Δευτέρα 30 Μαΐου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ὀδύσσεια (1.1-1.62)

Ραψωδία α' Ἀθηνᾶς παραίνεσις πρὸς Τηλέμαχον


Ἄνδρα μοι ἔννεπε, Μοῦσα, πολύτροπον, ὃς μάλα πολλὰ
πλάγχθη, ἐπεὶ Τροίης ἱερὸν πτολίεθρον ἔπερσε·
πολλῶν δ᾽ ἀνθρώπων ἴδεν ἄστεα καὶ νόον ἔγνω,
πολλὰ δ᾽ ὅ γ᾽ ἐν πόντῳ πάθεν ἄλγεα ὃν κατὰ θυμόν,
5 ἀρνύμενος ἥν τε ψυχὴν καὶ νόστον ἑταίρων.
ἀλλ᾽ οὐδ᾽ ὣς ἑτάρους ἐρρύσατο, ἱέμενός περ·
αὐτῶν γὰρ σφετέρῃσιν ἀτασθαλίῃσιν ὄλοντο,
νήπιοι, οἳ κατὰ βοῦς Ὑπερίονος Ἠελίοιο
ἤσθιον· αὐτὰρ ὁ τοῖσιν ἀφείλετο νόστιμον ἦμαρ.
10 τῶν ἁμόθεν γε, θεά, θύγατερ Διός, εἰπὲ καὶ ἡμῖν.
Ἔνθ᾽ ἄλλοι μὲν πάντες, ὅσοι φύγον αἰπὺν ὄλεθρον,
οἴκοι ἔσαν, πόλεμόν τε πεφευγότες ἠδὲ θάλασσαν·
τὸν δ᾽ οἶον, νόστου κεχρημένον ἠδὲ γυναικός,
νύμφη πότνι᾽ ἔρυκε Καλυψώ, δῖα θεάων,
15 ἐν σπέσσι γλαφυροῖσι, λιλαιομένη πόσιν εἶναι.
ἀλλ᾽ ὅτε δὴ ἔτος ἦλθε περιπλομένων ἐνιαυτῶν,
τῷ οἱ ἐπεκλώσαντο θεοὶ οἶκόνδε νέεσθαι
εἰς Ἰθάκην, οὐδ᾽ ἔνθα πεφυγμένος ἦεν ἀέθλων
καὶ μετὰ οἷσι φίλοισι. θεοὶ δ᾽ ἐλέαιρον ἅπαντες
20 νόσφι Ποσειδάωνος· ὁ δ᾽ ἀσπερχὲς μενέαινεν
ἀντιθέῳ Ὀδυσῆϊ πάρος ἣν γαῖαν ἱκέσθαι.
Ἀλλ᾽ ὁ μὲν Αἰθίοπας μετεκίαθε τηλόθ᾽ ἐόντας,
Αἰθίοπας, τοὶ διχθὰ δεδαίαται, ἔσχατοι ἀνδρῶν,
οἱ μὲν δυσομένου Ὑπερίονος, οἱ δ᾽ ἀνιόντος,
25 ἀντιόων ταύρων τε καὶ ἀρνειῶν ἑκατόμβης.
ἔνθ᾽ ὅ γε τέρπετο δαιτὶ παρήμενος· οἱ δὲ δὴ ἄλλοι
Ζηνὸς ἐνὶ μεγάροισιν Ὀλυμπίου ἀθρόοι ἦσαν.
τοῖσι δὲ μύθων ἦρχε πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε·
μνήσατο γὰρ κατὰ θυμὸν ἀμύμονος Αἰγίσθοιο,
30 τόν ῥ᾽ Ἀγαμεμνονίδης τηλεκλυτὸς ἔκταν᾽ Ὀρέστης·
τοῦ ὅ γ᾽ ἐπιμνησθεὶς ἔπε᾽ ἀθανάτοισι μετηύδα·
«Ὢ πόποι, οἷον δή νυ θεοὺς βροτοὶ αἰτιόωνται.
ἐξ ἡμέων γάρ φασι κάκ᾽ ἔμμεναι· οἱ δὲ καὶ αὐτοὶ
σφῇσιν ἀτασθαλίῃσιν ὑπὲρ μόρον ἄλγε᾽ ἔχουσιν,
35 ὡς καὶ νῦν Αἴγισθος ὑπὲρ μόρον Ἀτρεΐδαο
γῆμ᾽ ἄλοχον μνηστήν, τὸν δ᾽ ἔκτανε νοστήσαντα,
εἰδὼς αἰπὺν ὄλεθρον· ἐπεὶ πρό οἱ εἴπομεν ἡμεῖς,
Ἑρμείαν πέμψαντες, ἐΰσκοπον ἀργειφόντην,
μήτ᾽ αὐτὸν κτείνειν μήτε μνάασθαι ἄκοιτιν·
40 ἐκ γὰρ Ὀρέσταο τίσις ἔσσεται Ἀτρεΐδαο,
ὁππότ᾽ ἂν ἡβήσῃ καὶ ἧς ἱμείρεται αἴης.
ὣς ἔφαθ᾽ Ἑρμείας, ἀλλ᾽ οὐ φρένας Αἰγίσθοιο
πεῖθ᾽ ἀγαθὰ φρονέων· νῦν δ᾽ ἀθρόα πάντ᾽ ἀπέτισε.»
Τὸν δ᾽ ἠμείβετ᾽ ἔπειτα θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη·
45 «ὦ πάτερ ἡμέτερε Κρονίδη, ὕπατε κρειόντων,
καὶ λίην κεῖνός γε ἐοικότι κεῖται ὀλέθρῳ·
ὡς ἀπόλοιτο καὶ ἄλλος ὅτις τοιαῦτά γε ῥέζοι.
ἀλλά μοι ἀμφ᾽ Ὀδυσῆϊ δαΐφρονι δαίεται ἦτορ,
δυσμόρῳ, ὃς δὴ δηθὰ φίλων ἄπο πήματα πάσχει
50 νήσῳ ἐν ἀμφιρύτῃ, ὅθι τ᾽ ὀμφαλός ἐστι θαλάσσης.
νῆσος δενδρήεσσα, θεὰ δ᾽ ἐν δώματα ναίει,
Ἄτλαντος θυγάτηρ ὀλοόφρονος, ὅς τε θαλάσσης
πάσης βένθεα οἶδεν, ἔχει δέ τε κίονας αὐτὸς
μακράς, αἳ γαῖάν τε καὶ οὐρανὸν ἀμφὶς ἔχουσι.
55 τοῦ θυγάτηρ δύστηνον ὀδυρόμενον κατερύκει,
αἰεὶ δὲ μαλακοῖσι καὶ αἱμυλίοισι λόγοισι
θέλγει, ὅπως Ἰθάκης ἐπιλήσεται· αὐτὰρ Ὀδυσσεύς,
ἱέμενος καὶ καπνὸν ἀποθρῴσκοντα νοῆσαι
ἧς γαίης, θανέειν ἱμείρεται. οὐδέ νυ σοί περ
60 ἐντρέπεται φίλον ἦτορ, Ὀλύμπιε. οὔ νύ τ᾽ Ὀδυσσεὺς
Ἀργείων παρὰ νηυσὶ χαρίζετο ἱερὰ ῥέζων
Τροίῃ ἐν εὐρείῃ; τί νύ οἱ τόσον ὠδύσαο, Ζεῦ;»

***
Τον άντρα, Μούσα, τον πολύτροπο να μου ανιστορήσεις, που βρέθηκε
ως τα πέρατα του κόσμου να γυρνά, αφού της Τροίας
πάτησε το κάστρο το ιερό.
Γνώρισε πολιτείες πολλές, έμαθε πολλών ανθρώπων τις βουλές,
κι έζησε, καταμεσής στο πέλαγος, πάθη πολλά που τον σημάδεψαν,
σηκώνοντας το βάρος για τη δική του τη ζωή και των συντρόφων του
τον γυρισμό. Κι όμως δεν μπόρεσε, που τόσο επιθυμούσε,
να σώσει τους συντρόφους.
Γιατί εκείνοι χάθηκαν απ᾽ τα δικά τους τα μεγάλα σφάλματα,
νήπιοι και μωροί, που πήγαν κι έφαγαν τα βόδια
του υπέρλαμπρου Ήλιου· κι αυτός τους άρπαξε του γυρισμού τη μέρα.
Από όπου θες, θεά, ξεκίνα την αυτή την ιστορία, κόρη του Δία,
10 και πες την και σ᾽ εμάς.
Τότε λοιπόν οι άλλοι, όσοι ξέφυγαν τον άθλιον όλεθρο, όλοι τους ήσαν
σπίτι τους, γλιτώνοντας κι απ᾽ του πολέμου κι απ᾽ της θάλασσας τη μάχη.
Μόνο εκείνον, που τον παίδευε πόθος διπλός, του γυρισμού
και της γυναίκας του, τον έκρυβε κοντά της μια νεράιδα,
η Καλυψώ, θεά σεμνή κι αρχοντική, στις θολωτές σπηλιές της,
γιατί τον ήθελε δικό της.
Κι όταν, με του καιρού τ᾽ αλλάγματα, ο χρόνος ήλθε που του ορίσαν οι θεοί
να δει κι αυτός το σπίτι του, να φτάσει στην Ιθάκη,
ούτε κι εκεί δεν έλειψαν οι αγώνες, κι ας ήταν πια με τους δικούς του.
20 Ωστόσο οι θεοί τώρα τον συμπαθούσαν, όλοι εκτός του Ποσειδώνα·
αυτός σφοδρό κρεμούσε τον θυμό του πάνω στον θεϊκό Οδυσσέα,
προτού πατήσει της πατρίδας του το χώμα.
Εκείνον όμως τον καιρό ο Ποσειδώνας είχε ταξιδέψει στους μακρινούς
Αιθίοπες — οι Αιθίοπες στις δύο άκρες του κόσμου μοιρασμένοι·
μισοί όπου ο ήλιος βασιλεύει, μισοί απ᾽ όπου ο ήλιος ανατέλλει.
Πήγε να πάρει μέρος στη θυσία, μιαν εκατόμβη με ταύρους και κριάρια,
και τώρα ευφραίνονταν στις τάβλες καθισμένος.
Τότε συνάχτηκαν οι υπόλοιποι θεοί στου ολύμπιου Δία το παλάτι,
όπου εκείνος πρώτος πήρε τον λόγο, πατέρας ανθρώπων και θεών.
Στον νου του φέρνοντας, θυμήθηκε τον φημισμένο Αίγισθο,
30 που τον θανάτωσε ο ξακουστός Ορέστης, γιος του Αγαμέμνονα·
αυτόν θυμήθηκε μιλώντας ο θεός στους αθανάτους:
«Αλίμονο, είναι αλήθεια ν᾽ απορείς που θέλουν οι θνητοί να ρίχνουν
στους θεούς τα βάρη τους· έρχεται λένε το κακό από μας —
κι όμως οι ίδιοι, κι από φταίξιμο δικό τους, πάσχουν και βασανίζονται,
και πάνω απ᾽ το γραφτό τους.
Έτσι και τώρα ο Αίγισθος, την ορισμένη μοίρα παραβαίνοντας,
πήγε να σμίξει με τη νόμιμη γυναίκα ενός Ατρείδη,
κι αυτόν τον σκότωσε στου γυρισμού την ώρα,
γνωρίζοντας τι τιμωρία σκληρή τον περιμένει·
αφού εμείς του στείλαμε τον άγρυπνον αργοφονιά Ερμή με μήνυμα,
μήτε εκείνον να σκοτώσει μήτε και τη γυναίκα του να μπλέξει
σε παράνομο κρεβάτι· αλλιώς θα πέσει στο κεφάλι του η εκδίκηση
40 του γιου για τον πατέρα, όταν ο Ορέστης, παλληκάρι πια,
θελήσει να γυρίσει στην πατρίδα.
Αυτά, με τόση φρόνηση ο Ερμής μιλώντας, του μηνούσε,
κι όμως τον νου του Αιγίσθου δεν κατόρθωσε ν᾽ αλλάξει.
Τώρα, ακέριο και μεμιάς, το άνομο κρίμα του ξεπλήρωσε.»
Αμέσως ανταπάντησε, τα μάτια λάμποντας, η Αθηνά:
«Πατέρα μας των αθανάτων, Κρονίδη, των δυνατών ο παντοδύναμος,
καλά κι όπως του ταίριαζε, εκείνος αφανίστηκε και πάει —
την ίδια μοίρα να ᾽χει κι όποιος ανάλογα κριματιστεί.
Εμένα όμως για τον Οδυσσέα φλέγεται η καρδιά μου·
γενναίος αλλά δύσμοιρος, να βασανίζεται με τόσα πάθη,
απ᾽ τους δικούς του χωρισμένος, σ᾽ ένα περίβρεχτο νησί,
50 στον ομφαλό, όπως λένε, της θαλάσσης.
Νησί κατάφυτο με δέντρα, και μια θεά το κατοικεί στα δώματά της·
η θυγατέρα του Άτλαντα, που η γνώμη του γυρίζει μόνο στο κακό —
ξέρει καλά αυτός των θαλασσών τα βάθη, και πάνω του σηκώνει
ψηλές κολόνες, να κρατούν τον ουρανό χώρια απ᾽ τη γη.
Η θυγατέρα του λοιπόν τον Οδυσσέα κατακρατεί, δύστυχο κι οδυρόμενο·
λόγια γλυκά προφέροντας και μαλακά σαν χάδια,
τον θέλγει ακατάπαυστα, για να ξεχάσει την Ιθάκη. Εκείνος όμως,
βυθισμένος στον καημό του, να δει καπνό της πατρικής του γης ψηλά
να ανηφορίζει, απελπισμένος εύχεται τον θάνατο. Εσένα ωστόσο,
60 Δία ολύμπιε, ως πότε αλύγιστη θα μείνει η βουλή σου; Ο Οδυσσέας
δεν ήταν που θυσίες σού πρόσφερε στην ευρύχωρη Τροία,
πλάι στ᾽ αργίτικα καράβια;
Πώς και γιατί τόσος θυμός γι᾽ αυτόν, ω Δία;»

Έκπτωτες σχέσεις

Ανεβάζω ψηλά τους ανθρώπους. Και γρήγορα πέφτουν.

Τους ανεβάζω σε βάθρα αστραφτερά, τους θεοποιώ και τους θαυμάζω. Επευφημώ τα χαρίσματα τους και την ικανότητα τους να μου προσφέρουν όσα χρειάζομαι. Νιώθω ότι σε αυτούς βρίσκω τα κομμάτια που μου λείπουν και χαίρομαι που γεμίζω από την επαφή μαζί τους.

Ίσως αυτό οφείλεται στην ανάγκη μου για επαφή, για ταίριασμα, προσκόλληση και αποδοχή από μια ομάδα.

Σιγά-σιγά όμως τα ψεγάδια τους αναδύονται στην επιφάνεια. Δεν είναι τόσο εντυπωσιακοί όσο μου φάνηκαν στην αρχή.

Φυσικά η άρνηση είναι η πρώτη μου αντίδραση - ποια είμαι εγώ να αναιρέσω θεωρίες ψυχαναλυτικές; Προσπαθώ να εκλογικεύσω και να δικαιολογήσω πράξεις και συμπεριφορές. Γρήγορα συγχωρώ και ξεχνάω, παρέχοντας ελαφρυντικά, αθωωτικές ετυμηγορίες.

Ύστερα από λίγο - πάντα το κακό δεν αργεί να γίνει - ξεπροβάλλουν όλο και περισσότερες πτυχές τους που δε συνάδουν με τα πρότυπα που θέτω, με τις αναμονές και τις απαιτήσεις μου από αυτούς.

Αρχίζει τώρα η εικόνα τους να χάνει λίγο από την πρότερη λάμψη της, να θαμπώνει και αυτοί να αποβάλλουν ένα-ένα τα εγκωμιαστικά χαρακτηριστικά που τους έπλεξα.

Και έρχεται ο θυμός - ναι, φυσικά ο θυμός. Θυμώνω που δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες μου. Που δε με σκεφτήκαν όσο εγώ, που δεν αντέδρασαν όπως θα αντιδρούσα εγώ γι’ αυτούς, που φέρθηκαν με τρόπο που δε θαυμάζω και με προσβάλλει, που δε με πρόσεξαν. Και τα λάθη τους, αναρίθμητα, κατακλύζουν τις σκέψεις μου.

Τα γιατί - φυσικά, πάντα κάπου εδώ εμφανίζονται τα γιατί, μια λέξη μόνο κι όμως με βάρος ασήκωτο - με πλημμυρίζουν, η σχέση που για τα καλά είχε αναγορευτεί σε άτρωτη και ουτοπική, τώρα φορά ανθρώπινη μορφή και αναδεικνύει πληγές και ουλές ανθρώπινου σώματος. Ίσως ακόμα και να απομακρύνομαι για λίγο, προσπαθώντας να καταλάβω, κρατώ δήθεν μούτρα και αναζητώ ευκαιριακά άλλες δυνατότητες επικοινωνίας.

Γρήγορα όμως επιστρέφω. Πάντα επιστρέφω. Γιατί το οικοδόμημά μου που μου στοίχισε για να το κατασκευάσω, που έκανα όνειρα γι' αυτό, είναι κομμάτι μου, με πονά και αποφασίζω να διαπραγματευτώ - άλλωστε είναι της μόδας.

Με μια ενδόμυχη ελπίδα αντιστρεψιμότητας της κατάστασης, εκθέτω όσα με προβληματίζουν, τους θέτω προ των ευθυνών του και περιμένω την αναμόρφωση. Την αναγνώριση του λάθους, την παραδοχή των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών, τη μεταμέλεια, τις απλές δικαιολογίες ή ένα συμφιλιωτικό χαρακτήρα, την αμοιβαία ανάγκη, τη σημασία της συνύπαρξής μας παρά τις αντιθέσεις και διαφωνίες μας.

Περιμένω τουλάχιστον να δω κοινή παραδοχή της άποψης ότι όλοι έχουμε ελαττώματα, αλλά υπάρχει διάθεση προσαρμογής για την επίτευξη του κοινού καλού.

Όμως, τότε αντιλαμβάνομαι ότι η σημασία που έδωσα ήταν μεγάλη και ξεχείλισε γρήγορα από το ποτήρι της πραγματικότητας. Όλο αυτό το εγκώμιο, το παραμύθι, η προδοσία και η λύτρωση συνθέτουν τη δική μου μόνο εναλλακτική πραγματικότητα.

Έτσι είναι, έτσι θα ναι. Δε δίνουν δεκάρα αν μου ταιριάζουν, αν με πληγώνουν. Αυτοί είναι και δεν ενδιαφέρονται για τις προσωπικές μου προσμονές, ευχές και ανάγκες. Η κατάθλιψη, η θλίψη, η απογοήτευση, το ξέσπασμα, η παραίτηση ακολουθούν ως εξελικτικά βήματα, όπως οφείλουν.

Απογοητεύομαι, στενοχωριέμαι που δεν κατάφερα - πάντα γίνεται προσωπικό - να βρω για ακόμα μια φορά άτομα που να πληρούν τις προδιαγραφές που έθεσα και που εκείνοι που επέλεξα - πάντα υπάρχει και μια δόση επίρριψης της ευθύνης - δε στάθηκαν αντάξιοι των περιστάσεων.

Και ύστερα απλά υποχωρώ. Αποδέχομαι τον ρεαλισμό της ζωής. Μέχρι τώρα πετούσα στο ροζ συννεφάκι μου - ποιος θα με κρίνει γι αυτό; Η αποδοχή, σκληρή και τελεσίδικη, έρχεται να επισφραγίζει τη νέα συνθήκη.

Οι άνθρωποι γύρω μου - μακάρι πάντα να το θυμάμαι - είναι γεμάτοι ελαττώματα, αδυναμίες, πληγές, τραύματα, ιδιαιτερότητες, όπως κι εγώ άλλωστε.

Ο καθένας είναι μοναδικής κοπής χαρτονόμισμα, με άλλη αξία, χρήση και δυναμική. Ο καθένας έχει θετικά και αρνητικά, στοιχεία που θαυμάζω, που μισώ, που μου ταιριάζουν, που με απωθούν. Ο καθένας έρχεται να προσθέσει στο δικό μου σενάριο μια άλλη ιστορία και τροπή. Ο καθένας έχει να μου δώσει κάτι διαφορετικό.

Με κάποιους θα υπάρξει γόνιμη ανταλλαγή και ανάπτυξη συναισθημάτων, με άλλους θα γίνει πρόσκαιρο συνταίριασμα σε ορισμένους μόνο τομείς δραστηριότητάς μας. Με άλλους η επαφή θα είναι εικονική και οι ψυχές μας δε θα καταφέρουν να ακουμπήσουν, θα απωθούνται σαν πόλοι μαγνητών που είναι κατασκευασμένοι να μη συναντηθούν ποτέ.

Σκέφτομαι τι μπορεί να φταίει.

Εγώ ερμηνεύω τα σημάδια τους λάθος και μεταφράζω τις ανάγκες και δυνατότητες τους σε κοινή μας γλώσσα. Εγώ έχω την ανάγκη του ανήκειν, την ανάγκη εύρεσης των ομοίων. Και όταν δεν ικανοποιείται αυτή μου η ανάγκη, προσπαθώ εγώ να την ικανοποιήσω προσδίδοντας ψεύτικα χαρακτηριστικά σε αυτούς που με προσεγγίζουν. Ίσως αυτό οφείλεται στην ανάγκη μου να καλύψω δικές μου ανασφάλειες.

Λένε πως βλέπουμε στους άλλους όσα θα θέλαμε να έχουμε εμείς και πως απογοητευόμαστε από τα αρνητικά τους, αυτά που αποτελούν στοιχεία και της δικής μας ταυτότητας και θυμώνουμε που δεν μπορούμε να απαλλαχτούμε από αυτά – πάντα καθρεφτίζονται στους άλλους οι δικές μας ελλείψεις και φιλοδοξίες. «Απογοητεύτηκα από την ανθρώπινη φύση και δεν ασχολήθηκα άλλο επειδή διαπίστωσα ότι έμοιαζε πολύ με τη δική μου», λέει ο J. P. Donleavy.

Η αποδοχή δημιουργεί νηνεμία, λύτρωση και μια αφοπλιστική σιγή.

Αλλά εγώ δεν ξέρω αν μπορώ να αρκεστώ σε αυτό. Να αποδεχτώ πως ίσως ποτέ δε βρω άτομα που να αφουγκράζονται το είναι μου, να με γεμίζουν και να επενδύουμε ο ένας στον άλλο. Να αποδεχτώ πως πρέπει απλά να συνειδητοποιήσω την ανθρώπινη μας απόσταση, να μην αποζητώ πολλά, να προσαρμόζομαι και να δέχομαι ό,τι ο άλλος έχει να δώσει. Εγώ θέλω - και το θέλω αυτό παίρνει διάσταση γιγαντιαίας καταιγίδας που τα παρασύρει όλα στο πέρασμα της - να συνεχίσω να ψάχνω.

Δεν μπορώ να λέω πια δεν πειράζει, θα αρκεστώ στο λίγο. Δεν μπορώ πια να συγχωρώ συγκαταβατικά. Δεν μπορώ να προσπερνώ τις ανάγκες μου και να τις ρυθμίζω με ό,τι βρίσκω. Μπορεί να συνεχίσω να τρώω τα μούτρα μου για καιρό. Δε θα σταματήσω να αναζητώ, να ενθουσιάζομαι, να απογοητεύομαι και να ψάχνω από την αρχή.

Και μια μέρα – γι’ αυτό να είστε σίγουροι - θα βρω αυτό που ψάχνω.

Όχι το τέλειο. Το ατελές, το όμορφα ατελές που δε δεχτεί να πορευτεί διπλά μου και να είναι περήφανο για τις δικές μου αδυναμίες κι εγώ για τις δικές του, που μπορεί να με πληγώνει και να κάνει λάθη αλλά θα λυπάται γι αυτά, που θα με σκέφτεται και θα με σέβεται, που θα είναι δίπλα μου και δε θα θέλει να το αλλάξει αυτό με τίποτα. Που δε θα είναι σε βάθρο, αλλά πλάι μου και θα με κρατά.

Μιλώντας στο ντουβάρι

Όσο κι αν προσπαθεί το στόμα σου να πει κάτι, το αυτί που ακούει, ανήκει σε κάποιον άλλον, που δεν ελέγχεται από εσένα. Σε όλους μας έχει τύχει, ουκ ολίγες φορές, να προσπαθούμε να πούμε σε κάποιον κάτι «με τρόπο» και να νιώθουμε πως εκείνος καταλαβαίνει ό,τι του αρέσει. Και παρά την επιμονή μας, να εφευρίσκει τον τρόπο να αντιλαμβάνεται το νόημα κατά το δοκούν.

Όλοι οι άνθρωποι πάσχουν από κάτι που λέγεται «στρέβλωση επιβεβαίωσης». Λιγότερο ή περισσότερο. Τι σημαίνει αυτό; Πως ερμηνεύουν τα μηνύματα και τα ερεθίσματα με τρόπο που επιβεβαιώνει τις δικές τους αντιλήψεις, επιθυμίες ή φόβους, κι όχι σύμφωνα του συνομιλητή τους.

Το μυαλό, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, απεχθάνεται την ασάφεια, τις θολές εικόνες και τα ημιτελή σχήματα. Επίσης, αντιπαθεί το παίδεμα. Υιοθετεί βολικές και αληθοφανείς απαντήσεις όποτε αυτό είναι εφικτό.

Ο μόνος τρόπος για να γλιτώσει κανείς από τον παραπάνω ελαττωματικό μηχανισμό είναι να μιλάει ευθέως, εκπέμποντας μηνύματα με ελάχιστα ή μηδενικά περιθώρια παρερμηνείας. Δεν είναι όλες οι περιπτώσεις ίδιες.

Υπάρχουν άνθρωποι που καταλαβαίνουν σχετικά εύκολα τα μηνύματα και τα ερμηνεύουν σωστά. Υπάρχουν άνθρωποι που αδυνατούν να καταλάβουν. Υπάρχουν όμως και αυτοί που κρύβονται πίσω από την ευγένεια του συνομιλητή τους και την –συχνά καλά σκηνοθετημένη– υπερευαισθησία τους για να περνάει το δικό τους. Οπότε όσο τα πράγματα κινούνται στο γκρίζο, εξυπηρετούν το συμφέρον τους.

Ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα που μπορώ να σκεφτώ, μου το έδωσε μια φίλη που προσπαθούσε να δώσει στον –πρώην πλέον– σύντροφό της να καταλάβει πως θέλει να χωρίσουν, ενώ εκείνος δεν ήθελε να το ακούσει. Τί κι αν του είπε «η σχέση μας περνάει κρίση», τί κι αν του είπε πως «δεν έχω κάτι να δώσω σε αυτή τη σχέση», τί κι αν του έκανε μούτρα; Εκείνος αυτό που άκουγε ήταν αυτό που τον εξυπηρετούσε: «Η γυναίκα μου έχει νεύρα από την εμμηνόπαυση. Θα της περάσει». Κι όταν η δόλια κατάφερε να ξεστομίσει το περιβόητο «θέλω να σε χωρίσω» ο σύντροφός της, μετέβη στο επόμενο βολικότερο για εκείνον νόημα: «Ας χωρίσουμε, ΑΛΛΑ ας μείνουμε συγκάτοικοι!». Μετά από ένα διόλου ευκαταφρόνητο διάστημα η φίλη κατάφερε να του πει «θέλω να φύγεις, άμεσα» και μετά από ένα επίσης διόλου ευκαταφρόνητο διάστημα ο σύντροφός της έγινε πρώην.

Πόση ταλαιπωρία, πόσος πόνος θα είχε αποφευχθεί αν η παραπάνω γυναίκα είχε το θάρρος να πει από την αρχή το αυτονόητο; Δε διάβασε ποτέ καλά τον συνομιλητή της, παρά το ότι τον γνώριζε για δεκαετίες! Έχασε χρόνο, ενέργεια, ευκαιρίες περιμένοντας τον να καταλάβει της κάτι που ο ίδιος ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ να καταλάβει. Φοβούμενη την αντίδρασή του, ή μήπως τον πληγώσει. Η ενέργεια και οι ευκαιρίες μπορεί και να ανακτώνται όμως ο χρόνος ποτέ. Συχνά η ευθύτητα λόγων και πράξεων είναι ο μόνος τρόπος για να μη χαθεί.

Άλλο παράδειγμα που θυμάμαι είναι από την επαγγελματική μου εμπειρία: Ο Σταύρος ήταν αυτό που λέμε στη Λεμεσό «underperformer». Ό,τι κι αν του λέγαμε για να πάρει μπροστά, ο από τη φύση του τεμπελάκος αλλά με εντυπωσιακή αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση Σταύρος, θεωρούσε πως ήταν απλώς «κόλπα για να του κρατάνε το μισθό χαμηλά». Όταν όμως άκουσε το «ή βελτιώνεσαι δραστικά ή φεύγεις» τότε έστρωσε κώλο, έσπασε τα κοντέρ και έσωσε τη θέση του. Επίσης, συχνά οι άνθρωποι κινούνται αποτελεσματικότερα προς τη σωστή κατεύθυνση όταν λαμβάνουν ξεκάθαρα μηνύματα και επιλέγουν ακριβώς τί πρέπει να κάνουν. Οπότε το να τους μιλήσεις ευθέως όχι μόνο δεν τους πληγώνει, αλλά τους προστατεύει από την –συχνά ηθελημένη– άγνοια.

Ένα τρίτο παράδειγμα για το οποίο έχω τσακωθεί αμέτρητες φορές είναι το παράδειγμα γυναικών που επιδεικνύουν το σώμα τους στα κοινωνικά δίκτυα. Μπορεί να το κάνουν από χόμπι, αυταρέσκεια ή απλώς γιατί έτσι τους αρέσει να εκφράζονται, αλλά είναι εντελώς μάταιο να απαιτούν να μη θεωρείται αυτή η τακτική σεξουαλική πρόκληση από μέρος του ανδρικού πληθυσμού. Μιλάμε για την Ελλάδα. Μιλάμε για το σήμερα. Όχι για τη Δανία ή τη Σουηδία. Μιλάμε για ΑΥΤΗ τη χώρα, όχι για την περατζάδα του Σάνσετ Μπούλεβαρντ όπου χιλιάδες καλλίγραμμες γυναίκες βολτάρουν πάνω κάτω με μπικίνι και πατίνια και δεν τρέχει κάστανο. Σε αυτή την περίπτωση και τα δύο μέρη πάσχουν από στρέβλωση επιβεβαίωσης. Επειδή όμως υπεύθυνος για το μήνυμα είναι πρωτίστως ο πομπός θα πρέπει να αποδεχτεί την πραγματικότητα και να προσαρμόσει το μήνυμά του ή να ζήσει με τις συνέπειες των παρερμηνειών του. Αγνοώντας τη σχέση πομπού – δέκτη, δεν καταφέρνει τίποτα.

Όπως και να ‘χει, το να προσαρμόζει κανείς τα μηνύματά του ανάλογα με το συνομιλητή του, να μιλάει στο σωστό χρόνο και να επιλέγει τη σωστή ένταση είναι σχετικά εύκολο αρκεί να αντιλαμβάνεται τις συνέπειες των λόγων του, το timing, τον τόνο καθώς και το ύφος που χρησιμοποιείς ΕΞΙΣΟΥ με το περιεχόμενο του λόγου του. Η εμμονή στην ουσία και μόνο δείχνει συναισθηματική αναπηρία και αυτό είναι το άλλο άκρο που θα πρέπει να αποφεύγεται εκτός αν ο συνομιλητής – δέκτης δεν καταλαβαίνει με τίποτα ή αρνείται να καταλάβει.

Κλείνοντας, θα αναφερθώ στην ανάγκη για ξεκάθαρα μηνύματα όταν μιλάμε για τις επιθυμίες μας. Αναριγώ όταν σκέφτομαι πόση ενέργεια και πόσες ευκαιρίες χάθηκαν παίζοντας το «χαλασμένο τηλέφωνο». Στα μισόλογα, στα υπονοούμενα, στα "ντρέπομαι" και στα "δεν ξέρω πως να στο πω". Κυρίως ευκαιρίες για ευτυχία, που τόσο σπανίζουν. Ή ανάποδα, εγκλωβισμός στη δυστυχία. Αξίζει κανείς να λέει ρητώς αυτά που πιστεύει. Να κάνει ξεκάθαρες τις προθέσεις του και τις επιθυμίες του, αλλά και να λέει –ενίοτε ωμά– όλα αυτά που τον ενοχλούν. Χωρίς φόβο, χωρίς άγχος. Στο κάτω κάτω οι συνέπειες της ευθύτητας δύσκολο να είναι χειρότερες από τις συνέπειες του να ζει κανείς με τα "θέλω" του κλειδωμένα μέσα στα "θέλω" των άλλων.

Νίτσε: Οι περιφρονητές του σώματος

Σ’ αυτούς που το σώμα περιφρονούν θέλω να πω δυο λόγια. Μήτε να πολυδιδαχτούν και μήτε να πολυδιδάξουν πρέπει -φτάνει μονάχα να πουν στο ίδιο τους το σώμα: χαίρε- και τότε θα βουβαθούν.

«Σώμα είμαι και ψυχή» - έτσι μιλάει το παιδί. Και γιατί δε θα ’πρεπε τάχα να μιλάει κανείς σαν τα παιδιά;

Όμως αυτός που ξύπνησε και βλέπει συνειδητά, λέει: Σώμα είμ’ ολόκληρος και τίποτ’ άλλο, κι είναι μια λέξη απλή η ψυχή, για κάτι που έχει σχέση με το σώμα.

Το σώμα είναι ένα μεγάλο λογικό, μια ποικιλία με μια μόνη αίσθηση, ένας πόλεμος και μια ειρήνη, ένα κοπάδι κι ένας βοσκός.

Του σώματός σου όργανο είναι και η μικρή σου λογική, αδερφέ μου που «πνεύμα» την φωνάζεις, ένα μικρό όργανο κι ένα παιχνιδάκι του μεγάλου σου λογικού.

Λες «Εγώ» κι είσαι περήφανος γι’ αυτή τη λέξη. Το πιο μεγάλο όμως -κι αυτό δεν θέλεις να το πιστέψεις- είναι το σώμα σου και το μεγάλο του λογικό! αυτό δε λέει «Εγώ», αυτό δρα σαν «Εγώ».

Ό,τι οι αισθήσεις νιώθουν κι ό,τι το πνεύμα αναγνωρίζει, αυτό δεν αποτελεί τον τελικό σκοπό. Όμως οι αισθήσεις και το πνεύμα πασχίζουν να σε πείσουν ότι αυτό είναι ο σκοπός του παντός: πόσο ματαιόδοξα είναι!

Αισθήσεις και πνεύμα, είν’ όργανα και παιχνιδάκια. Πίσω τους κρύβεται ο «εαυτός». Ο «εαυτός» ερευνάει ακόμα, με τα μάτια των αισθήσεων κι ακούει μετ’ αφτιά του πνεύματος.

Ολοένα ακούει ο «εαυτός» και ψαχουλεύει, ζυγιάζει, εκβιάζει, κατακτάει, ρημάζει. Κυριαρχεί κι είναι όμοια του «Εγώ» κυρίαρχος.

Πίσω από τους στοχασμούς και τα αισθήματά σου, αδερφέ μου, σηκώνεται ένας πιο τρανός αφέντης, ένας άγνωστος σοφός -αυτός ονομάζεται «εαυτός». Κατοικεί στο κορμί σου, είναι το ίδιο το κορμί σου.

Και βρίσκεται πιο πολύ λογικό μέσα στο κορμί σου, παρά μέσα στη σπουδαιότερη σοφία σου. Και ποιος ξέρει τάχα γιατί έχει ανάγκη το κορμί σου τη μεγαλύτερη σοφία σου;

Ο «εαυτός» σου γελάει για το εγώ σου και για τα περήφανα πηδήματά του. «Τι είναι για μένα τούτα τα πηδήματα και τα φτερουγίσματα της σκέψης;» λέει μέσα του: «Ξεστρατίζει το σκοπό μου. Εγώ χειραγωγούμαι από το Εγώ και είμαι των ιδεών ο υποβολέας».

Ο Εαυτός προστάζει το Εγώ: «νιώσε πόνο!» Κι αυτό πονάει και στοχάζεται να μην πονάει πια - κι είν’ αυτό ακριβώς που πρέπει να στοχάζεται.

Ο Εαυτός προστάζει το Εγώ: «νιώσε χαρά!» κι αυτό χαίρεται και στοχάζεται, πώς να χαίρεται πιο πολύ - κι αυτό ακριβώς πρέπει να στοχάζεται.

Στους περιφρονητές του κορμιού θέλω να πω δυο λόγια: Τιμή σ’ αυτούς που περιφρονούν. Τι δημιούργησε όμως την εκτίμηση και την περιφρόνηση, την αξία και τη θέληση;

Ο δημιουργός Εαυτός, δημιούργησε για λογαριασμό του, εκτίμηση και περιφρόνηση, δημιούργησε χαρά και πόνο. Το δημιουργό σώμα, δημιούργησε το πνεύμα, σάμπως χέρι της θέλησής του.

Ακόμα και στη βλακεία σας και στην περιφρόνησή σας, τον Εαυτό σας υπηρετείτε, περιφρονητές του κορμιού. Σας το λέω: Κι ο Εαυτός σας ακόμα θέλει να πεθάνει και ξεμακραίνει από τη ζωή!

Δε μπορεί πια να κάνει αυτό που πολύ θέλει: παραπάνω από τον εαυτό του να δημιουργήσει. Αυτό θέλει πιο πολύ, αυτός είναι ο πόθος του ολάκερος.

Όμως πολύ αργά του είναι κιόλας για κάτι τέτοιο: - κι έτσι ποθεί να δώσει ο εαυτός σας, ω καταφρονητές του κορμιού! Γιατί δε μπορείτε πια να δημιουργήσετε τίποτα πιο πάνω από τον εαυτό σας.

Και τούτος είναι ο λόγος που αγανακτείτε εναντίον του κορμιού και της γης.

Ένας φθόνος ασυνείδητος κρύβεται στη λοξή ματιά της καταφρόνησής σας.

Δεν παίρνω το δρόμο σας, ω καταφρονητές του κορμιού! Δεν είστε για μένα γέφυρα για τον Υπεράνθρωπο!»

Αυτά έλεγε ο Ζαρατούστρας.

Νίτσε, Τάδε έφη Ζαρατούστρας

Μνήμη-δυνάστης ή μνήμη-σύμμαχος;

Κατ’ αρχάς συμπαθάτε με για τον αυτοαναφορικό χαρακτήρα του παρακάτω άρθρου. Μέχρι να βρεθεί ο βιογράφος μου, θα φάτε και λίγο στη μάπα την αυτοαναφορικότητά μου. Ξέρω, ξέρω, χρησιμοποιώ ένα ελάττωμά μου υπέρ μου, αλλά πως διάολο να μιλήσει κανείς για τη μνήμη, χωρίς να επικαλεστεί τη δική του;

Δεν πρέπει να έχει περάσει ημέρα της ενήλικης –συναισθηματικά– ζωής μου που να μην έχω ευχηθεί να έχω υποστεί επιλεκτική αμνησία. Υπάρχουν συγκεκριμένες αναμνήσεις που θα ήθελα να διαγράψω. Αναρωτήθηκα πολλές φορές γιατί η μνήμη μας παρουσιάζει τέτοια προτίμηση στα αρνητικά γεγονότα της ζωής μας. Έφτασα κάποια στιγμή στο συμπέρασμα πως είμαστε γενετικά προγραμματισμένοι, ως είδος, στο να στεκόμαστε στα αρνητικά. Είμαστε fear-driven και deficiency oriented species, όπως λέγαμε και στο χωριό μου, τη Λεμεσό. Η λογικοφανής αιτία είναι πως το γονίδιό μας απαιτεί από εμάς να είμαστε μονίμως αγχωμένοι για την επιβίωσή μας. Και η μνήμη μας, είναι ένα από τα εργαλεία.

-Κάηκες, λοιπόν, από τη φωτιά; Δε θα την ξαναπλησιάσεις.

-Έπεσες από το ποδήλατο; Δε θα το ξανακαβαλήσεις.

-Ερωτεύτηκες και δε σου βγήκε σε καλό; Θα παγώσεις.

Κάπως έτσι. Υπεραπλουστευμένα, αλλά κάπως έτσι.

Οι τραυματικές στιγμές, αποτελούν ασύμμετρη απειλή. Γιατί αρκεί μια μικροσκοπική λέξη ειπωμένη σε μια καίρια –λάθος– στιγμή για να σε διαλύσει. Μια εικόνα που είδες σε λάθος ηλικία. Μια κακία του τύπου "πως είσαι έτσι ρε" από το κακομαθημένο όμορφο κοριτσάκι που γούσταρες και σε έφτυνε στο γυμνάσιο. Ή ένα λοξό βλέμμα από κάποιον που ήθελες να σε κοιτάζει μόνο ευθεία. Τέτοιες στιγμές, η μνήμη μου, τις έχει καταγράψει. Ίσως επειδή τα τραύματα έχουν την ιδιότητα να «χακάρουν το σύστημα» και να καταγράφονται κατευθείαν στη λίστα με τις φοβίες, παρακάμπτοντας το φίλτρο της εκλογίκευσης. Γι’ αυτό και δεν επιδέχονται τέτοιας.

Η επούλωση –η άτιμη– είναι δύσκολη και επίπονη διαδικασία. Ειδικά όταν ξεκινάει μεταχρονολογημένα. Το σύστημα δυσκολεύεται να τη βάλει μπροστά. Ακριβώς γιατί έχει «χακαριστεί». Με αποτέλεσμα να φαντάζει ως μόνη επιλογή η απώθηση της μνήμης. Άλλες φορές γίνεται. Συνήθως όχι. Μπορείς να ξεχάσεις. Είναι εφικτό. Όπως στην ταινία «Βαλς με τον Μπασίρ» όπου ο πρωταγωνιστής έχει διαγράψει τις πικρές μνήμες του από τον πόλεμο Ισραήλ-Λιβάνου.

Όχι εγώ όμως.

Δυστυχώς δε μπορώ να ξεχάσω. Κι επειδή το έχω πάρει απόφαση, διαλέγω να επεξεργαστώ. Να χρησιμοποιήσω τα τραύματά μου, υπέρ μου. Μου φαίνεται πως είναι η μόνη μου επιλογή. Do or die φάση. Αποφάσισα λοιπόν να βάζω μπροστά μου όλες τις δύσκολες στιγμές. Εδώ και ένα περίπου εξάμηνο, μανιωδώς ανασύρω αντί να αποκρύπτω. Σκαλίζω αντί να θάβω. Και το κάνω με πείσμα. Σε βαθμό που να απορώ με την επιμονή μου. Συχνά νιώθω κατάκοπος. Τώρα τελευταία όμως, συνέβη ένα μικρό θαύμα: Η μνήμη μου άρχισε να συνεργάζεται. Όπως προσδοκούσα. Ανασύρω λεπτομέρειες – κλειδιά. Το μυαλό μου κάνει συνάψεις και συνδέει γεγονότα που μέχρι πρότινος ήταν φαινομενικά ασύνδετα. Ελπίζω πως αν επιμείνω πολύ, θα έχω σύντομα τις πρώτες πειστικές απαντήσεις. Και μια κάπως καθαρότερη εικόνα.

Και τότε ίσως σταματήσω να ελπίζω στην αμνησία και να έχω μεταστρέψει τη μνήμη μου. Να την έχω σύμμαχο κι όχι δυνάστη. Στο κάτω κάτω, αυτοί είμαστε. Οι μνήμες, οι φόβοι και οι επιθυμίες μας.

Νομίζω πως το αποφάσισα. Δε θέλω να ξεχάσω τίποτα.

Αδελφική ζήλια: Πώς μπορούμε να τη διαχειριστούμε αποτελεσματικά

Η αδελφική ζήλια για το νέο μωρό είναι κατανοητή και θα λέγαμε αναμενόμενη από όλους τους γονείς, αλλά τι κάνουμε όταν έχουν περάσει κάποια χρόνια και το παιδί ζηλεύει ακόμα; Ίσως οι γονείς να νιώθουν και εξουθενωμένοι ψυχολογικά από τη ζήλια και την ανάγκη για συνεχή προσοχή.

Όπως πολλοί γονείς παρατηρούν, πολύ μετά τη γέννηση του δεύτερου ή τρίτου παιδιού τους, η ζήλια δυσκολεύει τη σύνδεση ανάμεσα στα αδέρφια. Το παιδί μπορεί να συμπεριφέρεται καλά σε κάθε άλλη περίσταση, αλλά όταν το θέμα στρέφεται στον αδερφό/ αδερφή, καταλήγουν και τα δύο να ανταγωνίζονται για λίγο από το χρόνο σας.

Και εσείς αποφασίσατε να του δώσετε την προσοχή σας. Δυστυχώς όμως αυτό δεν φάνηκε να λειτουργεί, το αντίθετο μάλιστα, φάνηκε να γυρνά μπούμερανγκ. Όσο περισσότερη προσοχή δίνετε στο παιδί που ζηλεύει, τόσο περισσότερη αναζητά. Προσπαθείτε να είστε δίκαιοι, αλλά τα πράγματα περιπλέκονται.

Πώς να καταπολεμήσουμε την αδερφική ζήλια

Ποτέ δεν είναι αργά να χτίσετε μια ισχυρή αδερφική σχέση, ακόμα κι αν έχουν περάσει χρόνια από τότε που γεννήθηκε το μικρότερο παιδί. Πολλοί γονείς εσφαλμένα υποθέτουν ότι η αδερφική ζήλια είναι απλά η νόρμα – ότι τα παιδιά μαλώνουν συνέχεια και ότι δεν υπάρχει τρόπος βελτίωσης. Κι όμως υπάρχει και μπορείτε να κάνετε πολλά για να λήξετε την αδερφική ζήλια, χωρία να σας αφήνει η διαδικασία εξουθενωμένους ψυχολογικά.

1. Επαινέστε το μεγαλύτερο παιδί που είναι τόσο καλός αδερφός/ αδερφή

Μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε, αν προσπαθήσουμε, σε τι εστιάζουμε τις σκέψεις και την προσοχή μας, σωστά; Αν η συμπεριφορά του παιδιού φαίνεται να επιβεβαιώνει τη ζήλια του/της, τότε πιθανότατα θα εντοπίζεται ακόμα περισσότερες περιπτώσεις στις οποίες ζηλεύει. Άλλωστε, όλοι θέλουμε να έχουμε δίκιο, οπότε βρίσκουμε τρόπους να «αποδεικνύουμε« ότι έχουμε.

Το πρόβλημα είναι, ότι έτσι είναι λιγότερο πιθανό να εντοπίζετε τις φορές όπου συμπεριφέρεται τελικά καλά. Το κόλπο είναι επίτηδες να ψάχνετε για τις στιγμές εκείνες κατά τις οποίες φέρεται σωστά ως αδερφός/ αδερφή και να τις αναδεικνύετε. Έτσι θα επαινείτε την θετική συμπεριφορά και θα διορθώνεται η αρνητική συμπεριφορά.

2. Ενθαρρύνετε τη συνεργασία, όχι τον ανταγωνισμό

Σας φαίνεται σαν τα παιδιά σας συνεχώς να μαλώνουν για να δουν ποιο είναι καλύτερο; Ο ανταγωνισμός δεν χρειάζεται να είναι ο «συνηθισμένος« τρόπος με τον οποίο αντιδρούν τα παιδιά. Για την ακρίβεια, ενθαρρύνετέ τα να συνεργάζονται, όχι να ανταγωνίζονται το ένα με το άλλο.

Όσο λιγότερο βλέπουν τα αδέρφια ως εχθρούς, τόσο περισσότερο αναγνωρίζουν την αξία του να έχουν αδερφό/ αδερφή. Έτσι, για παράδειγμα, μπορείτε να παίζετε επιτραπέζια, στα οποία εσείς είστε οι ανταγωνιστές και αυτοί οι σύμμαχοι.

3. Κάνετε τα παιδιά να νιώθουν ότι τα λογαριάζετε

Η αδερφική ζήλια εμφανίζεται συχνά επειδή ένα από τα παιδιά νιώθει απομονωμένο. Και αυτό μπορεί να συμβεί με διάφορους τρόπους. Βρείτε όμως εσείς το κλειδί εκείνο που θα τα κάνει να νιώθουν ότι τα υπολογίζετε. Αντί, για παράδειγμα, να μαγειρεύετε ενώ τα παιδιά παίζουν, φωνάξτε το ένα παιδί να σας βοηθήσει να κόψετε τη σαλάτα ή να ετοιμάσετε το τραπέζι.

4. Μην κάνετε συγκρίσεις ανάμεσά τους

Τα παιδιά ακούνε αυτό που λέμε, και καταλαβαίνουν ακόμα και τη γλώσσα του σώματος. Ξέρουν ότι μιλάμε για το ποιο από τα δύο περπάτησε πρώτο ή αν το ένα από τα δύο είναι πιο ευερέθιστο. Αυτές οι συγκρίσεις μπορούν να οξύνουν την αδερφική ζήλια που ήδη νιώθουν και να μειώσουν τις πιθανότητες για βαθιά σύνδεση ανάμεσα στα αδέρφια.

Αντί να συγκρίνετε, λοιπόν, μιλήστε για τα σημαντικά επιτεύγματα και τα ενδιαφέροντα στοιχεία του κάθε παιδιού, χωρίς να αναφέρεται το άλλο. Και μην μιλάτε για το τι θα έκανε το άλλο παιδί στην κάθε περίσταση, κάτι που θα υπονοεί ότι το ένα από αυτά είναι καλύτερο.

S. FREUD: Η Ψυχολογία των μαζών

Η αντίθεση ανάμεσα στην ατομική και την κοινωνική ψυχολογία ή ψυχολογία των μαζών, η οποία εκ πρώτης όψεως ενδέχεται να μας φαίνεται πολύ σημαντική, χάνει ύστερα από λεπτομερέστερη παρατήρηση μεγάλο μέρος της έντασής της. Η ατομική ψυχολογία ασχολείται μεν με τον μεμονωμένο άνθρωπο και παρακολουθεί τους τρόπους με τους οποίους εκείνος προσπαθεί να επιτύχει την ικανοποίηση των ενορμήσεών του, σπάνια ωστόσο, και υπό ορισμένες συνθήκες, βρίσκεται στη θέση να μη συνυπολογίσει τις σχέσεις του συγκεκριμένου ανθρώπου με άλλα άτομα. Στην ψυχική ζωή του μεμονωμένου ανθρώπου, ο Άλλος εκλαμβάνεται συχνά ως πρότυπο, ως αντικείμενο, ως βοηθός ή ως αντίπαλος, και συνεπώς η ατομική ψυχολογία είναι εξαρχής ταυτόχρονα και κοινωνική ψυχολογία, υπό αυτήν τη διευρυμένη αλλά απόλυτα δικαιολογημένη έννοια.

Η σχέση του μεμονωμένου ανθρώπου με τους γονείς του και τα αδέλφια του, με το αντικείμενο της αγάπης του και με το γιατρό του, όλες δηλαδή οι σχέσεις που έως τώρα αποτελούσαν το κύριο αντικείμενο της ψυχαναλυτικής έρευνας, μπορούν να εγείρουν την αξίωση να αναγνωριστούν ως κοινωνικά φαινόμενα και σε αυτή την περίπτωση θα έρθουν σε αντίθεση με τις διεργασίες που ονομάζουμε ναρκισσιστικές και στις οποίες η ικανοποίηση των ενορμήοεων ξεφεύγει την επιρροή άλλων προσώπων ή παραιτείται από αυτά. Η αντίθεση ανάμεσα στις κοινωνικές και τις ναρκισσιστικές —ο Bleuler ίσως θα έλεγε αυτιστικές— ψυχικές πράξεις εμπίπτει λοιπόν απολύτως στο πεδίο της ατομικής ψυχολογίας και δε δικαιολογεί το διαχωρισμό της από μια κοινωνική ψυχολογία ή ψυχολογία των μαζών.

Στις σχέσεις που ανέφερα προηγουμένως με τους γονείς και τα αδέρφια, με την ερωμένη, με το φίλο και με το γιατρό, ο μεμονωμένος άνθρωπος βιώνει πάντα την επιρροή ενός μόνο προσώπου ή ενός πολύ μικρού αριθμού προσώπων, το καθένα από τα οποία έχει αποκτήσει εξαιρετικά μεγάλη σημασία γι αυτόν. Έχουμε συνηθίσει, όποτε μιλούμε για κοινωνική ψυχολογία ή ψυχολογία των μαζών, να παραβλέπουμε αυτές τις σχέσεις και να απομονώνουμε ως αντικείμενο έρευνας τον ταυτόχρονο επηρεασμό του ατόμου από ένα μεγάλο αριθμό προσώπων με τα οποία το συνδέει κάτι, παρόλο που κατά τα άλλα μπορεί να του είναι ξένα από πολλές απόψεις. Η ψυχολογία των μαζών πραγματεύεται λοιπόν το μεμονωμένο άνθρωπο ως μέλος μιας φυλής, ενός λαού, μιας κάστας, μιας κοινωνικής θέσης, ενός θεσμού ή ως συστατικό στοιχείο ενός ανθρώπινου πλήθους που σε μια συγκεκριμένη στιγμή οργανώνεται σε μάζα για ένα συγκεκριμένο σκοπό. Ύστερα από αυτήν τη διάρρηξη μιας φυσικής συνάφειας, ήταν εύκολο να θεωρήσουμε τις εκφάνσεις που παρουσιάζονται κάτω από αυτές τις ιδιαίτερες προϋποθέσεις ως εκδηλώσεις μιας ιδιαίτερης, μη αναγόμενης περαιτέρω ενόρμησης -herd instinct, group mind-, η οποία υπό άλλες συνθήκες δεν εκφράζεται. Μπορούμε όμως κάλλιστα να αντιτείνουμε ότι μας είναι δύσκολο να παραχωρήσουμε μια τόσο μεγάλη σπουδαιότητα στο στοιχείο του αριθμού, πως μόνο αυτό είναι σε θέση να ξυπνήσει στην ανθρώπινη ψυχική ζωή μια νέα και, κατά τα άλλα, μη ενεργοποιημένη ενόρμηση. Έτσι, η προσδοκία μας οδηγείται σε δύο άλλες δυνατότητες: ότι η κοινωνική ενόρμηση δεν μπορεί να είναι πρωταρχική και αδιαίρετη και ότι οι απαρχές του σχηματισμού της μπορούν να βρεθούν σε στενότερο κύκλο, όπως για παράδειγμα σε αυτόν της οικογένειας.

Η ψυχολογία των μαζών, παρόλο που βρίσκεται στα αρχικά της στάδια, περικλείει μια ανυπολόγιστη ακόμη πληθώρα μεμονωμένων προβλημάτων και θέτει στον ερευνητή αμέτρητα προβλήματα που μέχρι τώρα δεν έχουν καν ταξινομηθεί σωστά. Η απλή ομαδοποίηση των διαφορετικών μορφών μαζικού σχηματισμού και η περιγραφή των ψυχολογικών φαινομένων που εκδηλώνονται από αυτές απαιτούν μεγάλη επένδυση σε παρατήρηση και εξεικόνιση και έχουν ήδη δώσει πλούσια βιβλιογραφία. Όποιος συγκρίνει αυτό το λεπτό βιβλιαράκι με το εύρος της ψυχολογίας των μαζών, εύκολα θα υποθέσει ότι εδώ δεν πραγματεύομαι παρά μόνο λίγα από τα σημεία τou συνολικού υλικού. Και όντως θα είναι μερικά μόνο ερωτήματα, για τα οποία η βαθύτερη έρευνα της ψυχανάλυσης δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

S. FREUD, ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΜΑΖΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΕΓΩ

Τον Ιαβέρη τον δίκασε η συνείδησή του

Στο μυθιστόρημα των Αθλίων – που ως το τέλος της δεκαετίας του 1950 διαβαζόταν και δεν έλειπε από καμία βιβλιοθήκη πνευματικού ανθρώπου, ενώ το επιστημονικό περιοδικό της εποχής Ήλιος το δημοσίευε σε συνέχειες – οι χαρακτήρες είναι θετικοί ή αρνητικοί με εξαίρεση, θα έλεγα, τον Ιαβέρη, μολονότι για τους αναγνώστες του βιβλίου κατατάσσεται και αυτός στα αρνητικά πρόσωπα. Και κατατάσσεται στα αρνητικά πρόσωπα, γιατί σε όλο το βιβλίο, αν και παρουσιάζεται ως άνθρωπος του υπηρεσιακού καθήκοντος, τηρεί πάντα το γράμμα του νόμου και όχι το πνεύμα. Και τέτοιοι άνθρωποι είναι και σήμερα πολλοί. Ο Ιαβέρης όμως δεν ήταν μόνο αυτό που φαίνεται σε όλο σχεδόν το βιβλίο. Υπάρχει μια άγνωστη πλευρά στον χαρακτήρα του που είναι τελείως απαρατήρητη για τον μέσο τουλάχιστον αναγνώστη. Ο επιθεωρητής Ιαβέρης, έτσι τον φαντάστηκε και τον ήθελε ο Ουγκώ, ήταν ακόμη κάτι, ήταν αυστηρός και μάλιστα πολύ αυστηρός με τον εαυτό του. Και σήμερα τέτοιοι άνθρωποι σπανίζουν, αν δεν έχουν εκλείψει κιόλας.

Όταν μετά από χρόνια εδέησε να συλλάβει τον Γιάννη Αγιάννη μες στην αντάρα της Επανάστασης του 1832, είδε με έκπληξη ότι ο Γιάννης Αγιάννης δεν ήταν μόνος. Είχε στη ράχη του έναν βαριά τραυματισμένο νέο άνθρωπο, ένα παιδί που μόλις είχε αφήσει την εφηβεία του, τον πολύ γνωστό σε όλους μας Marius Pontmercy.

Κάτι έσπασε τότε μέσα του, όταν είδε αυτόν τον κατάδικο, τον στιγματισμένο από την κοινωνία, που είχε πάει στη φυλακή για ένα καρβέλι ψωμί, να προσπαθεί να σώσει τη ζωή ενός νέου ανθρώπου. Στη συνείδησή του άρχισε να λειτουργεί ένα δικαστήριο και αυτός που δικαζόταν δεν ήταν πια ο Γιάννης Αγιάννης , αλλά ο ίδιος, ο Επιθεωρητής Ιαβέρης. Για να μεταφέρουν, ωστόσο, τον τραυματία στο σπίτι του, Ζιλνορμάν, οδός Καλογραιών 6, πήρανε άμαξα. Σαν έφτασαν στο σπίτι, ο αμαξάς ζήτησε, εκτός από τη μεταφορά των επιβατών, αποζημίωση γιατί το αίμα του τραυματία λέρωσε το βελούδο της άμαξας. «Τι θέλεις για τα κόμιστρα και τη ζημιά σου;» του είπε ο Ιαβέρης. «80 φράγκα» είπε ο αμαξάς. Τον πλήρωσε και τον έδιωξε. Τότε είπε στον Γιάννη Αγιάννη: «Πήγαινέ τον μέσα στο σπίτι και εγώ σε περιμένω εδώ έξω». Γύρισε και τον κοίταξε ο Γιάννης Αγιάννης γιατί αυτή η συμπεριφορά του Ιαβέρη ήταν ασυνήθιστη. Και πράγματι ήταν… Μόλις ο Γιάννης Αγιάννης μπήκε με τον Μάριο φορτωμένος στο σπίτι, ο Ιαβέρης έφυγε και πήγε σε ένα αστυνομικό τμήμα. Ζήτησε χαρτί, πένα , μελάνι και ένα κερί, γιατί ήταν προχωρημένη νύχτα, και συνέταξε ένα υπηρεσιακό σημείωμα για την κατάσταση που επικρατούσε στις φυλακές. Στο τέλος υπέγραψε από κάτω:

Ιαβέρης

Επιθεωρητής α΄τάξεως

7 Ιουνίου 1832, ώρα 1η πρωινή

Το παρέδωσε εκεί με προορισμό τον Διευθυντή του τμήματος, για να είναι εντάξει στην υπηρεσία του, και μετά τράβηξε για τον Σηκουάνα. Όταν έφτασε στην πιο απόκρημνη όχθη του ποταμού, έβγαλε το καπέλο του και το απόθεσε κάτω στο χώμα. Αμέσως μετά κοίταξε για λίγο το βάραθρο που είχε μπροστά του και χωρίς κανένα δισταγμό ρίχτηκε στα παγωμένα νερά του ποταμού.

Ήταν απ’ αυτούς που εκφράζονται με πράξεις και όχι με λόγια.

Κογκρέσο: Για πρώτη φορά σε δημόσια ακρόαση η πιθανότητα ύπαρξης εξωγήινης ζωής

Για πρώτη φορά το Πεντάγωνο έσπασε τη σιωπή του σε σχέση με την μέχρι τώρα γνώση του περί εξωγήινης ζωής σε δημόσια ακρόαση του Κογκρέσου.

Το ενδιαφέρον είναι πως από τις ενδείξεις προκύπτει ότι είναι πολύ πιθανό να υπάρχει εξωγήινη ζωή και τίθεται το ερώτημα κατά πόσο ασφαλές είναι να αποκαλυφθεί η παρουσία τους.

Πρόκειται για την πρώτη τέτοιου είδους επίσημη συζήτηση από τη δεκαετία του 1960, η οποία και περιλαμβάνει το σύνολο των πληροφοριών που έχουν συλλεχθεί μέσα στις δεκαετίες.

Πολλοί αναρωτιούνται αν υπάρχουν εξωγήινοι στο Σύμπαν και ακόμα περισσότερο εάν είναι σώφρων να προσπαθούμε να τους εντοπίσουμε και να επικοινωνήσουμε μαζί τους.

Κατά τη γνώμη του γράφοντος στατιστικά και μαθηματικά είναι πρακτικά αδύνατο να μην υπάρχει εξωγήινοι ζωή. Το σύμπαν έχει πολλά δισεκατομμύρια γαλαξιών και κάθε Γαλαξίας έχει εκατομμύρια ήλιος και άρα ηλιακά συστήματα.

Περισσότερο σημαντικό είναι να απαντήσουμε στο ερώτημα κατά πόσο είναι ασφαλές να έχουμε μία επικοινωνία με κάποιου είδους εξωγήινων οντοτήτων καθώς αναπτύσσει οντότητες υποθέσουμε ότι ταξιδεύουν στο Σύμπαν αυτό σημαίνει πως θα διαθέτουν φοβερές τεχνολογικές δυνατότητες κατά πολύ ανώτερο από τις δικές μας, με άλλα λόγια θα μπορούν να μας καταστρέψουν με μοναδική ευκολία.

Ένας τεχνολογικά εξελιγμένο πολιτισμός διαθέτει τα καλά και τα κακά ενός… τεχνολογικά εξελιγμένο πολιτισμού.

Τα καλά δεν είναι απειλητικά, τα κακά όμως είναι. Ιστορικά από την Ανθρωπότητα γνωρίζουμε πως η εξελιγμένοι πολιτισμοί βλέπουν πάντα τους κατώτερους πολιτισμικά, ως είδος προς εκμετάλλευση.

Και πάντοτε αναζητούν καινούργιους πόρους, είτε πρώτες ύλες είτε ενέργεια.

Θα πει κάποιος ένας εξελιγμένος εξωγήινος πολιτισμός πρέπει οπωσδήποτε να θέλει να κατακτήσει έναν κατώτερο; Υψηλή νοημοσύνη δε σημαίνει και ότι αντιστοίχως το είδος θα διαθέτει και ηθική ανωτερότητα. Αυτά τα δύο δε συμβαδίζουν.

Πέραν όμως της υποτιθέμενης μελλοντικής συμπεριφοράς των εξωγήινων υπάρχει και ένα άλλο είδος απειλής για την Ανθρωπότητα και αυτό είναι ότι μία εξωγήινη φυλή μπορεί να μεταφέρει μικρόβια τα οποία να είναι θανατηφόρα για τον άνθρωπο.

Είναι λογικό ότι ένα εξωγήινο είδος το οποίο ζει σε άλλο περιβάλλον μπορεί να μεταφέρει αρρώστιες και νόσους που για εμάς να είναι εντελώς «ασύμβατες».

Πάντως την εμμονή για την ανακάλυψη εξωγήινων δεν την κάμπτει ούτε ο Αμερικανός θεωρητικός φυσικός Μίκιο Κάκου, ο οποίος επανέλαβε την πάγια θέση του Στίβεν Χόκινγκ ότι η επαφή με έναν προηγμένο εξωγήινο πολιτισμό θα είχε ολέθριες επιπτώσεις για την ανθρωπότητα.

«Η προσπάθεια του ανθρώπου να εντοπίσει και πολύ περισσότερο να επικοινωνήσει με προηγμένους εξωγήινους πολιτισμούς είναι μια εξαιρετικά κακή ιδέα».

Αξίζει να θυμηθούμε τη διαδικασία στο Κογκρέσο, κατά τη διάρκεια της οποίας, δύο ειδικοί ερωτήθηκαν για το τί γνωρίζουν για τις θεάσεις UFΟ.

Μεταξύ άλλων επίσημων στοιχείων, παρουσίασαν μία έκθεση του Πενταγώνου με ημερομηνία του Ιουνίου 2021. Εκεί αποκαλύφθηκε ότι πιλότοι του αμερικανικού Ναυτικού έχουν αναφέρει 144 θεάσεις αγνώστων εναέριων αντικειμένων από το 2004 μέχρι το 2021.

Στις θεάσεις αυτές δεν περιλαμβάνονταν οι θεάσεις απλών πολιτών που είναι χιλιάδες, άλλες αυθαίρετες κι άλλες ενδιαφέρουσες.

Η έκθεση κατέληγε στο συμπέρασμα ότι «πιθανώς πρόκειται για φυσικά φαινόμενα». Αναφέρθηκε, μάλιστα, ότι από τα εκατοντάδες, ειδικά 18 εμφάνισαν μία ιδιαίτερη πορεία.

«Παρέμεναν ακίνητα στους ανέμους ψηλά, κινήθηκαν αντίθετα με τον άνεμο, ελίχθησαν απότομα ή ανέπτυξαν σημαντική ταχύτητα, χωρίς ευδιάκριτα μέσα πρόωσης», σύμφωνα με την έκθεση.

Μία από τις φήμες που έχουν κατά καιρούς κυκλοφορήσει ευρέως και αναμενόταν με αγωνία να συμπεριληφθεί ως μέρος της συζήτησης είναι αυτή περί μυστικών εργαστηρίων με εξωγήινους και διαστημόπλοια.

Ακόμα και ο ίδιος ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, μετά τη θητεία του, εξομολογήθηκε: «Μόλις ανέλαβα προεδρικά καθήκοντα, σκέφτηκα εάν υπήρχε κάπου εργαστήριο κρυμμένο με εξωγήινους και διαστημόπλοια. Στη συνέχεια κάναμε έρευνα και διαπιστώσαμε ότι δεν υπάρχουν». Το μέλος του Κονγκρέσου Μάικ Γκάλαγκερ στο ίδιο μήκος κύματος δήλωσε ότι δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να υποδεικνύει ότι μια μυστική τοποθεσία κυβερνητικών αξιωματούχων κρύβει αιχμαλωτισμένους εξωγήινους, διαστημόπλοια και άλλα μυστηριώδη ευρήματα.

«Η αναζήτηση ζωής μακριά από τη Γη είναι ένα συναρπαστικό εγχείρημα που μπορεί να προκαλέσει τρομερές ανακαλύψεις στο κοντινό μέλλον. Όμως δεδομένου του ότι ο αριθμός των διαστημικών αποστολών αυξάνεται διαρκώς, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που θα επιστρέψουν στη Γη, είναι κρίσιμης σημασίας ζήτημα να μειώσουμε τους κινδύνους μόλυνσης και στις δύο κατευθύνσεις» αναφέρει ο Άντονι Ρικιάρντι, καθηγητής του τομέα βιολογίας εισβολών στο Πανεπιστήμιο McGill. Ο τομέας αυτός ασχολείται με τη μελέτη ειδών που προερχόμενα από άλλο οικοσύστημα εισβάλουν σε κάποιο άλλο.

Ο Ρικιάρντι και οι συνεργάτες του υποστηρίζουν ότι πρέπει να υπάρξει συντονισμός ανάμεσα σε αστροβιολόγους και βιολόγους εισβολών για την αντιμετώπιση πιθανών απειλών. Ο βουλευτής Άντρε Κάρσον, πρόεδρος της Υποεπιτροπής Αντιτρομοκρατίας κι Αντικατασκοπείας της αμερικανικής Βουλής, αποκάλυψε ότι παραπάνω από πέντε δεκαετίες νωρίτερα, η κυβέρνηση των ΗΠΑ τερμάτισε το Project Blue Book. Ήταν ένα μυστικό πρόγραμμα, το οποίο είχε ως στόχο την καταγραφή και κατανόηση αντικειμένων στον αέρα που δεν μπορούσαν να ερμηνευτούν και να κατηγοριοποιηθούν.

Η εξήγηση που δόθηκε για το τέλος του εγχειρήματος ήταν ότι «για περισσότερα από 20 χρόνια, αυτό το έργο αντιμετώπιζε άγνωστες ανωμαλίες στον εναέριο χώρο μας ως απειλή για την εθνική ασφάλεια που έπρεπε να παρακολουθηθεί και να διερευνηθεί», είπε ο Κάρσον. Πρόκειται για μία ιδιαίτερα δυσνόητη εξήγηση.

Μία άλλη, όμως, άκρως ενδιαφέρουσα πληροφορία που ακούστηκε στο Κογκρέσο ήταν ότι το 2017 το υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ είχε επανεκκινήσει αθόρυβα έναν παρόμοιο πρόγραμμα που παρακολουθεί συστηματικά αυτό που αποκαλείται “άγνωστα εναέρια φαινόμενα”.

Το Κογκρέσο, μάλιστα, τροποποίησε το καταστατικό του οργανισμού, ο οποίος τώρα ονομάζεται Ομάδα Αερομεταφερόμενης Αναγνώρισης Αντικειμένων και Συγχρονισμού Διαχείρισης, εν συντομία AOIMSG. «Επιτέλους, βγάζουμε αυτόν τον οργανισμό από τη σκιά», είπε ο Κάρσον. «Αυτή η ακρόαση και το έργο εποπτείας της έχει στον πυρήνα της μια απλή ιδέα: ότι τα μη αναγνωρισμένα εναέρια φαινόμενα αποτελούν πιθανή απειλή για την εθνική ασφάλεια. Και πρέπει να αντιμετωπίζονται με αυτόν τον τρόπο».

Είναι η πρώτη φορά που όχι μόνο η ύπαρξη εξωγήινης ζωής, αλλά και οι πιθανοί κίνδυνοι που αυτή επιφέρει επιβεβαιώνονται επίσημα ως ερώτημα.

«Οι αναφορές υπάρχουν εδώ και δεκαετίες κι όμως δεν είχαμε έναν τακτικό τρόπο διαχείρισης και συγκέντρρωσής τους, ώστε να αναφέρονται –χωρίς στίγμα– και να διερευνώνται με σοβαρότητα», δήλωσε ο Άνταμ Σκιφ, πρόεδρος της Επιτροπής Πληροφοριών. «Αυτό πρέπει να αλλάξει».

Κατά τη διάρκεια της πολύωρης συζήτησης, ήταν ξεκάθαρο ότι το ζήτημα της εξωγήινης ζωής και της σχετικής έρευνας πρέπει να αντιμετωπίζονται ως «θέμα εθνικής ασφάλειας. Αυτό το μήνυμα πρέπει να διαδοθεί σε ολόκληρη την κυβέρνηση των ΗΠΑ», ανακοίνωσε το μέλος της ειδικής Επιτροπής. «Όταν εντοπίζουμε κάτι που δεν καταλαβαίνουμε ή δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε στον εναέριο χώρο μας, είναι δουλειά εκείνων που εμπιστευόμαστε για την εθνική μας ασφάλεια να ερευνήσουν. Και να αναφέρουν πίσω στους αρμόδιους».

Πολλοί, όμως, εξέφρασαν τη δυσαρέσκειά τους για την εν λόγω συζήτηση στο Κογκρέσο. Οι επιστήμονες που έχουν αφιερωθεί στην εξωπλανητική δραστηριότητα, δίχως ίχνος συνομωσιολογικής διάθεσης, δεν έκρυψαν την απογοήτευσή τους.

«Ήταν πολλά υποσχόμενη σε δεσμεύσεις και υποσχέσεις, αλλά στην πραγματικότητα απουσίαζαν οι ουσιαστικές λεπτομέρειες. Μεσούσης της συζήτησης έγινε πολύς λόγος για “αισθητήρες” και “βάσεις δεδομένων”, αλλά τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν ήταν ασήμαντα».

Πράγματι, ένα αντικείμενο που βρέθηκε στο κέντρο της κοινοβουλευτικής συζήτησης ως “Βίντεο 1 2021” ήταν τόσο δύσκολο να το δεις, ώστε οι παραβρισκόμενοι ζήτησαν το ντοκουμέντο να παιχτεί ξανά, ώστε να κατανοήσουν τί ακριβώς βλέπουν. Όταν τελικά απομονώθηκε το στιγμιότυπο, μετά βίας μπορούσε κανείς να διακρίνει ένα μικροσκοπικό στρογγυλό αντικείμενο χωρίς λεπτομέρειες. Το αντικείμενο, που καταγράφηκε μέσα από το πιλοτήριο ενός αεροσκάφους FA-18 εθεάθη επίσης από τον πιλότο του Πολεμικού Ναυτικού που πετούσε το αεροσκάφος.

«Πολύ πιθανό αυτό ήταν απλώς ένα μπαλόνι που το αεροσκάφος πέταξε με μεγάλη ταχύτητα», δήλωσε αυτός που παρουσίασε το υλικό.

Δεν έλειψαν αργότερα, τα καυστικά σχόλια. «Αυτό το δείχνουν ως μία από τις σημαντικότερες αποδείξεις των τελευταίων δεκαετιών και υποτίθεται ότι πρέπει να μη γελάσουμε;» έγραψε ένας φυσικός στα σόσιαλ μίντια. Δεν ήταν το μοναδικό βίντεο που προβλήθηκε. Ένα ακόμα έδειχνε «αντικείμενα σε σχήμα τριγώνου» όπως αποτυπώθηκαν από συσκευή νυχτερινής όρασης.

Μετά την ακρόαση, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που θεώρησαν την όλη διαδικασία, ως ένα ακόμα πρόσχημα για τη δαπάνη περισσότερων χρημάτων των φορολογουμένων. «Χρειαζόμαστε περισσότερους αισθητήρες! Χρειαζόμαστε περισσότερες βάσεις δεδομένων! Χρειαζόμαστε περισσότερο προσωπικό» ήταν το βασικό συμπέρασμα.

Ο Ρόμπερτ Πάουελ μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου του Scientific Coalition for UAP Studies φάνηκε να είναι λιγότερο αυστηρός. «Ήταν ένα βήμα προόδου, καθώς υπήρξε η δέσμευση να δημοσιοποιηθούν στην πορεία όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το θέμα των εξωγήινων και φαίνονταν αφοσιωμένοι στην προσπάθεια επίλυσης του αινίγματος», σχολίασε.

Άλλοι φυσικοί πρότειναν το Ναυτικό των ΗΠΑ να εξοπλίσει ορισμένα από τα αεροσκάφη του με φασματικούς αναλυτές και συστήματα ηλεκτρομαγνητικής ανίχνευσης ευρείας ζώνης, ώστε να είναι σε θέση να καταγράψει οποιοδήποτε άγνωστο αντικείμενο συναντήσει. Ο Αλεχάνδρο Ρόχας είναι ένας έμπειρος ερευνητής UFO που υπηρετεί ως επικεφαλής δημοσίων σχέσεων για τον Επιστημονικό Συνασπισμό για Μελέτες UAP. Εξέφρασε την ελπίδα του το όλο ζήτημα θα αντιμετωπιστεί πιο σοβαρά ως αποτέλεσμα της πρόσφατης ακρόασης. «Όλοι, από τα μέλη που κάνουν ερωτήσεις στους μάρτυρες, φαίνεται να παίρνουν το θέμα πολύ σοβαρά. Ας ελπίσουμε ότι αυτό θα βοηθήσει στην άμβλυνση του στίγματος που παρεμπόδισε τη μέχρι τώρα σοβαρή έρευνα για το ζήτημα αυτό».

Άλλοι ειδικοί τόνισαν τη σημασία της κατάλληλης εκπαίδευσης μη στρατιωτικών ερευνητικών ομάδων. Κατά τη γνώμη τους, αυτή θα συμβάλει στην κάλυψη του μεγάλου κενού που αποκαλύφθηκε στην ακρόαση. Το απλό κοινό που περίμενε με ανυπομονησία την ακρόαση δήλωσε απογοητευμένο, ή αν μη τί άλλο όχι και τόσο διαφωτισμένο για ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια.

Άλλοι απλά θεώρησαν ότι τη στιγμή που η ανθρωπότητα βρίσκεται κοντά ακόμα και σε πόλεμο, δεν είναι καιρός να μας απασχολούν τα “πράσινα ανθρωπάκια” και οι ιπτάμενοι δίσκοι. Αντιθέτως, υπάρχουν και οι ερευνητές εκείνοι με επικεφαλής τον Άνταμ Φρανκ (φυσικός και αστρονόμος στο Πανεπιστήμιο Ρότσεστερ των ΗΠΑ) που αναφέρουν σε μελέτη τους ότι οι προηγμένοι εξωγήινοι πολιτισμοί είναι πολύ πιθανό να αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα στον πλανήτη τους με αυτά που αντιμετωπίζει ο δικός μας πλανήτης με τις κλιματικές αλλαγές. Κάτι που ίσως επισπεύσει την “συνάντηση” μας.

Η πλειονότητα των ερευνητών, πάντως, διαφωνεί. Αν και εμφανίζεται πεπεισμένη για την ύπαρξη νοήμονος εξωγήινου πολιτισμού, υποστηρίζει ότι είναι τόσο μακριά που οποιαδήποτε επαφή δεν είναι εφικτή. Ενδεικτικό παράδειγμα ο Βρετανός φυσικός για μικροσωματίδια Μπράιαν Κοξ που δήλωσε ότι «υπάρχουν και άλλοι εκεί έξω στα περί τα δύο τρισεκατομμύρια γαλαξίες στο ορατό Σύμπαν, αλλά είναι χιλιάδες χρόνια μακριά».

Όπως και να έχει, η ύπαρξη εξωγήινης ζωής παραμένει ένα από τα βασικά ερωτήματα. Ενδιαφέρον, πάντως, παρουσιάζει ότι αμέσως μετά την ακρόαση στο Κογκρέσο, εντοπίστηκε και η πιθανή προέλευση του Wow! Signal (Σήμα Ουάου!), του πιο διάσημου εξωγήινου ραδιοσήματος στην ιστορία. Θυμίζουμε ότι το 1977 αστρονόμοι από το Οχάιο κατέγραψαν ένα μοναδικό σήμα από το διάστημα.

Ήταν τόσο ισχυρό, ώστε ένας από τους αστρονόμους σημείωσε στο εκτυπωμένο σήμα το επιφώνημα “ουάου!”.

Μετά από πολλά χρόνια προσπαθειών, κανείς δεν μπόρεσε να εντοπίσει την πηγή του σήματος, ή να εξηγήσει το ισχυρό και μοναδικό σήμα, το οποίο είχε διάρκεια 72 δευτερολέπτων. Φαίνεται να προήλθε από ένα άστρο σαν τον Ήλιο, που βρίσκεται σε απόσταση 1.800 ετών φωτός από εμάς, στον αστερισμό του Τοξότη.

Xαλίλ Γκιμπράν - Οι Επτά Εαυτοί

Στο ποίημά του “οι επτά εαυτοί” ο Χαλίλ Γκιμπράν παρουσιάζει μια συζήτηση που άκουσε κάποια νύχτα ανάμεσα στους 7 εαυτούς του, ο καθένας είχε τον δικό του λόγο να γκρινιάζει για το πόσο δυστυχισμένος είναι και για το πόσο δύσκολο είναι το έργο του, ώσπου στο τέλος μιλά και ο έβδομος εαυτός που προσπαθεί να εναρμονίσει όλους τους επαναστατημένους εαυτούς λέγοντας:”..

Στη σιωπηλότερη ώρα της νύχτας, καθώς έγερνα μισοκοιμάμενος,
οι εφτά εαυτοί μου κάθησαν αντάμα και, ψιθυρίζοντας, έτσι κουβέντιαζαν:

Πρώτος Εαυτός:

Εδώ, σ’ αυτό τον τρελό μέσα, κατοίκησα όλα μου ετούτα τα χρόνια, χωρίς άλλο να κάνω παρά ν’ ανανεώνω τον πόνο του, τη μέρα, και να ξαναπλάθω τη θλίψη του, τη νύχτα.
Δεν αντέχω πια τη μοίρα μου κι επαναστατώ, από ‘δω και πέρα.

Δεύτερος Εαυτός:

Η δική σου μοίρα είναι καλύτερη από τη δική μου, αδερφέ, γιατί δικό μου γραφτό: να ‘μαι ο χαρωπός εαυτός του τρελού τούτου.
Γελώ με το γέλιο του και τραγουδώ, τις ώρες της χαράς του και με τρισφτερωμένα πόδια χορεύω τις λαμπερόσπιθες σκέψεις του.
Εγώ θα ‘πρεπε να επαναστατήσω ενάντια στην υποσταμένη μου ύπαρξη.

Τρίτος Εαυτός:

Και τι ν’ ακούσετε από μένα, τον ερωτοκένταυρο εαυτό του, το πυραχτώδικο
έμβλημα των άγριων παθών και των φανταστικών επιθυμιών;
Εγώ είμαι: ο ερωτοπλάνταχτος εαυτός του – που θα ‘πρεπε να σηκώσω παντιέρα ενάντια στον τρελόν ετούτο.

Τέταρτος Εαυτός:

Εγώ, ανάμεσα σε όλους εσάς, είμαι ο πιο δυστυχισμένος, γιατί δε μου έλαχε παρά το απεχθές μίσος κι η ξεθεμελιώστρα αποστροφή.
Εγώ θα ‘πρεπε, ο όμοιος με καταιγίδα εαυτός – ο γεννημένος στις μαυροσπηλιές της Κόλασης,
να ‘μαι ο πρώτος διαμαρτυρόμενος, για να υπηρετήσει τον τρελόν ετούτο.

Πέμπτος Εαυτός:

Όχι, εγώ θα ‘πρεπε, ο διανοούμενος εαυτός, ο εαυτός της κάθε φαντασίωσης, ο εαυτός της κάθε πείνας και δίψας, ο καταδικασμένος στην, χωρίς αναπαμό, περιπλάνηση, στο κυνηγητό άγνωρων πραγμάτων – κι αδημιούργητων πραγμάτων ακόμα’ εγώ θά ‘πρεπε κι όχι εσείς, να επαναστατήσω.

Έκτος Εαυτός:

Κι εγώ, ο δουλευτάρης εαυτός, ο αξιοδάκρυτος εαυτός του μόχθου που, με υπομονής χέρια και πολύπαθα μάτια, πλάθω τις μέρες σε εικόνες και δίνω στα ασχηματοποίητα στοιχεία καινούργιες κι αιώνιες μορφές – εγώ θα ‘πρεπε, ο απομοναχιασμένος, να ‘μαι ο επαναστάτης ενάντια στον πολυπράγμονα τρελόν ετούτο.

Έβδομος Εαυτός:

Πόσο παράξενο, να θέτε εσείς όλοι να επαναστατήσετε ενάντια στον άνθρωπο αυτόν, γιατί καθένας σας κι όλοι έχετε να εκπληρώσετε προδιαγραμμένο ρόλο. Αχ! και να μπορούσα να ‘μουν ένας σαν εσάς, ένας εαυτός με προκαθορισμένη κλήρα! Μα εγώ δεν έχω καμιά. Είμαι ο εαυτός που τίποτα δεν κάνει, κείνος που κάθεται στο αλάλητο, στο πουθενά και στο ουδέποτε, ενόσω εσείς είσαστε απασχολημένοι με την αναδημιουργία της ζωής.
Εσείς είσαστε ή εγώ, γείτονες, που θα ‘πρεπε να επαναστατήσω;

Όταν ο έβδομος εαυτός μίλησε έτσι, οι άλλοι έξη εαυτοί τον κοίταξαν με οίκτο μα, χωρίς να πουν τίποτα πια – και καθώς η νύχτα πύκνωνε – ο ένας μετά τον άλλο τράβηξαν για ύπνο τυλιγμένοι μέσα σε μια χαρούμενη εγκαρτέρηση.

Μα ο έβδομος εαυτός απόμεινε γρηγορώντας σ’ ενατενισμό του τίποτα που βρίσκεται πίσω από τα πράγματα, Όλα.

Xαλίλ Γκιμπράν, Ο Τρελλός

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της

14. Αρχαιότητα και νεοελληνική τέχνη


Η Ελλάδα έγινε ανεξάρτητο κράτος το 1830 σε μια εποχή που στην Ευρώπη ο κλασικισμός είχε ήδη εξαπλωθεί σε διάφορες μορφές τέχνης: αρχιτεκτονική, γλυπτική, ζωγραφική. Η σύνδεση της νεότερης Ελλάδας με το αρχαιοελληνικό παρελθόν της προέκυψε από ιστορικές συγκυρίες που καθόρισαν τον ιδεολογικό προσανατολισμό της. Το 1832 οι Μεγάλες Δυνάμεις όρισαν βασιλέα των Ελλήνων τον νεαρό Όθωνα, γιο του Λουδοβίκου Α' της Βαβαρίας, του πιο θερμού φιλέλληνα και αρχαιολάτρη μονάρχη της Ευρώπης. Ήταν αυτός που με αρχαιοπρεπή κτήρια, μουσεία, τη Γλυπτοθήκη με τα γλυπτά της Αφαίας από την Αίγινα, τους Αιγινήτες, και πλήθος αρχαιολογικών θησαυρών μετέτρεψε το Μόναχο σε Αθήνα «επί του Ίσαρος». Ήταν επομένως φυσικό ο Όθωνας να ακολουθήσει τα βήματα του πατέρα του και ο κλασικισμός μαζί με τον ακαδημαϊσμό (τέχνη που διδάσκεται στην Ακαδημία του Μονάχου) να εμφυτευθούν στην Ελλάδα κατά τη βασιλεία του. Η αναβίωση της Αρχαιότητας είναι επομένως ευρωπαϊκή επιλογή για τη νέα Ελλάδα και η επίσημη γλώσσα που θα την εκφράσει είναι η καθαρεύουσα.

Η εισβολή του κλασικισμού στην Ελλάδα γίνεται πρώτα στην αρχιτεκτονική ήδη στη σύντομη διακυβέρνηση της χώρας από τον Καποδίστρια, όταν ο αρχιτέκτονας Λάμπρος Ζαβός δημιουργεί λιτά αυστηρά κτήρια, όπως οι Στρατώνες Ιππικού στο Ναύπλιο, χαρακτηριστικό δείγμα κλασικισμού με καθαρή γεωμετρική αντίληψη. Το 1834 η πρωτεύουσα μεταφέρεται από το Ναύπλιο στην Αθήνα και στη νέα πρωτεύουσα του Όθωνα εισάγεται η ουμανιστική γερμανική αντίληψη που θέλει να αναστήσει την αρχαία δόξα: ο κλασικισμός μεταφέρεται σχεδόν αβίαστα στην αρχιτεκτονική, με το εξαιρετικό πλεονέκτημα να αναπτύσσεται δίπλα στα πιο σημαντικά κλασικά μνημεία της Αρχαιότητας. Ο Σίνκελ προτείνει να οικοδομηθούν τα νέα ανάκτορα πάνω στην ίδια την Ακρόπολη, λύση που ευτυχώς εγκαταλείφθηκε. Η νέα πρωτεύουσα γεμίζει γρήγορα κλασικιστικά κτήρια. Ο Βάιλερ κτίζει το πρώτο δημόσιο κτήριο το 1834, το στρατιωτικό νοσοκομείο, όπου δίπλα του σήμερα υψώνεται το νέο Μουσείο της Ακρόπολης στου Μακρυγιάννη, κ.ά. Κτίζονται τα Παλαιά Ανάκτορα, η σημερινή Βουλή, που άρχισε το 1836 σε σχέδια του Φρίντριχ Γκέρτνερ, ένα μνημειακό, επιβλητικό, συμπαγές σε όγκους κτήριο, που επιβάλλει αμέσως μια διαφορετική κλίμακα στο αττικό τοπίο. Ακολουθεί η λεγόμενη «αθηναϊκή τριλογία», από Δανούς αρχιτέκτονες, το Πανεπιστήμιο (1839) του Χριστιανού Χάνσεν και λίγο αργότερα η Ακαδημία (1859-1887) και η Εθνική Βιβλιοθήκη (1888), έργα του Θεόφιλου Χάνσεν. Ξένοι αρχιτέκτονες, ο Λέο φον Κλέντσε και ο Σάουμπερτ, εκπονούν το πολεοδομικό σχέδιο της Αθήνας. Ο Ερνστ Τσίλερ είναι σίγουρα ο πιο παραγωγικός και δραστήριος Γερμανός αρχιτέκτονας, καθώς ως τον θάνατο του το 1923 έκτισε τα περισσότερα νεοκλασικά κτήρια στην Αθήνα (ανάκτορα της Ηρώδου Αττικού, το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, το Ιλίου Μέλαθρον, τη Σχολή Ευελπίδων, το Ταχυδρομείο, αλλά και το Δημαρχείο της Ερμούπολης Σύρου κ.ά.). Παράλληλα με τους ξένους σπουδάζουν στην Ευρώπη σημαντικοί Έλληνες και δημιουργούν στην Αθήνα μια αρχιτεκτονική εκλεκτικισμού, που μεταφέρει το νεοκλασικό πνεύμα στην Ελλάδα: ο Κλεάνθης, που συνέβαλε στον πολεοδομικό σχεδιασμό της πρωτεύουσας, ο Καυταντζόγλου, ο Κάλκος κ.ά. Η Αθήνα ως κέντρο του νέου κράτους επηρεάζει όλη την επικράτεια και οι πόλεις της Ελλάδας γεμίζουν νεοκλασικά κτήρια. Όχι μόνο τα δημόσια κτήρια, αλλά και οι απλές κατοικίες δανείζονται νεοκλασικά στοιχεία και δημιουργείται έτσι ένας «λαϊκός κλασικισμός», όπως τον χαρακτηρίζει ο Παύλος Μυλωνάς, «σε μικρές διαστάσεις, πραγματικά ταπεινός, αφελής, χαριτωμένος». Δυστυχώς σώθηκαν λίγα μόνο δείγματα αυτής της αρχιτεκτονικής, που είναι γνωστή περισσότερο από τη ζωγραφική του Τσαρούχη και άλλων ζωγράφων της γενιάς του, νοσταλγών αυτής της Ελλάδας που χάθηκε, καθώς η μεταπολεμική ταχύρρυθμη ανάπτυξη γύρω στο 1950 έβαλε στη θέση τους απρογραμμάτιστα και κερδοσκοπικά τσιμεντένιες πολυκατοικίες.

Εκτός από τους αρχιτέκτονες, μια μεγάλη ομάδα ξένων καλλιτεχνών, ιδίως Βαβαρών, έρχεται στην Αθήνα για διάφορους λόγους, είτε για να διακοσμήσουν τα ανάκτορα, είτε για να διδάξουν στο Σχολείο των Τεχνών που ίδρυσε ο Όθωνας το 1836, είτε για να συμμετάσχουν στις πρώτες ανασκαφές. Η ίδρυση της Αρχαιολογικής Εταιρείας το 1837 και του Αρχαιολογικού Μουσείου καθώς και η αποκατάσταση των μνημείων της Ακρόπολης τονίζουν τον προσανατολισμό του νέου κράτους στο αρχαίο παρελθόν του. Έλληνες καλλιτέχνες φεύγουν για το Μόναχο, ιδίως στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, και οι περισσότεροι σπουδάζουν στην Ακαδημία του Μονάχου. Στη γλυπτική και στη ζωγραφική επικρατεί ο ακαδημαϊσμός. Στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα στην Ακαδημία του Μονάχου γίνεται καθηγητής ένας ιδιαίτερα προικισμένος Έλληνας ζωγράφος, ο Τήνιος Νικόλαος Γύζης (1842-1901). Την εποχή αυτή στην Ελλάδα, στο Σχολείο των Τεχνών την επαφή με την Ακαδημία του Μονάχου στηρίζει ένας άλλος σπουδαίος Τήνιος, ο Νικηφόρος Λύτρας (1832-1904), ο οποίος μετά τις σπουδές του στο Μόναχο, γύρισε στην Ελλάδα, δίδαξε στο Σχολείο των Τεχνών και φρόντιζε να στέλνει με υποτροφία στο Μόναχο, κοντά στον Γύζη, τους πιο προικισμένους μαθητές του. Πανταζής, Λεμπέσης, Ιακωβίδης, Ροϊλός, Βικάτος, Αριστεύς, Αργυρός, Οθωναίος, Νικόλαος Λύτρας κ.ά. θα συνεχίσουν τις σπουδές τους στο Μόναχο. Η προτίμηση σε ιστορικά θέματα περιλαμβάνει φυσικά και θέματα της ελληνικής Αρχαιότητας. Έτσι η Μήδεια του Νικηφόρου Λύτρα (περ. 1860-1866), που δημιουργείται κάτω από την επίδραση του δραματικού στιλ του Καρλ φον Πίλοτυ, διευθυντή για πολλά χρόνια της Ακαδημίας του Μονάχου, έχει πρότυπό της τη Μήδεια του Ντελακρουά (1838), έργο σημαντικό με μεγάλη απήχηση στην ευρωπαϊκή τέχνη, που φαίνεται ότι επηρέασε και τον Χαλεπά στο έργο που κατέστρεψε ο ίδιος στην πρώτη περίοδο δημιουργίας του (1878) στην Αθήνα την εποχή της περίφημης Κοιμωμένης του. Αυτή τη Μήδεια απηχεί ένα μικρό πρόπλασμα του Χαλεπά της περιόδου της Τήνου, έργο του 1922, που διέσωσε σε γύψο ο γλύπτης Θωμάς Θωμόπουλος.

Ο κλασικισμός επηρέασε περισσότερο τη νεοελληνική γλυπτική του 19ου αιώνα, μια τέχνη που μπορούσε αμεσότερα να επιβεβαιώσει τη σύνδεση με την αρχαία κληρονομιά. Από τις οικογένειες των Τηνιακών μαρμαράδων που θα δουλέψουν στα πρώτα κλασικιστικά κτήρια της πρωτεύουσας θα προκύψουν στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα οι πρώτοι γλύπτες που θα δημιουργήσουν έργα σε δημόσιους χώρους, στο Α' Νεκροταφείο αλλά και εκτός Αθηνών σε ολόκληρη την Ελλάδα. Πρώτος δάσκαλος στο Σχολείο των Τεχνών είναι ο κλασικιστής Κρίστιαν Ζίγκελ και μετά από αυτόν ο Λεωνίδας Δρόσης και ο Γεώργιος Βρούτος. Τα έργα τους όπως και του σπουδασμένου στο Μόναχο Γεωργίου Κόσσου, καθώς και των Φυτάληδων, του Γεωργίου Βιτάλη, του Βιτσάρη κ.ά. είναι προσανατολισμένα στον ιταλικό και γερμανικό κλασικισμό, στον ακαδημαϊσμό του Μονάχου με κορύφωση τα αριστουργήματα του Γιαννούλη Χαλεπά (1852-1938), την Κοιμωμένη του στο Α' Νεκροταφείο και το σύμπλεγμα Σάτυρος και Έρωτας I (1877) σήμερα στην Εθνική Γλυπτοθήκη.

Παρόλο που η αναφορά στην Ακαδημία του Μονάχου φέρνει στον νου —ειδικών και μη— τους πιο δημοφιλείς καλλιτέχνες της νεοελληνικής τέχνης (Λύτρα, Γύζη, Βολανάκη, Ιακωβίδη, Γιαννούλη Χαλεπά), το έργο τους δέχθηκε έντονη κριτική για την αποδοχή και επιβολή στην Ελλάδα ενός ξενόφερτου ακαδημαϊσμού. Ιδιαίτερα στα τέλη του 19ου και στα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα η τέχνη τους θεωρήθηκε συχνά ταυτόσημη με τη συντήρηση, την οπισθοδρόμηση, τη στείρα μίμηση ξένων προτύπων, ενώ τους αποδόθηκε και η κύρια ευθύνη για την απουσία της Ελλάδας από τις διεθνείς καλλιτεχνικές εξελίξεις. Σήμερα το έργο τους αντιμετωπίζεται πιο ψύχραιμα χωρίς υπερβολές προς όποια κατεύθυνση. Μπορεί οι καλλιτέχνες αυτοί να αποδέχθηκαν τον συντηρητισμό, μετέφεραν όμως και την ποιότητα, μια στέρεη τεχνική, καθώς και μια σωστή οργάνωση και συστηματική εκπαίδευση στον χώρο της καλλιτεχνικής δημιουργίας, βάσεις που είχε ανάγκη στις αρχές της η νεοελληνική τέχνη για να επιδιώξει μια γρήγορη εξέλιξη.

Στις αρχές του 20ού αιώνα η ιδεολογία του ελληνισμού αποκτά νέες αποχρώσεις και μια αύρα ανανέωσης έρχεται από παντού. Η σχέση των Νεοελλήνων καλλιτεχνών με την τέχνη του παρελθόντος τους αλλάζει γρήγορα. Το νέο στιλ (art nouveau) και ιδίως ο συμβολισμός που επικρατούν στην Ευρώπη αποδεικνύονται ιδιαίτερα ελκυστικά για τους Έλληνες καλλιτέχνες, όπως οι Παρθένης, Μαλέας, Γουναρόπουλος, Στέρης, Φρίξος Αριστέας κ.ά., καθώς θεωρούν ότι επιτρέπουν την ανάπτυξη ενός νέου κλασικισμού με μυθολογικά-αλληγορικά θέματα, τα οποία συμβαδίζουν με τον ευρωπαϊκό μοντερνισμό, χωρίς τη μομφή του συντηρητισμού ή της οπισθοδρόμησης. Σε αυτή την κατεύθυνση μπορεί να συνέβαλε και η καθολική σχεδόν αναγνώριση και αποδοχή στην Ελλάδα της όψιμης δουλειάς του Γύζη ήδη στα τέλη του 19ου αιώνα Πρόκειται για αλληγορικά θέματα όπου η νοσταλγία μιας ιδανικής Ελλάδας αποδίδεται με υψιπετείς αρχαιοπρεπείς συνθέσεις: Η τέχνη και τα πνεύματά της, Εαρινή συμφωνία, Αρμονία. Νίκες, λύρες, βάρβιτοι κτλ. οπτικοποιούν σχεδόν τη μουσική του Μπετόβεν ή του Βάγκνερ (προτιμήσεις του Γύζη), με αναφορές στο αιώνιο κλασικό μεγαλείο.

Αρχαιότητα προσαρμοσμένη σε ένα προσωπικό στιλ που καθορίζεται από την προσπάθεια να συμβαδίσει με τη σύγχρονη παραγωγή στην Ευρώπη συναντούμε στο έργο του Κωνσταντίνου Παρθένη (1878-1907), ο οποίος με την αγάπη του στα μυθολογικά θέματα, όπως στο Ορφέας και Ευρυδίκη (περ. 1925-1930), δημιουργεί μια νέα σχέση με το αρχαιοελληνικό παρελθόν είτε αξιοποιώντας τα διδάγματα του κινήματος της απόσχισης (Sezession) της Βιένης είτε του Σεζάν είτε αυτά του γαλλικού συμβολισμού. Τα αρχαία θέματα του Παρθένη, έως την ύστερη, λιτότερη, αποπνευματωμένη ζωγραφική του, φιλτράρονται μέσα από ένα δυτικότροπο κυβιστικό ιδίωμα, που θα επηρεάσει πολλούς καλλιτέχνες της εποχής του.

Ο Παρθένης είναι το εισαγωγικό κεφάλαιο για τη λεγόμενη γενιά του 1930, η οποία αποτελεί τη μεταφορά στην τέχνη ενός λογοτεχνικού περισσότερο κινήματος στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου με πρωτεργάτες ποιητές και πεζογράφους, όπως τους Σεφέρη, Ελύτη, Εγγονόπουλο, Εμπειρίκο κ.ά., οι οποίοι επιδιώκουν την εισαγωγή και αφομοίωση πρωτοποριακών ρευμάτων στην Ελλάδα.

Η Αρχαιότητα έχει μερίδιο στους προβληματισμούς της γενιάς του 1930, όπου οι δημιουργοί προσπαθούν να προσδιορίσουν την εθνική καλλιτεχνική τους ταυτότητα μέσα από ολόκληρο το πολιτισμικό παρελθόν τους (Αρχαιότητα, Βυζάντιο, λαϊκό πολιτισμό), μια διαδρομή με αδιάλειπτη συνέχεια. Η Μικρασιατική καταστροφή το 1922 και το ξερίζωμα των Ελλήνων προσφύγων επιτείνει την ανάγκη μιας νέας εθνικής αυτογνωσίας. Ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα η βυζαντινή παράδοση αναγνωρίζεται ως σημαντική κληρονομιά και ακολουθεί από κοντά η επανεκτίμηση της λαϊκής τέχνης. Η ανακάλυψη πιο πρόσφατων μορφών λαϊκού πολιτισμού, λαϊκών καλλιτεχνών κ.ά. στο Παρίσι κατανοείται ως έκφραση του πηγαίου και πρωτόγονου στοιχείου που αναζητούν οι εκεί πρωτοπορίες. Η ανακάλυψη του Μακρυγιάννη και του Θεόφιλου στην Ελλάδα ερμηνεύεται ως άμεση σύνδεση με τις ρίζες, ως επιβεβαίωση της εθνικής ταυτότητας, ως απόδειξη μνήμης και συνέχειας. Στο κλίμα αυτό αναπτύσσονται δύο τάσεις στην Ελλάδα: αυτή που απορρίπτει την Αρχαιότητα ως ξενόφερτο, επιβεβλημένο βαρύ παρελθόν και στρέφεται στο Βυζάντιο και τη λαϊκή παράδοση με προεξάρχοντα τον Αϊβαλιώτη Φώτη Κόντογλου (1896-1965), παρόλο που σπούδασε στο Παρίσι, και η τάση των καλλιτεχνών που πιστεύουν ότι πρέπει να συμβαδίζουν με τον μοντερνισμό της Δύσης, αξιοποιώντας στοιχεία του ελληνικού πολιτισμού από όλη τη διαδρομή του. Μιαν αντίστοιχη χροιά έχει και η αντίθεση ανάμεσα στην «εθνική μουσική» του Καλομοίρη και το ελληνικό πνεύμα του μοντερνιστή Σκαλκώτα. Ο διαχωρισμός τις περισσότερες φορές δεν είναι καθαρός και κάπως απλουστευτικά συνοψίζεται στο γνωστό δίπολο ελληνικότητα και μοντερνισμός. Είναι πάντως χαρακτηριστικό ότι και στις δύο τάσεις η Αρχαιότητα λειτουργεί ως πηγή υλικού, ακόμη και στις ακραίες μορφές, όπως ο Κόντογλου, που καλλιέργησε με συνέπεια τη βυζαντινή παράδοση: το 1937 καλείται να διακοσμήσει το ισόγειο του Δημοτικού Μεγάρου της Αθήνας με αττικούς μύθους, τους οποίους αποδίδει με ένα ιδιότυπο εκλεκτικό στιλ. Το ίδιο ιδιότυπη και ξεχωριστή είναι η εκδοχή του για τον Λαοκόοντα (1938) με μια μακρινή συγγένεια με αυτόν του Γκρέκο. Ο Κόντογλου επηρέασε μια ολόκληρη γενιά καλλιτεχνών που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της νεοελληνικής ζωγραφικής, όπως ο Παπαλουκάς, ο Εγγονόπουλος, ο Τσαρούχης κ.ά.

Από την άλλη οι μοντερνιστές που κινούνται στα πλαίσια του συμβολισμού, του κυβισμού, με κάποιες σουρεαλιστικές τάσεις, όπως ο Γουναρόπουλος, ο Στέρης κ.ά., χρησιμοποιούν αρχαίους μύθους, αρχαία σύμβολα, αλλά και το στιλ, το σχέδιο της κλασικής αγγειογραφίας ως ιδιαιτερότητα στη μοντερνιστική τους κατεύθυνση.

Ο μόνος πραγματικά σουρεαλιστής στην Ελλάδα, που χρησιμοποιεί δημιουργικά με προσωπική γραφή και χιούμορ τους αρχαίους μύθους είναι ο μαθητής του Κόντογλου, ο Νίκος Εγγονόπουλος (1907-1985). Ο Εγγονόπουλος εμπνέεται από τη μεταφυσική περίοδο του Ντε Κίρικο (1888-1978) και βρίσκεται σε συνεχή διάλογο με το ελληνικό παρελθόν, αρχαιοελληνικό και βυζαντινό. Στο έργο του οι αρχαίοι μύθοι αποδίδονται με βυζαντινή τεχνοτροπία και ξαναζωντανεύουν μέσα από την επίδραση του Νίτσε και του Φρόιντ λειτουργώντας ως στοιχεία του παράλογου, του μη ορθολογικού.

Μια ξεχωριστή περίπτωση είναι ο Γιάννης Τσαρούχης (1910-1984)· μαθητής του Παρθένη και του Κόντογλου γοητεύεται από τον Θεόφιλο και τον Καραγκιόζη. Ο Τσαρούχης βλέπει το ελληνικό παρελθόν σαν μια ενιαία συνέχεια ως το σήμερα και επιδιώκει να το συνδέσει και να το εκφράσει μέσα από μοντέρνες τάσεις που θαυμάζει, όπως τον φοβισμό του Ματίς. Ο διχασμός Ανατολή ή Δύση μοιάζει να απαλείφεται γι᾽ αυτόν. Θαυμάζει επίσης την Αναγέννηση, την οποία επιχειρεί να προσεγγίσει μέσα από τις αρχαιοελληνικές πηγές που την επηρέασαν, προσδιορίζοντας έτσι τη δική του εθνική ιδιαιτερότητα. Στρέφεται στην ελληνιστική τέχνη, στα πορτρέτα του Φαγιούμ και δημιουργεί τις Τέσσερις εποχές, τους Δώδεκα μήνες κ.ά. Στο έργο του Αντιγραφή του Τιτσιάνο (1971) οι διεισδύσεις από έργο σε έργο είναι αλλεπάλληλες και χαρακτηριστικές: ο Τσαρούχης με εμφανή την επίδραση από Πομπηιανές τοιχογραφίες διεισδύει στον Τιτσιάνο, του οποίου η Άρτεμη βασίζεται στη λεγόμενη Άρτεμη των Βερσαλιών, ένα μαρμάρινο ρωμαϊκό αντίγραφο ελληνιστικού έργου, σήμερα στο Λούβρο. Στο πρώτο επίπεδο του πίνακα, κάτω αριστερά στο πάτωμα το ανδρικό γυμνό δανείζεται τη στάση του ελληνιστικού Θνήσκοντα Γαλάτη (τέλη 3ου αιώνα π.Χ.).

Τα μυθολογικά θέματα αποτελούν ένα σημαντικό κομμάτι στην παραγωγή της νεοελληνικής γλυπτικής του πρώτου μισού του 20ού αιώνα.

Το έργο της δεύτερης και τρίτης περιόδου του Γιαννούλη Χαλεπά (1918-1938) έχει στοιχεία μοντερνισμού, παρόλη την απομόνωση του δημιουργού τους. Ξαναδουλεύει τα μυθολογικά θέματα της πρώτης του περιόδου, Σάτυρος και Έρωτας, Μήδεια, Αμφιτρίτη, Αφροδίτες κ.ά. δίνοντας σημασία στην ισορροπία των όγκων και στη σύνθεση, στην εκφραστικότητα της χειρονομίας και όχι στις ακαδημαϊκές αξίες του 19ου αιώνα Οι γλύπτες μας, ωστόσο, στις αρχές του 20ού αιώνα προσανατολίζονται όλο και περισσότερο στο Παρίσι, στον Ροντέν, στον συμβολισμό, χωρίς να αποδεσμεύονται από την ανθρωπομορφική κατεύθυνση της κλασικής παράδοσης. Εξαίρεση αποτελεί ο Αντώνης Σώχος (1888- 1975), ο οποίος στο κλίμα του μοντερνισμού και της στροφής της ευρωπαϊκής γλυπτικής σε αρχαϊκές ή πρωτόγονες φόρμες, δημιουργεί έργα εμπνευσμένα από την παραδοσιακή τέχνη (ξυλόγλυπτα ακρόπρωρα) ή την αρχαϊκή πλαστική (κόρες κ.ά.). Πρόκειται όμως πάντοτε για έργα που δεν προορίζονται για επίσημες δημόσιες παραγγελίες. Το ίδιο και ο Τόμπρος, στην προσωπική του δουλειά και όχι στα έργα παραγγελιών, θα προχωρήσει μετά το 1935 σε μιαν αφαιρετική διατύπωση, ενώ η αποδέσμευση της νεοελληνικής γλυπτικής από το κλασικό παρελθόν της θα γίνει κυρίως μετά τον πόλεμο από τους Ζογγολόπουλο, Λουκόπουλο, Καπράλο, Λαμέρα, Παππά κ.ά.

Η Αρχαιότητα δεν έπαψε να αποτελεί σημείο αναφοράς για τη νεοελληνική δημιουργία σε όλο τον 20ό αιώνα, ανεξάρτητα από καλλιτεχνικούς προσανατολισμούς. Αρχαίοι μύθοι, ο Διόνυσος, ο Βάκχος, Μαινάδες, κολόνες, αρχαία σύμβολα εισχωρούν στον εξελληνισμένο κυβιστικό χώρο του Χατζηκυριάκου-Γκίκα. Όταν μετά τον πόλεμο η αντίθεση ανάμεσα στις τάσεις του μοντερνισμού και της παράδοσης αντικαθίστανται από το δίλημμα αφαίρεση ή παραστατική ζωγραφική, η αφηρημένη έκφραση εμφανίζεται για ένα διάστημα ως απαραίτητος και αναγκαίος εκσυγχρονισμός της νεοελληνικής τέχνης. Ωστόσο, και οι αφηρημένοι καλλιτέχνες αισθάνονται την ανάγκη να συνδεθούν με την παράδοση. Ο Γιάννης Σβορώνος σε συνθέσεις καθαρά γεωμετρικής αφαίρεσης θα προτιμήσει, εκ των υστέρων όπως ομολογεί ο ίδιος, να δώσει στα έργα του τίτλους από μυθολογικές μορφές (Μινώταυρος, κ.ά.). Η επίδραση της Αρχαιότητας στη μεταπολεμική ελληνική τέχνη χαρακτηρίζεται γενικά από μια πιο ψύχραιμη, ελεύθερη και προσωπικότερη αντιμετώπιση του παρελθόντος. Αφετηρία των καλλιτεχνών δεν είναι η άγνοια ή η αμφισβήτηση του μοντερνισμού, αλλά η ανάγκη προσωπικού προσδιορισμού σε έναν διεθνή χώρο καλλιτεχνικής δημιουργίας. Τη δεκαετία του 1950 ο Γιάννης Μόραλης (1913) επιδιώκει την επιστροφή στην παράδοση μέσω ενός δικού του ελληνικού μοντερνισμού που τείνει σε ένα κλασικό ιδεώδες: λιτότητα, ολιγοχρωμία, έρωτας και θάνατος, επιτύμβιες συνθέσεις με νεαρές γυμνές γυναίκες, που κατάγονται από αρχαία πρότυπα μεταφρασμένα σε γεωμετρικά ιδεογράμματα. Με την Αρχαιότητα διαλέγεται και το πιο προσωπικό έργο του Νίκου Νικολάου (1909-1986), φίλου και συνοδοιπόρου του Μόραλη. Γυναικείοι κορμοί εμπνέονται ελεύθερα και αφαιρετικά από την αρχαία αγγειογραφία, όπως και στο έργο του Αλέκου Φασιανού (1938), όπου τύποι της Αρχαιότητας, λαϊκή τέχνη και διδάγματα του Τσαρούχη δημιουργούν έναν αισιόδοξο κώδικα επικοινωνίας.

Το 1966 ο Χρήστος Λεφάκης (1906-1969) μετά από μια διαδρομή στην αφαίρεση, δημιουργεί στο τέλος της ζωής του τις σειρές «Ελληνικά θέματα» και «Ανθέμια» για την Μπιενάλε της Βενετίας. Στην αφηρημένη επιφάνεια εισάγει ρεαλιστικά στοιχεία, κεφάλια από σπασμένες τερακότες, αρχαία γλυπτά, εμπειρίες που μάζεψε από τη συμμετοχή του σε ανασκαφές και στη συντήρηση αρχαιοτήτων, τις οποίες μετουσιώνει σε στοιχεία προσωπικής ιδιαιτερότητας στον διεθνή χώρο. Αλλά και ο Αλέκος Κοντόπουλος (1905-1975), μετά από μια ενδιαφέρουσα αναζήτηση στον χώρο της αφαίρεσης, αξιοποιεί τις εμπειρίες από τη θητεία του στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο και σε έργα όπως η Θέτις ή η Πολιτεία ή το χρυσό βόδι (1955) προσθέτει στο αφηρημένο γεωμετρικό βάθος του πίνακα αρχαιολογικά σύμβολα, αετώματα, σπασμένους κίονες, ταύρους, μια βάρβιτο, μορφές από λευκές ληκύθους κ.ά., λεπτές ερμηνείες ελληνικών θεμάτων ως «υποβολή μιας ασύνορης κοσμοθεωρίας ουμανισμού» (Σπητέρης). Αυθεντικός απόγονος του Ντε Κίρικο ο Σαράντης Καραβούζης (1938) δημιουργεί μεταφυσικά αρχαιολογικά τοπία με ακρωτηριασμένα αγάλματα, σπασμένες επιγραφές, κολόνες κτλ. συνδυασμένα κάποτε και με επικαιρικές νύξεις.

Ο ιστορισμός επανέρχεται στη δεκαετία του 1970-1980 με τη μορφή ενός κριτικού σχολιασμού της Αρχαιότητας και άλλων περιόδων τέχνης, ένα κίνημα που έγινε γνωστό ως μεταμοντέρνο (αρχικά από την ποίηση και την αρχιτεκτονική). Το κίνημα του μεταμοντέρνου, όπως και του συμβολισμού παλαιότερα, έγινε γρήγορα αποδεκτό στη σύγχρονη ελληνική δημιουργία, καθώς άφηνε περιθώρια στη χρήση προγονικών αξιών χωρίς αμφισβητήσεις ή ιεραρχίες. Συχνά έχει αναγνωριστεί ο Γιάννης Τσαρούχης ως ο πρώτος μεταμοντέρνος καλλιτέχνης στην Ελλάδα για τον ελεύθερο, εκλεκτικό διάλογο που επιχειρεί με πολλές παραδόσεις ταυτόχρονα. Εξάλλου, αυτός ο —κατά τον Χατζηδάκι— «οραματιστής της μεσογειακής μας μελαγχολίας», αυτοχαρακτηρίστηκε μεταμοντέρνος για τον τρόπο που χρησιμοποιεί την ελληνική παράδοση.

Τη δεκαετία του 1970-1980 οι διαμάχες ανάμεσα σε συντηρητικούς και πρωτοπόρους δεν έχουν πια σημασία μέσα σε ένα γενικότερο κλίμα συγκρητισμού και παγκοσμιοποίησης. Ο ελληνοκεντρικός μοντερνισμός έφθασε στον κορεσμό, στην εκλαΐκευση, στη φυσική του εξάντληση. Η ρήξη με την παράδοση που επιζητούσαν οι πρωτοπορίες δεν είναι πια της μόδας. Αντικαθίστανται με την επιστροφή σε ιστορικά στιλ του παρελθόντος έως το κοντινό παρόν, όμως με ένα νηφάλιο, αποστασιοποιημένο τρόπο, συχνά με ειρωνεία και χιούμορ, κάποτε με τρυφερότητα και νοσταλγία, χωρίς τον κίνδυνο μομφής για οπισθοδρόμηση. Ο εκλεκτικισμός του μεταμοντέρνου δημιούργησε ένα σχεδόν ιδανικό περιβάλλον για την ελληνική εικαστική παραγωγή. Οι Νεοέλληνες δημιουργοί στα τέλη του 20ού αιώνα μπορούν να θαυμάσουν χωρίς αναστολές τα αριστουργήματα της αρχαίας τέχνης και να ορίσουν ελεύθερα τον τρόπο που θα τα χρησιμοποιήσουν. Έτσι διακρίνουμε μεταμοντέρνες επιστροφές και σχολιασμό της Αρχαιότητας σε έργα σύγχρονων Ελλήνων ζωγράφων. Ο Δημήτρης Μυταράς (γενν. 1934) στη Νίκη του 1967 χρησιμοποιεί τη Νίκη της Αγοράς (ακρωτήριο από τα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ.· σ. 423). Ο Χρίστος Καράς (γενν. 1930) έχει μια προσωπική εκδοχή για τις Τρεις Χάριτες (1974). Στο έργο του Αντώνη Απέργη (γενν. 1938), Εν τω μηνί Αθήρ (1998) διακρίνεται καθαρά η χρήση μιας Νίκης από το Θωρακείο του Ναού της Απτέρου Νίκης στην Ακρόπολη, ενώ ο Αχιλλέας Δρούγκας (γενν. 1940) δημιουργεί το Ολυμπιακό πνεύμα το 2007 με δεσπόζουσα τη μορφή του Ηνιόχου των Δελφών.

Η Αρχαιότητα ως προγονικό παρελθόν μπορεί να είναι πλέον ελεύθερη επιλογή των Νεοελλήνων. Η διεθνοποίηση μοιάζει να μπορεί να αντιμετωπιστεί.

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ, ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ

ΔΗΜ 60.9–12

Τα κατορθώματα των Αθηναίων στους Περσικούς πολέμους – Αιτιολόγηση της αναφοράς στους προγόνους

Ακολουθώντας την παραδοσιακή δομή των επιτάφιων λόγων, ο ρήτορας αναφέρθηκε αρχικά στα κατορθώματα του απώτερου αθηναϊκού παρελθόντος. Και συνεχίζει:


[9] τῶν μὲν οὖν εἰς μύθους ἀνενηνεγμένων ἔργων
πολλὰ παραλιπὼν τούτων ἐπεμνήσθην, ὧν οὕτως ἕκαστον
εὐσχήμονας καὶ πολλοὺς ἔχει λόγους ὥστε καὶ τοὺς ἐν
μέτροις καὶ τοὺς τῶν ᾀδομένων ποιητὰς καὶ πολλοὺς τῶν
συγγραφέων ὑποθέσεις τἀκείνων ἔργα τῆς αὑτῶν μουσικῆς
πεποιῆσθαι· ἃ δὲ τῇ μὲν ἀξίᾳ τῶν ἔργων οὐδέν ἐστι τούτων
ἐλάττω, τῷ δ’ ὑπογυώτερ’ εἶναι τοῖς χρόνοις οὔπω μεμυθο-
λόγηται, οὐδ’ εἰς τὴν ἡρωϊκὴν ἐπανῆκται τάξιν, ταῦτ’ ἤδη
λέξω. [10] ἐκεῖνοι τὸν ἐξ ἁπάσης τῆς Ἀσίας στόλον ἐλθόντα
μόνοι δὶς ἠμύναντο καὶ κατὰ γῆν καὶ κατὰ θάλατταν, καὶ
διὰ τῶν ἰδίων κινδύνων κοινῆς σωτηρίας πᾶσι τοῖς Ἕλλησιν
αἴτιοι κατέστησαν. καὶ προείρηται μὲν ὃ μέλλω λέγειν ὑπ’
ἄλλων πρότερον, δεῖ δὲ μηδὲ νῦν τοῦ δικαίου καὶ καλῶς
ἔχοντος ἐπαίνου τοὺς ἄνδρας ἐκείνους στερηθῆναι· τοσούτῳ
γὰρ ἀμείνους τῶν ἐπὶ Τροίαν στρατευσαμένων νομίζοιντ’
ἂν εἰκότως, ὅσον οἱ μὲν ἐξ ἁπάσης τῆς Ἑλλάδος ὄντες
ἀριστεῖς δέκ’ ἔτη τῆς Ἀσίας ἓν χωρίον πολιορκοῦντες μόλις
εἷλον, [11] οὗτοι δὲ τὸν ἐκ πάσης τῆς ἠπείρου στόλον ἐλθόντα
μόνοι, τἆλλα πάντα κατεστραμμένον, οὐ μόνον ἠμύναντο,
ἀλλὰ καὶ τιμωρίαν ὑπὲρ ὧν τοὺς ἄλλους ἠδίκουν ἐπέθηκαν.
ἔτι τοίνυν τὰς ἐν αὐτοῖς τοῖς Ἕλλησιν πλεονεξίας κωλύον-
τες πάντας ὅσους συνέβη γενέσθαι κινδύνους ὑπέμειναν,
ὅπου τὸ δίκαιον εἴη τεταγμένον, ἐνταῦθα προσνέμοντες
ἑαυτούς, ἕως εἰς τὴν νῦν ζῶσαν ἡλικίαν ὁ χρόνος προήγαγεν
ἡμᾶς.

[12] Μηδεὶς δ’ ἡγείσθω μ’ ἀποροῦντα τί χρὴ περὶ τούτων
εἰπεῖν ἑκάστου, ταῦτα τὰ πραχθέντ’ ἀπηριθμηκέναι. εἰ γὰρ
ἁπάντων ἀμηχανώτατος ἦν ὅ τι χρὴ λέγειν πορίσασθαι, ἡ
’κείνων ἀρετὴ δείκνυσιν αὐτὴ ἃ καὶ πρόχειρα καὶ ῥᾴδι’
ἐπελθεῖν ἐστιν. ἀλλὰ προαιροῦμαι τῆς εὐγενείας καὶ τῶν
παρὰ τοῖς προγόνοις μεγίστων μνησθεὶς ὡς τάχιστα συν-
άψαι τὸν λόγον πρὸς τὰ τοῖσδε πεπραγμένα, ἵνα, ὥσπερ τὰς
φύσεις ἦσαν συγγενεῖς, οὕτω τοὺς ἐπαίνους ἐπ’ αὐτῶν
κοινοὺς ποιήσωμαι, ὑπολαμβάνων ταῦτ’ ἂν εἶναι κεχαρι-
σμένα [κἀκείνοις] καὶ μάλιστ’ ἀμφοτέροις, εἰ τῆς ἀλλήλων
ἀρετῆς μὴ μόνον τῇ φύσει μετάσχοιεν, ἀλλὰ καὶ τοῖς
ἐπαίνοις.

***
[9] Εξ εκείνων μεν λοιπόν των έργων, τα οποία αναφέρονται εις μύθους, πολλά παραλιπών ενεθυμήθην ταύτα· έκαστον τούτων, τα οποία ανέφερα παρέχει ύλην τόσον λαμπράν και εκτεταμένην, ώστε και οι ποιηταί επικών ποιημάτων και οι τραγικοί και οι λυρικοί ποιηταί και το πλείστον των ιστοριών, να λάβουν ταύτα ως υποθέσεις των έργων των· όσα δε κατά την αξίαν δεν είναι καθόλου κατώτερα τούτων, είναι δε πλέον πρόσφατα κατά τον χρόνον και διά τούτο δεν περιεβλήθησαν με τον μυθικόν πέπλον και δεν κατατάσσονται μεταξύ των ηρωϊκών γεγονότων, αυτά ήδη θα εκθέσω. [10] Οι πρόγονοί μας τον στρατόν που ήλθεν εξ όλης της Ασίας, μόνοι δύο φοράς απέκρουσαν και κατά γην και κατά θάλασσαν και διά των ιδικών των κινδύνων έγιναν αίτιοι της κοινής σωτηρίας όλων των Ελλήνων. Και εκείνο μεν το οποίον πρόκειται να είπω έχει λεχθή προηγουμένως και από άλλους, αλλά πρέπει και τώρα οι άνδρες εκείνοι να μη στερηθούν του δικαίου και καλώς έχοντος επαίνου· ευλόγως δε ήθελον θεωρηθή ούτοι ανώτεροι εκείνων που εξεστράτευσαν εναντίον της Τροίας, καθ' όσον εκείνοι μεν όντες οι άριστοι από όλην την Ελλάδα επί δέκα έτη μίαν μόνον οχυράν θέσιν της Ασίας κατέλαβον μετά δυσκολίας πολιορκούντες αυτήν επί δέκα έτη, [11] ούτοι δε τον ελθόντα εξ όλης της Ασίας στρατόν έχοντα καταστρέψει τα πάντα, μόνοι όχι μόνον απέκρουσαν, αλλά και τον ετιμώρησαν διά τας αδικίας που διέπραξεν εις τους άλλους Έλληνας. Προσέτι δε καταστέλλοντες τας μεταξύ των Ελλήνων υπαρχούσας αντιπάλους φιλοδοξίας, υπέμειναν όλους τους κινδύνους, όσοι συνέβη να παρουσιασθούν, τάσσοντες εαυτούς εκεί όπου υπήρχε το δίκαιον, έως ότου ο χρόνος επέρασε και εφθάσαμεν εις την εποχήν που εγεννήθημεν ημείς.

[12] Κανείς δε ας μη νομίση, ότι εγώ ευρισκόμενος εις δύσκολον θέσιν τι να είπω δι' έκαστον τούτων, απηρίθμησα αυτά τα πραχθέντα. Διότι, εάν ευρισκόμην εις πολύ δύσκολον θέσιν να επινοήσω τι έπρεπε να λέγω, η ανδρεία των προγόνων μας δεικνύει αυτή η ιδία εκείνα τα οποία και πρόχειρα είναι και ευκόλως δύνανται να έλθουν εις τον νουν τινός διά να τα είπη. Αλλά, προτιμώ να αναμνησθώ την ευγενή καταγωγήν των προγόνων μας και τας ενδόξους πράξεις αυτών, και να συνδέσω όσον το δυνατόν ταχύτερον τον λόγον προς τας πράξεις τούτων, ίνα, όπως ήσαν συγγενείς κατά τας φύσεις, ούτω και τους επαίνους κάμω κοινούς, νομίζων, ότι ταύτα θα ήσαν ευχάριστα δι' εκείνους, διά να είπω δε καλύτερον, δι' όλους, εάν ήθελον μετάσχει της αρετής αλλήλων διά της καταγωγής των, αλλά και διά των επαίνων.