Κυριακή 29 Ιουνίου 2025
Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι
Η σειρά άρθρων φέρει τον τίτλο Αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, σκοπεύοντας να υποδείξει την αμοιβαία σχέση φιλόσοφου στοχασμού και φιλόσοφου βίου.
Φιλοσοφία για όλους, δεν πάει πολύ; Οπότε το συγκεκριμένο εγχείρημα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ουτοπικό και απρόσιτο. Η επιφύλαξη ωστόσο ισχύει μόνον αν μείνουμε καθηλωμένοι στη βολική προκατάληψη ότι καμία ηλικία δεν είναι έτοιμη ακόμη να υποδεχτεί στοιχεία φιλοσοφικού στοχασμού και βίου. Μίζερη γνώμη που αντιστρέφεται, αν λάβουμε υπόψη τις οριακές απορίες για τον κόσμο και τον άνθρωπο, που βασανίζουν όλους. Αυτή τη στοχαστική αγωνία έρχεται να καλύψει τα προκείμενα άρθρα, και το κατορθώνει με οικείο και συναρπαστικό τρόπο.
Σύμμαχος εξάλλου στην τολμηρή αυτή επιχείρηση αποδείχτηκε ο σαμιώτης Επίκουρος, ο οποίος έδειχνε αμέριστη εμπιστοσύνη στους νεαρούς μαθητές, που δεν τους είχε ακόμη μπουκώσει η σχολική γνώση της εποχής. Γράφοντας επί λέξει σχετικώς στον Μενοικέα: «Όσο είναι κάποιος νέος, να μην αργοπορεί να φιλοσοφήσει, ώστε, όταν γεράσει, να μην καταπονείται φιλοσοφώντας. Γιατί κανένας δεν είναι ανώριμος ούτε υπερώριμος για ό,τι φέρνει υγεία στον νου και στην ψυχή.»
Μοιρασμένα τα άρθρα σε δύο μέρη: δύο γραφές, που η μία συμπληρώνει την άλλη. Οκτώ κεφάλαια συντάσσονται στο πρώτο μέρος και άλλα οκτώ στο δεύτερο. Το πρώτο μέρος εγκαινιάζεται με το εισαγωγικό κείμενο «Σοφία και φιλοσοφία: Θαλής ο Μιλήσιος» και ολοκληρώνεται με τον «σύγχρονό μας Αριστοτέλη» και «την εγκυκλοπαίδεια της γνώσης» του. Το δεύτερο μέρος ανοίγει με τους «Σωκρατικούς και την κυνική άσκηση» και κλείνει με τον απολογισμό που επιγράφεται «Η περιπέτεια της φιλοσοφίας στο τέλος του αρχαίου κόσμου». Το χρονικό φάσμα των άρθρων καλύπτει έξι συν έξι αιώνες, με σημείο τομής την εμφάνιση του βάρβαρου χριστιανισμού. Το γεωγραφικό φάσμα εκτείνεται στην οικουμένη της εποχής. Κέντρα του διαδοχικά και επάλληλα: Αθήνα, Αλεξάνδρεια, Αντιόχεια, Ρώμη.
Φιλοσοφικός στοχασμός και φιλοσοφικός βίος αποτελούν τους δύο άξονες περιστροφής των άρθρων. Το σημαντικό εύρημα αυτής της διασταύρωσης είναι ότι, όσο προχωρεί η φιλοσοφική αναζήτηση, μετριάζεται η αφαιρετική θεωρία, ενώ περισσεύει η έμπρακτη, βιωματική ηθική. Οι ρίζες της ηθικής αυτής αναγνωρίζονται ήδη στον Σωκράτη· ο κορμός της στους μετασωκρατικούς και μεταπλατωνικούς στοχαστές (κατεξοχήν στους κυνικούς, στον Επίκουρο και στη Στοά)· το μεικτό φύλλωμά της (αποτέλεσμα διασταυρώσεων) στις φιλοσοφικές συνταγές των αυτοκρατορικών χρόνων. Εξέλιξη, που θυμίζει κρίσιμα σημεία της εποχής μας και δικαιολογεί τον μεσότιτλο με τα οποία σφραγίζει τα άρθρα: «Πότε η αρχαία ελληνική φιλοσοφία σταματά να είναι Ελληνική; Πότε να είναι αρχαία; Πότε να είναι φιλοσοφία;» Προκλητικά ερωτήματα για όσους θέλουν να σκεφτούν, ελέγχοντας συγχρόνως τη σκέψη τους. Αυτός εξάλλου είναι ο στόχος των άρθρων για όλους - προπαντός εντός του χώρου, που έτσι κι αλλιώς χρειάζεται γενναίο εξαερισμό.
Τα ηροδότεια erotica (Μέρος γ΄)
Μια καλά εμπεδωμένη παράδοση την οποία ανεκδοτολογικά αναφέρει ο Λουκιανός (Ηρόδοτος 1-2) προσανατολίζει πολλές φορές στη σκέψη ότι η μεγάλη δημοφιλία της Ιστορίης μεταξύ των συγχρόνων της οφειλόταν στη συνήθεια των λογογράφων να παρουσιάζουν το έργο τους ‒με τρόπο ολοκληρωμένο ή κι αποσπασματικό‒ ενώπιον του πανελληνίου, σε περιστάσεις μεγάλης επισημότητας όπως ήταν οι αγώνες στην Ολυμπία. Αναπόφευκτα κι εμείς σήμερα, όταν προσπαθούμε να φανταστούμε το ηροδότειο κοινό και τις αντιδράσεις του, συνήθως φλουτάρουμε στην κλίμακα του γιγαντιαίου φεστιβάλ και των μελετημένων λοιπών διοργανώσεων που πλαισίωναν τον βασικό κορμό του αθλητικού προγράμματος. Αν θέλουμε να κάνουμε τα πράγματα λιανά, σκεφτόμαστε τον Ηρόδοτο να δίνει τις διαλέξεις του ανά τετραετία, μέσα στο πιο ογκώδες πήγαιν’ έλα ανθρωπίλας۰ σε κάδρο εξαιρετικών αναμετρήσεων του κόσμου του ελληνικού۰ μέσα στην κοσμοσυρροή, τη σκόνη και τον ανταγωνιστικό ιδρώτα της στλεγγίδας.
Δεν είναι απίθανο να δοκιμάστηκε η Ιστορίη και με τέτοιους όρους ανάγνωσης ‒άλλωστε, οι θρίαμβοι των ελληνικών πόλεων-κρατών έναντι της περσικής αυτοκρατορίας, που αποτελούσαν το περιεχόμενο των τελευταίων βιβλίων, θα πρέπει να λειτούργησαν ως κράχτες τόσο γερά παγιωμένοι στο κοινό αίσθημα, ώστε εύκολα θα εξασφάλιζαν αποδοχή και θαυμασμό μέσα στη δυσχερή υπερφόρτωση των ολυμπιακών δεδομένων. Ήταν όμως το περιβάλλον αυτό πραγματικά αγαπητό στον Ηρόδοτο; Και πιο συγκεκριμένα. Ήταν κατάλληλο για να παρακολουθεί το κοινό τα ταξιδιάρικα εθνογραφικά του παραστρατήματα και να απολαμβάνει τους αιφνιδιασμούς της ανθρωπολογίας του μαζί με τα απρόσμενα ερωτικά ενσταντανέ που την διανθίζουν; Γιατί, σε αντίθεση με τη σύνδεση Ηροδότου και Ολυμπίας για την οποία ο Λουκιανός είδαμε πως προσφέρει διαβεβαιώσεις, ένα άλλο νήμα μνήμης της αρχαιότητας απομακρύνει απ’ τη λαμπρότητα των μεγάλου μεγέθους venues. Μια σταγόνα λαϊκής θυμοσοφίας, συμπιλημένη στο έργο Paroemiogpraphi Graeci, διατηρεί τη δροσιά των συνθηκών στις οποίες ο Ηρόδοτος προτιμούσε να αφηγείται: ἐς τὴν Ἡροδότου σκιάν. Σκιά και Ηρόδοτος βρέθηκαν σε αλληλουχία παροιμιώδη, τέτοια που επιτρέπει να προσανατολιστούμε σε άλλους δρόμους αφηγηματικών περιπετειών. Και προειδοποιεί. Όταν προσπαθούμε να αναπλάσουμε τα ηροδότεια πράγματα, να μην χάνουμε απ’ την εστίασή μας τη μικρότερη, πιο μετρημένη, την ηροδότεια τέλος πάντων, κλίμακα.
Διακινδυνεύω, λοιπόν, την υπόθεση ότι το κατεξοχήν κοινό που άμεσα χαιρότανε τις πλέον δαιδαλώδεις ηροδότειες εξιστορήσεις δεν ήταν άλλο από εκείνο, από το οποίο αντλούσε ο ίδιος πληροφορίες και υλικό για τα επεισόδια που αφορούσαν στον ελληνόφωνο κόσμο. Αχνοφαίνεται στο δεύτερο βιβλίο της Ιστορίης, και μάλιστα ενσωματωμένο σε στιγμιότυπο από τα πλέον γαργαλιστικά των erotica. Βρίσκεται στην αφήγηση σχετικά με την Ροδώπιν, φημισμένη μεταξύ των εταιρών της Ναυκράτιδος, πόλης στο Δέλτα του Νείλου που, ήδη από τον 6ο π.Χ. αιώνα, είχε ιδρυθεί για να εξυπηρετεί Έλληνες εμπόρους και ναυτικούς. Στο θέμα θα επανέλθω αμέσως παρακάτω, για να συζητήσω άλλες ενδιαφέρουσες πλευρές του. Προς το παρόν, αρκούμαι στην επισήμανση του Ηροδότου ότι η Ροδώπις “έγινε τόσο περιλάλητη (κλεινή) ώστε όλοι οι Έλληνες έμαθαν το όνομά της (οἱ πάντες Ἕλληνες Ῥοδώπιος τὸ οὔνομα ἐξέμαθον). Αυτό συνέβη και με τη μεταγενέστερη Αρχιδίκη, που την τραγούδησε η Ελλάδα ολόκληρη (ἀοίδιμος ἀνὰ τὴν Ἑλλάδα) αν και η φήμη της διαδόθηκε σε βαθμό μικρότερο από τη φήμη της άλλης (ἧσσον γὰρ τῆς ἑτέρης περιλεσχήνευτος).” Και πράγματι, ‒εξηγεί το σχετικό χωρίο‒ σε χρόνια υστερότερα, αρκετοί έφταναν στο σημείο λανθασμένα να διαδίδουν πως η αιγυπτιακή πυραμίδα του Μυκερίνου ήταν της Ροδώπιος (ΙΙ 135).
Στη σύντομη αυτή μνεία εντοπίζεται η λέξη-κλειδί για την κατανόηση του αφηγηματικού πλαισίου που, επί ελληνικού εδάφους, αγκάλιαζε τον Ηρόδοτο: περιλεσχήνευτος. Δηλώνει ότι μια φήμη βρέθηκε κυριολεκτικά σε περιαγωγή στις ανδρικές λέσχες, στις οποίες και διογκώθηκε.
Η δυναμική των λεσχών του ελληνόφωνου κόσμου της αρχαιότητας σπάνια μας απασχολεί σήμερα. Χωρίς να συνδέει το ζήτημα συγκεκριμένα με τον Ηρόδοτο ή με τις περί των εταιρών της Ναυκράτιδος αναφορές, ο Richard Buxton (Imaginary Greece: the contexts of mythology, σσ. 40-44) επιμένει στη σημασία του. Υποστηρίζει ότι οι λέσχες λειτούργησαν στις ελληνικές πόλεις-κράτη ως δημόσιοι χώροι χαλαρής κουβέντας κι αφηγήσεων, ανάλογοι του σύγχρονου καφενείου. Και παραπέμπει σε άλλες πηγές που φωτίζουν το θέμα. Η μια είναι του Ησιόδου, που στο έργο του Έργα και Ημέραι σκιαγραφεί του χαλκουργού το μαγαζί και, κυρίως, τη λέσχη ως χώρους που, τον χειμώνα, γεμίζουν ασφυκτικά από ακαμάτηδες, θρεμμένους μ’ επιπόλαιες ελπίδες (Πὰρ δ᾽ ἴθι χάλκειον θῶκον καὶ ἐπαλέα λέσχην… ἐλπὶς δ᾽ οὐκ ἀγαθὴ κεχρημένον ἄνδρα κομίζειν/ἥμενον ἐν λέσχῃ, τῷ μὴ βίος ἄρκιος εἴη, 493-501). Η άλλη είναι του Παυσανία (10. 25), περιηγητή του 2ου αιώνα μ.Χ. που, ωστόσο, ανατρέχει μέχρι και στους χρόνους της Οδύσσειας. Γράφει, λοιπόν, ο Παυσανίας σχετικά με τη λέσχη των Κνιδίων στους Δελφούς: “Στους Δελφούς ονομάζεται λέσχη γιατί παλαιότερα οι άνθρωποι συναντιούνταν εκεί για να συζητήσουν θέματα είτε σοβαρά είτε και μυθώδη. Ότι στο παρελθόν υπήρχαν τέτοιοι χώροι σε ολόκληρη την Ελλάδα το υποδεικνύουν τα λόγια του Ομήρου όταν η Μελανθώ χλευάζει τον Οδυσσέα.”
Η περίφημη σκηνή της Οδύσσειας (σ 327-332) όντως απηχεί τον άτυπο, ανεπίσημο κι από πολλές απόψεις αλητήριο χαρακτήρα των συζητήσεων και των θαμώνων στις λέσχες. Ο Οδυσσέας έχει εμφανιστεί στο παλάτι του ως ζητιάνος κι η δούλα Μελανθώ τον αποπαίρνει έτσι:
«ξεῖνε τάλαν, σύ γέ τις φρένας ἐκπεπαταγμένος ἐσσί,
οὐδ’ ἐθέλεις εὕδειν χαλκήϊον ἐς δόμον ἐλθὼν
ἠέ που ἐς λέσχην, ἀλλ’ ἐνθάδε πόλλ’ ἀγορεύεις
θαρσαλέως πολλοῖσι μετ’ ἀνδράσιν, οὐδέ τι θυμῷ
ταρβεῖς· ἦ ῥά σε οἶνος ἔχει φρένας, ἤ νύ τοι αἰεὶ
τοιοῦτος νόος ἐστίν, ὃ καὶ μεταμώνια βάζεις.»
[Ξένε, καημένε μου, εντελώς ξεκουτιασμένος είσαι!
Ή τράβα σε χαλκωματά να κοιμηθείς κονάκι
ή και σε λέσχη! Μόνο εδώ μακρηγορείς
με θάρρος, μπροστά σε τόσους άντρες, κι ούτε και ξέρεις πάλι
τι να ’ναι ο φόβος στην καρδιά· λέω, το κρασί σε μώρανε
ή τέτοιο είν’ το μυαλό σου, έτσι που ανεμόσπαρτα πάντα πετάς τα λόγια.]
Τα αισθάνομαι τα λόγια του έπους σαν να αφορούν άμεσα τον Ηρόδοτο. Οι λέσχες και τα “μεταμώνιά” τους θα ταίριαζαν γάντι στις αφηγηματικές του προτιμήσεις. Σώματα σε γλυκιά ραστώνη κι απραγία, που αποζητούσε το αλάτι των εξωτικών εξιστορήσεων. Πεδία φαντασιακά σε πλήρη ετοιμότητα, που αρκούσε σπίθα μόνον για να τα εξάψει. Κουβέντες σε κίνηση περιδινούμενη κι ελαστική, σε ανατροφοδοτούμενο αλισβερίσι. Φήμες σε διαρκή κυκλοφορία και διασπορά, με τις πολλές παραλλαγές και παρεκκλίσεις τους, τις υπερβολές, συχνά και τις διαστρεβλώσεις τους. Μιλούσαν μεταξύ τους οι άνθρωποι με λόγια που εύκολα ξεστράτιζαν. Τη γοητεία της σκανδαλολογίας την έβαζαν στο κέντρο για να την φλερτάρουν. Άγγιζαν όμως, έτσι, και τις παρυφές του μύθου.
Το Πέπλο της Αβίαστης Ύπαρξης
Έχεις περιπλανηθεί σε λαβύρινθους σκέψεων, έχεις σκαρφαλώσει σε βουνά νοημάτων, έχεις βουτήξει σε ωκεανούς φιλοσοφίας, όλα στην επιδίωξη αυτού που ήδη πάλλεται στον πυρήνα της ύπαρξής σου. Η Αλήθεια—αυτή η φωτεινή, αμετάβλητη ουσία—δεν κατοικεί σε μακρινούς ναούς ή ιερά κείμενα. Αναπνέει με την ανάσα σου, χτυπά με την καρδιά σου και κοιτάζει μέσα από τα μάτια σου αυτήν ακριβώς τη στιγμή.
Η Αβίαστη Παρουσία
Σκέψου τη πρωινή δροσιά που σχηματίζεται χωρίς πρόθεση, τον τρόπο που τα λουλούδια ανθίζουν χωρίς να πιέζουν τα πέταλά τους να ανοίξουν, τον τρόπο που η καρδιά σου χτυπά χωρίς τη συνειδητή σου εντολή. Αυτή είναι η φύση της Αλήθειας—αβίαστη, αυθόρμητη, που δεν απαιτεί επίπονο προσκύνημα σε μακρινές ακτές κατανόησης. Είναι το ίδιο το έδαφος πάνω στο οποίο στέκεται κάθε αναζήτηση, το φως που φωτίζει κάθε έρευνα.
Οι μυστικιστές του παρελθόντος μιλούσαν με γρίφους, όχι για να αποκρύψουν, αλλά για να δείξουν προς αυτήν την αυτοφανή πραγματικότητα: αυτό που αναζητάς είναι αυτό που ήδη αναζητά μέσω εσού. Το μάτι δεν μπορεί να δει τον εαυτό του, κι όμως είναι η πηγή κάθε όρασης. Ο καθρέφτης αντανακλά όλες τις μορφές αλλά παραμένει άμορφος. Είσαι ταυτόχρονα ο αναζητητής και το αναζητούμενο, η ερώτηση και η απάντηση που χορεύουν στον αιώνιο τώρα.
Η Εργασία της Απόκρυψης
Πόσο περίπλοκοι είναι οι ιστοί που υφαίνουμε για να κρυφτούμε από τον εαυτό μας! Πόσο περίτεχνες οι ιστορίες που κατασκευάζουμε για να εξηγήσουμε το προφανές! Ο νους, αυτός ο αρχιτέκτονας της πολυπλοκότητας, χτίζει κάστρα από έννοιες, φρούρια φιλοσοφίας, λαβύρινθους μεθοδολογίας—όλα για να αποφύγει την απλή αναγνώριση αυτού που είναι ήδη παρόν.
Αυτό είναι το μεγάλο κοσμικό αστείο: εξαντλούμαστε στην επιδίωξη αυτού που ήδη είμαστε. Καταβάλλουμε προσπάθεια για να γίνουμε αυτό που ποτέ δεν παύσαμε να είμαστε. Ψάχνουμε τα γυαλιά που βρίσκονται στη μύτη μας, το κλειδί που κρατάμε στην παλάμη μας, την ειρήνη που είναι η ίδια μας η φύση.
Το ψέμα απαιτεί συνεχή συντήρηση, σαν φράγμα που συγκρατεί έναν ωκεανό. Απαιτεί επαγρύπνηση, εξήγηση, δικαιολόγηση. Πρέπει να υπερασπιστεί ενάντια στους εισβολείς της απλότητας, να προστατευθεί από τη διεισδυτική διαύγεια που απειλεί να διαλύσει τα προσεκτικά χτισμένα όριά του.
Η Πύλη Χωρίς Πόρτα
Στον κόσμο πέρα από την προσπάθεια, όπου το «κάνω» διαλύεται στο «είμαι», όπου ο αναζητητής συγχωνεύεται με το αναζητούμενο, υψώνεται μια πύλη που δεν έχει πόρτα. Αυτό είναι το παράδοξο που μπερδεύει τον λογικό νου: η είσοδος σε αυτό που ήδη κατοικείς, η αρχή αυτού που ποτέ δεν ξεκίνησε, η ανακάλυψη αυτού που ποτέ δεν χάθηκε.
Εδώ, σε αυτήν την αδιάστατη διάσταση, ο χρόνος διπλώνεται στον εαυτό του σαν οριγκάμι φτιαγμένο από φως. Το παρελθόν και το μέλλον καταρρέουν στο αιώνιο παρόν, όπου κάθε στιγμή είναι η πρώτη στιγμή και η τελευταία στιγμή, όπου κάθε ανάσα είναι το σύμπαν που αναπνέει τον εαυτό του στην ύπαρξη.
Η πύλη χωρίς πόρτα ανοίγει όχι με τη βία αλλά με την παράδοση, όχι με τη γνώση αλλά με την άγνοια, όχι με την αρπαγή αλλά με την απελευθέρωση. Είναι η τέχνη του να βγαίνεις από τον δρόμο σου, να επιτρέπεις στο ποτάμι της ύπαρξης να ρέει μέσα σου χωρίς την αντίσταση της προσωπικής βούλησης.
Το Τραγούδι της Σιωπής
Στα βάθη της ύπαρξής σου, κάτω από την ταραχώδη επιφάνεια των σκέψεων και των συναισθημάτων, τραγουδά ένα τραγούδι χωρίς λέξεις, μια μελωδία χωρίς νότες. Αυτή είναι η μουσική της ίδιας της ύπαρξης, η θεμελιώδης συχνότητα πάνω στην οποία χορεύει όλη η δημιουργία. Είναι ο ήχος της σιωπής που είναι έγκυος με άπειρες δυνατότητες, ο ρυθμός του κόσμου που χτυπά στις κοιλότητες της καρδιάς σου.
Για να ακούσεις αυτό το τραγούδι δεν απαιτείται ειδική εκπαίδευση, ούτε χρόνια διαλογισμού, ούτε πολύπλοκες τεχνικές. Ζητά μόνο μια στιγμή γνήσιας ακρόασης, μια παύση στον ατελείωτο σχολιασμό του νου, μια προθυμία να είσαι παρών σε αυτό που είναι ήδη παρόν.
Αυτή η σιωπή δεν είναι η απουσία κίνησης αλλά η πηγή κάθε κίνησης, όχι η άρνηση του ήχου αλλά το θεμέλιο κάθε ήχου. Είναι η έγκυος παύση ανάμεσα στις σκέψεις, ο χώρος ανάμεσα στους χτύπους της καρδιάς, η ανάσα πριν από την ανάσα.
Το Συνηθισμένο Εξαιρετικό
Οι πιο βαθιές αλήθειες συχνά φορούν τα ρούχα του καθημερινού. Ο φλεγόμενος θάμνος εμφανίζεται ως ένας συνηθισμένος θάμνος μέχρι ο Μωυσής να βγάλει τα σανδάλια του.Ο Βούδας βρίσκει τη φώτιση κάτω από ένα απλό δέντρο.
Το τραπέζι της κουζίνας σου γίνεται βωμός όταν αναγνωρίζεις την ιερότητα του συνηθισμένου. Ο πρωινός σου καφές μετατρέπεται σε κοινωνία όταν τον γεύεσαι με πλήρη παρουσία. Το πρόσωπο στον καθρέφτη αποκαλύπτει το πρόσωπο του θείου όταν κοιτάζεις με μάτια που δεν θολώνονται από την ιστορία του χωρισμού.
Αυτή είναι η αλχημεία της επίγνωσης: όχι η αλλαγή αυτού που είναι, αλλά το να βλέπεις αυτό που είναι με φρέσκα μάτια, παρθένα αντίληψη, αρχάριο μυαλό. Ο κόσμος παραμένει ακριβώς όπως είναι, κι όμως όλα μεταμορφώνονται από την ποιότητα του βλέμματός σου.
Ο Δρόμος Χωρίς Μονοπάτι
Υπάρχει ένας δρόμος που δεν έχει αρχή και τέλος, ένα ταξίδι που δεν σε οδηγεί πουθενά γιατί είσαι ήδη εδώ, μια διδασκαλία που δεν έχει δάσκαλο γιατί είσαι ταυτόχρονα μαθητής και δάσκαλος, αναζητητής και οδηγός.
Αυτός είναι ο δρόμος χωρίς μονοπάτι της αναγνώρισης, όπου κάθε βήμα είναι μια επιστροφή σπίτι, κάθε στιγμή μια υπενθύμιση αυτού που πάντα γνώριζες. Βαδίζεται όχι με τα πόδια αλλά με την επίγνωση, όχι μέσα στον χρόνο αλλά μέσα στο άχρονο παρόν, όχι προς έναν προορισμό αλλά στο ίδιο το κέντρο του σημείου όπου ήδη στέκεσαι.
Τα σημάδια κατά μήκος αυτού του δρόμου χωρίς μονοπάτι δεν είναι γραμμένα σε αρχαίες γλώσσες ή κρυμμένα σε μυστικά κείμενα. Είναι χαραγμένα στη γλώσσα της δικής σου εμπειρίας: το αίσθημα της ζωντάνιας που κυλά στις φλέβες σου, η επίγνωση που φωτίζει τις σκέψεις σου, η αγάπη που σε συνδέει με όλα τα όντα.
Ο Καθρέφτης της Συνείδησης
Στην αίθουσα των καθρεφτών που είναι η ύπαρξη, κάθε αντανάκλαση δείχνει το ίδιο πρόσωπο που φορά διαφορετικές μάσκες. Το πρόσωπο του εραστή και του αγαπημένου, του δασκάλου και του μαθητή, του κύματος και του ωκεανού—όλα είναι διαθλάσεις του ενός φωτός της συνείδησης που παίζει κρυφτό με τον εαυτό του.
Δεν κοιτάς την Αλήθεια· είσαι η Αλήθεια που κοιτάζει τον εαυτό της μέσα από τον φακό της ατομικής εμπειρίας. Ο βλέπων και το βλεπόμενο είναι ένα, ο γνώστης και το γνωστό είναι ενωμένα, ο βιωτής και η εμπειρία είναι αδιαίρετα.
Αυτή η αναγνώριση διαλύει τα τεχνητά όρια που χωρίζουν το εγώ από τον άλλο, το υποκείμενο από το αντικείμενο, το μέσα από το έξω. Αυτό που μένει είναι η απρόσκοπτη ολότητα της ύπαρξης, η αδιαίρετη ενότητα που ποτέ δεν διαιρέθηκε πραγματικά, η τέλεια πληρότητα που ποτέ δεν έσπασε πραγματικά.
Η Πρόσκληση
Και έτσι η πρόσκληση παραμένει, όχι να ταξιδέψεις σε μακρινούς τόπους κατανόησης, αλλά να αναγνωρίσεις το έδαφος πάνω στο οποίο ήδη στέκεσαι. Όχι να γίνεις κάτι διαφορετικό από αυτό που είσαι, αλλά να είσαι πλήρως αυτό που πάντα ήσουν. Όχι να βρεις την Αλήθεια, αλλά να αναγνωρίσεις ότι η Αλήθεια σε έχει ήδη βρει—ότι είσαι ο ίδιος ο τόπος όπου η Αλήθεια επέλεξε να γνωρίσει τον εαυτό της.
Η πόρτα σε αυτήν την αναγνώριση είναι πάντα ανοιχτή, ο δρόμος είναι πάντα παρών, η στιγμή είναι πάντα τώρα. Δεν χρειάζεται προετοιμασία, δεν απαιτείται προσόν, δεν είναι απαραίτητη ειδική γνώση. Χρειάζεται μόνο να σταματήσεις, να ακούσεις, να είσαι παρών στο προφανές θαύμα της δικής σου ύπαρξης.
Σε αυτό το σταμάτημα, αυτή την ακρόαση, αυτή την παρουσία, το μεγάλο μυστικό αποκαλύπτεται: δεν υπήρξε ποτέ κανένα μυστικό. Η Αλήθεια δεν ήταν ποτέ κρυμμένη· μόνο η αναζήτησή σου την έκρυψε από την όρασή σου. Το μαργαριτάρι της μεγάλης αξίας δεν χάθηκε ποτέ· μόνο η ιστορία της απώλειας έκρυψε τη συνεχή παρουσία του.
Εδώ, στην απλότητα αυτού που είναι, στη συνηθισμένη φύση του εξαιρετικού, στην αβίαστη φύση της ίδιας της ύπαρξης, η αναζήτηση τελειώνει όχι με το να βρεις, αλλά με το να αναγνωρίσεις αυτό που ποτέ δεν χάθηκε, αυτό που δεν θα μπορούσε ποτέ να χαθεί, αυτό που αιώνια είσαι.
Η Αλήθεια δεν απαιτεί προσπάθεια για να βρεθεί. Ήδη ζεις μέσα της. Το υπόλοιπο είναι απλώς ο όμορφος, περιττός, απόλυτα ανθρώπινος χορός της λήθης και της ανάμνησης, της αναζήτησης και της εύρεσης, της απώλειας του εαυτού σου στο μεγαλειώδες παιχνίδι της συνείδησης που εξερευνά τη δική της άπειρη φύση.
Και σε αυτόν τον χορό, κάθε βήμα είναι ιερό, κάθε στραβοπάτημα είναι χάρη, κάθε στιγμή σύγχυσης είναι απλώς μια άλλη όψη της διαύγειας που είσαι.
Το Πέπλο της Αλήθειας: Μια Μυστικιστική Εξερεύνηση της Αντίληψης και της Πραγματικότητας
Ο Καθρέφτης του Νου
Φανταστείτε μια γαλήνια λίμνη, την επιφάνειά της έναν τέλειο καθρέφτη που αντανακλά τους ουρανούς από πάνω. Μια μικρή πέτρα πέφτει, και κυματισμοί απλώνονται, παραμορφώνοντας τα αστέρια σε τρεμάμενα θραύσματα. Έτσι είναι και ο νους—ένας καθρέφτης που αποτυπώνει το μεγαλείο της ύπαρξης, αλλά τρέμει από τους κυματισμούς της σκέψης, της επιθυμίας και της μνήμης. Αυτό που αποκαλούμε Αλήθεια δεν είναι η ίδια η λίμνη, ούτε τα μακρινά αστέρια στην καθαρή τους μορφή, αλλά η τρεμοπαίζουσα εικόνα που αντικρίζουμε στην επιφάνειά της. Αυτή η εικόνα, αυτή η αντίληψη της Αλήθειας, είναι δική μας—ένα δημιούργημα που γεννιέται από την πτώση της πέτρας, μια παραμόρφωση που μπερδεύουμε με το αιώνιο.
Οι μυστικιστές των παλαιών καιρών το κατανοούσαν αυτό. Στις σκοτεινές αυλές ξεχασμένων ναών, μιλούσαν για τη μάγια, την ψευδαίσθηση που καλύπτει το θείο. Δίδασκαν ότι ο κόσμος που βλέπουμε—η Αλήθεια που ορκιζόμαστε ότι κατέχουμε—είναι μονάχα ένα όνειρο, υφασμένο από τα νήματα της δικής μας λαχτάρας. Ένας έμπορος αντιλαμβάνεται τον πλούτο ως την Αλήθεια, γιατί είναι ο φακός μέσα από τον οποίο μετρά τον κόσμο. Ένας ερωτευμένος βρίσκει την Αλήθεια στα μάτια του αγαπημένου, μια ιερή φλόγα που κατακαίει κάθε αμφιβολία. Ένας πολεμιστής τη βρίσκει στην κλαγγή του χάλυβα, όπου η ζωή και ο θάνατος κρέμονται σε λεπτή ισορροπία. Όμως το καθένα από αυτά είναι μια φαντασία, ένα όνειρο σμιλεμένο από τα χέρια της επιθυμίας, μια αντίληψη μεταμφιεσμένη σε απόλυτη πραγματικότητα.
Ο Χορός των Σκιών
Μπείτε μέσα στη σπηλιά του εαυτού, όπου το τρεμοπαίζον φως των πυρσών ρίχνει σκιές στους τοίχους. Ο Πλάτωνας, με τη διαχρονική του σοφία, μίλησε για μια τέτοια σπηλιά, όπου οι φυλακισμένοι μπέρδευαν τις σκιές για την πραγματικότητα, δεμένοι με αλυσίδες σε μια Αλήθεια που δεν ήταν παρά αντήχηση του αθέατου. Έτσι κι εμείς χορεύουμε με τις σκιές, τις ονομάζουμε θεούς, νόμους, βεβαιότητες. Η σκιά ενός δέντρου δεν είναι το δέντρο, κι όμως την προσκυνούμε, τη λατρεύουμε, χτίζουμε τη ζωή μας γύρω από την εφήμερη μορφή της. Η σκιά της Αλήθειας δεν είναι η Αλήθεια, κι όμως την αρπάζουμε, γιατί είναι το μόνο που γνωρίζουμε.
Σε αυτόν τον χορό, η αντίληψη γίνεται η σύντροφός μας—μια γοητευτική μούσα που μας ψιθυρίζει καθησυχαστικές βεβαιότητες. Μας λέει πως ο κόσμος είναι συμπαγής, πως οι πεποιθήσεις μας είναι ακλόνητες, πως τα όνειρά μας είναι το θεμέλιο της πραγματικότητας. Όμως ο μύστης γνωρίζει καλύτερα. Ο μύστης προχωρά πέρα από τη φωτιά, στο σκοτάδι όπου οι σκιές διαλύονται, και εκεί, στη σιωπή, αντικρίζει το ανώνυμο. Δεν είναι μια Αλήθεια που μπορεί να κρατηθεί, γιατί γλιστρά μέσα από τα δάχτυλα σαν καπνός. Δεν είναι μια Αλήθεια που μπορεί να ειπωθεί, γιατί οι λέξεις διαλύονται μπροστά της. Είναι το κενό πίσω από το πέπλο, η ακινησία κάτω από τους κυματισμούς, η αθέατη πηγή όλων των σκιών.
Οι Υφαντές των Ονείρων
Είμαστε υφαντές ονείρων, καθένας από εμάς υφαίνει μια ταπισερί Αλήθειας από τα νήματα της ζωής του. Ένα παιδί ονειρεύεται έναν κόσμο όπου το αδύνατο λυγίζει στη θέλησή του, και μέσα σε αυτό το όνειρο, βρίσκει την Αλήθεια του. Ένας λόγιος σκύβει πάνω από αρχαία χειρόγραφα, αναζητώντας την Αλήθεια στη μελάνη και την περγαμηνή, πεπεισμένος πως η γνώση είναι το κλειδί προς το αιώνιο. Μια αγία γονατίζει σε έκσταση, η Αλήθεια της μια θεία παρουσία που πλημμυρίζει την ψυχή της με φως. Όμως, αυτά δεν είναι η Αλήθεια—είναι η αντίληψη της Αλήθειας, οι φαντασίες που κρατάμε σφιχτά για να μας προστατεύσουν από το άπειρο.
Σκεφτείτε τον αλχημιστή, σκυμμένο πάνω από τον αλχημικό του κλίβανο, αναζητώντας τη φιλοσοφική λίθο—όχι απλώς για να μετατρέψει τον μόλυβδο σε χρυσό, αλλά για να αγγίξει την ίδια την ουσία της ύπαρξης. Η Αλήθεια του είναι μια αναζήτηση, μια φλόγα που τον κατατρώει. Όμως ο χρυσός που βρίσκει δεν είναι η Αλήθεια· είναι η αντανάκλαση της ίδιας του της ψυχής, λιωμένη και ανασχηματισμένη από την επιθυμία του. Έτσι συμβαίνει με όλους μας. Οι αντιλήψεις μας είναι καθρέφτες, οι φαντασίες μας είναι φώτα, και τα όνειρά μας είναι το φως των αστεριών που ακολουθούμε μέσα στη νύχτα.
Πέρα από το Πέπλο
Τι, λοιπόν, βρίσκεται πέρα από το πέπλο της αντίληψης; Οι μυστικιστές μιλούν για μια Αλήθεια που υπερβαίνει, μια πραγματικότητα αδέσμευτη από τις αλυσίδες του εαυτού. Στις Ουπανισάδες, είναι το Μπράχμαν—το άπειρο, το αμετάβλητο, το παντοπεριεκτικό. Στο Ταό Τε Τσινγκ, είναι το Τάο—ο δρόμος που δεν μπορεί να ονομαστεί, το ρεύμα που διαπερνά τα πάντα. Στα λόγια του Ρουμί, είναι ο αγαπημένος, η αθέατη παρουσία που μας καλεί στο σπίτι μας. Όμως ακόμα κι αυτά δεν είναι παρά δάχτυλα που δείχνουν το φεγγάρι, όχι το ίδιο το φεγγάρι. Το να πιάσεις την Αλήθεια είναι να τη χάσεις, γιατί δεν είναι κτήμα αλλά διάλυση, όχι προορισμός αλλά παράδοση.
Για να προσεγγίσουμε αυτήν την Αλήθεια, πρέπει να αποβάλουμε τα ενδύματα της αντίληψης. Πρέπει να αφήσουμε πίσω τις φαντασιώσεις που μας παρηγορούν, τα όνειρα που μας καθορίζουν, τις επιθυμίες που μας κινούν. Όπως το φίδι που αποβάλλει το δέρμα του, πρέπει να βγούμε πέρα από τον εαυτό μας, μέσα στην απεραντοσύνη όπου δεν πέφτουν σκιές. Αυτός είναι ο μυστικιστικός δρόμος—όχι ένα ταξίδι προς τα έξω, αλλά προς τα μέσα, μέσα από τον λαβύρινθο της ψυχής, στο κέντρο όπου όλα τα αντίθετα διαλύονται. Εδώ, μέσα στη σιωπή, η Αλήθεια δεν βλέπεται, δεν γνωρίζεται, αλλά βιώνεται—μια δόνηση που αντηχεί κάτω από την κακοφωνία της ύπαρξης.
Το Αιώνιο Παράδοξο
Κι όμως, εδώ βρίσκεται το παράδοξο: ακόμα κι όταν αναζητούμε την Αλήθεια πέρα από την αντίληψη, παραμένουμε δεμένοι στο ανθρώπινο σκεύος. Είμαστε πλάσματα από σάρκα και πνεύμα, από σκόνη και θειότητα, και οι αντιλήψεις μας είναι οι γέφυρες ανάμεσα σε αυτούς τους κόσμους. Το να τις αρνηθούμε είναι να αρνηθούμε τη φύση μας· το να τις αγκαλιάσουμε είναι να διακινδυνεύσουμε να μπερδέψουμε τη γέφυρα με την ακτή. Ο μύστης βαδίζει σε αυτό το τεντωμένο σχοινί, τιμώντας το όνειρο γνωρίζοντας πως είναι όνειρο, αγαπώντας τη σκιά ενώ αναζητά το φως.
Σήμερα, καθώς ο κόσμος γυρίζει κάτω από έναν ουρανό τόσο γνώριμο όσο και ξένος, ας σταθούμε για μια στιγμή και ας ακούσουμε. Η Αλήθεια δεν βρίσκεται στα λόγια αυτού του κειμένου, ούτε στις σκέψεις που ξυπνά μέσα σου. Δεν βρίσκεται στις φιλοσοφίες που κρατιόμαστε απ’ αυτές, ούτε στα οράματα που κυνηγάμε. Βρίσκεται στη σιωπή ανάμεσα στις λέξεις, στον χώρο ανάμεσα στις σκέψεις, στην ησυχία κάτω από την προσπάθεια. Οι αντιλήψεις μας, οι φαντασιώσεις μας, τα όνειρά μας—είναι τα φαναράκια που κουβαλάμε στο σκοτάδι, όμορφα και φευγαλέα. Αλλά η Αλήθεια; Είναι το ίδιο το σκοτάδι, απέραντο και άπειρο, περιμένοντας να αφήσουμε τα φαναράκια κάτω και απλώς να υπάρξουμε.
Γι’ αυτό, ύφανε τα όνειρά σου, αγαπητέ αναζητητή, και χόρεψε με τις σκιές σου. Αλλά να ξέρεις τούτο: η Αλήθεια που αντιλαμβάνεσαι δεν είναι παρά ένας ψίθυρος του Πραγματικού, μια σπίθα μέσα στην ατελείωτη νύχτα. Και ίσως αυτό να είναι αρκετό—γιατί μέσα στη σπίθα, αντικρίζουμε τη φωτιά· μέσα στον ψίθυρο, ακούμε το τραγούδι· και μέσα στο όνειρο, αγγίζουμε το θείο.
Η Αλήθεια Είναι Χωρίς Ιδιότητες: Μια Μυστική Εξερεύνηση
Η Αόρατη Φλόγα
Φαντάσου μια φλόγα που καίει χωρίς καύσιμο, ένα φως που δεν ρίχνει σκιά. Αυτή είναι η Αλήθεια—όχι ένα αντικείμενο που μπορεί να κρατηθεί, αλλά μια παρουσία που διαπερνά τα πάντα. Δεν έχει μορφή, ούτε όρια, ούτε χρώμα για να την ορίσει, γιατί να της αποδώσουμε ιδιότητες σημαίνει να τη μειώσουμε, να χαράξουμε μια γραμμή εκεί όπου δεν υπάρχει καμία. Οι μύστες του παρελθόντος μιλούσαν γι’ αυτήν με αινίγματα: "Νετί, νετί," έψελναν—"Ούτε αυτό, ούτε εκείνο"—απογυμνώνοντας κάθε στρώμα της ψευδαίσθησης μέχρι να μη μείνει τίποτα άλλο παρά ο γυμνός παλμός της ύπαρξης.
Ποιος μπορεί να την περιγράψει; Η ποιήτρια σκοντάφτει, οι στίχοι της καταρρέουν σε σκόνη υπό το βάρος του ανείπωτου. Ο φιλόσοφος μοχθεί, στοιβάζοντας έννοιες σαν πέτρες, μόνο και μόνο για να δει τον πύργο του να καταποντίζεται από τη θάλασσα του αγνώστου. Η αγία σιωπά, τα χείλη της σφραγισμένα όχι από απελπισία αλλά από δέος, γιατί έχει αντικρίσει την άκρη της αβύσσου και τη βρήκε λαμπερή. Η Αλήθεια αντιστέκεται στη γλώσσα, ξεγλιστρά από τα δάχτυλα, γελά με τις εύθραυστες σκαλωσιές του νου. Δεν είναι ένα αίνιγμα που πρέπει να λυθεί, αλλά ένα μυστήριο που πρέπει να βιωθεί, ένα τραγούδι που ακούγεται στα κενά ανάμεσα στις νότες.
Το Απεριόριστο Πέρα
Η Αλήθεια είναι Απεριόριστη—πώς μπορεί να χωρέσει σε λέξεις; Οι λέξεις είναι αγγεία του πεπερασμένου, γεννημένες από την ανάσα και δεσμευμένες από το νόημα, όμως η Αλήθεια τις ξεχειλίζει, ένα κύμα που κατακλύζει τις ακτές της γλώσσας. Το να μιλήσουμε γι’ αυτήν είναι σαν να δείχνουμε το φεγγάρι με ένα τρεμάμενο δάχτυλο, γνωρίζοντας πως η κίνηση είναι μονάχα μια σκιά του φωτός που θέλει να αποκαλύψει. Οι Ουπανισάδες ψιθυρίζουν, "Εκείνο είσαι εσύ," ένας ήχος που συνδέει το εγώ με το Όλον, κι όμως ακόμη και αυτό είναι μια παραχώρηση, μια γέφυρα φτιαγμένη από αέρα για την ψυχή που ταξιδεύει.
Φαντάσου μια έρημο που απλώνεται πέρα από το βλέμμα, οι άμμoι της να τρεμοπαίζουν στη ζέστη, ο ορίζοντάς της ένας αντικατοπτρισμός που απομακρύνεται με κάθε βήμα. Έτσι είναι η Αλήθεια—πάντα κοντά, πάντα μακριά, μια παρουσία που μας αγκαλιάζει ακόμη κι όταν μας διαφεύγει. Ο Σούφι ποιητής Ρουμί χόρευε μέσα σε αυτό το παράδοξο, φωνάζοντας, "Πέρα από τις ιδέες του σωστού και του λάθους, υπάρχει ένας τόπος. Θα σε συναντήσω εκεί." Αυτός ο τόπος είναι η Αλήθεια, αδέσμευτη από τις δυαδικότητες στις οποίες προσκολλούμαστε, ένας χώρος όπου τα αντίθετα καταρρέουν στην ενότητα, όπου το απεριόριστο χάσκει διάπλατα και καταπίνει τη μικρότητα των προσπαθειών μας.
Το Αιώνιο Τώρα
Η Αλήθεια είναι Αιώνια—πώς μπορεί να εισέλθει στον χρόνο και στις πράξεις των ανθρώπων; Ο χρόνος είναι το ποτάμι στο οποίο κολυμπάμε, τα ρεύματά του μας τραβούν από το παρελθόν στο μέλλον, τα κύματά του χτυπούν με μνήμη και ελπίδα. Όμως, η Αλήθεια στέκεται χώρια, ένα βουνό που δεν σαλεύει στον άνεμο, μια ακινησία που κρατά όλη την κίνηση μέσα της. Δεν είναι η ηχώ του χθες ούτε η υπόσχεση του αύριο· είναι το Τώρα που αναπνέει κάτω από κάθε στιγμή, ο παλμός που χτυπά στην καρδιά του εφήμερου.
Οι πράξεις των ανθρώπων—οι αγάπες μας, οι πόλεμοι μας, οι φευγαλέες νίκες μας—είναι νήματα σε ένα υφαντό που πλέκουν αόρατα χέρια. Μοχθούμε κάτω από τον ήλιο, πιστεύοντας πως οι πράξεις μας διαμορφώνουν τον κόσμο, κι όμως η Αλήθεια παραμένει παρατηρητής, αιώνια και αμερόληπτη, μάρτυρας χωρίς κρίση. Η Μπαγκαβάτ Γκίτα το ψάλλει: "Η ψυχή ούτε γεννιέται ούτε πεθαίνει ποτέ· είναι αιώνια, αμετάβλητη, πέρα από τον χρόνο." Η Αλήθεια είναι αυτή η ψυχή, το αμετάβλητο μέσα στη ροή, η σιωπή κάτω από τη βουή των ημερών μας. Δεν κατέρχεται στον χρόνο· ο χρόνος ξεδιπλώνεται μέσα της, ένα όνειρο υφασμένο από την ακινησία του απείρου.
Το Χωρίς-Δρόμο Μονοπάτι
Πώς λοιπόν προσεγγίζουμε αυτήν την Αλήθεια χωρίς ιδιότητες, αυτήν την απεριόριστη αιωνιότητα; Όχι με την αναζήτηση, γιατί η αναζήτηση υποδηλώνει μια απόσταση που δεν υπάρχει. Όχι με τη γνώση, γιατί η γνώση είναι ένα ένδυμα πολύ στενό για τον σκελετό της. Οι δάσκαλοι του Ζεν γελούν με τις προσπάθειές μας, χτυπώντας τον αέρα με κοάν: "Ποιος είναι ο ήχος του ενός χεριού που χειροκροτεί;" Μας δείχνουν την πύλη δίχως πύλη, το χωρίς-δρόμο μονοπάτι όπου η Αλήθεια περιμένει—όχι πέρα, όχι πάνω, αλλά εδώ, στην ανάσα, στον χτύπο της καρδιάς, στον χώρο ανάμεσα στις σκέψεις.
Το να ζει κανείς μέσα στην Αλήθεια σημαίνει να παραδίδει την ανάγκη να την ορίσει, να αφήνει τα χαλινάρια της κατανόησης και να πέφτει στην αγκαλιά του μυστηρίου. Είναι να βαδίζεις ξυπόλητος στη γη, νιώθοντας τον παλμό της ζωής από κάτω, γνωρίζοντάς την ως αντανάκλαση του ανώνυμου. Είναι να κοιτάς στα μάτια ενός άλλου και να μη βλέπεις έναν ξένο, αλλά έναν καθρέφτη της ίδιας αιώνιας φλόγας. Οι Καβαλιστές την ονομάζουν Αΐν Σοφ—το Άπειρο Τίποτα—όπου όλες οι ιδιότητες εξαφανίζονται και μόνο η καθαρή ουσία παραμένει.
Το Τραγούδι της Σιωπής
Η Αλήθεια Είναι Χωρίς Ιδιότητες, κι όμως τραγουδά μέσα σε όλα τα πράγματα. Είναι ο άνεμος που δεν φέρνει μήνυμα, το αστέρι που λάμπει χωρίς σκοπό, το δάκρυ που πέφτει χωρίς λόγο. Είναι το γέλιο ενός παιδιού, ο αναστεναγμός ενός φύλλου που πεθαίνει, η ακινησία μιας πέτρας που έχει λειανθεί από τους αιώνες. Δεν τη βρίσκουμε κυνηγώντας την· τη βρίσκουμε σταματώντας, ακούγοντας, γινόμενοι η σιωπή που κρατά το τραγούδι της.
Ποιος μπορεί να την περιγράψει; Κανείς, και όλοι. Η Αλήθεια είναι Απεριόριστη, χύνεται πέρα από τα όρια των λέξεων, των σκέψεων, των ζωών μας. Είναι Αιώνια, μια φλόγα που καίει πέρα από τον χρόνο, ένα φως που δεν χρειάζεται πηγή. Και έτσι στεκόμαστε, ταπεινοί και τρεμάμενοι, στην όχθη του αγνώστου, ψιθυρίζοντας τις προσευχές μας στο άπειρο, γνωρίζοντας πως ακούγονται από Εκείνον που δεν έχει όνομα.
Η Ιερή Ανάπτυξη: Ένα Ταξίδι Μέσα από την Αιώνια Σοφία της Φύσης
Ο Χορός της Αιώνιας Γέννησης
Ο πρωινός ήλιος δεν βιάζεται να ζωγραφίσει τον ουρανό με χρυσό και πορφυρό. Ανατέλλει όταν το σκοτάδι έχει εκπληρώσει τον σκοπό του, όταν η νύχτα έχει ολοκληρώσει την απαλή φροντίδα των ονείρων και της ανάπαυσης. Κάθε ακτίνα φωτός φτάνει ακριβώς όταν η γη είναι έτοιμη να τη δεχτεί, ούτε μια στιγμή νωρίτερα ούτε αργότερα. Αυτή είναι η πρώτη διδασκαλία του ιερού δρόμου—ότι όλα αναδύονται από τη μήτρα του χρόνου ακριβώς τη στιγμή της γέννησής τους.
Παρατηρήστε την αράχνη που υφαίνει το μεταξένιο της μαντάλα στη γωνία του κήπου σας. Δεν αμφισβητεί τη γεωμετρία που ρέει μέσα από το είναι της, δεν αμφιβάλλει για την αρχαία σοφία που είναι κωδικοποιημένη στη μικροσκοπική της μορφή. Νήμα με νήμα, δημιουργεί το αριστούργημά της, ακολουθώντας μοτίβα παλαιότερα από τα βουνά, παλαιότερα από τις θάλασσες. Ο ιστός της δεν είναι απλώς μια παγίδα για τη λεία της—είναι ένας διαλογισμός στη διασύνδεση, μια ασημένια προσευχή τεντωμένη ανάμεσα σε κόσμους, που πιάνει όχι μόνο έντομα αλλά και σταγόνες δροσιάς που μεταμορφώνονται σε διαμάντια την αυγή.
«Η φύση δεν χρειάζεται καν ερμηνεία.» Σε αυτά τα λόγια κρύβεται ένα μυστήριο βαθύτερο από όλες τις βιβλιοθήκες του κόσμου. Η βελανιδιά δεν αναρωτιέται για τον σκοπό της καθώς τεντώνεται προς τον ουρανό ενώ αγκυροβολεί στη γη. Το ποτάμι δεν συζητά για τον προορισμό του καθώς σκαλίζει φαράγγια και τρέφει κοιλάδες. Απλώς *είναι*, με την πληρέστερη έννοια της ύπαρξης, ολοκληρωμένα στην αυθεντική τους έκφραση.
Η Αλχημεία των Εποχών
Την άνοιξη, γινόμαστε μάρτυρες της ανάστασης που δεν χρειάζεται εξήγηση. Οι θαμμένοι σπόροι σπάνε στο σκοτάδι, παραδίδοντας τη μορφή τους για να γίνουν κάτι απείρως μεγαλύτερο. Ο χτύπος της καρδιάς της γης επιταχύνεται, και παντού η πράσινη φωτιά της νέας ζωής ξεσπά από ό,τι φαινόταν νεκρό και άγονο. Τα άνθη της κερασιάς εμφανίζονται σαν πεσμένα αστέρια που πιάνονται στα κλαδιά, υπάρχοντας για λίγες μόνο μέρες πριν τα πέταλά τους πέσουν σαν ιερή θυσία, διδάσκοντάς μας ότι η δύναμη της ομορφιάς δεν βρίσκεται στη μονιμότητα αλλά στην προθυμία της να αφεθεί.
Το καλοκαίρι φτάνει ως χρυσός διαλογισμός στην αφθονία. Ο ήλιος κρέμεται σαν χάλκινο γκονγκ στον απέραντο γαλάζιο ουρανό, χύνοντας το φως του στα φύλλα που μετατρέπουν τις ακτίνες σε ζωή. Οι μέλισσες βουίζουν τα αρχαία τους τραγούδια καθώς συλλέγουν νέκταρ, κάθε λουλούδι ένα δισκοπότηρο που προσφέρεται στις υπηρεσίες τους. Στα χωράφια με σιτάρι και καλαμπόκι, βλέπουμε τη γη να ονειρεύεται ψωμί, τροφή, το θαύμα με το οποίο το χώμα γίνεται τροφή και η τροφή γίνεται ζωή.
Όταν το πινέλο του φθινοπώρου βάφει τον κόσμο με κεχριμπαρένιο και κόκκινο, γινόμαστε μάρτυρες του θανάτου ως του υπέρτατου δασκάλου. Τα δέντρα απελευθερώνουν τα φύλλα τους όχι με θλίψη αλλά με γιορτή, κάθε φύλλο που πέφτει είναι μια προσευχή ευγνωμοσύνης, ένα χρυσό νόμισμα που προσφέρεται στο θησαυροφυλάκιο της γης. Το φεγγάρι του θερισμού ανατέλλει γεμάτο και βαρύ, ευλογώντας τη συλλογή όσων μεγάλωσαν μέσα από τον ήλιο και τη βροχή και την υπομονετική εναλλαγή των εποχών.
Ο χειμώνας έρχεται ως η μεγάλη σιωπή, η απαραίτητη παύση στη συμφωνία της γέννησης. Το χιόνι πέφτει σαν γράμματα σε ένα αλφάβητο που έχουμε ξεχάσει πώς να διαβάσουμε, καλύπτοντας τη γη με λευκό στοχασμό. Κάτω από την παγωμένη επιφάνεια, οι σπόροι ονειρεύονται την άνοιξη, οι ρίζες ξεκουράζονται με απόλυτη πίστη, και ολόκληρος ο κόσμος εισέρχεται στον ιερό ύπνο από τον οποίο προέρχεται κάθε αφύπνιση.
Η Μυστική Γλώσσα των Στοιχείων
Το νερό μας μιλά σε αμέτρητες διαλέκτους—ο απαλός ήχος της βροχής στα κεραμίδια, η επείγουσα ορμή των ανοιξιάτικων χειμάρρων, η αιώνια συνομιλία μεταξύ κύματος και ακτής. Μας διδάσκει τη δύναμη της υποχώρησης, δείχνοντας πώς η πιο μαλακή δύναμη μπορεί να σκαλίσει την πιο σκληρή πέτρα μέσω υπομονετικής επιμονής. Κάθε σταγόνα περιέχει τη μνήμη των νεφών, των ωκεανών, των πρώτων βροχών που έπεσαν ποτέ σε αυτό το γαλάζιο κόσμημα που περιστρέφεται στο διάστημα.
Η φωτιά χορεύει μπροστά μας ως δημιουργός και καταστροφέας, η δύναμη που μαγειρεύει το φαγητό μας και καίει τα δάση μας, που ζεσταίνει τα σπίτια μας και τροφοδοτεί τον ίδιο τον ήλιο. Στις φλόγες της βλέπουμε την πρωταρχική ενέργεια που δίνει ζωή σε κάθε τι, την κοσμική φωτιά που καίει σε κάθε αστέρι, σε κάθε χτυπητή καρδιά, σε κάθε σπίθα συνείδησης που φωτίζει το σκοτάδι της άγνοιας.
Ο αέρας μεταφέρει την ανάσα των ηπείρων στα αόρατα ρεύματά του, φέρνοντάς μας την εκπνοή μακρινών δασών, το αλμυρό φιλί μακρινών θαλασσών. Είναι το μέσο μέσω του οποίου τα πουλιά γράφουν τη χαρά τους στον ουρανό, μέσω του οποίου οι σπόροι ταξιδεύουν για να βρουν το τέλειο έδαφός τους, μέσω του οποίου τα λόγια μας φτάνουν ο ένας στον άλλο και οι προσευχές μας ανεβαίνουν σε όποιους ουρανούς φανταζόμαστε.
Η γη μας κρατά όλους στην υπομονετική της αγκαλιά, μετατρέποντας τον θάνατο σε ζωή, τα απορρίμματα σε θαύματα. Στη σκοτεινή της μήτρα, όλες οι αντιφάσεις επιλύονται—το πεσμένο δέντρο γίνεται χώμα, το χώμα γίνεται λουλούδι, το λουλούδι γίνεται σπόρος, και ο μεγάλος τροχός γυρίζει ξανά. Είναι η υπέρτατη αλχημίστρια, που μετατρέπει το μόλυβδο σε χρυσό, τη θλίψη σε σοφία, τα τέλη σε αρχές.
Πέρα από το Πέπλο της Συνήθους Όρασης
Το να περπατάς στη φύση με ανοιχτά μάτια είναι σαν να μπαίνεις σε έναν κόσμο όπου κάθε στιγμή πάλλεται με θαύμα. Το συνηθισμένο γίνεται εξαιρετικό όταν αναγνωρίζουμε ότι τίποτα δεν είναι πραγματικά συνηθισμένο—μόνο στρώματα ιερού μυστηρίου που φορούν τη μάσκα του καθημερινού. Το μυρμήγκι που κουβαλά ένα ψίχουλο γίνεται φιλόσοφος του σκοπού. Το σύννεφο που σχηματίζεται στον απογευματινό ουρανό γίνεται δάσκαλος της μεταμόρφωσης. Το μοναδικό χορτάρι που σπρώχνει μέσα από το τσιμέντο γίνεται μαρτυρία της ασταμάτητης δύναμης της ζωής.
Στο δάσος, ανάμεσα στους πανύψηλους πυλώνες από πεύκα και βελανιδιές, μπαίνουμε σε έναν ζωντανό καθεδρικό ναό όπου κάθε βήμα είναι προσευχή και κάθε ανάσα είναι κοινωνία. Οι ακτίνες του ήλιου διαπερνούν τα κλαδιά σαν προβολείς από τον ουρανό, φωτίζοντας σωματίδια σκόνης που χορεύουν σαν μικροσκοπικά πνεύματα στον χρυσό αέρα. Εδώ, ο χρόνος κινείται διαφορετικά—όχι με το τικ-τακ των ρολογιών αλλά με την αργή περιστροφή των εποχών, την υπομονετική ανάπτυξη δακτυλίων μέσα σε δακτυλίους, τη σταδιακή μετατροπή της πέτρας σε χώμα, σε δέντρο, σε ουρανό.
Τα βουνά υψώνονται μπροστά μας σαν οι ίδιοι οι προσευχητικοί τροχοί της γης, οι κορυφές τους αγγίζουν το σημείο όπου η γη συναντά τον ουρανό, οι πλαγιές τους σκαλίζονται από τον άνεμο και το νερό σε κηρύγματα από πέτρα. Κάθε κορυφογραμμή λέει μια ιστορία εκατομμυρίων ετών, κάθε κοιλάδα κρατά λίμνες που αντικατοπτρίζουν όχι μόνο τον ουρανό αλλά και τα άπειρα βάθη από τα οποία προέρχεται κάθε αντανάκλαση.
Η Σοφία της Αγριότητας
Στην ερημιά, συναντάμε τους πιο αληθινούς μας δασκάλους—οντότητες που δεν έχουν ξεχάσει ποτέ την ουσιαστική τους φύση, που ζουν χωρίς άγχος για το αύριο ή τύψεις για το χθες. Το ελάφι που περπατά απαλά μέσα από τα πρωινά λιβάδια, το γεράκι που κύκλωνε ψηλά σε θερμικά ρεύματα, η αρκούδα που ψαρεύει σε κρυστάλλινα ρυάκια—όλα κινούνται με τη ρευστή χάρη πλασμάτων που γνωρίζουν τη θέση τους στο τεράστιο δίκτυο της ύπαρξης.
Το ουρλιαχτό του λύκου που αντηχεί στις φωτισμένες από το φεγγάρι κοιλάδες δεν είναι απλώς ήχος αλλά ιερό τραγούδι, μια φωνή που συνδέει τη γη με τον ουρανό, το άτομο με την αγέλη, τη στιγμή του παρόντος με το άχρονο βασίλειο από το οποίο προκύπτουν όλες οι στιγμές. Στην κραυγή του ακούμε κάτι που τα πολιτισμένα μας αυτιά έχουν σχεδόν ξεχάσει—τη άγρια μουσική που ακόμα παίζει στις μυστικές αίθουσες των καρδιών μας.
Ακόμα και τα μικρότερα πλάσματα φέρουν βαθιά διδάγματα. Η πεταλούδα που αναδύεται από το χρυσαλλίδα της μας δείχνει ότι η μεταμόρφωση είναι δυνατή, ότι αυτό που φαίνεται σαν θάνατος μπορεί να είναι η πύλη προς μια ανείπωτη ομορφιά. Το πολυάσχολο μυρμήγκι μας διδάσκει για την αφοσίωση και την κοινότητα. Η αράχνη στον ιστό της δείχνει την τέχνη της υπομονής και τη σοφία του να δουλεύεις με τις φυσικές δυνάμεις αντί να τις αντιμάχεσαι.
Το Ιερό Καθημερινό
Δεν χρειάζεται να ταξιδέψουμε σε απομακρυσμένες ερημιές για να συναντήσουμε το ιερό—ανθίζει στις δικές μας αυλές, στα ζιζάνια που φυτρώνουν μέσα από τις ρωγμές του πεζοδρομίου, στα περιστέρια που συγκεντρώνονται στις πλατείες της πόλης. Το αστικό δέντρο που στέκεται φρουρός δίπλα σε έναν πολυσύχναστο δρόμο δεν είναι λιγότερο θαυμαστό από τα ξαδέρφια του στο δάσος. Οι ρίζες του βρίσκουν τροφή κάτω από το τσιμέντο, τα κλαδιά του προσφέρουν σκιά σε βιαστικούς ανθρώπους, τα φύλλα του καθαρίζουν τον ίδιο τον αέρα που αναπνέουμε—στέκεται ως ζωντανή απόδειξη ότι η ζωή προσαρμόζεται, αντέχει και ευλογεί ακόμα και στις πιο απίθανες συνθήκες.
Η βροχή που πέφτει στην πόλη και την ύπαιθρο φέρει το ίδιο αρχαίο μήνυμα. Ο άνεμος που κινείται μέσα από σοκάκια και πέρα από λιβάδια μιλά με την ίδια αιώνια φωνή. Ο ήλιος που ανατέλλει πάνω από ουρανοξύστες και κορυφές βουνών προσφέρει το ίδιο καθημερινό θαύμα του φωτός που μετατρέπει το σκοτάδι, της ενέργειας που γίνεται ζωή, της κοσμικής φωτιάς που μοιράζεται ελεύθερα με όλους όσους έχουν μάτια να δουν.
Η Ολοκλήρωση του Κύκλου
«Όλα ολοκληρώνονται στην αληθινή τους φύση.» Σε αυτά τα λόγια κρύβεται το υπέρτατο μυστικό—ότι τίποτα στη φύση δεν προσπαθεί να είναι κάτι άλλο από αυτό που είναι. Το τριαντάφυλλο δεν ζηλεύει το κρίνο. Το βουνό δεν επιθυμεί να είναι θάλασσα. Κάθε ον ξετυλίγεται σύμφωνα με το δικό του εσωτερικό σχέδιο, εκφράζοντας τη μοναδική νότα που γεννήθηκε για να τραγουδήσει στη μεγάλη συμφωνία της ύπαρξης.
Εμείς οι άνθρωποι, με το δώρο της συνείδησης και το βάρος της επιλογής, καλούμαστε να θυμηθούμε αυτή την αρχαία σοφία. Να βρούμε την αληθινή μας φύση και να ζήσουμε από αυτήν πλήρως. Να εμπιστευτούμε, όπως τα δέντρα εμπιστεύονται, τον τέλειο χρόνο της δικής μας ανάπτυξης. Να κατανοήσουμε ότι και εμείς είμαστε μέρος του μεγάλου σχεδίου της φύσης, ούτε ξεχωριστοί ούτε ανώτεροι από το δίκτυο της ζωής που μας συντηρεί.
Στο τέλος, τα βαθύτερα διδάγματα δεν έρχονται μέσω λέξεων αλλά μέσω παρουσίας—μέσω του να καθόμαστε ήσυχα δίπλα σε ένα ρυάκι και να αφήνουμε τη μουσική του να μας διαπερνά, μέσω του να ξαπλώνουμε ανάσκελα σε λιβάδια και να νιώθουμε τον σταθερό χτύπο της καρδιάς της γης από κάτω μας, μέσω του να στεκόμαστε σε βουνά και να θυμόμαστε πόσο μικροί και πόσο απέραντοι είμαστε πραγματικά.
Ο μυστικός δρόμος δεν είναι ξεχωριστός από τον φυσικό κόσμο—"είναι" ο φυσικός κόσμος, αναγνωρισμένος στην πλήρη δόξα του. Κάθε ανατολή είναι μια πρόσκληση στην αφύπνιση. Κάθε καταιγίδα μας διδάσκει για την ομορφιά της αλλαγής. Κάθε ήσυχη στιγμή στη φύση μας προσφέρει την ευκαιρία να θυμηθούμε ποιοι είμαστε πραγματικά κάτω από όλες τις ιστορίες και τις ταυτότητές μας.
«Όλα ακολουθούν την πορεία τους, όλα συμβαίνουν στον καιρό τους, και όλα ολοκληρώνονται στην αληθινή τους φύση. Η φύση δεν χρειάζεται καν ερμηνεία.» Ας μάθουμε να ζούμε με αυτή τη σοφία, να εμπιστευόμαστε τη βαθύτερη νοημοσύνη που κινείται μέσα από όλα τα πράγματα, και να βρούμε τη θέση μας στην ιερή ανάπτυξη που ξεκίνησε με την πρώτη αυγή και θα συνεχιστεί πολύ μετά το ξεθώριασμα του τελευταίου αστεριού από τον ουρανό.
Στον δρόμο της φύσης, βρίσκουμε τον δρόμο μας προς το σπίτι.
Το ταξίδι από το μυαλό μέχρι την καρδιά σου είναι το πιο σημαντικό της ζωής σου
Η συναισθηματική γνώση -γνώση όλων όσων αισθανόμαστε κάθε στιγμή- είναι μια από τις πιο επίπονες, σωματικά και ψυχικά, διαδικασίες. Το να αναγνωρίσουμε τα συναισθήματά μας σημαίνει να αναγνωρίσουμε τον πόνο που βιώνουμε, να κοιτάξουμε βαθιά μέσα μας, να βρούμε τις αιτίες των ανασφαλειών μας και να τις καταπολεμήσουμε. Καθώς η συναισθηματική γνώση μεταμορφώνει την ανθρώπινη εμπειρία και αποτελεί βασική προϋπόθεση για την πνευματική μας ανάπτυξη, το βιβλίο προσφέρει στον αναγνώστη τα απαραίτητα εργαλεία -συμβουλές, ασκήσεις, διαγράμματα- για να αντικαταστήσει την επιθυμία αποφυγής των επώδυνων συναισθημάτων με την επιθυμία να εξερευνήσει κάθε πλευρά της συνείδησής του.
Η συναισθηματική γνώση όμως δεν είναι απλώς μία επεξεργασμένη τεχνική αντιμετώπισης των διαφόρων καταστάσεων. Είναι ένας ουσιαστικός προσανατολισμός προς το ισχυρότερο κομμάτι του εαυτού μας: την ψυχή μας. Κεντρική θέση σ' αυτήν τη διαδικασία κατέχει η δημιουργία αυθεντικής δύναμης, η ευθυγράμμιση της προσωπικότητάς μας με την ψυχή μας χωρίς τους περιορισμούς που δημιουργεί ο φόβος ή η αμφιβολία για τον εαυτό μας.
Δ. Λιαντίνης: Η απόκριση του Φάουστ στην ξακουστή ερώτηση της Μαργαρίτας
Glaubst du an Gott?
Αυτή είναι η ξακουστή Ερώτηση της Μαργαρίτας.
Το βάρος και την αξία της, που την έκαμαν οδηγητική για τη μέθοδο έρευνας του προβλήματος του θεού από τη σκοπιά της επιστήμης, η ερώτηση τα οφείλει στην απόκριση κυρίως που έδωκε ο Φάουστ.
Με άλλα λόγια είναι, όχι η ερώτηση της Μαργαρίτας αλλά η απόκριση του Φάουστ που γεννά το βαθύπλουτο του προβλήματος.
Παρόμοια, όπως είναι, όχι ο έρωτας του Δία για τη Λήδα στον Ευρώτα που γέννησε την αθάνατη Ιλιάδα, αλλά η Ελένη. Η απάντηση, δηλαδή, που έδωκε η Λήδα στον έρωτα του Δία.
Ποιος τολμάει να ειπεί πιστεύω στον θεό;
Ποιος τολμάει να ειπεί δεν πιστεύω στον θεό;
Έτσι αποκρίθηκε ο Φάουστ στην ερώτηση της Μαργαρίτας.
Η θέση αυτή ανθρώπινα συνιστά τη μόνη δυνατή απόκριση που μπορεί να δοθεί στο ερώτημα. Είναι η απόκριση, σύμφωνα με τη Λογική επιστήμη, που καταργώντας την αρχή της αντίφασης δέχεται το τρίτο, καθώς αλληλοαναιρεί το πρώτο και το δεύτερο. Όπως έδειξε και στη Φυσική εντελώς πρόσφατα η αρχή της Απροσδιοριστίας. Στο tertium non datur ο Φάουστ θα απαντήσει: tertium datur, τρίτον χωρεί. Κάπου ανάμεσα Τρίτη και Τετάρτη πρέπει να παράπεσε η αληθινή σου μέρα, που είπε ο Ελύτης προτού γεράσει. Και τα χάσει.
Εάν είμαι άνθρωπος, κατά την έννοια ότι έχω συνείδηση των ορίων μου και επίγνωση του πόσο βαθύ είναι το πρόβλημα του όντος, δεν είναι δυνατό να δώσω άλλη απόκριση στην ερώτηση της Μαργαρίτας.
Όταν στην ερώτηση αποκριθώ, ναι! πιστεύω στον θεό, γίνομαι αυτοστιγμεί μωρός. Γιατί δέχομαι στενόκαρδα και στενόμυαλα, κάτι που δεν το ξέρω, σαν αληθινό. Καταντώ δογματικός. Και η επιστήμη θα με πετάξει αυτόματα έξω από τα όρια της με την παρατήρηση: διότι λες ανοησίες.
Όταν στην ερώτηση αποκριθώ, όχι! δεν πιστεύω στον θεό, γίνομαι αυτοστιγμεί μωρός. Γιατί δέχομαι στενόκαρδα και στενόμυαλα, κάτι που δεν το ξέρω, σαν αληθινό. Καταντώ δογματικός. Και η επιστήμη θα με πετάξει αυτόματα έξω από τα όρια της με την παρατήρηση: διότι λες ανοησίες.
Τι απομένει να αποκριθώ; Αυτό ακριβώς είναι το λεπτό σημείο, που γεννά την ανεξάντλητη γονιμότητα του προβλήματος.
Το πνεύμα και το νεύμα του Γκαίτε είναι το εξής. Ό,τι σου μένει και ό,τι σου δίνεται είναι εκείνο το σημείο, το άπειρα ελάχιστο ανάμεσα στο όχι και το ναι, να το ευρύνεις, να το πλατύνεις, να το βαθύνεις, να το εκτείνεις. Να το μεταχειριστείς μ' έναν τέτοιον τρόπο απόπειρας, και δοκιμασίας, και βασανισμού, και αγωνίας, ώστε από το απειροελάχιστο σημείο να δημιουργήσεις διάσταση, και έκταση, και διάρκεια, χώρο και χρόνο.
Να πλάσεις, δηλαδή, από το ανάμεσα στο ναι και στο όχι ζωή, αλήθεια, και ύπαρξη.
Είναι χρεία το σημείο το ελάχιστο της αδυνατότητας και της ουτοπίας ανάμεσα στο ναι και στο όχι να το κοιτάξουμε έτσι, ώστε να απορροφήσει σε όλη τη ζωή τη ζωή μας. Τη βιοτική μας μέριμνα, δηλαδή, την πνευματική ορμή, την υπαρκτική ετοιμότητα, την ηθική πράξη.
Σ' ένα επίπεδο σημάνσεων μυθικών, το πνεύμα και το νεύμα του Γκαίτε θα το μεταγλώττιζα ως εξής:
Είσαι μέσα στις Συμπληγάδες πέτρες της αναζήτησης σου, που ανοιγοκλείνουν ακατάπαυστα. Κάμε να μη σε συντρίψουν. Μαζί με τους Αργοναύτες.
Ανεβάζεις το βράχο της απορίας σου από τη βάση του όρους στην κορυφή, και γκρεμίζεται ακατάπαυστα. Κάμε να μην παραιτηθείς. Μαζί με τον Σίσυφο.
Δεμένος πιστάγκωνα σκύβεις στη λίμνη να πιείς, και κάτωθέ σου το νερό υποχωρεί ακατάπαυστα. Κάμε να μην πεθάνεις από τη δίψα σου. Μαζί με τον Τάνταλο.
Και σ' ένα πλαίσιο καταλογισμού ευθυνών αναφορικά με την ατομική μας προαίρεση, στην ερώτηση της Μαργαρίτας η απόκριση του Φάουστ θα είχε να μας ειπεί:
Όποιος πιστεύει στον θεό, έχει μέσα του έναν νεκρό θεό.
Όποιος δεν πιστεύει στον θεό, έχει μέσα του έναν νεκρό άνθρωπο.
Όποιος πιστεύει αλλά και δεν πιστεύει στον θεό, έχει μέσα του ζωντανό τον νόμο της φύσης. Απλά, καταληπτά, και στα μέτρα του ανθρώπου ζει το θαύμα του κόσμου.
Το κρίνω απλό και αυτονόητο, πως εκείνος ο θεός, στην αναζήτηση του οποίου μας προάγει η Ερώτηση της Μαργαρίτας, δεν έχει καμία σχέση με τους θεούς φαντάσματα, που κατά καιρούς έπλασαν οι ποικίλες ιστορικές θρησκείες. Οι πολυώνυμοι, δηλαδή, όπως ο Δίας στους έλληνες και ο διάβολος στους ινδούς, εκείνοι Μωυσής, και Μωάμεθ, και Βούδας και Κομφούκιος, και Μαρδούκ και Κυβέλη και Μίθρας, και Βάαλ και Αστάρτη και Λούθηρος. Οι βραχμάνες, οι ραββίνοι, οι μουφτήδες, οι μουλάδες, ο πατριάρχης κι ο πάπας. Ο Πετράκης κι ο Παυλάρας, μ' έναν λόγο. Εκείνοι οι γυρολόγοι με τη λατέρνα.
Το άρωμα του ζητούμενου θεού, που αναδίνεται από το λουλούδι της Μαργαρίτας, απευθύνεται στον δίκαιο άνθρωπο. Στον φρόνιμο, δηλαδή, τον λογικό και τον πάσχοντα.
Εάν η υπαρκτική μας εφόπλιση, η λογική δηλαδή το βίωμα η φαντασία η διαίσθηση το συναίσθημα και τα πάθη μας, δεν υπερβαίνει τη χωρητικότητα των φυσικών μας ορίων· εάν γνωρίζει και καταφέρνει να μας συγκρατεί στα μέτρα της φυσικής μας κατασκευής· εάν δε διαχέεται στο χάος της υπερβολής, σ' εκείνη την τύφλα που οι Έλληνες τραγικοί την είπανε Ύβρι, τότε δεν υπάρχει άλλος δρόμος, παρά να παραδεχτεί την απόκριση που έδωκε ο Φάουστ στη Μαργαρίτα:
Ζήτα το άγνωστο. Χτύπα να σου ανοίξει να περάσεις ο τοίχος που δεν έχει πόρτα. Κάμε να μεταλλάξεις την απορία σου σε δημιουργία, και το ανθρωπινό σου σε λύτρωση.
Γιατί ο θεός για τα μέτρα του ανθρώπου είναι και δεν είναι να υπάρχει, που λέει ο Φάουστ. Έχει και δεν έχει όνομα, που είπε ο Ηράκλειτος. Βρίσκεται άγνωστος, και τέτοιος θα παραμένει, όπως μας παρακινεί η επιγραφή στη βάση του βωμού στην Αγορά της αρχαίας Αθήνας: τῷ Ἀγνώστῳ.
Για τον δίκαιο άνθρωπο ο θεός, το υπέρτατο ον, θα μένει ανάμεσα στο ναι και στο όχι. Θα δηλώνει το σημείο της αιώνιας αναζήτησης, και της αιώνιας απορίας. Θα είναι το ον, τό ἀεὶ ζητούμενον καί ἀεὶ ἀπορούμενον, που γράφει ο Αριστοτέλης στα Μετά τά Φυσικά του.
Αυτόν τον δίκαιο, που στέκεται στο χαλεπό μεταίχμιο του ναι και του όχι, οι άλλοι άνθρωποι του καιρού του και του τόπου του, άνθρωποι μικρόνοες και μίζεροι, χαμοζωήδες και θελωζήσηδες στη γλώσσα του Λασκαράτου, θα τον δικάζουνε για άθεο. Όπως δικάσανε τον δίκαιο Σωκράτη, και τον δίκαιο Αριστοτέλη, και τον δίκαιο Τζορντάνο Μπρούνο.
Δύο γενεές μετά τον Γκαίτε, που χάραξε στην πέτρα του μόνιμου την Ερώτηση της Μαργαρίτας, ένας άλλος ευρωπαίος ποιητής, ίδιο μπόι και ίδιο σθένος, θα επαναλάβει στερεότυπα την ερώτηση, τραβώντας τον ιδικό του κακοτράχαλο δρόμο.
Ο σλάβος Ντοστογιέβσκι στην ερώτηση της Μαργαρίτας θα δώσει την ίδια απόκριση που έδωσε και ο Γκαίτε:
Εάν ο Σταυρόγκιν πιστεύει, δεν πιστεύει ότι πιστεύει·
εάν ο Σταυρόγκιν δεν πιστεύει, δεν πιστεύει ότι δεν πιστεύει.
Ο Σταυρόγκιν, λοιπόν, ο πρίγκιπας Νικολάι Σταυρόγκιν. Ο Σταυρόγκιν με το καθαρό ήθος. Ο Σταυρόγκιν, που νέος τριάντα χρονώ αρπάζει με το χέρι το ηλεκτροφόρο καλώδιο της αυτοκτονίας του, πιστεύει, ή δεν πιστεύει;
Μιλάμε για τον Σταυρόγκιν, την ώρα που κοιτάει στα μάτια έναν άλλον δαίμονα. Τον αριστογείτονα Κυρίλωφ, τον μηχανικό.
Αλλά δεν ενεούργησαν ούτε ο Γκαίτε, ούτε ο Ντοστογιέβσκι. Και οι δύο στο ερώτημα των ερωτημάτων διάβηκαν πύλες ανοιχτές.
Είκοσι αιώνες παλαιότερα και τους δύο τους είχε προφτάξει ένας μεγάλος έλληνας. Την Ερώτηση της Μαργαρίτας την απάγγειλε πρώτος σε ιαμβικά μέτρα ο Ευριπίδης ο αθηναίος στην τραγωδία του Ελένη:
Τί είναι θεός, και τί μη θεός, και τί ανάμεσα τους;
Ποιος άνθρωπος τό 'ψαξε, και βρήκε μακρυνότερο τέλος;
Ο θεός του Ευριπίδη είναι το «πιστεύω» του Φάουστ και του Σταυρόγκιν. Ο μη θεός του Ευριπίδη είναι το «δεν πιστεύω» του Φάουστ και του Σταυρόγκιν. Και το ανάμεσα στο θεός και μη θεός του Ευριπίδη είναι το ανάμεσα στο ναι και στο όχι του Φάουστ και του Σταυρόγκιν. Είναι ο άνθρωπος της γης που, καθώς βρίσκεται ανάμεσα σε ζωή και σε θάνατο, αγωνίζεται να κατανοήσει το νόημα της ύπαρξής του μέσα στο σύμπαν.
Γκέμμα, Η Ερώτηση της Μαργαρίτας
Εκρήξεις επιδημικής υστερίας
Αυτό το άτομο, το οποίο κανείς δεν είχε δει ποτέ, άνοιγε τα παράθυρα στις κρεβατοκάμαρες και έριχνε στα θύματά του ένα αναισθητικό αέριο με «γλυκιά μυρωδιά», που τους παρέλυε προσωρινά, αλλά κατά περίεργο τρόπο δεν επηρέαζε όσους άλλους ανθρώπους βρίσκονταν στο δωμάτιο. Οι κάτοικοι σχημάτισαν ένοπλες ομάδες περιπολίας, αλλά ο αναισθησιολόγος δεν συνελήφθη ποτέ. Στο τέλος, ο σερίφης της περιοχής θορυβήθηκε και έδωσε εντολή να διαλυθούν οι ομάδες περιπολίας, φοβούμενος ότι θα τραυματιζόταν κάποιο αθώο άτομο. Όπως τόνισε ένας από τους μελετητές αυτής της επιδημικής έκρηξης, «Σύμφωνα με την υπόθεση περί “αναισθησιολόγου”, τα συμπτώματα δημιουργούνταν από ένα αέριο που ψεκαζόταν στα θύματα από κάποιο διαβολικό μυαλό που κατάφερνε να διαφεύγει τη σύλληψη. Αυτή η εξήγηση είναι ευρύτατα αποδεκτή σήμερα στην πόλη Ματούν. Η εναλλακτική υπόθεση είναι ότι τα συμπτώματα οφείλονταν σε υστερία».
Ένα άλλο, πιο πρόσφατο περιστατικό συνέβη το 1990 μεταξύ των εργαζομένων στον σταθμό διοδίων της γέφυρας Triborough της Νέας Υόρκης. Στις 10 Φεβρουάριου, κάποιοι εργαζόμενοι άρχισαν να παραπονούνται για πονοκεφάλους, κοιλιακές ενοχλήσεις, ζαλάδες, καθώς και για πόνους στον λαιμό και στο στήθος. Τις επόμενες ημέρες, όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι παρουσίαζαν τα ίδια συμπτώματα, και ορισμένοι από αυτούς ανέφεραν μια «γλυκύτητα» στον αέρα. Τα συμπτώματα εμφανίζονταν όταν οι εργαζόμενοι βρίσκονταν κοντά ή μέσα σε έναν θάλαμο των διοδίων, αλλά υποχωρούσαν λίγο μετά την απομάκρυνσή τους από εκεί. Η επιδημική έκρηξη σταμάτησε στις 22 Φεβρουάριου, όταν μερικοί από τους προϊσταμένους παρέμειναν μαζί με τους εργαζομένους μέσα στον θάλαμο. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, τριάντα τέσσερις εργαζόμενοι είχαν εξασθενήσει τόσο ώστε μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο, ενώ πολλοί άλλοι παρουσίασαν τα ίδια συμπτώματα. Αφού ξοδεύτηκαν εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια στη μάταιη αναζήτηση κάποιας φυσικής αιτίας των συμπτωμάτων ανάμεσα σε δεκάδες πιθανές πηγές της ασθένειας, έγινε ξεκάθαρο ότι το πρόβλημα ήταν ψυχογενές. Το 44% των εργαζόμενων γυναικών νοσηλεύθηκε στο νοσοκομείο, σχεδόν διπλάσιο ποσοστό από εκείνο των ανδρών με τα ίδια συμπτώματα εξάντλησης.
Αυτές οι περιπτώσεις έχουν πολλά από τα χαρακτηριστικά της μαζικής ψυχογενούς ασθένειας. Τα συμπτώματα συνήθως εμφανίζονται και εξαπλώνονται σε ισχυρά συνδεδεμένες κοινότητες (με υψηλή μεταβατικότητα). Οι κοινότητες αυτές τείνουν να είναι απομονωμένες και έχουν υψηλά επίπεδα στρες. Σπάνια εντοπίζεται κάποιος φυσικός ένοχος. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η πλειοψηφία των θυμάτων είναι γυναίκες. Δεν είναι σαφές γιατί οι γυναίκες και τα νεαρά κορίτσια προσβάλλονται πιο συχνά, αλλά ενδεχομένως οι γυναίκες να έχουν την τάση να συζητούν συχνότερα τα συμπτώματά τους, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα περισσότερες περιπτώσεις συναισθηματικής μετάδοσης σε άλλες γυναίκες. Το γεγονός ότι οι γυναίκες διαθέτουν πιο ευαίσθητη όσφρηση ίσως επίσης να αποτελεί άλλον έναν παράγοντα.
Για κάποιον λόγο, που δεν είναι πλήρως κατανοητός, οι οσμές —τόσο οι υπαρκτές όσο και οι φανταστικές— πυροδοτούν συχνά τις σύγχρονες εκρήξεις της μαζικής ψυχογενούς ασθένειας. Αυτό ίσως να σχετίζεται με την καλά εδραιωμένη σχέση μεταξύ όσφρησης και συναισθημάτων. Πρόσφατα πειράματα έχουν δείξει ότι η όσφρηση και τα συναισθήματα ρυθμίζονται από ένα τμήμα του εγκεφάλου που ονομάζεται κογχομετωπιαίος φλοιός.
Πειράματα έχουν δείξει επίσης ότι οι αναμνήσεις που ξυπνά μια μυρωδιά προκαλούν πιο έντονα συναισθήματα από εκείνα των λεκτικών περιγραφών της ίδιας μυρωδιάς. Συχνά οι λέξεις έχουν μεγάλη δύναμη, αλλά μια γνώριμη ελαφριά μυρωδιά έχει τη δύναμη να ταξιδέψει τον νου στο παρελθόν με μεγαλύτερη συναισθηματική ένταση απ’ ό,τι ένα σήμα από κάποια άλλη αίσθηση. Αυτό ονομάζεται φαινόμενο Proust, από τον συγγραφέα που περιέγραψε μια έντονη ανάμνηση η οποία αναδύθηκε από το άρωμα ενός μπισκότου. Το άρωμα που συνδέεται με μια όμορφη ανάμνηση δραστηριοποιεί περισσότερο την αμυγδαλή (το τμήμα του εγκεφάλου το οποίο σχετίζεται με το συναίσθημα και τη συναισθηματική μνήμη) απ’ ό,τι αν δει κανείς το μπουκαλάκι του αρώματος.
Παραδόξως, η παρουσία κρατικών υπαλλήλων —είτε πρόκειται για αστυνομικούς, σωστικά συνεργεία, επιστημονικούς ερευνητές είτε για κοινωνικούς λειτουργούς— συχνά επιδεινώνει την επιδημία, αφού ενισχύει την πεποίθηση ότι κάτι σοβαρό συμβαίνει και η κατάσταση ενδεχομένως να είναι επικίνδυνη. Όταν αυτοί οι υπάλληλοι αποπειρώνται να διαβεβαιώσουν το κοινό ότι η κατάσταση είναι ασφαλής και δεν έχει εντοπιστεί κάποια αιτία, σε συνήθως συναισθηματικά φορτισμένα άτομα δημιουργούνται έντονες υποψίες ότι επιχειρείται συγκάλυψη της όλης κατάστασης —ιδιαίτερα όταν η επίσημη ανταπόκριση ήταν μέχρι στιγμής έντονη. Μπορεί τότε να ξεσπάσει μια παράνοια, υπονομεύοντας τους ίδιους τους ειδικούς, των οποίων το έργο πρέπει το κοινό να εμπιστευθεί.
Η συνιστώμενη θεραπεία για τη μαζική ψυχογενή ασθένεια εστιάζει στα κοινωνικά δίκτυα και αναγνωρίζει τους κοινωνικούς δεσμούς ως το μέσο διάδοσής της. Οι οδηγίες προς το προσωπικό έκτακτων περιστατικών συμπεριλαμβάνουν «τον καθησυχασμό μέσω της ήρεμης και επιτακτικής προσέγγισης» και τον «διαχωρισμό όσων έχουν ασθενήσει από όσους παραμένουν υγιείς». Όπως το θέτει ένας ειδικός, «Μόνο αν είναι κανείς ειλικρινής, μπορεί να σταματήσει τέτοια φαινόμενα... Θα μπορούσα και εγώ να βρεθώ σε μια τέτοια κατάσταση ως γονέας ή απλώς ως άνθρωπος. Όλοι μας θα μπορούσαμε. Πρόκειται για πολύ ισχυρά φαινόμενα, και οφείλουμε να δείχνουμε σεβασμό και κατανόηση. Και οι κρατικοί φορείς υγείας δεν θα πρέπει να φοβούνται τόσο πολύ να πουν τα πράγματα με το όνομά τους».
Συχνά είναι δύσκολο να αποδείξουμε για ποιον ακριβώς λόγο ξεκινούν τέτοιες επιδημίες. Όπως ένας οποιοσδήποτε άγνωστος θόρυβος μπορεί να κάνει μια αγέλη βοοειδών να αρχίσει να τρέχει, έτσι υπάρχουν και πολλοί λόγοι ενός συναισθηματικού «καταρράκτη». Ωστόσο, δεν είναι συνήθως δύσκολο να αναγνωρίσουμε τα αρχικά κρούσματα. Για παράδειγμα, στην αφρικανική επιδημία γέλιου, μολονότι οι ερευνητές δεν μπορούσαν να εξηγήσουν τον ακριβή λόγο για τον οποίο άρχισε η επιδημία, ήταν εύκολο να εντοπίσουν τα πρώτα κορίτσια που παρουσίασαν συμπτώματα.
Χρειάστηκαν λίγοι άνθρωποι για να ξεκινήσει το γνωστό "ΟΛΑ" στο στάδιο της πόλης του Μεξικού ή για να σταματήσουν κάποιοι και να κοιτάξουν προς τα πάνω σε κάποιο πεζοδρόμιο της Νέας Υόρκης· το ίδιο ισχύει και για τις εκρήξεις της μαζικής ψυχογενούς ασθένειας. Μόλις μια μικρή ομάδα ανθρώπων αρχίσει να ενεργεί συντονισμένα ή να έχει παρόμοια, ορατά συμπτώματα, τότε η επιδημία μπορεί να εξαπλωθεί εντός των κοινωνικών δικτύων μέσω μετάδοσης συναισθημάτων, ενώ μεγάλες ομάδες μπορούν πολύ γρήγορα να συγχρονιστούν συναισθηματικά.
Η τωρινή ιδεοληψία στις ΗΠΑ για την αλλεργία στους ξηρούς καρπούς ίσως να αποτελεί άλλο ένα παράδειγμα για περαιτέρω εξέταση. Ο αριθμός των σχολείων που διακηρύσσουν ότι το φαγητό που σερβίρουν στα εστιατόριά τους δεν περιέχει καθόλου ξηρούς καρπούς αυξάνεται συνεχώς. Δεν απαγορεύονται στα εστιατόρια μόνο οι ξηροί καρποί και προϊόντα όπως το φιστικοβούτυρο, αλλά επίσης και διάφορα φαγητά και προϊόντα που έχουν παρασκευαστεί στο σπίτι και τα οποία δεν διαθέτουν λεπτομερείς ετικέτες με τα συστατικά τους. Στις εισόδους των σχολείων υπάρχουν πινακίδες που συνιστούν στους επισκέπτες να πλύνουν τα χέρια τους προτού εισέλθουν, για την αποφυγή μολύνσεων.
Σχεδόν 3,3 εκατομμύρια Αμερικανοί είναι αλλεργικοί στους ξηρούς καρπούς και ακόμη περισσότεροι, 6,9 εκατομμύρια, είναι αλλεργικοί στα θαλασσινά. Ωστόσο, το σύνολο των περιπτώσεων εισαγωγής ασθενών σε νοσοκομεία με σοβαρές αλλεργικές αντιδράσεις εξαιτίας κάποιας τροφής δεν ξεπερνά τα 2.000 άτομα κάθε χρόνο (από τα 30 εκατομμύρια πολιτών που νοσηλεύονται σε εθνικό επίπεδο). Και μόλις 150 άνθρωποι κατά ανώτατο όριο (τόσο παιδιά όσο και ενήλικες) πεθαίνουν κάθε χρόνο από οποιουδήποτε είδους τροφικές αλλεργίες. Συγκρίνετε τον αριθμό αυτό με τα 50 άτομα που πεθαίνουν ετησίως από τσιμπήματα μελισσών, τα 100 που πεθαίνουν από χτυπήματα κεραυνών και τα 45·000 άτομα που πεθαίνουν από τροχαία ατυχήματα. Ή με τα 10.000 παιδιά που νοσηλεύονται ετησίως εξαιτίας εγκεφαλικών κακώσεων στη διάρκεια αθλητικών αγώνων, με τα 2.οοο άτομα που πνίγονται ετησίως ή τα 1.300 άτομα που πεθαίνουν από ατυχήματα με όπλα. Εντούτοις, κανείς δεν ζητά να απαγορευθεί ο αθλητισμός. Δίχως αμφιβολία, υπάρχουν χιλιάδες γονείς που πετούν από τα ντουλάπια τους το φιστικοβούτυρο, αλλά όχι και τα όπλα. Και, αναμφίβολα, περισσότερα παιδιά πεθαίνουν ετησίως καθ’ οδόν προς το σχολείο απ’ ό,τι εξαιτίας αλλεργιών στους ξηρούς καρπούς.
Το ερώτημα δεν είναι αν υπάρχει αλλεργία στους ξηρούς καρπούς ή κατά πόσον μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να είναι σοβαρή, ούτε αν θα πρέπει να ληφθούν εύλογα μέτρα για τα ελάχιστα παιδιά που έχουν εξακριβωμένες σοβαρές αλλεργίες. Το ερώτημα είναι γιατί υπάρχει μια τόσο ακραία αντίδραση στην αλλεργία που προκαλούν οι ξηροί καρποί. Και δεν εκπλήσσει ότι η αντίδραση αυτή διαθέτει πολλά από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της μαζικής ψυχογενούς ασθένειας. Λίγοι άνθρωποι έχουν κλινικά τεκμηριωμένους λόγους ανησυχίας, αλλά πολλοί άλλοι που δεν τους έχουν αντιγράφουν τη συμπεριφορά τους. Το άγχος μεταδίδεται από άτομο σε άτομο, και στην πορεία χάνεται η αίσθηση του μέτρου και της ασφάλειας.
Οι καλοπροαίρετες προσπάθειες να μειωθεί η έκθεση των παιδιών στους ξηρούς καρπούς ρίχνουν στην πραγματικότητα λάδι στη φωτιά, αφού λένε στους γονείς ότι οι ξηροί καρποί όντως αποτελούν αληθινό και αναμφίβολο κίνδυνο. Αυτό παρακινεί περισσότερους γονείς να ανησυχούν, γεγονός που δίνει τροφή στην επιδημία. Επίσης, οδηγεί περισσότερους γονείς να κάνουν εξετάσεις στα παιδιά τους, με αποτέλεσμα να εντοπίζονται ήπιες και ασήμαντες περιπτώσεις «αλλεργίας» στους ξηρούς καρπούς. Και, τέλος, αυτό ενθαρρύνει την περαιτέρω αποφυγή των ξηρών καρπών, γεγονός το οποίο μπορεί πραγματικά να οδηγήσει σε αληθινή αύξηση της αλλεργίας στους ξηρούς καρπούς —αφού η απουσία έκθεσης σε αλλεργιογόνα στις πολύ μικρές ηλικίες συντελεί στην εμφάνιση αλλεργιών στις μεγαλύτερες ηλικίες.
Η μαζική ψυχογενής ασθένεια είναι ένα παθολογικό φαινόμενο, αλλά εκμεταλλεύεται μια μη παθολογική διαδικασία που είναι θεμελιώδης στους ανθρώπους —συγκεκριμένα, την τάση μας να μιμούμαστε τη συναισθηματική κατάσταση των άλλων. Και το αληθινό γέλιο, φυσικά, μπορεί να είναι μεταδοτικό· το ίδιο και η αληθινή ευτυχία. Αλλά η σύγκριση της επιδημικής υστερίας με αυτές τις πιο φυσιολογικές διαδικασίες μοιάζει με το να συγκρίνουμε την πανικόβλητη φυγή ενός κοπαδιού με την πιο συνηθισμένη και πειθαρχημένη εποχιακή μετανάστευσή του.
Πύθαγόρας, Πλάτωνας, Πλωτίνος, και η πνευματική και υπαρξιακή αναζήτηση
Ο Πυθαγόρας μάλιστα δίδασκε πως δεν συγχρονίζεσαι απλά με τον «ανώτερο σκοπό» σου, αλλά «μεταβάλλεσαι» εσύ ο ίδιος στο αντικείμενο της αναζήτησής σου...
Για τον Πλάτωνα έχουμε δύο είδη γνώσης: την κατώτερη της εμπειρίας, που οδηγεί στις επιστήμες, και την ανώτερη της ανάτασης του νου, που οδηγεί στη «ανώτερη Γνώση».
Η γνώση αυτή, δεν είναι κάτι που μπορεί να περιγραφεί με λόγια όπως οι επιστήμες. Θα πρέπει ο αναζητητής να στρέψει τη σκέψη του από τον κόσμο της εμπειρίας προς ένα άλλο κόσμο νοητό, «εκεί που η ψυχή θα αναπολήσει και θα θυμηθεί τις άφθαρτες και αιώνιες Ιδέες».
Για να επιτευχθεί αυτό, χρειάζεται μακρά μελέτη του θέματος και «διάπλαση» του εαυτού με αυτήν. Τότε, είναι σαν μία σπίθα να ξεπηδά και να ανάβει ένα φως, που από εκεί και μετά είναι ικανό να αυτοσυντηρείται...
Για τον Πλωτίνο, είναι απόλυτα λογικό να διαθέτουμε τον χρόνο μας σε αυτού του είδους τη γνώση και μελέτη, καθώς δια μέσου αυτής , εκτός των άλλων, λαμβάνουμε γνώση διπλής κατευθύνσεως (αιτιατού και αποτελέσματος). Λέγοντας ακόμη ότι με αυτόν τον τρόπο επίσης υπακούμε στην «εντολή του θεού», που προτρέπει να γνωρίσουμε τον εαυτό μας (Αυτογνωσία).
Πυθαγόρας και Ίππασος: Περί σοφίας
Ο διάλογος που ακολουθεί, αποτελεί ένα σύγχρονο, πρωτότυπο φιλοσοφικό δοκίμιο, στο οποίο ο Πυθαγόρας συνομιλεί με τον μαθητή του, Ίππασο τον Μεταπόντιο. Η σκηνή τοποθετείται στον Ναό των Μουσών, στο Ομακοείο, στον Κρότωνα της Κάτω Ιταλίας· έναν χώρο αφιερωμένο στη γνώση, την ενατένιση και την πνευματική κάθαρση, όπου τα μυστήρια της φύσης και της σοφίας βρίσκουν την απόλυτη σιγή τους ανάμεσα στους κίονες και το φυσικό τοπίο.
Το φως του απογεύματος διαπερνά το αίθριο, απλώνοντας μια χρυσή αύρα ανάμεσα στους κίονες του Ναού των Μουσών. Στο κέντρο, ο Πυθαγόρας, καθισμένος σε χαμηλό θρόνο, απλώνει το βλέμμα του προς το βάθος του κήπου. Δίπλα του στέκεται ο Ίππασος, όρθιος, γεμάτος σεβασμό και φιλομάθεια.
Ίππασος: Διδάσκαλε, θα ήθελα να μου λύσεις κάποιες απορίες· προβλήματα που με απασχολούν καιρό, και που μόνο ένας σοφός, όπως εσύ, θα μπορούσε να απαντήσει.
Πυθαγόρας: Είναι αλήθεια πως κάποιοι με ονομάζουν σοφό· εγώ, όμως, δεν διεκδικώ αυτόν τον τίτλο. Ο άνθρωπος που έχει επίγνωση της ύπαρξής του επιδιώκει να πορεύεται αθόρυβα, όπως η βάρκα που επιπλέει στο ποτάμι – το ποτάμι όμως δεν εισρέει μέσα στη βάρκα.
Ίππασος: Δάσκαλε, πώς μπορούμε να ζούμε «μέσα στον κόσμο» χωρίς ο κόσμος να εισχωρεί μέσα μας;
Πυθαγόρας: Ο ενσυνείδητος άνθρωπος στέκεται και παρατηρεί τα πάντα· θαυμάζει τη φύση, τον μέγα Μεταποιητή – το Άλφα και το Ωμέγα. Οι περισσότεροι βιάζονται να δράσουν, να αλλάξουν. Εγώ προτιμώ να βλέπω, αφήνοντας τη ροή να με διαπερνά.
Ίππασος: Και η σοφία πώς αποκτάται;
Πυθαγόρας: Τη γνώση την αντλούμε από την επαφή με τα φαινόμενα· τη σοφία, όμως, μόνο από την απόσταση. Αν, Ίππασέ μου, επιχειρήσεις με το γνωστό να αγγίξεις το άγνωστο, και με το επιμέρους να συλλάβεις το Όλον, θα μείνεις για πάντα στο ήμισυ.
Ίππασος: Τόσο πολύ διαφέρουν το μέρος και το σύνολο, δάσκαλε;
Πυθαγόρας: Ακριβώς. Γι’ αυτό επιβάλλεται ο καθένας να ανακαλύψει μόνος του την αλήθεια. Κανείς δεν μπορεί να βαδίσει το μονοπάτι για λογαριασμό άλλου. Υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα στο να ξέρεις το μονοπάτι και στο να γίνεσαι το μονοπάτι.
Ίππασος: Να γίνεσαι το μονοπάτι… Τι σημαίνει αυτό στην πράξη;
Πυθαγόρας: Να ακολουθείς τον δικό σου δρόμο χωρίς φόβο και φιλοδοξία. Όταν είναι αληθινά δικός σου, ξεπηδούν μπροστά σου πόρτες εκεί όπου για τους άλλους δεν υπάρχουν. Μονάχα αν το μονοπάτι συντονιστεί με την καρδιά σου, θα σε οδηγήσει στην αρμονία.
Ίππασος: Και ποιο μυστικό κρύβει κάθε μονοπάτι;
Πυθαγόρας: Όλα οδηγούν στον Θάνατο· το παλιό δέρμα πρέπει να πέσει, για να γεννηθεί το καινούργιο. Τότε συντονίζεσαι με τον ρυθμό του σύμπαντος· γίνεσαι ταυτόχρονα Παν και Τίποτα, ον ενέργειας, και ταυτόχρονα άυλη ουσία…
Ίππασος: Και μετά; Τι έπεται, δάσκαλε;
Πυθαγόρας: Η αληθινή αναζήτηση μόλις ξεκινά· η δημιουργία γίνεται συνεχές ταξίδι. Μόνο όταν απελευθερωθείς από τα δόγματα και τη συσσωρευμένη γνώση, αναγεννάται μέσα σου ένας νους αυθεντικός, όσο η ίδια η φύση. Πρέπει να καθαρθείς· να αποτινάξεις από πάνω σου ό,τι σε βαραίνει. Πάρε για παράδειγμα δύο πέτρες: η μία ακατέργαστη, η άλλη έργο τέχνης. Η ωραιότητα δεν είναι εγγενής στην ύλη, αλλά στο μέτρο που αυτή υπακούει στο σχέδιο του καλλιτέχνη. Ο καλλιτέχνης φέρει το κάλλος μέσα του· η ύλη διαμορφώνεται και αποκτά τη μορφή που υπάρχει στον νου του. Το ότι ζούμε είναι ένα γεγονός· το να ζεις όμως αξιοπρεπώς είναι τέχνη – η τέχνη της ένθεης ζωής.
Ίππασος: Δάσκαλε, τι σημαίνει πως οι αριθμοί είναι η αρχή του παντός;
Πυθαγόρας: Οι αριθμοί δεν είναι απλώς σύμβολα μέτρησης. Είναι τα πρωταρχικά στοιχεία που δομούν το σύμπαν. Με την Τετρακτύν – το άθροισμα των αριθμών 1, 2, 3 και 4 – περιγράφουμε την αρμονία της μουσικής, της γεωμετρίας και της κοσμικής τάξης. Η αρμονία των σφαιρών, η ανάσα των αστεριών, η μελωδία των ψυχών, όλα αντηχούν σε αριθμητικές αναλογίες.
Ίππασος: Και πώς συνδέεται η μουσική αρμονία με τη δικαιοσύνη και την ηθική των πολιτών;
Πυθαγόρας: Όπως στη λύρα η συμφωνία των χορδών παράγει ωραία μουσική, έτσι και στην πολιτεία η ισορροπία των πολιτικών τάξεων γεννά δίκαιο πολίτευμα. Η ψυχή του ανθρώπου, σύμφωνα με τη διδασκαλία μας, έχει τρία μέρη· όταν βρίσκονται σε αρμονία, το άτομο ευτυγχεί.
Ίππασος: Από πού προέρχεται η ψυχή, δάσκαλε;
Πυθαγόρας: Η ψυχή είναι αθάνατη. Μετά το πέρας της επίγειας ζωής, μετενσαρκώνεται, διδασκόμενη από τις εμπειρίες κάθε ύπαρξης, ώσπου να καθαρθεί πλήρως και να επιστρέψει στην Πηγή – την καθαρή Μονάδα.
Ίππασος: Ποιοι κανόνες είναι οι σημαντικότεροι για την κοινότητά μας, δάσκαλε;
Πυθαγόρας: Η αρετή είναι ο ύψιστος νόμος· η κοινοκτημοσύνη εκφράζει την ισότητα· η σιωπή καλλιεργεί το εσωτερικό μέτρο· η μελέτη των αριθμών και των γεωμετρικών μορφών ακονίζει τον νου· και η αστρονομία αποκαλύπτει τη θέση μας στο σύμπαν. Όταν ο κάθε αδελφός ζει εναρμονισμένος με τις ουράνιες σφαίρες και τους συνανθρώπους του, τότε και η κοινότητα καθίσταται θεία.
Σωκράτης και Εύδημος: Περί του «γνώθι σαυτόν»
Μέρος Α'
Ο διάλογος, είναι εν μέρει εμπνευσμένος από τον αυθεντικό διάλογο «Σωκράτης και Ευθύδημος» του Ξενοφώντα, αλλά ανανεωμένος με στοχασμούς από τη σύγχρονη ερμηνεία του «γνώθι σαυτόν». Πρόκειται για πρωτότυπη ανασύνθεση που διατηρεί το πνεύμα του αρχαίου Ελληνικού φιλοσοφικού διαλόγου.
Η σκηνή διαδραματίζεται κάτω από τη σκιά ενός πλατάνου κοντά στην Αγορά των Αθηνών. Ο Σωκράτης κάθεται σε έναν λίθο, ενώ ο νεαρός Εύδημος τον πλησιάζει με βλέμμα ζωηρό.
ΕΥΔΗΜΟΣ: Σε χαιρετώ, Σωκράτη. Πάλι συλλογίζεσαι βαθιά;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Σε χαιρετώ, Εύδημε. Δεν είναι τούτο το έργο του φιλοσόφου; Να συλλογίζεται και να ερωτά;
ΕΥΔΗΜΟΣ: Πες μου, λοιπόν, για κάτι που με βασανίζει: πώς μπορεί κάποιος να ζει αληθινά ευτυχισμένα; Οι σοφοί λένε να αποκτήσουμε αγαθά, δόξα ή ισχύ. Μα εσύ, τι λες;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Άλλοι μιλούν για τα αγαθά, εγώ σε ρωτώ: γνωρίζεις πώς να τα χρησιμοποιείς; Ή μήπως, όπως ο ναύτης που δεν ξέρει τον καιρό, κινδυνεύεις να ναυαγήσεις εν μέσω πλούτου;
ΕΥΔΗΜΟΣ: Δεν ξέρω αν μπορώ να απαντήσω. Ίσως πράγματι να μην γνωρίζω ούτε τον εαυτό μου όσο νόμιζα...
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Άρα, είμαστε στο σωστό μονοπάτι. Γιατί πώς θα κυβερνήσει κανείς τον βίο του, αν πρώτα δεν κυβερνήσει τον εαυτό του; Πες μου: τί σημαίνει για σένα το ρητό που χάραξαν οι σοφοί στον ναό του Απόλλωνα; Το «γνώθι σαυτόν»;
ΕΥΔΗΜΟΣ: Να γνωρίζεις ποιος είσαι; Ίσως… το όνομά σου, την καταγωγή σου, τις επιθυμίες σου;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Αν όλα αυτά είναι απλώς εξωτερικά, μήπως λησμονείς το βαθύτερο; Θα σε ρωτήσω κάτι πιο δύσκολο: γνωρίζεις τι σε κινεί όταν επιθυμείς; Τι φοβάσαι όταν δειλιάζεις; Ποιον εαυτό υπηρετείς όταν προσπαθείς να φαίνεσαι σπουδαίος;
ΕΥΔΗΜΟΣ: Τώρα που το λες... Συχνά αναζητώ έπαινο ή αποδοχή, μα δεν είμαι βέβαιος αν αυτός είναι ο αληθινός μου εαυτός ή κάποιος ρόλος.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Μίλησες σαν φιλόσοφος. Να είσαι αυτός που επιθυμείς να φαίνεσαι – αυτό λέγω. Όχι να φαίνεσαι απλώς, αλλά να είσαι. Η αλήθεια βρίσκεται όχι στα λόγια, αλλά στη σύμφωνη ζωή. Και τούτο προϋποθέτει γνώση του εαυτού.
ΕΥΔΗΜΟΣ: Μα δεν είναι τούτο δύσκολο έργο; Ποιος μπορεί να γνωρίσει τα ενδότερα του εαυτού του; Δεν είμαστε όλοι τύφλοι σε κάποια μέρη του εαυτού μας;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Ακριβώς γι' αυτό χρειάζεται ο έλεγχος, ο διαλογισμός, η αυτό παρατήρηση. Η αυτογνωσία δεν είναι δώρο των θεών, αλλά κόπος και άσκηση. Είναι το σκάψιμο προς τα έσω. Ενδον σκάπτε, φίλε μου Εύδημε.
ΕΥΔΗΜΟΣ: Και πώς ξέρω ότι προχωρώ σωστά;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Όταν αρχίσεις να αμφιβάλλεις για όσα θεωρούσες αυτονόητα. Όταν πάψεις να λες «ξέρω» και αρχίσεις να ερωτάς. Όταν νιώσεις ότι οι σκιές που έβλεπες ήσουν εσύ – και τώρα αναζητείς το φως.
ΕΥΔΗΜΟΣ: Και τί γίνεται όταν δω μέσα μου και δεν μου αρέσει αυτό που βλέπω;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Τότε είσαι στον σωστό δρόμο. Διότι το πρώτο βήμα της σοφίας είναι η ταπεινοφροσύνη. Και η αλλαγή δεν γεννιέται από την αυτάρκεια, αλλά από την επίγνωση του ατελούς. Ο Αγαθός δεν είναι άλλος από τον Αληθή. Και ο Αληθής δεν φοβάται το φως.
ΕΥΔΗΜΟΣ: Άρα η αυτογνωσία δεν είναι το τέλος, αλλά η αρχή;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Μια αρχή που ποτέ δεν τελειώνει. Μα και το μόνο μονοπάτι προς την ευδαιμονία, γιατί πώς να χαίρεσαι αν δεν ξέρεις τι σε χαροποιεί, ούτε ποιος χαίρεται μέσα σου; Ποιος τότε ζει; Εσύ ή η σκιά σου;
ΕΥΔΗΜΟΣ: Σωκράτη, νιώθω σαν να άνοιξε μέσα μου μια πύλη.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Πύλη είναι ο Λόγος, Εύδημε, και το μονοπάτι ξεκινά τώρα. Να θυμάσαι: ο ανεξέταστος βίος δεν είναι άξιος του ανθρώπου. Έλα, ας βαδίσουμε μαζί. Έχω να σου δείξω ακόμη πολλές ερωτήσεις.
Ο Σωκράτης σηκώνεται και οι δυο τους φεύγουν μαζί αργά, ενώ η σκιά του δέντρου χάνεται πίσω τους.
Μέρος Β'
Ο ήλιος γέρνει προς τη δύση. Η συζήτηση συνεχίζεται στον ίδιο πλάτανο, με τη γαλήνη της στιγμής, να δίνει βάθος στις λέξεις.ΕΥΔΗΜΟΣ: Σωκράτη, στοχάστηκα πολύ τα λόγια σου. Η αυτογνωσία δεν είναι απλώς γνώση, αλλά πράξη. Όμως, πώς την ασκεί κανείς στην καθημερινή του ζωή; Πώς δεν την ξεχνά μέσα στον θόρυβο και τις απαιτήσεις της ημέρας;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Ωραία ερώτηση, φίλε μου. Πες μου πρώτα: όταν κάποιος θέλει να γίνει καλός κιθαριστής, τι κάνει;
ΕΥΔΗΜΟΣ: Ασκείται καθημερινά, ακούει, παρατηρεί, διορθώνει τα σφάλματά του.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Το ίδιο συμβαίνει και με τον εαυτό. Κάθε μέρα είναι πρόκληση και ευκαιρία για εξάσκηση. Αλλά εδώ, το όργανο είμαστε εμείς οι ίδιοι.
ΕΥΔΗΜΟΣ: Και ποια είναι η άσκηση; Η σιωπή; Η σκέψη;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Είναι πολλά μαζί. Πρώτον, να παρατηρείς τα κίνητρά σου. Όταν πράττεις κάτι, να ρωτάς: Γιατί το κάνω; Από φόβο; Από ανάγκη επιδοκιμασίας; Από αγάπη;
ΕΥΔΗΜΟΣ: Άρα, δεν έχει σημασία μόνο η πράξη, αλλά και η ρίζα της.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Πολύ σωστά. Το ίδιο έργο μπορεί να γεννηθεί είτε από την αρετή, είτε από την φιλοδοξία. Και δεύτερον: να θυμάσαι ότι δεν γνωρίζεις πλήρως τον εαυτό σου· άρα να είσαι ταπεινός και ανοιχτός σε αυτό που αποκαλύπτεται.
ΕΥΔΗΜΟΣ: Μα είναι κουραστικό, Σωκράτη, να εξετάζεις συνεχώς τον εαυτό σου. Δεν φέρνει άγχος αυτό;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Αν το κάνεις σαν δικαστής, ναι. Αλλά αν το κάνεις σαν φίλος, όχι. Να παρατηρείς με καλοσύνη· όχι για να τιμωρείς, αλλά για να φωτίζεις.
ΕΥΔΗΜΟΣ: Και τι γίνεται όταν ανακαλύψω μέσα μου πράγματα που με τρομάζουν; Οργή, φθόνο, ζήλεια…
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Τότε, να θυμάσαι πως αυτά είναι σύννεφα στον ουρανό της ψυχής σου. Δεν είσαι εσύ τα σύννεφα, αλλά εκείνος που μπορεί να τα δει. Η αυτογνωσία δεν είναι αυτοκατηγορία, είναι φως.
ΕΥΔΗΜΟΣ: Άρα η πράξη της αυτογνωσίας είναι σαν ένας φακός που στρέφεται προς τα μέσα.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Όχι μόνο. Είναι και καθρέφτης. Και είναι και παράθυρο. Μας δείχνει τι είμαστε, τι γινόμαστε, και τι μπορούμε να είμαστε.
ΕΥΔΗΜΟΣ: Και πώς συνδέεται αυτή η πορεία με τους άλλους ανθρώπους; Μπορεί να γίνει κανείς ενάρετος μόνος του;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Δεν υπάρχει αρετή χωρίς σχέση. Γιατί πώς θα φανερώσεις τη δικαιοσύνη, αν δεν υπάρχει άλλος; Πώς θα μάθεις την υπομονή, αν δεν δοκιμαστεί; Ο εαυτός δεν αποκαλύπτεται μόνο στη σιγή, αλλά και στην πράξη, στην σύγκρουση, στην αγάπη.
ΕΥΔΗΜΟΣ: Άρα πρέπει να δω και τον άλλον ως καθρέφτη μου.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Ναι· κάθε συνάντηση είναι ευκαιρία αυτογνωσίας. Όχι για να κρίνεις τον άλλον, αλλά για να αναρωτηθείς: τι μου λέει αυτός ο άνθρωπος για μένα;
ΕΥΔΗΜΟΣ: Σωκράτη, νομίζω πως τώρα αρχίζω να καταλαβαίνω… Ότι ο δρόμος της αυτογνωσίας είναι τρόπος ζωής, όχι σκέψης μονάχα.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Έτσι είναι. Και όπως κάθε δρόμος, βαδίζεται βήμα το βήμα. Με επίγνωση, με προθυμία, και με συγχώρεση.
ΕΥΔΗΜΟΣ: Σε ευχαριστώ, Σωκράτη. Νιώθω ότι δεν είμαι μόνος. Κι ας περπατώ στο μέσα μονοπάτι.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Ουδείς είναι μόνος όταν αναζητά το αγαθόν. Εκεί συναντιόμαστε όλοι, ακόμα κι αν δεν το ξέρουμε.
Από τους “Αδώνιδος Κήπους” μέχρι το Αναστάσιμο Φως
Από τους «Αδώνιδος Κήπους» μέχρι το κλεμμένο Αναστάσιμο Φως καταγράφουμε σχέσεις της χριστιανικής θρησκείας με έθιμα των αρχαίων προγόνων μας.
Ο Άδωνις, ο νέος και πανέμορφος θεός, κείται νεκρός στην καταπράσινη χλόη, στ’ ανθισμένα της Άνοιξης λουλούδια κι όλη η φύση τον θρηνεί. Με τον ίδιο τρόπο θρηνεί ο λαός μας το νεκρό αληθινό Θεό ανάμεσα στ’ ανοιξιάτικα λουλούδια που στολίζουν τον Επιτάφιο. Οι φακές ή το κριθάρι που βάζουμε σ’ ένα πιάτο με λίγο νερό και βγάζουν πρασινάδα είναι οι «Αδώνιδος Κήποι», τους οποίους ο λαός μας συνεχίζει να «καλλιεργεί» και τους τοποθετεί τη Μεγάλη Παρασκευή σε πεζούλια παραθύρων, μπαλκόνια και τραπεζάκια, όταν βγαίνει ο Επιτάφιος. Ήταν μια συνήθεια της αρχαιότητας αυτή, κατά την οποία οι άνθρωποι έβαζαν λεκάνες με σπόρους φυτρωμένους δίπλα σε φέρετρα και ομοιώματα του Αδώνιδος θρηνώντας το νεαρό θεό.
Οι Έλληνες ευχόμενοι «Χριστός Ανέστη» και «Καλή Ανάσταση» σε περιόδους σκλαβιάς, έκαναν διπλή ευχή: μία χριστιανική και μία εθνική. Συμβόλιζε η ευχή τους την Ανάσταση του Γένους, την απελευθέρωση από το ζυγό κάθε τυραννίας. «Αληθώς Ανέστη» απαντούσαν κι εννοούσαν ότι θα έρθει η μέρα της επανάστασης και η ελευθερία.
Τα κόκκινα αυγά, τα κουλουράκια, τα τσουρέκια και η πλεξούδα με το κόκκινο αυγό στην κεφαλή της συμβολίζουν τη χαρά για την Ανάσταση και τα δωρίζουμε σε αναδεξιμιούς, νονούς, συγγενείς και αγαπημένα ή φιλικά πρόσωπα. Ο οβελίας – το αρνί που θα θυσιαστεί – ο «Λαμπριάτης» είναι έθιμο που θυμίζει την αρχαία θυσία της οικογένειας προς τα θεία.
Το Άγιο Φως, το γεμάτο ιερή δύναμη, μπαίνει στα σπίτια φέρνοντας τη χαρά της Ανάστασης. Με πόση προσοχή για να μη σβήσει το μεταφέρουμε από την εκκλησία στο σπίτι μας! Μπαίνοντας μάλιστα σχηματίζουμε στο ανώφλι της πόρτας σταυρό από τον καπνό της λαμπάδας. Νιώθουμε ότι ο σταυρός θα προστατεύει όλο το χρόνο το σπιτικό μας. Αν θελήσουμε να βρούμε ένα συνδετικό κρίκο με την αρχαιότητα, θα πάμε στο Μαντείο των Δελφών – στο ιερό του Απόλλωνα – να θυμηθούμε το ιερό πυρ, που ξεπηδούσε από το χάσμα του μνημείου του θεού.
Όσο για το μήνυμα της Αγάπης, αυτό το μεταδίδουμε και μεταξύ μας το απόγευμα της Κυριακής της Ανάστασης. Στο τέλος της λειτουργίας αγκαλιαζόμαστε, φιλιόμαστε, ξεχνάμε έχθρες, πείσματα, μαλώματα και γινόμαστε αδελφοί κάτω από τη σκέπη του ενός Πατέρα. Ζούμε την αδελφοσύνη , την αλληλεξάρτηση, την ομαδικότητα και την αλληλεγγύη.
Γεννιόμαστε ξανά μαζί
με την Ανάστασή Σου
και πορευόμαστε στο φως
που άναψε η Ζωή Σου.
Τα Αδώνια
Ετήσια γιορτή σε ανάμνηση του θάνατου και της ανάστασης του Άδωνη που γινόταν σε όλες σχεδόν τις πόλεις της Ελλάδας. Τα Αδώνια δεν είχαν παντού την ίδια διάρκεια. Αλλού ήταν γιορτές διήμερες, αλλού τριήμερες και αλλού διαρκούσαν εφτά ημέρες. Ούτε και η εποχή κατά την οποία γίνονταν ήταν η ίδια σε όλες τις περιοχές. Με εξαίρεση το χειμώνα μαρτυρίες εορτασμού υπάρχουν για τις άλλες εποχές του έτους.
Οι πρώτες ημέρες της γιορτής ήταν πένθιμες. Στα διήμερα Αδώνια η πένθιμη μέρα λεγόταν “αφανισμός” εξαιτίας των παθών του θεού. Οι γυναίκες τελούσαν τα καθιερωμένα για την κηδεία του θεού και θρηνούσαν το χαμό του. Μετά με λυμένα μαλλιά γυρνούσαν στους δρόμους περιφέροντας τα ομοιώματα του θεού και μέσα σε οδύνη έψελναν πένθιμους ύμνους τα “αδωνίδια” με τη συνοδεία αυλού που ονομαζόταν “γίγγρα”. Τη χαραυγή της επόμενης μέρας πετούσαν τα ομοιώματα του θεού σε πηγές ή σε ποτάμια. Μετά την πάροδο των πένθιμων ημερών οι πιστοί γιόρταζαν με οργιαστική χαρά την ανάστασή του. Στα διήμερα Αδώνια η μέρα αυτή ονομαζόταν “εύρεσις” και τη γιόρταζαν με χορούς, πλούσια γεύματα, μέσα σε κατάσταση γενικής ευθυμίας.
Όταν οι Αθηναίοι ετοιμάζονταν για την εκστρατεία στη Σικελία ήταν η εποχή που γιόρταζαν τα Αδώνια και η πόλη αντηχούσε από τους θρήνους των γυναικών. Τέτοιο ήταν το πένθος και ο θρήνος ώστε οι Αθηναίοι φοβήθηκαν για την έκβαση της εκστρατείας.
Στα αθηναϊκά Αδώνια, όπως και στα αντίστοιχα της Κύπρου, της Αλεξάνδρειας και της Βύβλου, οι γυναίκες φορώντας ρούχα πένθους, θρηνούσαν μπροστά σε δύο νεκροκρέβατα που ήταν τοποθετημένα στις εισόδους των σπιτιών. Πάνω στα νεκροκρέβατα έβαζαν ξύλινα ομοιώματα του Άδωνη και της Αφροδίτης. Γύρω από τα ειδώλια τοποθετούσαν τους “κήπους του Άδωνη” δηλαδή γλάστρες με φυτά που γρήγορα αναπτύσσονται, τα οποία είχαν φυτέψει λίγες μέρες πριν. Τους κήπους αυτούς αργότερα τους τοποθετούσαν πάνω στις στέγες των σπιτιών για να μεγαλώσουν γρήγορα με τη βοήθεια του ήλιου. Η ανάπτυξη των φυτών αποτελούσε σημάδι της ανάστασης του θεού.
Κοντά στον επιτάφιο (νεκροκρέβατο) τοποθετούσαν κούκλες που παρίσταναν έρωτες και πουλιά και δίπλα στο ομοίωμα του Άδωνη άφηναν πλακούντες και γλυκίσματα.
Ο θάνατος και η ανάσταση του Άδωνη είχε σχέση με τον ετήσιο κύκλο της βλάστησης και της καρποφορίας.
Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Νικίας, 13, 11, 1
Ἀδώνια γὰρ εἶχον αἱ γυναῖκες
τότε, καὶ προὔκειτο πολλαχόθι τῆς πόλεως εἴδωλα, καὶ
ταφαὶ περὶ αὐτὰ καὶ κοπετοὶ γυναικῶν ἦσαν, ὥστε τοὺς
ἐν λόγῳ ποιουμένους τινὶ τὰ τοιαῦτα δυσχεραίνειν καὶ
δεδιέναι περὶ τῆς παρασκευῆς ἐκείνης καὶ δυνάμεως, μὴ
λαμπρότητα καὶ ἀκμὴν ἐπιφανεστάτην σχοῦσα ταχέως
μαρανθῇ.
Πλούταρχος, Περί των υπό του θείου βραδέως τιμωρουμένων
Ἔτι δ’ ἐμοῦ λέγοντος ὑπολαβὼν ὁ Ὀλύμπιχος
‘ἔοικας’ ἔφη ‘τῷ λόγῳ μεγάλην ὑπόθεσιν ὑποτίθεσθαι,
τὴν ἐπιμονὴν τῆς ψυχῆς.’ ‘καὶ ὑμῶν γ” εἶπον ἐγώ ‘διδόν-
των μᾶλλον δὲ δεδωκότων· ὡς γὰρ τοῦ θεοῦ τὸ κατ’ ἀξίαν
νέμοντος ἡμῖν ὁ λόγος ἐξ ἀρχῆς δεῦρο προελήλυθε.’
κἀκεῖνος ‘εἶτα δ” ἔφη ‘νομίζεις ἕπεσθαι τῷ τοὺς θεοὺς
ἐπιβλέπειν καὶ νέμειν ἕκαστα τῶν καθ’ ἡμᾶς τὸ τὰς ψυχὰς
ὑπάρχειν ἢ πάμπαν ἀφθάρτους ἢ χρόνον τινὰ μετὰ τὴν
τελευτὴν ἐπιμενούσας;’ ‘οὔκ, ὦ ‘γαθέ’; εἶπον ‘ἀλλὰ
μικρὸς οὕτω καὶ κενόσπουδος ὁ θεός ἐστιν, ὥστε μηδὲν
ἡμῶν ἐχόντων θεῖον ἐν αὑτοῖς μηδὲ προσόμοιον ἁμωσγέ-
πως ἐκείνῳ καὶ διαρκὲς καὶ βέβαιον, ἀλλὰ φύλλοις, ὡς
Ὅμηρος ἔφη (Ζ 146), παραπλησίως ἀπομαραινομένων
παντάπασι καὶ φθινόντων ἐν ὀλίγῳ ποιεῖσθαι λόγον τοσοῦ-
τον, ὥσπερ αἱ τοὺς Ἀδώνιδος κήπους ἐπ’ ὀστράκοις τισὶ
τιθηνούμεναι καὶ θεραπεύουσαι γυναῖκες ἐφημέρους σπεί-
ρων ψυχὰς ἐν σαρκὶ τρυφερᾷ καὶ βίου ῥίζαν ἰσχυρὰν οὐ
δεχομένῃ βλαστανούσας εἶτ’ ἀποσβεννυμένας εὐθὺς ὑπὸ
τῆς τυχούσης προφάσεως; εἰ δὲ βούλει, τοὺς ἄλλους θεοὺς
ἐάσας σκόπει τουτονὶ τὸν ἐνταυθοῖ τὸν ἡμέτερον, εἴ σοι
δοκεῖ τὰς ψυχὰς τῶν τελευτώντων ἀπολλυμένας ἐπι-
στάμενος εὐθὺς ὥσπερ ὁμίχλας ἢ καπνοὺς ἀποπνεούσας
τῶν σωμάτων ἱλασμούς τε πολλοὺς προσφέρειν τῶν
κατοιχομένων καὶ γέρα μεγάλα καὶ τιμὰς ἀπαιτεῖν τοῖς
τεθνηκόσιν, ἐξαπατῶν καὶ φενακίζων τοὺς πιστεύοντας.
Διογενιανός, Παροιμίες
Ἀδώνιδος κῆποι: ἐπὶ τῶν ἀώρων καὶ μὴ ἐῤῥι-
ζωμένων. Ἐπειδὴ γὰρ Ἄδωνις ἐρώμενος ὢν, ὡς ὁ μῦ-
θος, τῆς Ἀφροδίτης, προήβης τελευτᾷ, οἱ ταύτῃ ὀρ-
γιάζοντες, κήπους εἰς ἀγγεῖά τινα φυτεύοντες ἢ φυτεύου-
σαι, ταχέως ἐκείνων διὰ τὸ μὴ ἐῤῥιζῶσθαι μαραινομένων.
Ησύχιος, Λεξικόν
Ἀδώνιδος κῆποι· ἐν τοῖς Ἀδωνίοις εἴδωλα ἐξάγουσιν καὶ
κήπους ἐπ’ ὀστράκων καὶ παντοδαπὴν ὀπώραν, οἷον ἐκ
μαράθρων καὶ θριδάκων παρασκευάζουσιν αὐτῷ τοὺς κήπους·
καὶ γὰρ ἐν θριδακίναις αὐτὸν κατακλινθῆναι ὑπὸ Ἀφροδίτης
φασίν.
Διονυσιακός λατρευτικός κύκλος
Ο Διονυσιακός λατρευτικός κύκλος και οι ψυχές
Ίσως ο πιο αγαπητός θεός στους Έλληνες να είναι ο Διόνυσος, το βάλσαμο της ζωής των ανθρώπων. Αυτός που δεν κατοικεί μακριά στον Όλυμπο, αποξενωμένος από την καθημερινότητα μας, αλλά που βρίσκεται δυναμικά παρόν, έτοιμος ανά πάσα στιγμή να μας καταλάβει με την μανία του, έτσι ώστε να αποκτούμε, έστω για λίγο, μια γεύση από τον κόσμο των θεών. Ίσως για τον λόγο αυτό να είναι και τόσο πολυποίκιλες οι λατρευτικές εκδηλώσεις προς τιμήν του, με αποτέλεσμα αυτές να αποτελούν συχνό "αντικείμενο" μελέτης για τους ειδικούς. Ειδικά στον Ιονικό κόσμο, και δή στην Αθήνα, οι εορταστικές εκδηλώσεις προς τιμήν του είναι οι καλύτερα στοιχειοθετημένες και μελετημένες. Κάποιες από αυτές, όπως τα Ανθεστήρια, είναι ίσως από τις μοναδικές περιπτώσεις όπου έχουμε μια όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένη εικόνα μιας αρχαίας Ελληνικής εορτής. Παρόλα αυτά καθώς οι ερμηνείες διαφέρουν, είναι σύνηθες πια να υπάρχει ένας κατακερματισμός των λατρευτικών δεδομένων, ως αποτέλεσμα του οποίου έχουμε την απώλεια της συνολικής εικόνας η οποία θα μπορούσε να προσδώσει νόημα στις τόσες πολλές, και πολυδιάστατες τελετές προς τιμήν του θεού. Στο παρόν, θα προσπαθήσουμε να κάνουμε μια σύνθεση και να προτείνουμε μια καινούργια υπόθεση-ερμηνεία σε μια ιδιαίτερη πλευρά των Διονυσιακών τελετών.
Ο Διονυσιακός Κύκλος
Εν αντιθέσει με άλλους θεούς - εξαιρουμένων των μυστηριακών παραδόσεων όπως της Ελευσίνας - των οποίων οι διάφορες εορτές δεν έχουν συνήθως μια μεταξύ τους συνάφεια, στην περίπτωση του Διονύσου από νωρίς επισημάνθηκε η ύπαρξη ενός συνεκτικού πλαισίου. Οι περισσότεροι μελετητές, αναγνώρισαν στον κύκλο των Διονυσιακών εορτασμών, μια συμπόρευση με τον κύκλο ωρίμανσης του κρασιού, ενώ άλλοι μια γενικότερη τελεστική αναπαράσταση, μέσω γονιμικών τελετών του κύκλου της βλάστησης και της ζωής. Ορθώς, καθώς σε ένα επίπεδο ο Διόνυσος Είναι ο θεός των χυμών της ζωής. Ο ίδιος ο θεός, όπως διακρίνεται στο Δράμα του, λαμβάνει διαφορετικές μορφές, από θείο βρέφος σε Νυμφίο, από βασιλιάς των ψυχών σε θνήσκων-πάσχων θεός. Σε πολλές Ελληνικές πόλεις, αυτός ο Διονυσιακός κύκλος ήταν τριετής ή και πενταετής, ανάλογα με τις εκφάνσεις του θεού τις οποίες έκαστη Πόλη αναγνώριζε και τιμούσε, κάθε χρόνος αφιερωμένος σε μια έκφραση του.
Ο Διονυσιακός Κύκλος στην Αττική
Η Αθήνα όμως, έχει την ιδιαιτερότητα να παρουσιάζει στις εορταστικές τις εκδηλώσεις προς τον Διόνυσο, τον πλήρη κύκλο των εκφάνσεών του μέσα σε ένα μόνο χρόνο και μάλιστα μέσα σε τρείς μήνες, αυτούς του χειμώνα, δημιουργώντας αυτόν τον Διονυσιακό κύκλο τον οποίο αναφέραμε. Ο τελεστικός αυτός κύκλος, ορίζεται κατά προσέγγιση, από το διάστημα μεταξύ του Χειμερινού ηλιοστασίου και της Εαρινής Ισημερίας, διάστημα το οποίο συμπίπτει και με την εξουσία του θεού στους Δελφούς στην θέση του Απόλλωνα. Οι πιο χαρακτηριστικές εορτές, οι οποίες οριοθετούν την περίοδο είναι τα Μικρά ή εν άγραι Διονύσια, τα Λήναια και τέλος τα Ανθεστήρια, ενώ μεσολαβούν και κάποιες άλλες μεγάλες εορτές οι οποίες ίσως μας βοηθούν να συμπληρώσουμε κάποια κενά, όπως τα Ποσείδεα, τα Αλώα και ο Ιερός Γάμος (Θεογαμία). Σημαντικό ίσως είναι και το γεγονός, πως μόνο 6 ημέρες μετά την λήξη του Διονυσιακού κύκλου, πραγματοποιούνται τα Μικρά Ελευσίνια η προετοιμασία των Μεγάλων Μυστηρίων. Για το παρόν, δεν θα λάβουμε υπόψη δύο ακόμα μεγάλες εορτές, τα Οσχοφόρια και τα μεγάλα Διονύσια, καθώς δεν φαίνεται να σχετίζονται με τον συγκεκριμένο κύκλο που εξετάζουμε. Επίσης, δεχόμαστε ως σωστό χρόνο τέλεσης των μικρών Διονυσίων, τον Ποσειδεών και όχι τον Ανθεστηριών κοντά στα μικρά μυστήρια. Ας συνεχίσουμε λοιπόν, με κάποιες σύντομες επιλεκτικές αναφορές στις παραπάνω εορτές, αναφερόμενοι στα στοιχεία που μας ενδιαφέρουν για το παρόν.
Εν Άγραις Διονύσια (αρχές Ποσειδεών)
Παλαιά αγροτική εορτή σχετιζόμενη με τον οίνο, με εμφανή χαρακτηριστικά γονιμικής τελετής, καθώς στα βασικά της δρώμενα περιλαμβάνεται και φαλλοφορία. Έντονα επίσης, τα χαρακτηριστικά προετοιμασίας του οίνου, με πομπή στην οποία συμμετέχουν ασκοφόροι. Ας έχουμε υπόψη, πως την περίοδο αυτή, γίνεται ένα πρώτο άνοιγμα ελέγχου των δοχείων του οίνου. Επίσης περιλάμβανε μουσική και τραγούδια, μάλλον διθυραμβικά άσματα, τα οποία θεωρούνται πρωταρχική πηγή του θεάτρου, ενώ υπάρχει διαφωνία κατά πόσον οι θεατρικές παραστάσεις στην εν λόγω εορτή, προηγήθηκαν αυτών των Εν άστυ Διονυσίων, ή είναι απλά ύστερο δάνειο από τα δεύτερα. Όλα τα χαρακτηριστικά της εορτής σε σχέση με τον Διόνυσο, είναι αυτά μιας προετοιμασίας. Κάποιοι την θεωρούν πανάρχαια εορτή, αρχικώς άσχετη με τον Διόνυσο, η οποία αργότερα συγκεράστηκε με τα Λήναια. Σε αυτή την περίπτωση -κάτι που δεν αλλάζει την υπόθεση μας - την ταυτίζουν με αυτά χρονικά και τελεστικά.
Ποσείδεα (ίδια περίοδο, αρχές Ποσειδεών, πιθανότατα την 8η αφιερωμένη στον θεό ημέρα) και Αλώα (26 Ποσειδεών)
Όπως έχουμε υποστηρίξει και αλλού, οι δύο αυτές εορτές, οι εγγύτερες στο Χειμερινό ηλιοστάσιο, είναι κατεξοχήν γονιμικές τελετές. Ο Ποσειδώνας, ως άρχοντας του κόσμου μας και σύζυγος της γής, παρέχει την γονιμοποιητική δύναμη για την καρποφορία των χωραφιών, μέσω των γλυκών υδάτων, τα οποία αυτή συγκεντρώνει στους κόλπους της. Τα Αλώα, εορτή η οποία τελείτω στην Ελευσίνα, μας παρέχει την απαραίτητη σύνδεση και νοηματική επεξήγηση, καθώς είναι ίσως η μόνη στην οποία η τιμούμενη τριάδα είναι ο Ποσειδώνας, η Δήμητρα και ο Διόνυσος. Ένας Διόνυσος όμως, αφανής όπως και στα μικρά Διονύσια, που δεν έχει ακόμα εκδηλωθεί αλλά αποτελεί προϊόν προσμονής.
Λήναια (12-15 πανσέληνος Γαμηλιώνος)
Η πρώτη βασική εορτή στην οποία ο Διόνυσος είναι το επίκεντρο. Τα δεδομένα μας υπονοούν μυστηριακό χαρακτήρα, καθώς είναι η πρώτη φορά μέσα στον χρόνο, κατά την οποία ανοίγει το εν λίμναις ιερό του θεού (Η δεύτερη στα Ανθεστήρια). Εκεί, σύμφωνα με τις αναφορές μας, ενδεχομένως να είχαμε την παρουσίαση του προσωπείου του θεού και μια πρώτη μίξη με διάφορες ουσίες (αρκετοί υποστηρίζουν με ενθεογενή) των εκεί φυλασσόμενων οινικών πίθων. Στις μυστηριακές τελετές συμμετέχουν οι Γεραραί, Αθηναίες υπεύθυνες για τα εν λόγω μυστήρια, όμως έχουμε και την συμμετοχή ιερατικών γενών όπως οι Θυάδες και οι Όσιοι, με παράλληλες τελετές εκτός Αττικής στο Κωρύκειον Άντρον και στους Δελφούς αντιστοίχως. Στο Κωρύκειον έχουμε τον εορτασμό του Διόνυσου Λικνίτη (από το βρεφικό Λίκνο), πράγμα που σημαίνει πως σε αυτές τις τελετές τοποθετείται η πρώτη Θεοφάνια του θεού ως βρέφος. Μετά τις προετοιμασίες ο Διόνυσος έχει γεννηθεί.
Θεογαμία (27 Γαμηλιώνος)
Η μεγάλη ένωση του αρχετυπικού θεϊκού ζεύγους Διός και Ήρας. Ο μήνας κατά τον οποίο και οι Αθηναίοι νυμφεύονταν, σε μίμηση της ένωσης των θείων οντοτήτων. Η ανθρώπινη θεσμική ένωση αναπαράγει την ένωση σε επίπεδο ουσίας. Τιμάται ο Δίας Τέλειος και η Ήρα Τελεία και κουροτρόφος, όπως επίσης και σημαντικό για την γενικότερη σύνδεση των πραγμάτων, ο Ποσειδών από τον οποίο ξεκινήσαμε, η δυναμική εκδήλωση.
Ανθεστήρια (11-12-13 Ανθεστηριώνος πριν την Πανσέληνο του μήνα)
Και φτάνουμε στην μεγάλη εορτή των Ανθεστηρίων, με την οποία θεωρούμε πως κλείνει για τον τομέα που μας απασχολεί ο κύκλος. Μια εορτή, με πολλές διαφορετικές τελετές , και δύσκολο πλαίσιο νοηματοδότησης. Συνήθως οι μελετητές χωρίζουν τις δύο πρώτες, αφιερωμένες στον Διόνυσο ημέρες, από την αφιερωμένη στον Χθόνιο Ερμή τρίτη ημέρα, καθώς δεν βρίσκουν άμεση σύνδεση. Επίσης, σχετικά ασύνδετες είναι οι επιμέρους τελετές της Ιερογαμίας, και η περίεργη εορτή της αιώρας. Τα Ανθεστήρια διαρκούν τρείς ημέρες, με ξεχωριστό τελετουργικό όνομα η καθεμία, βάση των διαφορετικών δοχείων τα οποία χρησιμοποιούνται στις τελετές, ήτοι Πιθοίγια, Χόαι και Χύτροι. Ας δούμε όμως εν τάχει τα κυριότερα ξεχωριστά τελέσματα.
Ο τρόπος με τον οποίο συνήθως παραλληλίζεται η πρώτη ημέρα της εορτής, είναι σαν μια εορτή κρασιού. Ανοίγονται οι πίθοι με το νέο κρασί και γίνονται διαγωνισμοί πόσης. Ημέρα χαράς και γλεντιού. Ανοίγονται όμως και οι μυστηριακοί μισοθαμένοι πίθοι, στο εν λίμναις ιερό, το οποίο λειτουργεί για δεύτερη φορά (και τελευταία) μέσα στον χρόνο, με μυστικές τελετές στις οποίες πρωτοστατούν και πάλι οι Γεραραί, οι οποίες είχαν προετοιμάσει τους πίθους κατά τα Λήναια. Μέσα σε αυτό το κλίμα συμβαίνει κάτι περίεργο, το μυστηριακό κρασί πίνεται εν σιγή, ενώ ακολουθεί μια αλλαγή στην διάθεση. Οι οικογένειες προετοιμάζουν στο σπίτι τους δείπνο, στο οποίο προσκαλούνται οι νεκροί, σε μια τελετή η οποία παρομοιάζεται με τα ψυχοσάββατα(1) . Οι ημέρες αυτές θεωρούνται αποφράδες, ημέρες όπου οι νεκροί, τα φαντάσματα περπατούν στην Γή. Όλα τα άλλα ιερά είναι κλειστά, και οι άνθρωποι σχηματίζουν με πίσσα αποτροπαϊκά σύμβολα στις πόρτες των οικιών τους, ενώ μασάνε για τους ίδιους λόγους απήγανο, έτσι ώστε να προστατευθούν από μια άλλη τάξη νεκρών, τις Κήρες.
Τα Ανθεστήρια τελειώνουν την τρίτη ημέρα με την Υδροφορία, κατά την οποία ρίπτεται ύδωρ στο χάσμα πλάι στο τέμενος της Γής, από το οποίο αποτραβήχτηκαν τα νερά του κατακλυσμού, ως χοή για τους νεκρούς του κατακλυσμού. Ο εορτασμός κλείνει με την γνωστή φράση "Θύραζε Κήρες ουκ ετ' Ανθεστήρια", και οι νεκροί (Κήρες και προγονικές ψυχές;) επιστρέφουν μέσα στην Γή. Κάπου εκεί ανάμεσα, έχουν λάβει χώρα άλλες δύο τελετές, η Ιερογαμία και η Αιώρα, εν πολλοίς ασύνδετες και οι δύο για τους περισσότερους μελετητές. Η Ιερογαμία είναι μια μυστηριακή τελετή γάμου, στην οποία μαζί με τις Γεραρές προΐσταται η Βασίλιννα, σύζυγος του Άρχων Βασιλέα (2) της Αθήνας, σε μια ένωση με τον Διόνυσο την οποία οι ειδικοί συνήθως αναγνωρίζουν ως αυτόνομη γονιμική (στην γενικότητα της λέξης) τελετή. Η εορτή της αιώρας, κατά την οποία νεαρά κορίτσια λικνίζονται σε κούνιες κρεμασμένες από τα δέντρα, αναγνωρίζεται συνήθως ως καθαρτήρια τελετή, είτε σχετιζόμενη με την ύπαρξη των νεκρών, άσχετη με τον Διόνυσο, είτε στην καλύτερη περίπτωση, ως τελετή καθαγίασης και αφιέρωσης των κοριτσιών, στον Θεό, επιβίωση παλαιάς δεντρολατρίας.
Η κύρια θέση μας, είναι πως καμία από τις παραπάνω τελετές δεν είναι ασύνδετη, και πως ο κύριος λόγος για τον οποίο δεν έχει σχηματιστεί μια ξεκάθαρη συνολική εικόνα, είναι η σημασία που δίνεται στα μυθολογικά Αίτια (3), τα οποία συνοδεύουν τις τελετές. Στο ζήτημά μας, μυθολογικό αίτιο για την υδροφορία, είναι ο κατακλυσμός του Δευκαλίωνα ενώ για την Αιώρα, η Ηριγόνη η οποία λέγεται πως αυτοκτόνησε με απαγχονισμό αφού είδε νεκρό τον πατέρα της Ικάριο (4). Οι νεαρές αθηναίες λέγεται έκαναν κούνια, σε αναπαράσταση του απαγχονισμού, ώστε να εξαγνιστούν από τον άδικο θάνατο του Ικάριου και της κόρης του.
Διόνυσος και ψυχογονία, η ενσωμάτωση των ψυχών
Είναι γνωστό, από την Ορφική παράδοση αλλά και από την μυθολογία των μυστηρίων (Ελευσινίων, Βακχικών κτλ), πως ο Διόνυσος είναι η πηγή των ψυχών. Ο άρχοντας των ψυχών, από τον οποίο προέρχονται αυτές των ανθρώπων. Στο τελεστικό κύκλο των Διονυσίων της Αττικής, βρίσκουμε όπως αναφέραμε, όλες τις εκφάνσεις του Διονύσου στην ίδια περίοδο, ενώ οι νεκροί συνδέονται τόσο με την γονιμότητα, όσο και με τις ανθρώπινες ψυχές, καθώς είναι το ίδιο ψυχικό δυναμικό το οποίο, "ανακυκλώνεται" μέσα στα σώματα (5). Οι κόσμοι των θεών, των ανθρώπων και των νεκρών, ναι μεν είναι διακριτοί στον γνωστό τρισυπόστατο διαχωρισμό, αλλά όχι και ασύνδετοι μεταξύ τους. Μάλιστα, υπό ειδικές συνθήκες, τα όρια διαρρηγνύονται, και μπορεί ή Πρέπει να επιτευχθεί μια επαφή η οποία θα συντηρεί την πρωταρχική σύνδεση όλων.
Σε επίπεδο ουσίας, έχουμε την γεννεσιουργό δύναμη του Διός, ενώ σε επίπεδο δύναμης (εκδήλωσης), αυτήν του Ποσειδώνα. Η Επίδραση των γεννεσιουργών δυνάμεων, ξεκινά στις αρχές του Χειμώνα, ενώ την ίδια περίοδο, προετοιμαζόμαστε για τον ερχομό του Διονύσου. Το θείο βρέφος εμφανίζεται στα Λήναια, ενώ την ίδια περίοδο το θείο ζεύγος Διός-Ήρας, ενώνεται δημιουργικά και ταυτόχρονα παρέχει το πρότυπο για τον γάμο των ανθρώπων. Η τεκνοποιία, είναι ο κύριος λόγος γάμου για τους Αθηναίους, στους οποίους μάλιστα διακρίνονται και χαρακτηριστικά μιας ιδιαίτερης ευγονικής, αρκετές φορές εκφρασμένης με ταξικούς όρους (6). Επομένως, δεν είναι παράλογο να υποστηρίξουμε, ότι σε αυτή την περίοδο θα έχουμε και τις περισσότερες εγκυμοσύνες, των νεόνυμφων ζευγαριών. Ένα μήνα μετά, ο Διόνυσος εμφανίζεται ως Νυμφίος, και συμμετέχει σε μια μυστική ένωση με την κατ' εξοχήν θρησκευτική εκπρόσωπο όλων των Αθηναίων ως σύνολο ανθρώπων, την σύζυγο του Άρχοντα Βασιλιά. Από αυτή την ένωση, κάτι γεννάτε και δεν είναι μόνο το νέο κρασί το οποίο ξεθάβεται από την Γή αλλά, και οι προγονικές ψυχές. Οι πίθοι, να υπενθυμίσουμε, εκτός από το να αποτελούν το κατεξοχήν δοχείο αποθήκευσης του κρασιού, ήταν και ένα δοχείο το οποίο χρησιμοποιούνταν στις ταφές. Οι προγονικές ψυχές δεν είναι πια οι νεκροί μας - πρόσωπα, αλλά όλο το προγονικό ψυχικό δυναμικό, το οποίο ο Διόνυσος με την εμφάνισή του, και διαρρηγνύοντας τους κοσμικούς διαχωρισμούς, φέρνει μαζί του. Μέσα σε όλο αυτό το υλικό, υπάρχει ένα μέρος συγγενικό, το οποίο τιμούμε μια φορά τον χρόνο αλλά και ένα μέρος, το οποίο θεωρείται για διάφορους λόγους μιαρό, και το οποίο θέλουμε να αποφύγουμε. Για την υπενθύμιση της σχέσης με το πρώτο, παραθέτουμε νεκρόδειπνα, ενώ για προστασία από το δεύτερο, τελούμε καθαρμούς και λαμβάνουμε προστατευτικά μέτρα. Το καλύτερο μέρος του προγονικού δυναμικού, το πιο συμβατό, θέλουμε να μας βοηθήσει, το χρειαζόμαστε για να εμψυχώσει την νέα γενιά που κυοφορείται, και αυτό το καλούμε να πράξει πραγματοποιώντας την συνέχιση της αιώνιας σύνδεσης. Σε αυτό το πλαίσιο, ίσως και να μην είναι τόσο ακατανόητη μια τελετή, η οποία περιλαμβάνει το λίκνισμα νέων κοριτσιών (τα οποία μόλις το προηγούμενο μήνα παντρεύτηκαν και τώρα κυοφορούν ίσως;), πάνω από πίθους οι οποίοι φέρουν οίνο και ψυχές, όπως μας δείχνουν οι παραστάσεις.
Ο μεγάλος κύκλος τελειώνει, με την εμψύχωση των ανθρώπινων σωμάτων, και πρέπει να κληθεί να επιστρέψει όλο το ανεκμετάλλευτο ψυχικό δυναμικό. Αυτό γίνεται με μια πένθιμη τελετή, στην οποία ύδωρ προσφέρεται ως χοή, μέσα από το χάσμα στους διψασμένους νεκρούς. Ο Ερμής, με την χθόνια λειτουργία του, συνοδεύει το "κοπάδι" στον κάτω κόσμο, και οι Πύλες κλείνουν για άλλον ένα χρόνο. Τώρα, η κόκκινη ταινία προστασίας μπορεί να αφαιρεθεί από τα ιερά,τα οποία ανοίγουν καθώς το εν λίμναις ιερό του Διονύσου κλείνει. Θα περιμένει τις Γεραρές την επόμενη χρονιά να το ανοίξουν πάλι, για την πραγματοποίηση ενός ακόμη κύκλου, ο οποίος θα συνέχει τελεστικά θεούς, ανθρώπους και προγονικές ψυχές, σε έναν εντυπωσιακό μυστηριακό χορό του Ελληνικού Πολυθεισμού.
-----------------
Παραπομπές:
(1). το πρώτο ψυχοσάββατο των χριστιανών πράγματι λαμβάνει χώρα μια εβδομάδα πριν την Κυριακή των Αποκριών δηλαδή την ίδια περίοδο
(2). Αυτό το αξίωμα τον Αθηναίων είχε κυρίως θρησκευτικά καθήκοντα και θεωρείται τελεστική επιβίωση των θρησκευτικών εξουσιών του Βασιλιά κατά τους Μυκηναϊκούς χρόνους.
(3). Σύμφωνα με την σχολή της Οξφόρδης μυθολογικό τελετουργικό αίτιο είναι ένας μύθος ο οποίος έχει φτιαχτεί για να εξηγήσει μια συγκεκριμένη τελεστική πρακτική.
(4). Ο Επώνυμος ήρωας του Δήμου Ικαρίας της Αττικής περιοχής η οποία θεωρούνταν αρχικό μέρος υποδοχής του Διονύσου και στην οποία βρίσκεται το Ικάριον Ιερό του Διονύσου
(5). Ας μην το συγχέουμε αυτό με την πεποίθηση κάποιων περί ατομικής επιβίωσης της ψυχής με αποτέλεσμα την παλιγγενεσία κτλ.
(6). Προφανώς και δεν επιθυμούμε να κάνει ο αναγνώστης κάποιον συσχετισμό με την έννοια όπως αργότερα εκφυλίστηκε με τον υλιστικό φυλετισμό.












