Μέχρι πρόσφατα και όλα αυτά τα χρόνια, φοβόμουν τόσο πολύ να εκφράσω αυτό που ήθελα, επειδή φοβόμουν να το ζητήσω. Πίστευα ότι δεν ήμουν τόσο επιθυμητός ή ότι δεν άρεσα τόσο και αυτό σήμαινε ότι οι ανάγκες μου θα οδηγούνταν σε απόρριψη ή ότι θα με χαρακτήριζαν απαιτητικό ή τρελό.
Καθώς ζούσα με αυτή την άποψη, δημιουργούσα ξανά και ξανά φιλίες και σχέσεις, από τις οποίες ήμουν πλήρως δυσαρεστημένος και ανικανοποίητος.
Ακόμα και τώρα, κάποιες φορές, αυτή η άποψη επαναφέρεται στο νου μου, όλοι το σκεφτόμαστε αυτό σε ένα βαθμό. Κρατάμε κάποια πράγματα για τον εαυτό μας, ώστε να αποφύγουμε την απόρριψη ή τη δυσανασχέτηση.
Το καταλαβαίνω, όμως. Κανείς δεν νομίζω ότι θέλει να είναι ο φίλος που «γκρινιάζει» στον άλλο φίλο του: «Όταν εξαφανίζεσαι για κάποιες εβδομάδες, νιώθω ότι δε νοιάζεσαι για τη σχέση μας» και κανείς δε θέλει να λέει στο/στη σύντροφο: «Όταν δεν με επαινείς για την προσπάθειά μου, νιώθω ότι δεν με προσέχεις καν». Το να εκφράζουμε τις ανάγκες μας είναι κάπως τρομακτικό.
Όταν εκφράζουμε τις ανάγκες μας, ουσιαστικά μοιραζόμαστε τις πιο ευάλωτες πλευρές του εαυτού μας και τελικά ανοίγουμε την πόρτα σε κάποιον και τον αφήνουμε να τις ικανοποιήσει ή όχι.
Αλλά αν δεν επικοινωνήσουμε τις ανάγκες μας εξαιτίας του φόβου της απόρριψης, τότε τι συμβαίνει; Παγιδευόμαστε σε μια φιλία, από την οποία δεν λαμβάνουμε την επικοινωνία που χρειαζόμαστε ή μένουμε σε μια σχέση με κάποιον, ο οποίος νιώθουμε ότι δεν μας δίνει τη δέουσα προσοχή.
Συνεπώς, δεν λαμβάνουμε ποτέ πλήρως την εκτίμηση και το σεβασμό που αξίζουμε, απλά επειδή δε δηλώνουμε την ανάγκη μας γι’ αυτά.
Το συμπέρασμα είναιΟποιαδήποτε σχέση, κατά την οποία και τα δύο μέρη δεν έχουν ανάγκες ή δεν τις εκφράζουν, δεν θα είναι ποτέ μια επιτυχημένη ή ευτυχισμένη σχέση. Ποτέ.
Χρειάζεται να επικοινωνούμε τις ανάγκες μας, έτσι ώστε οι άλλοι να γνωρίζουν τι χρειαζόμαστε εμείς από εκείνους. Χρειάζεται να εκφραζόμαστε, έτσι ώστε οι άλλοι να γνωρίζουν τα όριά μας και τα αδύναμα σημεία μας, πού χρειάζεται να προσέχουν περισσότερο και πότε να αγαπούν λίγο περισσότερο.
Πρέπει να επικοινωνούμε τις ανάγκες μας, ώστε να μπορούμε να λειτουργήσουμε επιτυχώς σε μια σχέση, για την οποία θέλουμε να παλέψουμε.
Οι ανάγκες μας είναι πτυχή της ανθρώπινης υπόστασής μας και είναι πλήρως και εντελώς αναπόφευκτες.
Το ότι τις αναγνωρίζουμε, σημαίνει ότι αναγνωρίζουμε αυτή μας την υπόσταση, την ιστορία και την επιθυμία μας να επιτύχουμε στη ζωή. Οι ανάγκες μας προέρχονται από έναν τόπο ολοκλήρωσης, από έναν τόπο αυτεπίγνωσης.
Από την άλλη πλευρά, το να είναι κανείς απαιτητικός σημαίνει ότι περιμένει και πιστεύει ότι οι πράξεις ενός άλλου ατόμου θα τον ολοκληρώσουν και ότι κάτι έξω από αυτόν, μια εξωτερική πηγή μπορεί μόνο να τον κάνει να νιώσει πλήρης.
Όταν κάποιος είναι συναισθηματικά απαιτητικός σημαίνει ότι όλη η βαρύτητα έχει δοθεί στους άλλους και μόνο εκείνοι μπορούν να αλλάξουν ριζικά την ψυχική (και όχι μόνο) κατάστασή του.
Το να εκφράζουμε τις ανάγκες μας είναι κάτι διαφορετικό. Σημαίνει ότι απλά μοιραζόμαστε με τους άλλους τι είναι αυτό που μας κάνει να νιώθουμε καλά και τι όχι και αφήνουμε το χώρο στον άλλο, αν είναι πρόθυμος ή ικανός, να ικανοποιήσει ή να συμμετέχει σε κάποια ανάγκη μας.
Αυτό που έχει περισσότερη σημασία τελικά, δεν είναι το αν οι άλλοι τελικά θα ικανοποιήσουν τις ανάγκες μας, αλλά το ότι με αυτό τον τρόπο, δημιουργούμε σχέσεις με ανθρώπους που είναι πρόθυμοι να ικανοποιήσουν τις ανάγκες μας, ώστε να μπορούμε να νιώθουμε την υγιή σχέση που αξίζουμε και την ανάγκη μας να υπάρξουμε ευτυχισμένοι.
Καθώς ζούσα με αυτή την άποψη, δημιουργούσα ξανά και ξανά φιλίες και σχέσεις, από τις οποίες ήμουν πλήρως δυσαρεστημένος και ανικανοποίητος.
Ακόμα και τώρα, κάποιες φορές, αυτή η άποψη επαναφέρεται στο νου μου, όλοι το σκεφτόμαστε αυτό σε ένα βαθμό. Κρατάμε κάποια πράγματα για τον εαυτό μας, ώστε να αποφύγουμε την απόρριψη ή τη δυσανασχέτηση.
Το καταλαβαίνω, όμως. Κανείς δεν νομίζω ότι θέλει να είναι ο φίλος που «γκρινιάζει» στον άλλο φίλο του: «Όταν εξαφανίζεσαι για κάποιες εβδομάδες, νιώθω ότι δε νοιάζεσαι για τη σχέση μας» και κανείς δε θέλει να λέει στο/στη σύντροφο: «Όταν δεν με επαινείς για την προσπάθειά μου, νιώθω ότι δεν με προσέχεις καν». Το να εκφράζουμε τις ανάγκες μας είναι κάπως τρομακτικό.
Όταν εκφράζουμε τις ανάγκες μας, ουσιαστικά μοιραζόμαστε τις πιο ευάλωτες πλευρές του εαυτού μας και τελικά ανοίγουμε την πόρτα σε κάποιον και τον αφήνουμε να τις ικανοποιήσει ή όχι.
Αλλά αν δεν επικοινωνήσουμε τις ανάγκες μας εξαιτίας του φόβου της απόρριψης, τότε τι συμβαίνει; Παγιδευόμαστε σε μια φιλία, από την οποία δεν λαμβάνουμε την επικοινωνία που χρειαζόμαστε ή μένουμε σε μια σχέση με κάποιον, ο οποίος νιώθουμε ότι δεν μας δίνει τη δέουσα προσοχή.
Συνεπώς, δεν λαμβάνουμε ποτέ πλήρως την εκτίμηση και το σεβασμό που αξίζουμε, απλά επειδή δε δηλώνουμε την ανάγκη μας γι’ αυτά.
Το συμπέρασμα είναιΟποιαδήποτε σχέση, κατά την οποία και τα δύο μέρη δεν έχουν ανάγκες ή δεν τις εκφράζουν, δεν θα είναι ποτέ μια επιτυχημένη ή ευτυχισμένη σχέση. Ποτέ.
Χρειάζεται να επικοινωνούμε τις ανάγκες μας, έτσι ώστε οι άλλοι να γνωρίζουν τι χρειαζόμαστε εμείς από εκείνους. Χρειάζεται να εκφραζόμαστε, έτσι ώστε οι άλλοι να γνωρίζουν τα όριά μας και τα αδύναμα σημεία μας, πού χρειάζεται να προσέχουν περισσότερο και πότε να αγαπούν λίγο περισσότερο.
Πρέπει να επικοινωνούμε τις ανάγκες μας, ώστε να μπορούμε να λειτουργήσουμε επιτυχώς σε μια σχέση, για την οποία θέλουμε να παλέψουμε.
Οι ανάγκες μας είναι πτυχή της ανθρώπινης υπόστασής μας και είναι πλήρως και εντελώς αναπόφευκτες.
Το ότι τις αναγνωρίζουμε, σημαίνει ότι αναγνωρίζουμε αυτή μας την υπόσταση, την ιστορία και την επιθυμία μας να επιτύχουμε στη ζωή. Οι ανάγκες μας προέρχονται από έναν τόπο ολοκλήρωσης, από έναν τόπο αυτεπίγνωσης.
Από την άλλη πλευρά, το να είναι κανείς απαιτητικός σημαίνει ότι περιμένει και πιστεύει ότι οι πράξεις ενός άλλου ατόμου θα τον ολοκληρώσουν και ότι κάτι έξω από αυτόν, μια εξωτερική πηγή μπορεί μόνο να τον κάνει να νιώσει πλήρης.
Όταν κάποιος είναι συναισθηματικά απαιτητικός σημαίνει ότι όλη η βαρύτητα έχει δοθεί στους άλλους και μόνο εκείνοι μπορούν να αλλάξουν ριζικά την ψυχική (και όχι μόνο) κατάστασή του.
Το να εκφράζουμε τις ανάγκες μας είναι κάτι διαφορετικό. Σημαίνει ότι απλά μοιραζόμαστε με τους άλλους τι είναι αυτό που μας κάνει να νιώθουμε καλά και τι όχι και αφήνουμε το χώρο στον άλλο, αν είναι πρόθυμος ή ικανός, να ικανοποιήσει ή να συμμετέχει σε κάποια ανάγκη μας.
Αυτό που έχει περισσότερη σημασία τελικά, δεν είναι το αν οι άλλοι τελικά θα ικανοποιήσουν τις ανάγκες μας, αλλά το ότι με αυτό τον τρόπο, δημιουργούμε σχέσεις με ανθρώπους που είναι πρόθυμοι να ικανοποιήσουν τις ανάγκες μας, ώστε να μπορούμε να νιώθουμε την υγιή σχέση που αξίζουμε και την ανάγκη μας να υπάρξουμε ευτυχισμένοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου