Παρασκευή 1 Μαΐου 2015

Η αινιγματική ετυμολογία της λέξης "άνθρωπος"

Η ετυμολογία της λέξης «άνθρωπος» έχει αποτελέσει από τα αρχαία χρόνια ως σήμερα αντικείμενο διαφωνιών και διαφορετικές εκδοχές έχουν προταθεί στην πάροδο των χρόνων, πολλές από τις οποίες αστήρικτες. Ευτυχώς για μας σήμερα τα μυκηναϊκά αρχεία προσέφεραν πολύτιμες ενδείξεις για το πού πρέπει να αναζητήσουμε τη λύση. Στις μυκηναϊκές πινακίδες η λέξη εμφανίζεται με την αρχαϊκότερη φωνητικά μορφή της ως ἄνθρωκwος. Οι γλωσσολόγοι αμέσως επισήμαναν ότι ο χειλοϋπερωικός φθόγγος κw (qu) αποτελεί τον πρόδρομο του -π- της ιστορικής εποχής, σύμφωνα με μια εξέλιξη τυπική στις περισσότερες ελληνικές διαλέκτους μετά την κατάρρευση των μυκηναϊκών κέντρων: μπροστά από στρογγυλό φωνήεν οι χειλοϋπερωικοί φθόγγοι τράπηκαν κατά κανόνα σε χειλικούς. Πβ. qwolos > polos > πόλος, gwasileus > basileus > βασιλεύς.

Η μυκηναϊκή μορφή της λέξης δείχνει ξεκάθαρα ότι ήταν σύνθετη με δεύτερο συνθετικό τη ρίζα okw-, η οποία έδωσε ουσιαστικά όπως το ὄψ. ὄψις, ὄμμα < ὄπμα, ὀμμάτιον > μάτι, Αἰθίοψ (και άλλα παρόμοια σύνθετα όπως Μέροψ), τον παρακείμενο ὄπωπα του ὁρῶ κ.ά. Το πρώτο συνθετικό μοιάζει να αποτελεί μορφή της λέξης ἀνήρ, γενική τοῦ ἀν-δ-ρός. Εδώ το -δ- αναπτύχθηκε για λόγους ευφωνίας στις πλάγιες πτώσεις. Μπορούμε λοιπόν να συμπεράνουμε μια πρωταρχική μορφή *ἄνδρωπος, όπου το δ εξελίχτηκε σε θ, δηλαδή δασύνθηκε (d > dh > th > θ), πιθανότατα από επίδραση της δασείας του ὁρῶ (Kretschmer), με το οποίο συνδεόταν το δεύτερο συνθετικό. Εναλλακτικά η δασύτητα μπορεί να αναπτύχθηκε για λόγους εκφραστικότητας ή ταμπού (πβ. το σημερινό διάτανος αντί διάβολος). Αν ισχύουν τα παραπάνω, τότε η αρχική σημασία της λέξης ἄνθρωπος ήταν «αυτός που έχει την όψη άνδρα», όπου το άνδρας όμως αποκτά την γενικότερη σημασία του ανθρώπινου όντος, όπως συμβαίνει συχνά στον αρχαιοελληνικό λόγο. Την ετυμολογία αυτή ενισχύει η σπάνια λέξη δρώψ που διέσωσε ο Ησύχιος με τη σημασία «άνθρωπος». Εδώ είναι εμφανές το ευφωνικό -δ- που υπήρχε αρχικά στη λέξη, στο πρώτο συνθετικό. Το δεύτερο συνθετικό είναι πάλι από την ίδια ρίζα ὄκwς > ὄψ. Τι έγινε όμως με το πρώτο συνθετικό ἀνήρ και πήρε αυτή τη μορφή; Πρέπει να γυρίσουμε πολύ πίσω στην ιστορία της Ελληνικής, όταν υπήρχε ακόμη μια κατηγορία φθόγγων, τα λαρυγγικά. Αυτά άλλοτε τράπηκαν σε φωνήεντα και άλλοτε χάθηκαν. Έτσι μια αρχική μορφή *hner ακολούθησε δύο διαφορετικούς φωνητικούς δρόμους:
 
hner > aner > ἀνήρ και με ανάπτυξη ευφωνικού -δ- > ἀν-δ-ρός + ὄκwoς > ἄνδρωκwος > ἄνδρωπος > ἄνθρωπος, όπως εξηγήσαμε παραπάνω.
 
hner > ner > ανάπτυξη ευφωνικού -δ- >  νδρός + ὄκwς > νδρώψ > απώλεια του αρχικού ένρινου ν- > δρώψ (Ησύχιος).  Η φωνητική εξέλιξη δεν θα ήταν μοναδική. Πβ. λ.χ.:
 
μλαξ > μάλαξ και όλα τα παράγωγα (μέχρι τo σημερινό κοσμητικό επίθετο...). Αλλά:
μλαξ > μ-β-λαξ (ανάπτυξη ευφωνικού β) > βλαξ (απώλεια του αρχικού ένρινου).

Επίσης μλώσκω > μβλώσκω > βλώσκω (αλλά το αρχικό ένρινο που υπήρχε διατηρείται στον αόριστο ἔ-μολον). 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου