Το ότι η διπλωματία είναι μια τέχνη που έχει ξεχαστεί, φαίνεται από την αδυναμία των σύγχρονων ηγετών να έρθουν σε συνεννόηση μεταξύ τους, επιλέγοντας την οδό της ανώφελης σύγκρουσης από την οδό της συνεργασίας.
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ είναι η πρακτική της διεξαγωγής διαπραγματεύσεων όχι μόνο μεταξύ εκπροσώπων ομάδων ή κρατών, αλλά και μεταξύ ατόμων. Θέλοντας να δώσουμε ένα σύντομο ορισμό, θα λέγαμε ότι διπλωματία είναι η ευγενής τέχνη μέσω της οποίας πετυχαίνεις αυτό που θέλεις με την πειθώ του λόγου, χωρίς να χρειαστεί να καταφύγεις στο ψεύδος, την υποκρισία, την επιβολή κυρώσεων, την αντιπαλότητα και τον πόλεμο.
Αυτό είναι πράγματι δύσκολο, γι’ αυτό και οι πολλοί, με τον ίδιο τρόπο που ερμηνεύουν την συμπεριφορά του ευγενούς ανθρώπου ως υποχωρητικότητα και αδυναμία, ταυτίζουν λανθασμένα τη διπλωματία με την υποκριτική συμπεριφορά.
Όμως, η διπλόη, η απάτη, δεν έχει καμία σχέση με τη διπλωματική συμπεριφορά. Διπλόη (απ’ όπου και η λέξη δολοπλόκος) αποκαλούσαν οι αρχαίοι Έλληνες αυτό που εξωτερικά εμφανίζεται ως αρετή, εσωτερικά όμως βρίθει κακίας. Στις προσωπικές σχέσεις, πολλοί υποκρίνονται ότι είναι φίλοι σου στα φανερά, κρυφά όμως ψάχνουν την ευκαιρία να σε εκμεταλλευτούν και να σου σκάψουν το λάκκο.
Μια τέτοια στάση είναι πράγματι απεχθής, γιατί όπως λέει ο Όμηρος:
Δεν μου αρέσει ο άνθρωπος που άλλα λέει,και άλλα έχει στο μυαλό του.
Σε αντίθεση με την διπλόη, η διπλωματία είναι μια από τις ευγενείς τέχνες και συγκεκριμένα είναι «φιλοσοφική ρητορική». Αυτός είναι και ο λόγος που σήμερα ξεχάστηκε, ή μάλλον υποβιβάστηκε σε θεραπαινίδα της πολιτικής. Είναι δε τέτοιος ο ξεπεσμός της ώστε ο όρος έφτασε να καλύπτει τις διπλωματικές υπηρεσίες, τις προξενικές αρχές και τους υπαλλήλους του υπουργείου εξωτερικών, δηλαδή ανθρώπους που δεν ελάχιστη σχέση έχουν με τη διπλωματία.
Η ανυπαρξία διπλωματίας είναι εξόχως φανερή στον τομέα των διεθνών σχέσεων, όπου επικρατεί η με θρησκευτικό μπόλιασμα νοοτροπία του «καλού» και του «κακού». Τα ισχυρότερα κράτη προσπαθούν να επιβάλουν τη θέλησή τους πάνω στα ασθενέστερα κι όταν δεν το πετυχαίνουν επιβάλλουν κυρώσεις. Έτσι, έχουμε π.χ. κυρώσεις κατά της Ρωσίας, κατά του Ιράν, κατά της Βόρειας Κορέας – στάση που οδηγεί σε έναν διχασμένο κόσμο, παίζοντας το μέλλον του πλανήτη στα ζάρια. Και πολλά προβλήματα, όπως π.χ. το Κυπριακό, παραμένουν άλυτα.
Αυτή λοιπόν την ξεχασμένη τέχνη, που σου επιτρέπει να επιβιώνεις σε δύσκολους καιρούς, θα προσπαθήσουμε να την αναστήσουμε μέσα από μερικά παραδείγματα, σε αυτή τη σύντομη μελέτη.
Βασικό στοιχείο ο ελιγμός
Το πρώτο παράδειγμα το αντλούμε από τα ρωμαϊκά χρόνια. Ο Φαβωρίνος ήταν φιλόσοφος και ρήτορας του 2ου αι. μ.Χ. από τη Γαλατία. Για ένα διάστημα εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα, όπου μαθήτευσε κοντά στον Δίωνα τον Χρυσόστομο και συνδέθηκε με τον Πλούταρχο και τον Ηρώδη τον Αττικό. Όταν πήγε στη Ρώμη, ήρθε σε μετωπική σύγκρουση με τον αυτοκράτορα Αδριανό, διακινδυνεύοντας έτσι τη ζωή του. Όμως δεν έπαθε τίποτα. Αυτό που τον έσωσε ήταν η διπλωματία.
Ο λόγος της σύγκρουσης ήταν ο εξής. Όπως όριζε τότε ο νόμος για όσους κατείχαν υψηλές θέσεις, ο Φαβωρίνος, ο οποίος είχε το αξίωμα του αρχιερέα, όφειλε να οργανώσει με δικά του έξοδα όλες τις θρησκευτικές γιορτές και αγώνες της περιοχής που ήταν στη δικαιοδοσία του – ένας θεσμός γνωστός ως λειτουργία. Επειδή το κόστος ήταν μεγάλο, ο Φαβωρίνος, για ν’ αποφύγει τη δαπάνη, επικαλέστηκε έναν νόμο που έλεγε πως απαλλάσσονται από κάθε χορηγία όσοι είναι φιλόσοφοι.
Η υπόθεση έφτιασε στ’ αυτιά του Αδριανού που διέταξε να γίνει η δίκη μπροστά του. Τη μέρα της δίκης, ο Φαβωρίνος, βλέποντας ότι ο αυτοκράτορας σχεδίαζε να ψηφίσει εναντίον του, επειδή δεν τον θεωρούσε φιλόσοφο, τον πρόλαβε με τον ακόλουθο τρόπο: «Είδα, βασιλιά, ένα όνειρο», είπε, «που πρέπει να σου το πω. Παρουσιάστηκε μπροστά μου ο δάσκαλός μου ο Δίων και με συμβούλευσε γι’ αυτή τη δίκη, λέγοντας πως δεν έχουμε γεννηθεί μόνο για τον εαυτό μας αλλά και για την πατρίδα μας. Γι’ αυτό λοιπόν, βασιλιά, αποδέχομαι τα έξοδα της λειτουργίας, υπακούοντας στον δάσκαλό μου».
Ο Αδριανός, αν και ήταν θυμωμένος, του φέρθηκε σαν ίσος προς ίσο, κι ενώ είχε τη δυνατότητα να τον καταδικάσει σε θάνατο για άρνηση καθήκοντος, όχι μόνο του χάρισε τη ζωή, αλλά τον απάλλαξε κι από την υποχρέωση της λειτουργίας, εκτιμώντας τον εύστροφο ελιγμό του.
Γι’ αυτό και ο Φαβωρίνος ανέφερε μετά, υπό μορφή χρησμού, το ότι ήταν παράδοξο που εξακολουθούσε να ζει, ενώ ήρθε σε σύγκρουση με τον βασιλιά.
Ο έξυπνος άνθρωπος
Στην αρχαιότητα, η τέχνη της διπλωματίας ήταν γνωστή όχι μόνο στους πρεσβευτές αλλά και στους στρατηγούς. Στο βιβλίο του “Η τέχνη του πολέμου”, ο Σουν Τσου (Sun Zu) αναφέρεται στα καταστροφικά αποτελέσματα της οργής:
«Ο στρατηγός, που είναι ανίκανος να ελέγξει το θυμό του, θα στείλει τους άνδρες του στην έφοδο σαν πλήθος από μυρμήγκια, με αποτέλεσμα το ένα τρίτο απ’ αυτούς να σκοτωθούν…»
Και παρακάτω:
«Ο επιδέξιος ηγέτης υποτάσσει τα τμήματα του εχθρού χωρίς να δώσει καμία μάχη».
Ο Κινέζος στρατηγός Σουν Τσου έζησε στα τέλη του 6ου με αρχές του 5ου αι. π.Χ. Αν και παλιό, το έργο του “Η τέχνη του πολέμου” παραμένει επίκαιρο μέχρι σήμερα. Ο κεντρικός πυρήνας των ιδεών του συνοψίζεται στο ότι καταρχήν πρέπει να αποφεύγεται ο πόλεμος και να επιδιώκεται η επιτυχία του σκοπού του πολέμου χωρίς σύγκρουση – κάτι που είδαμε να πετυχαίνει η Ρωσία στην υπόθεση της Κριμαίας.
Το βιβλίο, γραμμένο με τη μορφή των αφορισμών, αποτελείται από 13 σύντομα κεφάλαια. Στο 4ο κεφάλαιο διαβάζουμε:
Παράγρ. 11. «Οι αρχαίοι αποκαλούσαν έξυπνο μαχητή εκείνον ο οποίος όχι απλώς νικάει, αλλά εκείνον που διακρίνεται γιατί νικάει με ευκολία».
Παράγρ. 13: «Στις μάχες νικάει εκείνος που δεν κάνει λάθη».
Παράγρ. 15. «Στον πόλεμο, ο νικηφόρος στρατηγός επιδιώκει τη μάχη αφού πρώτα έχει εξασφαλίσει τη νίκη, ενώ εκείνος που πρώτα μάχεται και μετά επιδιώκει τη νίκη είναι καταδικασμένος να ηττηθεί».
Πόλεμος χωρίς όπλα
Επεκτείνοντας τον αρχικό ορισμό, μπορούμε να πούμε ότι διπλωματία είναι η τέχνη να νικάς χωρίς όπλα. Δεν είναι η τέχνη του ειρηνοποιού, διότι τότε θα τη γνώριζαν και στον ΟΗΕ.
Όπως ο ευφυής στρατηγός γνωρίζει την τέχνη του πολέμου και δεν υποχωρεί φοβούμενος τη σύγκρουση, ο διπλωμάτης προσβλέπει στη νίκη χωρίς να χρειαστεί να καταφύγει στην απειλή των όπλων ή επιβολής κυρώσεων.
Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί η στάση της Ελβετίας απέναντι στην κατηγορία των Αμερικανών ότι οι ελβετικές τράπεζες βοηθούν πολίτες των ΗΠΑ να φοροδιαφεύγουν.
Με επίσημο διάβημα προς τις ελβετικές αρχές, οι ΗΠΑ ζήτησαν τα ονόματα όλων των Αμερικανών πολιτών που έχουν αφορολόγητες καταθέσεις σε ελβετικές τράπεζες. Αν οι Ελβετοί δεν αποκάλυπταν τα ονόματα, η αμερικανική κυβέρνηση σκόπευε να επιβάλει στις ελβετικές τράπεζες που δραστηριοποιούνταν στο έδαφός της βαριά πρόστιμα και ποινικές διώξεις με την κατηγορία της παροχής βοήθειας στους Αμερικανούς πελάτες τους για να αποφύγουν την καταβολή φόρων.
Η απαίτηση των αμερικανικών αρχών συνοδευόταν από τη δήλωση: «Είμαστε οι ΗΠΑ και έχουμε δικαιοδοσία διεθνώς!» Ζητούσαν μάλιστα από την ελβετική κυβέρνηση να υπογράψει μια «ομολογία ενοχής»!
Οι Ελβετοί διαμήνυσαν στους Αμερικανούς πως δεν ήταν υποχρεωμένοι να υπακούσουν στην εντολή κάποιου αμερικανικού δικαστηρίου, αλλά σε ένδειξη καλής θέλησης ήταν πρόθυμοι να συνεργαστούν με τις αμερικανικές αρχές στη βάση της ισοτιμίας: «Η Ελβετία έχει δεσμευθεί να διασφαλίσει με τις αρχές των ΗΠΑ μια δίκαιη και ισορροπημένη διαδικασία ευθυγραμμισμένη με την αρχή της αναλογικότητας, προκειμένου να αποφευχθεί οι ελβετικές τράπεζες να τύχουν χειρότερης μεταχείρισης από άλλες τράπεζες, στο πλαίσιο των προσπαθειών εντοπισμού χρημάτων που είναι κρυμμένα σε υπεράκτιους τραπεζικούς λογαριασμούς».
Με άλλα λόγια, οι Ελβετοί αρνήθηκαν να ανοίξουν τους λογαριασμούς, χωρίς όμως να το κάνουν ευθέως, αλλά επικαλούμενοι τη «δίκαιη και ισορροπημένη διαδικασία ευθυγραμμισμένη με την αρχή της αναλογικότητας». Ο νοών νοείτω. Ύστερα από αυτό, το αμερικανικό αίτημα αποσύρθηκε.
Οι Ελβετοί πέτυχαν αυτό που ήθελαν, χωρίς ούτε να αρνηθούν να ανοίξουν τους λογαριασμούς ούτε να δεχτούν να τους ανοίξουν. Και αυτό απέναντι σε μια υπερδύναμη.
Άξονας και τροχός
Οι έριδες συνήθως ανακύπτουν επειδή η κάθε πλευρά πιστεύει ότι έχει το δίκιο με το μέρος της. Το δίκιο όμως δεν αποτελεί μονοπώλιο κάποιου κράτους, ομάδας ή ατόμου, όπως άλλωστε συμβαίνει με όλες τις καθολικές έννοιες.
Ο διπλωματικός άνθρωπος βλέπει τη γενικότερη εικόνα και δεν στέκεται στο ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο, διότι συνήθως το δίκιο και το άδικο είναι ισομοιρασμένα. Έτσι, υποστηρίζει μεν τις θέσεις και τις απόψεις του, αλλά δεν οδηγεί τα πράγματα στα άκρα. Διότι όταν κάποιος παίρνει ακραίες θέσεις, τα πράγματα οδηγούνται στη ρήξη, στη σύγκρουση, στον πόλεμο. Όποιος κι αν νικήσει, η νίκη του θα είναι πύρρειος.
Ο διπλωμάτης, επομένως, είναι ένας χειριστής καταστάσεων, ένας διαπραγματευτής που τον διακρίνει η πλαστικότητα και ο ελιγμός, καθώς δεν στέκεται υπερασπιζόμενος μια θέση, αλλά βλέπει τη συνολική εικόνα και ζει τα πράγματα κι από τις δύο πλευρές.
Μπορούμε να κατανοήσουμε τη θέση του από το παράδειγμα του άξονα και του τροχού. Η στεφάνη του τροχού είναι αυτή που δέχεται σε όλα τα σημεία της περιμέτρου το βάρος και την τριβή, υφίσταται δηλαδή μεγάλη καταπόνηση, ενώ αντίθετα ο άξονας δεν υφίσταται τέτοιες πιέσεις. Ο διπλωμάτης είναι κάποιος που στέκεται στο κέντρο, δηλαδή στον άξονα του τροχού και όχι σε κάποιο από τα πολλά σημεία της περιφέρειάς του. Αυτός που βρίσκεται στο κέντρο έχει την ορατότητα όλων των σημείων του τροχού, ενώ εκείνος που βρίσκεται σε κάποιο σημείο της στεφάνης έχει ορατότητα μόνο του σημείου στο οποίο στέκεται και όχι όλου του τροχού. Αυτή είναι σαφώς μια μειονεκτική θέση. Αυτός όμως που βρίσκεται στο κέντρο, στον άξονα περιστροφής, μπορεί και βλέπει ολόκληρο τον τροχό, στρέφοντας κάθε φορά τη ματιά του προς την επιθυμητή κατεύθυνση. Έτσι, έχει την ορατότητα όλων των τμημάτων της περιφέρειας του τροχού, χωρίς να καταβάλει προσπάθεια. Από την κεντρική αυτή θέση μπορεί να μεταβαίνει άμεσα σε οποιοδήποτε σημείο του τροχού παραστεί ανάγκη, κάτι που δεν μπορεί να κάνει όποιος βρίσκεται στην περιφέρεια, καθώς δεν έχει καθολική ορατότητα.
Αυτή η θέση ονομάζεται «θέση του Παρατηρητή», και περιγράφεται πιο κάτω.
Αυτός είναι ο διπλωμάτης. Το αντίθετο είναι ο Ηγεμόνας, όπως περιγράφεται από τον Μακιαβέλι στο ομώνυμο βιβλίο του.
Το παράδειγμα του Ιουλίου Καίσαρα
Μέγιστος διπλωμάτης ήταν ο Ιούλιος Καίσαρας, ο οποίος με την πλαστικότητα που διέθετε, μπορούσε άλλοτε να υπερασπίζεται με φοβερή επιμονή εκείνο που τον εξυπηρετούσε, και άλλοτε να υποχωρεί και να απαρνείται αυτό που αρχικά ήθελε.
Για παράδειγμα, επιστρέφοντας νικητής από έναν πόλεμο, έπρεπε να τελέσει θρίαμβο, κάτι που θα αύξανε το λαϊκό έρεισμα που είχε και θα του έδινε μεγαλύτερη δύναμη και εξουσία. Έτυχε όμως την ίδια περίοδο να γίνονται οι εκλογές για το υπατικό αξίωμα για το οποίο ο Καίσαρας είχε θέσει υποψηφιότητα. Σύμφωνα με το νόμο, δικαίωμα να θέσει υποψηφιότητα είχε μόνο εκείνος που έμπαινε στην Ρώμη ως ιδιώτης και όχι ως στρατηγός. Ο Καίσαρας λοιπόν απαρνήθηκε τις θριαμβικές δάφνες, για να μην χάσει το δικαίωμα να είναι υποψήφιος για την υπατεία.
Μια άλλη φορά, προκειμένου να εκλεγεί δήμαρχος, ο Καίσαρας δεν δίστασε να απαρνηθεί την τάξη των πατρικίων στην οποία ανήκε, και να γραφτεί στα δημοτολόγια της τάξης των πληβείων, επειδή δικαίωμα στο δημαρχιακό αξίωμα είχαν μόνο όσοι προέρχονταν από την τάξη αυτή.
Εκεί όμως που έδειξε καθαρά τις διπλωματικές αρετές του, ήταν στην Αφρική όταν έπρεπε να αντιμετωπίσει τον Ιούβα, τον βασιλιά της Νουμιδίας, ο οποίος ερχόταν κατά πάνω του με πολυάριθμο στράτευμα Μαυριτανών.
Οι στρατιώτες του Καίσαρα, που ήταν λίγοι, άρχισαν να τρομοκρατούνται από τις φήμες που κυκλοφορούσαν για την αριθμητική υπεροχή των εχθρών και σκέπτονταν είτε να λιποτακτήσουν είτε να παραδοθούν για να αποφύγουν τον όλεθρο. Ο Καίσαρας τότε κατέφυγε σε έναν πρωτοφανή ελιγμό.
Τις παραμονές της άφιξης του Ιούβα, παρουσιάστηκε στο στράτευμα και τους μίλησε, όχι αρνούμενος τις φήμες ή προσπαθώντας να μειώσει τη σημασία τους, αλλά αντίθετα υπερβάλλοντας και παρουσιάζοντας, ακόμη και με ψέματα, πιο σοβαρό τον κίνδυνο απ’ όσο πραγματικά ήταν.
Συγκεκριμένα τους είπε: «Μάθετε ότι σε λίγο θα καταφθάσει εδώ ο βασιλιάς με δέκα λεγεώνες [ο Καίσαρας είχε μόνο δύο], τριάντα χιλιάδες ιππείς [ο Καίσαρας είναι μόνο 1.500], εκατό χιλιάδες ελαφρά οπλισμένους και τριακόσιους ελέφαντες. Γι’ αυτό ας σταματήσουν επιτέλους κάποιοι από εσάς να κάνουν συνεχώς ερωτήσεις και να παρασύρονται από τις φήμες, κι ας πιστέψουν εμένα, που είμαι καλά πληροφορημένος. Ειδάλλως θα διατάξω να τους επιβιβάσουν σε ένα πολεμικό πλοίο κι ας τους πάει εκείνο όπου τους βγάλει ο άνεμος».
Όχι μόνο δεν έφυγε κανείς, αλλά αντίθετα οι στρατιώτες συνήλθαν, γέμισαν με θάρρος και φυσικά νίκησαν.
Ο πυρήνας της διπλωματίας
Εφόσον σε μεγάλο βαθμό τα εξωτερικά πράγματα διαμορφώνονται από την τύχη και τις περιστάσεις, μένει να βρούμε το σταθερό σημείο στο οποίο πατά και στέκεται ο διπλωμάτης, αντλώντας διαύγεια και δύναμη.
Αυτό το σημείο το αποκαλέσαμε πιο πάνω «θέση του Παρατηρητή» (όχι παρατηρητή του ΟΗΕ).
Τα πλεονεκτήματα της διπλωματικότητας είναι προφανή: αποφυγή άσκοπων συγκρούσεων, αποφυγή άσκοπων επιθέσεων και υποχωρήσεων, οικονομία χρόνου και αποτελεσματικότητα, δηλαδή επίτευξη του σκοπού χωρίς εξόντωση του αντιπάλου, όπως συνηθίζουν σήμερα τα δυτικά κράτη (βλ. Αραβική Άνοιξη). Από τη σκοπιά αυτή, η διπλωματία είναι αρετή και ως αρετή αποτελεί, όπως είπαμε, πνευματική ατραπό.
Σε αντίθεση με την ρήξη και τον πόλεμο, η διπλωματία επιδιώκει το καλό, το καλό στηρίζεται στην αλήθεια και η αλήθεια υπάρχει μόνο στον βαθύτερο εαυτό.
Ο διπλωμάτης που το γνωρίζει αυτό δεν φέρεται εγωιστικά, γιατί το εγώ είναι χρήσιμο εργαλείο δεν είναι όμως σοφό.
Το εγώ είναι ένα δεκανίκι χρήσιμο για την επιβίωση, είναι όμως ζώο τυφλό. Στις δύσκολες καταστάσεις τα χάνει, πανικοβάλλεται και περιπίπτει σε σύγχυση και εκνευρισμό, αδυνατώντας να σκεφτεί ψύχραιμα. Και όπως λέει ο Αισχύλος:
κανένας σωστά δεν στοχάζεται,
όταν έχει μυαλό φλογισμένο.
Ο διπλωμάτης που τα γνωρίζει αυτά δεν φέρεται εγωιστικά, γιατί το εγώ είναι περιορισμένο και ασταθές. Περιορισμένο γιατί προβάλλει τη γνώμη που έχουμε ασπαστεί αβασάνιστα, γνώμη που δεν είναι δική μας αλλά την έχουμε υιοθετήσει αντιγράφοντας άλλους∙ αδυνατεί επομένως να συλλάβει την ουσία των πραγμάτων∙ και ασταθές επειδή αντιδρά ανάλογα με την επίδραση που έχουν πάνω του οι εξωτερικές συνθήκες, οι οποίες αλλάζουν και μεταβάλλονται συνεχώς. Έτσι, το εγώ είναι το αντίθετο του αληθινού εαυτού.
Ο διπλωματικός άνθρωπος είναι περισσότερο καλός ακροατής και λιγότερο καλός ομιλητής. Δεν αντιδρά παρορμητικά, αλλά στέκεται εν σιωπή, επιτρέποντας έτσι μέσα του την ανάδυση του Παρατηρητή. Προσπερνάει και δεν στέκεται στα εξωτερικά φαινόμενα, επειδή, όπως είπαμε αυτά αλλάζουν συνεχώς και μεταβάλλονται και μας παρασύρουν σε ψευδή πορίσματα και πλάνες. Σαν δεύτερο βήμα, σταματάει να ακούει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του, επειδή είναι παράγωγα του εγώ. Μένει ακίνητος (στα αγγλικά θα το αποδίδαμε με τη φράση “be still”), όπως ακίνητος παραμένει ο νοητός άξονας περιστροφής του τροχού∙ έτσι δεν παρασύρεται από τις ταραγμένες σκέψεις, τα συναισθήματα και τα πάθη που πυροδοτεί μια κρίση. Όταν το πετύχει αυτό, επικρατεί μια εσωτερική ησυχία, μια σιωπή. Σε αυτή την κατάσταση, έρχεται σε επαφή με τον πυρήνα του εαυτού του, ο οποίος γνωρίζει την αλήθεια. Και τότε ο εαυτός αρχίζει να του μιλά.
Αυτή είναι η θέση του Παρατηρητή.
Επειδή δρα κάτω από δύσκολες συνθήκες, ο διπλωμάτης δεν αφήνει τον εαυτό του να καμφθεί από τις δυσμενείς περιστάσεις, ούτε τη σταθερότητά του να κλονιστεί. Το πετυχαίνει διατηρώντας το εσωτερικό του φως, ενώ εξωτερικά παραμένει υποχωρητικός και ευέλικτος. Με μια τέτοια στάση μπορεί να ξεπεράσει ακόμα και τις μεγαλύτερες αντιξοότητες.
Η διατήρηση της διαύγειας και του εσωτερικού φωτός επιτρέπουν στη θέληση, παρά τις δυσκολίες, να υπερισχύσει στο άμεσο περιβάλλον.
Ας δούμε όμως μερικά ακόμη παραδείγματα καλής και κακής διπλωματίας.
Ο Μαρκ Τουέιν είχε πει: «Το δούνε και λαβείν είναι η βάση της διπλωματίας – να δίνεις ένα και να παίρνεις δέκα». Το παράδειγμα που ακολουθεί δείχνει πόσο δίκιο είχε.
Ο τύραννος και ο ρήτορας
Στο τέλος του 1ου αι. μ.Χ., ο αυτοκράτορας Δομιτιανός, επειδή πίστευε ότι το κρασί οδηγεί σε εξεγέρσεις και επαναστάσεις, διέταξε να ξεριζωθούν όλα τα αμπέλια στη Μικρά Ασία και να μην φυτευτούν άλλα. Αυτό, όπως αντιλαμβάνεται κανείς, απειλούσε με οικονομική καταστροφή όλες τις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, κυρίως όμως ήταν οδυνηρό για τη Σμύρνη η οποία έβγαζε και εμπορευόταν ένα από τα πιο φημισμένα κρασιά. Οι αντιπρόσωποι των ελληνικών πόλεων συναντήθηκαν στη Σμύσρνη κι αποφάσισαν να στείλουν κατεπείγουσα πρεσβεία στη Ρώμη για να μεταπείσουν τον αυτοκράτορα.
Ο Δομιτιανός, γιος του Βεσπασιανού και αδελφός του Τίτου, όταν ανέλαβε την εξουσία άρχισε να κυβερνά απολυταρχικά, μειώνοντας τις εξουσίες της συγκλήτου και επιβάλλοντας ένα καθεστώς που δεν απείχε πολύ από την τυραννία. Όταν οι φιλόσοφοι και οι άνθρωποι των γραμμάτων αντιτάχθηκαν στην αυταρχικότητά του, ο Δομιτιανός αντέδρασε με διώξεις, εξορίες και εκτελέσεις των αντιφρονούντων. Πολλοί φιλόσοφοι, επειδή θεωρήθηκαν ύποπτοι συνωμοσίας, φυλακίστηκαν και οι υπόλοιποι διατάχθηκαν να εγκαταλείψουν την Ιταλία. Αυτόν λοιπόν τον τύραννο έπρεπε να μεταπείσει η ελληνική πρεσβεία.
Έτυχε τότε ο πιο φημισμένος ρήτορας στη Σμύρνη να είναι ο Σκοπελιανός. Σε αυτόν έπεσε ο κλήρος να πάει στον αυτοκράτορα, που τον περιέβαλαν 24 σωματοφύλακες, σε μια αποστολή λιγότερο διπλωματική και περισσότερο αυτοκτονίας, καθώς ο Δομιτιανός θεωρούσε τους φιλοσόφους και τους διανοούμενους εχθρούς του. Είχε φυλακίσει και εξορίσει πολλούς, ενώ άλλους τους είχε εκτελέσει. Ο Σκοπελιανός λοιπόν έπρεπε να μαγέψει αυτό το θηρίο σαν άλλος Ορφέας.
Αυτός οδήγησε την πρεσβεία σε τέτοια ανέλπιστη επιτυχία, ώστε όχι μόνο επιτράπηκε ξανά το φύτεμα των αμπελιών, αλλά βγήκε νέος νόμος που επέβαλε πρόστιμο σε όσους δεν φύτευαν αμπέλια! Επιπλέον ο Δομιτιανός του πρόσφερε πολλά δώρα, άξια ενός βασιλιά, και τον έστειλε πίσω στην πατρίδα του με εγκώμια και επαίνους.
Πώς πέτυχε ο Σκοπελιανός αυτό το ανέλπιστο θαύμα;
Η αλήθεια είναι ότι δεν γνωρίζουμε. Πιθανόν επειδή προσέγγισε τον Δομιτιανό ως άνθρωπο, απευθυνόμενος σε αυτόν ως φίλο, και δεν τον είδε σαν άρχοντα ή τύραννο ή κάποιον που έχει δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω στους άλλους. Κάθε άνθρωπος, όσο σκληρός, δυνατός ή παράλογος κι αν είναι, έχει μέσα του έναν πυρήνα, αυτόν που ο Επίκτητος ονομάζει «αγαθή προαίρεση». Αυτός ο πυρήνας δεν έχει καμία σχέση με τα εξωτερικά πράγματα – τις θέσεις και τις τιμές, την εξουσία, τον πλούτο και όλα αυτά που κάνουν κάποιον να ξεχωρίζει από τους άλλους. Απευθυνόμενος σε αυτόν τον πυρήνα, ο ρήτορας ανάγκασε τον Δομιτιανό να τον ξαναθυμηθεί, έτσι ώστε, προσωρινά τουλάχιστον, ο τύραννος ξέχασε ότι είναι ένας σκληρός αφέντης, έχοντας μεταφερθεί συνειδησιακά σε έναν άλλο χώρο όπου η ψυχή του ανθρώπου αναπνέει ελεύθερα, δίχως να τον βασανίζουν οι έγνοιες και οι μέριμνες που μας ανησυχούν όλους καθημερινά∙ πολύ περισσότερο κάποιον που αγωνιά για την εξουσία του κι έχει μάθει να βλέπει όσους έχουν διαφορετική γνώμη από αυτόν ως αντίπαλους και εχθρούς.
Αυτό το πέτυχε μέσω του λόγου που εκφώνησε, ο οποίος ήταν λαμπρός, όπως μας πληροφορεί ο Φιλόστρατος στους Βίους των σοφιστών. Πιθανόν να κολάκευσε τον Δομιτιανό, πιθανόν να τον έκανε να γελάσει. Το βέβαιο είναι ότι μέσα στο σκοτάδι στο οποίο είχε βυθιστεί ο τύραννος, ο Σκοπελιανός έδρασε σαν ήλιος, σαν ένας φωτεινός νους, βγάζοντάς τον από εκεί, όπως έβγαλε από το σκοτεινό άντρο της στο φως την Λερναία Ύδρα ο Ηρακλής καθιστώντας την έτσι ακίνδυνη. Γιατί κάθε ύπαρξη, όσο ταπεινή ή φοβερή κι αν είναι, στρέφεται προς το φως για να πάρει ζωή, ώστε κάποτε να απελευθερωθεί από τα δεσμά.
Γνωρίζοντας τον τρόπο με τον οποίο συνέτασσαν τους λόγους τους τότε οι ρήτορες, δεν θα απείχαμε πολύ από την αλήθεια αν λέγαμε ότι στην αρχή της ομιλίας του ο Σκοπελιανός προσπάθησε, με λόγια μαλακά και κολακευτικά, να καταπραΰνει την καχυποψία του τυράννου. Στη συνέχεια άρχισε να τον συμβουλεύει για το επίμαχο θέμα, που ήταν τα αμπέλια, μιλώντας του ως φίλος και λέγοντας ότι ο Διόνυσος/Βάκχος είναι το θεϊκό στοιχείο μέσα στον άνθρωπο που έχει πεθάνει και πρέπει να αναστηθεί. Διατάσσοντας να ξεριζωθούν τα αμπέλια, σύμβολο του θεού, είναι σαν να διέταζε να ξεριζωθεί η ψυχή μέσα από τον άνθρωπο. Πιθανόν να του αφηγήθηκε την ιστορία του Πενθέα και να του θύμισε το τραγικό τέλος που είχε όταν θέλησε να τα βάλει με τον θεό. Συνεχίζοντας να μιλά ατάραχα και συγκεφαλαιώνοντας συμβούλεψε τον αυτοκράτορα να γίνει συνλειτουργός του θεού και συμπότης του, επιτρέποντας στους ανθρώπους να συνεχίσουν να κάνουν σπονδές στον Βάκχο, συμπεριλαμβάνοντας τώρα στις επικλήσεις τους και το όνομα του βασιλιά ως σωτήρα και προστάτη τους.
Ο τύραννος και ο ποιητής
Θα κάνουμε περισσότερο εναργή την εικόνα που θέλουμε να δώσουμε με ένα παράδειγμα άσκησης κακής διπλωματίας. Αν και έχουν περάσει από τότε δύο χιλιάδες τετρακόσια χρόνια, επιβεβαιώνει με τον καλύτερο τρόπο τα όσα αναφέραμε πιο πάνω.
Υπάρχουν άνθρωποι ωμοί, δεσποτικοί και φιλόδοξοι που όταν τύχει και πάρουν στα χέρια τους την εξουσία, γίνονται ακόμη χειρότεροι, καθώς στον κακό χαρακτήρα τους προστίθεται και η κακία που έχει από τη φύση της η εξουσία. Στην αρχαιότητα αυτούς τους αποκαλούσαν τυράννους και ένας από τους πιο ονομαστούς ήταν ο Διονύσιος ο Πρεσβύτερος, ο τύραννος των Συρακουσών. Αυτός αφού απελευθέρωσε τις Συρακούσες από τους Καρχηδόνιους, κατέλαβε το 405 π.Χ. πραξικοπηματικά την εξουσία και τη διατήρησε για 38 χρόνια, εξοντώνοντας τους αντιπάλους του και θανατώνοντας πολλούς συμπολίτες του για να προμηθευτεί χρήματα δημεύοντας τις περιουσίες τους.
Όπως είπαμε και πιο πάνω, δεν υπάρχει άνθρωπος καθ’ ολοκληρίαν κακός ή καλός. Κάθε άνθρωπος είναι μείγμα θετικών και αρνητικών ιδιοτήτων, αδυναμιών και αρετών, έχοντας ορισμένα τμήματα της ψυχής του φωτεινά και άλλα βυθισμένα στο σκοτάδι και την άγνοια. Το θέμα είναι ποιο από τα δύο υπερτερεί, αν δηλαδή είναι περισσότερα τα φωτεινά τμήματα ή αν είναι περισσότερα τα σκοτεινά. Και γι’ αυτό αποκαλούμε πνευματικά εξελιγμένο εκείνον που καταφέρνει να μεταστοιχειώσει τα αρνητικά τμήματα της ψυχής του σε θετικά, τα ελαττώματα και τις αδυναμίες του σε αρετές και το σκοτάδι που μέσα του σε φως. Το ζήτημα είναι πού θα επικεντρωθεί κάποιος – στα θετικά ή στα αρνητικά στοιχεία του άλλου;
Έτσι κι ο Διονύσιος, μπορεί να ήταν τύραννος, θεωρούσε όμως τον εαυτό του μεγάλο ποιητή και στην αυλή του φιλοξενούσε ποιητές και φιλοσόφους επειδή του άρεσε να τον κολακεύουν όταν τους διάβαζε τα έργα που είχε γράψει. Και αυτή ήταν η θετική πλευρά του χαρακτήρα του.
Ανάμεσα στους διανοούμενους που φιλοξενούσε ήταν και ο τραγικός ποιητής Αντιφών από την Αθήνα (δεν πρέπει να συγχέεται με τον ρήτορα Αντιφώντα). Αυτός, αν και ο ίδιος ήταν μέτριος ποιητής και χωρίς να εκτιμά ότι τρωγόπινε στην αυλή του τυράννου και δεχόταν από αυτόν χρήματα, συνήθιζε να εξευτελίζει τις τραγωδίες του Διονύσιου, που για τον Διονύσιο ήταν σημαντικότερες ακόμη και από την εξουσία.
Μια μέρα που ο Διονύσιος ρώτησε ποιο μέρος της γης βγάζει τον καλύτερο χαλκό, ο Αντιφών είπε: «Ο καλύτερος είναι της Αθήνας, από τον οποίο έχουν κατασκευαστεί τα αγάλματα του Αρμόδιου και του Αριστογείτονα», αναφερόμενος στους δύο ήρωες της δημοκρατίας που σκότωσαν στην Αθήνα τον τύραννο Ίππαρχο. Αυτά τα λόγια τον οδήγησαν στον θάνατο με την κατηγορία ότι υπονομεύει ότι υπονομεύει την εξουσία του Διονύσιου και προσπαθεί να στρέψει τους Σικελιώτες εναντίον του.
Όπως παρατηρεί εύστοχα ο Φιλόστρατος, «ο Αντιφών διέπραξε μέγα σφάλμα ερχόμενος σε σύγκρουση με τον τύραννο, κάτω από την εξουσία του οποίου επέλεξε να ζει και όχι στο δημοκρατικό καθεστώς της πατρίδας του. Επιπλέον, αποτρέποντας τον Διονύσιο από την συγγραφή τραγωδιών, στην πραγματικότητα τον απέτρεπε από το να είναι ήρεμος, επειδή τέτοιου είδους ενασχολήσεις κάνουν τους ανθρώπους αμέριμνους∙ και ειδικότερα οι τύραννοι είναι πιο ανεκτοί για τους υπηκόους τους όταν είναι χαλαροί μάλλον παρά σε υπερδιέγερση∙ διότι, αν είναι χαλαροί, θα κάνουν λιγότερους φόνους, θα διαπράξουν λιγότερες βίαιες πράξεις και αρπαγές.
«Ο τύραννος που ασχολείται με την τραγωδία, μοιάζει με γιατρό που είναι άρρωστος και προσπαθεί να θεραπεύσει τον εαυτό του. Εκτός αυτού, η σύνθεση των μύθων, οι μονωδίες, οι ρυθμοί του χορού και η παρουσίαση στη σκηνή χαρακτήρων, οι περισσότεροι των οποίων πρέπει να έχουν ήθος χρηστό, μεταβάλλουν την αδιαλλαξία και ωμότητα των τυράννων, όπως τα φάρμακα γιατρεύουν τις αρρώστιες. Αυτά δεν πρέπει να θεωρηθούν κατηγορίες σε βάρος του Αντιφώντα, αλλά συμβουλές που απευθύνονται σε όλους, για να μην προκαλούν τους τυράννους ούτε να εξοργίζουν ανθρώπους με χαρακτήρα κτηνώδη».
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ είναι η πρακτική της διεξαγωγής διαπραγματεύσεων όχι μόνο μεταξύ εκπροσώπων ομάδων ή κρατών, αλλά και μεταξύ ατόμων. Θέλοντας να δώσουμε ένα σύντομο ορισμό, θα λέγαμε ότι διπλωματία είναι η ευγενής τέχνη μέσω της οποίας πετυχαίνεις αυτό που θέλεις με την πειθώ του λόγου, χωρίς να χρειαστεί να καταφύγεις στο ψεύδος, την υποκρισία, την επιβολή κυρώσεων, την αντιπαλότητα και τον πόλεμο.
Αυτό είναι πράγματι δύσκολο, γι’ αυτό και οι πολλοί, με τον ίδιο τρόπο που ερμηνεύουν την συμπεριφορά του ευγενούς ανθρώπου ως υποχωρητικότητα και αδυναμία, ταυτίζουν λανθασμένα τη διπλωματία με την υποκριτική συμπεριφορά.
Όμως, η διπλόη, η απάτη, δεν έχει καμία σχέση με τη διπλωματική συμπεριφορά. Διπλόη (απ’ όπου και η λέξη δολοπλόκος) αποκαλούσαν οι αρχαίοι Έλληνες αυτό που εξωτερικά εμφανίζεται ως αρετή, εσωτερικά όμως βρίθει κακίας. Στις προσωπικές σχέσεις, πολλοί υποκρίνονται ότι είναι φίλοι σου στα φανερά, κρυφά όμως ψάχνουν την ευκαιρία να σε εκμεταλλευτούν και να σου σκάψουν το λάκκο.
Μια τέτοια στάση είναι πράγματι απεχθής, γιατί όπως λέει ο Όμηρος:
Δεν μου αρέσει ο άνθρωπος που άλλα λέει,και άλλα έχει στο μυαλό του.
Σε αντίθεση με την διπλόη, η διπλωματία είναι μια από τις ευγενείς τέχνες και συγκεκριμένα είναι «φιλοσοφική ρητορική». Αυτός είναι και ο λόγος που σήμερα ξεχάστηκε, ή μάλλον υποβιβάστηκε σε θεραπαινίδα της πολιτικής. Είναι δε τέτοιος ο ξεπεσμός της ώστε ο όρος έφτασε να καλύπτει τις διπλωματικές υπηρεσίες, τις προξενικές αρχές και τους υπαλλήλους του υπουργείου εξωτερικών, δηλαδή ανθρώπους που δεν ελάχιστη σχέση έχουν με τη διπλωματία.
Η ανυπαρξία διπλωματίας είναι εξόχως φανερή στον τομέα των διεθνών σχέσεων, όπου επικρατεί η με θρησκευτικό μπόλιασμα νοοτροπία του «καλού» και του «κακού». Τα ισχυρότερα κράτη προσπαθούν να επιβάλουν τη θέλησή τους πάνω στα ασθενέστερα κι όταν δεν το πετυχαίνουν επιβάλλουν κυρώσεις. Έτσι, έχουμε π.χ. κυρώσεις κατά της Ρωσίας, κατά του Ιράν, κατά της Βόρειας Κορέας – στάση που οδηγεί σε έναν διχασμένο κόσμο, παίζοντας το μέλλον του πλανήτη στα ζάρια. Και πολλά προβλήματα, όπως π.χ. το Κυπριακό, παραμένουν άλυτα.
Αυτή λοιπόν την ξεχασμένη τέχνη, που σου επιτρέπει να επιβιώνεις σε δύσκολους καιρούς, θα προσπαθήσουμε να την αναστήσουμε μέσα από μερικά παραδείγματα, σε αυτή τη σύντομη μελέτη.
Βασικό στοιχείο ο ελιγμός
Το πρώτο παράδειγμα το αντλούμε από τα ρωμαϊκά χρόνια. Ο Φαβωρίνος ήταν φιλόσοφος και ρήτορας του 2ου αι. μ.Χ. από τη Γαλατία. Για ένα διάστημα εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα, όπου μαθήτευσε κοντά στον Δίωνα τον Χρυσόστομο και συνδέθηκε με τον Πλούταρχο και τον Ηρώδη τον Αττικό. Όταν πήγε στη Ρώμη, ήρθε σε μετωπική σύγκρουση με τον αυτοκράτορα Αδριανό, διακινδυνεύοντας έτσι τη ζωή του. Όμως δεν έπαθε τίποτα. Αυτό που τον έσωσε ήταν η διπλωματία.
Ο λόγος της σύγκρουσης ήταν ο εξής. Όπως όριζε τότε ο νόμος για όσους κατείχαν υψηλές θέσεις, ο Φαβωρίνος, ο οποίος είχε το αξίωμα του αρχιερέα, όφειλε να οργανώσει με δικά του έξοδα όλες τις θρησκευτικές γιορτές και αγώνες της περιοχής που ήταν στη δικαιοδοσία του – ένας θεσμός γνωστός ως λειτουργία. Επειδή το κόστος ήταν μεγάλο, ο Φαβωρίνος, για ν’ αποφύγει τη δαπάνη, επικαλέστηκε έναν νόμο που έλεγε πως απαλλάσσονται από κάθε χορηγία όσοι είναι φιλόσοφοι.
Η υπόθεση έφτιασε στ’ αυτιά του Αδριανού που διέταξε να γίνει η δίκη μπροστά του. Τη μέρα της δίκης, ο Φαβωρίνος, βλέποντας ότι ο αυτοκράτορας σχεδίαζε να ψηφίσει εναντίον του, επειδή δεν τον θεωρούσε φιλόσοφο, τον πρόλαβε με τον ακόλουθο τρόπο: «Είδα, βασιλιά, ένα όνειρο», είπε, «που πρέπει να σου το πω. Παρουσιάστηκε μπροστά μου ο δάσκαλός μου ο Δίων και με συμβούλευσε γι’ αυτή τη δίκη, λέγοντας πως δεν έχουμε γεννηθεί μόνο για τον εαυτό μας αλλά και για την πατρίδα μας. Γι’ αυτό λοιπόν, βασιλιά, αποδέχομαι τα έξοδα της λειτουργίας, υπακούοντας στον δάσκαλό μου».
Ο Αδριανός, αν και ήταν θυμωμένος, του φέρθηκε σαν ίσος προς ίσο, κι ενώ είχε τη δυνατότητα να τον καταδικάσει σε θάνατο για άρνηση καθήκοντος, όχι μόνο του χάρισε τη ζωή, αλλά τον απάλλαξε κι από την υποχρέωση της λειτουργίας, εκτιμώντας τον εύστροφο ελιγμό του.
Γι’ αυτό και ο Φαβωρίνος ανέφερε μετά, υπό μορφή χρησμού, το ότι ήταν παράδοξο που εξακολουθούσε να ζει, ενώ ήρθε σε σύγκρουση με τον βασιλιά.
Ο έξυπνος άνθρωπος
Στην αρχαιότητα, η τέχνη της διπλωματίας ήταν γνωστή όχι μόνο στους πρεσβευτές αλλά και στους στρατηγούς. Στο βιβλίο του “Η τέχνη του πολέμου”, ο Σουν Τσου (Sun Zu) αναφέρεται στα καταστροφικά αποτελέσματα της οργής:
«Ο στρατηγός, που είναι ανίκανος να ελέγξει το θυμό του, θα στείλει τους άνδρες του στην έφοδο σαν πλήθος από μυρμήγκια, με αποτέλεσμα το ένα τρίτο απ’ αυτούς να σκοτωθούν…»
Και παρακάτω:
«Ο επιδέξιος ηγέτης υποτάσσει τα τμήματα του εχθρού χωρίς να δώσει καμία μάχη».
Ο Κινέζος στρατηγός Σουν Τσου έζησε στα τέλη του 6ου με αρχές του 5ου αι. π.Χ. Αν και παλιό, το έργο του “Η τέχνη του πολέμου” παραμένει επίκαιρο μέχρι σήμερα. Ο κεντρικός πυρήνας των ιδεών του συνοψίζεται στο ότι καταρχήν πρέπει να αποφεύγεται ο πόλεμος και να επιδιώκεται η επιτυχία του σκοπού του πολέμου χωρίς σύγκρουση – κάτι που είδαμε να πετυχαίνει η Ρωσία στην υπόθεση της Κριμαίας.
Το βιβλίο, γραμμένο με τη μορφή των αφορισμών, αποτελείται από 13 σύντομα κεφάλαια. Στο 4ο κεφάλαιο διαβάζουμε:
Παράγρ. 11. «Οι αρχαίοι αποκαλούσαν έξυπνο μαχητή εκείνον ο οποίος όχι απλώς νικάει, αλλά εκείνον που διακρίνεται γιατί νικάει με ευκολία».
Παράγρ. 13: «Στις μάχες νικάει εκείνος που δεν κάνει λάθη».
Παράγρ. 15. «Στον πόλεμο, ο νικηφόρος στρατηγός επιδιώκει τη μάχη αφού πρώτα έχει εξασφαλίσει τη νίκη, ενώ εκείνος που πρώτα μάχεται και μετά επιδιώκει τη νίκη είναι καταδικασμένος να ηττηθεί».
Πόλεμος χωρίς όπλα
Επεκτείνοντας τον αρχικό ορισμό, μπορούμε να πούμε ότι διπλωματία είναι η τέχνη να νικάς χωρίς όπλα. Δεν είναι η τέχνη του ειρηνοποιού, διότι τότε θα τη γνώριζαν και στον ΟΗΕ.
Όπως ο ευφυής στρατηγός γνωρίζει την τέχνη του πολέμου και δεν υποχωρεί φοβούμενος τη σύγκρουση, ο διπλωμάτης προσβλέπει στη νίκη χωρίς να χρειαστεί να καταφύγει στην απειλή των όπλων ή επιβολής κυρώσεων.
Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί η στάση της Ελβετίας απέναντι στην κατηγορία των Αμερικανών ότι οι ελβετικές τράπεζες βοηθούν πολίτες των ΗΠΑ να φοροδιαφεύγουν.
Με επίσημο διάβημα προς τις ελβετικές αρχές, οι ΗΠΑ ζήτησαν τα ονόματα όλων των Αμερικανών πολιτών που έχουν αφορολόγητες καταθέσεις σε ελβετικές τράπεζες. Αν οι Ελβετοί δεν αποκάλυπταν τα ονόματα, η αμερικανική κυβέρνηση σκόπευε να επιβάλει στις ελβετικές τράπεζες που δραστηριοποιούνταν στο έδαφός της βαριά πρόστιμα και ποινικές διώξεις με την κατηγορία της παροχής βοήθειας στους Αμερικανούς πελάτες τους για να αποφύγουν την καταβολή φόρων.
Η απαίτηση των αμερικανικών αρχών συνοδευόταν από τη δήλωση: «Είμαστε οι ΗΠΑ και έχουμε δικαιοδοσία διεθνώς!» Ζητούσαν μάλιστα από την ελβετική κυβέρνηση να υπογράψει μια «ομολογία ενοχής»!
Οι Ελβετοί διαμήνυσαν στους Αμερικανούς πως δεν ήταν υποχρεωμένοι να υπακούσουν στην εντολή κάποιου αμερικανικού δικαστηρίου, αλλά σε ένδειξη καλής θέλησης ήταν πρόθυμοι να συνεργαστούν με τις αμερικανικές αρχές στη βάση της ισοτιμίας: «Η Ελβετία έχει δεσμευθεί να διασφαλίσει με τις αρχές των ΗΠΑ μια δίκαιη και ισορροπημένη διαδικασία ευθυγραμμισμένη με την αρχή της αναλογικότητας, προκειμένου να αποφευχθεί οι ελβετικές τράπεζες να τύχουν χειρότερης μεταχείρισης από άλλες τράπεζες, στο πλαίσιο των προσπαθειών εντοπισμού χρημάτων που είναι κρυμμένα σε υπεράκτιους τραπεζικούς λογαριασμούς».
Με άλλα λόγια, οι Ελβετοί αρνήθηκαν να ανοίξουν τους λογαριασμούς, χωρίς όμως να το κάνουν ευθέως, αλλά επικαλούμενοι τη «δίκαιη και ισορροπημένη διαδικασία ευθυγραμμισμένη με την αρχή της αναλογικότητας». Ο νοών νοείτω. Ύστερα από αυτό, το αμερικανικό αίτημα αποσύρθηκε.
Οι Ελβετοί πέτυχαν αυτό που ήθελαν, χωρίς ούτε να αρνηθούν να ανοίξουν τους λογαριασμούς ούτε να δεχτούν να τους ανοίξουν. Και αυτό απέναντι σε μια υπερδύναμη.
Άξονας και τροχός
Οι έριδες συνήθως ανακύπτουν επειδή η κάθε πλευρά πιστεύει ότι έχει το δίκιο με το μέρος της. Το δίκιο όμως δεν αποτελεί μονοπώλιο κάποιου κράτους, ομάδας ή ατόμου, όπως άλλωστε συμβαίνει με όλες τις καθολικές έννοιες.
Ο διπλωματικός άνθρωπος βλέπει τη γενικότερη εικόνα και δεν στέκεται στο ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο, διότι συνήθως το δίκιο και το άδικο είναι ισομοιρασμένα. Έτσι, υποστηρίζει μεν τις θέσεις και τις απόψεις του, αλλά δεν οδηγεί τα πράγματα στα άκρα. Διότι όταν κάποιος παίρνει ακραίες θέσεις, τα πράγματα οδηγούνται στη ρήξη, στη σύγκρουση, στον πόλεμο. Όποιος κι αν νικήσει, η νίκη του θα είναι πύρρειος.
Ο διπλωμάτης, επομένως, είναι ένας χειριστής καταστάσεων, ένας διαπραγματευτής που τον διακρίνει η πλαστικότητα και ο ελιγμός, καθώς δεν στέκεται υπερασπιζόμενος μια θέση, αλλά βλέπει τη συνολική εικόνα και ζει τα πράγματα κι από τις δύο πλευρές.
Μπορούμε να κατανοήσουμε τη θέση του από το παράδειγμα του άξονα και του τροχού. Η στεφάνη του τροχού είναι αυτή που δέχεται σε όλα τα σημεία της περιμέτρου το βάρος και την τριβή, υφίσταται δηλαδή μεγάλη καταπόνηση, ενώ αντίθετα ο άξονας δεν υφίσταται τέτοιες πιέσεις. Ο διπλωμάτης είναι κάποιος που στέκεται στο κέντρο, δηλαδή στον άξονα του τροχού και όχι σε κάποιο από τα πολλά σημεία της περιφέρειάς του. Αυτός που βρίσκεται στο κέντρο έχει την ορατότητα όλων των σημείων του τροχού, ενώ εκείνος που βρίσκεται σε κάποιο σημείο της στεφάνης έχει ορατότητα μόνο του σημείου στο οποίο στέκεται και όχι όλου του τροχού. Αυτή είναι σαφώς μια μειονεκτική θέση. Αυτός όμως που βρίσκεται στο κέντρο, στον άξονα περιστροφής, μπορεί και βλέπει ολόκληρο τον τροχό, στρέφοντας κάθε φορά τη ματιά του προς την επιθυμητή κατεύθυνση. Έτσι, έχει την ορατότητα όλων των τμημάτων της περιφέρειας του τροχού, χωρίς να καταβάλει προσπάθεια. Από την κεντρική αυτή θέση μπορεί να μεταβαίνει άμεσα σε οποιοδήποτε σημείο του τροχού παραστεί ανάγκη, κάτι που δεν μπορεί να κάνει όποιος βρίσκεται στην περιφέρεια, καθώς δεν έχει καθολική ορατότητα.
Αυτή η θέση ονομάζεται «θέση του Παρατηρητή», και περιγράφεται πιο κάτω.
Αυτός είναι ο διπλωμάτης. Το αντίθετο είναι ο Ηγεμόνας, όπως περιγράφεται από τον Μακιαβέλι στο ομώνυμο βιβλίο του.
Το παράδειγμα του Ιουλίου Καίσαρα
Μέγιστος διπλωμάτης ήταν ο Ιούλιος Καίσαρας, ο οποίος με την πλαστικότητα που διέθετε, μπορούσε άλλοτε να υπερασπίζεται με φοβερή επιμονή εκείνο που τον εξυπηρετούσε, και άλλοτε να υποχωρεί και να απαρνείται αυτό που αρχικά ήθελε.
Για παράδειγμα, επιστρέφοντας νικητής από έναν πόλεμο, έπρεπε να τελέσει θρίαμβο, κάτι που θα αύξανε το λαϊκό έρεισμα που είχε και θα του έδινε μεγαλύτερη δύναμη και εξουσία. Έτυχε όμως την ίδια περίοδο να γίνονται οι εκλογές για το υπατικό αξίωμα για το οποίο ο Καίσαρας είχε θέσει υποψηφιότητα. Σύμφωνα με το νόμο, δικαίωμα να θέσει υποψηφιότητα είχε μόνο εκείνος που έμπαινε στην Ρώμη ως ιδιώτης και όχι ως στρατηγός. Ο Καίσαρας λοιπόν απαρνήθηκε τις θριαμβικές δάφνες, για να μην χάσει το δικαίωμα να είναι υποψήφιος για την υπατεία.
Μια άλλη φορά, προκειμένου να εκλεγεί δήμαρχος, ο Καίσαρας δεν δίστασε να απαρνηθεί την τάξη των πατρικίων στην οποία ανήκε, και να γραφτεί στα δημοτολόγια της τάξης των πληβείων, επειδή δικαίωμα στο δημαρχιακό αξίωμα είχαν μόνο όσοι προέρχονταν από την τάξη αυτή.
Εκεί όμως που έδειξε καθαρά τις διπλωματικές αρετές του, ήταν στην Αφρική όταν έπρεπε να αντιμετωπίσει τον Ιούβα, τον βασιλιά της Νουμιδίας, ο οποίος ερχόταν κατά πάνω του με πολυάριθμο στράτευμα Μαυριτανών.
Οι στρατιώτες του Καίσαρα, που ήταν λίγοι, άρχισαν να τρομοκρατούνται από τις φήμες που κυκλοφορούσαν για την αριθμητική υπεροχή των εχθρών και σκέπτονταν είτε να λιποτακτήσουν είτε να παραδοθούν για να αποφύγουν τον όλεθρο. Ο Καίσαρας τότε κατέφυγε σε έναν πρωτοφανή ελιγμό.
Τις παραμονές της άφιξης του Ιούβα, παρουσιάστηκε στο στράτευμα και τους μίλησε, όχι αρνούμενος τις φήμες ή προσπαθώντας να μειώσει τη σημασία τους, αλλά αντίθετα υπερβάλλοντας και παρουσιάζοντας, ακόμη και με ψέματα, πιο σοβαρό τον κίνδυνο απ’ όσο πραγματικά ήταν.
Συγκεκριμένα τους είπε: «Μάθετε ότι σε λίγο θα καταφθάσει εδώ ο βασιλιάς με δέκα λεγεώνες [ο Καίσαρας είχε μόνο δύο], τριάντα χιλιάδες ιππείς [ο Καίσαρας είναι μόνο 1.500], εκατό χιλιάδες ελαφρά οπλισμένους και τριακόσιους ελέφαντες. Γι’ αυτό ας σταματήσουν επιτέλους κάποιοι από εσάς να κάνουν συνεχώς ερωτήσεις και να παρασύρονται από τις φήμες, κι ας πιστέψουν εμένα, που είμαι καλά πληροφορημένος. Ειδάλλως θα διατάξω να τους επιβιβάσουν σε ένα πολεμικό πλοίο κι ας τους πάει εκείνο όπου τους βγάλει ο άνεμος».
Όχι μόνο δεν έφυγε κανείς, αλλά αντίθετα οι στρατιώτες συνήλθαν, γέμισαν με θάρρος και φυσικά νίκησαν.
Ο πυρήνας της διπλωματίας
Εφόσον σε μεγάλο βαθμό τα εξωτερικά πράγματα διαμορφώνονται από την τύχη και τις περιστάσεις, μένει να βρούμε το σταθερό σημείο στο οποίο πατά και στέκεται ο διπλωμάτης, αντλώντας διαύγεια και δύναμη.
Αυτό το σημείο το αποκαλέσαμε πιο πάνω «θέση του Παρατηρητή» (όχι παρατηρητή του ΟΗΕ).
Τα πλεονεκτήματα της διπλωματικότητας είναι προφανή: αποφυγή άσκοπων συγκρούσεων, αποφυγή άσκοπων επιθέσεων και υποχωρήσεων, οικονομία χρόνου και αποτελεσματικότητα, δηλαδή επίτευξη του σκοπού χωρίς εξόντωση του αντιπάλου, όπως συνηθίζουν σήμερα τα δυτικά κράτη (βλ. Αραβική Άνοιξη). Από τη σκοπιά αυτή, η διπλωματία είναι αρετή και ως αρετή αποτελεί, όπως είπαμε, πνευματική ατραπό.
Σε αντίθεση με την ρήξη και τον πόλεμο, η διπλωματία επιδιώκει το καλό, το καλό στηρίζεται στην αλήθεια και η αλήθεια υπάρχει μόνο στον βαθύτερο εαυτό.
Ο διπλωμάτης που το γνωρίζει αυτό δεν φέρεται εγωιστικά, γιατί το εγώ είναι χρήσιμο εργαλείο δεν είναι όμως σοφό.
Το εγώ είναι ένα δεκανίκι χρήσιμο για την επιβίωση, είναι όμως ζώο τυφλό. Στις δύσκολες καταστάσεις τα χάνει, πανικοβάλλεται και περιπίπτει σε σύγχυση και εκνευρισμό, αδυνατώντας να σκεφτεί ψύχραιμα. Και όπως λέει ο Αισχύλος:
κανένας σωστά δεν στοχάζεται,
όταν έχει μυαλό φλογισμένο.
Ο διπλωμάτης που τα γνωρίζει αυτά δεν φέρεται εγωιστικά, γιατί το εγώ είναι περιορισμένο και ασταθές. Περιορισμένο γιατί προβάλλει τη γνώμη που έχουμε ασπαστεί αβασάνιστα, γνώμη που δεν είναι δική μας αλλά την έχουμε υιοθετήσει αντιγράφοντας άλλους∙ αδυνατεί επομένως να συλλάβει την ουσία των πραγμάτων∙ και ασταθές επειδή αντιδρά ανάλογα με την επίδραση που έχουν πάνω του οι εξωτερικές συνθήκες, οι οποίες αλλάζουν και μεταβάλλονται συνεχώς. Έτσι, το εγώ είναι το αντίθετο του αληθινού εαυτού.
Ο διπλωματικός άνθρωπος είναι περισσότερο καλός ακροατής και λιγότερο καλός ομιλητής. Δεν αντιδρά παρορμητικά, αλλά στέκεται εν σιωπή, επιτρέποντας έτσι μέσα του την ανάδυση του Παρατηρητή. Προσπερνάει και δεν στέκεται στα εξωτερικά φαινόμενα, επειδή, όπως είπαμε αυτά αλλάζουν συνεχώς και μεταβάλλονται και μας παρασύρουν σε ψευδή πορίσματα και πλάνες. Σαν δεύτερο βήμα, σταματάει να ακούει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του, επειδή είναι παράγωγα του εγώ. Μένει ακίνητος (στα αγγλικά θα το αποδίδαμε με τη φράση “be still”), όπως ακίνητος παραμένει ο νοητός άξονας περιστροφής του τροχού∙ έτσι δεν παρασύρεται από τις ταραγμένες σκέψεις, τα συναισθήματα και τα πάθη που πυροδοτεί μια κρίση. Όταν το πετύχει αυτό, επικρατεί μια εσωτερική ησυχία, μια σιωπή. Σε αυτή την κατάσταση, έρχεται σε επαφή με τον πυρήνα του εαυτού του, ο οποίος γνωρίζει την αλήθεια. Και τότε ο εαυτός αρχίζει να του μιλά.
Αυτή είναι η θέση του Παρατηρητή.
Επειδή δρα κάτω από δύσκολες συνθήκες, ο διπλωμάτης δεν αφήνει τον εαυτό του να καμφθεί από τις δυσμενείς περιστάσεις, ούτε τη σταθερότητά του να κλονιστεί. Το πετυχαίνει διατηρώντας το εσωτερικό του φως, ενώ εξωτερικά παραμένει υποχωρητικός και ευέλικτος. Με μια τέτοια στάση μπορεί να ξεπεράσει ακόμα και τις μεγαλύτερες αντιξοότητες.
Η διατήρηση της διαύγειας και του εσωτερικού φωτός επιτρέπουν στη θέληση, παρά τις δυσκολίες, να υπερισχύσει στο άμεσο περιβάλλον.
Ας δούμε όμως μερικά ακόμη παραδείγματα καλής και κακής διπλωματίας.
Ο Μαρκ Τουέιν είχε πει: «Το δούνε και λαβείν είναι η βάση της διπλωματίας – να δίνεις ένα και να παίρνεις δέκα». Το παράδειγμα που ακολουθεί δείχνει πόσο δίκιο είχε.
Ο τύραννος και ο ρήτορας
Στο τέλος του 1ου αι. μ.Χ., ο αυτοκράτορας Δομιτιανός, επειδή πίστευε ότι το κρασί οδηγεί σε εξεγέρσεις και επαναστάσεις, διέταξε να ξεριζωθούν όλα τα αμπέλια στη Μικρά Ασία και να μην φυτευτούν άλλα. Αυτό, όπως αντιλαμβάνεται κανείς, απειλούσε με οικονομική καταστροφή όλες τις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, κυρίως όμως ήταν οδυνηρό για τη Σμύρνη η οποία έβγαζε και εμπορευόταν ένα από τα πιο φημισμένα κρασιά. Οι αντιπρόσωποι των ελληνικών πόλεων συναντήθηκαν στη Σμύσρνη κι αποφάσισαν να στείλουν κατεπείγουσα πρεσβεία στη Ρώμη για να μεταπείσουν τον αυτοκράτορα.
Ο Δομιτιανός, γιος του Βεσπασιανού και αδελφός του Τίτου, όταν ανέλαβε την εξουσία άρχισε να κυβερνά απολυταρχικά, μειώνοντας τις εξουσίες της συγκλήτου και επιβάλλοντας ένα καθεστώς που δεν απείχε πολύ από την τυραννία. Όταν οι φιλόσοφοι και οι άνθρωποι των γραμμάτων αντιτάχθηκαν στην αυταρχικότητά του, ο Δομιτιανός αντέδρασε με διώξεις, εξορίες και εκτελέσεις των αντιφρονούντων. Πολλοί φιλόσοφοι, επειδή θεωρήθηκαν ύποπτοι συνωμοσίας, φυλακίστηκαν και οι υπόλοιποι διατάχθηκαν να εγκαταλείψουν την Ιταλία. Αυτόν λοιπόν τον τύραννο έπρεπε να μεταπείσει η ελληνική πρεσβεία.
Έτυχε τότε ο πιο φημισμένος ρήτορας στη Σμύρνη να είναι ο Σκοπελιανός. Σε αυτόν έπεσε ο κλήρος να πάει στον αυτοκράτορα, που τον περιέβαλαν 24 σωματοφύλακες, σε μια αποστολή λιγότερο διπλωματική και περισσότερο αυτοκτονίας, καθώς ο Δομιτιανός θεωρούσε τους φιλοσόφους και τους διανοούμενους εχθρούς του. Είχε φυλακίσει και εξορίσει πολλούς, ενώ άλλους τους είχε εκτελέσει. Ο Σκοπελιανός λοιπόν έπρεπε να μαγέψει αυτό το θηρίο σαν άλλος Ορφέας.
Αυτός οδήγησε την πρεσβεία σε τέτοια ανέλπιστη επιτυχία, ώστε όχι μόνο επιτράπηκε ξανά το φύτεμα των αμπελιών, αλλά βγήκε νέος νόμος που επέβαλε πρόστιμο σε όσους δεν φύτευαν αμπέλια! Επιπλέον ο Δομιτιανός του πρόσφερε πολλά δώρα, άξια ενός βασιλιά, και τον έστειλε πίσω στην πατρίδα του με εγκώμια και επαίνους.
Πώς πέτυχε ο Σκοπελιανός αυτό το ανέλπιστο θαύμα;
Η αλήθεια είναι ότι δεν γνωρίζουμε. Πιθανόν επειδή προσέγγισε τον Δομιτιανό ως άνθρωπο, απευθυνόμενος σε αυτόν ως φίλο, και δεν τον είδε σαν άρχοντα ή τύραννο ή κάποιον που έχει δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω στους άλλους. Κάθε άνθρωπος, όσο σκληρός, δυνατός ή παράλογος κι αν είναι, έχει μέσα του έναν πυρήνα, αυτόν που ο Επίκτητος ονομάζει «αγαθή προαίρεση». Αυτός ο πυρήνας δεν έχει καμία σχέση με τα εξωτερικά πράγματα – τις θέσεις και τις τιμές, την εξουσία, τον πλούτο και όλα αυτά που κάνουν κάποιον να ξεχωρίζει από τους άλλους. Απευθυνόμενος σε αυτόν τον πυρήνα, ο ρήτορας ανάγκασε τον Δομιτιανό να τον ξαναθυμηθεί, έτσι ώστε, προσωρινά τουλάχιστον, ο τύραννος ξέχασε ότι είναι ένας σκληρός αφέντης, έχοντας μεταφερθεί συνειδησιακά σε έναν άλλο χώρο όπου η ψυχή του ανθρώπου αναπνέει ελεύθερα, δίχως να τον βασανίζουν οι έγνοιες και οι μέριμνες που μας ανησυχούν όλους καθημερινά∙ πολύ περισσότερο κάποιον που αγωνιά για την εξουσία του κι έχει μάθει να βλέπει όσους έχουν διαφορετική γνώμη από αυτόν ως αντίπαλους και εχθρούς.
Αυτό το πέτυχε μέσω του λόγου που εκφώνησε, ο οποίος ήταν λαμπρός, όπως μας πληροφορεί ο Φιλόστρατος στους Βίους των σοφιστών. Πιθανόν να κολάκευσε τον Δομιτιανό, πιθανόν να τον έκανε να γελάσει. Το βέβαιο είναι ότι μέσα στο σκοτάδι στο οποίο είχε βυθιστεί ο τύραννος, ο Σκοπελιανός έδρασε σαν ήλιος, σαν ένας φωτεινός νους, βγάζοντάς τον από εκεί, όπως έβγαλε από το σκοτεινό άντρο της στο φως την Λερναία Ύδρα ο Ηρακλής καθιστώντας την έτσι ακίνδυνη. Γιατί κάθε ύπαρξη, όσο ταπεινή ή φοβερή κι αν είναι, στρέφεται προς το φως για να πάρει ζωή, ώστε κάποτε να απελευθερωθεί από τα δεσμά.
Γνωρίζοντας τον τρόπο με τον οποίο συνέτασσαν τους λόγους τους τότε οι ρήτορες, δεν θα απείχαμε πολύ από την αλήθεια αν λέγαμε ότι στην αρχή της ομιλίας του ο Σκοπελιανός προσπάθησε, με λόγια μαλακά και κολακευτικά, να καταπραΰνει την καχυποψία του τυράννου. Στη συνέχεια άρχισε να τον συμβουλεύει για το επίμαχο θέμα, που ήταν τα αμπέλια, μιλώντας του ως φίλος και λέγοντας ότι ο Διόνυσος/Βάκχος είναι το θεϊκό στοιχείο μέσα στον άνθρωπο που έχει πεθάνει και πρέπει να αναστηθεί. Διατάσσοντας να ξεριζωθούν τα αμπέλια, σύμβολο του θεού, είναι σαν να διέταζε να ξεριζωθεί η ψυχή μέσα από τον άνθρωπο. Πιθανόν να του αφηγήθηκε την ιστορία του Πενθέα και να του θύμισε το τραγικό τέλος που είχε όταν θέλησε να τα βάλει με τον θεό. Συνεχίζοντας να μιλά ατάραχα και συγκεφαλαιώνοντας συμβούλεψε τον αυτοκράτορα να γίνει συνλειτουργός του θεού και συμπότης του, επιτρέποντας στους ανθρώπους να συνεχίσουν να κάνουν σπονδές στον Βάκχο, συμπεριλαμβάνοντας τώρα στις επικλήσεις τους και το όνομα του βασιλιά ως σωτήρα και προστάτη τους.
Ο τύραννος και ο ποιητής
Θα κάνουμε περισσότερο εναργή την εικόνα που θέλουμε να δώσουμε με ένα παράδειγμα άσκησης κακής διπλωματίας. Αν και έχουν περάσει από τότε δύο χιλιάδες τετρακόσια χρόνια, επιβεβαιώνει με τον καλύτερο τρόπο τα όσα αναφέραμε πιο πάνω.
Υπάρχουν άνθρωποι ωμοί, δεσποτικοί και φιλόδοξοι που όταν τύχει και πάρουν στα χέρια τους την εξουσία, γίνονται ακόμη χειρότεροι, καθώς στον κακό χαρακτήρα τους προστίθεται και η κακία που έχει από τη φύση της η εξουσία. Στην αρχαιότητα αυτούς τους αποκαλούσαν τυράννους και ένας από τους πιο ονομαστούς ήταν ο Διονύσιος ο Πρεσβύτερος, ο τύραννος των Συρακουσών. Αυτός αφού απελευθέρωσε τις Συρακούσες από τους Καρχηδόνιους, κατέλαβε το 405 π.Χ. πραξικοπηματικά την εξουσία και τη διατήρησε για 38 χρόνια, εξοντώνοντας τους αντιπάλους του και θανατώνοντας πολλούς συμπολίτες του για να προμηθευτεί χρήματα δημεύοντας τις περιουσίες τους.
Όπως είπαμε και πιο πάνω, δεν υπάρχει άνθρωπος καθ’ ολοκληρίαν κακός ή καλός. Κάθε άνθρωπος είναι μείγμα θετικών και αρνητικών ιδιοτήτων, αδυναμιών και αρετών, έχοντας ορισμένα τμήματα της ψυχής του φωτεινά και άλλα βυθισμένα στο σκοτάδι και την άγνοια. Το θέμα είναι ποιο από τα δύο υπερτερεί, αν δηλαδή είναι περισσότερα τα φωτεινά τμήματα ή αν είναι περισσότερα τα σκοτεινά. Και γι’ αυτό αποκαλούμε πνευματικά εξελιγμένο εκείνον που καταφέρνει να μεταστοιχειώσει τα αρνητικά τμήματα της ψυχής του σε θετικά, τα ελαττώματα και τις αδυναμίες του σε αρετές και το σκοτάδι που μέσα του σε φως. Το ζήτημα είναι πού θα επικεντρωθεί κάποιος – στα θετικά ή στα αρνητικά στοιχεία του άλλου;
Έτσι κι ο Διονύσιος, μπορεί να ήταν τύραννος, θεωρούσε όμως τον εαυτό του μεγάλο ποιητή και στην αυλή του φιλοξενούσε ποιητές και φιλοσόφους επειδή του άρεσε να τον κολακεύουν όταν τους διάβαζε τα έργα που είχε γράψει. Και αυτή ήταν η θετική πλευρά του χαρακτήρα του.
Ανάμεσα στους διανοούμενους που φιλοξενούσε ήταν και ο τραγικός ποιητής Αντιφών από την Αθήνα (δεν πρέπει να συγχέεται με τον ρήτορα Αντιφώντα). Αυτός, αν και ο ίδιος ήταν μέτριος ποιητής και χωρίς να εκτιμά ότι τρωγόπινε στην αυλή του τυράννου και δεχόταν από αυτόν χρήματα, συνήθιζε να εξευτελίζει τις τραγωδίες του Διονύσιου, που για τον Διονύσιο ήταν σημαντικότερες ακόμη και από την εξουσία.
Μια μέρα που ο Διονύσιος ρώτησε ποιο μέρος της γης βγάζει τον καλύτερο χαλκό, ο Αντιφών είπε: «Ο καλύτερος είναι της Αθήνας, από τον οποίο έχουν κατασκευαστεί τα αγάλματα του Αρμόδιου και του Αριστογείτονα», αναφερόμενος στους δύο ήρωες της δημοκρατίας που σκότωσαν στην Αθήνα τον τύραννο Ίππαρχο. Αυτά τα λόγια τον οδήγησαν στον θάνατο με την κατηγορία ότι υπονομεύει ότι υπονομεύει την εξουσία του Διονύσιου και προσπαθεί να στρέψει τους Σικελιώτες εναντίον του.
Όπως παρατηρεί εύστοχα ο Φιλόστρατος, «ο Αντιφών διέπραξε μέγα σφάλμα ερχόμενος σε σύγκρουση με τον τύραννο, κάτω από την εξουσία του οποίου επέλεξε να ζει και όχι στο δημοκρατικό καθεστώς της πατρίδας του. Επιπλέον, αποτρέποντας τον Διονύσιο από την συγγραφή τραγωδιών, στην πραγματικότητα τον απέτρεπε από το να είναι ήρεμος, επειδή τέτοιου είδους ενασχολήσεις κάνουν τους ανθρώπους αμέριμνους∙ και ειδικότερα οι τύραννοι είναι πιο ανεκτοί για τους υπηκόους τους όταν είναι χαλαροί μάλλον παρά σε υπερδιέγερση∙ διότι, αν είναι χαλαροί, θα κάνουν λιγότερους φόνους, θα διαπράξουν λιγότερες βίαιες πράξεις και αρπαγές.
«Ο τύραννος που ασχολείται με την τραγωδία, μοιάζει με γιατρό που είναι άρρωστος και προσπαθεί να θεραπεύσει τον εαυτό του. Εκτός αυτού, η σύνθεση των μύθων, οι μονωδίες, οι ρυθμοί του χορού και η παρουσίαση στη σκηνή χαρακτήρων, οι περισσότεροι των οποίων πρέπει να έχουν ήθος χρηστό, μεταβάλλουν την αδιαλλαξία και ωμότητα των τυράννων, όπως τα φάρμακα γιατρεύουν τις αρρώστιες. Αυτά δεν πρέπει να θεωρηθούν κατηγορίες σε βάρος του Αντιφώντα, αλλά συμβουλές που απευθύνονται σε όλους, για να μην προκαλούν τους τυράννους ούτε να εξοργίζουν ανθρώπους με χαρακτήρα κτηνώδη».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου