Ο Ζήνων ο Κιτιεύς δίδασκε ότι υπάρχουν δύο αρχές στο σύμπαν: η ενεργητική και η παθητική {ποιούν και πάσχον}. Κατά την εκδοχή τού Αετίου [Ι 3,25 {DDG, 289}] ο Ζήνων θεωρούσε τον θεό ως ενεργητική αρχή, δηλαδή ως αίτιο τού ποιείν και την ύλη ως παθητική αρχή, δηλαδή ως αίτιο τού πάσχειν [SVF, A, 24, 10-12]. Την ίδια ερμηνεία δίδει και ο Αχιλλεύς [ΤΑΤ., 124Ε], ο οποίος χαρακτηρίζει την ύλη ως ποιούμενον. Η ενεργητική αρχή είναι ο θεός και η ύλη το αποτέλεσμά της [SVF, Α, 24, 12-14]. Ο Διογένης Λαέρτιος [VII 134] προέβαλε μιά λίγο διαφορετική εκδοχή τής απόψεως τού Ζήνωνος: Η ενεργητική αρχή είναι ο ενύπαρκτος σ'αυτήν λόγος {τον εν αυτή λόγον}, ενώ η παθητική αρχή είναι η χωρίς ποιοτικές διαφοροποιήσεις ουσία τής ύλης {άποιον ουσία τής ύλης}. Ο λόγος αυτός, ο θεός, είναι πάντα ο ίδιος {αίδιος} και δια μέσου τής ύλης δημιουργεί τα καθέκαστα όντα [SVF, α,24,5-9].
Ο τρίτος αρχηγός τής Στοάς, ο πολυγραφότατος φιλόσοφος Χρύσιππος ο Σολεύς, επεξήγησε την διαφορά μεταξύ αρχών και στοιχείων , όπως αναφέρει ο Διαγένης Λαέρτιος [VII, 134]. Οι αρχές είναι αγέννητες και άφθαρτες, ασώματες και άμορφες, ενώ τα στοιχεία λαμβάνουν μορφές και καταστρέφονται κατά την εκπύρωση. Το ποιούν είναι ο λόγος μέσα στην ύλη, ο θεός, ο οποίος, παραμένοντας πάντα ο ίδιος, με την ύλη δημιουργεί τα ξεχωριστά πράγματα. [SVF, Β, 111, 5-14].
Ο Σενέκας [EP. 65, 2] αποκαλεί την ενεργητική αρχή "αιτία" {CAUSA}. Η ύλη {MATERIA} είναι αδρανής. Κινουμένη από την αιτία η ύλη λαμβάνει μορφές και παράγει έργα [SVF, Β, 111, 24-29].
Η δυαρχική θεωρία τών Στωϊκών περί τών δύο αρχών τών όλων είναι, όπως και όλες ανεξαιρέτως οι υπόλοιπες θέσεις τους, καθαρά Ελληνικής εμπνεύσεως και προέρχεται από τον Αριστοτέλη [όρα ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΥΣΙΚΑ]. Συγκεκριμένα συνιστά μία εξέλιξη τού γνωστού αριστοτελικού δυαδικού σχήματος ύλης και μορφής και σ'αυτό το σημείο η στωϊκή φιλοσοφία δεν είναι πρωτότυπη. Αλλά ο Αριστοτέλης θεωρούσε ότι η ύλη και η μορφή διακρίνονται μεταξύ τους. Οι Στωϊκοί, όμως, ενοποίησαν τις δύο αρχές σε ένα αδιαχώριστο σύνολο και με την σειρά τους υπερέβησαν τον προγενέστερο φιλοσοφικό δυαδισμό ταυτίζοντας τον νου με την ύλη και τον θεό. Ό,τι δρα και παθαίνει είναι σώμα. Ακόμα και ο θεός. Οι Στωϊκοί δεν πρωτοτύπησαν στο σημείο που παραδέχονται την στενότατη σχέση ποιητικού στοιχείου και ύλης. Ο λόγος δεν βρίσκεται έξω από την ύλη ως υπερβατική αρχή, αλλά μέσα σ'αυτήν και μέσω αυτής δημιουργούνται τα πράγματα. Όπως λέγει ο Αλέξανδρος ο Αφροδισιεύς [IN ARISTOTELIS METAPHYS. 133, 33] o θεός και το ποιητικό αίτιο βρίσκονται μέσα στην ύλη [SVF, Β, 112, 4-8]. ?λλωστε, η ύλη είναι "τρεπτή", "αλλοιωτή" και "ρευστή" και "σώμα", όπως σημειώνει ο Θεοδόροτος [GRAEC. AFFECT. CUR. 58, 10 - SVF, Β, 111,33&112,1-3]. Ο LONG παρατηρεί ότι οι δύο αρχές δεν υπάρχουν ποτέ χωριστά, διότι μαζί συγκροτούν όλα όσα υπάρχουν και μπορούν να διαχωρισθούν μόνο για τον σκοπό τής επιστημονικής αναλύσεως. Οι δύο αρχές βρίσκονται σε συνεχή μείξη.
Κατά την αναφορά τού Στοβαίου [ECL. I, 11, 5a, 132, 26 W,] ως ουσία ο Ζήνων θεωρούσε την πρώτη ύλη όλων τών όντων, η οποία δεν αλλάζει ποτέ, δεν αυξάνεται ούτε μειώνεται [SVF, Α, 24, 27-32]. Η άποψη αυτή προέρχεται από την θεωρία τού Παρμενίδου, ο οποίος πρώτος προέβαλε την αρχή τής αφθαρσίας τής ύλης [πρβλ. στο ΠΕΡΙ ΦΥΣΕΩΣ "...ως αγέννητον και ανώλεθρον το εόν"]. Παρότι η ύλη δεν χάνεται-η ποσότητά της παραμένει σταθερή κάτω από όλες τις συνθήκες, εν τούτοις τα μερη τής αίδιας ουσίας δεν παραμένουν πάντα τα ίδια, αλλά διαχωρίζονται και ενώνονται, με βάση τον λόγο τού παντός, ο οποίος διέρχεται μέσα από την ουσία.
Τόσο ο Ζήνων όσο και ο Χρύσιππος θεωρούσαν ότι η ουσία είναι η πρώτη ύλη όλων τών όντων. Και ύλη είναι ο,τιδήποτε γίνεται ή μεταβάλλεται. Η ύλη τών όλων ούτε περισσότερη γίνεται ούτε λιγότερη. Η ύλη τών επί μέρους γίνεται και περισσότερη και λιγότερη [πρβλ. Διογένης Λαέρτιος VIII, 150 και Στοβαίος ECLOG. I, 133, 6W -SVF, Β, 114, 16-21&24-29]. Η άποψη αυτή τών Στωϊκών είναι ταυτόσημη με τον πρώτο νόμο τής θερμοδυναμικής, ο οποίος ορίζει ότι η ποσότητα τής ύλης στο σύμπαν είναι σταθερή.
Ο λόγος τού παντός μερικές φορές ονομάζεται και ειμαρμένη. Για τους Στωϊκούς, το σύμπαν διέπεται από μιά άκρατη αιτιοκρατία, ώστε ο λόγος τού παντός να είναι δυνατόν να συνταυτισθεί με το προδιαγεγραμμένο και το αναπόφευκτο τής συγκεκριμένης εξελίξεως του κόσμου.
Η δυνατότητα τών μερών τής ουσίας να διαιρούνται και να ενώνονται, σύμφωνα με τον λόγο, είναι ο παράγοντας που επιτρέπει, κατά λογική συνέπεια, την κίνηση τών σωμάτων. Εαν η στωϊκή σκέψη παρέμενε στην παρμενίδεια αρχή της, μόνο στην αφθαρσία {αίδιον}, τότε η κίνηση θα ήταν αδύνατη. Το ποιούν, η ενεργητική αρχή, έχει την δυνατότητα και επιβάλλει την διαφοροποίηση και την κίνηση, αν και η ουσία παραμένει αμετάβλητη.
Από την σχέση ενεργητικής και παθητικής αρχής προέρχονται τα τέσσερα στοιχεία. [Η αντίληψη περί τών τεσσάρων στοιχείων ανάγεται στον Εμπεδοκλή [όρα ΠΕΡΙ ΦΥΣΕΩΣ]. Σύμφωνα με την αναφορά τού Αριστοκλέους [APUD EUSEBIUM PRAEP. EVANG. XV, 816d], το βασικό στοιχείο τών όντων, όπως ισχυριζόταν και ο Ηράκλειτος ["πυρ αείζωον"], είναι το πυρ. Κατά τα προκαθορισμένα χρονικά διαστήματα, ο ένας και μόνος κόσμος καταστρέφεται {εκπυρούσθαι} και μετά δημιουργείται {διακοσμείσθαι} και ούτω καθ'εξής. Το αρχικό πυρ περιλαμβάνει τους λόγους και τις αιτίες όλων τών πραγμάτων και των γεγονότων, ακόμα και τών μελλοντικών καταστάσεων και όντων. Κατ'αυτόν τον τρόπο όλος ο κόσμος διοικείται όπως η πλέον ευνομουμένη πολιτεία [SVF, Α, 27, 9-23].
Η διακόσμησις γίνεται όταν το πυρ μεταβληθεί σε ύδωρ μέσω τού αέρος. Εν συνεχεία το ύδωρ εν μέρει παραμένει ύδωρ και εν μέρει γίνεται γη. Το ύδωρ που παρέμεινε δωρ, εν μέρει παραμένει ύδωρ και εν μέρει γίνεται αήρ και ένα τμήμα τού αέρος γίνεται πυρ. Η κράσις, η ανάμιξη τών στοιχείων επιτυγχάνεται μέσω τής αλληλομεταβολής τους. Τα στοιχεία δεν αντιπροσωπεύουν παρά τις μεταμορφώσεις τής ουσίας [Στοβαίος, ECL. Ι, 17,3, 152,19W - SVF, Α, 28, 14-21].
Οι Στωϊκοί θεωρούσαν ότι τα πάντα δημιουργήθηκαν από ένα σώμα χωρίς ποιότητες, διότι η αρχή τών όντων είναι η άποιος ύλη, η οποία έχει την ιδιότητα να μεταβάλλεται στα τέσσερα στοιχεία [Σέξτος, ADV. MATH. X 312 - SVF, B, 112, 22-25]. Καθώς οι Στωϊκοί παραδέχονται ότι η ουσία είναι ακίνητη και ασχημάτιστη, λέγει ο Σέξτος [ΙΧ, 75], οφείλει όταν κινείται, να κινείται από κάποια αιτία, από το "πολυειδώς μορφούν αίτιον". Προκύπτει λογικώς ότι το αίτιο αυτό είναι μιά δύναμη "αυτοκίνητος", αλλιώς θα είχεμε ατελείωτη αναγωγή σε αίτια, το οποίο είναι άτοπο. Επομένως η αυτοκίνητη δύναμη είναι θεία" και "αίδιος". Οπότε, ή είναι αιώνια ή έχει χρονική αρχή. Αλλά δεν μπορεί να έχει αρχή, διότι δεν θα υπάρχει αιτία να την κινήσει από κάποιο χρονικό σημείο και έπειτα. Τι μένει; Ότι η δύναμη που κινεί την ύλη είναι αμετάβλητη και κατά ορισμένον τρόπο οδηγεί την ύλη σε μεταβολές: Αυτή η δύναμη είναι ο θεός [SVF, Β, 112,39-44 &113,1-11].
Επειδή ελάχιστα κείμενα τών μεγάλων Στωϊκών φιλοσόφων τής πρώτης περιόδου έχουν διασωθεί και κατ'εξοχήν στηριζόμαστε σε σχόλια και αναφορές πολύ μεταγενέστερων συγγραφέων όχι πολύ υψηλής φιλοσοφικής δυνάμεως, πολλές έννοιες δεν έχουν αποδοθεί με πληρότητα ή διατηρούν αρκετή ασάφεια. Η έννοια τής ουσίας στην Στωϊκή φιλοσοφία εν πολλοίς συγχέεται με την έννοια τής ύλης. Ευτυχώς, ο Ωριγένης περιγράφει οκτώ διαφορετικές αποδόσεις τής έννοιας "ουσία" [DE ORATIONE, II, 368, 1, KOE]:
1] Ουσία είναι η πρώτη ύλη τών όντων, από την οποία προέρχονται όλα τα όντα.
2] Ουσία είναι η ύλη τών σωμάτων, από την οποία προέρχονται όλα τα σώματα.
3] Ουσία είναι η ύλη και η αιτία όσων λαμβάνουν όνομα, από την οποία προέρχονται τα ονομαζόμενα.
4] Ουσία είναι το πρώτο στοιχείο, το οποίο έχει υπόσταση και στερείται ποιότητος.
5] Ουσία είναι αυτό, το οποίο προϋφίσταται τών όντων.
6] Ουσία είναι αυτό, το οποίο δέχεται τις μεταβολές και αλλοιώσεις παραμένοντας αμετάβλητο.
7] Ουσία είναι αυτό που υπομένει κάθε αλλοίωση και μεταβολή.
8] Η ουσία δεν εχει ποιότητα {άποιος} και σχήμα κατά τον ίδιον λόγο που δεν έχει καθορισμένο μέγεθος. [SVF, B, 114,30-40].
Ο Πλωτίνος [ENNEAD. II, LIB. IV, 1], ο οποίος κατέκρινε τις Στωϊκές αντιλήψεις περί τής ουσίας, αναφέρει ότι οι Στωϊκοί θεωρούσαν ότι τα όντα είναι μόνο σώματα και ότι η ουσία βρίσκεται μέσα στα σώματα. Η ύλη, από την οποία προκύπτουν τα στοιχεία είναι μία και πρόκειται για την ουσία [SVF, B, 115, 17-23].
Καθίσταται φανερό ότι οι Στωϊκοί συνταύτιζαν την έννοια τής ουσίας με την έννοια τής ύλης, στην αφηρημένη της διάσταση, δηλαδή τής πρώτης ύλης, από την οποία προκύπτουν τα τέσσερα βασικά στοιχεία σύμφωνα με την επίδραση τής ενεργητικής αρχής. Από τις μεταμορφώσεις τών στοιχείων διαμορφώνονται τα πάντα κάτω από τον κανόνα τού ενύπαρκτου λόγου, δηλαδή τού θεού. Ακόμα και ο θεός είναι υλικός, είναι σωματικός. Όπως παρατηρεί ο Ιουστίνος [DE RESSURECT. 6], κατά τούς Στωϊκούς όλα γίνονται από τα τέσσερα στοιχεία διερχομένου μέσω αυτών τού θεού [SVF, B, 16].
Επομένως η έννοια τής ουσίας στους Στωϊκούς δεν έχει ποιότητες {είναι άποιος}. Ποιότητες αποδίδονται μόνο στις διάφορες μεταμορφώσεις τής πρώτης ουσίας στα στοιχεία και στα επί μέρους όντα. Η έννοια τής ουσίας συνάδει προς την έννοια τής ύλης στον Αριστοτέλη, αλλά δεν είναι δυνατόν να κατανοηθεί χωρίς την αναφορά στην ενεργητική αρχή. Μαζί οι δύο αρχές δεν νοούνται παρά ως αναπόσπαστα τμήματα μιάς συστηματικής αδιαίρετης και λεπτομερούς φιλοσοφικής κοσμοθεωρίας, η οποία κυριάρχησε στον κόσμο επί πεντακόσια συνεχή έτη και επηρρέασε την εξέλιξη τής φιλοσοφίας και τών επί μέρους επιστημών για πάρα πολλούς αιώνες επί πλέον.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου