λέγει, τίνα τε στολὰν ἔχοντα;
πότερα σὺν πολεμηΐοις ὅ-
πλοισι στρατιὰν ἄγοντα πολλάν;
35 ἢ μοῦνον σὺν ὀπάοσιν
στείχειν ἔμπορον οἷ᾽ ἀλάταν
ἐπ᾽ ἀλλοδαμίαν,
ἰσχυρόν τε καὶ ἄλκιμον
ὧδε καὶ θρασύν, ὃς τ‹οσ›ούτων
40 ἀνδρῶν κρατερὸν σθένος
ἔσχεν; ἦ θεὸς αὐτὸν ὁρμᾷ,
δίκας ἀδίκοισιν ὄφρα μήσεται·
οὐ γὰρ ῥᾴδιον αἰὲν ἔρ-
δοντα μὴ ᾽ντυχεῖν κακῷ.
45 πάντ᾽ ἐν τῷ δολιχῷ χρόνῳ τελεῖται.
‹ΑΙΓ.› Δύο οἱ φῶτε μόνους ἁμαρτεῖν [στρ. δ]
λέγει, περὶ φαιδίμοισι δ᾽ ὤμοις
ξίφος ἔχειν ‹ἐλεφαντόκωπον›
ξεστοὺς δὲ δύ᾽ ἐν χέρεσσ᾽ ἄκοντας
50 κηὔτυκτον κυνέαν Λάκαι-
ναν κρατὸς πέρι πυρσοχαίτου·
χιτῶνα πορφύρεον
στέρνοις τ᾽ ἀμφί, καὶ οὔλιον
Θεσσαλὰν χλαμύδ᾽· ὀμμάτων δὲ
55 στίλβειν ἄπο Λαμνίαν
φοίνισσαν φλόγα· παῖδα δ᾽ ἔμμεν
πρώθηβον, ἀρηΐων δ᾽ ἀθυρμάτων
μεμνᾶσθαι πολέμου τε καὶ
χαλκεοκτύπου μάχας·
60 δίζησθαι δὲ φιλαγλάους Ἀθάνας.
***
―Ποιό παλικάρι να ᾽ναι κι από πού; [στρ. γ]και τί στολή φορεί; τί λέει ο κράχτης;
Πολύ στρατό οπλισμένον οδηγεί
ή μόνος, μ᾽ ένα δυο οπαδούς, γυρνά στα ξένα μέρη
ταξιδευτής περαστικός;
Δύναμη θα ᾽χει κι αντοχή
και θα ᾽ναι απόκοτος πολύ,
για να μπορεί τόσων αντρών
40 τη γεροσύνη να νικά·
ίσως ακόμα ένας θεός
να τον κεντά, για να παιδεύει εκείνους
που κάνουν το κακό· δεν είναι δα
κι εύκολο, σε άλλους συμφορές σα φέρνεις, να μην πάθεις
κάποια κι εσύ· με τον καιρό
τα πράγματα όλα βρίσκουν ένα τέλος.
―Έχει, έτσι λέει, δυο μόνο συνοδούς· [στρ. δ]
απ᾽ τους λαμπρούς τούς ώμους κρεμασμένο
σπαθί με φιλντισένια τη λαβή·
πελεκητά στα χέρια του κρατά δυο ακόντια· κράνος
50 καλόφτιαχτο, λακωνικό,
σκέπει τα ρούσα του μαλλιά·
στο στήθος γύρω, πορφυρός
χιτώνας και θεσσαλική
σγουρή χλαμύδα· λάμπουνε
τα μάτια σαν από λημνιά
κόκκινη φλόγα· κι είναι, λένε, αγόρι
νιούτσικο ακόμα, αλλά πολεμικά
παιχνίδια πάντα μελετά, στους μπρούτζινους της μάχης
βρόντους ο νους του αδιάκοπα.
60 Και στη λαμπρή ζητά να φτάσει Αθήνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου