Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2024

Η παιδεία στην ομηρική εποχή

 Αιέν αριστεύειν και υπείροχον έμμεναι άλλων. (Ζ 207)

Μύθων τε ρητήρ’ έμεναι πρηκτήρά τε έργων. (Ι 438-443)

Παιδεία -Εκπαίδευση

Νομίζουμε πως επιβάλλεται, πριν προχωρήσουμε στην ανάπτυξη του θέματός μας, να διευκρινίσουμε τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στους δύο όρους, την παιδεία και την εκπαίδευση.

Η Ουνέσκο ορίζει την παιδεία ως «την κινητήρια δύναμη μιας ολόπλευρης ανάπτυξης του ανθρώπου, που επιτελείται δια βίου και αποσκοπεί στην ολοκλήρωση της προσωπικότητας του ατόμου σε διανοητικό, ηθικό, συναισθηματικό και πνευματικό επίπεδο».

Ευνοούν την παιδεία η έμφυτη τάση του ανθρώπου για γνώση και μάθηση, η ανάγκη της ψυχικής του και πνευματικής του ανάπτυξης, καθώς και η ανάγκη προσαρμογής του στο περιβάλλον. Την παρέχουν η οικογένεια, ο κοινωνικός χώρος, η τέχνη, το βιβλίο, η πολιτική, οι πνευματικοί άνθρωποι, τα Μέσα μαζικής ενημέρωσης. Διαρκεί μια ολόκληρη ζωή.

Η εκπαίδευση είναι η γνώση, η αγωγή και η μόρφωση που παρέχει το σχολείο με τα σχολικά του προγράμματα, τα παιδαγωγικά του συστήματα και τους στόχους του. Η εκπαίδευση είναι θεσμός του κράτους με συγκεκριμένους στόχους και περιεχόμενο, καθορισμένης χρονικής διάρκειας.

Επομένως, η εκπαίδευση είναι ορισμένης χρονικής διάρκειας και παρέχεται από το κράτος, ενώ η παιδεία παρέχεται σε όλη τη διάρκεια της ζωής, δια βίου.

Η παιδεία στην ομηρική Ιλιάδα

Αν θελήσουμε να διερευνήσουμε με ποιο τρόπο είναι διαρθρωμένος ο κόσμος στον Όμηρο θα διαπιστώναμε ότι σχηματίζει μια πυραμίδα που στην κορυφή της βρίσκονται οι θεοί, πιο κάτω ακολουθούν οι ημίθεοι, οι ήρωες, οι βασιλιάδες, οι ευγενείς και στη βάση της πυραμίδας οι κοινοί θνητοί. Ακόμη διαπιστώνουμε πως οι άνθρωποι που κατοικούν τον ομηρικό χώρο χωρίζονται σε κοινωνίες ειρηνικές και σε κοινωνίες άγριες, όπως των Κυκλώπων, γιατί, όταν ο Οδυσσέας αντιμετωπίζει τον Κύκλωπα περιγράφεται περιγράφεται από τον ποιητή ως μέλος μιας πολιτισμένης κοινωνίας, η οποία αντιμετωπίζει το ωμοφάγο τέρας, το άγριο κτήνος. Ο ποιητής ενδιαφέρεται κυρίως για τους ευγενείς, τους πρώτους στην τάξη, αυτούς που ξεχωρίζουν ανάμεσα στο πλήθος και αγωνίζονται για υπεροχή. Είναι οι ήρωες, Αχαιοί και Τρώες. Αυτοί εμφορούνται από υψηλά ιδανικά, έχουν αρχές, είναι γενναίοι και θεωρούν ατυχία να πεθάνουν, χωρίς να τους βρει ο θάνατος στην ηρωική πράξη.

Ο Αχιλλέας προτιμά τον ένδοξο θάνατο από τη μακρόχρονη άδοξη ζωή.
Το ομολογεί ο ίδιος:

Μου το’χει πει η μητέρα μου, η ασημόποδη θεά Θέτη,
πως μοίρα διπλή με φέρνει στο τέλος της ζωής μου.
αν μείνω εδώ και πολεμώ γύρω απ’ την πόλη των Τρώων,
πίσω πια δε γυρίζω, όμως αιώνια θα’ναι η δόξα μου,
αν πάλι πάω στο σπίτι μου, στην πατρική μου γη,
η λαμπρή μου δόξα χάνεται. (Ι 410-415).

Με το ίδιο πνεύμα απαντά και ο γενναίος Διομήδης στο Σθένελο, που τον προτρέπει να αφήσει τη μάχη και να φύγει, γιατί πλησιάζουν και απειλούν τη ζωή του δύο γενναίοι Τρώες, ο Πάνδαρος και ο Αινείας. Εκείνος, αντιδρώντας στην προτροπή του φίλου του, λέει:

Δε θέλω να ακούω λέξη για φυγή, γιατί δε θα με πείσεις.
Δεν το’χω εγώ στο αίμα μου τη μάχη ν’ αποφεύγω,
ούτε και ζαρώνω, το λέει η καρδιά μου ακόμα.
Ν’ ανέβω στο άρμα δε μου πάει, πεζός
θα τους επιτεθώ. Μ’ εμποδίζει απ’ τη φυγή η Αθηνά Παλλάδα. (Ε 252-256)

Αυτή την αγωγή πήρε ο ήρωας από το σπίτι του και αυτήν ακολουθεί πιστά. Δεν πρόκειται να κάνει πίσω, να δειλιάσει, γιατί ντρέπεται την Αθηνά και δεν μπορεί να ενεργήσει αλλιώς, γιατί πιστεύει πως «όποιος ακούει τους θεούς, κι εκείνοι τον ακούνε»(Α 218). Σέβεται και ντρέπεται να παρακούσει τη θεά, όπως και ο Έκτορας ντρέπεται τους Τρώες και τις Τρωάδες και δε θέλει σαν δειλός να αποφύγει τον πόλεμο:

Κι εγώ αλήθεια νοιάζομαι για όλα αυτά,
μα ντρέπομαι αφάνταστα τους Τρώες και τις Τρωάδες.
Ούτε μου πάει η καρδιά, γιατί έμαθα να είμαι γενναίος πάντα,
στην πρώτη γραμμή να πολεμώ ανάμεσα στους Τρώες,
να διασώσω θέλοντας τη μεγάλη δόξα του πατέρα μου και τη δική μου. (Ζ 441-446).

Και οι δύο ήρωες, Διομήδης και Έκτορας, εμφορούνται από τις ίδιες αρχές. Είναι γενναίοι και δεν το έχουν στο αίμα τους να αποφεύγουν τον πόλεμο. Ο πρώτος, γιατί ντρέπεται την Παλλάδα, ενώ ο δεύτερος γιατί ντρέπεται τους συμπατριώτες του και γιατί έτσι διασώζει την πατρική και τη δική του δόξα. Αυτές είναι οι αρχές τους και δεν πρόκειται να τις αρνηθούν μπροστά σε οποιοδήποτε κίνδυνο.
Κάποιος είπε: πως το υψηλότερο αγαθό για τον ομηρικό άνθρωπο δεν είναι ο φόβος του θεού αλλά ο σεβασμός σε αξίες όπως είναι η αιδώς και η δικαιοσύνη.

Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο που πάνω στην οργή του ο Αχιλλέας αποκαλεί τον Αγαμέμνονα αναιδή και σκυλόμουτρο, γιατί η αιδώς και η δίκη θεωρούνταν στην αρχαϊκή εποχή θεμελιώδεις αρετές, όταν η πόλη άρχισε να αποκτά πολιτειακή οντότητα.

Ώμοι, αναιδείην επιειμένε, κερδαλεόφρον
πώς τις τοι πρόφρων έπεσιν πείθηται Αχαιών
ή οδόν ελθέμεναι ή ανδράσιν ίφι μάχεσθαι;
….
αλλά σοι, ω μέγ΄αναιδές, άμ’ εσπόμεθα, όφρα συ χαίρης
τιμήν αρνύμενοι Μενελάω σοι τε, κυνώπα,
προς Τρώων. (Α 149-160)

***
Αλίμονό μου, αδιάντροπε απ’ την κορφή ως τα νύχια, κερδοσκόπε!
Πώς Αχαιός να υπακούσει πρόθυμα στα λόγια σου
ή να σε ακολουθήσει ή με τους εχθρούς σκληρά να πολεμήσει;

Αλλά αδιάντροπε ήρθαμε για το χατίρι σου και για χαρά δική σου, εκδίκηση
να πάρουμε απ’ τους Τρώες για το Μενέλαο και για την αφεντιά σου,
σκυλόμουτρο.

Ο Αχιλλέας δεν κατηγορεί μόνο για αναίδεια τον Αγαμέμνονα αλλά και για αχαριστία απέναντί του, επειδή αυτός, χωρίς καμιά υποχρέωση απέναντι στο Μενέλαο, ήρθε να πολεμήσει μαζί τους, για να ξεπλύνουν την ντροπή από την ενέργεια του Πάρη, ενώ όλοι οι άλλοι αρχηγοί ήταν δεμένοι με όρκο στον Τυνδάρεο, τον πατέρα της Ελένης, να βοηθήσουν τον άντρα της, αν κάποτε χρειαζόταν βοήθεια, όχι όμως και ο Αχιλλέας, γιατί τότε που τους έδενε με όρκο αυτός ήταν μικρός. Για τον ομηρικό άνθρωπο προέχει να κοσμείται από αιδώ και δίκη, να είναι άριστος πάντα και να ξεπερνά τους άλλους. Είναι η φράση που είπε ο Ιππόλοχος στο γιο του Γλαύκο:

Αιέν αριστεύειν και υπείροχον έμμεναι άλλων. (Ζ 207).

***
Να είσαι πάντα άριστος και να ξεπερνάς τους άλλους.

Αυτή η αρχή παρακινούσε τον ομηρικό ήρωα σε κάθε του πράξη και αυτή φρόντιζε να τηρήσει όσο καλύτερα μπορούσε. Ήταν προϊόν αγωγής και παιδείας που έπαιρνε ο κάθε νέος από την παιδική του ηλικία. Ο στόχος της παιδείας ήταν κοινός για όλους τους ανθρώπους της ομηρικής κοινωνίας στο έπος της Ιλιάδας, πλην όμως άλλη αγωγή δέχονταν τα παιδιά του λαού και άλλη των ευγενών.

Τα πρώτα διαπαιδαγωγούνταν από την οικογένεια, από τον πατέρα τα αγόρια και από τη μητέρα τα κορίτσια. Συνήθως τα παιδιά μιμούνταν τους μεγαλύτερους και ακολουθούσαν χωρίς βία το παράδειγμά τους, συμμετέχοντας στις εκδηλώσεις της καθημερινής ζωής.

Τα παιδιά όμως των ευγενών, της αριστοκρατικής τάξης, διαπαιδαγωγούνταν από τους δασκάλους, όπως ήταν ο Χείρων και ο Φοίνικας. Τους μάθαιναν να είναι καλοί πολεμιστές και δεινοί ρήτορες, να είναι μετριοπαθείς, συνετοί, εγκρατείς και φιλόξενοι, κάτι που καθρεφτίζεται καθαρά στην ομιλία του Φοίνικα προς τον Αχιλλέα, όταν έφτασε ως μέλος της τριμελούς αντιπροσωπείας με τον Οδυσσέα και τον Αίαντα να παρακαλέσουν τον Αχιλλέα να γυρίσει στον πόλεμο:

Σοι δε μ’ έπεμπε γέρων ιππηλάτα Πηλεύς
Ήματι τω ότε σ’εκ Φθίης Αγαμέμνονι πέμπε
νήπιον, ου πω ειδόθ’ομοιίου πολέμοιο,
ούδ’ αγορέων, ίνα τ’ άνδρες αριπρπέες τελέθουσι,
τούνεκά με προέηκε διδασκέμεναι τάδε πάντα,
μύθων τε ρητήρ’ έμεναι πρηκτήρά τε έργων(Ι 438-443)

***
Μαζί σου μ’ έστειλε ο Πηλέας, ο αρματομάχος γέροντας,
τη μέρα που σε ξεπροβόδιζε από τη Φθία στον Αγαμέμνονα,
μικρό παιδί ακόμα, αμάθητο από πολέμους φονικούς
και συνελεύσεις, όπου διαπρέπουν οι άντρες.
Γι’ αυτό μ’ έστειλε, να σου μαθαίνω όλα αυτά,
να ’σαι και ρήτορας καλός και μαχητής σπουδαίος.

Σ’ αυτούς τους στίχους καθρεφτίζεται ξεκάθαρα το παιδαγωγικό ιδεώδες της ομηρικής εποχής. Ο ομηρικός ήρωας ολοκληρώνεται όχι μόνο στη μάχη αλλά και στις συνελεύσεις, στην αγορά, στις συζητήσεις για σοβαρά θέματα, γιατί κι ο λόγος ο δυνατός και πειστικός είναι δείγμα ικανού ανδρός, γι’ αυτό ο κάθε άνθρωπος δε θα πρέπει να είναι μόνο γενναίος πολεμιστής αλλά και καλός ρήτορας, για να επιβάλλεται με όσα πειστικά λέει.

Ο Πλάτων στον Πρωταγόρα, αναφερόμενος στην αγωγή των νέων, γράφει:το δε μάθημά εστιν ευβουλία περί των οικείων, όπως αν άριστα την αυτού οικίαν διοικοί, και περί των της πόλεως, όπως τα της πόλεως δυνατότατος αν είη και πράττειν και λέγειν.

Καταλήγει, λοιπόν, κι εδώ πως σκοπός της παιδείας είναι να καταστήσει το νέο, εκτός των άλλων, ικανό να ασχολείται με τα πράγματα της πόλης αλλά προπαντός να καταστεί ικανότατος στο να πολεμά γενναία, αλλά και να ομιλεί με επιχειρήματα στις συνελεύσεις και να πείθει. Αυτή η δυνατότητα παρέχει στον άνθρωπο τη δημόσια αναγνώριση και δόξα. Άλλωστε, και η ρήξη του Αχιλλέα με τον Αγαμέμνονα οφείλεται ακριβώς στη δημόσια προσβολή που του έκανε ο δεύτερος, για μια γυναίκα, τη στιγμή μάλιστα που πολεμούσαν στην Τροία οι Αχαιοί για να πάρουν εκδίκηση από τους Τρώες για μια ανάλογη προσβολή, δηλαδή την αρπαγή της Ελένης από τον Πάρη, το ωραίο βασιλόπουλο της Τροίας.

Τρεις φορές αρνείται να υποχωρήσει στις παρακλήσεις της τριμελούς επιτροπής ο Αχιλλέας, τονίζοντας ότι η προσβολή που υπέστη από τον Αγαμέμνονα ήταν μεγάλη και κάθε φορά που θυμάται πόσο άσχημα του φέρθηκε μπρος στους Αργείους, σαν να ήταν μετανάστης καταφρονεμένος, φουσκώνει μέσα του το μίσος και δε θα υποχωρήσει πριν δει τον Έκτορα να φτάνει απειλητικός στων Μυρμιδόνων τις σκηνές (Ι 646-450).

Ο ομηρικός όμως ήρωας νοιάζεται για την αξιοπρέπειά του, την καλή του φήμη όσο ζει αλλά και για τη μετά το θάνατό του καλή φήμη γύρω από το όνομά του.

Ξεκάθαρο παράδειγμα μας προσφέρει το έπος της Οδύσσειας, όπου η ψυχή του Ελπήνορα, ενός συντρόφου του Οδυσσέα, που σκοτώθηκε πέφτοντας από το παλάτι της Κίρκης, ζητά από το βασιλιά του, τον οποίο συναντά στον κάτω Κόσμο, όταν ανεβεί και πάλι στο παλάτι της Κίρκης, στον επάνω Κόσμο, να βρει το κουφάρι του και να το κάψει με την αρματωσιά του:

Μον’ κάψε το κουφάρι μου με την αρματωσιά μου,
και μνήμα χτίσε μου κοντά στ’αφοντυμένο κύμα,
για να θυμούνται κι οι στερνοί το δόλιο παλικάρι.
Κι αυτά σαν κάμεις, στήσε μου κι ένα κουπί στον τάφο,
αυτό που ζώντας έλαμνα κι εγώ με τους συντρόφους.(Οδύσσεια.λ 76-80)

Δύο πράγματα του ζητά η ψυχή του Ελπήνορα. Να βρει το κουφάρι του και να το θάψει και να στήσει ένα κουπί πάνω από τον τάφο του. Το πρώτο, γιατί η ψυχή του κατά την αρχαία αντίληψη δεν μπορούσε να διαβεί τις πύλες του Άδη και να βρει τη γαλήνη, το δεύτερο, το κουπί, για να θυμίζει την ύπαρξή του στους ανθρώπους, γεγονός που μαρτυρεί πως ενδιαφερόταν και νεκρός ακόμη ζωηρά για την υστεροφημία του, όπως συμβαίνει και με πολλούς ανθρώπους ακόμη και σήμερα.

΄Ετσι φαίνεται πως μορφωνόταν ο ευγενής νέος της ομηρικής εποχής στο έπος της Ιλιάδας και αισθανόταν υπερήφανος όχι μόνο για την καταγωγή του, και την πατρίδα του, αλλά και για την αρετή, την ανδρεία του και τη δημόσια τιμή που απολάμβανε λόγω των αρετών του, καθώς και για την υστεροφημία του. Με άλλα λόγια εφάρμοζε στη ζωή του τα δύο υπέρτατα ιδανικά:Αιέν αριστεύειν και υπείροχον έμμεναι άλλων, καθώς και τη συμβουλή του Ιππόλοχου προς το Γλαύκο, το γιο του:μύθων τε ρητήρ’ έμεναι πρηκτήρά τε έργων. Να γίνει δηλαδή ικανός πολεμιστής και δεινός ρήτορας, τα δυο βασικά χαρακτηριστικά της παιδείας στα χρόνια της αρχαϊκής εποχής.

Ο Πλούταρχος, αναφερόμενος στην αξία της παιδείας για τον άνθρωπο, γράφει:

Η ευγενική καταγωγή είναι ωραίο πράγμα, μα είναι αγαθό προγονικό. Και ο πλούτος είναι κάτι πολύτιμο, αλλά είναι κτήμα της τύχης, ενώ η παιδεία αντίθετα είναι το μόνο από τα αγαθά που είναι θεϊκό πράγμα και αθάνατο. (Πλουτ. Περί παίδων αγωγής 8)

Με τέτοιες αρχές μεγάλωνε και μορφωνόταν ο νέος της ομηρικής εποχής και ως ευγενής αγωνιζόταν να υλοποιήσει δύο πράγματα στη ζωή του το «αιέν αριστεύειν…» και το να γίνει «ρητήρ και πρηκτήρ έργων».

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου