Προσδοκώντας να συμβεί κάτι, δεν το κάνουμε αυτόματα και να συμβεί. Ο αναπτυξιακός ψυχολόγος Jean Piaget είχε παρατηρήσει ότι τα μικρά παιδιά δυσκολεύονται να ξεχωρίσουν ανάμεσα στις σκέψεις τους (στον υποκειμενικό κόσμο των λέξεων στο κεφάλι τους) και στον αντικειμενικό κόσμο.
Σύμφωνα με τον Piaget, αυτό κάνει τα μικρά παιδιά να πιστεύουν ορισμένες φορές ότι οι σκέψεις τους μπορούν άμεσα να κάνουν τα πράγματα να συμβούν. Αναφέρθηκε σε αυτή τη σκέψη ως «μαγική σκέψη» και υποστήριξε ότι την ξεπερνάμε περίπου στα 7 μας χρόνια. Εδώ όμως ο Piaget έκανε ένα μικρό λάθος. Η προσδοκία, θα μπορούσαμε να πούμε, ότι είναι μια μορφή «μαγικής» σκέψης. Φαίνεται ότι ως ενήλικες συνεχίζουμε να λειτουργούμε με αυτό τον τρόπο. Και είναι δύσκολο για εμάς να αποδεχτούμε ότι αυτό μπορεί να μη λειτουργεί.
Οι άνθρωποι έχουν τη φυσική τάση να εναποθέτουν τις ελπίδες τους για ευτυχία σε προσδοκίες. Δεν υπάρχει κάτι λάθος σε αυτό και γι’ αυτό, όσο έχουμε καλούς λόγους να πιστεύουμε ότι η εκπλήρωση μιας προσδοκίας θα μας κάνει ευτυχισμένους και όσο όντως κάνουμε τα απαραίτητα βήματα προς την εκπλήρωσή της. Οι «καλοί λόγοι» θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν το γεγονός ότι γνωρίζουμε από παρελθοντικές εμπειρίες πως υπάρχουν ορισμένα πράγματα που αποδεδειγμένα μας κάνουν χαρούμενους. Για παράδειγμα, γνωρίζω εκ πείρας ότι ο πρωινός καφές είναι αναπόφευκτο ότι θα μου δώσει μια γεύση χαράς. Γι’ αυτό και έχω την προσδοκία από αυτόν κάθε πρωί που ξυπνώ.
Το πρόβλημα με τις προσδοκίες υπάρχει όταν περιμένουμε κάτι να συμβεί χωρίς κάποιον πειστικό, καλό λόγο για αυτή την προσδοκία. Αν πιστέψω ότι μόνο και μόνο οι προσδοκίες θα μου φέρουν αυτό που θέλω, χρησιμοποιώ «μαγική σκέψη» και προετοιμάζω τον εαυτό μου για απογοήτευση. Αυτό φαίνεται πιο ξεκάθαρα, όταν μιλάμε για τον καφέ. Δεν μπορώ να φτιάξω καφέ μόνο με τη σκέψη μου• χρειάζεται να κάνω τα απαραίτητα βήματα για να το κάνω να συμβεί. Η προσδοκία και μόνο, η αναμονή και μόνο ενός φλιτζανιού καφέ είναι ψευδαισθησιακή.
Αυτό το φαινόμενο, όμως, είναι λιγότερο ξεκάθαρο, όταν εμπλέκονται άλλοι άνθρωποι. Οι περισσότεροι θα καταλάβουν ότι η προσδοκία πραγματοποίησης του καφέ είναι μη ρεαλιστική. Κι όμως, πολλοί από εμάς πιστεύουν λανθασμένα ότι η προσδοκία μιας συγκεκριμένης συμπεριφοράς από τους άλλους θα την κάνει κιόλας να συμβεί. Δηλαδή επειδή το θέλουμε πολύ, θα γίνει και πραγματικότητα. Το ένα μέλος μιας σχέσης μπορεί να περιμένει το άλλο να του φτιάξει καφέ. Και αυτό είναι υπέροχο και καλό, αν πράγματι το άλλο άτομο θέλει μετά χαράς να το κάνει. Αλλά τι συμβαίνει αν αυτό το άτομο δεν έχει καμία τέτοια πρόθεση και δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες; Νιώθουμε πληγωμένοι, σοκαρισμένοι και πιθανότατα προσβεβλημένοι. Οι προσδοκίες μας απογοητεύουν.
Και είναι εύκολο να σκεφτείτε διάφορα παραδείγματα από την καθημερινότητά σας που καταλήξατε να νιώθετε έτσι. Ένα πάρτι που σχεδιάσατε και ήσασταν σίγουροι ότι θα είναι επιτυχημένο, μια δουλειά που ζητήσατε να κάνει ο/η σύντροφός σας και όταν γυρίσατε, αντιληφθήκατε ότι τελικά δεν την έκανε ή μια διαδρομή που είχατε υπολογίσει ότι θα σας πάρει ακριβώς 30 λεπτά και τελικά σας πήρε 1 ώρα λόγω έργων.
Προσδοκώντας η ζωή πάντα να καταλήγει να είναι όπως εσείς τη θέλετε, αποδεδειγμένα θα σας οδηγήσει σε απογοήτευση, επειδή δεν είναι κάτι ρεαλιστικό. Και όταν εκείνες οι ανεκπλήρωτες προσδοκίες περιλαμβάνουν την αποτυχία άλλων ανθρώπων να συμπεριφερθούν με τον τρόπο που εσείς περιμένατε, η απογοήτευση συχνά περιλαμβάνει και πικρία.
Γιατί δεν απογοητευόμαστε, όταν ο καφές δεν φτιάχνεται μόνος του, αλλά απογοητευόμαστε όταν κάποιος άλλος δεν τον φτιάχνει για εμάς; Από πού αντλούμε τη δύναμη και τη βεβαιότητα ότι απλά και μόνο η προσδοκία να συμπεριφέρονται με τον τρόπο που εμείς θέλουμε, θα το κάνει να συμβεί; Και τι δικαίωμα έχουμε να θυμώνουμε με τους άλλους, όταν αποτυγχάνουν να εκπληρώσουν τις προσδοκίες μας;
Η έρευνά λέει ότι οι προσδοκίες ανάμεσα σε ανθρώπους συχνά βασίζεται σε ένα άρρητο κοινωνικό συμβόλαιο. Δηλαδή προσδοκίες, οι οποίες δεν έχουν διατυπωθεί ρητά και λεκτικά, οι άνθρωποι κατασκευάζουν ιστορίες στο κεφάλι τους για τέτοιες «νόμιμες» προσδοκίες που αφορούν στον άλλο. Σε αυτές υπάρχουν κάποιες συνθήκες που αναμένονται να εκπληρωθούν. Είναι δύσκολο για κάποιον να ικανοποιήσει τις προσδοκίες σας, αν δεν γνωρίζει καν ποιες είναι, αλλά εσείς και πάλι θα δείτε την καταστρατήγηση αυτού του κοινωνικού συμβολαίου.
Για παράδειγμα, ακούτε υπομονετικά τα προβλήματα ενός φίλου για χρόνια, αν και σας φαίνεται δύσκολο, εσείς συνεχίζετε, γιατί περιμένετε να κάνει και εκείνος το ίδιο όταν έρθει η στιγμή. Όταν αυτό δεν συμβαίνει, η φιλία τερματίζεται. Οι άρρητες προσδοκίες είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα μείνουν ανεκπλήρωτες. Μιλώντας ανοιχτά για το τι περιμένετε από τους άλλους, μπορεί να βελτιώσει τις πιθανότητες εκπλήρωσης των προσδοκιών σας.
Την ίδια στιγμή, είναι και πάλι μη ρεαλιστικό να πιστεύετε ότι απλά και μόνο η ξεκάθαρη επικοινωνία τους θα κάνει τους ανθρώπους να συμπεριφέρονται με τον τρόπο που θέλετε εσείς. Αν δεν γνωστοποιείτε τους κανόνες του σπιτιού στα παιδιά σας, δεν μπορείτε να περιμένετε να τους γνωρίζουν. Εδώ όμως ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια ιδιόμορφη προσδοκία που εμφανίζεται κυρίως στους γονείς. Αυτό το είδος κοινωνικού συμβολαίου βασίζεται περισσότερο στην εξουσία, παρά στην αμοιβαία προσέγγιση μιας φιλίας. Οι γονείς είναι πεπεισμένοι ότι τα παιδιά τους πρέπει να υπακούν τις προσδοκίες τους, επειδή είναι ενήλικες και έχουν την ευθύνη ενός ολόκληρου σπιτικού.
Θα σκεφτείτε όμως: δεν είναι λογικό ως γονείς να περιμένουμε συγκεκριμένη συμπεριφορά από τα παιδιά μας; Θα συμφωνήσω ότι έως ένα σημείο χρειάζεται. Αν αποτύχουμε ως γονείς σε αυτό, γινόμαστε ανεύθυνοι κατά κάποιο τρόπο απέναντι στα παιδιά μας. Αλλά δεν γίνεται να έχετε την προσδοκία τα παιδιά σας να ακολουθούν συνέχεια τους δικούς σας κανόνες. Κανένα παιδί δεν μπορεί να το κάνει αυτό. Η σκέψη ότι θα συμβεί σε εσάς αυτό είναι μη ρεαλιστική. Το ερώτημα είναι τι κάνετε όταν δεν ακολουθούν τους κανόνες που εσείς σχεδιάσατε για να παραμείνουν ασφαλή, υγιή και ευτυχισμένα. Αν νομίζετε ότι η απάντηση είναι να θυμώσετε, να φωνάξετε, να απειλήσετε ή να πεισμώσετε, μάλλον χρειάζεται να εξετάσετε άλλες καλύτερες εναλλακτικές.
Θα έχετε παρατηρήσει πόσες φορές έχω τονίσει τον διαχωρισμό ανάμεσα σε ρεαλιστικές και μη ρεαλιστικές προσδοκίες. Αυτός ο διαχωρισμός είναι σημαντικός, γιατί οι μη ρεαλιστικές προσδοκίες είναι εκείνες που θα φέρουν βέβαιη απογοήτευση και πικρία. Μια μη λεκτικοποιημένη προσδοκία αποτελεί «μαγική σκέψη» και δεν είναι ρεαλιστική. Μία προσδοκία για κάτι που στο παρελθόν λειτούργησε και σας έφερε ένα καλό αποτέλεσμα είναι ρεαλιστική. Περιμένοντας οι άλλοι να δρουν προς το συμφέρον σας, αλλά όχι το δικό τους, είναι μη ρεαλιστικό. Περιμένοντας οι άλλοι να κάνουν κάτι που συμφέρει και τα δύο μέρη είναι σίγουρα πιο ρεαλιστικό.
Άλλωστε, σκεφτείτε πώς νιώθετε εσείς, όταν οι άλλοι περιμένουν από εσάς να κάνετε πράγματα που δεν συνάδουν με τους δικούς σας στόχους, τις αξίες και επιθυμίες; Ξεφορτωθείτε τις προσδοκίες σας και βρείτε κάτι για το οποίο να νιώθετε ευγνωμοσύνη, ακόμα και όταν τα πράγματα δεν καταλήγουν να είναι όπως ελπίζατε και θα προσεγγίσετε περισσότερο την ψυχική ηρεμία, απομακρυνόμενοι από συναισθήματα πικρίας και απογοήτευσης.
Σύμφωνα με τον Piaget, αυτό κάνει τα μικρά παιδιά να πιστεύουν ορισμένες φορές ότι οι σκέψεις τους μπορούν άμεσα να κάνουν τα πράγματα να συμβούν. Αναφέρθηκε σε αυτή τη σκέψη ως «μαγική σκέψη» και υποστήριξε ότι την ξεπερνάμε περίπου στα 7 μας χρόνια. Εδώ όμως ο Piaget έκανε ένα μικρό λάθος. Η προσδοκία, θα μπορούσαμε να πούμε, ότι είναι μια μορφή «μαγικής» σκέψης. Φαίνεται ότι ως ενήλικες συνεχίζουμε να λειτουργούμε με αυτό τον τρόπο. Και είναι δύσκολο για εμάς να αποδεχτούμε ότι αυτό μπορεί να μη λειτουργεί.
Οι άνθρωποι έχουν τη φυσική τάση να εναποθέτουν τις ελπίδες τους για ευτυχία σε προσδοκίες. Δεν υπάρχει κάτι λάθος σε αυτό και γι’ αυτό, όσο έχουμε καλούς λόγους να πιστεύουμε ότι η εκπλήρωση μιας προσδοκίας θα μας κάνει ευτυχισμένους και όσο όντως κάνουμε τα απαραίτητα βήματα προς την εκπλήρωσή της. Οι «καλοί λόγοι» θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν το γεγονός ότι γνωρίζουμε από παρελθοντικές εμπειρίες πως υπάρχουν ορισμένα πράγματα που αποδεδειγμένα μας κάνουν χαρούμενους. Για παράδειγμα, γνωρίζω εκ πείρας ότι ο πρωινός καφές είναι αναπόφευκτο ότι θα μου δώσει μια γεύση χαράς. Γι’ αυτό και έχω την προσδοκία από αυτόν κάθε πρωί που ξυπνώ.
Το πρόβλημα με τις προσδοκίες υπάρχει όταν περιμένουμε κάτι να συμβεί χωρίς κάποιον πειστικό, καλό λόγο για αυτή την προσδοκία. Αν πιστέψω ότι μόνο και μόνο οι προσδοκίες θα μου φέρουν αυτό που θέλω, χρησιμοποιώ «μαγική σκέψη» και προετοιμάζω τον εαυτό μου για απογοήτευση. Αυτό φαίνεται πιο ξεκάθαρα, όταν μιλάμε για τον καφέ. Δεν μπορώ να φτιάξω καφέ μόνο με τη σκέψη μου• χρειάζεται να κάνω τα απαραίτητα βήματα για να το κάνω να συμβεί. Η προσδοκία και μόνο, η αναμονή και μόνο ενός φλιτζανιού καφέ είναι ψευδαισθησιακή.
Αυτό το φαινόμενο, όμως, είναι λιγότερο ξεκάθαρο, όταν εμπλέκονται άλλοι άνθρωποι. Οι περισσότεροι θα καταλάβουν ότι η προσδοκία πραγματοποίησης του καφέ είναι μη ρεαλιστική. Κι όμως, πολλοί από εμάς πιστεύουν λανθασμένα ότι η προσδοκία μιας συγκεκριμένης συμπεριφοράς από τους άλλους θα την κάνει κιόλας να συμβεί. Δηλαδή επειδή το θέλουμε πολύ, θα γίνει και πραγματικότητα. Το ένα μέλος μιας σχέσης μπορεί να περιμένει το άλλο να του φτιάξει καφέ. Και αυτό είναι υπέροχο και καλό, αν πράγματι το άλλο άτομο θέλει μετά χαράς να το κάνει. Αλλά τι συμβαίνει αν αυτό το άτομο δεν έχει καμία τέτοια πρόθεση και δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες; Νιώθουμε πληγωμένοι, σοκαρισμένοι και πιθανότατα προσβεβλημένοι. Οι προσδοκίες μας απογοητεύουν.
Και είναι εύκολο να σκεφτείτε διάφορα παραδείγματα από την καθημερινότητά σας που καταλήξατε να νιώθετε έτσι. Ένα πάρτι που σχεδιάσατε και ήσασταν σίγουροι ότι θα είναι επιτυχημένο, μια δουλειά που ζητήσατε να κάνει ο/η σύντροφός σας και όταν γυρίσατε, αντιληφθήκατε ότι τελικά δεν την έκανε ή μια διαδρομή που είχατε υπολογίσει ότι θα σας πάρει ακριβώς 30 λεπτά και τελικά σας πήρε 1 ώρα λόγω έργων.
Προσδοκώντας η ζωή πάντα να καταλήγει να είναι όπως εσείς τη θέλετε, αποδεδειγμένα θα σας οδηγήσει σε απογοήτευση, επειδή δεν είναι κάτι ρεαλιστικό. Και όταν εκείνες οι ανεκπλήρωτες προσδοκίες περιλαμβάνουν την αποτυχία άλλων ανθρώπων να συμπεριφερθούν με τον τρόπο που εσείς περιμένατε, η απογοήτευση συχνά περιλαμβάνει και πικρία.
Γιατί δεν απογοητευόμαστε, όταν ο καφές δεν φτιάχνεται μόνος του, αλλά απογοητευόμαστε όταν κάποιος άλλος δεν τον φτιάχνει για εμάς; Από πού αντλούμε τη δύναμη και τη βεβαιότητα ότι απλά και μόνο η προσδοκία να συμπεριφέρονται με τον τρόπο που εμείς θέλουμε, θα το κάνει να συμβεί; Και τι δικαίωμα έχουμε να θυμώνουμε με τους άλλους, όταν αποτυγχάνουν να εκπληρώσουν τις προσδοκίες μας;
Η έρευνά λέει ότι οι προσδοκίες ανάμεσα σε ανθρώπους συχνά βασίζεται σε ένα άρρητο κοινωνικό συμβόλαιο. Δηλαδή προσδοκίες, οι οποίες δεν έχουν διατυπωθεί ρητά και λεκτικά, οι άνθρωποι κατασκευάζουν ιστορίες στο κεφάλι τους για τέτοιες «νόμιμες» προσδοκίες που αφορούν στον άλλο. Σε αυτές υπάρχουν κάποιες συνθήκες που αναμένονται να εκπληρωθούν. Είναι δύσκολο για κάποιον να ικανοποιήσει τις προσδοκίες σας, αν δεν γνωρίζει καν ποιες είναι, αλλά εσείς και πάλι θα δείτε την καταστρατήγηση αυτού του κοινωνικού συμβολαίου.
Για παράδειγμα, ακούτε υπομονετικά τα προβλήματα ενός φίλου για χρόνια, αν και σας φαίνεται δύσκολο, εσείς συνεχίζετε, γιατί περιμένετε να κάνει και εκείνος το ίδιο όταν έρθει η στιγμή. Όταν αυτό δεν συμβαίνει, η φιλία τερματίζεται. Οι άρρητες προσδοκίες είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα μείνουν ανεκπλήρωτες. Μιλώντας ανοιχτά για το τι περιμένετε από τους άλλους, μπορεί να βελτιώσει τις πιθανότητες εκπλήρωσης των προσδοκιών σας.
Την ίδια στιγμή, είναι και πάλι μη ρεαλιστικό να πιστεύετε ότι απλά και μόνο η ξεκάθαρη επικοινωνία τους θα κάνει τους ανθρώπους να συμπεριφέρονται με τον τρόπο που θέλετε εσείς. Αν δεν γνωστοποιείτε τους κανόνες του σπιτιού στα παιδιά σας, δεν μπορείτε να περιμένετε να τους γνωρίζουν. Εδώ όμως ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια ιδιόμορφη προσδοκία που εμφανίζεται κυρίως στους γονείς. Αυτό το είδος κοινωνικού συμβολαίου βασίζεται περισσότερο στην εξουσία, παρά στην αμοιβαία προσέγγιση μιας φιλίας. Οι γονείς είναι πεπεισμένοι ότι τα παιδιά τους πρέπει να υπακούν τις προσδοκίες τους, επειδή είναι ενήλικες και έχουν την ευθύνη ενός ολόκληρου σπιτικού.
Θα σκεφτείτε όμως: δεν είναι λογικό ως γονείς να περιμένουμε συγκεκριμένη συμπεριφορά από τα παιδιά μας; Θα συμφωνήσω ότι έως ένα σημείο χρειάζεται. Αν αποτύχουμε ως γονείς σε αυτό, γινόμαστε ανεύθυνοι κατά κάποιο τρόπο απέναντι στα παιδιά μας. Αλλά δεν γίνεται να έχετε την προσδοκία τα παιδιά σας να ακολουθούν συνέχεια τους δικούς σας κανόνες. Κανένα παιδί δεν μπορεί να το κάνει αυτό. Η σκέψη ότι θα συμβεί σε εσάς αυτό είναι μη ρεαλιστική. Το ερώτημα είναι τι κάνετε όταν δεν ακολουθούν τους κανόνες που εσείς σχεδιάσατε για να παραμείνουν ασφαλή, υγιή και ευτυχισμένα. Αν νομίζετε ότι η απάντηση είναι να θυμώσετε, να φωνάξετε, να απειλήσετε ή να πεισμώσετε, μάλλον χρειάζεται να εξετάσετε άλλες καλύτερες εναλλακτικές.
Θα έχετε παρατηρήσει πόσες φορές έχω τονίσει τον διαχωρισμό ανάμεσα σε ρεαλιστικές και μη ρεαλιστικές προσδοκίες. Αυτός ο διαχωρισμός είναι σημαντικός, γιατί οι μη ρεαλιστικές προσδοκίες είναι εκείνες που θα φέρουν βέβαιη απογοήτευση και πικρία. Μια μη λεκτικοποιημένη προσδοκία αποτελεί «μαγική σκέψη» και δεν είναι ρεαλιστική. Μία προσδοκία για κάτι που στο παρελθόν λειτούργησε και σας έφερε ένα καλό αποτέλεσμα είναι ρεαλιστική. Περιμένοντας οι άλλοι να δρουν προς το συμφέρον σας, αλλά όχι το δικό τους, είναι μη ρεαλιστικό. Περιμένοντας οι άλλοι να κάνουν κάτι που συμφέρει και τα δύο μέρη είναι σίγουρα πιο ρεαλιστικό.
Άλλωστε, σκεφτείτε πώς νιώθετε εσείς, όταν οι άλλοι περιμένουν από εσάς να κάνετε πράγματα που δεν συνάδουν με τους δικούς σας στόχους, τις αξίες και επιθυμίες; Ξεφορτωθείτε τις προσδοκίες σας και βρείτε κάτι για το οποίο να νιώθετε ευγνωμοσύνη, ακόμα και όταν τα πράγματα δεν καταλήγουν να είναι όπως ελπίζατε και θα προσεγγίσετε περισσότερο την ψυχική ηρεμία, απομακρυνόμενοι από συναισθήματα πικρίας και απογοήτευσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου