Το αρχ, ελλ. «ἔπος» σημαίνει λόγος, μύθος, θρύλος, ιστορία, τραγούδι, ποίημα, συμβουλή, ορμήνια, νουθεσία, γνώμη· κι ακόμη: θεϊκός λόγος, προφητεία, μαντεία, χρησμός, ρητό, γνωμικό, παροιμία, απόφθεγμα, νόημα, έννοια, περιεχόμενο, θέμα ομιλίας, αντικείμενο ή ζήτημα, το άσμα του αοιδού (από εκεί και η σημερινή σημασία «κατόρθωμα», κάτι άξιο να μνημονεύεται: το «έπος του 1940»).
Στον Ηρόδοτο βρίσκουμε τη φράση «ἅμα ἔπος τε καὶ ἔργον ἐποίεε», που σημαίνει: είπε και αμέσως, ταυτόχρονα έκανε, έπραξε· η έκφραση «κατ’ ἔπος» στον Αριστοφάνη έχει τη σημασία: «λέξη προς λέξη, αυτολεξεί, ακριβώς». Στα κείμενα του Πλάτωνα το «οὐδὲν πρὸς ἔπος» σήμαινε «τίποτα σχετικό». Στον Ευριπίδη οι αρχαίες εκφράσεις «ὡς ἔπος εἰπεῖν» ή «ὡς εἰπεῖν ἔπος» είχαν σημασία παρόμοια με τα σημερινά «τρόπος του λέγειν» και «ούτως ειπείν». Το «ἑνὶ ἔπει» στον Ηρόδοτο σήμαινε: με μια λέξη, σύντομα, συνοπτικά, μ’ έναν λόγο.
Στην Ιλιάδα (Α77) ο μάντης Κάλχας –που απ᾿ τους μάντηδες ο πιο τρανός λογιόταν, και όλα τα κάτεχε, μελλούμενα και τωρινά και πρώτα– απευθύνεται στον Αχιλλέα: «Ναι, θα μιλήσω, μα στοχάσου το και συ πιο πριν κι ορκίσου / με λόγια και με χέρια [ἔπεσιν καὶ χερσὶν] πρόθυμα πώς θα με διαφεντέψεις. / Φοβάμαι, θα θυμώσω κάποιον μας, πού τους Αργίτες όλους / περίσσια ξεπερνά στη δύναμη και του αγρικοϋν το λόγο…»
Η ομηρική φράση «ἔπεα πτερόεντα» σημαίνει λόγια που έχουν φτερά, που πετούν, που τα παίρνει ο αέρας, που λέγονται και χάνονται, που ταξιδεύουν, μεταδίδονται με τον άνεμο, διαδίδονται. Αλλού ο Αχιλλέας μιλάει στην Αθηνά: «…και κράζοντας τη με ανεμάρπαστα της συντυχαίνει λόγια [καί μιν φωνήσας ἔπεα πτερόεντα προσηύδα]: / «Τέκνο του Δία του βροντοσκούταρου, γιατί ήρθες τώρα πάλε; / Για τον υγιό του Ατρέα μην έτρεξες, να δεις την ξιπασιά του; / Εγώ ένα λόγο ωστόσο θα ‘λεγα, που θα γενεί, λογιάζω: / με τ᾿ άπρεπα του αυτά καμώματα θα γοργοθανατίσει.» (Α201)[1]
Ο Ιάκωβος Πολυλάς αποδίδει τον ίδιο στίχο: «Και ομίλησε προς την θεάν με λόγια φτερωμένα.» Η κοινή αντίληψη ότι τα λόγια πετούν, είναι «του αέρα», διαδίδονται ως φήμη, φεύγουν, «δεν μαζεύονται» βρίσκεται και σε νεότερες ελληνικές παροιμίες: «Λόγος και λιθάρι φεύγουν και δεν πιάνονται.», «Ο λόγος πρώτα στο ρινί [= στη μύτη] και ύστερα στο στόμα.», «Η γλώσσα έχει και γλωσσοδέτη.», «Βάλε κλειδί στη γλώσσα σου.», «Η γλώσσα που τρέχει και χώρα χαλά και χώρα φτιάνει.», «Ο Θεός έδωσε δόντια για να δαγκάνουμε τη γλώσσα.» Εξάλλου, η «Γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει», όπως αποδεικνύεται από την καθημερινή εμπειρία..
Μπορούμε ίσως να διαψεύσουμε ή να ξεχάσουμε κάτι που είπαμε, είναι όμως δύσκολο ή αδύνατο να εξαφανίσουμε τα γραπτά τεκμήρια, ό,τι έχουμε γράψει· η επόμενη λατινική παροιμία δηλώνει τη σημασία και την αξία του γραπτού λόγου: «Verba volant, scripta manent» – «Τα λόγια πετούν, τα γραπτά μένουν.»
Στον Ηρόδοτο βρίσκουμε τη φράση «ἅμα ἔπος τε καὶ ἔργον ἐποίεε», που σημαίνει: είπε και αμέσως, ταυτόχρονα έκανε, έπραξε· η έκφραση «κατ’ ἔπος» στον Αριστοφάνη έχει τη σημασία: «λέξη προς λέξη, αυτολεξεί, ακριβώς». Στα κείμενα του Πλάτωνα το «οὐδὲν πρὸς ἔπος» σήμαινε «τίποτα σχετικό». Στον Ευριπίδη οι αρχαίες εκφράσεις «ὡς ἔπος εἰπεῖν» ή «ὡς εἰπεῖν ἔπος» είχαν σημασία παρόμοια με τα σημερινά «τρόπος του λέγειν» και «ούτως ειπείν». Το «ἑνὶ ἔπει» στον Ηρόδοτο σήμαινε: με μια λέξη, σύντομα, συνοπτικά, μ’ έναν λόγο.
Στην Ιλιάδα (Α77) ο μάντης Κάλχας –που απ᾿ τους μάντηδες ο πιο τρανός λογιόταν, και όλα τα κάτεχε, μελλούμενα και τωρινά και πρώτα– απευθύνεται στον Αχιλλέα: «Ναι, θα μιλήσω, μα στοχάσου το και συ πιο πριν κι ορκίσου / με λόγια και με χέρια [ἔπεσιν καὶ χερσὶν] πρόθυμα πώς θα με διαφεντέψεις. / Φοβάμαι, θα θυμώσω κάποιον μας, πού τους Αργίτες όλους / περίσσια ξεπερνά στη δύναμη και του αγρικοϋν το λόγο…»
Η ομηρική φράση «ἔπεα πτερόεντα» σημαίνει λόγια που έχουν φτερά, που πετούν, που τα παίρνει ο αέρας, που λέγονται και χάνονται, που ταξιδεύουν, μεταδίδονται με τον άνεμο, διαδίδονται. Αλλού ο Αχιλλέας μιλάει στην Αθηνά: «…και κράζοντας τη με ανεμάρπαστα της συντυχαίνει λόγια [καί μιν φωνήσας ἔπεα πτερόεντα προσηύδα]: / «Τέκνο του Δία του βροντοσκούταρου, γιατί ήρθες τώρα πάλε; / Για τον υγιό του Ατρέα μην έτρεξες, να δεις την ξιπασιά του; / Εγώ ένα λόγο ωστόσο θα ‘λεγα, που θα γενεί, λογιάζω: / με τ᾿ άπρεπα του αυτά καμώματα θα γοργοθανατίσει.» (Α201)[1]
Ο Ιάκωβος Πολυλάς αποδίδει τον ίδιο στίχο: «Και ομίλησε προς την θεάν με λόγια φτερωμένα.» Η κοινή αντίληψη ότι τα λόγια πετούν, είναι «του αέρα», διαδίδονται ως φήμη, φεύγουν, «δεν μαζεύονται» βρίσκεται και σε νεότερες ελληνικές παροιμίες: «Λόγος και λιθάρι φεύγουν και δεν πιάνονται.», «Ο λόγος πρώτα στο ρινί [= στη μύτη] και ύστερα στο στόμα.», «Η γλώσσα έχει και γλωσσοδέτη.», «Βάλε κλειδί στη γλώσσα σου.», «Η γλώσσα που τρέχει και χώρα χαλά και χώρα φτιάνει.», «Ο Θεός έδωσε δόντια για να δαγκάνουμε τη γλώσσα.» Εξάλλου, η «Γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει», όπως αποδεικνύεται από την καθημερινή εμπειρία..
Μπορούμε ίσως να διαψεύσουμε ή να ξεχάσουμε κάτι που είπαμε, είναι όμως δύσκολο ή αδύνατο να εξαφανίσουμε τα γραπτά τεκμήρια, ό,τι έχουμε γράψει· η επόμενη λατινική παροιμία δηλώνει τη σημασία και την αξία του γραπτού λόγου: «Verba volant, scripta manent» – «Τα λόγια πετούν, τα γραπτά μένουν.»
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου