Οτι συμβαίνει στην νεοελληνική κοινωνία σήμερα, δυστυχώς ή ευτυχώς… δεν έιναι μόνον ζήτημα της οικονομικής μας κρίσης. Τούτη εδώ η «ευκαιρία» είναι μόνον η αφορμή ώστε να αναζητήσει κάποιος τα πραγματικά αίτια μιάς γενικότερης εθνικοπολιτικόκοινωνικής κρίσης με κορυφή του παγόβουνου την οικονομιική μας παρακμή. Τονίζω πάντοτε και με κάθε αφορμή, το γεγονός πως το πραγματικά ουσιαστικό πρόβλημα της χώρας πέρα απο τις κενές λόγου και ουσίας διενέξεις των πολιτικών σχηματισμών και τις κινήσεις, τις ζυμώσεις και τις επανακαθορίσεις στον πολιτικό χάρτη, είναι η ανάπτυξη και η υπόθαλψη ενός κακού πλέγματος νοοτροπιών.
Νοοτροπιών οι οποίες βρίσκονται βαθιά ριζομένες εντός της νεοελληνικής κοινωνίας και έχουν ως απαρχή τους τα κοντά διακόσια χρόνια ζωής και ακόμη πιο πίσω στο παρελθόν, του σχετικώς νέου Ελληνικού κράτους, μιάς αποικίας χρέους εν τη γεννέσει του επί της ουσίας, η οποία πληρώνει την γεωπολιτική της θέση και θα συνεχίσει να την πληρώνει για πολλούς αιώνες ακόμη, εάν εν τω μεταξύ δεν συνθλιβεί απο κάποιο τεχνοκρατικό χωνευτήρι όπως αυτό της δήθεν Ευρωπαικής ένωσης, το οποίο δημιουργήθηκε επί της ουσίας ώστε να εγκλωβίσει και να καταπνίξει κάθε έννοια τοπικισμού, εθνικισμού και λοιπών ιδεολογικών αναφορών, μιάς και οι κύκλοι οι οποίοι την δημιούργησαν θεωρούν πως οι λαοί εξουσιάζονται καλύτερα αποδομώντας τους κατά το δοκούν και προσφέροντας τους τα «δώρα της ευρωπαικής προοπτικής».
Η ημιτελής μας εθνοκοινωνική επανάσταση, ενώ επέτυχε την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού και με τις απαραίτητες συννενοήσεις των «προστάτιδων μεγάλων δυνάμεων», δεν κατάφερε να επιτύχει την αποτίναξη των νοοτροπιών της πάλαι ποτέ κραταιάς Οθωμανικής αυτοκρατορίας, οι οποίες ίδρυσαν ένα κράτος πελατειακό, ένα κράτος όμηρο στον παραλογισμό ντόπιων και ξένων συμφερόντων, ένα κράτος το οποίο ασφυκτιά και εξαρτάται μονίμως απο τις επιθυμίες των δανειστών του, γεγονότα τα οποία αν δεί κανείς συνδιαστικά και με τον «αναγκαστικό εναγκαλισμό» απο τους δυτικούς, καταλήγει αρκετά εύκολα σε πολλά συμπεράσματα με γεύση πικρή για το παρόν και το μέλλον αυτού του τόπου.
Τούτη η διαπίστωση βέβαια περί της «ημιτελούς εθνοκοινωνικής επαναστάσεως», δεν υποτιμά επουδενί τον αγώνα των προγόνων μας για ελευθερία και δικαιοσύνη. Εκείνοι έπραξαν το καθήκον τους ως πρέπει να πράξει η κάθε γενιά η οποία έχει συναίσθηση της ιστορικής της συνέχειας, υπό τις τότε γεωπολιτικές και κοινωνικές συνθήκες μη διστάζοντας να υπερασπίσει τις αξίες της εώς θανάτου με αυταπάρνηση για την οποία όλοι μας οφείλουμε να αισθανόμαστε και αισθανόμαστε υπερήφανοι.
Η ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, η βασισμένη σε δάνεια επί δανείων (δεν είναι καθόλου τυχαίον πως το πρώτο δάνειο της ανεξαρτησίας μας το εδάνεισε ο «φιλέλλην» λόρδος Βύρων ώστε να μεταβεί η επιτροπή στο Λονδίνο προκειμένου να υπογράψει το πρώτο της δάνειο είς τα 1826), υπέγραψε τότε και ένα άτυπο «κοινωνικό συμβόλαιο» με τις ντόπιες κοινωνικές ομάδες, ένα συμβόλαιο υποσχεσιολογίας και ανταλλαγής συμφερόντων υποθηκεύοντας το μέλλον της χώρας για πολλές δεκαετίες.
Μία τέτοια παγιωμένη κατάσταση δυστυχώς ή ευτυχώς έβρισκε απο καιρού είς καιρόν η εκάστοτε κυβέρνηση, η οποία αντί να γκρεμίσει το προβληματικό αυτό οικοδόμημα, έχτιζε επί ενός σαπισμένου εδάφους, με αποτέλεσμα σήμερα να υποφέρει ολάκερη η Ελληνική κοινωνία επί των ερειπίων τα οποία συγκέντρωσαν ξεδιάντροπα οι προηγούμενοι.
Έτσι μέσα σε αυτόν τον φαύλο κύκλο των δεκαετιών που πέρασαν, η ασυδοκρατία, βαπτίζεται «δημοκρατία» και τα συμφέροντα του καθενός τυχάρπαστου, ως «λαικός αγώνας», ο λαικισμός ζεί και βασιλεύει και τα πάντα κυριεύει και το νοιάξιμο για το σύνολο πηγαίνει στο περιθώριο καθώς και όσοι νοιάστηκαν για μια καλή κοινή πορεία έχουν κακή τύχη διαχρονικά. Η αναφορά δε του πολιτικού κόσμου στους «κακούς ξένους»
βολεύει πέραν του δέοντως πολλούς σε αυτόν τον τόπο, ενός πολιτικού κόσμου σάπιου εώς μυελού οστέων που που δρά δυστυχώς ως προβολή του πολίτη στο μακροκοινωνικό επίππεδο, με μόνο ελαφρυντικό αυτού του λαού την συνεχή αβεβαιότητα λόγω της θέσεως της χώρας, μιά αβεβαιότητα η οποία τον πίεσε αφόρητα στο να φερθεί ώρες ώρες σκεπτόμενος μόνον το ατομικό και οικογενειακό ενίοτε συμφέρον και οχι το σύνολο.
Είμεθα ένας λαός ηρώων.
Και στους ήρωες δεν πρέπει ζωή προσκυνημένων, δεν του αξίζει η συνεχής ανάθεση των ευθυνών στους άλλους, δεν του πρέπει η απαξίωση, η ξενομανία αλλά και η ξενολατρεία. Να βαδίσουμε τον δρόμο της αρετής παρά τα αγκάθια, να αγαπήσουμε την φυλή μας, να εκθρέψουμε τα θετικά και να καταποντίσουμε τα αρνητικά και πάντα να θυμόμαστε πως ο χειρότερος εχθρός του Ελληνισμού ανά τους αιώνες, είναι ο νεοελληνισμός.
Νοοτροπιών οι οποίες βρίσκονται βαθιά ριζομένες εντός της νεοελληνικής κοινωνίας και έχουν ως απαρχή τους τα κοντά διακόσια χρόνια ζωής και ακόμη πιο πίσω στο παρελθόν, του σχετικώς νέου Ελληνικού κράτους, μιάς αποικίας χρέους εν τη γεννέσει του επί της ουσίας, η οποία πληρώνει την γεωπολιτική της θέση και θα συνεχίσει να την πληρώνει για πολλούς αιώνες ακόμη, εάν εν τω μεταξύ δεν συνθλιβεί απο κάποιο τεχνοκρατικό χωνευτήρι όπως αυτό της δήθεν Ευρωπαικής ένωσης, το οποίο δημιουργήθηκε επί της ουσίας ώστε να εγκλωβίσει και να καταπνίξει κάθε έννοια τοπικισμού, εθνικισμού και λοιπών ιδεολογικών αναφορών, μιάς και οι κύκλοι οι οποίοι την δημιούργησαν θεωρούν πως οι λαοί εξουσιάζονται καλύτερα αποδομώντας τους κατά το δοκούν και προσφέροντας τους τα «δώρα της ευρωπαικής προοπτικής».
Η ημιτελής μας εθνοκοινωνική επανάσταση, ενώ επέτυχε την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού και με τις απαραίτητες συννενοήσεις των «προστάτιδων μεγάλων δυνάμεων», δεν κατάφερε να επιτύχει την αποτίναξη των νοοτροπιών της πάλαι ποτέ κραταιάς Οθωμανικής αυτοκρατορίας, οι οποίες ίδρυσαν ένα κράτος πελατειακό, ένα κράτος όμηρο στον παραλογισμό ντόπιων και ξένων συμφερόντων, ένα κράτος το οποίο ασφυκτιά και εξαρτάται μονίμως απο τις επιθυμίες των δανειστών του, γεγονότα τα οποία αν δεί κανείς συνδιαστικά και με τον «αναγκαστικό εναγκαλισμό» απο τους δυτικούς, καταλήγει αρκετά εύκολα σε πολλά συμπεράσματα με γεύση πικρή για το παρόν και το μέλλον αυτού του τόπου.
Τούτη η διαπίστωση βέβαια περί της «ημιτελούς εθνοκοινωνικής επαναστάσεως», δεν υποτιμά επουδενί τον αγώνα των προγόνων μας για ελευθερία και δικαιοσύνη. Εκείνοι έπραξαν το καθήκον τους ως πρέπει να πράξει η κάθε γενιά η οποία έχει συναίσθηση της ιστορικής της συνέχειας, υπό τις τότε γεωπολιτικές και κοινωνικές συνθήκες μη διστάζοντας να υπερασπίσει τις αξίες της εώς θανάτου με αυταπάρνηση για την οποία όλοι μας οφείλουμε να αισθανόμαστε και αισθανόμαστε υπερήφανοι.
Η ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, η βασισμένη σε δάνεια επί δανείων (δεν είναι καθόλου τυχαίον πως το πρώτο δάνειο της ανεξαρτησίας μας το εδάνεισε ο «φιλέλλην» λόρδος Βύρων ώστε να μεταβεί η επιτροπή στο Λονδίνο προκειμένου να υπογράψει το πρώτο της δάνειο είς τα 1826), υπέγραψε τότε και ένα άτυπο «κοινωνικό συμβόλαιο» με τις ντόπιες κοινωνικές ομάδες, ένα συμβόλαιο υποσχεσιολογίας και ανταλλαγής συμφερόντων υποθηκεύοντας το μέλλον της χώρας για πολλές δεκαετίες.
Μία τέτοια παγιωμένη κατάσταση δυστυχώς ή ευτυχώς έβρισκε απο καιρού είς καιρόν η εκάστοτε κυβέρνηση, η οποία αντί να γκρεμίσει το προβληματικό αυτό οικοδόμημα, έχτιζε επί ενός σαπισμένου εδάφους, με αποτέλεσμα σήμερα να υποφέρει ολάκερη η Ελληνική κοινωνία επί των ερειπίων τα οποία συγκέντρωσαν ξεδιάντροπα οι προηγούμενοι.
Έτσι μέσα σε αυτόν τον φαύλο κύκλο των δεκαετιών που πέρασαν, η ασυδοκρατία, βαπτίζεται «δημοκρατία» και τα συμφέροντα του καθενός τυχάρπαστου, ως «λαικός αγώνας», ο λαικισμός ζεί και βασιλεύει και τα πάντα κυριεύει και το νοιάξιμο για το σύνολο πηγαίνει στο περιθώριο καθώς και όσοι νοιάστηκαν για μια καλή κοινή πορεία έχουν κακή τύχη διαχρονικά. Η αναφορά δε του πολιτικού κόσμου στους «κακούς ξένους»
βολεύει πέραν του δέοντως πολλούς σε αυτόν τον τόπο, ενός πολιτικού κόσμου σάπιου εώς μυελού οστέων που που δρά δυστυχώς ως προβολή του πολίτη στο μακροκοινωνικό επίππεδο, με μόνο ελαφρυντικό αυτού του λαού την συνεχή αβεβαιότητα λόγω της θέσεως της χώρας, μιά αβεβαιότητα η οποία τον πίεσε αφόρητα στο να φερθεί ώρες ώρες σκεπτόμενος μόνον το ατομικό και οικογενειακό ενίοτε συμφέρον και οχι το σύνολο.
Είμεθα ένας λαός ηρώων.
Και στους ήρωες δεν πρέπει ζωή προσκυνημένων, δεν του αξίζει η συνεχής ανάθεση των ευθυνών στους άλλους, δεν του πρέπει η απαξίωση, η ξενομανία αλλά και η ξενολατρεία. Να βαδίσουμε τον δρόμο της αρετής παρά τα αγκάθια, να αγαπήσουμε την φυλή μας, να εκθρέψουμε τα θετικά και να καταποντίσουμε τα αρνητικά και πάντα να θυμόμαστε πως ο χειρότερος εχθρός του Ελληνισμού ανά τους αιώνες, είναι ο νεοελληνισμός.