χώρει δὲ μελάθρων ἐντός —ὀφθῆναι κόραις
πικρόν— φίλημα δοῦσα δεξιάν τέ μοι,
680 μέλλουσα δαρὸν πατρὸς ἀποικήσειν χρόνον.
ὦ στέρνα καὶ παρῇδες, ὦ ξανθαὶ κόμαι,
ὡς ἄχθος ὑμῖν ἐγένεθ᾽ ἡ Φρυγῶν πόλις
Ἑλένη τε. — παύω τοὺς λόγους· ταχεῖα γὰρ
νοτὶς διώκει μ᾽ ὀμμάτων ψαύσαντά σου.
685 ἴθ᾽ εἰς μέλαθρα. σὲ δὲ παραιτοῦμαι τάδε,
Λήδας γένεθλον, εἰ κατῳκτίσθην ἄγαν,
μέλλων Ἀχιλλεῖ θυγατέρ᾽ ἐκδώσειν ἐμήν.
ἀποστολαὶ γὰρ μακάριαι μέν, ἀλλ᾽ ὅμως
δάκνουσι τοὺς τεκόντας, ὅταν ἄλλοις δόμοις
690 παῖδας παραδιδῷ πολλὰ μοχθήσας πατήρ.
ΚΛ. οὐχ ὧδ᾽ ἀσύνετός εἰμι, πείσεσθαι δέ με
καὐτὴν δόκει τάδ᾽, ὥστε μή σε νουθετεῖν,
ὅταν σὺν ὑμεναίοισιν ἐξάγω κόρην·
ἀλλ᾽ ὁ νόμος αὐτὰ τῷ χρόνῳ συνισχνανεῖ.
695τοὔνομα μὲν οὖν παῖδ᾽ οἶδ᾽ ὅτῳ κατῄνεσας,
γένους δὲ ποίου χὡπόθεν, μαθεῖν θέλω.
ΑΓΑ. Αἴγινα θυγάτηρ ἐγένετ᾽ Ἀσωποῦ πατρός.
ΚΛ. ταύτην δὲ θνητῶν ἢ θεῶν ἔζευξε τίς;
ΑΓΑ. Ζεύς· Αἰακὸν δ᾽ ἔφυσεν, Οἰνώνης πρόμον.
700 ΚΛ. τὰ δ᾽ Αἰακοῦ παῖς τίς κατέσχε δώματα;
ΑΓΑ. Πηλεύς· ὁ Πηλεὺς δ᾽ ἔσχε Νηρέως κόρην.
ΚΛ. θεοῦ διδόντος, ἢ βίᾳ θεῶν λαβών;
ΑΓΑ. Ζεὺς ἠγγύησε καὶ δίδωσ᾽ ὁ κύριος.
ΚΛ. γαμεῖ δὲ ποῦ νιν; ἦ κατ᾽ οἶδμα πόντιον;
705 ΑΓΑ. Χείρων ἵν᾽ οἰκεῖ σεμνὰ Πηλίου βάθρα.
ΚΛ. οὗ φασι Κενταύρειον ᾠκίσθαι γένος;
ΑΓΑ. ἐνταῦθ᾽ ἔδαισαν Πηλέως γάμους θεοί.
ΚΛ. Θέτις δ᾽ ἔθρεψεν ἢ πατὴρ Ἀχιλλέα;
ΑΓΑ. Χείρων, ἵν᾽ ἤθη μὴ μάθοι κακῶν βροτῶν.
ΚΛ. φεῦ·
710 σοφός γ᾽ ὁ θρέψας χὡ διδοὺς σοφώτερος.
ΑΓΑ. τοιόσδε παιδὸς σῆς ἀνὴρ ἔσται πόσις.
ΚΛ. οὐ μεμπτός. οἰκεῖ δ᾽ ἄστυ ποῖον Ἑλλάδος;
ΑΓΑ. Ἀπιδανὸν ἀμφὶ ποταμὸν ἐν Φθίας ὅροις.
ΚΛ. ἐκεῖσ᾽ ἀπάξεις σὴν ἐμήν τε παρθένον;
715ΑΓΑ. κείνῳ μελήσει ταῦτα, τῷ κεκτημένῳ.
ΚΛ. ἀλλ᾽ εὐτυχοίτην. τίνι δ᾽ ἐν ἡμέρᾳ γαμεῖ;
ΑΓΑ. ὅταν σελήνης εὐτυχὴς ἔλθῃ κύκλος.
ΚΛ. προτέλεια δ᾽ ἤδη παιδὸς ἔσφαξας θεᾷ;
ΑΓΑ. μέλλω· ᾽πὶ ταύτῃ καὶ καθέσταμεν τύχῃ.
720 ΚΛ. κἄπειτα δαίσεις τοὺς γάμους ἐς ὕστερον;
ΑΓΑ. θύσας γε θύμαθ᾽ ἃ ἐμὲ χρὴ θῦσαι θεοῖς.
ΚΛ. ἡμεῖς δὲ θοίνην ποῦ γυναιξὶ θήσομεν;
ΑΓΑ. ἐνθάδε παρ᾽ εὐπρύμνοισιν Ἀργείων πλάταις.
ΚΛ. καλῶς ἀναγκαίως τε· συνενέγκοι δ᾽ ὅμως.
σού είν᾽ άγνωστα. Έμπα τώρα στη σκηνή μου·
δεν είν᾽ ωραίο να φαίνονται στον κόσμο
τα κορίτσια· μα πρώτα φίλησέ με
και δώσε στον πατέρα σου το χέρι,
680που θα ᾽σαι για πολύν καιρό μακριά του.
Μάγουλα εσείς, ξανθά μαλλιά, στηθάκια,
τί βάρος που σας έγινε η Ελένη
κι η Τροία! — Μα σταματώ· τα δάκρυα, βρύση,
μόλις σ᾽ άγγιξα, μου ᾽βρεξαν τα μάτια.
Έλα έμπα μέσα.
Η Ιφιγένεια μπαίνει στη σκηνή.
Σου ζητώ συγγνώμη,
της Λήδας κόρη, για την άμετρή μου
συγκίνηση, που πρόκειται να δώσω
στον Αχιλλέα την κόρη μου. Είν᾽ ο γάμος
χαρά, οι γονιοί πικραίνονται όμως·
ένας πατέρας που πολύ εκουράστη
690να στέλνει τα παιδιά του σε άλλα σπίτια.
ΚΛΥ. Δεν είμαι ανόητη· με τραγούδια γάμου
την κόρη σα θα βγάζω, αυτά θα πάθω
και η ίδια· πώς λοιπόν να σ᾽ ορμηνεύω;
Αλλά με τον καιρό το συνηθίζεις.—
Τ᾽ όνομα του γαμπρού το ξέρω· θέλω
το σόι του να μου πεις και την πατρίδα.
ΑΓΑ. Την Αίγινα είχε κόρη ο Ασωπός.
ΚΛΥ. Κι αυτή ποιός θεός ή ποιός θνητός την πήρε;
ΑΓΑ. Ο Δίας· και γιος τους ο άρχος της Οινώνης.
700ΚΛΥ. Και του Αιακού ποιός ήταν κληρονόμος;
ΑΓΑ. Ο Πηλέας· αυτός πήρε Νηρηίδα.
ΚΛΥ. Θεός την έδωσε ή στους θεούς ενάντια;
ΑΓΑ. Τ᾽ όρισε ο Δίας, την έδωσε ο Νηρέας.
ΚΛΥ. Κι ο γάμος τους στο πέλαγο έγινε ίσως;
ΑΓΑ. Στου Χείρωνα τα μέρη, στο άγιο Πήλιο.
ΚΛΥ. Εκεί που λένε οι Κένταυροι πως μένουν;
ΑΓΑ. Εκεί οι θεοί παντρέψαν τον Πηλέα.
ΚΛΥ. Κι αυτός ή η Θέτη ανάθρεψε το γιο τους;
ΑΓΑ. Ο Χείρωνας· κι αυτό, για να μην πάρει
κακές συνήθειες. ΚΛΥ. Α! Σοφός διδάχος,
710και πιο σοφός ο που είπε να τον πάρει.
ΑΓΑ. Νά τί γαμπρό θα κάμεις. ΚΛΥ. Τέλειος είναι.
Και μένει σε ποιά πόλη της Ελλάδας;
ΑΓΑ. Εκεί που ρέει ο Απιδανός, στη Φθία.
ΚΛΥ. Θα πάρει εκεί την κόρη μας μαζί του;
ΑΓΑ. Εκείνος θα φροντίσει· αφέντης θα είναι.
ΚΛΥ. Να ᾽ναι καλά κι οι δυο. Και πότε ο γάμος;
ΑΓΑ. Σα γεμίσει —καλή ώρα— το φεγγάρι.
ΚΛΥ. Στη θεά θυσία του πρόγαμου έχεις κάμει;
ΑΓΑ. Θα κάμω· αυτή ετοιμάζουμε ίσα ίσα.
720ΚΛΥ. Και πιο ύστερα του γάμου το τραπέζι;
ΑΓΑ. Αφού στους θεούς θυσία προσφέρω πρώτα.
ΚΛΥ. Και πού θα δώσω δείπνο στις γυναίκες;
ΑΓΑ. Κοντά στα ωραία καράβια των Αργείων.
ΚΛΥ. Κι έτσι καλά· κι ο θεός δεξιά ας τα φέρει.
πικρόν— φίλημα δοῦσα δεξιάν τέ μοι,
680 μέλλουσα δαρὸν πατρὸς ἀποικήσειν χρόνον.
ὦ στέρνα καὶ παρῇδες, ὦ ξανθαὶ κόμαι,
ὡς ἄχθος ὑμῖν ἐγένεθ᾽ ἡ Φρυγῶν πόλις
Ἑλένη τε. — παύω τοὺς λόγους· ταχεῖα γὰρ
νοτὶς διώκει μ᾽ ὀμμάτων ψαύσαντά σου.
685 ἴθ᾽ εἰς μέλαθρα. σὲ δὲ παραιτοῦμαι τάδε,
Λήδας γένεθλον, εἰ κατῳκτίσθην ἄγαν,
μέλλων Ἀχιλλεῖ θυγατέρ᾽ ἐκδώσειν ἐμήν.
ἀποστολαὶ γὰρ μακάριαι μέν, ἀλλ᾽ ὅμως
δάκνουσι τοὺς τεκόντας, ὅταν ἄλλοις δόμοις
690 παῖδας παραδιδῷ πολλὰ μοχθήσας πατήρ.
ΚΛ. οὐχ ὧδ᾽ ἀσύνετός εἰμι, πείσεσθαι δέ με
καὐτὴν δόκει τάδ᾽, ὥστε μή σε νουθετεῖν,
ὅταν σὺν ὑμεναίοισιν ἐξάγω κόρην·
ἀλλ᾽ ὁ νόμος αὐτὰ τῷ χρόνῳ συνισχνανεῖ.
695τοὔνομα μὲν οὖν παῖδ᾽ οἶδ᾽ ὅτῳ κατῄνεσας,
γένους δὲ ποίου χὡπόθεν, μαθεῖν θέλω.
ΑΓΑ. Αἴγινα θυγάτηρ ἐγένετ᾽ Ἀσωποῦ πατρός.
ΚΛ. ταύτην δὲ θνητῶν ἢ θεῶν ἔζευξε τίς;
ΑΓΑ. Ζεύς· Αἰακὸν δ᾽ ἔφυσεν, Οἰνώνης πρόμον.
700 ΚΛ. τὰ δ᾽ Αἰακοῦ παῖς τίς κατέσχε δώματα;
ΑΓΑ. Πηλεύς· ὁ Πηλεὺς δ᾽ ἔσχε Νηρέως κόρην.
ΚΛ. θεοῦ διδόντος, ἢ βίᾳ θεῶν λαβών;
ΑΓΑ. Ζεὺς ἠγγύησε καὶ δίδωσ᾽ ὁ κύριος.
ΚΛ. γαμεῖ δὲ ποῦ νιν; ἦ κατ᾽ οἶδμα πόντιον;
705 ΑΓΑ. Χείρων ἵν᾽ οἰκεῖ σεμνὰ Πηλίου βάθρα.
ΚΛ. οὗ φασι Κενταύρειον ᾠκίσθαι γένος;
ΑΓΑ. ἐνταῦθ᾽ ἔδαισαν Πηλέως γάμους θεοί.
ΚΛ. Θέτις δ᾽ ἔθρεψεν ἢ πατὴρ Ἀχιλλέα;
ΑΓΑ. Χείρων, ἵν᾽ ἤθη μὴ μάθοι κακῶν βροτῶν.
ΚΛ. φεῦ·
710 σοφός γ᾽ ὁ θρέψας χὡ διδοὺς σοφώτερος.
ΑΓΑ. τοιόσδε παιδὸς σῆς ἀνὴρ ἔσται πόσις.
ΚΛ. οὐ μεμπτός. οἰκεῖ δ᾽ ἄστυ ποῖον Ἑλλάδος;
ΑΓΑ. Ἀπιδανὸν ἀμφὶ ποταμὸν ἐν Φθίας ὅροις.
ΚΛ. ἐκεῖσ᾽ ἀπάξεις σὴν ἐμήν τε παρθένον;
715ΑΓΑ. κείνῳ μελήσει ταῦτα, τῷ κεκτημένῳ.
ΚΛ. ἀλλ᾽ εὐτυχοίτην. τίνι δ᾽ ἐν ἡμέρᾳ γαμεῖ;
ΑΓΑ. ὅταν σελήνης εὐτυχὴς ἔλθῃ κύκλος.
ΚΛ. προτέλεια δ᾽ ἤδη παιδὸς ἔσφαξας θεᾷ;
ΑΓΑ. μέλλω· ᾽πὶ ταύτῃ καὶ καθέσταμεν τύχῃ.
720 ΚΛ. κἄπειτα δαίσεις τοὺς γάμους ἐς ὕστερον;
ΑΓΑ. θύσας γε θύμαθ᾽ ἃ ἐμὲ χρὴ θῦσαι θεοῖς.
ΚΛ. ἡμεῖς δὲ θοίνην ποῦ γυναιξὶ θήσομεν;
ΑΓΑ. ἐνθάδε παρ᾽ εὐπρύμνοισιν Ἀργείων πλάταις.
ΚΛ. καλῶς ἀναγκαίως τε· συνενέγκοι δ᾽ ὅμως.
***
ΑΓΑ. Μακάρια εσύ ᾽σαι, εγώ όμως όχι, που όλασού είν᾽ άγνωστα. Έμπα τώρα στη σκηνή μου·
δεν είν᾽ ωραίο να φαίνονται στον κόσμο
τα κορίτσια· μα πρώτα φίλησέ με
και δώσε στον πατέρα σου το χέρι,
680που θα ᾽σαι για πολύν καιρό μακριά του.
Μάγουλα εσείς, ξανθά μαλλιά, στηθάκια,
τί βάρος που σας έγινε η Ελένη
κι η Τροία! — Μα σταματώ· τα δάκρυα, βρύση,
μόλις σ᾽ άγγιξα, μου ᾽βρεξαν τα μάτια.
Έλα έμπα μέσα.
Η Ιφιγένεια μπαίνει στη σκηνή.
Σου ζητώ συγγνώμη,
της Λήδας κόρη, για την άμετρή μου
συγκίνηση, που πρόκειται να δώσω
στον Αχιλλέα την κόρη μου. Είν᾽ ο γάμος
χαρά, οι γονιοί πικραίνονται όμως·
ένας πατέρας που πολύ εκουράστη
690να στέλνει τα παιδιά του σε άλλα σπίτια.
ΚΛΥ. Δεν είμαι ανόητη· με τραγούδια γάμου
την κόρη σα θα βγάζω, αυτά θα πάθω
και η ίδια· πώς λοιπόν να σ᾽ ορμηνεύω;
Αλλά με τον καιρό το συνηθίζεις.—
Τ᾽ όνομα του γαμπρού το ξέρω· θέλω
το σόι του να μου πεις και την πατρίδα.
ΑΓΑ. Την Αίγινα είχε κόρη ο Ασωπός.
ΚΛΥ. Κι αυτή ποιός θεός ή ποιός θνητός την πήρε;
ΑΓΑ. Ο Δίας· και γιος τους ο άρχος της Οινώνης.
700ΚΛΥ. Και του Αιακού ποιός ήταν κληρονόμος;
ΑΓΑ. Ο Πηλέας· αυτός πήρε Νηρηίδα.
ΚΛΥ. Θεός την έδωσε ή στους θεούς ενάντια;
ΑΓΑ. Τ᾽ όρισε ο Δίας, την έδωσε ο Νηρέας.
ΚΛΥ. Κι ο γάμος τους στο πέλαγο έγινε ίσως;
ΑΓΑ. Στου Χείρωνα τα μέρη, στο άγιο Πήλιο.
ΚΛΥ. Εκεί που λένε οι Κένταυροι πως μένουν;
ΑΓΑ. Εκεί οι θεοί παντρέψαν τον Πηλέα.
ΚΛΥ. Κι αυτός ή η Θέτη ανάθρεψε το γιο τους;
ΑΓΑ. Ο Χείρωνας· κι αυτό, για να μην πάρει
κακές συνήθειες. ΚΛΥ. Α! Σοφός διδάχος,
710και πιο σοφός ο που είπε να τον πάρει.
ΑΓΑ. Νά τί γαμπρό θα κάμεις. ΚΛΥ. Τέλειος είναι.
Και μένει σε ποιά πόλη της Ελλάδας;
ΑΓΑ. Εκεί που ρέει ο Απιδανός, στη Φθία.
ΚΛΥ. Θα πάρει εκεί την κόρη μας μαζί του;
ΑΓΑ. Εκείνος θα φροντίσει· αφέντης θα είναι.
ΚΛΥ. Να ᾽ναι καλά κι οι δυο. Και πότε ο γάμος;
ΑΓΑ. Σα γεμίσει —καλή ώρα— το φεγγάρι.
ΚΛΥ. Στη θεά θυσία του πρόγαμου έχεις κάμει;
ΑΓΑ. Θα κάμω· αυτή ετοιμάζουμε ίσα ίσα.
720ΚΛΥ. Και πιο ύστερα του γάμου το τραπέζι;
ΑΓΑ. Αφού στους θεούς θυσία προσφέρω πρώτα.
ΚΛΥ. Και πού θα δώσω δείπνο στις γυναίκες;
ΑΓΑ. Κοντά στα ωραία καράβια των Αργείων.
ΚΛΥ. Κι έτσι καλά· κι ο θεός δεξιά ας τα φέρει.