Προς ένα αυθεντικό υπάρχειν μέσα στον κόσμο
Πώς σκέπτεται ο Χάιντεγκερ τον άνθρωπο; Μέσα από μια συναστρία της μεριμνώσας ύπαρξης, του Είναι, της ιστορίας, της σκέψης, της γλώσσας και της ποίησης. Σε κάθε περίπτωση βέβαια αυτή η συναστρία, σε σχέση με τον άνθρωπο, λέγεται από τον φιλόσοφο υπό την έννοια και τη μορφή του Dasein. Ετούτη η λέξη στα ελληνικά έχει μεταφραστεί ποικιλοτρόπως: ύπαρξη, παρείναι ή πάρειμι, ώδε-Είναι, εδωνά-Είναι, ενθάδε-Είναι, παρόν κ.λπ. Όλες αυτές οι ερμηνείες συνέχονται από ένα κοινό στοιχείο: από το Είναι (Sein) και από το Da [=εδώ, ενθάδε, εκεί …] αυτού του Είναι. Και όταν συνδέονται με τον άνθρωπο του προσδίδουν έναν προ-ορισμό: να Είναι αυτό που Είναι εδώ, εκεί, παντού και πουθενά, τώρα, χθες, αύριο, πάντοτε, κάποτε ή και ποτέ. Ως φαίνεται, ο άνθρωπος προ-ορίζεται να υπάρχει μέσα από έναν οντολογικό δεσμό προς το Είναι. Προ-ορίζεται να είναι αυτός ο δεσμός. Άρα, ως τέτοιος, δεν είναι μια απλή ύπαρξη, την οποία στην παραδοσιακή της ορολογία γνωρίζουμε ως υποκείμενο, ψυχή, συνείδηση, άτομο, πρόσωπο, πνεύμα κ.λπ. Οπωσδήποτε ρίχνεται μέσα στον κόσμο ως ύπαρξη ή ως ένα ον ανάμεσα στα άλλα πολλά όντα. Σε αντίθεση όμως με όλα τούτα τα όντα, αυτός ως προ-ορισμός βρίσκεται πάντοτε καθοδόν προς το ξέφωτο του Είναι.
Το καθοδόν προς το ξέφωτο του Είναι όμως δεν νοείται ως μια συνεχής πρόοδος, μια προς τα μπρος πορεία, μια αν-οδική και ανώδυνη, αισιόδοξη και ασφαλής κίνηση προς κάποιον επίγειο ή επουράνιο παράδεισο που μας περιμένει σε κάποιο ενθάδε του μέλλοντος για να λυτρώσει την τεθλιμμένη μας ύπαρξη και όλοι τότε να ζούμε ευτυχισμένοι και ίσοι προς αλλήλους, όπως φτηνά και ανόητα προπαγανδίζουν οι κάθε λογής πολιτικοί-«φιλοσοφικοί», θεολογίζοντες υπάλληλοι των εξουσιαστικών ιδεολογιών. Απεναντίας νοείται ως μια προ- και συγχρόνως προσ(ς)-κληση του Είναι προς τον άνθρωπο: κλήση και έκκληση του Είναι προς αυτόν να μη λησμονεί αυτό που προ-ηγείται ιστορικο-χρονικά και το οποίο εν μέρει ή εν πολλοίς τον έχει προ-καθορίσει. Να μη λησμονεί σημαίνει να ξανασκεφτεί αυτό που έχει ήδη κάποτε σκεφτεί ή έχουν άλλοι σκεφτεί από διάφορες αφορμές· να το ξανασκεφτεί με τον τρόπο που απαιτεί η παροντική του ύπαρξη, αυτό τούτο το Dasein του, προκειμένου να επιτελέσει τον οντολογικό του προ-ορισμό. Κατά πόσο λοιπόν ο άνθρωπος αντιμετωπίζει σκεπτόμενος ή αγελαία αυτό που εκάστοτε συμβαίνει, μπορεί να αποφεύγει την καταβαράθρωσή του ή να την προσυπογράφει και με δικές του ευλογίες.
Σε επίπεδο πολιτικής και κοινωνικής πρακτικής –και ιδίως ελλαδικής εκδοχής– το πιο πάνω Χαϊντεγκεριανό θεώρημα εκπέμπει πολλά και τρίσβαθα νεύματα σκέψης, που είναι ικανά να διαλύουν τα αξεδιάλυτα σκοτάδια, με τα οποία μια κίβδηλη πολιτική πολιτικών μισθοφόρων περισφίγγει το ανθρωπίνως υπάρχειν της κοινωνίας (μας). Το ερώτημα λοιπόν ηχεί ως εξής: μπορεί ή δεν μπορεί το ανθρώπινο Dasein μας να αναλάβει το δικό του ίδιον Είναι, να το ανακτά εκ νέου και δυναμικά; Ο Χάιντεγκερ απαντά ότι μπορεί, στον βαθμό που αποφασίζει για αυτό. Πολλοί άνθρωποι της ελλαδικής κοινωνίας, που το Dasein τους έχει μαζοποιηθεί, ποδοπατηθεί, εκφυλιστεί, καταπροδοθεί από τους προαναφερθέντες πολιτικούς μισθοφόρους, τι αποφασίζουν: να συνεχίσουν να ζουν αναυθεντικά, εξανδραποδισμένοι, ή να τολμούν να έρχονται σε μια απόφαση που μόνο αυτή ιδιάζει στην αυθεντικότητα της ύπαρξής τους; Κάθε πολιτική πράξη, μας λέει ο μεγάλος γερμανός φιλόσοφος, δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως μια μηχανική επανάληψη, αλλά ως ένα ισχυρό ρήγμα, ως ξέσπασμα, ως έκρηξη που διανοίγει τους φραγμένους δρόμους του ιστορικού Είναι του ανθρώπου. Ούτε στις μικρές πράξεις του καθημερινού βίου ούτε στις μεγάλες πράξεις του ιστορικού του Είναι δεν προ-ορίζεται το ανθρωπίνως υπάρχειν να είναι το «έσχατο θύμα ενός προ πολλού διαπραττόμενου λάθους» (Χάιντεγκερ). Ως ένα τέτοιο θύμα συνιστά τη μαρτυρία για ένα νέο ξεκίνημα.
Πώς σκέπτεται ο Χάιντεγκερ τον άνθρωπο; Μέσα από μια συναστρία της μεριμνώσας ύπαρξης, του Είναι, της ιστορίας, της σκέψης, της γλώσσας και της ποίησης. Σε κάθε περίπτωση βέβαια αυτή η συναστρία, σε σχέση με τον άνθρωπο, λέγεται από τον φιλόσοφο υπό την έννοια και τη μορφή του Dasein. Ετούτη η λέξη στα ελληνικά έχει μεταφραστεί ποικιλοτρόπως: ύπαρξη, παρείναι ή πάρειμι, ώδε-Είναι, εδωνά-Είναι, ενθάδε-Είναι, παρόν κ.λπ. Όλες αυτές οι ερμηνείες συνέχονται από ένα κοινό στοιχείο: από το Είναι (Sein) και από το Da [=εδώ, ενθάδε, εκεί …] αυτού του Είναι. Και όταν συνδέονται με τον άνθρωπο του προσδίδουν έναν προ-ορισμό: να Είναι αυτό που Είναι εδώ, εκεί, παντού και πουθενά, τώρα, χθες, αύριο, πάντοτε, κάποτε ή και ποτέ. Ως φαίνεται, ο άνθρωπος προ-ορίζεται να υπάρχει μέσα από έναν οντολογικό δεσμό προς το Είναι. Προ-ορίζεται να είναι αυτός ο δεσμός. Άρα, ως τέτοιος, δεν είναι μια απλή ύπαρξη, την οποία στην παραδοσιακή της ορολογία γνωρίζουμε ως υποκείμενο, ψυχή, συνείδηση, άτομο, πρόσωπο, πνεύμα κ.λπ. Οπωσδήποτε ρίχνεται μέσα στον κόσμο ως ύπαρξη ή ως ένα ον ανάμεσα στα άλλα πολλά όντα. Σε αντίθεση όμως με όλα τούτα τα όντα, αυτός ως προ-ορισμός βρίσκεται πάντοτε καθοδόν προς το ξέφωτο του Είναι.
Το καθοδόν προς το ξέφωτο του Είναι όμως δεν νοείται ως μια συνεχής πρόοδος, μια προς τα μπρος πορεία, μια αν-οδική και ανώδυνη, αισιόδοξη και ασφαλής κίνηση προς κάποιον επίγειο ή επουράνιο παράδεισο που μας περιμένει σε κάποιο ενθάδε του μέλλοντος για να λυτρώσει την τεθλιμμένη μας ύπαρξη και όλοι τότε να ζούμε ευτυχισμένοι και ίσοι προς αλλήλους, όπως φτηνά και ανόητα προπαγανδίζουν οι κάθε λογής πολιτικοί-«φιλοσοφικοί», θεολογίζοντες υπάλληλοι των εξουσιαστικών ιδεολογιών. Απεναντίας νοείται ως μια προ- και συγχρόνως προσ(ς)-κληση του Είναι προς τον άνθρωπο: κλήση και έκκληση του Είναι προς αυτόν να μη λησμονεί αυτό που προ-ηγείται ιστορικο-χρονικά και το οποίο εν μέρει ή εν πολλοίς τον έχει προ-καθορίσει. Να μη λησμονεί σημαίνει να ξανασκεφτεί αυτό που έχει ήδη κάποτε σκεφτεί ή έχουν άλλοι σκεφτεί από διάφορες αφορμές· να το ξανασκεφτεί με τον τρόπο που απαιτεί η παροντική του ύπαρξη, αυτό τούτο το Dasein του, προκειμένου να επιτελέσει τον οντολογικό του προ-ορισμό. Κατά πόσο λοιπόν ο άνθρωπος αντιμετωπίζει σκεπτόμενος ή αγελαία αυτό που εκάστοτε συμβαίνει, μπορεί να αποφεύγει την καταβαράθρωσή του ή να την προσυπογράφει και με δικές του ευλογίες.
Σε επίπεδο πολιτικής και κοινωνικής πρακτικής –και ιδίως ελλαδικής εκδοχής– το πιο πάνω Χαϊντεγκεριανό θεώρημα εκπέμπει πολλά και τρίσβαθα νεύματα σκέψης, που είναι ικανά να διαλύουν τα αξεδιάλυτα σκοτάδια, με τα οποία μια κίβδηλη πολιτική πολιτικών μισθοφόρων περισφίγγει το ανθρωπίνως υπάρχειν της κοινωνίας (μας). Το ερώτημα λοιπόν ηχεί ως εξής: μπορεί ή δεν μπορεί το ανθρώπινο Dasein μας να αναλάβει το δικό του ίδιον Είναι, να το ανακτά εκ νέου και δυναμικά; Ο Χάιντεγκερ απαντά ότι μπορεί, στον βαθμό που αποφασίζει για αυτό. Πολλοί άνθρωποι της ελλαδικής κοινωνίας, που το Dasein τους έχει μαζοποιηθεί, ποδοπατηθεί, εκφυλιστεί, καταπροδοθεί από τους προαναφερθέντες πολιτικούς μισθοφόρους, τι αποφασίζουν: να συνεχίσουν να ζουν αναυθεντικά, εξανδραποδισμένοι, ή να τολμούν να έρχονται σε μια απόφαση που μόνο αυτή ιδιάζει στην αυθεντικότητα της ύπαρξής τους; Κάθε πολιτική πράξη, μας λέει ο μεγάλος γερμανός φιλόσοφος, δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως μια μηχανική επανάληψη, αλλά ως ένα ισχυρό ρήγμα, ως ξέσπασμα, ως έκρηξη που διανοίγει τους φραγμένους δρόμους του ιστορικού Είναι του ανθρώπου. Ούτε στις μικρές πράξεις του καθημερινού βίου ούτε στις μεγάλες πράξεις του ιστορικού του Είναι δεν προ-ορίζεται το ανθρωπίνως υπάρχειν να είναι το «έσχατο θύμα ενός προ πολλού διαπραττόμενου λάθους» (Χάιντεγκερ). Ως ένα τέτοιο θύμα συνιστά τη μαρτυρία για ένα νέο ξεκίνημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου