Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2016

H Ιωνική Επανάσταση - Αίτια και αποτελέσματα

Αποτέλεσμα εικόνας για H Ιωνική ΕπανάστασηΣυνοπτική αναφορά και κριτική στις αρχαίες ιστορικές πηγές

Πέρα από κάποιες ελάχιστες και αποσπασματικές πληροφορίες ορισμένων ιστορικών, μοναδική σωζόμενη κύρια πηγή για τα γεγονότα είναι ο Ηρόδοτος. Όμως η αφήγησή του, ιδιαίτερα για τη συγκεκριμένη περίοδο, παρουσιάζει πολλά προβλήματα. Σε αρκετά σημεία υπάρχουν ελλείψεις, ασάφειες και σχετική ανεπάρκεια κριτικής και ερμηνευτικής ικανότητας – πολύ περισσότερο δε όταν πρόκειται για ευρύτερα στρατηγικά ζητήματα. Η ακριβής χρονολόγηση διάφορων συμβάντων είναι πολύ δύσκολη έως αδύνατη. Γενικά, ο Ηρόδοτος ή/και οι πηγές του δεν διάκεινται φιλικά προς την επανάσταση, συχνά οικτίροντας και μειώνοντας τους Ίωνες. Για τη στάση αυτή έχουν δοθεί διάφορες εξηγήσεις καθώς πληθώρα ερευνητών έχει ασχοληθεί με την ανάλυση και κριτική του έργου του και των πιθανών πηγών του, καταλήγοντας βέβαια σε ποικίλες απόψεις και εκτιμήσεις τόσο για την εξιστόρηση του Ηροδότου όσο και για την ίδια την Ιωνική επανάσταση.

Ο δρόμος προς την επανάσταση, 500-499 π.Χ.

Το 500 π.Χ. ορισμένοι Νάξιοι εξόριστοι, ηγέτες της αριστοκρατικής παράταξης, απευθύνθηκαν στον τύραννο της Μιλήτου, Αρισταγόρα, ζητώντας στρατιωτική βοήθεια για να ανακτήσουν την εξουσία στην πατρίδα τους. Θέλοντας να επεκτείνει τη σφαίρα επιρροής του στις Κυκλάδες, ο Αρισταγόρας ανταποκρίθηκε στο αίτημα και έπεισε με δωροδοκία το σατράπη των Σάρδεων, Αρταφρένη (ή Αρταφέρνη), να του παραχωρήσει στρατεύματα υποσχόμενος επιπλέον την πλήρη χρηματοδότηση της εκστρατείας. Αφού έλαβε την έγκριση του βασιλιά Δαρείου, ο Αρταφρένης διέθεσε στον Αρισταγόρα ισχυρό περσικό στρατό και 200 τριήρεις από υποτελείς ιωνικές πόλεις της Μικράς Ασίας και των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου με επικεφαλής τούς κατά τόπους τυράννους, προσβλέποντας φυσικά και αυτός στην κατάκτηση νέων εδαφών στην Ελλάδα. Την άνοιξη του 499 π.Χ. η ελληνοπερσική δύναμη απέπλευσε από τη Μίλητο. Όμως ο Αρισταγόρας ήρθε σε ρήξη με τον Πέρση συναρχηγό του, Μεγαβάτη, ενώ απέτυχε και ο σχεδιαζόμενος αιφνιδιασμός των Ναξίων οι οποίοι προειδοποιήθηκαν ή αντιλήφθηκαν έγκαιρα ότι αποτελούσαν στόχο και προετοιμάστηκαν κατάλληλα. Ύστερα από άκαρπη πολιορκία τεσσάρων μηνών οι εισβολείς αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στη Μικρά Ασία.

Ο Αρισταγόρας δυσκολευόταν να καλύψει τα έξοδα της επιχείρησης και, φοβούμενος ότι θα έχανε τη θέση του εξαιτίας της αποτυχίας και της σύγκρουσης με το Μεγαβάτη, σκεφτόταν ως λύση την επανάσταση. Εκείνες τις μέρες αναφέρεται ότι έφτασε ένα μήνυμα από τον Ιστιαίο, πρώην τύραννο της Μιλήτου, πεθερό και ξάδελφο του Αρισταγόρα, ο οποίος βρισκόταν τα τελευταία χρόνια στην αυλή του Δαρείου τυπικά ως σύμβουλος αλλά ουσιαστικά υπό επιτήρηση. Ο Ιστιαίος προέτρεπε τον Αρισταγόρα σε εξέγερση ελπίζοντας ότι έτσι ο Πέρσης βασιλιάς θα τον άφηνε να επιστρέψει στην Ιωνία για να αποκαταστήσει την τάξη. Σε σύσκεψη που ακολούθησε, ο Αρισταγόρας και οι υποστηρικτές του αποφάσισαν να επαναστατήσουν παρά τα επιχειρήματα που πρόβαλε ο Μιλήσιος ιστορικός και γεωγράφος Εκαταίος για τη δύναμη του περσικού κράτους. Απορρίφθηκε επίσης η πρότασή του να χρησιμοποιήσουν το θησαυρό του μαντείου του Απόλλωνα στα Δίδυμα της Μιλήτου για την κατασκευή επιπλέον στόλου που θα τους έδινε αδιαμφισβήτητη θαλάσσια κυριαρχία.

Η πρώτη ενέργεια των συνωμοτών, η οποία σήμανε και την κήρυξη της επανάστασης στα τέλη καλοκαιριού/αρχές φθινοπώρου του 499 π.Χ., ήταν η σύλληψη των άλλων τυράννων που βρίσκονταν ακόμα με το στόλο στη Μυούντα. Τα πληρώματα ασπάστηκαν την επαναστατική ιδέα. Ο Αρισταγόρας παραιτήθηκε από την τυραννίδα κρατώντας το αξίωμα του στρατηγού και προχώρησε σε εγκαθίδρυση δημοκρατικού πολιτεύματος (ισονομία) στη Μίλητο. Οι συλληφθέντες τύραννοι παραδόθηκαν στις πόλεις τους, όπου τα νέα δημοκρατικά καθεστώτα άφησαν τους περισσότερους ελεύθερους, αλλά ο Κώης της Μυτιλήνης λιθοβολήθηκε μέχρι θανάτου. Οι διάφορες πόλεις εξέλεξαν στρατηγούς και προφανώς ενεργοποίησαν το Πανιώνιο, ώστε να υπάρξει ένα κέντρο λήψης αποφάσεων για την περαιτέρω οργάνωση και διεξαγωγή των επιχειρήσεων. Όπως όμως απέδειξε η εξέλιξη των γεγονότων το Πανιώνιο δε φαίνεται να λειτούργησε πολύ αποτελεσματικά στο θέμα αυτό. Περισσότερο επιτυχής ήταν η προσπάθεια ενιαίας νομισματικής πολιτικής όπως δείχνει η κοπή κοινού νομίσματος από ήλεκτρο, πιθανότατα για την πληρωμή των επαναστατικών στρατευμάτων. Για οποιαδήποτε άμεση συμμετοχή των δωρικών πόλεων στην εξέγερση δεν υπάρχει καμία αναφορά.

  Τα αίτια

Ο Ηρόδοτος αναδεικνύει τα προσωπικά κίνητρα Αρισταγόρα και Ιστιαίου ως αίτια της επανάστασης. Πιθανότατα, οι όποιες προσωπικές φιλοδοξίες έπαιξαν κάποιο ρόλο ως ένα σημείο αλλά σίγουρα δεν αρκούσαν από μόνες τους. Υπήρχαν βαθύτεροι οικονομικοί, κοινωνικοί και πολιτικοί λόγοι. Από αρχαιολογικά στοιχεία συνάγεται ότι από το β΄ μισό του 6ου αι. π.Χ. οι ιωνικές πόλεις αντιμετώπιζαν τον ισχυρό εμπορικό ανταγωνισμό Αθηναίων και Φοινίκων. Στα τέλη του αιώνα οι Ίωνες, ιδιαιτέρως οι Μιλήσιοι, φαίνεται ότι είχαν χάσει τη μάχη στην Ανατολική Μεσόγειο από τους Αθηναίους στον τομέα παραγωγής εξαγώγιμων αγαθών και από τους Φοίνικες στον τομέα ναυτιλίας και διαμετακομιστικού εμπορίου. Οι Ίωνες δεν κατάφεραν να διατηρήσουν την προηγούμενη κυρίαρχη θέση τους ή να επεκταθούν επιτυχώς σε νέες αγορές. Αν και δε θεωρείται ότι αυτή η αρχή παρακμής οφείλεται σε κάποια συγκεκριμένη οικονομική πολιτική του περσικού κράτους, υπήρχαν ωστόσο άλλου είδους επιβαρύνσεις για τις ιωνικές πόλεις, όπως η καταβολή υψηλών φόρων, η συνεισφορά στη συντήρηση του μηχανισμού εξουσίας και των δυνάμεων κατοχής καθώς και η υποχρεωτική παροχή στρατευμάτων για νέες περσικές εκστρατείες. Φυσικά, όλη αυτή η κατάσταση είχε δυσμενή αντίκτυπο και στην εικόνα των υφιστάμενων τοπικών καθεστώτων της Ιωνίας.

Ακόμη σημαντικότερα ήταν τα πολιτικά αίτια της επανάστασης. Δεν υπάρχουν λεπτομερή στοιχεία για το ακριβές είδος ισονομίας των ιωνικών πόλεων κατά το α΄ μισό του 6ου αι. π.Χ. Ίσως αυτή δεν ήταν παντού πλήρης, σίγουρα όμως ο δήμος είχε κάποια, στοιχειώδη έστω, πολιτικά δικαιώματα. Αυτή η παράδοση και η πιθανή μετεξέλιξή της διακόπηκαν από την περσική κατάκτηση. Οι τύραννοι που ακολούθησαν δεν είχαν πλέον λαϊκό έρεισμα αλλά στηρίζονταν στην εξουσία από τους Πέρσες, ενώ η μεγάλη μάζα επιθυμούσε να αποκτήσει ή και να διευρύνει τα πολιτικά δικαιώματα που είχε για χρόνια στερηθεί. Είναι σαφές ότι οι διακηρύξεις του Αρισταγόρα για δημοκρατία και ελευθερία κέρδισαν αμέσως την υποστήριξη των πληρωμάτων του στόλου. Το 499 π.Χ., ο αγώνας για πολιτειακή αλλαγή ταυτίστηκε με τον αγώνα για την αποτίναξη του περσικού ζυγού.


Η στάση της κυρίως Ελλάδας απέναντι στην επανάσταση

Το χειμώνα του 499/8 π.Χ. ο Αρισταγόρας αναχώρησε για την Ελλάδα αναζητώντας συμμάχους. Απευθύνθηκε πρώτα στη Σπάρτη επικαλούμενος την κοινή ελληνική καταγωγή, εκθέτοντας παράλληλα την υποτιθέμενη στρατιωτική κατωτερότητα και τα πλούτη του περσικού κράτους. Προσπάθησε ακόμα και να εξαγοράσει το βασιλιά Κλεομένη αλλά τελικά δεν πέτυχε τίποτα. Η Σπάρτη ήταν γενικά απρόθυμη για υπερπόντιες εκστρατείες έχοντας να αντιμετωπίσει τη διαρκή απειλή εξέγερσης των ειλώτων και την εχθρότητα του Άργους, της Αρκαδίας και της Ήλιδας. Επιπλέον, ήταν αναγκαία για μια τέτοια επιχείρηση η διάθεση στόλου από την Κόρινθο και την Αίγινα, τις κυρίως ναυτικές δυνάμεις της Πελοποννησιακής Συμμαχίας, οι οποίες όμως δεν είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον να υποστηρίξουν τους Ίωνες εμπορικούς ανταγωνιστές τους διακινδυνεύοντας πληρώματα, πλοία και χρήματα, θεωρούμενα πιο χρήσιμα και αναγκαία στον τόπο τους παρά στη σχετικά απόμακρη και αμφίβολη υπόθεση απελευθέρωσης Ελλήνων στην άλλη πλευρά του Αιγαίου.

Μετά την εκδίωξή του από τη Σπάρτη ο Αρισταγόρας πήγε στην Αθήνα. Εκεί ανέπτυξε τα ίδια επιχειρήματα προσθέτοντας όμως και την ιδιαίτερη σχέση που υπήρχε με την Αθήνα, φερόμενη ως μητρόπολη της Μιλήτου. Οι Αθηναίοι δέχτηκαν να βοηθήσουν και έστειλαν 20 τριήρεις υπό το Μελάνθιο. Αυτό σήμαινε περίπου 4.000 άντρες και, αντίθετα με ό,τι συχνά –και μάλλον επιπόλαια– διατυπώνεται, η βοήθεια της Αθήνας δεν ήταν καθόλου συμβολική για τα μέτρα της πόλης, αφού όλος ο πολεμικός στόλος της την εποχή εκείνη αριθμούσε 50 πλοία. Ως πιθανά αίτια για την απόφαση των Αθηναίων μπορούν να θεωρηθούν οι τεταμένες, αν όχι ανοιχτά εχθρικές, σχέσεις με την Περσία λόγω της υποστήριξης προς τον έκπτωτο Αθηναίο τύραννο Ιππία, τα αισθήματα πατριωτικού πανελληνισμού, η ορθή διάγνωση γεωστρατηγικών πραγματικοτήτων και μελλοντικών ζητημάτων που επέβαλαν την ανάγκη για ένα προληπτικό χτύπημα ανάσχεσης στον περσικό επεκτατισμό, η επιθυμία για πολεμική λεία ή, βεβαίως, ένας συνδυασμός κάποιων από αυτά. Σε ανταπόδοση της βοήθειας που της είχε προσφέρει παλαιότερα η Μίλητος στον πόλεμο με τη Χαλκίδα, η Ερέτρια απέστειλε 5 πλοία υπό τον Ευαλκίδη.

Επιχειρήσεις κατά το 498 π.Χ. – Εξάπλωση της επανάστασης

Στις Σάρδεις, ο Αρταφρένης φαίνεται ότι αποφάσισε να αντιδράσει πλήττοντας την κύρια εστία της επανάστασης και έστειλε τον κύριο όγκο των διαθέσιμων δυνάμεών του να πολιορκήσει από την ξηρά τη Μίλητο. Παράλληλα απέπλευσε και ο κυπριακός στόλος, προφανώς με κατεύθυνση την Ιωνία, αλλά στα ανοιχτά της Παμφυλίας νικήθηκε από τους επαναστάτες και τους Ερετριείς την άνοιξη του 498 π.Χ. Στη συνέχεια, έπειτα από πρόταση του Αρισταγόρα και σε προσπάθεια να αρθεί η πολιορκία της Μιλήτου, οι Αθηναίοι, Ερετριείς και Ίωνες υπό τους Χαροπίνο και Ερμόφαντο έφυγαν με πλοία από την πόλη προς παραλιακή περιοχή της Εφέσου, όπου αποβιβάστηκαν και βάδισαν προς τις Σάρδεις. Η πόλη καταλήφθηκε χωρίς αντίσταση και ο Αρταφρένης κλείστηκε στην ακρόπολη. Όμως μετά την, τυχαία ή όχι, πυρπόληση των Σάρδεων η φρουρά πραγματοποίησε έξοδο και απώθησε τους επαναστάτες, ενώ πλησίαζε και το ισχυρό περσικό στράτευμα που αποσύρθηκε από τη Μίλητο. Οι Ίωνες και οι σύμμαχοι υποχώρησαν εσπευσμένα, αλλά καταδιώχτηκαν και ηττήθηκαν κοντά στην Έφεσο. Εκεί σκοτώθηκε και ο Ευαλκίδης. Οι επιζήσαντες διασκορπίστηκαν στις πόλεις τους και, παρά τις εκκλήσεις του Αρισταγόρα, πολύ σύντομα οι Αθηναίοι αποχώρησαν, μάλλον μαζί με τους Ερετριείς.

Ο Ναός της Άρτεμις στις Σάρδεις. Η Πόλη πυρπολήθηκε από τον στρατό των Ιώνων

Για την ενέργεια αυτή δεν παρέχεται εξήγηση. Πιθανώς οι σύμμαχοι από την κυρίως Ελλάδα σχημάτισαν την πεποίθηση ότι ήταν αδύνατη η επικράτηση, ιδίως στον τομέα των χερσαίων επιχειρήσεων, ή θεώρησαν ότι είχαν ήδη προσφέρει αρκετά. Ειδικότερα για την Αθήνα, ίσως αποδείχτηκε ισχυρότερο το μελλοντικό εμπορικό συμφέρον καθώς, μετά την αποτυχία της επανάστασης, παρατηρείται ακόμα περισσότερη ενίσχυση της θέσης της στις αγορές της Ανατολικής Μεσογείου. Αν όμως η χρονολόγηση είναι σωστή, μέσα στο 498 π.Χ. ξέσπασε πόλεμος με την Αίγινα, οπότε βέβαια η Αθήνα χρειάστηκε το εκστρατευτικό σώμα που είχε στείλει στην Ιωνία.

Οι Ίωνες δεν αποθαρρύνθηκαν αλλά ανέλαβαν νέα πρωτοβουλία και το φθινόπωρο η επανάσταση εξαπλώθηκε. Ο στόλος τους έφτασε στον Ελλήσποντο, την Προποντίδα και το Βόσπορο πειθαναγκάζοντας πόλεις της περιοχής που δεν είχαν εξεγερθεί, όπως το Βυζάντιο, να το πράξουν τώρα. Ακολούθως, οι επαναστάτες έπλευσαν νότια και μεγάλο μέρος της Καρίας συντάχθηκε μαζί τους. Επιπλέον, την ίδια περίπου εποχή εξεγέρθηκε και η Κύπρος υπό την ηγεσία του Ονήσιλου, νέου βασιλιά της Σαλαμίνας. Η μεγαλόνησος πέρασε γρήγορα στον έλεγχό του εκτός από τη φοινικική Αμαθούντα, η οποία και πολιορκήθηκε.

Οι επιτυχίες των Ιώνων βασίζονταν στη ναυτική υπεροχή τους που όμως δεν ήταν αρκετή για την εξασφάλιση της ελευθερίας των μικρασιατικών πόλεων, όπως άλλωστε είχε δείξει και η πρώτη περσική κατάκτηση επί Κύρου. Στην ξηρά η κατάσταση ήταν διαφορετική, αφού οι Πέρσες όχι μόνο δεν υπέστησαν κανένα συντριπτικό πλήγμα, αλλά μετά την απόκρουση της επίθεσης στις Σάρδεις προφανώς κυριαρχούσαν στην ενδοχώρα κρατώντας ανοιχτές τις προσβάσεις για τα επαναστατημένα παράλια. Με τον ερχομό του 497 π.Χ. είχε ολοκληρωθεί πια η κινητοποίηση τεράστιου ανθρώπινου δυναμικού της αυτοκρατορίας.

 Η περσική αντεπίθεση, 497-496 π.Χ.

Από την άνοιξη, οι Πέρσες στρατηγοί με ανασυγκροτημένες και ενισχυμένες δυνάμεις, πέρασαν στην αντεπίθεση σε όλα τα μέτωπα. Στον Ελλήσποντο, ο Δαυρίσης κατέλαβε μέσα σε πέντε μέρες τις πόλεις Δάρδανο, Άβυδο, Περκώτη, Λάμψακο και Παισό. Μαθαίνοντας όμως για την επανάσταση στην Καρία κατευθύνθηκε προς τα εκεί. Ο Υμαίης προέλασε στην Προποντίδα και κατέλαβε την Κίο. Μετά την αποχώρηση του Δαυρίση από τον Ελλήσποντο ανέλαβε δράση στην περιοχή και υπέταξε την Τρωάδα. Νοτιότερα, ο Αρταφρένης με τον Οτάνη κυρίευσαν την Κύμη και τις Κλαζομενές.

Στην Κύπρο συνεχιζόταν η πολιορκία της Αμαθούντας όταν ο Ονήσιλος πληροφορήθηκε ότι επίκειται η άφιξη στη νήσο ισχυρού περσικού στρατού από την Κιλικία. Ο Σαλαμίνιος βασιλιάς ζήτησε τη βοήθεια των Ιώνων και πράγματι το Πανιώνιο αποφάσισε αμέσως την αποστολή στόλου, γνωρίζοντας τη σπουδαιότητα της Κύπρου ως προκεχωρημένης βάσης θαλάσσιου ελέγχου και αποκλεισμού του περσικού ναυτικού. Πιθανότατα όμως τα ιωνικά πλοία δεν έφτασαν έγκαιρα για να αποτρέψουν την απόβαση του εχθρού την άνοιξη/καλοκαίρι του 497 π.Χ. Παρά ταύτα, κατατρόπωσαν στη συνέχεια το φοινικικό στόλο ενώ διεξαγόταν στην πεδιάδα της Σαλαμίνας η αποφασιστική μάχη Κυπρίων και Περσών. Οι εισβολείς κατόρθωσαν να υπερισχύσουν όταν ο βασιλιάς του Κουρίου, Στησήνωρ, και μέρος του στρατού των Σαλαμινίων λιποτάκτησαν. Ο Ονήσιλος σκοτώθηκε και σύντομα οι εξεγερμένες πόλεις πολιορκήθηκαν. Χωρίς πλέον δυνατότητα και χρησιμότητα παραμονής στην Κύπρο, ο ιωνικός στόλος αναγκάστηκε να αποχωρήσει. Μέχρι την άνοιξη του 496 π.Χ. ολόκληρη η νήσος είχε υποταχτεί.

Στο μεταξύ οι Κάρες προετοιμάστηκαν να αντιμετωπίσουν τις υπέρτερες δυνάμεις του Δαυρίση στις όχθες του ποταμού Μαρσύα. Στη μεγάλη μάχη που έγινε εκεί, ίσως το καλοκαίρι του 497 π.Χ., οι Κάρες υπέστησαν βαρύτατες απώλειες και αποσύρθηκαν στα Λάβρανδα, όπου Μιλήσιοι και άλλοι Ίωνες ήρθαν προς ενίσχυσή τους. Ακολούθησε έτσι και δεύτερη μάχη στην οποία οι επαναστάτες συνετρίβησαν και το εκστρατευτικό σώμα των Μιλησίων φέρεται να διαλύθηκε. Προς το τέλος του έτους, μετά τις απανωτές αυτές ήττες ο Αρισταγόρας απελπίστηκε και κατέφυγε μαζί με οπαδούς του στη Μύρκινο της Θράκης όπου βρήκε το θάνατο λίγο αργότερα.

Την άνοιξη του 496 π.Χ. ήρθε η τελευταία επιτυχία των επαναστατών, όταν οι Κάρες εξόντωσαν σε νυχτερινή ενέδρα το στρατό του Δαυρίση στο δρόμο προς τον Πήδασο. Ο ίδιος ο Δαυρίσης και άλλοι δύο Πέρσες στρατηγοί έχασαν εκεί τη ζωή τους. Αυτή η νίκη μάλλον οδήγησε σε προσωρινό στρατιωτικό αδιέξοδο ή τουλάχιστον σε περίοδο ανάπαυλας και ανασύνταξης των εμπολέμων, καθώς δεν υπάρχουν πληροφορίες για επιχειρήσεις σε κανένα μέτωπο για τα επόμενα δύο σχεδόν χρόνια. Θα πρέπει επίσης να απέφερε και κάποιο διαπραγματευτικό πλεονέκτημα στους Πηδασείς Κάρες, που πιθανότατα συνθηκολόγησαν σύντομα με τους Πέρσες.

Περίπου αυτή την εποχή χρονολογείται η άφιξη του Ιστιαίου στις Σάρδεις. Ο πρώην τύραννος είχε πείσει τον Δαρείο ότι η παρέμβασή του μπορούσε να δώσει τέλος στην επανάσταση. Ίσως όμως και να στάλθηκε επί τούτου με πρωτοβουλία του Πέρση βασιλιά. Ωστόσο ο Αρταφρένης τον υποπτευόταν ως υποκινητή της επανάστασης και ο Ιστιαίος δραπέτευσε στη Χίο. Από εκει προσπάθησε ανεπιτυχώς να οργανώσει συνωμοσία με Πέρσες αξιωματούχους εναντίον του Αρταφρένη. Όταν επιχείρησε στα τέλη του 496 π.Χ. να εισέλθει στη Μίλητο, εκδιώχτηκε από τους συμπατριώτες του και τελικά επιδόθηκε στην πειρατεία με την υποστήριξη των Λέσβιων στο Βόσπορο.

Στασιμότητα και καταστολή, 495-493 π.Χ.

Το 495 π.Χ. δε σημειώθηκε στρατιωτική δραστηριότητα. Την άνοιξη του 494 π.Χ., μετά τις απαραίτητες προετοιμασίες, οι Πέρσες στρατηγοί ένωσαν τις δυνάμεις τους για να χτυπήσουν από ξηρά και θάλασσα τη Μίλητο. Το νέο περσικό στόλο που τους συνόδευε αποτελούσαν 600 πλοία από τη Φοινίκη, Αίγυπτο, Κιλικία και Κύπρο. Το Πανιώνιο ορθά αποφάσισε να διεξαχθεί στη θάλασσα ο αγώνας που θα έκρινε την τύχη της πόλης και της επανάστασης, δεδομένου ότι ήταν η μόνη επιλογή που έδινε σοβαρές ελπίδες επιτυχίας. Πρόθυμες και ικανές να συνεχίσουν την αντίσταση ήταν πλέον μόνο οι Λέσβος, Χίος, Σάμος, Μίλητος, Πριήνη, Τέως, Μυούς, Ερυθρές και Φώκαια, οι οποίες συγκέντρωσαν 353 πλοία στη νησίδα Λάδη, ανοιχτά της Μιλήτου. Το φθινόπωρο, στη ναυμαχία της Λάδης οι επαναστάτες νικήθηκαν ολοκληρωτικά καθώς οι Σάμιοι ήρθαν τελικά σε συνεννόηση με τους Πέρσες και λιποτάκτησαν λίγο πριν από την εμπλοκή. Η Μίλητος αποκλείστηκε εντελώς και υπέκυψε στην πολιορκία προς το τέλος του έτους. Ακολούθησε σφαγή των υπερασπιστών, αιχμαλωσία των αμάχων, λεηλασία και καταστροφή της πόλης.

Η αρχαία Μίλητος

Μετά την άλωση της Μιλήτου ο Ιστιαίος έφυγε από το Βόσπορο και έκανε μια σειρά δυσεξήγητων ενεργειών, όπως η εκστρατεία εναντίον της Χίου και της Θάσου, μάλλον άσχετων με την υπόθεση της επανάστασης και προς εξυπηρέτηση τόσο προσωπικών όσο και τοπικών συμφερόντων της Λέσβου. Γενικά, ο αινιγματικός ρόλος του έχει ερμηνευτεί ποικιλότροπα από τους ερευνητές ως πατριωτικός και επαναστατικός, τυχοδιωκτικός, ή και προδοτικός.

Λίγο νωρίτερα είχε ξεκινήσει και η τελευταία φάση της καταστολής, ουσιαστικά εκκαθαριστικές επιχειρήσεις μικρής διάρκειας εναντίον αποδυναμωμένων πλέον πόλεων. Ολόκληρη η Καρία τέθηκε υπό έλεγχο ενώ ο περσικός στόλος απέπλευσε από τη Μίλητο και υπέταξε εύκολα Χίο, Λέσβο και Τένεδο. Την ίδια τύχη είχαν και οι ελάχιστες μικρασιατικές πόλεις που ήταν ακόμη ελεύθερες. Ακολούθως ο στόλος κατευθύνθηκε στον Ελλήσποντο και την Προποντίδα όπου κατέλαβε τη θρακική Χερσόνησο, Πέρινθο, Σηλυμβρία (σημ. Silbri), Bυζάντιο, Χαλκηδόνα (σημ. Kadiköy), Προκόννησο (σημ. Marmara Adasi), και Αρτάκη. Η Κύζικος πρόλαβε να συνθηκολογήσει και απέφυγε έτσι τα σκληρά αντίποινα των Περσών που σημειώθηκαν σε άλλες πόλεις και τα οποία περιλάμβαναν, κατά τον Ηρόδοτο, λεηλασία, καταστροφή και αιχμαλωσία των ομορφότερων αγοριών και κοριτσιών.Φυσικά, από τα αντίποινα εξαιρέθηκε και η Σάμος, λόγω της προδοσίας της στη ναυμαχία της Λάδης και απλώς ο τύραννος Αιάκης ανέκτησε την εξουσία του.

Τα επακόλουθα, 493-492 π.Χ.

Μέσα στο 493 π.Χ. φαίνεται ότι είχαν αποκατασταθεί και όλοι οι υπόλοιποι τύραννοι. Κατόπιν εντολών του Αρταφρένη οι ιωνικές πόλεις έκαναν συνθήκες που απαγόρευαν τους μεταξύ τους τοπικούς πολέμους και οι διαφορές θα επιλύονταν με διαιτησία υπό την αιγίδα του Πέρση σατράπη. Έγινε επίσης καταμέτρηση της γης που κατείχαν οι πόλεις η οποία χρησιμοποιήθηκε ως βάση για δίκαιο υπολογισμό των φόρων που θα καταβάλλονταν στο περσικό κράτος. Αναφέρεται ότι για την επάνοδο στην ομαλότητα και την υιοθέτηση αυτών των μέτρων έπαιξε ρόλο και ο Εκαταίος με προσφυγή του στον Αρταφρένη. Την άνοιξη του 492 π.Χ. έφτασε στην Ιωνία ο Μαρδόνιος, γαμπρός του Δαρείου και ανώτατος διοικητής στην επικείμενη εισβολή στην Ελλάδα, ο οποίος απομάκρυνε τους τυράννους και επανέφερε τα δημοκρατικά καθεστώτα. Ήταν μια κίνηση που αποσκοπούσε στην ικανοποίηση του λαϊκού αισθήματος. Παραμένει άγνωστο σε ποια έκταση συνέβη αυτό και τι είδους δημοκρατίες εγκατέστησε ο Πέρσης στρατηγός.

  Αίτια και αποτελέσματα

Η αποτυχία της Ιωνικής επανάστασης οφείλεται προφανώς σε ένα συνδυασμό παραγόντων που σε διαφορετικό βαθμό επέδρασαν στη διαμόρφωση του αποτελέσματος. Η Περσική Αυτοκρατορία ήταν ασύγκριτα υπέρτερη σε ανθρώπινους, φυσικούς και χρηματικούς πόρους. Οι επαναστάτες δεν μπορούσαν να αντέξουν σε παρατεταμένο πόλεμο. Η ίδια η γεωγραφική θέση των περισσότερων πόλεων αποτελούσε σχετικό μειονέκτημα καθώς ήταν διάσπαρτες στα μικρασιατικά παράλια, χωρίς ιδιαίτερο βάθος ενδοχώρας και με τη μορφολογία του εδάφους να διευκολύνει περισσότερο τις μετακινήσεις από ανατολή προς δύση παρά από βορρά προς νότο. Επιπλέον, το έδαφος ευνοούσε συνήθως την ανάπτυξη του πολυάριθμου περσικού ιππικού το οποίο οι ελληνικοί στρατοί δεν είχαν ακόμα τη ικανότητα να αντιμετωπίσουν υπό τέτοιες συνθήκες. Υπήρξε επίσης κατά περιστάσεις έλλειψη ικανής ηγεσίας. Σημαντικός λόγος για την αποτυχία ήταν και η απουσία ουσιαστικής βοήθειας από την Ελλάδα. Η νεότερη έρευνα ωστόσο αποδίδει μεγάλη σημασία στην απουσία κοινής συνείδησης και στόχου, σε βαθμό που να συνενώνει τις ελληνικές πόλεις αλλά και να τις κρατά ενωμένες μέχρι την επίτευξη του αντικειμενικού σκοπού. Στον πολυδιασπασμένο ελληνικό κόσμο στενά τοπικά συμφέροντα, παλιές έχθρες, πιθανότατα παράλληλα με ταξικές-πολιτικές διαφορές στα εσωτερικά των πόλεων, κυριάρχησαν και απέτρεψαν την ομοψυχία σε κρίσιμες στιγμές. Η προδοσία έγειρε την πλάστιγγα υπέρ των Περσών στην πεζομαχία της Κύπρου και τη ναυμαχία της Λάδης.

Η αποτυχία της επανάστασης ανέκοψε την ακμή των ιωνικών πόλεων. Είναι προφανές ότι οι απώλειες σε ζωές, οι εκτοπίσεις, οι αιχμαλωσίες και η φυγή αρκετών από τους επιζώντες σε συνδυασμό με τις καταστροφές πόλεων και στόλων είχαν ολέθριες επιπτώσεις σε δημογραφικό, οικονομικό, πολιτικό και πολιτιστικό επίπεδο. Μόνο κατά την περίοδο της ρωμαιοκρατίας επανήλθε σε τόσο μεγάλο βαθμό η οικονομική και πολιτιστική άνθηση, αλλά γενικά η Ιωνία δεν ανέκτησε ποτέ την προηγούμενη κυρίαρχη θέση και την αίγλη της, που χάθηκαν στο τέλος της Αρχαϊκής περιόδου με την καταστολή της επανάστασης.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου