Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ


Επικοινωνία: Μάλλον ένα ακανθώδες και κάποιες φορές όχι πολύ ευχάριστο θέμα, όταν μπαίνουμε στον κόπο να αξιολογήσουμε και να ερμηνεύσουμε τις επικοινωνιακές μας συναλλαγές.

Κατ’ αρχήν, το ζήτημα της επικοινωνίας δεν αποτελεί το αντικείμενο ενός ενιαίου επιστημονικού κλάδου. Εξετάζεται από τη μαθηματική επιστήμη, την κυβερνητική, την ψυχολογία, και πάει λέγοντας

Δυο τρία πράγματα θα ήθελα πρωτίστως να καταθέσω όσο μπορώ πιο περιεκτικά :

1. Η επικοινωνία, όπως και η συμπεριφορά (δηλαδή το να συμπεριφέρεται κάποιος), λένε πως είναι διαδικασίες οι οποίες Δεν Έχουν Αντίθετό Τους. Δηλαδή : Όπως δεν μπορεί κάποιος να μην συμπεριφέρεται, κατά τον ίδιο τρόπο δεν μπορεί και να μην επικοινωνεί.

Το αν υπάρχει Θεός είναι ένα ζήτημα αμφιλεγόμενο. Το αν επικοινωνεί κάποιος, δεν είναι ζήτημα προς συζήτηση. Συμβαίνει αξιωματικά. Δηλαδή : Ακόμη και όταν στέκεται κάπου μόνος του και κοιτάζει το “εξωδιάστημα”, ή ακόμη και όταν, στη διάρκεια μιας έντονης συνδιαλλαγής (λεκτικής ή άλλης) με κάποιον, αποχωρεί από τη “συνομιλία”, τότε επικοινωνεί κάτι στον άλλον. Μεταφέρει δηλαδή πληροφορίες για τη διάθεση του απέναντι σε κάποιον κλπ. Η αποχώρηση από τη συνομιλία δεν συνεπάγεται μη επικοινωνία. Απλά σημαίνει, “Θέλω Ν’ Αλλάξω Τον Τρόπο Που Συνομιλώ Μαζί Σου”.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο λοιπόν, θεωρητικοί από το χώρο της μαθηματικής επιστήμης, φαίνεται πως έχοντας συνδέσει την πληροφόρηση με την επικοινωνία, ορίζουν ως πληροφόρηση τη διαδικασία εκείνη κατά την οποία ένα “σημείο” (δηλαδή το στοιχείο που φέρει το μήνυμα) όχι μόνο μεταφέρει πληροφορία για ένα σύστημα (με την έννοια σύστημα εννοούμε οτιδήποτε, πχ έναν άνθρωπο) την οποία θα λάβει ένας δέκτης τροποποιώντας έτσι την άποψή του για το “σύστημα”, αλλά ταυτόχρονα (και αυτονόητα από το ακριβώς προηγούμενο) τροποποιεί αυτόν.

Θα μπορούσαμε λοιπόν να ισχυριστούμε πως η επικοινωνία είναι μία διαδικασία δυναμική, “ζωντανή”, αδιάλειπτη και μάλλον “κβαντική - οσμωτική” εννοώντας με αυτό, μία συνεχόμενη διαδικασία αλληλεπίδρασης, σύμφωνα με την οποία μία δομή (πχ ένας άνθρωπος) δέχεται υλικό (πληροφορία) που τον τροποποιεί και αυτός με τη σειρά του στέλνει ξανά πίσω υλικό για να προκαλέσει εκ νέου μία δομική τροποποίηση.

Για μία ακόμη φορά συναντάμε την έννοια του “αδιαχώρητου” και της “ενότητας”, για την οποία έχω πολλάκις αναφερθεί στο παρελθόν. Αυτό στο οποίο θέλω να καταλήξω, είναι ότι μέσα από ψυχικές διαδικασίες, μεταβολίζουμε συνεχόμενα υλικό που κινείται απ’ έξω προς τα μέσα μας (και τανάπαλιν ασφαλώς) και στο βαθμό που αυτή η οσμωτική λειτουργία, αυτή η ροή διεκπεραιώνεται μέσα από ένα συμβατικό καλούπι και όχι αυθορμήτως και αυτορυθμιζόμενα, τότε τα συμφέροντα των επιμέρους στοιχείων ενός συστήματος πλήττονται. Σε απλά ελληνικά, όταν κατά την συναλλαγή μας (επικοινωνία) με άλλους, επιβάλλουμε όρους που δεν έχουν κάποια λογική, κάποιον ντετερμινισμό (αιτιοκρατία), τότε αυτή διεκπεραιώνεται με τρόπο παθολογικό, διαταραχτικό και σύνηθα οδυνηρό. Και αυτό, υποθέτω, είναι το εγγενές σφάλμα των ρατσιστικών ή των συγκεντρωτικών (πολιτικών, οικονομικών...) συστημάτων, πράγμα που ασφαλώς τα καθιστά ασταθή, μιας και οι ανάγκες μιας απρόσκοπτης επικοινωνιακής ροής δεν παύει ποτέ να υφίσταται.

2. Ένα δεύτερο πράγμα που θα ήθελα να θίξω, είναι αυτό το οποίο λαμβάνει τη θέση του συμπτώματος στην επικοινωνιακή συναλλαγή και που οι συμπεριφοριστές ψυχολόγοι ονομάζουν “στίξη”. Ασφαλώς αυτός ο όρος έχει περιγραφική και όχι ντετερμινιστική αξία. Δηλαδή, μας περιγράφει κάτι και δεν μας εξηγεί γιατί αυτό συμβαίνει. Τι σημαίνει λοιπόν αυτό : Σε μία δυσχερή “συνομιλία” (σε μία δηλαδή κατάσταση κατά την οποία δύο άνθρωποι ανταλλάσσουν πυρά, στην προσπάθειά τους να διευθετήσουν ένα ζήτημα και οι δύο ισχυρίζονται ότι η συμπεριφορά του καθενός είναι απόρροια της ανάρμοστης συμπεριφοράς του άλλου. Και έτσι η συναλλαγή τους καθίσταται ένα “Σισύφιο” μαρτύριο που δεν έχει τελειωμό.

3. Μία τρίτη επισήμανση που θα ήθελα να κάνω για τη διαδικασία της επικοινωνίας αναφέρεται στα είδη της (δηλαδή στους τρόπους εκφοράς της, έκφρασής της). Και ως τέτοια εννοώ την “αναλογική” και την “ψηφιακή” επικοινωνία.

Αναλογική επικοινωνία είναι, επί παραδείγματι, να δείξω σε κάποιον τη βρύση με ύφος λιγωμένο, ενώ ψηφιακή είναι να του ζητήσω ένα ποτήρι νερό γιατί διψάω. Η αναλογική επικοινωνία μπορεί να μεταδώσει μεγαλύτερο εύρος πληροφοριών, αλλά με μικρότερη ακρίβεια, με αποτέλεσμα να επιτρέπει μεγάλα περιθώρια πολυσημίας (δηλαδή παρερμηνείας), ενώ η ψηφιακή το ακριβώς αντίθετο.

Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τον προφορικό και το γραπτό λόγο. Στον προφορικό λόγο μπορούμε να μεταδώσουμε πιο εύκολα διαφορετικού τύπου πληροφορίες, ενώ στον γραπτό δυσκολότερα. Ο τόνος της φωνής, οι σωματικές κινήσεις συνιστούν αναλογική επικοινωνία, οι οποίες επιτρέπουν σε κάποιον να καταλάβει καλύτερα πως να συσχετιστεί μαζί μας.

4. Ένα τελευταίο πράγμα που θέλω να επισημάνω είναι ότι η επικοινωνία περνάει μέσα από τις εσωτερικές συνιστώσες καθενός. Δηλαδή επικοινωνούμε βάσει του εσωτερικού υλικού που έχουμε δομήσει μέσα μας. Αυτό το υλικό είναι ο βασικός παράγοντας που θα παράγει τη συγκεκριμένη, κάθε φορά, ερμηνεία του μηνύματος για να εξυπηρετήσει, περισσότερο ή λιγότερο, τις παραπάνω επικοινωνιακές διαδικασίες με τους όρους που προϋποθέτουν.

Παρακάτω θα παραθέσω τρία παραδείγματα προβληματικής έως και πραγματικά κακής επικοινωνίας και ένα παράδειγμα αποτελεσματικής επικοινωνίας υπό την έννοια της εξυπηρέτησης της αδιάλειπτης ροής.

1. Ένας φίλος μου περιέγραψε το εξής περιστατικό:
- Μία ημέρα, καθ’ οδόν προς το χώρο εργασίας μου, πήρα μία κλίση από τροχονόμο για παράβαση του κώδικα. Αφού τον ευχαρίστησα ευγενικά και χαμογελάσαμε και οι δύο για τη χαριτωμένη μου αντίδρασή μου (που σημειωτέον δεν περιείχε ούτε παρακάλια, ούτε δικαιολογίες, ούτε προπηλακισμούς ή απειλές), αποχώρησα για τη δουλειά του. Όταν κάποια μέρα βρέθηκα έξω από το αστυνομικό τμήμα στο οποίο ο τροχονόμος (κατά τα φαινόμενα) υπηρετούσε, τον κοίταξα με νόημα και χαμογέλασα. Εκείνος τότε μου ανταπέδωσε ένα βλέμμα αρκετά επιθετικό, ώστε έστρεψε το κεφάλι μου και έφυγα με βήμα γοργό. Το νόημα του χαμόγελου ήταν: «A! βρε ατιμούλη, πάλι για κλίσεις βγήκες; Μας τάραξες! Αλλά δεν πειράζει, βάρα τους όλους!» και η διάθεση ήταν να επικοινωνήσει κάτι λίγο σκωπτικό και καθόλου ειρωνικό ή επικριτικό. Το μήνυμα μου όμως ερμηνεύτηκε ως “βολή”. Μπορείς να με διαφωτίσεις γιατί συνέβη αυτό, ενώ την πρώτη φορά δεν παρερμήνευσε το οτιδήποτε και υπήρξε αρκετά φιλικός;
- Το γεγονός ότι ήσουν σε απόσταση, αυτό αυτομάτως σε ενέταξε σ’ ένα χώρο περισσότερο “μαζικό”, περισσότερο απρόσωπο. Αυτό διευκολύνει τη λειτουργία κάποιον μηχανισμών που εξυπηρετούν την εκδήλωση επιθετικότητας.
- Ναι, αλλά έστω και έτσι, γιατί να νοιώθει επιθετικότητα εναντίον μου, αφού δεν του έχω κάνει κάτι;
- Προφανώς γιατί θεώρησε ότι όπως όλοι τον αποδοκιμάζουν, επειδή κόβει κλίσεις, το ίδιο έκανες, εκείνη τη στιγμή και εσύ
- Μα αυτό είναι κάτι άδικο, παράλογο και δυσπραχτικό. Κατ’ αρχήν δεν κάνουμε όλοι τα ίδια πράγματα και κατά δεύτερο λόγο, αν όλοι ερμηνεύαμε τους άλλους βάσει ενός συγκεκριμένου βιώματος, θα σχιζοφρενούσαμε. Θα μπορούσε τουλάχιστον, αν δεν ήταν σίγουρος για το νόημα του χαμόγελου, να διατηρήσει συναισθηματική ουδετερότητα
- Η αλήθεια είναι ότι μερικοί άνθρωποι έχουν αρνητική εικόνα για τον εαυτό τους, για τη συμπεριφορά τους, για το ποιόν τους εν τέλει. Αυτό δημιουργεί ενοχή και εν συνεχεία αδικαιολόγητο θυμό, ο οποίος όμως εκτοξεύεται εναντίον άλλων ανθρώπων, οι οποίοι για κακή τους (κάποτε) τύχη έχουν τέτοια χαρακτηριστικά, ώστε να υπενθυμίζουν στους πρώτους την βιούμενη, από τους ίδιους, κατωτερότητά τους. Ασφαλώς όμως επειδή δεν είναι και πολύ ευγενικό αφενός και εύκολο αφετέρου να παραδεχτείς ανοιχτά ότι αντιπαθείς κάποιον χωρίς λόγο, αφού ποτέ δεν σ’ έχει πειράξει, ισχυρίζεσαι (μέσα σου και έξω σου) ότι ο άλλος είναι εχθρικός μαζί σου, οπότε και του επιτίθεσαι, φραστικά, σωματικά ή όπως αλλιώς μπορείς. Έπειτα οι άλλοι αντιδρούν απορριπτικά απέναντί σου και έτσι η κακή εικόνα για τον εαυτό σου επιβεβαιώνεται, για να συνεχιστεί τελικά ο φαύλος κύκλος της δύστοκης επικοινωνιακής συναλλαγής. Να σημειώσω πάντως πως τέτοιες συμπεριφορές, λίγο πολύ, όλοι τις έχουμε εκδηλώσει. Μόνο που κάποιοι το κάνουν εκ συστήματος...
- Δηλαδή ισχυρίζεσαι πως και στην περίπτωσή μου έγινε ακριβώς αυτό;
- Τι να σου πω; Αυτή τη στιγμή δεν μπορώ να σκεφτώ κάποια άλλη εκδοχή, τουλάχιστον με όσα μου έχεις διηγηθεί…

2. Μία άλλη περίπτωση πραγματικά κακής επικοινωνίας, που εμπεριέχει σε επαρκή βαθμό το στοιχείο του “κακού» ή αλλιώς εχθρικού, είναι και η εξής :

Όπως έλεγε και ο Φρόιντ (τον οποίον σημειωτέον πολλοί θαυμάζουνε), “αν θέλεις να τιμωρήσεις πολύ κάποιον, κάντον «Βασιλιά»”: Αυτό σημαίνει πως με το να τον καθίσεις (χωρίς προηγουμένως να τον έχεις ακριβώς ρωτήσει) στο θρόνο του βασιλιά, μπορείς να απευθύνεις στο πρόσωπό του τις μέγιστες αξιώσεις. Να κάνει τα πάντα για ‘σένα, να αγγίζει τα όρια της τελειότητας, ν’ ανταποκρίνεται σ’ όλα σου τα αιτήματα, να γίνεται θυσία και ασφαλώς στο τέλος, για να μην πολυλογούμε, ...να πεθάνει, μιας και αυτός είναι πραγματικά ο στόχος σου, για ν’ απαλλαγείς οριστικά πια από αυτόν. Και ασφαλώς όταν λειτουργεί όπως ορίζει η φύση του, με ελαττώματα, ιδιοτροπίες, δυστοκίες, κατακεραυνώνεται χωρίς δεύτερη εξέταση ή κουβέντα. Αλλά και όταν οι πράξεις του δεν είναι τέτοιες, ώστε να επισύρουν τη μομφή, τότε το νόημα αυτών των πράξεων διαστρέφεται, ώστε να ταιριάξει στην ΨΥΧΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑ ενός ΝΕΥΡΩΣΙΚΟΥ ΣΥΜΠΛΕΓΜΑΤΙΚΟΥ, που αρνείται πείσμονα να καταλάβει ότι η ΜΟΝΑΞΙΑ του δεν οφείλεται σε τίποτε άλλο, παρά στην αστείρευτη έκχυση δηλητηρίου εναντίον όλων όσων θα μπορούσαν να περάσουν σταδιακά στο χώρο των ΔΙΑΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ή των ΔΙΑΦΥΛΙΚΩΝ του συναλλαγών.

3. Μία τρίτη περίπτωση όχι κακής υποχρεωτικά, αλλά σίγουρα προσκομματικής επικοινωνίας έχει ως αποτέλεσμα τα όσα είπαμε παραπάνω περί “στίξης”. Σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση, βλέπουμε συχνά ζευγάρια, όπου τα μέλη τους έχουν μια αρκετά σταθερή ή τουλάχιστον περιοδικά επαναλαμβανόμενη, ανταλλαγή πυρών.

Το απολύτως βέβαιο είναι ότι τα αίτια των διαπληκτισμών τους δεν είναι βασικά “αυτό που φαίνεται”, μα κυρίως “αυτό που δεν φαίνεται”, είτε είναι ενδοατομικό (δηλαδή που ν’ αφορά την ίδια τους την προσωπικότητα) είτε διαπροσωπικό, ώστε οι επικοί, κάποιες φορές, καυγάδες (και “αλυσιδωτές λεκτικές εκτροπές” του τύπου “εσύ που έκανες αυτό, εσύ που είπες εκείνο” ) δεν προκύπτουν παρά από αφορμές, για να εκφράσουν καμουφλαρισμένα την καταγγελία, το παράπονο και το θυμό για τον σύντροφό τους, ο οποίος αρνείται ν’ ανταποκριθεί στα θέλω τους. Η αλήθεια είναι ότι η διένεξη τους υλοποιείται μέσα από το χώρο του συμβολικού, δηλαδή μέσα από την αφορμή και όχι μέσα από το αίτιο. Το χειρότερο δε είναι πως όταν αυτή η συμβολοποίηση επενδυθεί με μία δεύτερη συμβολοποίηση που προωθούν, από τη φύση τους, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και άλλα μιντιακά μέσα, τότε το όλο πράμα γίνεται πραγματικά «βαβέλ”.

Και είναι πραγματικά άσχημο και οδυνηρό το γεγονός ότι τα μέλη ενός τέτοιου ζευγαριού αδυνατούν να βάλλουν μία τελεία σ’ αυτό το μαρτύριο, ώστε να επανεξετάσουν, μ’ έναν περισσότερο ειλικρινή τρόπο, τις διενέξεις και τα αιτήματά τους, με αποτέλεσμα τελικά η όλη επικοινωνιακή συναλλαγή, να κατρακυλάει κάποια στιγμή, στον απόπατο και την ντροπή... Και τότες σκέφτονται : “Πως γίναμε έτσι;...”. Επιπλέον, πέρα από το στοιχείο της εξάρτησης, που εμποτίζει όλο και πιο σταθερά τη σχέση, (πράγμα που δεν θα θίξουμε επί του παρόντος), τα άτομα συνδέονται μέσα από αυτή τη συστηματική ανταλλαγή επιθετικότητας η οποία (με διάφορους τρόπους και στηριζόμενη σ’ έναν επιβαρημένο ψυχισμό) γίνεται εθιστική και ως το μοναδικό πλαίσιο επικοινωνίας των δύο ανθρώπων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, κάθε φυσιολογική συναλλαγή με το άλλο φύλο καταλήγει να φαντάζει από αλλόκοτη ως αδιάφορη, για να γίνει συνεπώς ανέφικτη και να κατοχυρώσει τον εγκλωβισμό στη βιούμενη κόλαση της υπάρχουσας σχέσης.

Για να μην καταλήξουμε οι άνθρωποι να ευτελίσουμε τη συμπεριφορά μας και να εξευτελίσουμε τους εαυτούς μας κατρακυλώντας στον απόπατο της απρέπειας, της κακεντρέχειας και της κακογουστιάς, στις περιπτώσεις κακής συναλλαγής, καλό είναι κάποιες φορές να κάνουμε μία πραγματική παύση, για ν’ αναθεωρήσουμε τη θέση μας. Αυτή η ανάπαυλα μόνο καλό θα κάνει, όπου και αν τελικά οδηγήσει.

4. Το τελευταίο παράδειγμα αφορά σε μία αρμονική επικοινωνιακή συναλλαγή.
Χμ! Πως ακριβώς να την περιγράψει κανείς αυτή...
Έχεις το φίλο σου δίπλα σου, κάθεσαι κοντά του, είναι ζεστός και εκπέμπει μία ψυχική μυρωδιά σαν άρωμα από γλυκό τριαντάφυλλο. Ο μεταξύ σας λόγος έχει σταθερή ροή. Όχι σταθερή μορφή, αλλά σταθερή ροή. “Λόγος” είναι και να σωπαίνεις, να δηλώνεις κάτι, να μετακινείσαι μέχρι το απέναντι τραπέζι και να επιστρέφεις, να ρωτάς κάτι, να ησυχάζεις. Το ερώτημα είναι αβίαστο, σέβεται το χώρο του άλλου, δεν τίθεται για να θεραπεύσει τον ακοίμητο κλονισμό αυτού που βάλλεται συνέχεια από την αμφιβολία. Η απόκριση έρχεται ήσυχη, αδογμάτιστη, φυσική, αρκετές φορές μετά από αρκετή σκέψη, μα πάντα απόλυτα ειλικρινής. Το όλο πράμα (όποιο και αν είναι αυτό) “συνομιλείται” χωρίς υπεκφυγή, χωρίς μομφή, χωρίς βία, παραφορά ή καταναγκασμό. Κάποιες φορές σκεπτικιστικά, σκωπτικά, γιατί όχι και λίγο αυτοσαρκαστικά. Ο “Λόγος” τα έχει ανάγκη όλα...

Ο αυτοσαρκασμός είναι διαδικασία αυτεπίγνωσης, μ’ έναν λιγότερο οδυνηρό τρόπο, που διοχετεύει τη θλίψη που προκύπτει κάποιες φορές από την ενδοσκόπηση, στη σκέψη και το συναίσθημα, ώστε να γίνει αντικείμενο περαιτέρω επεξεργασίας. Η σκωπτικότητα είναι μια λειτουργία που προωθεί την ενημερότητα. Είναι καλό οι άνθρωποι να έχουμε μια κάποια ανοχή στο πείραγμα του άλλου, ο οποίος μ’ έναν ιδιάζοντα και χαριτωμένο τρόπο μας φέρνει μπροστά στον εαυτό μας. Όμως για να το πετύχουμε αυτό, είναι ανάγκη να μη βιώνουμε συνεχώς τον κλονισμό της ταυτότητας ή το γκρέμισμα της προσωπικότητάς μας.

... Και εκεί που κάθεσαι, σηκώνεται κάποια στιγμή και σου λέει, έχω αυτό το βιβλίο για το θέμα που σ’ ενδιαφέρει. Ασφαλώς δεν το βρίσκει γιατί βολοδέρνει συνεχώς στο σύμπαν, όμως...

...Η Επικοινωνία με τον Απομακρυσμένο Διακομιστή Επετεύχθη...

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου