Το φαινόμενo της εκδήλωσης πολλαπλών προσωπικοτήτων, που σήμερα διαγιγνώσκεται ως Διασχιστική Διαταραχή Ταυτότητας (ΔΔΤ), ή αλλιώς Διαταραχή Πολλαπλής Προσωπικότητας (ΔΠΠ), ενέπνευσε τη λαϊκή φαντασία πολύ πριν την ένταξή του στο Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών (DSM - Αμερικανική Ψυχιατρική Ένωση).
Οι ρίζες αυτής της διαταραχής ως ψυχιατρικής πάθησης εντοπίζονται στη Γαλλία κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Εκείνη την εποχή, ξεκινώντας από τις ανερχόμενες απόψεις και ιδέες για την ύπνωση, την υστερία και το τραύμα, οι επιστήμονες που μελετούσαν τη συμπεριφορά ασθενών που παρουσίαζαν φαινομενικά διαφορετικές προσωπικότητες, επανερμήνευαν τα διάφορα θρησκευτικά φαινόμενα, όπως ο δαιμονισμός και η έκσταση, με όρους μη αναγνωρισμένων ψυχιατρικών προβλημάτων (Baeten, 1998).
Στα διαγνωστικά συστήματα, το πιο αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό της διασχιστικής διαταραχής ταυτότητας είναι η ύπαρξη φαινομενικά ανεξάρτητων προσωπικοτήτων, όπου εκδηλώνεται αμνησία της πρωταρχικής ταυτότητας με σκοπό την ύπαρξη και την εκδήλωση της συμπεριφοράς των άλλων ταυτοτήτων (Putnam κ.ά., 1986, Boysen και VanBergen, 2013).
Το κλινικό φαινόμενο της διασχιστικής διαταραχής ταυτότητας ανέκαθεν γοήτευε την κοινή γνώμη και μέχρι σήμερα παραμένει μία ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη διάγνωση. Η διαγνωστική διαμάχη αφορά δύο ζητήματα, την αιτιολογία και τη θεραπευτική διαδικασία. Το ζήτημα της αιτιολογίας αφορά την εγκυρότητα της διάγνωσης, δηλαδή εάν η διασχιστική διαταραχή ταυτότητας υφίσταται ή όχι.
Στη βιβλιογραφία υπάρχουν δύο αντιτιθέμενες απόψεις· η μία υποστηρίζει το μετατραυματικό μοντέλο και η άλλη το κοινωνικογνωστικό μοντέλο, με το δεύτερο να ονομάζεται και μοντέλο φαντασίωσης λόγω της έμφασης που δίνεται στη ροπή για φαντασιώσεις και στην κλίση προς υποβολή.
Από αυτή τη σκοπιά του μετατραυματικού μοντέλου, οι διασχιστικές καταστάσεις θεωρείται ότι υπάρχουν ήδη στα παιδιά, τα οποία τις χρησιμοποιούν ως μέσο αποφυγής του τραύματος που προήλθε από βίαιες εμπειρίες. Εδώ, λοιπόν, εντοπίζεται μία άμεση σύνδεση μεταξύ της βίωσης του τραύματος και της διάσχισης, με τη διασχίση να θεωρείται ως μία δημιουργική στρατηγική επιβίωσης που βοηθά το άτομο να αντιμετωπίσει το σοβαρό τραύμα που βίωσε. Η τακτική αυτή θεωρείται ότι ενδεχομένως εξελίσσεται και οδηγεί στην εκδήλωση τροποποιημένων ταυτοτήτων που διατηρούνται κατά την ενήλικη ζωή και εκφράζονται όταν το άτομο καλείται να αντιμετωπίσει αγχωτικές καταστάσεις και συναισθήματα που απορρίπτονται από την πρωταρχική ταυτότητα. Κατά συνέπεια, στο θεραπευτικό πλαίσιο υπάρχει σαφής εστίαση τόσο στο τραύμα όσο και στο σύμπτωμα των αλλοιώσεων.
Η εν λόγω αναπαράσταση ρόλων δεν θεωρείται ως απάτη η παραπλάνηση, αλλά ως μία αυθόρμητη πρακτική με ελάχιστη ή καθόλου συνειδητή προσπάθεια. Έχει υποστηριχθεί η άποψη ότι η συμπεριφορά των ασθενών που πάσχουν από αυτή τη διαταραχή αποτελεί μέσο για την επικύρωση ενός ασθενικού ρόλου, ο οποίος με τη σειρά του προσφέρει ευκαιρίες στον ασθενή να κερδίσει την προσοχή των γύρω του και να αποκτήσει ικανοποίηση για τον εαυτό του (McHugh, 1993). Καθώς η άποψη αυτή αποδίδει την υπαιτιότητα στον ασθενή έχει προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις.
Η διάγνωση της διασχιστικής διαταραχής προσωπικότητας εντοπίζει το πρόβλημα που καλούνται να διαχειριστούν οι ασθενείς στο επίπεδο της ταυτότητας, ή, με άλλα λόγια, στον τρόπο βίωσης του εαυτού. Κάθε άνθρωπος αναγνωρίζει πιθανά το βίωμα της αντίδρασης, της συμπεριφοράς και της αίσθησης με τρόπο που έρχεται σε σύγκρουση με την ιδέα που έχει σχηματίσει για το ποιος είναι, για την ταυτότητά του. Ωστόσο, στη διασχιστική διαταραχή προσωπικότητας αυτές οι αντιδράσεις, οι συμπεριφορές και τα συναισθήματα φαίνεται να διαχωρίζονται σε τέτοιο βαθμό ώστε να βιώνονται σαν να ανήκουν σε κάποιον άλλο εαυτό ή ακόμα και να μη βιώνονται συνειδητά καθόλου.
Υφίσταται απώλεια μνήμης και δείχνει να έχει ξεχάσει ορισμένες περιόδους της ζωής του, ορισμένα γεγονότα, ανθρώπους, ακόμα και προσωπικές πληροφορίες.
Βιώνει μία αίσθηση αποσύνδεσης από τον εαυτό του και από τα συναισθήματά του, διαθέτοντας μία ασαφή εικόνα της ταυτότητάς του.
Διακατέχεται από έντονο στρες και δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που προκύπτουν στις σχέσεις και στο εργασιακό του περιβάλλον.
Αντιλαμβάνεται τον κόσμο γύρω του ως παραμορφωμένο και εξωπραγματικό.
Αντιμετωπίζει προβλήματα ψυχικής υγείας όπως κατάθλιψη, άγχος, αυτοκτονικές σκέψεις.
Οι ρίζες αυτής της διαταραχής ως ψυχιατρικής πάθησης εντοπίζονται στη Γαλλία κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Εκείνη την εποχή, ξεκινώντας από τις ανερχόμενες απόψεις και ιδέες για την ύπνωση, την υστερία και το τραύμα, οι επιστήμονες που μελετούσαν τη συμπεριφορά ασθενών που παρουσίαζαν φαινομενικά διαφορετικές προσωπικότητες, επανερμήνευαν τα διάφορα θρησκευτικά φαινόμενα, όπως ο δαιμονισμός και η έκσταση, με όρους μη αναγνωρισμένων ψυχιατρικών προβλημάτων (Baeten, 1998).
Τι είναι η διασχιστική διαταραχή ταυτότητας
Επί του παρόντος, η διασχιστική διαταραχή ταυτότητας ορίζεται ως μία διαταραχή της ταυτότητας η οποία χαρακτηρίζεται από δύο ή περισσότερες διακριτές καταστάσεις προσωπικότητας και συνοδεύεται από σχετικές αλλαγές που επηρεάζουν τη συμπεριφορά, τη συνείδηση, τη μνήμη, την αντίληψη, τη γνωστική λειτουργία και/ή τη λειτουργία των αισθητήριων κινήσεων, με επαναλαμβανόμενα κενά στην ανάκληση στη μνήμη καθημερινών γεγονότων, προσωπικών πληροφοριών και/ή πραγματικών γεγονότων (Αμερικανική Ψυχιατρική Ένωση, 2013).Στα διαγνωστικά συστήματα, το πιο αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό της διασχιστικής διαταραχής ταυτότητας είναι η ύπαρξη φαινομενικά ανεξάρτητων προσωπικοτήτων, όπου εκδηλώνεται αμνησία της πρωταρχικής ταυτότητας με σκοπό την ύπαρξη και την εκδήλωση της συμπεριφοράς των άλλων ταυτοτήτων (Putnam κ.ά., 1986, Boysen και VanBergen, 2013).
Το κλινικό φαινόμενο της διασχιστικής διαταραχής ταυτότητας ανέκαθεν γοήτευε την κοινή γνώμη και μέχρι σήμερα παραμένει μία ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη διάγνωση. Η διαγνωστική διαμάχη αφορά δύο ζητήματα, την αιτιολογία και τη θεραπευτική διαδικασία. Το ζήτημα της αιτιολογίας αφορά την εγκυρότητα της διάγνωσης, δηλαδή εάν η διασχιστική διαταραχή ταυτότητας υφίσταται ή όχι.
Στη βιβλιογραφία υπάρχουν δύο αντιτιθέμενες απόψεις· η μία υποστηρίζει το μετατραυματικό μοντέλο και η άλλη το κοινωνικογνωστικό μοντέλο, με το δεύτερο να ονομάζεται και μοντέλο φαντασίωσης λόγω της έμφασης που δίνεται στη ροπή για φαντασιώσεις και στην κλίση προς υποβολή.
Η διασχιστική διαταραχή ως αμυντική αντίδραση στο τραύμα
Η πρώτη αιτιολογική προσέγγιση που προτάθηκε θεώρησε τη διασχιστική διαταραχή ταυτότητας ως μία διακριτή ψυχική διαταραχή, όπου η τάση για διάσχιση αποτελεί μία αμυντική αντίδραση σε κάποιο σοβαρό παιδικό τραύμα, αρχικά θεωρούμενο ως σεξουαλικής φύσεως ή σχετιζόμενο με σατανιστικές τελετουργίες (Mulhern, 1994). Ωστόσο, πιο πρόσφατα, το ενδιαφέρον εστιάζεται στη μελέτη διασπαστικών εμπειριών που λαμβάνουν χώρα κατά την περίοδο των πρώιμων σχέσεων προσκόλλησης.Από αυτή τη σκοπιά του μετατραυματικού μοντέλου, οι διασχιστικές καταστάσεις θεωρείται ότι υπάρχουν ήδη στα παιδιά, τα οποία τις χρησιμοποιούν ως μέσο αποφυγής του τραύματος που προήλθε από βίαιες εμπειρίες. Εδώ, λοιπόν, εντοπίζεται μία άμεση σύνδεση μεταξύ της βίωσης του τραύματος και της διάσχισης, με τη διασχίση να θεωρείται ως μία δημιουργική στρατηγική επιβίωσης που βοηθά το άτομο να αντιμετωπίσει το σοβαρό τραύμα που βίωσε. Η τακτική αυτή θεωρείται ότι ενδεχομένως εξελίσσεται και οδηγεί στην εκδήλωση τροποποιημένων ταυτοτήτων που διατηρούνται κατά την ενήλικη ζωή και εκφράζονται όταν το άτομο καλείται να αντιμετωπίσει αγχωτικές καταστάσεις και συναισθήματα που απορρίπτονται από την πρωταρχική ταυτότητα. Κατά συνέπεια, στο θεραπευτικό πλαίσιο υπάρχει σαφής εστίαση τόσο στο τραύμα όσο και στο σύμπτωμα των αλλοιώσεων.
Οι πολλαπλές ταυτότητες ως κοινωνικές κατασκευές
Το κοινωνικογνωστικό μοντέλο προτείνει μία ιατρογενή προέλευση για τη διασχιστική διαταραχή ταυτότητας. Από την άποψη αυτή, οι πολλαπλές ταυτότητες θεωρούνται ως πολιτιστικές αναπαραστάσεις ή κοινωνικές κατασκευές χωρίς αιτιώδη συνάφεια με κάποιο τραύμα. Ο ρόλος των κυρίαρχων θεραπευτικών μοντέλων και των θεραπευτικών προτάσεων, μαζί με τις επιρροές των μέσων μαζικής ενημέρωσης και τις ευρύτερες κοινωνικοπολιτιστικές προσδοκίες, προτείνεται ότι παίζουν κεντρικό ρόλο στη δημιουργία της διασχιστικής διαταραχής ταυτότητας.Η εν λόγω αναπαράσταση ρόλων δεν θεωρείται ως απάτη η παραπλάνηση, αλλά ως μία αυθόρμητη πρακτική με ελάχιστη ή καθόλου συνειδητή προσπάθεια. Έχει υποστηριχθεί η άποψη ότι η συμπεριφορά των ασθενών που πάσχουν από αυτή τη διαταραχή αποτελεί μέσο για την επικύρωση ενός ασθενικού ρόλου, ο οποίος με τη σειρά του προσφέρει ευκαιρίες στον ασθενή να κερδίσει την προσοχή των γύρω του και να αποκτήσει ικανοποίηση για τον εαυτό του (McHugh, 1993). Καθώς η άποψη αυτή αποδίδει την υπαιτιότητα στον ασθενή έχει προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις.
Η διάγνωση της διασχιστικής διαταραχής προσωπικότητας εντοπίζει το πρόβλημα που καλούνται να διαχειριστούν οι ασθενείς στο επίπεδο της ταυτότητας, ή, με άλλα λόγια, στον τρόπο βίωσης του εαυτού. Κάθε άνθρωπος αναγνωρίζει πιθανά το βίωμα της αντίδρασης, της συμπεριφοράς και της αίσθησης με τρόπο που έρχεται σε σύγκρουση με την ιδέα που έχει σχηματίσει για το ποιος είναι, για την ταυτότητά του. Ωστόσο, στη διασχιστική διαταραχή προσωπικότητας αυτές οι αντιδράσεις, οι συμπεριφορές και τα συναισθήματα φαίνεται να διαχωρίζονται σε τέτοιο βαθμό ώστε να βιώνονται σαν να ανήκουν σε κάποιον άλλο εαυτό ή ακόμα και να μη βιώνονται συνειδητά καθόλου.
Συμπτώματα Διασχιστικής Διαταραχής Ταυτότητας
Ορισμένα από τα σύμπτωμα που παρουσιάζει ο ασθενής με διασχιστική διαταραχή ταυτότητας:Υφίσταται απώλεια μνήμης και δείχνει να έχει ξεχάσει ορισμένες περιόδους της ζωής του, ορισμένα γεγονότα, ανθρώπους, ακόμα και προσωπικές πληροφορίες.
Βιώνει μία αίσθηση αποσύνδεσης από τον εαυτό του και από τα συναισθήματά του, διαθέτοντας μία ασαφή εικόνα της ταυτότητάς του.
Διακατέχεται από έντονο στρες και δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που προκύπτουν στις σχέσεις και στο εργασιακό του περιβάλλον.
Αντιλαμβάνεται τον κόσμο γύρω του ως παραμορφωμένο και εξωπραγματικό.
Αντιμετωπίζει προβλήματα ψυχικής υγείας όπως κατάθλιψη, άγχος, αυτοκτονικές σκέψεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου