα της να πάρει μέρος στον πόλεμο. Η Εριφύλη, διαιτητεύοντας ανάμεσα στον άνδρα της και στον αδελφό της, παρότρυνε τον σύζυγό της να εκστρατεύσει μαζί με τους υπόλοιπους, για να αποκτήσει δόξα και τιμή. Πιστός στη συμφωνία που είχε κάνει ο Αμφιάραος, ακολούθησε τους άλλους στην εκστρατεία που έγινε γνωστή ως «Επτά επί Θήβας». Πριν φύγει για τον πόλεμο του χαμού του, όρκισε τα παιδιά του να σκοτώσουν τη μητέρα τους, για να εκδικηθούν τον θάνατό του, και να οργανώσουν μια δεύτερη εκστρατεία εναντίον των Θηβών, νικηφόρα αυτή, των «Επιγόνων».
Στον δρόμο προς τη Θήβα, στη Νεμέα, εμφανίστηκε σημάδι για την κακή έκβαση της εκστρατείας, όπως τουλάχιστον το ερμήνευσε ο Αμφιάραος και όπως αποδείχθηκε τελικά. Δηλαδή: Οι πολεμιστές δίψασαν και ζήτησαν από την Υψιπύλη, παλιά βασίλισσα στη Λήμνο, τώρα δούλα παραμάνα του Οφέλτη, γιου του βασιλιά της Νεμέας Λυκούργου και της Ευρυδίκης, να τους δείξει μια πηγή. Για να τους απαντήσει, άφησε κάτω το παιδί, ξεχνώντας τον χρησμό που όριζε ότι το παιδί δεν θα έπρεπε να το αφήσουν κάτω πριν περπατήσει. Φίδι που παραφυλούσε στην πηγή, το έπνιξε και ο Αμφιάραος αποκάλυψε τη σημασία του οιωνού για την εκστρατεία τους. Η απόφαση, ωστόσο, που πάρθηκε ήταν να συνεχίσουν την πορεία τους, αφού πρώτα οργανώσουν αγώνες προς τιμή του παιδιού που μετονόμασαν σε Αρχέμορο (=αρχή της Μοίρας). Ο Αμφιάραος διακρίθηκε στο άλμα και τη δισκοβολία και μεσολάβησε, ώστε να καταπραϋνθεί η οργή των γονιών του μικρού Οφέλτη για την Υψιπύλη, την οποία αρχικά ήθελαν να σκοτώσουν. Σύμφωνα με τον Ευριπίδη στην ομώνυμη τραγωδία Υψιπύλη, εμφανίστηκαν εκείνη την ώρα τα παιδιά της Υψιπύλης, ο Εύνεος και ο Θόαντας που αναζητούσαν τη μητέρα τους, και ο Αμφιάραος προκάλεσε την αναγνώριση χάρη σε ένα χρυσό κλαδί αμπελιού που είχε χαρίσει ο Διόνυσος στον παππού τους Θόαντα. Μετά την αναγνώριση ο Αμφιάραος έπεισε το βασιλικό ζεύγος να αφήσουν την Υψιπύλη να ακολουθήσει τους γιους της στη Λήμνο.
Φθάνοντας στη Θήβα, οι Επτά παρατάχθηκαν με τις δυνάμεις τους μπροστά στις ισάριθμες πύλες της πόλεως. Ο Αμφιάραος πολεμούσε μπροστά από τις Ομολωίδες ή Προιτίδες πύλες. Όταν ο Τυδέας, ένας από τους Επτά, πληγώθηκε στην κοιλιά από τον Μελάνιππο, ο Αμφιάραος τον σκότωσε, τον αποκεφάλισε και πήγε το κομμένο κεφάλι στον τραυματισμένο Τυδέα. Εκείνος το άνοιξε και έφαγε το μυαλό του. Η Αθηνά, που σκόπευε να χαρίσει την αθανασία στον Τυδέα, από αποτροπιασμό για την πράξη του, παραιτήθηκε από τον σκοπό της.
Μετά τη μονομαχία των δύο αδελφών Ετεοκλή και Πολυνείκη και τον αμοιβαίο θάνατό τους, οι Θηβαίοι καταδίωξαν τους πολιορκητές που τράπηκαν σε φυγή. Ο Αμφιάραος κατά την υποχώρησή του έφτασε μέχρι τις όχθες του Ισμηνού, όπου τον πρόφτασε ο Θηβαίος Πολυκλύμενος. Ο Δίας, θέλοντας να αποτρέψει αυτό το πεπρωμένο, έριξε κεραυνό που άνοιξε στη γη μεγάλο χάσμα, όπου έπεσε ο Αμφιάραος, το άρμα, τα άλογα και ο ηνίοχός του Βάτων (Πίνδ.,
Ολυμπιόν. 6.12-17). Στη συνέχεια ο Δίας τον έκανε αθάνατο και ο Αμφιάραος εξακολουθούσε να χρησμοδοτεί στον
Ωρωπό της Αττικής (Παυσ. 1.34.1-4)*.
Στην εποχή του Παυσανία ακόμη έδειχναν τον τόπου όπου χάθηκε ο ήρωας στις όχθες του Ισμηνού. Λεγόταν ότι εκεί όπου ανοίχθηκε το χάσμα κτίσθηκε αργότερα περίβολος με κολώνες στις οποίες ποτέ δεν πήγαιναν να καθίσουν πουλιά και τα ζώα απέφευγαν να βοσκήσουν εκεί. Αργότερα, όταν διαδόθηκε η λατρεία του Αμφιάραου σε πολλά άλλα μέρη, διεκδίκησαν και αυτά την τιμή αυτή, να βρίσκεται δηλαδή το χάσμα στα μέρη τους.
Η φήμη του Αμφιάραου ως μάντη είχε υπερβεί τα όρια της Ελλάδας. Ο Ηρόδοτος αναφέρει πως πρέσβεις του βασιλιά των Λυδών Κροίσου κατέφυγαν στο χρηστήριό του στον Ωρωπό για να τον συμβουλευθούν αν έπρεπε να εκστρατεύσουν κατά των Περσών (1.46).
Εκτός από μάντης ο Αμφιάραος είναι θεός θεραπευτής, όπως ο Ασκληπιός. Στο
Αμφιάρειο του Ωρωπού οι ασθενείς υποβάλλονταν σε εγκοίμηση, για να τους επισκεφθεί ο Αμφιάραος υπό μορφή ιερού φιδιού και να τους θεραπεύσει, κατά το πρότυπο του Ασκληπιού.
Ο μύθος του Αμφιάραου αντανακλά δυναστικές έριδες, ο ρόλος της Εριφύλης θυμίζει τον ρόλο της Αερόπης ή της Κλυταιμνήστρας στη δυναστεία των Ατρειδών, κατάλοιπο της κυριαρχίας του θηλυκού στοιχείου, ενώ η καταβύθιση του άρματος σε χάσμα της γης παραπέμπει σε παλαιά χθόνια θεότητα της Αργολίδας πριν την κυριαρχία της Ήρας στην περιοχή και του Διόνυσου (πρβ. τη λεπτομέρεια της αναγνώρισης της Υψιπύλης και των δυο παιδιών της).
[Για την εκστρατεία των Επτά στη Θήβα, τη συμμετοχή του Αμφιάραου σε αυτήν και τον ρόλο της Εριφύλης, τέλος για την εκστρατεία των Επιγόνων βλ. Απολλόδωρος 3.57-3.77** και Διόδ. Σ. 4.65-67)***.
--------------------------------
*Ο θάνατος του Αμφιάραου και το Αμφιάρειο
1. Στην εποχή μας οι Αθηναίοι κατέχουν την περιοχή του Ωρωπού, ανάμεσα στην Αττική και στην Ταναγρική γη, που αρχικά ήταν Βοιωτική· πολέμησαν πολλές φορές γι' αυτή, αλλά ποτέ δεν την εξασφάλισαν, μέχρι που ο Φίλιππος τους την παραχώρησε, όταν κατέλαβε τη Θήβα. Η πόλη είναι παραθαλάσσια. Δεν έχει τίποτα το εξαιρετικό, για να το αναφέρω. Υπάρχει ωστόσο σε απόσταση δώδεκα σταδίων από εκεί ένα ιερό του Αμφιάραου.
2. Λέγεται ότι τον Αμφιάραο, καθώς έφευγε από τη Θήβα, άνοιξε η γη στα δυο και τον κατάπιε μαζί με το άρμα του. Λένε πως αυτό δεν συνέβη εδώ αλλά στο λεγόμενο Άρμα, στον δρόμο από τη Θήβα στη Χαλκίδα. Οι κάτοικοι του Ωρωπού ήταν οι πρώτοι που πίστεψαν ότι ο Αμφιάραος ήταν θεός, αλλά έπειτα το πίστεψε όλη η Ελλάδα. Μπορώ ν' αναφέρω κατάλογο πολλών ανθρώπων της εποχής εκείνης, που τιμώνται στην Ελλάδα ως θεοί. Σε μερικούς, μάλιστα, έχουν αφιερωθεί και πόλεις. Ο Ελαιούντας στη Χερσόνησο αφιερώθηκε στον Πρωτεσίλαο, η Βοιωτική Λεβάδεια στον Τροφώνιο, ενώ στον Ωρωπό υπάρχει ναός του Αμφιάραου με άγαλμα από λευκό μάρμαρο.
3. Ο βωμός είναι χωρισμένος σε διάφορα τμήματα. Το ένα είναι του Ηρακλή, του Δία και του Παιώνα [θεραπευτή] Απόλλωνα, ενώ το άλλο των ηρώων και των συζύγων τους. Στο τρίτο τιμούν την Εστία, τον Ερμή, τον Αμφιάραο και τους γιους του Αμφιλόχου. Ο Αλκμαίωνας, εξαιτίας της αδικίας προς την Εριφύλη, δεν τιμάται ούτε με τον Αμφιάραο ούτε δίπλα στον Αμφίλοχο. Το τέταρτο τμήμα του βωμού είναι αφιερωμένο στην Αφροδίτη, στην Πανάκεια, στην Ιασώ, στην Υγεία και στην Αθηνά Παιωνία [θεραπεύτρια]. Το πέμπτο είναι αφιερωμένο στις Νύμφες, στον Πάνα και στους ποταμούς Αχελώο και Κηφισό. Για τον Αμφίλοχο οι Αθηναίοι έχουν βωμό και στην πόλη και στον Μαλλό της Κιλικίας υπάρχει το πιο αλάνθαστο μαντείο της εποχής μου.
4. Κοντά στον ναό στον Ωρωπό υπάρχει πηγή, που τη λένε του Αμφιάραου. Δεν θυσιάζουν ποτέ εκεί ούτε εξαγνίζονται ούτε χρησιμοποιούν το νερό της για εξαγνισμό με πλύσιμο των χεριών. Όταν όμως κάποιος θεραπεύεται από αρρώστια σύμφωνα με τον χρησμό του μαντείου, τότε ρίχνει στην πηγή ασημένια και χρυσά νομίσματα, επειδή πιστεύουν ότι από εκεί ξεπρόβαλε ο Αμφιάραος ως θεός. (Παυσ. 1. 34.1-4)
**Αμφιάραος, Εριφύλη, Άδραστος
Διωγμένος ο Πολυνείκης από τη Θήβα, κατέφυγε στο Άργος παίρνοντας μαζί του το περιδέραιο και το πέπλο [της Αρμονίας]. Τότε βασιλιάς του Άργους ήταν ο Άδραστος, ο γιος του Ταλαού· νύχτα πλησίασε ο Πολυνείκης στα ανάκτορά του και ήρθε στα χέρια με τον Τυδέα, τον γιο του Οινέα, εξόριστο από την Καλυδώνα. Και όπως ακούστηκαν άξαφνα φωνές φάνηκε ο Άδραστος και τους χώρισε· τότε θυμήθηκε κάποιο μάντη που του είχε πει ότι θα παντρέψει τις θυγατέρες του με κάπρο και λιοντάρι και τους πήρε και τους δυο για γαμπρούς του· γιατί πάνω στις ασπίδες τους είχαν ο ένας προτομή κάπρου, ο άλλος λιονταριού. Και ο μεν Τυδέας πήρε για γυναίκα του τη Δηιπύλη, ο δε Πολυνείκης την Αργείη, ενώ ο Άδραστος υποσχέθηκε και στους δύο να τους επαναφέρει στις πατρίδες τους. Και έσπευσε να εκστρατεύσει καταρχάς εναντίον των Θηβών και για τον σκοπό αυτό συγκέντρωνε τα παλικάρια.
Αλλά ο Αμφιάραος, ο γιος του Οϊκλέα, που ήταν μάντης και ήξερε ότι ήταν γραφτό όλοι όσοι συμμετάσχουν στην εκστρατεία να πεθάνουν εκτός από τον Άδραστο, δίσταζε να πάρει μέρος και απέτρεπε και τους υπόλοιπους. Και ο Πολυνείκης κατέφυγε στον Ίφι, τον γιο του Αλέκτορα, και ζητούσε να μάθει πώς ο Αμφιάραος θα εξαναγκαζόταν να εκστρατεύσει· και εκείνος του απάντησε ότι προϋπόθεση ήταν να πάρει το περιδέραιο η Εριφύλη. Ο Αμφιάραος λοιπόν απαγόρευσε στην Εριφύλη να δεχτεί δώρα από τον Πολυνείκη, ο Πολυνείκης όμως, αφού της έδωσε το περιδέραιο, απαιτούσε από αυτήν να πείσει τον Αμφιάραο να εκστρατεύσει. Γιατί ήταν στο χέρι της· γιατί, όταν κάποτε ανέκυψε μια διαφορά ανάμεσα σε αυτόν και τον Άδραστο και εκείνη τη διευθέτησε, ορκίστηκε σε μελλοντικές διαφορές με τον Άδραστο να βάλει την Εριφύλη κριτή. Όταν λοιπόν ήταν να γίνει η εκστρατεία εναντίον των Θηβών, και ο Άδραστος συνηγορούσε, ενώ ο Αμφιάραος ήταν αντίθετος, η Εριφύλη, αφού πήρε το περιδέραιο, τον έπεισε να εκστρατεύσει μαζί με τον Άδραστο. Και ο Αμφιάραος, εξαναγκασμένος πια να εκστρατεύσει, έδωσε εντολή στα παιδιά του, όταν ενηλικιωθούν να σκοτώσουν τη μητέρα τους και να εκστρατεύσουν εναντίον των Θηβών.
Και ο Άδραστος, αφού συγκέντρωσε στρατό με επτά αρχηγούς επικεφαλής, επιτάχυνε τον πόλεμο εναντίον των Θηβών. Και οι αρχηγοί ήταν οι εξής: ο γιος του Ταλαού Άδραστος, ο Αμφιάραος, γιος του Οϊκλή, ο Καπανέας, γιος του Ιππόνοου, ο Ιππομέδοντας, γιος του Αριστόμαχου, άλλοι πάλι λένε ότι ήταν του Ταλαού. Αυτοί ήταν από το Άργος, ενώ ο Πολυνείκης, ο γιος του Οιδίποδα από τη Θήβα, ο Τυδέας, γιος του Οινέα, από την Αιτωλία, ο Παρθενοπαίος, γιος του Μελανίωνα, από την Αρκαδία. Ορισμένοι δεν συμπεριλαμβάνουν τον Τυδέα και τον Πολυνείκη, ενώ συγκαταλέγουν τον γιο του Ίφι Ετέοκλο και τον Μηκιστέα.
Όταν ήρθαν στον Κιθαιρώνα, έστειλαν τον Τυδέα να μηνύσει στον Ετεοκλή να παραδώσει την εξουσία στον Πολυνείκη, όπως είχαν συμφωνήσει. Αλλά ο Ετεοκλής αγνόησε το μήνυμα, και θέλοντας ο Τυδέας να δοκιμάσει τους Θηβαίους τους προκαλούσε έναν έναν σε μονομαχία και τους νίκησε όλους. Και αυτοί όπλισαν πενήντα άνδρες και του έστησαν ενέδρα την ώρα που αποχωρούσε· αλλά αυτός τους σκότωσε όλους, εκτός από τον Μαίονα [γιο, σύμφωνα με τη χαμένη τραγωδία του Ευριπίδη «Αντιγόνη» της Αντιγόνης και του Αίμονα]· ύστερα γύρισε στο στρατόπεδο. Οι Αργείοι, αφού οπλίσθηκαν, πλησίασαν στα τείχη, και καθώς οι πύλες ήταν επτά, ο Άδραστος τοποθετήθηκε μπροστά στις Ομολωίδες, ο Καπανέας στις Ωγυγίες, ο Αμφιάραος στις Προιτίδες, ο Ιππομέδων στις Ογκαΐδες, ο Πολυνείκης στις Υψίστες, ο Παρθενοπαίος στις Ηλέκτρες, ο Τυδέας στις Κρηνίδες. Όπλισε και ο Ετεοκλής τους Θηβαίους, και αφού όρισε ισάριθμους αρχηγούς, τους παρέταξε αντίστοιχα· στη συνέχεια ζήτησε χρησμό πώς θα μπορέσει να νικήσει τους εχθρούς. Μάντης στους Θηβαίους ήταν ο Τειρεσίας, γιος του Εύρη και της νύμφης Χαρικλώς, από τη γενιά του Οιδαίου του Σπαρτού, που είχε χάσει το φως του. Στους Θηβαίους, λοιπόν, που τον ρώτησαν έδωσε χρησμό ότι θα νικήσουν αν ο Μενοικέας, ο γιος του Κρέοντα, προσφέρει τον εαυτό του θυσία στον Άρη. Μόλις τ' άκουσε αυτό ο γιος του Κρέοντα, ο Μενοικέας, σφάχτηκε με το ίδιο του το χέρι μπροστά στις πύλες. Στη μάχη που ακολούθησε, οι Καδμείοι εκδιώχθηκαν μέχρι τα τείχη, και ο Καπανέας άρπαξε μια σκάλα και άρχισε να σκαρφαλώνει στα τείχη, όμως ο Δίας τον κατακεραύνωσε. Ύστερα από αυτό οι Αργείοι τράπηκαν σε φυγή. Και επειδή οι απώλειες ήταν μεγάλες, αποφάσισαν και τα δύο στρατόπεδα να μονομαχήσουν ο Ετεοκλής και ο Πολυνείκης για τη βασιλεία, και σκοτώνονται και οι δυο. (Απολλόδωρος (3.57-3.77)
***Επτά επί Θήβας, Αμφιάραος, Επίγονοι
65. Όταν τα παιδιά [ο Ετεοκλής και ο Πολυνείκης] αντρώθηκαν και τα ανοσιουργήματα αυτού του οίκου έγιναν γνωστά, o Οιδίποδας αναγκάσθηκε απ' τα παιδιά του να παραμένει έγκλειστος απ' τη ντροπή του, και οι νεαροί παρέλαβαν τη βασιλεία και συμφώνησαν μεταξύ τους να βασιλεύουν εναλλάξ, τη μια χρονιά ο ένας, την άλλη ο άλλος. Ο Ετεοκλής που ήταν μεγαλύτερος, ήταν ο πρώτος που ανέλαβε τη βασιλεία και, όταν πέρασε ο χρόνος, δεν ήθελε να παραδώσει την εξουσία. 2. Ό Πολυνείκης επικαλούμενος τη συμφωνία απαιτούσε το θρόνο. Κι επειδή ο αδελφός του δεν συμμορφωνόταν με την απαίτηση, έφυγε και πήγε στο Άργος, στον βασιλιά Άδραστο.
Τον καιρό που συνέβαιναν αυτά ο Τυδέας, λένε, ο γιος του Οινέα, που σκότωσε τα ξαδέρφια του, τον Αλκάθοο και τον Λυκωπέα στην Καλυδώνα, έφυγε απ' την Αιτωλία στο Άργος. 3. Ό Άδραστος τους υποδέχθηκε φιλικά και τους δύο και υπακούοντας σε κάποιο χρησμό πάντρεψε τις θυγατέρες του μαζί τους, την Αργεία με τον Πολυνείκη και τη Δηιπύλη με τον Τυδέα. Και, καθώς τα παιδιά είχαν μεγάλη εκτίμηση και κέρδισαν την αγάπη του βασιλιά σε μεγάλο βαθμό, λένε, ότι ο Άδραστος, ως ένα δείγμα της εύνοιας του υποσχέθηκε να αποκαταστήσει και τους δύο στην πατρίδα τους. 4. Και πρώτα αποφάσισε να επαναφέρει τον Πολυνείκη, κι έστειλε τον Τυδέα αγγελιοφόρο στη Θήβα να διαπραγματευτεί με τον Ετεοκλή την επάνοδο. Τότε, λένε, ο Τυδέας, που του είχε στήσει στο δρόμο ενέδρα ο Ετεοκλής με πενήντα άντρες, τους σκότωσε όλους και προς γενική κατάπληξη έφθασε σώος στο Άργος κι ο Άδραστος, όταν έμαθε τα συμβάντα, έκανε τις ετοιμασίες του για την εκστρατεία κι έπεισε να μετάσχουν στον πόλεμο τον Καπανέα και τον Ιππομέδοντα και τον Παρθενοπαίο, τον γιο της Αταλάντης, θυγατέρας του Σχοινέα. 5. Ο Πολυνείκης, επίσης, προσπαθούσε να πείσει τον μάντη Αμφιάραο να εκστρατεύσει μαζί τους εναντίον των Θηβών. Κι επειδή δεν συμφωνούσε, γιατί γνώριζε από πριν ότι θα σκοτωθεί αν μετάσχει στην εκστρατεία, λένε, ότι ο Πολυνείκης έδωσε στη γυναίκα του Αμφιάραου το χρυσό περιδέραιο που, κατά τη μυθολογία, δώρισε η Αφροδίτη στην Αρμονία. Και τούτο για να πείσει τον σύζυγό της να πάρει μέρος στην εκστρατεία.
6. Τον καιρό που ο Αμφιάραος φιλονικούσε με τον Άδραστο για τη βασιλεία, συμφώνησαν κι οι δυο ν' αναθέσουν στην Εριφύλη να κρίνει τελικά τις διαφορές τους. Αυτή ήταν γυναίκα του Αμφιάραου και αδελφή του Αδράστου. Κι όταν η Εριφύλη έδωσε τη νίκη στον Άδραστο και έκρινε ότι πρέπει ο σύζυγος της να λάβει μέρος στην εκστρατεία εναντίον των Θηβαίων, τότε ο Αμφιάραος με τη σκέψη ότι ή γυναίκα του τον πρόδωσε, συμφώνησε βέβαια να μετάσχει στην εκστρατεία, έδωσε όμως εντολή στον γιο του Αλκμαίωνα μετά τον θάνατό του να σκοτώσει την Εριφύλη. 7. Ό Άλκμαίων αργότερα εκτελώντας την εντολή του πατέρα του σκότωσε τη μητέρα του, αλλά συναισθανόμενος ότι διέπραξε πράξη μιαρή, καταλήφτηκε από μανία. Κι ο Αγαστός, ο Πολυνείκης κι ο Τυδέας παίρνοντας μαζί τους τέσσερις αρχηγούς, τον Αμφιάραο και τον Καπανέα και τον Ιππομέδοντα,. καθώς και τον Παρθενοπαίο, τον γιο της Αταλάντης, θυγατέρας του Σχοινέα, εκστράτευσαν εναντίον των Θηβών με αξιόλογη στρατιωτική δύναμη. 8. Ύστερα από αυτά ο Ετεοκλής κι ο Πολυνείκης σκοτώθηκαν μεταξύ τους, ενώ ο Καπανέας σκοτώθηκε σε μιαν έφοδο, καθώς ανέβαινε στο τείχος με μια σκάλα. Όσο για τον Αμφιάραο, άνοιξε η γη και τον κατάπιε μαζί με το άρμα του. 9. Όταν και οι άλλοι αρχηγοί χάθηκαν, εκτός απ' τον Άδραστο, και σκοτώθηκαν πολλοί στρατιώτες, οι Θηβαίοι δεν τους επέτρεψαν να σηκώσουν τους νεκρούς τους, και ο Άδραστος, αφήνοντας τους νεκρούς άταφους, επέστρεψε στο Άργος. Καθώς έμεναν λοιπόν άταφα τα σώματα των πεσόντων μπροστά στην Καδμεία και κανείς δεν τολμούσε να τα θάψει, οι Αθηναίοι, που διακρίνονταν απ' όλους τους άλλους για τη δικαιοσύνη και την ευσέβειά τους, έθαψαν όλους όσοι έπεσαν στους πρόποδες της Καδμείας.1
66. Οι «Επτά επί Θήβας» λοιπόν είχαν αυτό το τέλος. Αλλά οι γιοι τους, που έμειναν γνωστοί ως Επίγονοι, θέλοντας να λάβουν εκδίκηση για τον θάνατο των πατέρων τους, αποφάσισαν να εκστρατεύσουν από κοινού εναντίον των Θηβών, αφού έλαβαν χρησμό απ' τον Απόλλωνα να πολεμήσουν αυτήν την πόλη έχοντας αρχηγό τον Αλκμαίωνα, τον γιο του Αμφιάραου. 2. Ό Αλκμαίων, όταν εκλέχθηκε στρατηγός τους, ρώτησε τον θεό για την εκστρατεία εναντίον των Θηβών και για την τιμωρία της μητέρας του Εριφύλης. 3. Κι ο Απόλλων του απάντησε ότι πρέπει να τα πράξει και τα δυο, γιατί η Εριφύλη δεν δέχθηκε μόνο το χρυσό περιδέραιο με τίμημα την απώλεια του πατέρα του, άλλα γιατί έλαβε επίσης κι έναν πέπλο ως ανταμοιβή για να προκαλέσει τον θάνατο του γιου της. Γιατί η Αφροδίτη, όπως λένε, τα παλιά χρόνια είχε δωρίσει στην Αρμονία, τη θυγατέρα του Κάδμου, το περιδέραιο και τον πέπλο. Και τα δύο όμως τα πήρε η Εριφύλη, το περιδέραιο δώρο απ' τον Πολυνείκη και τον πέπλο απ' τον γιο του Πολυνείκη, τον Θέρσανδρο, για να πείσει τον γιο της να εκστρατεύσει εναντίον των Θηβών. Ό Αλκμαίων λοιπόν συγκέντρωσε στρατό όχι μόνο απ' το Άργος, αλλά κι απ' τις γειτονικές πόλεις και με αξιόλογη δύναμη εκστράτευσε εναντίον των Θηβών. 4. Οι Θηβαίοι αντιτάχτηκαν και έγινε σκληρή μάχη, στην όποια νίκησε ο στρατός του Αλκμαίωνα. Κι οι Θηβαίοι, που ηττήθηκαν στη μάχη κι έχασαν πολλούς απ' τους πολίτες τους, βρέθηκαν σε απελπιστική κατάσταση. Κι επειδή δεν ήταν πλέον σε θέση να προβάλουν αντίσταση, συμβουλεύθηκαν τον μάντη Τειρεσία, που τους συνέστησε να φύγουν απ' την πόλη. 5. Μόνο μ' αυτόν τον τρόπο θα σωθούν. Οι Καδμείοι, λοιπόν, σύμφωνα με τη συμβουλή του Τειρεσία, εγκατέλειψαν την πόλη και μέσα στη νύχτα κατέφυγαν όλοι μαζί σ' ένα μέρος της Βοιωτίας, που ονομάζονταν Τιλφωσσαίο. Έπειτα οι Επίγονοι κυρίευσαν την πόλη και τη λεηλάτησαν, πήραν αιχμάλωτη τη Δάφνη, θυγατέρα του Τειρεσία, και την αφιέρωσαν στους Δελφούς ως επίλεκτη προσφορά στον θεό, σύμφωνα με κάποιο τάμα. 6. Αυτή η κοπέλα, που δεν υστερούσε καθόλου απ' τον πατέρα της στη μαντική, στη διάρκεια της παραμονής της στους Δελφούς ανέπτυξε περισσότερο την τέχνη της. Κι όπως ήταν προικισμένη με αξιοθαύμαστα φυσικά χαρίσματα, έγραψε χρησμούς παντός είδους, που διακρίνονταν για την κομψή τους σύνθεση. Και λένε ότι κι ο ποιητής Όμηρος πήρε απ' αυτήν πολλούς στίχους και κόσμησε μ' αυτούς τη δική του ποίηση. Κι όπως καταλαμβάνονταν συχνά από ένθεη μανία και χρησμοδοτούσε, λένε ότι ονομάσθηκε Σίβυλλα. Γιατί το να καταλαμβάνεται κανείς από θεία έμπνευση αποδίδεται σε κάποια γλώσσα με τη λέξη «σιβυλλαίνειν».
67. Οι Επίγονοι, ύστερα από μια ένδοξη εκστρατεία, επέστρεψαν στις πατρίδες τους με πολλά λάφυρα. Απ' τους Καδμείους, που κατέφυγαν στο Τιλφωσσαίο, ο Τειρεσίας πέθανε κι οι Καδμείοι τον έθαψαν με λαμπρότητα και τον τίμησαν με θεϊκές τιμές. Και οι ίδιοι εγκατέλειψαν την πόλη και εκστράτευσαν εναντίον των Δωριέων, τους νίκησαν στη μάχη, έδιωξαν τους κατοίκους απ' τη χώρα τους κι εγκαταστάθηκαν για κάμποσα χρόνια εκεί και άλλοι έμειναν οριστικά, ενώ άλλοι επέστρεψαν στη Θήβα, όταν ήταν βασιλιάς ο Κρέων, ο γιος του Μενοικέα. (Διόδωρος Σ., 4. 65-67)
Σημείωση
1. Κατά την παράδοση των Αθηναίων ο Θησέας εκστράτευσε εναντίον των Θηβών για να πάρει τα σώματα των Εφτά στρατηγών, τα όποια έθαψε στην Ελευσίνα.