Η μεγάλη ακμή της ρωμαϊκής ποίησης τον 1ο π.Χ. και 1ο μ.Χ. αιώνα συμπίπτει με μιαν απελπιστικά άγονη περίοδο της ελληνικής ποίησης, που πια έχει χάσει κάθε δροσιά και καλλιεργείται μόνο ως πάρεργο, στο πλαίσιο της ρητορικής τέχνης.
5.4.Α. Δραματική ποίηση
Η δραματική ποίηση είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη. Τα λίγα έργα που ξέρουμε ότι γράφτηκαν (μερικά από Ρωμαίους, στα ελληνικά) δεν προορίζονταν για τη σκηνή αλλά για απλή ανάγνωση. Στις θεατρικές παραστάσεις εξακολουθούσαν να κυριαρχούν ο μίμος και ο παντόμιμος στις ποικίλες μορφές τους· και το μόνο που μπορούμε να συμπεράνουμε, όταν μαθαίνουμε ότι σε κάποιες περιπτώσεις ακούγονταν από σκηνής ορισμένα τραγικά κείμενα, τραγουδιστά, είναι ότι τέτοιου είδους «παραστάσεις» εξηγούν την εξέλιξη της λέξης τραγῳδία, που με τα χρόνια έφτασε να σημαίνει απλά «τραγούδι».
5.4.Β. Λυρική ποίηση
Επιγράμματα συνθέσαν στα ελληνορωμαϊκά χρόνια πολλοί. Προς το τέλος του 1ου π.Χ. αιώνα έζησε και έγραψε ο Κριναγόρας από τη Μυτιλήνη, τον 1ο μ.Χ. αιώνα ο Φίλιππος και ο Αντίπατρος από τη Θεσσαλονίκη, ο Αντίφιλος από το Βυζάντιο, ο σατιρικός Λουκίλιος κ.ά.π. Τον ίδιο αιώνα έγραψε και ο Λεωνίδας από την Αλεξάνδρεια τα ισόψηφα επιγράμματά του, όπου τα γράμματα, αν διαβαστούν ως αριθμοί, δίνουν το ίδιο πάντα άθροισμα, και στο γύρισμα προς τον 2ο μ.Χ. αιώνα ο Νικόδημος από την Ηράκλεια τα ανακυκλωτικά του επιγράμματα, που διαβάζονται και ίσια και ανάποδα. Παρόμοια τεχνοπαίγνια απαιτούν επιδεξιότητα και γνώση· αποτελούν όμως και σημεία ποιητικής παρακμής.
Το δεύτερο λυρικό είδος που καλλιεργήθηκε στα ελληνορωμαϊκά χρόνια ήταν οι Ύμνοι. Στον 2ο μ.Χ. αιώνα ανήκουν οι ύμνοι του Μεσομήδη από την Κρήτη Εἰς Καλλιόπειαν, Εἰς Ἥλιον, Εἰς Νέμεσιν, Εἰς Φύσιν, Εἰς Ἶσιν κλπ., σημαντικοί όχι τόσο για την ποιητική τους αξία, όσο γιατί στους τρεις πρώτους τα χειρόγραφα μας διασώζουν και τη μελωδία τους, καταγραμμένη με τα αρχαία μουσικά σημεία.
Στον 2ο ή 3ο μ.Χ. αιώνα χρονολογούνται 87 σύντομοι λατρευτικοί ύμνοι που μας παραδόθηκαν ως προσφορά του μυθικού Ορφέα προς τον Μουσαίο. Γραμμένοι σε δακτυλικό εξάμετρο, οι Ορφικοί ύμνοι καμιά δεν έχουν σχέση με τον Ορφέα και ελάχιστη με τον ορφισμό· μας ενδιαφέρουν όμως για τη μεγάλη ποικιλία των θεών που εξυμνούν και για τον ποιητικό τους τρόπο, όπου τα παραδοσιακά ή νεόκοπα λατρευτικά επίθετα ακολουθούν αραδιαστά το ένα το άλλο. Ένα δείγμα από τον ύμνο Εἰς Φύσιν:
Ὦ Φύσι, παμμήτειρα θεά, πολυμήχανε μῆτερ,
οὐρανία, πρέσβειρα, πολύκτιτε δαῖμον, ἄνασσα,
πανδαμάτωρ, ἀδάμαστε, κυβερνήτειρα…
Από τα άλλα λυρικά έργα της Ελληνορωμαϊκής εποχής αξιομνημόνευτα είναι τα ψευδεπίγραφα Ανακρεόντεια, μια συλλογή από εξήντα λιανοτράγουδα, όπου εγκωμιάζονται, με τον τρόπο του Ανακρέοντα, οι χαρές της ζωής. Πιο σημαντικοί για μας οι Αἰσώπειοι μυθίαμβοι ενός ελληνοθρεμμένου Ρωμαίου, του Βάβριου, που γύρω στα 100 μ.Χ. αφηγήθηκε μύθους του Αισώπου και άλλες ιστοριούλες ποιητικά, σε απλή γλώσσα και μέτρο χωλιαμβικό - όπου για πρώτη φορά βλέπουμε να παίζουν ρόλο όχι μόνο ο χρόνος των συλλαβών αλλά και ο δυναμικός τονισμός τους. Το έργο είχε μεγάλη επιτυχία και αξιοποιήθηκε νωρίς ως διδακτικό ανάγνωσμα στα σχολεία.
5.4.Γ. Επική ποίηση
Εντυπωσιακή σε ποσότητα, αλλά φτωχή σε ποιότητα, ήταν στα ελληνορωμαϊκά χρόνια η επική παραγωγή, τόσο σε μυθολογικά και ιστορικά όσο και σε διδακτικά έργα. Ήταν όλα τους γραμμένα σε δακτυλικό εξάμετρο και στην τιμημένη, αλλά τα χρόνια εκείνα ακατάληπτη για τους πολλούς, ποιητική γλώσσα του Ομήρου - με κάποια λάθη, εννοείται.
Στα μυθολογικά έπη ανήκουν τα Ορφικά Αργοναυτικά, έργο ενός πολύ μέτριου, ανώνυμου για μας, ποιητή που θέλησε να ξαναδιηγηθεί την Αργοναυτική εκστρατεία τονίζοντας τον ρόλο του Ορφέα· η χαμένη Γιγαντιάς του Σκοπελιανού από τις Κλαζομενές (1ος/2ος μ.Χ. αι.), δασκάλου του Ηρώδη του Αττικού· το επίσης χαμένο Ἡρωικαὶ θεογαμίαι του Πείσανδρου (2ος/3ος μ.Χ. αι.), που επιχείρησε να καλύψει ολόκληρη τη μυθολογία σε εξήντα βιβλία, κ.ά. Επικός ποιητής ήταν και ο πατέρας του Πείσανδρου, ο Νέστορας από τη Λάρανδα της Μικρασίας. Το έργο του Ἰλιὰς λιπογράμματος, χαμένο και αυτό, αποτελούσε αναδιήγηση της Ιλιάδας σε είκοσι τέσσερις ραψωδίες, όπου από κάθε μία έλειπε τελείως ένα γράμμα: από τη ραψωδία Α το άλφα, από τη ραψωδία Β το βήτα, κ.ο.κ.
Τέλος του 3ου και αρχές του 4ου μ.Χ. αιώνα είναι πιθανό να έζησε ο Κόιντος από τη Σμύρνη. Το ηρωικό του έπος Τὰ μεθ᾽ Ὅμηρον γεφυρώνει την Ιλιάδα με την Οδύσσεια, ιστορώντας σε δεκατέσσερις ραψωδίες όλα όσα μεσολάβησαν από τον θάνατο και την ταφή του Έκτορα ως την άλωση της Τροίας και το ταξίδι της επιστροφής των Αχαιών στις πατρίδες τους.[1]
Άφθονα ήταν και τα ιστορικά έπη που γράφτηκαν την Ελληνορωμαϊκή εποχή. Με ηρωική μεγαλοστομία ιστορούσαν πολεμικά επεισόδια σαν τη μάχη των Φιλίππων και τη ναυμαχία στο Άκτιο, ή ξετύλιγαν τη δράση προσώπων σαν τον Μεγαλέξανδρο, την Κλεοπάτρα και, με φανερή κολακεία, τον Αδριανό και άλλους ρωμαίους αξιωματούχους - όλα χαμένα.
Από τα διδακτικά έργα σημειώνουμε πρώτα ένα ψευδεπίγραφο γνωμικό ποίημα σε δακτυλικούς εξαμέτρους (1ος/2ος μ.Χ. αι.) που αποδίδεται στον Φωκυλίδη\, αλλά είναι φανερά επηρεασμένο από την Παλαιά Διαθήκη και άλλα ιουδαϊκά κείμενα. Σημαντικότερο, και πιο γνωστό, ήταν το έργο Περιήγησις τῆς οἰκουμένης, του Διονυσίου από την Αλεξάνδρεια (1ος/2ος μ.Χ. αι.). Στους 1186 εξάμετρους στίχους του, ο Διονύσιος ο περιηγητής, όπως τον ονομάζουμε, τα κατάφερε να περιγράψει σε γενικές γραμμές τη γνωστή οικουμένη με τόση επιτυχία ώστε το έργο του να μεταφραστεί, να σχολιαστεί και, το σπουδαιότερο, να χρησιμοποιηθεί ως σχολικό εγχειρίδιο γεωγραφίας.
Ψευδεπίγραφα είναι και τα Ἀποτελεσματικά, που σώθηκαν με το όνομα του Μανέθωνα\, αλλά στην πραγματικότητα γράφτηκαν από κάποιον συγγραφέα του 2ου/3ου μ.Χ. αιώνα που θέλησε να σφετεριστεί το κύρος του αιγύπτιου ιερέα και ιστορικού. Πρόκειται για έργο αστρολογικό όπου η θέση των πλανητών την ημέρα της γέννησης προδικάζει τον χαρακτήρα και τις τύχες ανθρώπων (2.150-1):
Όλοι οι πλανήτες να βρεθούν στον οίκο του καθένας,
αυτό είναι το καλύτερο για κείνους που γεννιούνται.
Μεγάλη φήμη ως επικός-διδακτικός ποιητής απόκτησε ο Οππιανός από την Κιλικία, που αφιέρωσε στον αυτοκράτορα Μάρκο Αυρήλιο (161-180 π.Χ.) τα Ἁλιευτικά σε πέντε βιβλία: δύο βιβλία όπου περιγράφει τα ψάρια, «πού κατοικούν καθένα, τους υγρούς τους γάμους, τις υγρές γεννήσεις και την ψαρίσια τους ζωή, τις έχθρες, τις αγάπες, τις βουλήσεις τους» (1.47), και άλλα τρία όπου εκθέτει τους ποικίλους τρόπους ψαρέματος. Ο αυτοκράτορας λένε πως ευχαριστήθηκε τόσο ώστε του έδωσε ένα χρυσό νόμισμα για κάθε στίχο.
Μερικές δεκαετίες αργότερα, ένας άλλος Οππιανός, από τη Συρία, αφιέρωσε στον αυτοκράτορα Καρακάλλα (198-217 π.Χ.) τα Κυνηγετικά σε τρία βιβλία. Το έργο έχει ρητορικά χαρακτηριστικά και ακολουθεί σε γενικές γραμμές το σχέδιο των Αλιευτικών είναι όμως γλωσσικά και μετρικά κατώτερο, και αμφιβάλλουμε αν ο ποιητής του ανταμείφτηκε τόσο πλουσιοπάροχα όσο θα περίμενε.
Στην παράδοση μνημονεύονται και άλλα, για μας χαμένα*, διδακτικά έπη. Θέμα τους οι πολύτιμες πέτρες και οι μαγικές τους ιδιότητες (Λιθικά), τα πουλιά (Ὀρνιθιακά) και το κυνήγι τους (Ἰξευτικά),[2] και ακόμα τα ιαματικά βότανα (Ἀλεξίκηπος), οι αρρώστιες (Ἰατρικά) και οι γιατρειές τους (Πανάκεια).
------------------------------
1. Τον Κόιντο μιμήθηκε ένας λίγο νεότερός του ποιητής, ο Τριφιόδωρος από την Πανόπολη της Αιγύπτου, στο (άχαρο) επύλλιο Ἰλίου ἅλωσις, που μας έχει σωθεί. Άλλα του έργα παραδίδεται πως ήταν τα Μαραθωνιακά και η Ὀδύσσεια λιπογράμματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου