Η έννοια της συνεξάρτησης είναι σύνθετη. Αποτελείται από το πρώτο συνθετικό το «συν» και το δεύτερο που είναι η «εξάρτηση». Η συνεξάρτηση εκδηλώνεται σε δύο βασικούς άξονες, στη σχέση που έχει ένας ενήλικας με τον εαυτό του και στη σχέση που έχει με τους άλλους.
Τι σημαίνει όμως αυτό;
Η σχέση που διαμορφώνει ο καθένας με τον εαυτό του είναι η πιο σημαντική γιατί καθώς οι άνθρωποι είναι σε θέση να εκφράσουν τον αυτοσεβασμό και τη σιγουριά που τρέφουν για τον εαυτό τους αυτομάτως και οι σχέσεις με τους άλλους γίνονται λιγότερο δυσλειτουργικές. Ο αυτοσεβασμός δηλώνει την εκτίμηση που έχει ο καθένας για τον εαυτό του, την εικόνα που έχει συνθέσει από τα επιτεύγματα του καθώς και την αίσθηση του «αξίζω». Σε συνάρτηση με την εμπιστοσύνη, τη σιγουριά δηλαδή που έχει για το κάθε του βήμα, δομεί έναν ώριμο και ικανό ενήλικα να ζήσει και να ευχαριστηθεί τη ζωή.
Αντίθετα ένας συνεξαρτημένος ενήλικας δυσκολεύεται να ικανοποιήσει μόνος του τις πραγματικές ανάγκες του, να θέσει λειτουργικά όρια και να εκφράσει την πραγματικότητά του με μέτρο. Δυσκολεύεται να εμπιστευτεί τον εαυτό του και τείνει να σχετίζεται με ανθρώπους που ικανοποιεί μέσα από αυτούς κάποιες ανάγκες του που δεν ικανοποιήθηκαν όσο ήταν παιδί. Για παράδειγμα η τάση να μιλάει σε μία παρέα ο ένας για τον άλλον και όχι ο ένας στον άλλον αυτόματα προκαλούνται εντάσεις στην παρέα γιατί με αυτόν τον τρόπο συνεχίζει να καλλιεργεί τις συνήθειες της παιδικής ηλικίας ενώ είναι στην ενήλικη ζωή. Καθώς συγχέει την παιδική ηλικία με την ενήλικη ζωή συγχύζεται και νοιώθει μπερδεμένος ή χαμένος. Αυτό συνεχίζει να συμβαίνει στη ζωή του γιατί κάποτε στο παρελθόν, στην οικογένεια του συγκεκριμένα, ίσως βίωσε κακοποιητική στάση από τους γονείς του η οποία ερμηνεύτηκε από τον ίδιο ως «αγάπη», «ενδιαφέρον», ως μία υγιής ανατροφή.
Για παράδειγμα, πολλοί άνθρωποι θεωρούν ότι στο πλαίσιο της φυσιολογικής ανατροφής μπορούν να χτυπάνε το παιδί τους με τη ζώνη, να το χαστουκίζουν (επαναλαμβανόμενα),να χρησιμοποιούν χαρακτηρισμούς, να το φέρνουν να κοιμάται μαζί τους, να κυκλοφορούν γυμνοί μπροστά σε ένα παιδί τριών ή τεσσάρων ετών. Άλλοι γονείς θεωρούν ότι οι σκέψεις και τα συναισθήματα του παιδιού έχουν μηδαμινή εγκυρότητα επειδή τα παιδιά είναι ανώριμα και χρειάζεται να μεγαλώσουν για να καταλάβουν. Άλλοι πάλι γονείς υπερπροστατεύουν τα παιδιά τους, χωρίς να τα αφήνουν να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες από τις επιλογές τους. Τέτοιοι γονείς είναι συχνά πολύ κοντά στα παιδιά τους χρησιμοποιώντας τα σαν έμπιστους, λέγοντάς τους μυστικά πέρα από το επίπεδο ανάπτυξή τους. Αυτό θα μπορούσε να είναι κακοποιητικό για το ίδιο το παιδί.
Σε πολλούς από εμάς, πολύ πιθανόν να μας είναι γνώριμες αντίστοιχες συμπεριφορές και να θεωρούμε ότι αυτό που μας συνέβη ήταν φυσιολογικό και σωστό. Κάπως έτσι έχει σχηματιστεί μία αντίληψη ότι οι γονείς μας μας μεγάλωσαν «σωστά».
Είναι απαραίτητο να μην ξεχνάμε ότι η πραγματικότητα ενός ανθρώπου απαρτίζεται από το σώμα, τη σκέψη, τα συναισθήματα, τις αισθήσεις και τη συμπεριφορά του. Ο αυτοέλεγχος (η θετική όψη) λαμβάνει χώρα μόνο όταν καθορίζω τη δική μου πραγματικότητα ξέχωρα από την πραγματικότητα των άλλων. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει διέξοδος από τον φαύλο κύκλο της κακοποίησης. Τα πρώτα σημάδια εμφανίζονται καθώς αρχίζει και αναρωτιέται το τι του συμβαίνει. Αν επιτρέψει να διογκωθεί ο προβληματισμός του και απευθυνθεί σε κάποιον/α για θεραπεία πολύ πιθανόν να καταφέρει να αμφισβητήσει τα διαστρεβλωμένα μηνύματα φροντίδας και να επαναπροσδιορίσει τη χαμένη έννοια της αξίας του.
Τι σημαίνει όμως αυτό;
Η σχέση που διαμορφώνει ο καθένας με τον εαυτό του είναι η πιο σημαντική γιατί καθώς οι άνθρωποι είναι σε θέση να εκφράσουν τον αυτοσεβασμό και τη σιγουριά που τρέφουν για τον εαυτό τους αυτομάτως και οι σχέσεις με τους άλλους γίνονται λιγότερο δυσλειτουργικές. Ο αυτοσεβασμός δηλώνει την εκτίμηση που έχει ο καθένας για τον εαυτό του, την εικόνα που έχει συνθέσει από τα επιτεύγματα του καθώς και την αίσθηση του «αξίζω». Σε συνάρτηση με την εμπιστοσύνη, τη σιγουριά δηλαδή που έχει για το κάθε του βήμα, δομεί έναν ώριμο και ικανό ενήλικα να ζήσει και να ευχαριστηθεί τη ζωή.
Αντίθετα ένας συνεξαρτημένος ενήλικας δυσκολεύεται να ικανοποιήσει μόνος του τις πραγματικές ανάγκες του, να θέσει λειτουργικά όρια και να εκφράσει την πραγματικότητά του με μέτρο. Δυσκολεύεται να εμπιστευτεί τον εαυτό του και τείνει να σχετίζεται με ανθρώπους που ικανοποιεί μέσα από αυτούς κάποιες ανάγκες του που δεν ικανοποιήθηκαν όσο ήταν παιδί. Για παράδειγμα η τάση να μιλάει σε μία παρέα ο ένας για τον άλλον και όχι ο ένας στον άλλον αυτόματα προκαλούνται εντάσεις στην παρέα γιατί με αυτόν τον τρόπο συνεχίζει να καλλιεργεί τις συνήθειες της παιδικής ηλικίας ενώ είναι στην ενήλικη ζωή. Καθώς συγχέει την παιδική ηλικία με την ενήλικη ζωή συγχύζεται και νοιώθει μπερδεμένος ή χαμένος. Αυτό συνεχίζει να συμβαίνει στη ζωή του γιατί κάποτε στο παρελθόν, στην οικογένεια του συγκεκριμένα, ίσως βίωσε κακοποιητική στάση από τους γονείς του η οποία ερμηνεύτηκε από τον ίδιο ως «αγάπη», «ενδιαφέρον», ως μία υγιής ανατροφή.
Για παράδειγμα, πολλοί άνθρωποι θεωρούν ότι στο πλαίσιο της φυσιολογικής ανατροφής μπορούν να χτυπάνε το παιδί τους με τη ζώνη, να το χαστουκίζουν (επαναλαμβανόμενα),να χρησιμοποιούν χαρακτηρισμούς, να το φέρνουν να κοιμάται μαζί τους, να κυκλοφορούν γυμνοί μπροστά σε ένα παιδί τριών ή τεσσάρων ετών. Άλλοι γονείς θεωρούν ότι οι σκέψεις και τα συναισθήματα του παιδιού έχουν μηδαμινή εγκυρότητα επειδή τα παιδιά είναι ανώριμα και χρειάζεται να μεγαλώσουν για να καταλάβουν. Άλλοι πάλι γονείς υπερπροστατεύουν τα παιδιά τους, χωρίς να τα αφήνουν να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες από τις επιλογές τους. Τέτοιοι γονείς είναι συχνά πολύ κοντά στα παιδιά τους χρησιμοποιώντας τα σαν έμπιστους, λέγοντάς τους μυστικά πέρα από το επίπεδο ανάπτυξή τους. Αυτό θα μπορούσε να είναι κακοποιητικό για το ίδιο το παιδί.
Σε πολλούς από εμάς, πολύ πιθανόν να μας είναι γνώριμες αντίστοιχες συμπεριφορές και να θεωρούμε ότι αυτό που μας συνέβη ήταν φυσιολογικό και σωστό. Κάπως έτσι έχει σχηματιστεί μία αντίληψη ότι οι γονείς μας μας μεγάλωσαν «σωστά».
Είναι απαραίτητο να μην ξεχνάμε ότι η πραγματικότητα ενός ανθρώπου απαρτίζεται από το σώμα, τη σκέψη, τα συναισθήματα, τις αισθήσεις και τη συμπεριφορά του. Ο αυτοέλεγχος (η θετική όψη) λαμβάνει χώρα μόνο όταν καθορίζω τη δική μου πραγματικότητα ξέχωρα από την πραγματικότητα των άλλων. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει διέξοδος από τον φαύλο κύκλο της κακοποίησης. Τα πρώτα σημάδια εμφανίζονται καθώς αρχίζει και αναρωτιέται το τι του συμβαίνει. Αν επιτρέψει να διογκωθεί ο προβληματισμός του και απευθυνθεί σε κάποιον/α για θεραπεία πολύ πιθανόν να καταφέρει να αμφισβητήσει τα διαστρεβλωμένα μηνύματα φροντίδας και να επαναπροσδιορίσει τη χαμένη έννοια της αξίας του.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου