Δευτέρα 5 Οκτωβρίου 2015

Μοίρα μου έγινες!

Τις προάλλες σε μια μεγάλη παρέα που βρέθηκα άνοιξε μια συζήτηση για το πεπρωμένο στον έρωτα. Το αν δηλαδή υπάρχει ένα άτομο μοναδικό και ξεχωριστό για τον κάθε ένα μας, κάτι δηλαδή σαν αδελφή ψυχή. Κάποιοι τοποθετήθηκαν υπέρ της ύπαρξής του, πολλοί κατά και κάποιοι δεν είχανε άποψη. Ο μεγαλύτερος της παρέας, ο Γιώργος δεν πήρε σαφή θέση, όμως μας ζήτησε την άδεια να μοιραστεί μαζί μας την παρακάτω αληθινή ιστορία.

Με την Άννα μεγάλωσαν στην ίδια γειτονιά. Τα σπίτια τους ήταν στο ίδιο οικοδομικό τετράγωνο. Ο έρωτας τους ξεκίνησε από τα μικράτα τους. Εκείνος 19 εκείνη 17. Ατέλειωτες συζητήσεις σε πλατείες, πάρκα, παραλίες. Κρυφά ραντεβού από γονείς και γνωστούς. Βλέπεις εκείνη την εποχή ήταν όλα αυτά απαγορευμένα. Αν και περνούσαν αρκετές ώρες μαζί, ο έρωτάς τους πάντα είχε την αίσθηση του ανικανοποίητου.

Όταν έπρεπε να χωριστούν λόγο σπουδών σε διαφορετικές πόλεις αποφάσισαν να χωρίσουν κιόλας. Το πάθος τους δεν θα μπορούσε ούτε να συμβιβαστεί ούτε να χωρέσει σε βιαστικά τηλεφωνήματα. Ήταν σχεδόν κοινή η απόφασή τους.

Όταν τέλειωσαν τις σπουδές συναντήθηκαν τυχαία στη γειτονιά και ξαναέσμιξαν σαν να μην είχε αλλάξει τίποτα. Μόνο που εκείνη είχε πλέον «σοβαρό» δεσμό. Θα χώριζε σίγουρα είπε. Μόνο που εκείνος σε λίγες μέρες θα πήγαινε στρατό.

Όταν βρίσκονταν μαζί κάτι γινόταν στην ατμόσφαιρα… σαν τα κορμιά τους να έπρεπε αμέσως να αγκαλιαστούν. Λες και όσα συνέβαιναν γύρω τους ήταν απλώς ένα εμπόδιο που έπρεπε να ξεπεραστεί για να πέσει ο ένας πάνω στον άλλο να γίνουν και πάλι ένα. Το συντομότερο δυνατόν.

Υποσχέθηκαν πως αυτή τη φορά δεν θα την πατούσαν, δεν θα ξαναχώριζαν λόγω απόστασης. Θα άντεχαν μέχρι που αυτός να εκπλήρωνε τη στρατιωτική του θητεία. Όμως οι μέρες περνούσαν βασανιστικά αργά. Εκείνος ήταν σαν αγρίμι μέσα στο στρατόπεδο, από ένστικτο πως κάτι κακό συνέβαινε. Ένα βράδυ που του τα έλεγε μασημένα στο τηλέφωνο ο Γιώργος πήδηξε το φράκτη και το έσκασε. Δεν τον ένοιαζε ούτε το στρατοδικείο ούτε τίποτα. Πήγε κάτω από το σπίτι της και περίμενε. Μετά από ώρες την είδε να βγαίνει από το αυτοκίνητο του «σοβαρού» δεσμού της.

Γύρισε πίσω και δεν απάντησε ποτέ στα τηλεφωνήματά της. Δεν ξανασυναντήθηκαν από τότε.

Περίπου είκοσι χρόνια μετά βρέθηκαν κατά τύχη στο Μέγαρο Μουσικής. Πριν την έναρξη της παράστασης συναντήθηκαν στην ουρά του μπαρ. Τυπικές αγκαλιές, γνωριμία μετά των συζύγων, τυπικές συζητήσεις για τα παιδιά… 

Όμως στα βλέμματά τους μπορούσες να διακρίνεις το ίδιο άσβεστο πάθος. Στο διάλειμμα της παράστασης όταν η Άννα πήγε τουαλέτα ο Γιώργος την ακολούθησε. Δεν χρειάστηκε να πουν πολλά. Δώσανε ραντεβού στο πάρκο τους την επόμενη μέρα. Δεν το σκέφτηκαν πολύ. Σαν να μη πέρασε καν από το μυαλό τους το ότι είχαν πλέον οικογένειες πίσω τους, υποχρεώσεις.

Όταν βρεθήκανε δεν υπήρχε ούτε αμηχανία, ούτε νευρικότητα. Λες και δεν είχε περάσει μια μέρα... τα σώματα παραμέρισαν τις όποιες σκέψεις υπήρχαν και λειτούργησαν σχεδόν αυτόνομα, όπως έκαναν πάντα. Κάποια στιγμή εκεί που μόνο το πάθος είχε λόγο εκείνη τόλμησε να τον ρωτήσει «τι έγινε και εξαφανίστηκες;». «Σε είδα» της απάντησε και συνέχισε να τη φιλάει.

Κάπου εκεί ο Γιώργος σταμάτησε να μας μιλάει και μας κοίταγε γελώντας. «Αυτή ήταν η ιστορία μου», μας είπε. Τότε ακολούθησαν βροχή οι ερωτήσεις: «Τι έγινε μετά;», «Χώρισαν ξανά;», «είναι ακόμα μαζί;». Όλοι ήθελαν να μάθουν ποιο είναι το τέλος της ιστορίας.

Μόνο που ο Γιώργος δεν ήθελε -για τους δικούς του προφανώς λόγους- να μας το αποκαλύψει. Έτσι, ο καθένας έπλασε το τέλος της ιστορίας όπως πραγματικά ήθελε και κυρίως βάσει των δικών του πεποιθήσεων για το πεπρωμένο.

Αλήθεια, εσύ τι πιστεύεις ότι μπορεί να έγινε;

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου