Για τη Σαμπίνα, το να ζει σημαίνει να βλέπει. Η όραση περιορίζεται από ένα διπλό σύνορο: το έντονο φως που τυφλώνει και το απόλυτο σκοτάδι...
Για τον Φράντς, η λέξη φως δε φέρνει στο μυαλό την εικόνα ενός τοπίου απαλά φωτισμένου απ' τον ήλιο, αλλά την πηγή φωτός αυτή καθ' αυτή: ένα λαμπτήρα, ένα προβολέα.
Θυμάται οικίες μεταφορές: ο ήλιος της αλήθειας, η εκτυφλωτική λάμψη της λογικής, κ.λ.π.
Το σκοτάδι τον ελκύει, όπως και το φως.
Στις μέρες μας, το να σβήνεις το φως για να κάνεις έρωτα μοιάζει γελοίο, το ξέρει, κι αφήνει ένα μικρό φωτάκι αναμμένο πάνω στο κρεβάτι.
Την ώρα όμως που μπαίνει μέσα στη Σαμπίνα, σβήνει το φως.
Η ηδονή που τον κυριεύει απαιτεί σκοτάδι.
Αυτό το σκοτάδι είναι καθαρό, απόλυτο, χωρίς εικόνες ή οράματα, αυτό το σκοτάδι δεν έχει τέλος, δεν έχει σύνορα, αυτό το σκοτάδι είναι το άπειρο που ο καθένας μας κουβαλάει μαζί του (ναι, όποιος αναζητάει το άπειρο δεν έχει παρά να κλείσει τα μάτια).
Τη στιγμή που αισθάνεται την ηδονή να χύνεται στο κορμί του, ο Φράντς διαλύεται στο άπειρο του σκοταδιού του, γίνεται ο ίδιος το άπειρο.
Η Σαμπίνα δε θέλει να τον κοιτάζει και με τη σειρά της κλείνει τα μάτια.
Γι αυτήν, το σκοτάδι τούτο δε σημαίνει το άπειρο, αλλά μόνον ένα διαζύγιο απ' αυτό που βλέπει, την άρνηση του ορατού, την άρνηση του να βλέπει....
Μίλαν Κούντερα, Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου