Πέμπτη 24 Αυγούστου 2017

Κ. Καβάφης: Το τραγικό ως ειρωνεία

Δέησις

Η θάλασσα στα βάθη της πήρ’ έναν ναύτη.—
Η μάνα του, ανήξερη, πηαίνει κι ανάφτει

στην Παναγία μπροστά ένα υψηλό κερί
για να επιστρέψει γρήγορα και νάν’ καλοί καιροί —

και όλο προς τον άνεμο στήνει τ’ αυτί.
Aλλά ενώ προσεύχεται και δέεται αυτή,

η εικών ακούει, σοβαρή και λυπημένη,
ξεύροντας πως δεν θάλθει πια ο υιός που περιμένει.
 

Εισαγωγικά στοιχεία για το ποίημα

Γράφτηκε το 1896 και δημοσιεύτηκε το 1898.
Η κύρια φάση της ποιητικής παραγωγής του Καβάφη αρχίζει μετά το 1911.
Γι’ αυτό, η Δέησις λογίζεται ότι ανήκει στην πρώιμη περίοδο της καβαφικής ποίησης.
Είναι ένα από τα 154 «αναγνωρισμένα» από τον ίδιο τον ποιητή ποιήματα.

Σχετικά με την ποιητική γραφή:

– ο τίτλος προδηλώνει άμεσα ό,τι πρόκειται να εκφράσει το όλο ποιητικό σώμα.
– το σύνολο των στίχων είναι οκτώ, οι οποίοι κατανέμονται σε τέσσερις δίστιχες στροφές.
– παρατηρείται ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία σε κάθε δίστιχο.
– πρώτη και τέταρτη στροφή: στίχοι παροξύτονοι.
– δεύτερη και τρίτη στροφή: στίχοι οξύτονοι.
– χρήση του φαινομένου του διασκελισμού: το νόημα του κάθε στίχου συνεχίζεται στον επόμενο στίχο.
– ιαμβικό μέτρο, όπως σε όλα τα ποιήματα του Καβάφη.

Οργάνωση του ποιήματος.

α) ενότητες:
– πρώτη ενότητα (στ. 1): εισαγωγή· αναφέρεται στον πνιγμό του ναύτη.
– δεύτερη ενότητα (στ. 2-5): το κυρίως θέμα· η μάνα δέεται και προσεύχεται στην Παναγία, χωρίς να ξέρει για τον χαμό του παιδιού της.
– Τρίτη ενότητα (στ. 6-8): επίλογος· η θλίψη του εικονίσματος της Παναγίας.

β) η προβολή του ποιητικού μύθου:

– προβάλλεται το κεντρικό στοιχείο του ποιητικού μύθου.
– αποσιωπώνται άλλα δευτερεύοντα στοιχεία, όπως το πώς ή το πότε συνέβη ο πνιγμός.
– η αποσιώπηση βοηθά στην παραγωγή αισθητικού αποτελέσματος, γιατί το ποιητικό σώμα δεν πνίγεται μέσα σε μια ατέρμονη περιγραφή ή έκθεση στοιχείων αλλά παρουσιάζεται αρμονικά σφιχτοδεμένο γύρω από έναν λιτό ποιητικό λόγο.

Γλώσσα και ύφος:

– η γλώσσα στον Καβάφη υπηρετεί πάντοτε τον ποιητικό του σκοπό.
– γι’ αυτό παρατηρούμε να χρησιμοποιεί ένα κράμα δημοτικής και καθαρεύουσας.
– εξάλλου ο ποιητής είναι υπέρμαχος του ενιαίου χαρακτήρα της ελληνικής γλώσσας.
– μόνο ως ενιαία οντότητα, αλλά με πολύμορφο χαρακτήρα μπορεί η γλώσσα, κατά τον ποιητή, να μας προσφέρει πλούτη.
– σε κάθε περίπτωση, τον κυρίαρχο τόνο στο ποίημα τον δίνει η δημοτική γλώσσα.
– η γλώσσα του Καβάφη, ακριβώς χάρη στην ιδιάζουσα δομή της, προσδίδει ιδιαίτερη γοητεία στο σύνολο της ποίησής του.
– το ύφος είναι σχεδόν το ίδιο με την καθημερινή ομιλία και χαρακτηρίζεται ως πεζολογικό.
– διακρίνεται για την απλότητά του, την αφηγηματικότητά του και τη δραματικότητά του.
– αναδίδει, κατά ταύτα, τόνο πονεμένο και θρηνητικό.
– άλλο γνώρισμα του ποιήματος, σε επίπεδο τεχνικής, είναι η εικονοποιία: προσευχή, εικόνα της Παναγίας.
– προσωποποίηση της εικόνας, επίθετα καθορισμένου-ολοποιητικού προσδιορισμού (υψηλό, σοβαρή, ανήξερη κ.α.), μεταφορικές εκφράσεις (να’ ν’ καλοί καιροί, στήνει τ’ αυτί ).

Θέμα και περιεχόμενο:

Η μάνα του ναύτη, ο οποίος έχει πνιγεί, δέεται μάταια στην Παναγία. Το περιεχόμενο έχει χαρακτήρα θρησκευτικό και όχι λιγότερο κοινωνικό. Τρία είναι κυρίως τα περιστατικά που το συνθέτουν:

α) το τραγικό γεγονός του πνιγμού του ναύτη (στ. 1)·
β) η άγνοια που έχει η μάνα για τον χαμό του παιδιού της και οι δεήσεις της στην Παναγία για να επιστρέψει σώος πίσω ο γιος της (στ.2-5)·
γ) η Παναγία που ξέρει για τον χαμό του ναύτη και ακούει τη μάνα με σοβαρότητα, αλλά και με λύπη.

Τραγική ειρωνεία:

– η άγνοια της μάνας και γνώση της Παναγίας για την απώλεια του ναύτη.
– η τραγική ειρωνεία είναι ένα σύνηθες φαινόμενο στην αρχαία ελληνική τραγωδία.
– τι σημαίνει εκεί τραγική ειρωνεία;
– σημαίνει την άγνοια της αλήθειας από τον ήρωα της τραγωδίας.
– αυτή την αλήθεια όμως τη γνωρίζουν οι θεατές.
– στο ποίημά μας, αυτό που αγνοεί η μάνα το γνωρίζουμε εμείς οι αναγνώστες και η Παναγία.

Ερμηνεία και σχολιασμός

στ. 1:
– μας δίνεται η σαφής και η ρητή πληροφορία ότι κάποιος ναύτης έχει πνιγεί.
– αυτή η πληροφορία μας φέρνει ενώπιον ενός τραγικού γεγονότος, το οποίο συνέχει όλη την εξέλιξη του ποιήματος.

στ. 2-5:
– η μάνα παρουσιάζεται να προβαίνει σε ορισμένες ενέργειες.
– αυτές υπαγορεύονται από την αγάπη για το γιο της, που βρίσκεται μακριά, και από τη συναίσθηση ότι η θάλασσα κρύβει κινδύνους.
– η μάνα δεν γνωρίζει ότι αυτό που ανεπαίσθητα φοβάται μήπως συμβεί στο γιο της, έχει ήδη συμβεί.
– όλες λοιπόν οι ενέργειές της –δέηση, προσευχή στην Παναγία, άναμμα της λαμπάδας στο εικόνισμά της– δείχνουν ότι την έχει κατακυριεύσει η αίσθηση της απουσίας του παιδιού της.
– αυτό της δημιουργεί ανησυχία και αβεβαιότητα.
– τρομαγμένη, συνταραγμένη από κακό προαίσθημα, γεμάτη από αδημονία, «στήνει τα’ αυτί» για να ακούσει τον άνεμο, κατά πόσο συνεχίζει να λυσσομανά και να «πριονίζει» τις ελπίδες της για τον μεγάλο γυρισμό του παιδιού της.
– Παράλληλα ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια μας, δηλαδή στα μάτια του αναγνώστη, μια λανθάνουσα, αλλά ζωτικής σημασίας αντίθεση: ο χαμός του ναύτη, από τη μια πλευρά, και η ενεργός παρουσία της μάνας με τις δεήσεις κ.λπ., από την άλλη πλευρά, η οποία ενσαρκώνει τη γεμάτη έγνοιες ζωή της.
– Στον κύκλο αυτής της ζωής υπάρχει ζωντανός και ο γιος της, ενόσω η ίδια δεν γνωρίζει τη σκληρή πραγματικότητα του θανάτου του γιου της.
– Η όχι ακόμα πραγματοποιημένη ελπίδα συντελεί ώστε η μάνα να νιώθει μόνη και αδύναμη, να αναζητεί συνακόλουθα στο θείο την παραμυθία εκ του μη-πραγματοποιήσιμου.

στ. 6-8:
– η ανήξερη για το τραγικό γεγονός μάνα εξακολουθεί να εναποθέτει τις ελπίδες της στην Παναγία.
– η συμπεριφορά της αντανακλά τον ψυχικό της πόνο που επιφέρει ο ξενιτεμός του παιδιού της.
– ο γυρισμός δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Όσο αργεί επιτείνει την αγωνία της μάνας.
– και αυτή η πραγματικότητα της απουσίας του παιδιού της είναι σκληρή, αλλά πιο σκληρή είναι εκείνη του χαμού του που η μάνα δεν έχει γνωρίσει και την οποία, όπως διαφαίνεται στο ποίημα, την γνωρίζει μόνο η Παναγία.
– το γεγονός ότι η Παναγία τη γνωρίζει δεν σημαίνει ότι μπορεί να την αποτρέψει ή να την μεταλλάξει προς το βέλτιον.
– αυτό που δύναται είναι να αντιμετωπίσει το κακό σιωπηλά, ήτοι να σταθεί στο πλευρό της θνητής μητέρας ως συμπάσχουσα και να συναισθανθεί τον πόνο της μητέρας.
– γιατί τούτη η συναίσθηση και το συμπάσχειν;
– επειδή και η Παναγία είναι η μάνα που έχει υποστεί την εμπειρία του σταυρικού μαρτυρίου του γιου της.
– και η μια και η άλλη μητέρα υφίστανται τον ίδιο μητρικό σπαραγμό.

Βαθύτερες σημάνσεις του ποιήματος:

– Στο πεδίο της ανθρώπινης ζωής, ο τραγικός χαρακτήρας του ποιητικού μύθου ξετυλίγεται περίπου ως εξής:

– Συμβαίνει ορισμένες στιγμές στη ζωή μας να μας παραμονεύουν κίνδυνοι ή να μας περιμένουν μεγάλες συμφορές, χωρίς να έχουμε κάποια γνώση τους ή ακόμη και επίγνωση.

– Μοιάζουμε να ζούμε μέσα στη «μακαριότητα» της παντελούς άγνοιας, ενώ την ίδια στιγμή οι άλλοι γνωρίζουν καλά περί του επελθόντος ή επικείμενου κακού και μας συμπαραστέκονται με συγκατάβαση και συμπόνια.

– Αυτή η συμπαράσταση είναι η ανθρώπινη πλευρά που μας παρηγορεί και την οποία μέσα στη συμφορά μας αισθανόμαστε ως κάτι το ένθεο.

– Πέραν όμως της συναισθηματικής ικανοποίησης και μιας στοιχειωδώς εσωτερικής ισορροπίας, η ματαιωμένη προσδοκία παραμένει ζωντανή και μας ταλανίζει.

– Οποιαδήποτε καταφυγή ή επίκληση στο θείο δεν αίρει την τραγικότητα της ανθρώπινης μοίρας παρά μόνο την απωθεί στο υποσυνείδητο ή ίσως δεν την κάνει τόσο αισθητή.

– Το παρόν ποίημα, με το λιτό του ύφος και την τραγική του ειρωνεία, αφήνει να έρχεται έμμεσα στην επιφάνεια η ματαιότητα οποιασδήποτε ενέργειας που σχετίζεται με προσευχές, αφιερώματα και παρόμοια.

– Η επίκληση του θείου δεν συνεπάγεται αυτόματα και πρακτική άρση ή υπέρβαση της ανθρώπινης συμφοράς. Αυτό που υπόσχεται είναι η αναπτέρωση της ελπίδας και η παρηγοριά.

– Το κρυφό παιχνίδι της μοίρας είναι η υπόρρητη δύναμη του ανθρώπινου Dasein.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου