« Ο αρνηθείς δεν μετανιώνει. Αν ρωτούνταν πάλι όχι θα ξανάλεγε. Κι όμως τον καταβάλει αυτό το όχι -το σωστό- εις όλην τη ζωή του.» Ένα μικρό απόσπασμα από το ποίημα του Καβάφη και η περίληψη μιας ολόκληρης φιλοσοφίας ζωής! Το όχι –το σωστό- μας λέει ο ποιητής. Βέβαια, αυτό το όχι μπορεί να είναι ότι πιο σωστό έχεις κάνει στη ζωή σου, μα δεν θα το μάθεις ποτέ. Θα μείνει αυτό το όχι χαραγμένο στο μυαλό και στην καρδιά σου και μαζί με τον «Tι θα γινόταν αν..» θα κάνουν παρέα καλή και θα γελάνε εις βάρος σου που δεν είχες το θάρρος να μάθεις τι υπάρχει παρακάτω. Ξέρεις, όταν θέλεις κάτι πάρα πολύ σε σημείο να σου έχει γίνει έμμονη ιδέα, η λύση είναι μια. Χόρτασε το. Να το γευτείς μέχρι να το σιχαθεί η ψυχή σου. Να φτάσει η στιγμή να πεις «Δεν θέλω άλλο, φτάνει!»
Καλύτερα να πονέσεις. Να νιώσεις πως χάνεις μέρα με τη μέρα τον εαυτό σου, να κυλιέσαι, να χάνεσαι ναι, παρά να περάσεις μια ζωή με τη σκέψη πως αυτό που άφησες ήταν ίσως ότι πιο δυνατό θα ζούσες ποτέ. Γιατί η ζωή μας δεν είναι περίπλοκη, δεν είναι παιχνίδι που μαζεύεις πόντους από τις σωστές σου αποφάσεις. Είναι ή τώρα ή ποτέ η όλα ή τίποτα.
Πες ναι, πάρε την ευθύνη, χόρτασέ το, φάε το στη μάπα αυτό το ναι, μέχρι να πεις βαρέθηκα, χόρτασα, δεν θέλω άλλο προς Θεού. Να φύγω μόνο θέλω μακριά. Μέχρι σε αυτό το σημείο να φτάσεις, ποτέ μην αρνηθείς αυτό που θέλησες με όλο σου το είναι. Ποτέ. Είναι ο χειρότερος πόνος αυτός και είναι ύπουλος, να ξέρεις. Είναι αυτός που σου ψιθυρίζει «μπράβο πήρες τη σωστή απόφαση, δεν θα πονέσεις, είσαι ασφαλής τώρα, πρέπει να ευχαριστείς γι’ αυτό, να είσαι υπόχρεος.
Γλίτωσες!
Αν το ζούσες κιόλας θα έβλεπες πόσο θα το μετάνιωνες! Πολύ έξυπνα συμπεριφέρθηκες. Προνόησες!» Όμως εγώ δεν θέλω να προνοήσω, δεν θέλω να προστατέψω τον εαυτό μου, δεν θέλω να φύγω μακριά απ ότι με πληγώνει κι ας ξέρω ότι θα συνεχίσει να με πληγώνει. Θέλω να μείνω εδώ, να δώσω ευκαιρία σε ότι μου ξύπνησε τον έρωτα για τη ζωή, να προσπαθήσω και μια και δυο και τρεις και όσες φορές χρειαστεί. Μην πέσεις στην παγίδα ν’ ακούσεις αυτή την ύπουλη φωνή της λογικής.
Μετά ακούς τη δική σου να ουρλιάζει από τα μέσα σου και νομίζεις ποτέ δεν θα πάψει, ποτέ δεν θα σταματήσει να φωνάζει για το άδικο αυτό , για την αμαρτία. Γιατί είναι αμαρτία να διώξεις ότι πιο πολύ πόθησες στη ζωή σου. Την έχω πάρει την απόφασή μου, θ’ αγαπήσω κάτι βαθειά και θα το αφήσω να με παιδέψει. Να πονέσω δεν με νοιάζει. Αρκεί να πάψει αυτή η φωνή.
Και αυτό το λάθος θα είναι ότι πιο σωστό θα έχω κάνει και θα χαίρομαι για τις σωστές μου πράξεις και τις πιο σοφές μου αποφάσεις.
Μικρή όταν ήμουν ήθελα να φάω όλο το βαζάκι τη μαρμελάδα βερίκοκο, μα δεν με άφηναν, γιατί ήμουν λέει αλλεργική στα βερίκοκα. Κι εμένα εμμονή μου είχε γίνει. Σκεφτόμουν τα βράδια πώς θα γίνει να τους ξεγελάσω όλους και να κλέψω το βαζάκι από το κλειδωμένο ντουλάπι. Τι γεύση άραγε ν’ αφήνει το βερίκοκο στο στόμα; Πώς είναι άραγε να χορταίνεις από βερίκοκο.
Να λες δεν θέλω άλλο;
Όλα αυτά με βασάνιζαν και με άφηναν κάποια βράδια ξάγρυπνη, που γνώριζα πως το ντουλάπι είχε μείνει ξεκλείδωτο. Μέχρι που τη σωστή απόφαση πήρα και σηκώθηκα ένα βράδυ και άδειασα όλο το βαζάκι. Γέμισα σπυριά και φλούμπες και πρήστηκα και αγνώριστη έγινα.
Ζορίστηκα εκείνο το βράδυ και τρόμαξα τους δικούς μου πολύ. Όμως η ενόχληση από τα βερίκοκα δεν συγκρινόταν από την ενόχληση που είχα μέχρι εκείνη τη στιγμή που τα δοκίμασα. Πονούσε η κοιλιά μου και τα μάγουλά μου είχαν γίνει δυο παχουλά βερίκοκα κι αυτά, μα εμένα δεν με ένοιαζε.
Είχα δοκιμάσει. Ήξερα πως είναι να δοκιμάζεις ένα βερίκοκο, να το γεύεσαι και αφού έτσι της μοίρας μου ήταν γραφτό, να πονάς από αυτό. Από εκείνη τη μέρα δεν ήθελα να ξαναδώ βερίκοκα στα μάτια μου. Η λύση που λες είναι μια. Ποτέ μην θελήσεις κάτι για πάρα πολύ καιρό στη ζωή σου.
Γιατί όλο αυτόν τον καιρό τρέφεται από τη σκέψη σου, από τη λαχτάρα σου και μετά άντε να το κάνεις καλά. Όταν θέλεις κάτι με όλη σου την ψυχή διεκδίκησέ το. Καν’ το δικό σου. Το χρωστάς στον εαυτό σου. Ποτέ μην αποφασίζεις για την καρδιά σου χωρίς τη δική της συναίνεση. Δεν σου ζητά να την προστατέψεις. Να την αφήσεις να χτυπήσει μέχρι να σπάσει σου ζήτησε.
Άφησέ την να σπάσει από αγάπη . Μόνο τότε τα κομμάτια της θα μπορέσουν να ενωθούν. Μόνο τότε. Μην προστατεύεις την καρδιά σου! Ξέρει αυτή.
Καλύτερα να πονέσεις. Να νιώσεις πως χάνεις μέρα με τη μέρα τον εαυτό σου, να κυλιέσαι, να χάνεσαι ναι, παρά να περάσεις μια ζωή με τη σκέψη πως αυτό που άφησες ήταν ίσως ότι πιο δυνατό θα ζούσες ποτέ. Γιατί η ζωή μας δεν είναι περίπλοκη, δεν είναι παιχνίδι που μαζεύεις πόντους από τις σωστές σου αποφάσεις. Είναι ή τώρα ή ποτέ η όλα ή τίποτα.
Πες ναι, πάρε την ευθύνη, χόρτασέ το, φάε το στη μάπα αυτό το ναι, μέχρι να πεις βαρέθηκα, χόρτασα, δεν θέλω άλλο προς Θεού. Να φύγω μόνο θέλω μακριά. Μέχρι σε αυτό το σημείο να φτάσεις, ποτέ μην αρνηθείς αυτό που θέλησες με όλο σου το είναι. Ποτέ. Είναι ο χειρότερος πόνος αυτός και είναι ύπουλος, να ξέρεις. Είναι αυτός που σου ψιθυρίζει «μπράβο πήρες τη σωστή απόφαση, δεν θα πονέσεις, είσαι ασφαλής τώρα, πρέπει να ευχαριστείς γι’ αυτό, να είσαι υπόχρεος.
Γλίτωσες!
Αν το ζούσες κιόλας θα έβλεπες πόσο θα το μετάνιωνες! Πολύ έξυπνα συμπεριφέρθηκες. Προνόησες!» Όμως εγώ δεν θέλω να προνοήσω, δεν θέλω να προστατέψω τον εαυτό μου, δεν θέλω να φύγω μακριά απ ότι με πληγώνει κι ας ξέρω ότι θα συνεχίσει να με πληγώνει. Θέλω να μείνω εδώ, να δώσω ευκαιρία σε ότι μου ξύπνησε τον έρωτα για τη ζωή, να προσπαθήσω και μια και δυο και τρεις και όσες φορές χρειαστεί. Μην πέσεις στην παγίδα ν’ ακούσεις αυτή την ύπουλη φωνή της λογικής.
Μετά ακούς τη δική σου να ουρλιάζει από τα μέσα σου και νομίζεις ποτέ δεν θα πάψει, ποτέ δεν θα σταματήσει να φωνάζει για το άδικο αυτό , για την αμαρτία. Γιατί είναι αμαρτία να διώξεις ότι πιο πολύ πόθησες στη ζωή σου. Την έχω πάρει την απόφασή μου, θ’ αγαπήσω κάτι βαθειά και θα το αφήσω να με παιδέψει. Να πονέσω δεν με νοιάζει. Αρκεί να πάψει αυτή η φωνή.
Και αυτό το λάθος θα είναι ότι πιο σωστό θα έχω κάνει και θα χαίρομαι για τις σωστές μου πράξεις και τις πιο σοφές μου αποφάσεις.
Μικρή όταν ήμουν ήθελα να φάω όλο το βαζάκι τη μαρμελάδα βερίκοκο, μα δεν με άφηναν, γιατί ήμουν λέει αλλεργική στα βερίκοκα. Κι εμένα εμμονή μου είχε γίνει. Σκεφτόμουν τα βράδια πώς θα γίνει να τους ξεγελάσω όλους και να κλέψω το βαζάκι από το κλειδωμένο ντουλάπι. Τι γεύση άραγε ν’ αφήνει το βερίκοκο στο στόμα; Πώς είναι άραγε να χορταίνεις από βερίκοκο.
Να λες δεν θέλω άλλο;
Όλα αυτά με βασάνιζαν και με άφηναν κάποια βράδια ξάγρυπνη, που γνώριζα πως το ντουλάπι είχε μείνει ξεκλείδωτο. Μέχρι που τη σωστή απόφαση πήρα και σηκώθηκα ένα βράδυ και άδειασα όλο το βαζάκι. Γέμισα σπυριά και φλούμπες και πρήστηκα και αγνώριστη έγινα.
Ζορίστηκα εκείνο το βράδυ και τρόμαξα τους δικούς μου πολύ. Όμως η ενόχληση από τα βερίκοκα δεν συγκρινόταν από την ενόχληση που είχα μέχρι εκείνη τη στιγμή που τα δοκίμασα. Πονούσε η κοιλιά μου και τα μάγουλά μου είχαν γίνει δυο παχουλά βερίκοκα κι αυτά, μα εμένα δεν με ένοιαζε.
Είχα δοκιμάσει. Ήξερα πως είναι να δοκιμάζεις ένα βερίκοκο, να το γεύεσαι και αφού έτσι της μοίρας μου ήταν γραφτό, να πονάς από αυτό. Από εκείνη τη μέρα δεν ήθελα να ξαναδώ βερίκοκα στα μάτια μου. Η λύση που λες είναι μια. Ποτέ μην θελήσεις κάτι για πάρα πολύ καιρό στη ζωή σου.
Γιατί όλο αυτόν τον καιρό τρέφεται από τη σκέψη σου, από τη λαχτάρα σου και μετά άντε να το κάνεις καλά. Όταν θέλεις κάτι με όλη σου την ψυχή διεκδίκησέ το. Καν’ το δικό σου. Το χρωστάς στον εαυτό σου. Ποτέ μην αποφασίζεις για την καρδιά σου χωρίς τη δική της συναίνεση. Δεν σου ζητά να την προστατέψεις. Να την αφήσεις να χτυπήσει μέχρι να σπάσει σου ζήτησε.
Άφησέ την να σπάσει από αγάπη . Μόνο τότε τα κομμάτια της θα μπορέσουν να ενωθούν. Μόνο τότε. Μην προστατεύεις την καρδιά σου! Ξέρει αυτή.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου