Κυριακή 21 Αυγούστου 2022

Τι σημαίνει διάλογος στην Ανθρωπολογία; Από τον Σωκράτη στον Buber και στον Levinas

Ακούμε μόνο τις ερωτήσεις στις οποίες μπορούμε να απαντήσουμε -Φρίντριχ Νίτσε

Η παραπάνω πρόταση είναι πράγματι μια πρόκληση, για την ψυχοθεραπεία ειδικότερα αλλά και γενικά, για τις ανθρώπινες σχέσεις. Υπάρχει άραγε τρόπος να υπερβούμε το απλοϊκό μοντέλο δράσης - αντίδρασης, όπου η πράξη ενός ατόμου έχει επίδραση πάνω σε ένα άλλο άτομο, και έτσι δημιουργείται ένας κύκλος ανάδρασης, που συνεχίζεται με μια πράξη που προκαλεί κάτι άλλο, και πάλι από την αρχή;

Τι παραπάνω όμως μπορεί να γίνει;

Η απάντηση εδώ απαιτεί μια εντελώς νέα αντίληψη της συνεύρεσης: το να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε σε ένα διαφορετικό επίπεδο, σε ένα επίπεδο του "Εμείς", όπου μια δεδομένη στιγμή κατά την οποία σχετιζόμαστε και επικοινωνούμε με έναν άλλο άνθρωπο, φροντίζουμε να τον συμπεριλαμβάνουμε, δίνοντας βαρύτητα, όχι μόνο στο Εγώ, αλλά και στο πλαίσιο αναφοράς του άλλου.
Τι σημαίνει διάλογος στην ανθρωπολογία;

Εάν θέλουμε να κατανοήσουμε πραγματικά τη διαλογική αντίληψη, πρέπει να αναφερθούμε στο τι εννοούμε με τον όρο "διαλογικός", έναν όρο με συγκεκριμένη έννοια στην ιστορία της φιλοσοφίας.

Διά σημαίνει: μεταξύ ή μέσω και λόγο σημαίνει: λέξη ή νόημα, σημασία.

Στα αγγλικά, η ετυμολογική μετάφραση του διαλόγου είναι "ανάμεσα στις λέξεις" ή "μέσω λέξεων". Θα μπορούσε κανείς να το μεταφράσει με τη λέξη "συζήτηση" αλλά και "ροή νοήματος" ή "ροή μέσω νοήματος".

Συνήθως λοιπόν, στην καθημερινή γλώσσα (αλλά και στην ψυχοθεραπεία), ο διάλογος θεωρείται η πρόσωπο με πρόσωπο συζήτηση, η αμοιβαία ανταλλαγή, που χαρακτηρίζεται από συμμετρία και ισότητα: πρόκειται για την συνάντηση του ενός με τον άλλον.

Από όσο γνωρίζουμε, ο πρώτος φιλόσοφος που συνειδητοποίησε τη σημασία του τι συμβαίνει μεταξύ δύο ατόμων που συζητούν, ήταν ο Σωκράτης με τους Διαλόγους του πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια, όπως μεταφέρονται από τον Πλάτωνα. Εισήγαγε τη συστηματική χρήση του διαλόγου ως ανεξάρτητης φιλολογικής μορφής. Σε όλους αυτούς τους διαλόγους υπάρχει μια σαφής ή μια υπονοούμενη διαφωνία - μπορούμε να την πούμε και ασυμφωνία- και ο στόχος του διαλόγου είναι η λύση της.

Ο χαρακτηριστικός τρόπος του Σωκράτη είναι η διεξοδική εξέταση του συνομιλητή ως προς τις πεποιθήσεις του, μέχρι να φτάσει μέσω του υπαινιγμού στην αντίφαση της υπό συζήτηση πεποίθησης ή υπόθεσης. Με αυτόν τον τρόπο ο συνομιλητής αναγκάζεται να δει το αδιέξοδο της υπόθεσης και εξετάζει άλλες υποθέσεις που επίσης γίνονται αντικείμενο αυστηρού ελέγχου.

Οι περισσότεροι από αυτούς τους διαλόγους δεν καταλήγουν σε μια οριστική λύση, όπως συμβαίνει και στην πραγματική ζωή. Αυτό εξυπηρετεί την αυτογνωσία και την επίγνωση ότι ουσιαστικά δεν ξέρουμε τίποτα, γεγονός που δεν οδηγεί στην παραίτηση, αλλά σε μια ενεργό αναζήτηση σοφίας και εν τέλει στο ευ ζήν, δηλαδή το να ζήσει κανείς μια καλή και αληθινή ζωή.

Η μαιευτική τέχνη του Σωκράτη, η τέχνη της μαίας -παρεμπιπτόντως ήταν και το επάγγελμα της μητέρας του- βασίζεται στην ιδέα ότι η αλήθεια προϋπάρχει στον άνθρωπο και απλώς πρέπει να γεννηθεί, να έρθει στη ζωή. Παρά τη συγγένεια με τις ανθρωπιστικές ιδέες, ο διάλογος εδώ νοείται ως παιδαγωγικό εργαλείο, ένα μέσο διδασκαλίας και εκπαίδευσης. Δεν εκπλήσσει λοιπόν ότι η λογικοθυμική ψυχοθεραπεία (rational emotive) χρησιμοποιεί τους "Σωκρατικούς διαλόγους" ως τεχνική για την αλλαγή των παράλογων πεποιθήσεων.

Ο Σωκράτης μπορεί εύκολα να θεωρηθεί μοντέλο μιας "προκειμένου να" ψυχοθεραπείας.
 
Buber: Εγώ - Εσύ (I - Thou)

Κάνουμε ένα μεγάλο άλμα στον Buber και την αντίληψη του για το διάλογο, η οποία μπορεί να θεωρηθεί βάση των περισσότερων ανθρωπιστικών ψυχοθεραπειών.

Σύμφωνα με τον Buber, πρέπει πρώτα από όλα να γίνει μια διάκριση μεταξύ διαλόγου και μεταμφιεσμένου σε διάλογο μονολόγου που εξυπηρετεί μόνο την αυτεπιβεβαίωση. Θεωρεί ότι η σπουδαιότητα του διαλόγου δεν βρίσκεται στον έναν και όχι στον άλλον, ούτε και στους δυο μαζί, αλλά στην ανταλλαγή μεταξύ τους. Έτσι, ο διάλογος είναι αυτό που προκύπτει από το διαπροσωπικό στοιχείο.

Η σφαίρα του διαπροσωπικού είναι το να είναι ο ένας αντικριστά με τον άλλον -το ξετύλιγμα του είναι αυτό που αποκαλούμε διάλογο (Buber, 1982).

Από τη μια μεριά, ο διάλογος τηρεί την απόλυτη απόσταση ανάμεσα στο Εσύ και το Εγώ, διατηρώντας έτσι τη μοναδικότητα και των δύο, κι από την άλλη το "διά", το "μεταξύ" υπερβαίνει την απόσταση χωρίς να την καταργεί. Ο διάλογος διατηρεί τη διαφορετικότητα και από την άλλη πλευρά, την υπερβαίνει. Είναι και απόσταση και οικειότητα. Δεν είναι σύνθεση, δεν είναι Εσύ και Εγώ: δεν υπάρχει "και" ανάμεσα τους. Δεν είναι μια σύνθετη ενότητα που απαρτίζεται από μέρη, ως αποτέλεσμα συνεύρεσης.

Σύμφωνα με τον Buber, ο διάλογος είναι μια οντολογική κατηγορία. Επιτιθέμενος στον ψυχολογισμό, λέει ότι το διαλογικό πρέπει να ιδωθεί ως αντίθετο προς το ψυχολογικό. Ο πραγματικός διάλογος δεν είναι μεταβίβαση πληροφοριών, είναι μια σχέση Εγώ-Εσύ που οδηγεί σε ένα κοινό "μεταξύ", είναι συμμετοχή στην ύπαρξη του Άλλου, εφικτή μόνο όταν περιλαμβάνει τη μετα-επικοινωνία, δηλαδή την αμοιβαία αντανάκλαση.

Levinas: Εσύ - Εγώ (Thou - I)

Αλλά και η παραπάνω προσέγγιση έχει απορριφθεί και εξελιχθεί περαιτέρω. Ο Emmanuel Levinas τόνισε ότι ο διάλογος δεν είναι απλώς "αμοιβαία κατανόηση", έκφραση αμοιβαίας ενσυναίσθησης. Σχολίασε ότι ο Buber παγιδεύτηκε στην κυκλικότητα, στον κλειστό κύκλο του Εγώ-Εσύ. Σύμφωνα με τον Levinas, ο διάλογος είναι ένα βήμα πέρα από τη σκέψη του ενός και του άλλου. Διάλογος δεν είναι η εμπειρία μιας συνάντησης ατόμων που συζητούν μεταξύ τους. Διάλογος δεν είναι το αποτέλεσμα της συνάντησης μεταξύ των ατόμων: διάλογος είναι αυθεντική α-μεσό-τητα (im-media-cy) δεν είναι δια-μεσο-λαβηση.

Είναι ένα αυθεντικό, πρωταρχικό γεγονός, είναι η διαπροσωπική σχέση, "η αυθεντική κοινωνικότητα που παρατηρείται στο διάλογο.

Κατά τον Levinas, ο διάλογος δεν έχει να κάνει με τη συμμετρία, όπως τονίζει ο Buber, αλλά με την ασυμμετρία στη σχέση. "Ακριβώς επειδή το Εσύ είναι εντελώς διαφορετικό από το Εγώ, υπάρχει ο διάλογος μεταξύ των δύο (Levinas, 1989). Άρα, δεν ισχύει ότι όταν δύο άτομα συναντηθούν, προκύπτει διάλογος, αλλά το αντίστροφο: ο διάλογος διαμορφώνει το διαπροσωπικό στοιχείο και έτσι μπορούμε πράγματι να μιλήσουμε για μια σχέση Εσύ-Εγώ.

Το θεμελειώδες Εμείς δεν είναι ένα συμμετρικό Εμείς. Είναι ασυμμετρικό από το φύση του. Ο Άλλος έχει προτεραιότητα. Ο Άλλος, με καλεί, το πρόσωπο του Άλλου απευθύνεται σε μένα, είναι μια πρό-κληση.

Γι αυτόν τον λόγο, ο διάλογος δημιουργεί υπευθυνότητα, αλληλεγγύη και δέσμευση. Το Εσύ επιστρατεύει το Εγώ. Ο Άλλος, με διατάζει να τον υπηρετήσω (Levinas, 1986). Επομένως, η διακονία (δηλαδή υπηρεσία) δεν είναι αποτέλεσμα διαλόγου, είναι η θεμελειώδης ουσία της ανθρώπινης σχέσης.
Διάλογος και η έννοια της αλληλεγγύης

Η διαλογική συζήτηση είναι το να μιλάει κανείς για τον άλλον, υπέρ του άλλου, να παρεμβαίνει υπέρ του. Ετσι η αλληλεγγύη δεν είναι μια δευτερεύουσα κατηγορία που απορρέει από την εμπειρία, αλλά μια βασική ανθρώπινη συνθήκη. Είναι η μεταστροφή από τον μονό-λογο στον διά-λογο, από το σκέφτομαι κάτι σχετικά με τον άλλον, στο απευθύνομαι στον συγκεκριμένο συνάνθρωπο. Σημαίνει να είμαι πρόθυμος και έτοιμος να πω απλώς: "Είμαι εδώ". "Είμαι "για" τον άλλον, όχι απλώς είμαι μαζί του.

Οι καταβολές της ηθικής ανάγονται σε αυτή την ασυμμετρική σχέση. Το Εγώ συγκροτείται από την υπευθυνότητα του/της να ανταποκριθεί στο κάλεσμα του Άλλου". Αυτό, αντιστρέφει πλήρως την καθιερωμένη αλληλουχία ανάμεσα στην αυτο-συνείδηση και τον διάλογο: Η συνάντηση στον διάλογο είναι προϋπόθεση για την αυτο-συνείδηση και την αυτο-πεποίθηση. Διάλογος είναι η έλλειψη αδιαφορίας του Εγώ προς το Εσύ, ή για να το διατυπώσουμε θετικά, είναι η προσοχή, η φροντίδα και η άνευ όρων θετική αποδοχή.

Με άλλα λόγια: ο διάλογος είναι μια έκφραση αγάπης. Ο Levinas, προτιμά να σκέφτεται τη φιλοσοφία ως "σοφία της αγάπης" μάλλον, παρά ως "αγάπη για τη σοφία" (που είναι η ετυμολογική σημασία της ελληνικής λέξης φιλοσοφία).

Συνοψίζοντας: Διάλογος δεν είναι η συνέπεια κάποιας ενόρασης, ούτε κάποιας υποχρεωτικής πράξης. Δεν έχει κάποια συγκεκριμένη λειτουργία, δεν αποσκοπεί σε κάτι.

Ο διάλογος είναι μια πρωταρχική συνθήκη της ανθρώπινης υπόστασης και μέσα σε αυτήν, ένα αυθεντικό φαινόμενο. Έτσι, προκύπτει ότι : το πρόσωπο είναι διάλογος.

Το παραπάνω, δεν είναι απλώς μια εύστοχη διατύπωση, γιατί τοποθετεί την αντίληψη για την ύπαρξη μας μέσα στον κόσμο και με συνανθρώπους μας, σε μια νέα βάση: είμαι στον κόσμο, σημαίνει : είμαι σε διάλογο.

Από διαλογική άποψη, τα πρόσωπα δεν θεωρούνται ότι απλώς και μόνο συνάπτουν σχέσεις, τα πρόσωπα αυτά καθαυτά είναι η σχέση. Τα πρόσωπα, είναι διάλογος.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου