Γιατί κάποιοι άνθρωποι κακοποιούν συναισθηματικά τους ανθρώπους γύρω τους; Ποιο είναι το κίνητρο πίσω από την ψυχολογική βία; Πολλές φορές οι άνθρωποι αυτοί έχουν υποστεί και οι ίδιοι κακοποίηση σε κάποια φάση της ζωής τους. Κάποιες άλλες φορές μαθαίνουν ότι η συναισθηματική κακοποίηση μπορεί να τους χαρίζει μία αίσθηση ελέγχου πάνω στους άλλους, ή ότι μπορεί να διασώσει το εγώ τους από ντροπιαστικές και επώδυνες καταστάσεις.
Ωστόσο, το μεγαλύτερο ερώτημα που τίθεται είναι το τι κερδίζει ο άνθρωπος με κακοποιητική συμπεριφορά αλλά και το γιατί το κερδίζει; Η συνεχής κριτική του συντρόφου ή του παιδιού του δημιουργεί το κακοποιημένο άτομο αισθήματα ντροπής και κατωτερότητας. Από αυτή τη θέση είναι πολύ δύσκολο για εκείνον/η το να αντιμετωπίσει και να αποκρούσει αυτό το είδος βίας ή ακόμη και να κατανοήσει αυτό που υφίσταται, δηλαδή την κακοποίηση. Ακόμη ποιο δύσκολο είναι το να πάρει την απόφαση να φύγει, να αποδράσει από αυτή την κατάσταση.
Η ντροπή και η ενοχή έχουν ακριβώς το ίδιο αποτέλεσμα. Στόχος του «παιχνιδιού» είναι το κακοποιημένο άτομο να μπερδευτεί, ώστε να μην αντιλαμβάνεται ότι το πρόβλημα δεν είναι στην πραγματικότητα δικό του. Καταλήγει να ψάχνει συνεχώς να βρει τι θα μπορούσε να κάνει διαφορετικά ώστε να μην πέφτει σε σφάλματα. Καταλήγει να ψάχνει συνέχεια τρόπους για να διορθώσει τα πράγματα και να πάψει να νιώθει ενοχή για τη δυστυχία του ανθρώπου που στην ουσία τον/την κακοποιεί.
Η λεκτική βία, μία από τις πιο σκληρές και επώδυνες μορφές της συναισθηματικής κακοποίησης, είναι μία από της χρησιμοποιούμενες τακτικές που αργά αλλά σταθερά καταστρέφει την αυτοεκτίμηση του ατόμου. Οι λέξεις, που μόνο στόχο έχουν να πληγώσουν, περιγράφουν το κακοποιημένο άτομο ως στερούμενο αξίας αλλά και υποδεέστερο. Αυτή η τακτική αφαιρεί από το θύμα την ψυχική δύναμη να υπερασπιστεί τον εαυτό του ή και να διαφύγει από αυτή την αρρωστημένη κατάσταση.
Η άρνηση της αγάπης ως τιμωρία διδάσκει το κακοποιημένο άτομο, ότι μπορεί να νιώσει αγάπη μόνο όταν λειτουργεί σύμφωνα με τις επιθυμίες του θύτη. Αρχίζει να πιστεύει ότι αν είναι ευγενικός/η, δοτικός/ή και έτοιμος/η να συγχωρήσει τα πάντα, τελικά θα λάβει την αγάπη που έχει ανάγκη. Αυτό λειτουργεί πολύ αποτελεσματικά στα παιδιά, αλλά και τους ενήλικες που δεν πήραν αγάπη ως παιδιά. Λειτουργεί γιατί βάζει το κακοποιημένο άτομο στη διαδικασία να κάνει παζάρια για την αγάπη. Έτσι καταλήγει να είναι τόσο απασχολημένο με αυτή τη διαπραγμάτευση, ώστε να μην μπορεί καν να κάτσει να σκεφτεί το ενδεχόμενο της κακοποίησης.
Η τιμωρία μέσω της σιωπής είναι επίσης μία από τις τακτικές που χρησιμοποιούν οι θύτες. Μπορούν να αφήσουν να περάσει ακόμη και μία ολόκληρη εβδομάδα χωρίς να μιλήσουν στο παιδί ή τον σύντροφό τους, και αυτό επίσης τους χαρίζει μία αίσθηση ελέγχου. Και αυτή η τακτική λειτουργεί πάρα πολύ καλά καθώς ωθεί το κακοποιημένο άτομο να προσπαθεί να περάσει απαρατήρητο για να εξασφαλίσει ότι δεν θα τιμωρηθεί ξανά. Είναι τόσο απασχολημένο το θύμα με την προσπάθεια του να περάσει απαρατήρητο, ώστε δεν έχει και σε αυτή την περίπτωση τον χρόνο να σκεφτεί τι πραγματικά του συμβαίνει.
Η απομόνωση από τους φίλους ή τους συγγενείς αποστερεί από το κακοποιημένο άτομο μία διέξοδο διαφυγής. Το να έχει ένα άλλο άτομο στο οποίο θα μπορέσει να ζητήσει υποστήριξη. Έτσι καταλήγει να ανήκει αποκλειστικά στο άνθρωπο που το βασανίζει, ο οποίος με τη σειρά του έχει ακόμη μεγαλύτερη εξουσία και έλεγχο επάνω του. Το άτομο νιώθει ότι δεν έχει άλλον άνθρωπό στον κόσμο στον οποίο θα μπορούσε να στηριχθεί και ότι θα πρέπει να κάνει τα πάντα για να μην εξοργίσει και τελικά χάσει αυτόν τον πολύτιμό έναν. Και πάλι δεν έχει ούτε χρόνο ούτε ενέργεια να σκεφτεί κάτι άλλο.
Από την μεριά του ανθρώπου που κακοποιεί αυτές οι τακτικές αποτελούν τελικά και βαθύτερα μία στρατηγική επιβίωσης. Καταφεύγει σε αυτές για να μην μείνει μόνος του, ενδεχόμενο που δεν θα μπορούσε να το αντέξει.
Ωστόσο, το μεγαλύτερο ερώτημα που τίθεται είναι το τι κερδίζει ο άνθρωπος με κακοποιητική συμπεριφορά αλλά και το γιατί το κερδίζει; Η συνεχής κριτική του συντρόφου ή του παιδιού του δημιουργεί το κακοποιημένο άτομο αισθήματα ντροπής και κατωτερότητας. Από αυτή τη θέση είναι πολύ δύσκολο για εκείνον/η το να αντιμετωπίσει και να αποκρούσει αυτό το είδος βίας ή ακόμη και να κατανοήσει αυτό που υφίσταται, δηλαδή την κακοποίηση. Ακόμη ποιο δύσκολο είναι το να πάρει την απόφαση να φύγει, να αποδράσει από αυτή την κατάσταση.
Η ντροπή και η ενοχή έχουν ακριβώς το ίδιο αποτέλεσμα. Στόχος του «παιχνιδιού» είναι το κακοποιημένο άτομο να μπερδευτεί, ώστε να μην αντιλαμβάνεται ότι το πρόβλημα δεν είναι στην πραγματικότητα δικό του. Καταλήγει να ψάχνει συνεχώς να βρει τι θα μπορούσε να κάνει διαφορετικά ώστε να μην πέφτει σε σφάλματα. Καταλήγει να ψάχνει συνέχεια τρόπους για να διορθώσει τα πράγματα και να πάψει να νιώθει ενοχή για τη δυστυχία του ανθρώπου που στην ουσία τον/την κακοποιεί.
Η λεκτική βία, μία από τις πιο σκληρές και επώδυνες μορφές της συναισθηματικής κακοποίησης, είναι μία από της χρησιμοποιούμενες τακτικές που αργά αλλά σταθερά καταστρέφει την αυτοεκτίμηση του ατόμου. Οι λέξεις, που μόνο στόχο έχουν να πληγώσουν, περιγράφουν το κακοποιημένο άτομο ως στερούμενο αξίας αλλά και υποδεέστερο. Αυτή η τακτική αφαιρεί από το θύμα την ψυχική δύναμη να υπερασπιστεί τον εαυτό του ή και να διαφύγει από αυτή την αρρωστημένη κατάσταση.
Η άρνηση της αγάπης ως τιμωρία διδάσκει το κακοποιημένο άτομο, ότι μπορεί να νιώσει αγάπη μόνο όταν λειτουργεί σύμφωνα με τις επιθυμίες του θύτη. Αρχίζει να πιστεύει ότι αν είναι ευγενικός/η, δοτικός/ή και έτοιμος/η να συγχωρήσει τα πάντα, τελικά θα λάβει την αγάπη που έχει ανάγκη. Αυτό λειτουργεί πολύ αποτελεσματικά στα παιδιά, αλλά και τους ενήλικες που δεν πήραν αγάπη ως παιδιά. Λειτουργεί γιατί βάζει το κακοποιημένο άτομο στη διαδικασία να κάνει παζάρια για την αγάπη. Έτσι καταλήγει να είναι τόσο απασχολημένο με αυτή τη διαπραγμάτευση, ώστε να μην μπορεί καν να κάτσει να σκεφτεί το ενδεχόμενο της κακοποίησης.
Η τιμωρία μέσω της σιωπής είναι επίσης μία από τις τακτικές που χρησιμοποιούν οι θύτες. Μπορούν να αφήσουν να περάσει ακόμη και μία ολόκληρη εβδομάδα χωρίς να μιλήσουν στο παιδί ή τον σύντροφό τους, και αυτό επίσης τους χαρίζει μία αίσθηση ελέγχου. Και αυτή η τακτική λειτουργεί πάρα πολύ καλά καθώς ωθεί το κακοποιημένο άτομο να προσπαθεί να περάσει απαρατήρητο για να εξασφαλίσει ότι δεν θα τιμωρηθεί ξανά. Είναι τόσο απασχολημένο το θύμα με την προσπάθεια του να περάσει απαρατήρητο, ώστε δεν έχει και σε αυτή την περίπτωση τον χρόνο να σκεφτεί τι πραγματικά του συμβαίνει.
Η απομόνωση από τους φίλους ή τους συγγενείς αποστερεί από το κακοποιημένο άτομο μία διέξοδο διαφυγής. Το να έχει ένα άλλο άτομο στο οποίο θα μπορέσει να ζητήσει υποστήριξη. Έτσι καταλήγει να ανήκει αποκλειστικά στο άνθρωπο που το βασανίζει, ο οποίος με τη σειρά του έχει ακόμη μεγαλύτερη εξουσία και έλεγχο επάνω του. Το άτομο νιώθει ότι δεν έχει άλλον άνθρωπό στον κόσμο στον οποίο θα μπορούσε να στηριχθεί και ότι θα πρέπει να κάνει τα πάντα για να μην εξοργίσει και τελικά χάσει αυτόν τον πολύτιμό έναν. Και πάλι δεν έχει ούτε χρόνο ούτε ενέργεια να σκεφτεί κάτι άλλο.
Από την μεριά του ανθρώπου που κακοποιεί αυτές οι τακτικές αποτελούν τελικά και βαθύτερα μία στρατηγική επιβίωσης. Καταφεύγει σε αυτές για να μην μείνει μόνος του, ενδεχόμενο που δεν θα μπορούσε να το αντέξει.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου