- Ασφαλώς όχι !
Η ιδέα του να λειτουργούμε βάσει του σεβασμού μας προς την θρησκεία θυμίζει την εντολή του Μωσαϊκού νόμου: «Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου». Ας υποθέσουμε όμως, ότι ο πατέρας σου και η μητέρα σου είναι εγκληματίες· δεν θα άξιζαν τον σεβασμό σου. Θα πρέπει λοιπόν να σεβόμαστε τους θρησκευόμενους ανθρώπους; Ναι, εφ’ όσον δεν είναι αντικοινωνικοί και δεν σκοπεύουν να επιβάλουν τις θρησκευτικές τους αντιλήψεις στους άλλους.
Ωστόσο, ακόμη κι αν τους σεβόμαστε ως άτομα που ζουν ευπρεπώς και δεν ενοχλούν τους συνανθρώπους τους, δεν μπορούμε να σεβόμαστε τις πεποιθήσεις τους. Η θρησκευτική πίστη, που σημαίνει ισχυρή πεποίθηση σε κάτι παρά την απουσία απόδειξης, αποτελεί προδοσία της ανθρώπινης ευφυίας, υπονομεύει την επιστημονική γνώση και την καλλιέργεια ήθους. Σε περίπτωση που υπήρχαν σοβαρές αποδείξεις για τα δόγματά τους, τότε δεν θα επρόκειτο για πίστη αλλά για γνώση.
Όπως έγραψε ο Τζ. Σ. Μιλλ, καμμία ιδέα δεν μπορεί να καταξιωθεί στις συνειδήσεις των ανθρώπων, αν δεν υπάρχει η δυνατότητα έκφρασης της αντίθετης άποψης.
Στην έννοια του ελεύθερου λόγου θα πρέπει να συμπεριλαμβάνεται και το δικαίωμα των ανθρώπων να γελούν με τις παράλογες ιδέες. Πράγματι το γελοίο –των σατιρικών καρτούνς του Μωάμεθ συμπεριλαμβανομένων– αποτελούσε ανέκαθεν σημαντικό στοιχείο της ελεύθερης ανταλλαγής ιδεών σχετικά με οποιοδήποτε θέμα και όχι μόνο όσον αφορά στην θρησκεία. Χωρίς αυτήν την ελεύθερη ανταλλαγή δεν θα υπήρχε πρόοδος στην γνώση και στην κοινωνία.
Οι απολυταρχικοί εξτρεμιστές οποιασδήποτε θρησκείας η αίρεσης θέτουν την πίστη ως το πρωταρχικό ζητούμενο και αδιαφορούν παντελώς για την ελευθερία. Στην ημερησία διάταξη ακολουθούν η λογοκρισία και η βία. Σε μία κοινωνία, όπου κυριαρχεί η θρησκευτική ορθοδοξία, δεν υπάρχει θρησκευτική ελευθερία.
Παρεμπιπτόντως το ξέσπασμα βίας, που προκλήθηκε από τα δανέζικα καρτούνς, σχεδιάστηκε από φανατικούς ισλαμιστές, οι οποίοι δημοσίευσαν σε μουσουλμανικές χώρες μία υπερβολική εκδοχή τους τέσσερις μήνες μετά την δημοσίευση των πρωτοτύπων.
Οι πολιτικοί και άλλοι δημόσιοι λειτουργοί μας λένε, ότι δεν είναι πολιτικώς ορθό να αποκαλούμε τους μουσουλμάνους που προκάλεσαν τους βομβαρδισμούς του Λονδίνου (7 Ιουλίου 2005) μουσουλμάνους τρομοκράτες. Όμως όλοι γνωρίζουμε, ότι ήταν μουσουλμάνοι και μάλιστα φανατικοί. Η πίστη τους, ότι τους μάρτυρες του Αλλάχ περιμένει μία ευδαίμων μετά θάνατον ζωή, είναι μία άλλη πλευρά του προβλήματος και από την στιγμή που είναι ακλόνητη, εκείνο που ίσως χρειαζόμαστε είναι ένας αγιατολλάχ, ο οποίος με την βοήθεια του Κορανίου θα τους πείσει, ότι οι βομβιστές αυτοκτονίας θα πάνε στην Κόλαση (η ότι τέλος πάντων ο Παράδεισος ξέμεινε από παρθένες).
Αν και θα πρέπει να προσέξουμε να μην στραφούμε εναντίον των φιλήσυχων μελών της μουσουλμανικής βρεταννικής κοινότητας, ωστόσο δεν θα πρέπει να ακολουθήσουμε την πολιτική που ακολούθησαν διαδοχικές βρεταννικές κυβερνήσεις στο παρελθόν. Για παράδειγμα το 1989 οι ιμάμηδες επικήρυτταν επ’ αμοιβή μέσω του BBC τον Σαλμάν Ρουσντί και όμως δεν διώχθηκαν για προτροπή σε έγκλημα.
Οι βομβιστές αυτοκτονίας της 7ης Ιουλίου ήταν νεαροί μουσουλμάνοι, οι οποίοι γεννήθηκαν στην Μ. Βρεταννία, τρεις εκ των οποίων αναγνωρίσθηκαν αμέσως μετά τον θάνατό τους. Τουλάχιστον ένας από αυτούς συνήθιζε να πηγαίνει στο τζαμί του Φίνσμπουρυ, όπου ο Αμπού Χαμζά έκανε επί οκτώ έτη κηρύγματα μίσους και βίας και προέτρεπε νέους άνδρες να διαπράξουν εγκλήματα (κάτι το οποίο ήταν γνωστό στις Αρχές). Η Υπηρεσία Δίωξης άρχισε τις διαδικασίες ποινικής του δίωξης μόλις το 2004, κι αυτό επειδή οι ΗΠΑ ζητούσαν την έκδοσή του στην χώρα τους, προκειμένου να δικαστεί για εκλήματα που είχε διαπράξει εναντίον τους.
Ο Μωάμεθ συνέχισε το «έργο» του Ιησού, και στο Κοράνιο υπάρχουν ακόμη περισσότερες μανιακές καταγγελίες περί μη πίστης απ’ ό,τι στην Καινή Διαθήκη. Επιπλέον το Ισλάμ δεν κατάφερε να περιορίσει τα κρούσματα βίας και να δείξει την μετριοπάθεια, που δείχνει ο Χριστιανισμός τους τελευταίους δύο αιώνες. Οι Ταλιμπάν, η Αλ Κάϊντα και η Μπάντρ Κόρμπς του Ιράκ (την οποία διευθύνει το Ανώτατο Συμβούλιο Ισλαμικής Επανάστασης της χώρας) είναι εξτρεμιστικά αλλά ορθόδοξα κινήματα – γεννήματα του Κορανίου, που υποτιμά τις γυναίκες και διατάσσει τους πιστούς του να κηρύξουν ιερό πόλεμο (τζιχάντ) ενάντια στους αιρετικούς και τους «απίστους». Οι μετριοπαθείς μουσουλμάνοι μπορεί να το θεωρήσουν ως παρερμηνεία – αλλά γιατί ο Αλλάχ η ο προφήτης του ο Μωάμεθ προκάλεσαν τέτοια σύγχυση; Ακόμη και οι δύο μεγαλύτερες σέκτες του Ισλαμισμού, οι σιίτες και οι σουνίτες, βρίσκονται σε διαρκή σύγκρουση μεταξύ τους στο Ιράκ, αλλά και αλλού.
Ο ευμεγέθης διώροφος εικονιζόμενος ναός έχει ανεγερθεί στη Σρι Λάνκα, προκειμένου να στεγάσει το μοναδικό δόντι, που σύμφωνα με την βουδδιστική παράδοση διασώθηκε μετά την αποτέφρωση του Βούδδα. Πλήθος προσκυνητών τον επισκέπτονται καθημερινά, για να καταθέτουν τις προσφορές τους και να συμμετέχουν στις ιεροτελεστίες σεβασμού στο δόντι. Το ίδιο το δόντι όμως δεν επιτρέπεται να αποκαλυφθεί ποτέ σε κανέναν. Μικρή λεπτομέρεια: Το μοναδικό δόντι του Βούδδα φυλάσσεται επίσης στο ναό Ling Guang στην Κίνα, στο μοναστήρι Fo Guang Shan στην Ταϊβάν και στο ναό Engakuji στην Ιαπωνία.
Οι μουσουλμάνοι, μας λένε, είναι πραγματικά ευαίσθητοι και πληγώνονται, όταν κάποιος κοροϊδεύει την θρησκεία τους. Ο θεός τους και υποτιθέμενος δημιουργός τους δεν διαθέτει κάποια αίσθηση του χιούμορ; Το γέλιο δεν είναι δικό του δημιούργημα; Και μήπως είναι τόσο αδύναμος, ώστε να μην μπορεί να αντιμετωπίσει ένα αστείο, χωρίς να προστρέξουν προς υπεράσπισή του κάποιοι ιερωμένοι, οι οποίοι είναι ανίκανοι να αντιληφθούν τον οποιονδήποτε αστεϊσμό; Οι μουσουλμάνοι, ισχυριζόμενοι ότι είναι υπερευαίσθητοι και ότι πληγώνονται από σκίτσα, αποκτούν προνόμια. Όλοι οφείλουν να τους μιλούν με ιδιαίτερη προσοχή και να τους αντιμετωπίζουν με μεγάλη επιείκεια.
Είναι γεγονός, ότι στην Αγγλία υπάρχει νόμος κατά της βλασφημίας για την προστασία των δογμάτων της Εκκλησίας της Αγγλίας. Η αρχή της ισότητας επιβάλλει την ισχύ αυτού του νόμου και για τις άλλες θρησκείες. Σήμερα όμως αποτελεί νεκρό γράμμα, και η καλύτερη λύση θα ήταν να καταργηθεί, όπως άλλωστε έχει προτείνει η Νομική Επιτροπή επανειλημμένως και σε διαδοχικές κυβερνήσεις, οι οποίες όμως κωφεύουν. Τώρα όμως η ιδέα της βλασφημίας έχει μετονομασθεί σε ασέβεια των θρησκευτικών συναισθημάτων του άλλου, πράγμα που την έχει καταστήσει άτρωτη. Η τωρινή κυβέρνηση μάλιστα προχώρησε στην ποινικοποίηση αυτής της «ασέβειας» μετονομάζοντάς την σε «προτροπή σε θρησκευτικό μίσος» και ψηφίζοντας σχετικό νόμο.
Υπό την πίεση των θρησκευτικών ηγετών και την κοινή τους βούληση για εξουσία το Συμβούλιο της Ευρώπης εξετάζει την θέσπιση νόμων από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα Ηνωμένα Έθνη, που θα επιβάλλουν τον «σεβασμό των θρησκευτικών συναισθημάτων» παγκοσμίως.
Η εισαγωγή της λέξης συναισθήματα στοχεύει σε μία επίφαση ανθρωπιάς. Οι έλλογοι όμως άνθρωποι δεν μπορούν να σέβονται την θρησκεία –αν ενδιαφερόμαστε να υπερισχύσει η εντιμότητα της υποκρισίας– και το να δείχνουμε ψευτοσεβασμό στις θρησκείες δεν θα ήταν μόνο ανέντιμο, αλλά θα επέτρεπε τον θρίαμβο των προλήψεων και των προκαταλήψεων του Μεσαίωνα και την παράλληλη άρση των κοινωνικών και ατομικών ελευθεριών, που με τόσο κόπο και πόνο κατέκτησαν οι άνθρωποι τους τελευταίους αιώνες.
Εν κατακλείδι, αντί να είμαστε πρόθυμοι να περιορίσουμε την ελευθερία του λόγου χάριν του υποκριτικού σεβασμού προς την θρησκεία, θα έπρεπε να περιορίσουμε τον σεβασμό προς την θρησκεία χάριν του ελεύθερου λόγου. Αυτό επιτάσσει η αναζήτηση της αλήθειας και της ελευθερίας (secularhumanism.org).
|
************************************
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗ ΒΛΑΣΦΗΜΙΑ
Αν και εδώ και είκοσι περίπου χρόνια δέν συναντάμε πια στην Ευρώπη καταδίκες για βλασφήμια, με εξαίρεση την Ελλάδα και τη Γερμανία, στην πραγματικότητα είναι ελάχιστα τα ευρωπαϊκά κράτη, στα οποία δέν βρίσκουμε νομοθεσία, που να αποδοκιμάζει τη βλασφήμια. Συγκεκριμένα, μόνον η Γαλλία και το Βέλγιο απολαμβάνουν εδώ και καιρό αυτή την κατάσταση.
Η ποινική απαγόρευση τής βλασφήμιας, που αναλύεται σε ιστορική, θεωρητική και πολιτική προοπτική στο υπό κρίση βιβλίο, συνιστά μια μεσαιωνική επιβίωση, που διατηρείται ως σήμερα σε πολλές χώρες. Έχουμε εδώ μια εκπληκτική αντίφαση τού σύγχρονου δικαίου, η οποία δείχνει πόσο βαθιά θρησκευόμενο είναι το «φιλελεύθερο» κράτος.
Κανένας «ρεαλισμός» δέν πρέπει να αποτρέπει από τη νομικοπολιτική κριτική και τον κοινωνικό αγώνα, για την εξάλειψη ρυθμίσεων, που το κράτος θα όφειλε να καταργήσει, για λόγους συνέπειας προς τις συνταγματικές εξαγγελίες του. Όσο δέν το πράττει, θα εξακολουθεί να είναι εσωτερικά αντιφατικό και διάστικτο από μεσαιωνικές επιβιώσεις.
Αν βλασφημήσω τα τριαντάφυλλα, διαπράττω άραγε το αδίκημα τής κακόβουλης βλασφήμιας, επειδή κάποιος μπορεί να ισχυριστεί, ότι πιστεύει στη θεία δύναμη τής φύσης; Αν εξετάσουμε το ζήτημα από τη συνταγματική οπτική τής θρησκευτικής ελευθερίας, η απάντηση πρέπει να είναι θετική. Η κρατική επιλογή τού ποιά θρησκεία είναι άξια προστασίας αντιτίθεται στη συνταγματική επιταγή για ίση μεταχείριση των φορέων θρησκευτικής συνείδησης.
Ακολουθεί δειγματοληπτική σταχυολόγηση τού τί ακριβώς ισχύει σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες με την παράθεση των σχετικών άρθρων από τους ποινικούς κώδικές τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου