Η λέξη και το νόημα
Όταν στην αρχαία Ελλάδα μαινόταν ο Πελοποννησιακός πόλεμος -ο πιο φονικός και μοιραίος εμφύλιος πόλεμος των Ελλήνων-, έγραφε ο Θουκυδίδης στο Γ΄ βιβλίο του για την αναστροφή και διαστροφή που υπέστη η σημασία της λέξης ως τέτοιας:
«Και νόμισαν πως είχαν δικαίωμα ν’ αλλάξουν και τη συνηθισμένη αντιστοιχία των λέξεων προς τα πράγματα για να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους. Έτσι η αστόχαστη τόλμη πέρασε για ανδρεία, που κινείται από φιλία στους συντρόφους, ο δισταγμός από μέριμνα για το μέλλον δειλία που εμφανίζεται ως ευπρέπεια, η γνωστική μετριοπάθεια ως πρόσχημα ανανδρίας και η ικανότητα να βλέπει κανείς με σύνεση όλες τις πλευρές μιας κατάστασης, ανικανότητα δράσης σε όλα∙ τη βίαιη και οξεία αντίδραση την πρόσθεσαν στα προτερήματα του ανδρός, και την αποχή από επιβουλές εύλογη πρόφαση για αποφυγή κινδύνου».
Ως βλέπουμε, οι λέξεις χρησιμοποιούνται κατά το ήθος των ανθρώπων που διαχειρίζονται τα δημόσια πράγματα με τέτοια ιδιοτέλεια, αλαζονεία, ανημποριά, ώστε να χρειάζεται να αναστρέψουν τη σημασία των λέξεων.
Τι υποδηλώνει αυτό το παράδειγμα μεταλλαγής των λέξεων; Ότι οι λέξεις έχουν χάσει το αληθινό τους νόημα και έχουν υποστεί αδιανόητη για τον ανθρώπινο νου φθορά. Πότε συμβαίνει αυτό το φαινόμενο της φθοράς των λέξεων, της καταστροφής του λόγου, της διαστροφής της γλώσσας; Όταν μια κοινωνία βρίσκεται σε αποσύνθεση και η πολιτική έχει μετατραπεί σε διαφθορείο συνειδήσεων. Τότε απλώνεται η αχλύς της ασυνειδησίας από τους παροικούντες στην εξουσία και υποστασιοποιούνται βίαιες ιδεολογικές «ανακαλύψεις» για να συσκοτίσουν την αληθινή πραγματικότητα και με κυνικές υποσχέσεις να δεσμεύσουν τους ανθρώπους μέσα σε τόπους απατηλής ευφορίας. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργούνται ολόκληρα τάγματα εφόδου από οπαδούς και στελέχη κομμάτων, παρα-κομμάτων, συντεχνιών και μηχανισμών, τα οποία είναι ταγμένα να μεταποιούν τον λαό σε όχλο και να τον ψυχ-αγωγούν με ήχους, εικόνες, θεάματα μαζικής κουλτούρας. Σε αυτά τα αισχρά θεάματα ανήκει και εκείνο το πρωτάκουστο, η κάθε Μαρία Μανταλένα, να επιζητεί την υπουργοποίησή της και να λαμβάνει πολιτικές αποφάσεις για το «καλό» του λαού, αντί να τραγουδάει στα υπόγεια καπηλειά συν ανδρί και τέκνω.
Το ερώτημα που αναφύεται τώρα είναι: τι είναι η λέξη; Μήπως είναι η σκιά που σκιάζει το φώς; Μήπως είναι η πιο πάνω εκτεθείσα διαστροφή του λόγου και της σκέψης; Η λέξη είναι το υπαρκτικό μας Είναι. Και τούτο στις κοινωνικές και ιστορικές του υποδηλώσεις. Ακριβώς μέσα στον κύκλο αυτών των υποδηλώσεων η λέξη είναι το νόημά της. Σε συνάφεια με τούτο το Είναι της ο Χάιντεγκερ τη διακρίνει ρητά από τη φωνή. Η τελευταία, ως έναρθρη εκφορά ή ενότητα, γίνεται λέξη, εάν σημαίνει κάτι. Η λέξη, κατ’ αυτό το πνεύμα, είναι το νόημα του κόσμου και του εαυτού μας -τα όρια του κόσμου μου είναι τα όρια της γλώσσας μου, έλεγε ο Βιτγκενστάιν∙ είναι το δεικτικό σημαίνειν. Με βάση το τελευταίο τούτο, η φανέρωση του κόσμου εκδηλώνεται στις και με τις λέξεις. Επομένως, ανάλογα με το δεικτικό τους σημαίνειν, ο κόσμος είναι εκείνος ο σαθρός κόσμος που μας θύμισε πιο πάνω ο Θουκυδίδης ή ο κόσμος του ποιείν, έτσι όπως το κατανοεί ο Χάιντεγκερ: η ιστορική δημιουργία του ανθρώπου ως εκκάλυψη, μέσα στα έργα του, του νοήματος του Dasein του.
1. Ειδικά στην ως άνω περίπτωση, μια βήμα προς βήμα ανάγνωση του Θουκυδίδη, συν την αποδεδειγμένη του αντικειμενικότητα όχι μόνο στην ιστορική αφήγηση, αλλά και στην αξιολογική του πράξη, καθιστά πλήρως φανερό τούτο: το ορθό της συγκεκριμένης αξιολογικής κρίσης -που είναι συνάμα και ένα δείγμα έκ-θεσης των συμπτωμάτων της διεφθαρμένης πολιτικής εκείνη τη χρονική στιγμή- προκύπτει από τα ίδια τα γεγονότα. Η ιστορία δεν αμφισβητεί τη διαστροφή της γλώσσας από τους Αθηναίους πολιτικούς κατά την περίοδο του Πελοποννησιακού πολέμου. Και η ίδια η έλευση του συγκεκριμένου πολέμου από διαστροφές πολιτικών προκλήθηκε. Σημειωτέον ότι και ο ίδιος ο Περικλής φέρει σοβαρή ευθύνη για το ότι έφθασαν τα πράγματα στον πόλεμο και για το ότι μεταποιήθηκε η δημοκρατία των Αθηνών σε μονοκρατορία, κάτι που αντικειμενικά πλέον συνετέλεσε με μαθηματική ακρίβεια, ώστε να έλθουν, μετά τον Περικλή, όλοι οι διεφθαρμένοι στην εξουσία. Διαχρονικά ιδωμένο το τελευταίο τούτο -και στο παράδειγμα της Ελλάδας: η "δημοκρατική" μονοκρατορία "προοδευτικών" πολιτικών δυνάμεων θεμελιώνει και διασπείρει τη διαφθορά και δη τη διαφθορά συνειδήσεων, λόγω της ως άνω γλωσσικής παραφοράς. Η συντήρηση απλώς συντηρεί την εκάστοτε διαφθορά, γιατί είναι συντήρηση.
2. Η αναφορά μου στον Χάιντεγκερ δεν επιδιώκει να συμπληρώσει τον Θουκυδίδη παρά φέρνει σε γλώσσα ως θετικό πρόσημο της σκέψης του σύγχρονου ανθρώπου που είναι κυριολεκτικά περικυκλωμένος από την παρακμή των πάντων το εν λόγω ποιείν, το οποίο δεν είναι υποχρεωτικά τέκνο της θεμελιώδους οντολογίας.
3.Το συγκεκριμένο αντιμετωπίζεται πάντοτε συγκεκριμένα: η συνείδηση γίνεται και δεν είναι μόνο. Ωστόσο συνείδηση σημαίνει το συνειδητό-είναι του ανθρώπου σε σχέση με αυτό που ο τελευταίος ακόμα δεν είναι. Άρα εμπεριέχει κάτι από το οποίο ξεκινάμε για να φτάσουμε σε νέους κόσμους. Τα πιο πάνω σχόλια π.χ. αμφοτέρων μας είναι δείγμα υπάρχουσας και όχι υποχρεωτικά προϋπάρχουσας συνείδησης, άρα τόπος για να κρίνουμε τα επόμενα.
4. Όχι μόνο στον Θουκυδίδη, αλλά και σε όλους μας δεν υπάρχει παραδοσιακή και μη-παραδοσιακή αξιολόγηση, υπάρχει σκέψη επί τινος ή ολική ασκεψία. Εν προκειμένω όμως στον Θουκυδίδη υπάρχει μια στιγμή του ιστορικού Είναι που κατονομάζεται ως τέτοιο ή τέτοιο κοινωνικά και πολιτικά, εντός της δυναμικής της πολιτικής σκέψης. Αυτή την κατονομασία το ένα ή το άλλο υποκείμενο μπορεί να την χαρακτηρίζει ως αξιολογική κρίση, όμως το ορισμένο γεγονός, εδώ ο εκφυλισμός και η διαστροφή των νοημάτων και σημασιών των λέξεων, είναι, και τότε και τώρα. Τι σημαίνει είναι; πως έχει εισδύσει στο γίγνεσθαι ως Είναι, επομένως υπερβαίνει το απλώς ορθό και γίνεται αποκαλυπτικό του νοήματος του Είναι ως Dasein. Με αυτή την έννοια γλυτώνει το Είναι από τον οποιοδήποτε θεμελιωτισμό, εκτός από έναν:ότι είναι.
Όταν στην αρχαία Ελλάδα μαινόταν ο Πελοποννησιακός πόλεμος -ο πιο φονικός και μοιραίος εμφύλιος πόλεμος των Ελλήνων-, έγραφε ο Θουκυδίδης στο Γ΄ βιβλίο του για την αναστροφή και διαστροφή που υπέστη η σημασία της λέξης ως τέτοιας:
«Και νόμισαν πως είχαν δικαίωμα ν’ αλλάξουν και τη συνηθισμένη αντιστοιχία των λέξεων προς τα πράγματα για να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους. Έτσι η αστόχαστη τόλμη πέρασε για ανδρεία, που κινείται από φιλία στους συντρόφους, ο δισταγμός από μέριμνα για το μέλλον δειλία που εμφανίζεται ως ευπρέπεια, η γνωστική μετριοπάθεια ως πρόσχημα ανανδρίας και η ικανότητα να βλέπει κανείς με σύνεση όλες τις πλευρές μιας κατάστασης, ανικανότητα δράσης σε όλα∙ τη βίαιη και οξεία αντίδραση την πρόσθεσαν στα προτερήματα του ανδρός, και την αποχή από επιβουλές εύλογη πρόφαση για αποφυγή κινδύνου».
Ως βλέπουμε, οι λέξεις χρησιμοποιούνται κατά το ήθος των ανθρώπων που διαχειρίζονται τα δημόσια πράγματα με τέτοια ιδιοτέλεια, αλαζονεία, ανημποριά, ώστε να χρειάζεται να αναστρέψουν τη σημασία των λέξεων.
Τι υποδηλώνει αυτό το παράδειγμα μεταλλαγής των λέξεων; Ότι οι λέξεις έχουν χάσει το αληθινό τους νόημα και έχουν υποστεί αδιανόητη για τον ανθρώπινο νου φθορά. Πότε συμβαίνει αυτό το φαινόμενο της φθοράς των λέξεων, της καταστροφής του λόγου, της διαστροφής της γλώσσας; Όταν μια κοινωνία βρίσκεται σε αποσύνθεση και η πολιτική έχει μετατραπεί σε διαφθορείο συνειδήσεων. Τότε απλώνεται η αχλύς της ασυνειδησίας από τους παροικούντες στην εξουσία και υποστασιοποιούνται βίαιες ιδεολογικές «ανακαλύψεις» για να συσκοτίσουν την αληθινή πραγματικότητα και με κυνικές υποσχέσεις να δεσμεύσουν τους ανθρώπους μέσα σε τόπους απατηλής ευφορίας. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργούνται ολόκληρα τάγματα εφόδου από οπαδούς και στελέχη κομμάτων, παρα-κομμάτων, συντεχνιών και μηχανισμών, τα οποία είναι ταγμένα να μεταποιούν τον λαό σε όχλο και να τον ψυχ-αγωγούν με ήχους, εικόνες, θεάματα μαζικής κουλτούρας. Σε αυτά τα αισχρά θεάματα ανήκει και εκείνο το πρωτάκουστο, η κάθε Μαρία Μανταλένα, να επιζητεί την υπουργοποίησή της και να λαμβάνει πολιτικές αποφάσεις για το «καλό» του λαού, αντί να τραγουδάει στα υπόγεια καπηλειά συν ανδρί και τέκνω.
Το ερώτημα που αναφύεται τώρα είναι: τι είναι η λέξη; Μήπως είναι η σκιά που σκιάζει το φώς; Μήπως είναι η πιο πάνω εκτεθείσα διαστροφή του λόγου και της σκέψης; Η λέξη είναι το υπαρκτικό μας Είναι. Και τούτο στις κοινωνικές και ιστορικές του υποδηλώσεις. Ακριβώς μέσα στον κύκλο αυτών των υποδηλώσεων η λέξη είναι το νόημά της. Σε συνάφεια με τούτο το Είναι της ο Χάιντεγκερ τη διακρίνει ρητά από τη φωνή. Η τελευταία, ως έναρθρη εκφορά ή ενότητα, γίνεται λέξη, εάν σημαίνει κάτι. Η λέξη, κατ’ αυτό το πνεύμα, είναι το νόημα του κόσμου και του εαυτού μας -τα όρια του κόσμου μου είναι τα όρια της γλώσσας μου, έλεγε ο Βιτγκενστάιν∙ είναι το δεικτικό σημαίνειν. Με βάση το τελευταίο τούτο, η φανέρωση του κόσμου εκδηλώνεται στις και με τις λέξεις. Επομένως, ανάλογα με το δεικτικό τους σημαίνειν, ο κόσμος είναι εκείνος ο σαθρός κόσμος που μας θύμισε πιο πάνω ο Θουκυδίδης ή ο κόσμος του ποιείν, έτσι όπως το κατανοεί ο Χάιντεγκερ: η ιστορική δημιουργία του ανθρώπου ως εκκάλυψη, μέσα στα έργα του, του νοήματος του Dasein του.
1. Ειδικά στην ως άνω περίπτωση, μια βήμα προς βήμα ανάγνωση του Θουκυδίδη, συν την αποδεδειγμένη του αντικειμενικότητα όχι μόνο στην ιστορική αφήγηση, αλλά και στην αξιολογική του πράξη, καθιστά πλήρως φανερό τούτο: το ορθό της συγκεκριμένης αξιολογικής κρίσης -που είναι συνάμα και ένα δείγμα έκ-θεσης των συμπτωμάτων της διεφθαρμένης πολιτικής εκείνη τη χρονική στιγμή- προκύπτει από τα ίδια τα γεγονότα. Η ιστορία δεν αμφισβητεί τη διαστροφή της γλώσσας από τους Αθηναίους πολιτικούς κατά την περίοδο του Πελοποννησιακού πολέμου. Και η ίδια η έλευση του συγκεκριμένου πολέμου από διαστροφές πολιτικών προκλήθηκε. Σημειωτέον ότι και ο ίδιος ο Περικλής φέρει σοβαρή ευθύνη για το ότι έφθασαν τα πράγματα στον πόλεμο και για το ότι μεταποιήθηκε η δημοκρατία των Αθηνών σε μονοκρατορία, κάτι που αντικειμενικά πλέον συνετέλεσε με μαθηματική ακρίβεια, ώστε να έλθουν, μετά τον Περικλή, όλοι οι διεφθαρμένοι στην εξουσία. Διαχρονικά ιδωμένο το τελευταίο τούτο -και στο παράδειγμα της Ελλάδας: η "δημοκρατική" μονοκρατορία "προοδευτικών" πολιτικών δυνάμεων θεμελιώνει και διασπείρει τη διαφθορά και δη τη διαφθορά συνειδήσεων, λόγω της ως άνω γλωσσικής παραφοράς. Η συντήρηση απλώς συντηρεί την εκάστοτε διαφθορά, γιατί είναι συντήρηση.
2. Η αναφορά μου στον Χάιντεγκερ δεν επιδιώκει να συμπληρώσει τον Θουκυδίδη παρά φέρνει σε γλώσσα ως θετικό πρόσημο της σκέψης του σύγχρονου ανθρώπου που είναι κυριολεκτικά περικυκλωμένος από την παρακμή των πάντων το εν λόγω ποιείν, το οποίο δεν είναι υποχρεωτικά τέκνο της θεμελιώδους οντολογίας.
3.Το συγκεκριμένο αντιμετωπίζεται πάντοτε συγκεκριμένα: η συνείδηση γίνεται και δεν είναι μόνο. Ωστόσο συνείδηση σημαίνει το συνειδητό-είναι του ανθρώπου σε σχέση με αυτό που ο τελευταίος ακόμα δεν είναι. Άρα εμπεριέχει κάτι από το οποίο ξεκινάμε για να φτάσουμε σε νέους κόσμους. Τα πιο πάνω σχόλια π.χ. αμφοτέρων μας είναι δείγμα υπάρχουσας και όχι υποχρεωτικά προϋπάρχουσας συνείδησης, άρα τόπος για να κρίνουμε τα επόμενα.
4. Όχι μόνο στον Θουκυδίδη, αλλά και σε όλους μας δεν υπάρχει παραδοσιακή και μη-παραδοσιακή αξιολόγηση, υπάρχει σκέψη επί τινος ή ολική ασκεψία. Εν προκειμένω όμως στον Θουκυδίδη υπάρχει μια στιγμή του ιστορικού Είναι που κατονομάζεται ως τέτοιο ή τέτοιο κοινωνικά και πολιτικά, εντός της δυναμικής της πολιτικής σκέψης. Αυτή την κατονομασία το ένα ή το άλλο υποκείμενο μπορεί να την χαρακτηρίζει ως αξιολογική κρίση, όμως το ορισμένο γεγονός, εδώ ο εκφυλισμός και η διαστροφή των νοημάτων και σημασιών των λέξεων, είναι, και τότε και τώρα. Τι σημαίνει είναι; πως έχει εισδύσει στο γίγνεσθαι ως Είναι, επομένως υπερβαίνει το απλώς ορθό και γίνεται αποκαλυπτικό του νοήματος του Είναι ως Dasein. Με αυτή την έννοια γλυτώνει το Είναι από τον οποιοδήποτε θεμελιωτισμό, εκτός από έναν:ότι είναι.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου