Καρλ Γιάσπερς: 1883–1969
Μαζοποίηση και τεχνολογία
Πώς κατανοείται η μαζοποίηση στη σύγχρονη εποχή; Από μια γενική άποψη η μαζοποίηση σχετίζεται με τη μετατροπή του λαού σε μάζα, της οποίας η στάση και η δράση παραπέμπει σε μια άκρως απρόσωπη πραγματικότητα του ανθρώπου. Κατά την πραγματικότητα τούτη, η ατομικότητα του τελευταίου ως ύπαρξης, αλλά και η ατομικότητα του λαού ως αυτοσυνείδητης ολότητας ή συλλογικότητας κατατροπώνεται από μια μηχανιστική, γραφειοκρατική, άσκεπτη και γι’ αυτό άσπλαχνη «συλλογικότητα». Ετούτη η «συλλογικότητα είναι κίβδηλη, γιατί εγκαθιδρύεται ως επιβολή δουλωτικών –για την αυθεντική, την αυτοσυνείδητη συλλογικότητα του ανθρώπου– δεσμών, υπό μορφή μηχανισμών απόλυτης κυριαρχίας της μετριότητας. Μια τέτοια κυριαρχία πέπρωται να είναι εφιαλτική και ανεξέλεγκτα απειλητική: συσκοτίζει το φως του ανθρώπινου βίου εν ονόματι μάλιστα μιας «ορθολογικότερης» οργάνωσης του κόσμου, με αποτέλεσμα το μόνο «λαμπρό» του οικοδόμημα να είναι η συσσώρευση ανθρώπινων ερειπίων. Με όρους του ίδιου του Γιάσπερς, όπου κυριαρχεί το πάθος για τη νύχτα, θραύεται κάθε τάξη και οδηγούμαστε, με μαθηματική ακρίβεια, προς την άχρονη άβυσσο του μηδενός. Και τούτο σε αντίθεση με το νόμο της ημέρας, που μας συνενώνει με τον Λόγο, με το Ένα και με τον εαυτό μας.
Οι μακρινές ρίζες μιας τέτοιας μαζοποίησης ανάγονται στην εποχή του Διαφωτισμού, σχετικά με τον οποίο ο Γιάσπερς δεν διστάζει να ομιλεί για αυθεντικό και αναυθεντικό Διαφωτισμό, ανάλογα με το πώς οι διαφωτιστικές ιδέες στέκονται απέναντι στην παράδοση και την πίστη. Γενικώς ειπείν: ο Διαφωτισμός κήρυξε την απελευθέρωση από τη δεισιδαιμονία, αλλά συγχρόνως χάλκευσε νέα δεσμά ενός σιδερένιου «ορθολογισμού» –με ουκ ολίγη δόση αυθαίρετης δράσης– για τον νεωτερικό άνθρωπο. Ένας τέτοιος «ορθολογισμός», με το να μας απελευθερώνει από τη δεισιδαιμονία, δεν σημαίνει αυτόματα ότι χαράσσει την οδό προς τον παράδεισο της ζωής. Απεναντίας θεμελιώνει όλη τη γνώση, τη βούληση και την πράξη μόνο στις διανοητικές συλλήψεις, δηλαδή σε μια ψυχρή, άτεγκτη εκλογίκευση, που καταλύει κάθε παραδοσιακό-συνεκτικό δεσμό της ζωής, κάθε συγ-κινησιακή έξαρση ή έκρηξη της σκέψης. Μένοντας στην αποκλειστικότητα αυτού του είδους του Λόγου, ο Διαφωτισμός απολυτοποιεί τις δυνατότητες αυτού του Λόγου, εξοβελίζει τη σαγήνευση της πίστης ως μυθικότητας, ως ποιητικού συναρπασμού και καταβροχθίζει αντιστοίχως την ανθρωπινότητα. Έτσι ανοίγει διάπλατα την πύλη προς την αταξία και την αναρχία. Αυτό το διαφωτιστικό πρωτόπλασμα στις εποχές μας έχει πάρει μια πιο οξυμένη μορφή και τροπή: εκείνη της αυστηρής επιστήμης, η οποία εν τέλει συνυφαίνεται με την τεχνολογία ή ακριβέστερα απορροφάται κυριολεκτικά από την τελευταία.
Σε σχέση με την επιστήμη, και ως τεχνολογία, ο Γιάσπερς ενδιαφέρεται να αναζητήσει πίσω από το χωρίς νόημα «νόημά» της τον αυθεντικό λόγο της ανθρώπινης ύπαρξης. Ενόσω οι ανακαλύψεις της, τα επιτεύγματά της, εισέρχονται στη ζωή μας ως απρόσωπα, ανώνυμα προϊόντα ενός άκαρδου κόσμου, ερημώνει το εσωτερικό τοπίο του ανθρώπου, καταστρέφεται το μυστηριακό, το ποιητικό, το ευαίσθητο στοιχείο της ανθρώπινης ψυχής. Έτσι, η μορφωτική διαδικασία μετατρέπεται σε τυπική εκπαίδευση, η οποία από μόνη της, όσο πλούσια κι αν είναι σε ποσότητα, συνιστά απουσία ποιοτικής, ήτοι φιλοσοφικής παιδείας, με ολέθριες συνέπειες: οι πεπαιδευμένες, οι ευαίσθητες, οι εγρήγορες συνειδήσεις υποχρεώνονται να κυβερνηθούν από αποκοιμισμένες συνειδήσεις αναίσθητων τερατοειδών που με τίτλους και υπότιτλους μιας τυποποιημένης πληροφοριακής-γνώσης επανδρώνουν τους παντοειδείς μηχανισμούς. Το άτομο, κατ’ αυτή την εξέλιξη, έχει απέναντί του έναν μαζοποιημένο κόσμο που ονομάζεται παραπλανητικά «ρεαλιστικός». Η «ρεαλιστικότητα» αυτού του κόσμου απαιτεί από το άτομο όχι την υπαρκτική του αυθεντικότητα, αλλά τη χρηστική του αξία· το θέλει να συμμειγνύεται ατάκτως μέσα στη μάζα και χάνοντας την εσωτερικότητά του να γίνεται πια κατάλληλο εργαλείο για: αυξημένη παραγωγικότητα, μηχανική βίωση, ήτοι συμβίωση, άκριτη αναπαραγωγή ανέκφραστων μετριοτήτων, διάδοση της εθελοδουλείας. Γράφει σχετικά ο Γιάσπερς:
«Μέσα στον κόσμο της τεχνολογίας αυξάνει η λησμοσύνη του εαυτού μας. Πρόκειται για έναν κόσμο ρυθμισμένο με το ρολόι, μοιρασμένο σε απορροφητική ή κενή εργασία, σε μια εργασία που δεν πληροί τον άνθρωπο ως τέτοιο, αλλά τον οδηγεί στην πλήρη λησμοσύνη του εαυτού του, τον κάνει να νιώθει ως μηχανή, ως ανταλλακτικό πάσης χρήσεως. Και όταν πάλι αφεθεί ελεύθερος, αισθάνεται να είναι ένα μηδέν, να μην έχει να κάνει τίποτα. Όταν δε κάποτε αρχίσει να ξαναβρίσκει τον εαυτό του, ο κολοσσός αυτού του κόσμου θα τον σύρει και πάλι μέσα στον αναλωτικό μηχανισμό της κενής εργασίας και της άδειας σχόλης».
Μαζοποίηση και τεχνολογία
Πώς κατανοείται η μαζοποίηση στη σύγχρονη εποχή; Από μια γενική άποψη η μαζοποίηση σχετίζεται με τη μετατροπή του λαού σε μάζα, της οποίας η στάση και η δράση παραπέμπει σε μια άκρως απρόσωπη πραγματικότητα του ανθρώπου. Κατά την πραγματικότητα τούτη, η ατομικότητα του τελευταίου ως ύπαρξης, αλλά και η ατομικότητα του λαού ως αυτοσυνείδητης ολότητας ή συλλογικότητας κατατροπώνεται από μια μηχανιστική, γραφειοκρατική, άσκεπτη και γι’ αυτό άσπλαχνη «συλλογικότητα». Ετούτη η «συλλογικότητα είναι κίβδηλη, γιατί εγκαθιδρύεται ως επιβολή δουλωτικών –για την αυθεντική, την αυτοσυνείδητη συλλογικότητα του ανθρώπου– δεσμών, υπό μορφή μηχανισμών απόλυτης κυριαρχίας της μετριότητας. Μια τέτοια κυριαρχία πέπρωται να είναι εφιαλτική και ανεξέλεγκτα απειλητική: συσκοτίζει το φως του ανθρώπινου βίου εν ονόματι μάλιστα μιας «ορθολογικότερης» οργάνωσης του κόσμου, με αποτέλεσμα το μόνο «λαμπρό» του οικοδόμημα να είναι η συσσώρευση ανθρώπινων ερειπίων. Με όρους του ίδιου του Γιάσπερς, όπου κυριαρχεί το πάθος για τη νύχτα, θραύεται κάθε τάξη και οδηγούμαστε, με μαθηματική ακρίβεια, προς την άχρονη άβυσσο του μηδενός. Και τούτο σε αντίθεση με το νόμο της ημέρας, που μας συνενώνει με τον Λόγο, με το Ένα και με τον εαυτό μας.
Οι μακρινές ρίζες μιας τέτοιας μαζοποίησης ανάγονται στην εποχή του Διαφωτισμού, σχετικά με τον οποίο ο Γιάσπερς δεν διστάζει να ομιλεί για αυθεντικό και αναυθεντικό Διαφωτισμό, ανάλογα με το πώς οι διαφωτιστικές ιδέες στέκονται απέναντι στην παράδοση και την πίστη. Γενικώς ειπείν: ο Διαφωτισμός κήρυξε την απελευθέρωση από τη δεισιδαιμονία, αλλά συγχρόνως χάλκευσε νέα δεσμά ενός σιδερένιου «ορθολογισμού» –με ουκ ολίγη δόση αυθαίρετης δράσης– για τον νεωτερικό άνθρωπο. Ένας τέτοιος «ορθολογισμός», με το να μας απελευθερώνει από τη δεισιδαιμονία, δεν σημαίνει αυτόματα ότι χαράσσει την οδό προς τον παράδεισο της ζωής. Απεναντίας θεμελιώνει όλη τη γνώση, τη βούληση και την πράξη μόνο στις διανοητικές συλλήψεις, δηλαδή σε μια ψυχρή, άτεγκτη εκλογίκευση, που καταλύει κάθε παραδοσιακό-συνεκτικό δεσμό της ζωής, κάθε συγ-κινησιακή έξαρση ή έκρηξη της σκέψης. Μένοντας στην αποκλειστικότητα αυτού του είδους του Λόγου, ο Διαφωτισμός απολυτοποιεί τις δυνατότητες αυτού του Λόγου, εξοβελίζει τη σαγήνευση της πίστης ως μυθικότητας, ως ποιητικού συναρπασμού και καταβροχθίζει αντιστοίχως την ανθρωπινότητα. Έτσι ανοίγει διάπλατα την πύλη προς την αταξία και την αναρχία. Αυτό το διαφωτιστικό πρωτόπλασμα στις εποχές μας έχει πάρει μια πιο οξυμένη μορφή και τροπή: εκείνη της αυστηρής επιστήμης, η οποία εν τέλει συνυφαίνεται με την τεχνολογία ή ακριβέστερα απορροφάται κυριολεκτικά από την τελευταία.
Σε σχέση με την επιστήμη, και ως τεχνολογία, ο Γιάσπερς ενδιαφέρεται να αναζητήσει πίσω από το χωρίς νόημα «νόημά» της τον αυθεντικό λόγο της ανθρώπινης ύπαρξης. Ενόσω οι ανακαλύψεις της, τα επιτεύγματά της, εισέρχονται στη ζωή μας ως απρόσωπα, ανώνυμα προϊόντα ενός άκαρδου κόσμου, ερημώνει το εσωτερικό τοπίο του ανθρώπου, καταστρέφεται το μυστηριακό, το ποιητικό, το ευαίσθητο στοιχείο της ανθρώπινης ψυχής. Έτσι, η μορφωτική διαδικασία μετατρέπεται σε τυπική εκπαίδευση, η οποία από μόνη της, όσο πλούσια κι αν είναι σε ποσότητα, συνιστά απουσία ποιοτικής, ήτοι φιλοσοφικής παιδείας, με ολέθριες συνέπειες: οι πεπαιδευμένες, οι ευαίσθητες, οι εγρήγορες συνειδήσεις υποχρεώνονται να κυβερνηθούν από αποκοιμισμένες συνειδήσεις αναίσθητων τερατοειδών που με τίτλους και υπότιτλους μιας τυποποιημένης πληροφοριακής-γνώσης επανδρώνουν τους παντοειδείς μηχανισμούς. Το άτομο, κατ’ αυτή την εξέλιξη, έχει απέναντί του έναν μαζοποιημένο κόσμο που ονομάζεται παραπλανητικά «ρεαλιστικός». Η «ρεαλιστικότητα» αυτού του κόσμου απαιτεί από το άτομο όχι την υπαρκτική του αυθεντικότητα, αλλά τη χρηστική του αξία· το θέλει να συμμειγνύεται ατάκτως μέσα στη μάζα και χάνοντας την εσωτερικότητά του να γίνεται πια κατάλληλο εργαλείο για: αυξημένη παραγωγικότητα, μηχανική βίωση, ήτοι συμβίωση, άκριτη αναπαραγωγή ανέκφραστων μετριοτήτων, διάδοση της εθελοδουλείας. Γράφει σχετικά ο Γιάσπερς:
«Μέσα στον κόσμο της τεχνολογίας αυξάνει η λησμοσύνη του εαυτού μας. Πρόκειται για έναν κόσμο ρυθμισμένο με το ρολόι, μοιρασμένο σε απορροφητική ή κενή εργασία, σε μια εργασία που δεν πληροί τον άνθρωπο ως τέτοιο, αλλά τον οδηγεί στην πλήρη λησμοσύνη του εαυτού του, τον κάνει να νιώθει ως μηχανή, ως ανταλλακτικό πάσης χρήσεως. Και όταν πάλι αφεθεί ελεύθερος, αισθάνεται να είναι ένα μηδέν, να μην έχει να κάνει τίποτα. Όταν δε κάποτε αρχίσει να ξαναβρίσκει τον εαυτό του, ο κολοσσός αυτού του κόσμου θα τον σύρει και πάλι μέσα στον αναλωτικό μηχανισμό της κενής εργασίας και της άδειας σχόλης».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου