Τα σκουλήκια της ζωής γίνονται όλο και πιο πολύπλοκα. Όλο και πιο εντυπωσιακά περιβλήματα στηρίζονται πάνω στο βασικό πλαίσιο του σκουληκιού. Κι αυτό επίσης είναι αποτέλεσμα των νόμων της θερμοδυναμικής. Ένα σκουλήκι προσπαθεί να φάει ένα άλλο για να οικειοποιηθεί την ενέργεια του. Το δεύτερο σκουλήκι λοιπόν αναπτύσσει ένα αμυντικό κέλυφος για να προστατευτεί και να μην το φάει το πρώτο σκουλήκι. Το πρώτο σκουλήκι με τη σειρά του αναπτύσσει επιθετικούς μηχανισμούς -δόντια, νύχια- για να σπάσει το κέλυφος. Οπότε το δεύτερο αναπτύσσει ένα πιο δυνατό κι ανθεκτικό κέλυφος, ή κάποιο μηχανισμό μετακίνησης ώστε να γλυτώσει από εκείνα τα απειλητικά δόντια και νύχια. Και η ζωή συνεχίζεται.
Αλλά μετά συμβαίνει ξαφνικά κάτι περίεργο και απροσδόκητο. Μερικά σκουλήκια -ή αλλιώς, μερικά από τα πλάσματα στα οποία έχουν εξελιχθεί τα σκουλήκια σαν αποτέλεσμα αυτού του ανταγωνισμού εξοπλισμών- φτάνουν σε κάποιο επίπεδο πολυπλοκότητας που αποκτούν συνείδηση. Δεν ξέρουμε ούτε πώς ούτε πότε συνέβη αυτό. Συνέβη όμως. Και ήταν άραγε ευλογία ή κατάρα;
Οι δύο αρχές της θερμοδυναμικής συνεπάγονται ότι ο θάνατος και η καταστροφή είναι αναπόσπαστα και ουσιώδη στοιχεία της διαδικασίας της ζωής. Για να ζήσει ένας οργανισμός είναι απαραίτητο να πεθάνει κάποιος άλλος. Η εικόνα ενός σύμπαντος σχεδιασμένου με βάση αυτές τις δύο αρχές είναι μια εικόνα που αποτελείται από σκηνές καταστροφής. Μέχρι όμως να αναπτυχθεί η συνείδηση (με τη μορφή των ζώων) δεν υπήρχε πόνος στο σύμπαν. Γιατί δεν υπήρχε τίποτα που να ήταν σε θέση να υποφέρει. Ένας ζωντανός οργανισμός -ένα φυτό ή ένα μη-πολύπλοκο ζώο- μπορεί να υποστεί φθορά και να πεθάνει. Δεν μπορεί να υποφέρει, όμως. Δεν μπορεί να νιώσει πόνο. Γιατί πόνος σημαίνει συνειδητοποίηση αυτής της φθοράς, της καταστροφής και του θανάτου. Η συνείδηση είναι αυτό που εισάγει τον πόνο και την απόλαυση στον κόσμο. Κι αν υπερισχύει η απόλαυση του πόνου, τότε όλοι φαντάζομαι θα συμφωνούσαμε πως η συνείδηση είναι ευλογία. Είναι όμως δύσκολο να πετύχει κάτι τέτοιο η συνείδηση αν σκεφτεί κανείς μέσα σε τι είδους σύμπαν αναπτύχθηκε.
Ο φιλόσοφος του 19ου αιώνα Arthur Schopenhauer που θεωρείται συνήθως Γερμανός, ενώ γεννήθηκε στο Γκντανσκ που ανήκει σήμερα στην Πολωνία- το είδε πιο καθαρά από οποιονδήποτε άλλον αυτό το πρόβλημα. Παρόλο που δεν ήξερε τίποτα για τις αρχές της θερμοδυναμικής, ούτε έλαβε υπόψη του τον ανταγωνισμό για την ενέργεια με μηδενικό άθροισμα, η άποψη του για το σύμπαν ήταν παρόμοια με αυτή που περιέγραψα λίγο πιο πάνω. Εφόσον αναπτύχθηκε μέσα σ’ αυτό το είδος σύμπαντος η συνείδηση θα έφερνε υποχρεωτικά περισσότερο πόνο παρά απόλαυση, συμπέρανε ο Schopenhauer. «Για να ελέγξουμε γρήγορα αν ισχύει η πρόταση ότι η απόλαυση υπερτερεί του πόνου, ή ότι το ένα εξισορροπεί τουλάχιστον το άλλο, φτάνει να συγκρίνουμε το πώς νιώθει ένα ζώο που τρώει ένα άλλο με το πώς νιώθει αυτό το άλλο», γράφει ο Schopenhauer. Η συνείδηση δεν είναι από μόνη της κάτι κακό. Αλλά δημιουργήθηκε μέσα σ’ ένα κακό σύμπαν: ένα σύμπαν σχεδιασμένο σύμφωνα με τους νόμους της θερμοδυναμικής.
Όταν φτάνουν σε κάποιο σημείο πολυπλοκότητας οι απόγονοι των σκουληκιών και αποκτούν συνείδηση, τότε ο καθένας απ’ αυτούς είναι πλέον σε θέση να συνειδητοποιήσει πώς τα καταφέρνει με το θέμα του ανταγωνισμού για την ενέργεια. Χοντρικά, αυτό που σηματοδοτεί ότι η μάχη εξελίσσεται ευνοϊκά το λέμε «απόλαυση» ή «ευχαρίστηση». Το αντίθετο το λέμε «πόνο». Όταν πηγαίνουν καλά τα πράγματα, θα συνεχίσουν να πηγαίνουν καλά με την προϋπόθεση ότι δεν θα αλλάξει τίποτα. Όταν όμως δεν πηγαίνουν καλά, κάτι πρέπει να γίνει γιατί πολύ σύντομα δεν θα υπάρχει πια η δυνατότητα να συνεχίσει κανείς να δίνει τη μάχη, είτε επρόκειτο να την κερδίσει είτε επρόκειτο να τη χάσει. Συνεπώς η συνείδηση των παιδιών του σκουληκιού χρειάζεται να είναι πολύ περισσότερο ευαισθητοποιημένη για την περίπτωση αρνητικής έκβασης μιας μάχης για ενέργεια, παρά για το αντίθετο. Άρα, αν δεν είναι απίστευτα τυχερό ένα πλάσμα με συνείδηση, έχει πολύ περισσότερες πιθανότητες να υποφέρει απ’ ό,τι να ευχαριστιέται. Κι αυτό σημαίνει ότι ο πόνος που βιώνει κατά τη διάρκεια της ζωής του επισκιάζει την ευχαρίστηση.
Γι’ αυτό και δεν το πολυπαίρνουμε είδηση όταν τα πράγματα πηγαίνουν καλά. Ο εκνευριστικός τένοντας στη δεξιά μου γάμπα, που είχε πάρει έναν ύπνο για τα τελευταία τρία χιλιόμετρα και τώρα ξύπνησε με ελεεινή διάθεση, μου το θυμίζει αυτό με οδυνηρό τρόπο. Έχω εντελώς απωθήσει τη σκέψη του πόσο καλά είμαι κατά τα άλλα. Όλα είναι σχετικά, βέβαια, αλλά η καρδιά μου εξακολουθεί να χτυπάει συμπαθητικά, τα πνευμόνια μου εργάζονται ικανοποιητικά εισπνέοντας και εκπνέοντας τον αέρα, και με εξαίρεση τη μία μου γάμπα, τα υπόλοιπα μέρη των ποδιών μου κάνουν αυτό που καλούνται να κάνουν χωρίς γκρίνιες. Συνολικά, λοιπόν, το σώμα μου κάνει καλά τη δουλειά του. Το παρατηρώ όμως αυτό; Αισθάνομαι κάποιου είδους ευγνωμοσύνη που πηγαίνουν τόσο καλά τα πράγματα; Ασφαλώς και όχι, όπως είχε προσέξει ο Schopenhauer:
«Ακριβώς όπως το ρυάκι που κυλάει ομαλά εφόσον δεν συναντάει κανένα εμπόδιο, έτσι και ο άνθρωπος ή το ζώο είναι προορισμένα από τη φύση τους να μην παρατηρούν ή να μην συνειδητοποιούν αυτό που είναι ευχάριστο, σύμφωνο με την επιθυμία τους. Για να προσέξουμε κάτι, θα πρέπει αυτό να έχει ματαιώσει την πραγματοποίηση της επιθυμίας μας ή θα πρέπει να έχουμε βιώσει κάποιου είδους σοκ. Από την άλλη μεριά, οτιδήποτε είναι αντίθετο προς την επιθυμία μας, ό,τι την ακυρώνει ή της αντιστέκεται, δηλαδή οτιδήποτε είναι δυσάρεστο ή οδυνηρό, γίνεται αντιληπτό άμεσα και ξεκάθαρα».
Είναι αναπόφευκτο να επικεντρώνει η συνείδηση ή η αντίληψη μας σε όσα δεν πηγαίνουν καλά στη ζωή μας και όχι σε αυτά που είναι εντάξει. Δεν χρειάζεται να στρέψω την προσοχή μου στο ότι η καρδιά μου χτυπάει κανονικά. Αν δεν μεσολαβήσει κάποια αλλαγή, θα συνεχίσει να χτυπάει ικανοποιητικά, άρα δεν είναι ανάγκη να κάνω κάτι σε σχέση με αυτό το θέμα. Αντίθετα, κάτι πρέπει να κάνω με τον τένοντα της δεξιάς γάμπας, ακόμα κι αν περιοριστώ στο να στρέψω την προσοχή μου στο πρόβλημα και να σκεφτώ τι εναλλακτικές έχω: Να συνεχίσω να τρέχω; Να τεντώσω για λίγο το πόδι; Να σταματήσω το τρέξιμο; Αν δεν αντιμετωπίσω το πρόβλημα, τότε μπορεί να πάθω ρήξη τένοντα κι επομένως να μην ξανατρέξω στη ζωή μου. Τα κακά πράγματα απαιτούν κάποιου είδους αντιμετώπιση, τα καλά δεν εγείρουν τέτοιες απαιτήσεις. Γι’ αυτό και τείνει να επικεντρώνει στα κακά η συνείδηση.
Για τον άνθρωπο είναι ακόμα χειρότερα τα πράγματα, λέει ο Schopenhauer, εξαιτίας των σχετικά ανεπτυγμένων νοητικών ικανοτήτων του, ιδίως της ικανότητας να θυμάται πράγματα που έχουν συμβεί και να προβλέπει κάποια που πρόκειται να συμβούν:
«Η κύρια πηγή όλου αυτού του πάθους είναι η στροφή της προσοχής σε πράγματα απόντα και μελλοντικά. Αυτή η σκέψη ασκεί τεράστια επιρροή σε όλα όσα κάνει ο άνθρωπος. Από αυτήν προέρχονται ουσιαστικά οι έγνοιες, οι ελπίδες και οι φόβοι του – αισθήματα που τον επηρεάζουν πολύ πιο βαθειά απ’ ό,τι θα μπορούσαν ποτέ να επηρεάσουν ένα ζώο οι χαρές και οι πόνοι που περιορίζονται στο παρόν του. Οι δυνατότητες που έχει ο άνθρωπος να αναλογίζεται, να θυμάται και να προβλέπει λειτουργούν σαν ένα είδος μηχανής που συμπυκνώνει και αποθηκεύει τις χαρές και τις λύπες του».
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου