Δύο από τις βασικότερες έννοιες των πραγματικών Ελλήνων προγόνων μας, οι οποίοι μόνοι αυτοί συνέλαβαν και διετύπωσαν την έννοια του Ανθρωπισμού, δωρίζοντάς την έκτοτε στην πεπολιτισμένη ανθρωπότητα, είναι η Παιδεία και η Μόρφωσις. Ως ιδεώδες της πρώτης, ωρίσθη από τους προγόνους μας το να γίνουν οι άνθρωποι ικανοί να δίδουν σε άλλους το δικαίωμα του λόγου και, επίσης, να καταλαβαίνουν τα όσα οι άλλοι λέγουν, δηλαδή «ΛΟΓΟΝ ΔΙΔΟΝΑΙ ΚΑΙ ΛΑΜΒΑΝΕΙΝ» (Ξενοφών, «Οικονομικός» 11,22). Ο κάθε άνθρωπος, δια της Παιδείας, οφείλει να καταστεί ταυτοχρόνως ικανός δότης και ικανός λήπτης λόγου.
Ως ιδεώδες της δευτέρας, της Μορφώσεως, ωρίσθη η απόκτηση ορθής και γνησίας σχέσεως (διαμόρφωσις δηλαδή) της διανοίας, της βουλήσεως και του συναισθήματος του ανθρώπου προς τους παράγοντες που καθορίζουν τον βίο του, δηλαδή τον Κόσμο, το φυσικό περιβάλλον και τους θεσμούς. Για την απόκτηση αυτής της ορθής και γνησίας σχέσεως, απαιτείται η Γνώση, η Δεξιότης, ο Σεβασμός και η Ευγένεια.
Είναι γνωστό σε όλους τους πολιτισμένους ανθρώπους ότι η ανθρωπίνη ιδιότης περνά υποχρεωτικώς δια μέσου αυτών των δύο εννοιών. Για αυτό λοιπόν, εγώ προσωπικώς, κάθε φορά που αναφέρομαι σε ο,τιδήποτε έχει να κάνει με την έννοια άνθρωπος, ποτέ δεν επιτρέπω να μείνουν εκτός, ως τάχα άσχετες, η Παιδεία και η Μόρφωσις.
Το ποιόν του πρώτου κυβερνήτου του Νεοελληνικού Κράτους, αλλά και το ποιόν της εποχής που έζησε, εκυβέρνησε και εδολοφονήθη, μέσα από μία πληθώρα στοιχείων και ντοκουμέντων που θα ήταν άτοπο να παρατεθούν εδώ, έστω και εν περιλήψει, συντεταγμένα ίσως σε ενότητες.
Ποιος ήταν ο Ιωάννης Καποδίστριας, αυτός ο τσαρικός παράγων, αυτός ο κονταροκτυπούμενος με τους Διαφωτιστές και κυρίως με τον Αδαμάντιο Κοραή, αυτός ο πολεμηθείς αγρίως και αποκληθείς ευθέως «τύραννος» από τον Πολυζωϊδη και τους λοιπούς αρθρογράφους της υδραίϊκης εφημερίδος «Απόλλων», αυτός ο τούτο και εκείνο, τυπικός δημόσιος άνδρας που γύρω του πλέκονται αενάως συμπάθειες και αντιπάθειες, φήμες και εξακριβώσεις, υπερβολές και υποτιμήσεις, καθιστώντας ιδιαιτέρως δύσκολο στον ιστορικό, πόσο μάλλον στον απλό άνθρωπο, να έχει μία ξεκάθαρη και σαφή εικόνα περί της προσωπικότητος, των προθέσεων και της ποιότητός του; Δύσκολο να ειπωθεί, καθώς η κάθε πλευρά, τόσο των συμπαθούντων όσο και των αντιπαθούντων, μπορεί ευκόλως και σείει τα δικά της επιχειρήματα.
Στον επίσημο απολογισμό των πεπραγμένων του, κατατίθενται σαφώς υπέρ του η νομισματοκοπή, του Εθνικό Ορφανοτροφείο, το Εθνικό Τυπογραφείο και η Αρχαιολογική Υπηρεσία, η σύσταση των πρώτων πανεπιστημιακών σχολών και άλλα ανάλογα. Φθάνουν όμως αυτά για να τον κάνουν άξιο των επευφημιών της Γριάς Ιστορίας; Προσωπικώς απαντώ όχι. Διότι όλα αυτά ήταν υποχρεωμένος να τα μεθοδεύσει ο οποιοσδήποτε στοιχειωδώς σοβαρός κυβερνήτης μίας ρευστής ακόμη κοινωνίας που μόλις ανεδύετο από τη φρίκη της αταξίας και της εκ των ενόντων και «δια της κουμπούρας» επιβιώσεως των μελών της.
Εκείνο που χρειαζόταν τότε η Ελλάς από τον όποιον κυβερνήτη της ήταν η παροχή Παιδείας και Μορφώσεως στα νεαρά κυρίως μέλη της υπό διαμόρφωσιν κοινωνίας για να προετοιμασθεί πολιτισμικώς η χώρα να αντιμετωπίσει επιτυχώς την απόσχισή της από τον άθλιο κόσμο της Ανατολής. Αυτό δεν το έπραξε ο Καποδίστριας. Και η Νεοελλάδα το πληρώνει ακόμη (και θα το πληρώνει από ό,τι φαίνεται μέχρι την μεγάλη έκπληξη μίας μελλοντικής φανερώσεως ενός δημοσίου ανδρός που δεν θα αυτοακυρώνεται από τα χαρακτηριστικά του ευνούχου και του δούλου που έως σήμερα κυριάρχησαν και νύν κυριαρχούν σε τούτο τον τόπο).
Αντιθέτως, ο Καποδίστριας υπηρέτησε με αφοσίωση τον βυζαντινό σκοταδισμό και κατεδίωξε απηνώς την Ελληνική εθνική Γραμματεία και τις ιδέες των Διαφωτιστών, τυφλώνοντας εκείνες ακριβώς τις γενεές που η Μοίρα είχε διαλέξει για την σπάνια πιθανότητα ν’ αναστήσουν το επί αιώνες υπόδουλο και εν ύπνω Ελληνικό Έθνος. Και αυτό σε καίριους καιρούς, ελάχιστες δεκαετίες απέχοντες από την λαμπρά εκείνη εποχή που οι επαναστατικές ομάδες των Επτανήσων (με συντρόφους τους ακόμη και εντός αυτής της ίδιας της Κωνσταντινουπόλεως, όπως μαρτυρείται τουλάχιστον για το έτος 1794) ανέπτυσσαν εκείνη την έντονο δραστηριότητα που περιγράφει ο Πασχάλης Κιτρομηλίδης στο βιβλίο του «Η Γαλλική Επανάσταση και η Νοτιανατολική Ευρώπη», με αιτήματά τους την Άμεση Δημοκρατία, την ανασύσταση των Ολυμπιακών θεσμών, την επάνοδο της Εθνικής Ελληνικής Θρησκείας και την κατάργηση του Χριστιανισμού. Και μείναμε υπόδουλοι και τυφλοί. Έως και σήμερα που ομιλούμε. Όχι μεταφορικώς αλλά κυριολεκτικώς, έως εκεί που δεν παίρνει παραπέρα.
Το τραγικό βεβαίως είναι ότι του Καποδίστρια δεν εστάθησαν αφοσιωμένοι ούτε καν εκείνοι που υπηρετήθησαν πιστά υπ’ αυτού, όπως οι τοποτηρητές της βυζαντιοκρατίας. Η έλλειψη Παιδείας εδώ οδηγεί και στην αγνωμοσύνη. Και ήταν, όπως γνωρίζουμε από φυλλάδιο των αρχών του περασμένου αιώνος γραμμένο από τον γνωστό νομικό Τριανταφυλλόπουλο από τον χώρο της πολλαπλώς υπηρετηθείσης και εξυπηρετηθείσης υπ’ αυτού Εκκλησίας που εξεπορεύθη η γελοία, η γελοιωδεστάτη, εκείνη αντίδραση στην καλλιέργεια της πατάτας που προσεπάθησε να εισάγει στο νεοσύστατο Κράτος ο Καποδίστριας. Μία αντίδραση που κάποτε κάποιοι την αφηγούνται αλλά δίχως την πλήρη αλήθεια, χρεώνοντας την άρνηση των πατατών στην αντιδραστικότητα δήθεν των Ρωμιών. Η μισή αλήθεια όμως αποτελεί ψέμμα.
Ο Καποδίστριας, γνήσιο παιδί της Ρωσικής κοινωνίας, μίας κοινωνίας μέχρι και σήμερα προδημοκρατικής, όπως άλλωστε θα ήταν ακόμη και η Ελλάδα αν δεν είχε συρθεί σε υποχρεωτική δημοκρατικοποίηση δια του ευρωπαϊκού προσανατολισμού, εφίμωσε τον Τύπο και εμεθόδευσε άγρια καταστολή για να περάσει τη δική του γραμμή πολιτική γραμμή και φυσικά δεν περιωρίσθη εκεί, αλλά προέβη σε πολλά άλλα ανάλογα.
Προσωπικώς, ως Έλληνα και δή κατά τα πάτρια, με ενδιαφέρει μόνον η δημοσία «πράξις», διότι μόνον αυτή είναι Ιστορία, διότι μόνον αυτή μπορεί να αφήσει πίσω της «μνημείον», δηλαδή αποτύπωση Μνήμης που επιχειρεί να διασώσει τη θύμιση της «πράξεως» από τις αδυσώπητες μυλόπετρες του χρόνου και της λησμονιάς. Όλα τα άλλα, τα κρύφια και τα άδηλα, όπως άλλωστε και τα ατυχή αμνημόνευτα, είναι αέρας που έφυγε και σκόνη στον άνεμο, λες και δεν υπήρξαν ποτέ. Όταν οι γενεές των ανθρώπων «πέφτουν σαν τα φυλλώματα τους δάσους», όπως πολύ λυρικά τα έγραψε ο Σιμωνίδης, απομένει στο «μνημείον», στο όποιας μορφής «μνημείον», να διασώσει και να απαθανατίσει. Και σε αυτή την αμείλικτη πραγματικότητα, όλοι οι κρυφίως δράσαντες ως κακοί είναι ανύπαρκτοι (ακόμη κι αν ολόκληρο ελέγχουν τον κόσμο) και ως αγαθοί ανήμποροι να υπερασπισθούν τους εαυτούς τους απέναντι σε ο,τιδήποτε το αρνητικό λεχθεί περί αυτών. Εν τέλει, όντως, τα πάντα στον ανθρώπινο βίο είναι απλώς μία κατάσταση του νοός. Η την Ελληνική θέαση των πραγμάτων έχοντες, ενδιαφέρονται πρωτίστως για το άφθιτον και ευκλεές τής (υπό των ομοίων τους) αναμνήσεως του περάσματός τους επάνω στον πολλά και θωμαστά γνωρίσαντα πέτρινο και χωμάτινο φλοιό αυτής της Γής.
Καλός ή κακός λοιπόν ο Καποδίστριας; Και ο καθείς ας καταλήξει εκεί που αρμόζει στα δικά του ζητούμενα και στη δική του ιδιοσυγκρασία και Παιδεία. Άρχισα με αναφορά στα περί Παιδείας, με τα οποία και θα κλείσω. Το δικό μου μέτρο είναι αυτή η υπερπεριεκτική όσο και σαφής λέξη. Παιδεία. Μέσα από τα δικά της πλαίσια, ο Καποδίστριας φαίνεται οπωσδήποτε και κακός και μικρός και υπηρέτης της καθυστερήσεως, δίχως όμως να είναι μοναδικός, αφού το ίδιο υπήρξαν όλοι οι έως σήμερα κυβερνήτες αυτού του τόπου, και οι υπουργοί του οι αρμόδιοι για τα του πολιτισμού και της εκπαιδεύσεως που δεν ανεδείχθησαν ποτέ. Και βρισκόμαστε εμείς σήμερα, μετά από ενάμιση και βάλε αιώνες υπάρξεως του Νεοελληνικού Κράτους να ψάχνουμε με τον φανό για τους λίγους, ελάχιστους καλλιεργημένους ή ψυχολογικώς υγιείς.
Ο τόπος που υπομονετικά μας φιλοξενεί και υφίσταται την αγροικία, την αθλιότητα και την δεισιδαιμονία των Ρωμιών κατοίκων του, στοιχειώνεται από πολύ απαιτητικές ψυχές που έζησαν εδώ με υποδειγματικό και ελευθεροπρεπή τρόπο πολλές δεκάδες χιλιάδες χρόνια πριν την εισβολή της εξ ανατολών βαρβαρότητος. Αυτές οι ψυχές, κατέστησαν την Ιδεόσφαιρά του ιδαιτέρως υψηλή, λογική, φυσιολογική και αγία και αποτελεί προδοσία η όποια αδυναμία να σταθεί ο νύν κάτοικος στα επίπεδα αυτά. Για αυτό εστίασα στην Παιδεία και για αυτό βρίσκω τον Καποδίστρια όπως τον βρίσκω, ομοίως με όλους τους επιγόνους τους πολιτικούς κυβερνήτες στη μακρά αλλά θλιβερά ομοιόμορφη αλυσίδα διαδοχής τους έως τις ημέρες μας. Τις ημέρες που οι Νεοέλληνες κατέχουν όλες τις αρνητικές πρωτιές στην πανευρωπαϊκή πραγματικότητα (ναρκωτικά, αναλφαβητισμό, εμπιστοσύνη στους θεοκράτες αντί στους δημοκρατικούς θεσμούς και άλλα άπειρα) δεν μας επιτρέπεται να επιτρέπουμε άλλο την ύπαρξη κενού Παιδείας, διότι η τελευταία αποτελεί το μοναδικό εργαλείο για την απελευθέρωση της κοινωνίας μας από την αγροικία και την ηλιθιότητα. Στις ημέρες του Καποδίστρια ο αμόρφωτος Μιαούλης, ο ίδιος που, πάλι εξαιτίας της αμορφωσιάς του, έκαψε τα καράβια του Ελληνικού στόλου, κατέστρεφε την Δήλο για να κτίσει την πασίγνωστη μεγαεκκλησία της Παναγίας στη νήσο της Τήνου. Στις δικές μας ημέρες οι εκλεγμένοι πολιτικοί κάμπτουν αδίστακτα τον αυχένα μπροστά στους εκπροσώπους της Βυζαντινής αυταρχίας και θεοκρατίας και οι νέοι μας κοιτάζουν με απλανή μάτια τους όρους της ζωής τους να ορίζονται ερήμην τους από εκείνους που μεθοδικώς ακύρωσαν στο παρελθόν κάθε δυνατότητα πολιτισμικής, και άρα ουσιαστικής, αναστάσεως του Ελληνικού Έθνους.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου