Έχω προσέξει πως εμείς οι άνθρωποι σε δυο καταστάσεις μας ντρεπόμαστε υπερβολικά.
Πολύ δύσκολο να τις ομολογήσουμε ακόμη και στον εαυτό μας. Όταν δυσκολευόμαστε για κάτι προς τον εαυτό μας, αυτό το κάτι δυσκολεύεται χειρότερα να εκδηλωθεί προς άλλους – είναι μια κοινοτοπία αυτή. Οι δυο τούτες καταστάσεις που μας κάνουν να ντρεπόμαστε, όταν όντως μας κυριεύουν, είναι η ζήλια και ο φόβος. Ντρεπόμαστε και κρύβουμε τον φθόνο που μας παιδεύει, ντρεπόμαστε και κρύβουμε τη δειλία μας και τους πανικούς.
Η ζήλια ή οι φόβοι, εκτός από το ίδιο το τεράστιο βασανιστήριό τους, μας κάνουν να αισθανόμαστε εξαιρετικά άσχημα και μειονεκτικά, μας ρεζιλεύουν άμα τα αντιληφθούν οι άλλοι. Όταν τέτοια αισθήματα κινδυνεύουν να αποκαλυφθούν προς τα έξω – και πώς να μην αποκαλυφθούν αργά ή γρήγορα; – γυρεύουμε να βρούμε ένα σωρό ψευδοεξηγήσεις, δικαιολογίες, στρεψοδικίες, επικαλύψεις, κυρίως εκείνα που στην ψυχολογία ονομάζουμε εκλογικεύσεις, προκειμένου να αποκρύψουμε την αληθινή τους ποιότητα. Με τίποτα δεν αντέχουμε να μας θεωρήσουν φθονερούς ή δειλούς, τα άλλα μας ελαττώματα φαντάζουν πιο ανεκτά.
Ασφαλώς πολύ περισσότερο μας κυριεύει ντροπή, εάν ο φόβος μας φτάνει σε βαθμούς πανικού. Και όταν μιλάμε για πανικούς εννοούμε τις απαίσιες – συνήθως απρόσμενες, απροειδοποίητες, ενίοτε ανεξήγητες εκ πρώτης όψεως – ταραχές, όπου ο φόβος δεν είναι απλώς ένας ισχυρός φόβος, φόβος ανασταλτικός, σίγουρα επώδυνος αλλά πάντα σχετικά οικείος, μα κάτι αφάνταστα προχωρημένο. Αισθάνεσαι πως πεθαίνεις, πως χάνεις μυαλό και ψυχή, τον αυτοέλεγχο, πως τρελαίνεσαι. Αδύνατο να το συμμεριστεί κάποιος εάν δεν έχει συμβεί και στον ίδιο, εάν δεν έχει ζήσει την εμπειρία. Δεν περιγράφεται.
Δε γνωρίζω αν ο αληθινός θάνατος, όταν έρθει του καθενός μας η ώρα, θα έχει τόση αγωνία όσο μια απλή κρίση πανικού. Τη χαρακτηρίζω απλή διότι είναι συνηθισμένη, δεν κινδυνεύεις επ’ ουδενί να πεθάνεις τελικά, ούτε να τρελαθείς, ούτε να αρρωστήσεις, είναι όμως από τα χειρότερα μαρτύρια.
Αν οι άνθρωποι τολμούσαν να φανερώσουν εύκολα ότι πάσχουν από τέτοιες κρίσεις, θα ανακουφίζονταν να πληροφορηθούν πόσο κοινό, πόσο συχνό, όλο και πιο συχνό είναι το φαινόμενο. Πόσο πολλοί είναι και οι άλλοι που περνούν το ίδιο δύσκολα. Πρόκειται για μια πληροφόρηση εξαιρετικά βοηθητική, διότι ο πανικόβλητος πλήττεται βαρύτατα από τη μειονεξία, νιώθει σοβαρά άρρωστος, ολομόναχος, έρημος και εγκαταλειμμένος μέσα σε πρωτόγνωρη υπαρξιακή μοναξιά. Πιο αβοήθητος κι από ένα εξόριστο ετοιμοθάνατο ζώο.
Το επίσης δύσκολο που αντιμετωπίζεις, αφού σου πρωτοσυμβεί, είναι πως δεν υποφέρεις μονάχα την ώρα της κρίσης, αλλά, έτσι και τη γευθείς, τραυματίζει για καιρό τη ζωή και το μυαλό σου, από εδώ και πέρα ζεις με τον φόβο του φόβου, με τον τρόμο μήπως σου ξανασυμβεί. Μια τέτοια ζοφερή αναμονή είναι συχνότατα ο λόγος που θα προκληθεί μια νέα κρίση, που θα πυροδοτηθεί ένα κοινό άγχος και θα κλιμακωθεί σε πανικό, αν δεν τον φοβόσουν τόσο αποκαρδιωτικά, πιθανόν να τον απέφευγες. Μπορεί να τον ξεχνούσες, με τον τρόπο που ξεχνάμε έναν πονόδοντο, αφού περάσει. Εκείνο που με οδήγησε να γράφω τούτο, είναι η ανάγκη να τονίσω ότι η θεραπεία των πανικών είναι μονάχα μια συγκεκριμένη θεραπεία. Θεραπεία από γιατρό και μόνο από γιατρό.
Τα μπόλικα χρόνια που με απασχολούσε η ψυχοθεραπεία, συνάντησα φυσικά πολλούς ανθρώπους που έπασχαν από πανικούς. Είναι εκπληκτικό το πώς μια τέτοια «πάθηση» δεν έχει να κάνει καθόλου με την όλη προσωπικότητα του πάσχοντος.
Πρόκειται για μια ρωγμή ανεξάρτητη απ’ αυτό που λέμε δυνατός ή αδύναμος χαρακτήρας, ανεξάρτητη από το γενικό κουράγιο κάποιου ή το σθένος του στη ζωή. Θα τολμούσα μάλιστα να πω ότι από κρίσεις πανικού κινδυνεύουν περισσότερο οι τολμηρότεροι, οι άνθρωποι που πέφτουν ευκολότερα στα βαθιά νερά, οι τελειομανείς, οι φιλόδοξοι, οι πιο θαρραλέοι, εκείνοι που ξανοίγονται σε περιπέτειες δυσκολότερες.
Στην ουσία πρόκειται για ψυχική, νευρική υπερκόπωση έπειτα από μια υπερφόρτωση της προσπάθειας να αντέξεις ή να κατορθώσεις κάτι. Πολύ συχνά συμβαίνει όταν ένα απαιτητικότατο υπερεγώ συγκρίνεται και συγκρούεται με τις αληθινές αντοχές και τις ευαισθησίες του ατόμου. Όταν οι προσδοκίες μας για πράξεις που μας ζητούν ή πιστεύουμε πως οφείλουμε, πως καταφέρνουμε ή πως δικαιούμαστε, μας καταπονούν με τις υπερβολικές προσπάθειες, και τότε σπάζει από το παρατέντωμα μια τεντωμένη χορδή μας.
Δεν είναι τυχαίο ότι παθαίνουν κρίσεις πρόσωπα της σκηνής, της τηλεόρασης, άτομα δηλαδή που συνεχώς εκτίθενται σε κοινό με απανωτές αγωνίες, ανταγωνισμούς και εξετάσεις για νίκες. Θα έλεγα μάλιστα πως οι πανικοί είναι η αρρώστια των πιο εργατικών και των επιτυχημένων, εκείνων με την πιο έντονη και πρόθυμη να αγωνίζεται προσωπικότητα, ακόμη των ατόμων που πιέζονται από υπερβολικές ενοχές ή που επιμένουν να αποδεικνύουν – σε γονείς κατά βάθος και κατά κανόνα – ότι είναι καλά, άριστα και φιλότιμα παιδιά. Όσων βιώνουν ως εκ τούτου καθημερινότητα υπερβολικά φορτωμένη, φορτισμένη, εκτεθειμένη και άρα αγχωτική.
Πολύ δύσκολο να τις ομολογήσουμε ακόμη και στον εαυτό μας. Όταν δυσκολευόμαστε για κάτι προς τον εαυτό μας, αυτό το κάτι δυσκολεύεται χειρότερα να εκδηλωθεί προς άλλους – είναι μια κοινοτοπία αυτή. Οι δυο τούτες καταστάσεις που μας κάνουν να ντρεπόμαστε, όταν όντως μας κυριεύουν, είναι η ζήλια και ο φόβος. Ντρεπόμαστε και κρύβουμε τον φθόνο που μας παιδεύει, ντρεπόμαστε και κρύβουμε τη δειλία μας και τους πανικούς.
Η ζήλια ή οι φόβοι, εκτός από το ίδιο το τεράστιο βασανιστήριό τους, μας κάνουν να αισθανόμαστε εξαιρετικά άσχημα και μειονεκτικά, μας ρεζιλεύουν άμα τα αντιληφθούν οι άλλοι. Όταν τέτοια αισθήματα κινδυνεύουν να αποκαλυφθούν προς τα έξω – και πώς να μην αποκαλυφθούν αργά ή γρήγορα; – γυρεύουμε να βρούμε ένα σωρό ψευδοεξηγήσεις, δικαιολογίες, στρεψοδικίες, επικαλύψεις, κυρίως εκείνα που στην ψυχολογία ονομάζουμε εκλογικεύσεις, προκειμένου να αποκρύψουμε την αληθινή τους ποιότητα. Με τίποτα δεν αντέχουμε να μας θεωρήσουν φθονερούς ή δειλούς, τα άλλα μας ελαττώματα φαντάζουν πιο ανεκτά.
Ασφαλώς πολύ περισσότερο μας κυριεύει ντροπή, εάν ο φόβος μας φτάνει σε βαθμούς πανικού. Και όταν μιλάμε για πανικούς εννοούμε τις απαίσιες – συνήθως απρόσμενες, απροειδοποίητες, ενίοτε ανεξήγητες εκ πρώτης όψεως – ταραχές, όπου ο φόβος δεν είναι απλώς ένας ισχυρός φόβος, φόβος ανασταλτικός, σίγουρα επώδυνος αλλά πάντα σχετικά οικείος, μα κάτι αφάνταστα προχωρημένο. Αισθάνεσαι πως πεθαίνεις, πως χάνεις μυαλό και ψυχή, τον αυτοέλεγχο, πως τρελαίνεσαι. Αδύνατο να το συμμεριστεί κάποιος εάν δεν έχει συμβεί και στον ίδιο, εάν δεν έχει ζήσει την εμπειρία. Δεν περιγράφεται.
Δε γνωρίζω αν ο αληθινός θάνατος, όταν έρθει του καθενός μας η ώρα, θα έχει τόση αγωνία όσο μια απλή κρίση πανικού. Τη χαρακτηρίζω απλή διότι είναι συνηθισμένη, δεν κινδυνεύεις επ’ ουδενί να πεθάνεις τελικά, ούτε να τρελαθείς, ούτε να αρρωστήσεις, είναι όμως από τα χειρότερα μαρτύρια.
Αν οι άνθρωποι τολμούσαν να φανερώσουν εύκολα ότι πάσχουν από τέτοιες κρίσεις, θα ανακουφίζονταν να πληροφορηθούν πόσο κοινό, πόσο συχνό, όλο και πιο συχνό είναι το φαινόμενο. Πόσο πολλοί είναι και οι άλλοι που περνούν το ίδιο δύσκολα. Πρόκειται για μια πληροφόρηση εξαιρετικά βοηθητική, διότι ο πανικόβλητος πλήττεται βαρύτατα από τη μειονεξία, νιώθει σοβαρά άρρωστος, ολομόναχος, έρημος και εγκαταλειμμένος μέσα σε πρωτόγνωρη υπαρξιακή μοναξιά. Πιο αβοήθητος κι από ένα εξόριστο ετοιμοθάνατο ζώο.
Το επίσης δύσκολο που αντιμετωπίζεις, αφού σου πρωτοσυμβεί, είναι πως δεν υποφέρεις μονάχα την ώρα της κρίσης, αλλά, έτσι και τη γευθείς, τραυματίζει για καιρό τη ζωή και το μυαλό σου, από εδώ και πέρα ζεις με τον φόβο του φόβου, με τον τρόμο μήπως σου ξανασυμβεί. Μια τέτοια ζοφερή αναμονή είναι συχνότατα ο λόγος που θα προκληθεί μια νέα κρίση, που θα πυροδοτηθεί ένα κοινό άγχος και θα κλιμακωθεί σε πανικό, αν δεν τον φοβόσουν τόσο αποκαρδιωτικά, πιθανόν να τον απέφευγες. Μπορεί να τον ξεχνούσες, με τον τρόπο που ξεχνάμε έναν πονόδοντο, αφού περάσει. Εκείνο που με οδήγησε να γράφω τούτο, είναι η ανάγκη να τονίσω ότι η θεραπεία των πανικών είναι μονάχα μια συγκεκριμένη θεραπεία. Θεραπεία από γιατρό και μόνο από γιατρό.
Τα μπόλικα χρόνια που με απασχολούσε η ψυχοθεραπεία, συνάντησα φυσικά πολλούς ανθρώπους που έπασχαν από πανικούς. Είναι εκπληκτικό το πώς μια τέτοια «πάθηση» δεν έχει να κάνει καθόλου με την όλη προσωπικότητα του πάσχοντος.
Πρόκειται για μια ρωγμή ανεξάρτητη απ’ αυτό που λέμε δυνατός ή αδύναμος χαρακτήρας, ανεξάρτητη από το γενικό κουράγιο κάποιου ή το σθένος του στη ζωή. Θα τολμούσα μάλιστα να πω ότι από κρίσεις πανικού κινδυνεύουν περισσότερο οι τολμηρότεροι, οι άνθρωποι που πέφτουν ευκολότερα στα βαθιά νερά, οι τελειομανείς, οι φιλόδοξοι, οι πιο θαρραλέοι, εκείνοι που ξανοίγονται σε περιπέτειες δυσκολότερες.
Στην ουσία πρόκειται για ψυχική, νευρική υπερκόπωση έπειτα από μια υπερφόρτωση της προσπάθειας να αντέξεις ή να κατορθώσεις κάτι. Πολύ συχνά συμβαίνει όταν ένα απαιτητικότατο υπερεγώ συγκρίνεται και συγκρούεται με τις αληθινές αντοχές και τις ευαισθησίες του ατόμου. Όταν οι προσδοκίες μας για πράξεις που μας ζητούν ή πιστεύουμε πως οφείλουμε, πως καταφέρνουμε ή πως δικαιούμαστε, μας καταπονούν με τις υπερβολικές προσπάθειες, και τότε σπάζει από το παρατέντωμα μια τεντωμένη χορδή μας.
Δεν είναι τυχαίο ότι παθαίνουν κρίσεις πρόσωπα της σκηνής, της τηλεόρασης, άτομα δηλαδή που συνεχώς εκτίθενται σε κοινό με απανωτές αγωνίες, ανταγωνισμούς και εξετάσεις για νίκες. Θα έλεγα μάλιστα πως οι πανικοί είναι η αρρώστια των πιο εργατικών και των επιτυχημένων, εκείνων με την πιο έντονη και πρόθυμη να αγωνίζεται προσωπικότητα, ακόμη των ατόμων που πιέζονται από υπερβολικές ενοχές ή που επιμένουν να αποδεικνύουν – σε γονείς κατά βάθος και κατά κανόνα – ότι είναι καλά, άριστα και φιλότιμα παιδιά. Όσων βιώνουν ως εκ τούτου καθημερινότητα υπερβολικά φορτωμένη, φορτισμένη, εκτεθειμένη και άρα αγχωτική.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου