Τα θρυλικά και παράτολμα κατορθώματα του Aριστομένη και οι νικηφόρες μάχες του ενάντια στους Σπαρτιάτες είχαν πάρει μυθικές διαστάσεις· απαγγέλλονταν μάλιστα ως έπος από τις Μεσσήνιες γυναίκες, όταν ο ήρωας ήταν ακόμη ζωντανός.
Το έπος άδονταν για πολλούς αιώνες αργότερα, απαλύνοντας τον πόνο των υποδουλωμένων: Οι Μεσσήνιοι, τραγουδώντας τα κατορθώματα του εθνικού τους ήρωα και συντηρώντας λατρείες τοπικών ηρώων, ασκούσαν αντίσταση που δεν αποτολμούσε την ανοιχτή σύγκρουση με τον κατακτητή, αποδείχτηκε ωστόσο ιδιαίτερα αποτελεσματική - καθώς ενεργούσε διαβρωτικά ενάντια στο καταπιεστικό σπαρτιατικό καθεστώς και συνέβαλλε στη διαμόρφωση της μεσσηνιακής εθνικής ταυτότητας, ιδιαίτερα στις «περιοικίδες» πόλεις γύρω στο βουνό της Ιθώμης. Ηταν μια μορφή «μακράς επανάστασης», όπως την αντιλαμβάνεται ο Raymond Williams στο ομώνυμο βιβλίο του (Long Revolution, 1989), ή μια «πολιτισμική αντίσταση», όπως την όρισε ο Marshall Sahlins (Culture and Practical Reasons, Λονδίνο 1976).
O περιηγητής του 2ου μεταχριστιανικού αιώνα Παυσανίας άκουσε να απαγγέλλουν ακόμη στις μέρες του το επικό ποίημα, το δημοτικό εκείνο τραγούδι θα λέγαμε, και διέσωσε δυο στίχους του:
«καταμεσίς στης Στενυκλάρου την πεδιάδα και στης Ιθώμης την κορφήκυνήγησ’ ο Aριστομένης τους Λακεδαιμόνιους».
Αγαθός δαίμονας
Mέσα από την «Aριστομενειάδα» πρόβαλλε η μορφή του Mεσσήνιου θρυλικού ήρωα. Πρέπει να περιγράφονταν σε αυτό το έπος η θαυμαστή απόδρασή του από τον Kαιάδα, που ισοδυναμούσε με επιστροφή από τον Αδη, η θυσία εκατό αιχμαλώτων στον Iθωμάτα Δία, η πτώση της Eίρας και η προδοσία του Αρκά Aριστοκράτη, η κατάχωση της «ιερής παρακαταθήκης» στην Iθώμη, καθώς και άλλα κατορθώματα και περιπέτειές του. Μορφή ερωτικού ρομάντζου είχε η ιστορία με τη Σπαρτιάτισσα Aρχιδάμεια, ιέρεια της θεάς Δήμητρας, που τον λευτέρωσε από την αιχμαλωσία όχι για χρήματα, αλλά γιατί ήταν ερωτευμένη από καιρό μαζί του.
Ο Αριστομένης ήταν ο αγαθός δαίμονας των Μεσσήνιων. Η θαυμαστή εμφάνισή του όταν δεν βρισκόταν πια ανάμεσα στους ζωντανούς, αλλά ήταν πάρεδρος των θεών, αρκούσε για να νικήσει ο Επαμεινώνδας κατά κράτος τους Σπαρτιάτες στη μάχη των Λεύκτρων, το 371 π.Χ., μάχη καθοριστική για την ίδρυση της Mεσσήνης δύο χρόνια αργότερα στην πλαγιά της Ιθώμης. Την επιστροφή της άυλης υπόστασης του Αριστομένη για χάρη των Bοιωτών στα Λεύκτρα ακολούθησε η επιστροφή των φυσικών του λειψάνων, των οστών του, λίγα χρόνια αργότερα από τη Ρόδο (Παυσανίας 4.32.3).
Το ίδιο είχε συμβεί με την εμφάνιση του Θησέα στη μάχη του Μαραθώνα το 490 π.X. και την επιστροφή των οστών του λίγο αργότερα, το 475 π.X., από τη Σκύρο.
Απόδραση από τον «Κάτω Κόσμο»
Μέσα από την «Aριστομενειάδα», κατά το παράδειγμα της «Aχιλληίδας» και άλλων παρόμοιων επικών ασμάτων, πρόβαλλε η θρυλική μορφή του ήρωα, τονιζόταν η μεγαλοφροσύνη και το απίστευτο θάρρος του. Η μυθιστορηματική απόδραση του Αριστομένη από τον Καιάδα, όπου τον είχαν ρίξει ζωντανό με πενήντα αιχμάλωτους, τοποθετείται χρονικά στα χρόνια του δεύτερου Μεσσηνιακού πολέμου, τον 7ο αι. π.Χ. Το περιβάλλον στον πάτο του βαράθρου θύμιζε έντονα τον Κάτω Κόσμο. Ο Παυσανίας (4.19) δίνει έμφαση στο βαθύ σκοτάδι που επικρατούσε εκεί, και το περιγράφει γεμάτο πτώματα και οστά ανθρώπων.
Την πρώτη περιγραφή του σπηλαιοβάραθρου στο χωριό Τρύπη, κοντά στο Μυστρά, και την ταύτισή του με τον Καιάδα, την οφείλουμε στο Γάλλο O. Rayet που έφτασε εκεί το 1879 και μας άφησε μια απόλυτα κατατοπιστική περιγραφή. Το βάραθρο της Τρύπης αποτελεί μια τεράστια ρωγμή, κατακόρυφα ανοιγμένη στο φυσικό πέτρωμα, με πολλές αδρές επιφάνειες στο εσωτερικό. Το σημερινό άνοιγμα βρίσκεται μόνο 12-15 μέτρα ψηλότερα από το κατώτατο σημείο και είναι κλεισμένο με μεγάλα βράχια, που δεν επιτρέπουν να μπαίνει το φως. Το κάτω τμήμα της ρωγμής, σε βάθος περίπου 40 μέτρων από την επιφάνεια, είναι ευρύτερο από το επάνω, με διαστάσεις περίπου 12 Χ 15 μ. Το δάπεδο του σπηλαίου αποτελείται από μεγάλη μάζα ανθρώπινων οστών ανακατεμένων με χώμα και κομμάτια βράχου πεσμένα από πάνω.
Πόσοι σκελετοί υπάρχουν εκεί μέσα, είναι αδύνατο να εκτιμήσει κανείς. Υπήρχαν πάντως πάρα πολλοί, γιατί οι τρύπες που έχουν ανοίξει οι κάτοικοι της Τρύπης δείχνουν ότι το στρώμα των οστών είχε μεγάλο πάχος. Τα κρανία που μπόρεσαν να συγκεντρώσουν ο Rayet και ανθρωπολόγοι όπως ο Θεόδωρος Πίτσιος μετά από αυτόν, από το σπηλαιοβάραθρο, ανήκαν σε δυνατούς άνδρες που βρίσκονταν ακόμη στην ακμή της ηλικίας τους, αν κρίνει κάνεις από τη διατήρηση των δοντιών τους και άλλα στοιχεία. Μια ορειχάλκινη αιχμή βέλους βρέθηκε σφηνωμένη στον κρόταφο ενός από τα κρανία.
Διακρίνει κανείς ακόμη σήμερα οστά σε όλες τις προεξοχές των τοιχωμάτων του σπηλαίου, από πάνω ως κάτω. Είναι προφανές ότι οι άνδρες είχαν ριχτεί μέσα από το αρχικό άνοιγμα. Ορισμένοι έμειναν αιωρούμενοι πάνω στις βραχώδεις προεξοχές, ενώ άλλοι έπεσαν στο βάθος και τσακίστηκαν. Με τον ίδιο τρόπο θανατώθηκαν είλωτες, αιχμάλωτοι των μεσσηνιακών πολέμων και άλλοι καταδικασμένοι που ρίχτηκαν στον Καιάδα.
Αντικρίζοντας το αποκρουστικό αυτό θέαμα, είναι αδύνατο να μην ανακαλέσεις στη μνήμη τη γεμάτη πάθος αφήγηση του Παυσανία.
Πενιχρή εκτίμηση ενός σπουδαίου μνημείου
Δεν είναι εύκολο να αποφύγει κανείς τον πειρασμό να πιστέψει ότι το άνοιγμα, από όπου μπαίνεις σήμερα στο σπήλαιο, δεν είναι αυτό από το οποίο διέφυγε ο Αριστομένης με τη βοήθεια μιας αλεπούς.
Δεν υπάρχει πάντως αμφιβολία ότι ο εντοπισμός του Καιάδα, η ταύτιση δηλαδή του σπηλαιοβάραθρου της Τρύπης με τον Καιάδα των αρχαίων μαρτυριών, αποτελεί γεγονός τεράστιας σημασίας. Φαίνεται εντούτοις ότι οι αρχαιολόγοι, σε αντίθεση με τους παλαιο-ανθρωπολόγους, δεν του έχουν δώσει τη δέουσα προσοχή. Η κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα είναι αντιστρόφως ανάλογη προς τη σημασία του. Μια άθλια τσιμεντένια σκάλα οδηγεί από το επίπεδο της οδού στο επίπεδο της εισόδου, ενώ επίδοξοι εξερευνητές αφαιρούσαν κατά καιρούς οστά καταστρέφοντας τα τεκμήρια.
Το έπος άδονταν για πολλούς αιώνες αργότερα, απαλύνοντας τον πόνο των υποδουλωμένων: Οι Μεσσήνιοι, τραγουδώντας τα κατορθώματα του εθνικού τους ήρωα και συντηρώντας λατρείες τοπικών ηρώων, ασκούσαν αντίσταση που δεν αποτολμούσε την ανοιχτή σύγκρουση με τον κατακτητή, αποδείχτηκε ωστόσο ιδιαίτερα αποτελεσματική - καθώς ενεργούσε διαβρωτικά ενάντια στο καταπιεστικό σπαρτιατικό καθεστώς και συνέβαλλε στη διαμόρφωση της μεσσηνιακής εθνικής ταυτότητας, ιδιαίτερα στις «περιοικίδες» πόλεις γύρω στο βουνό της Ιθώμης. Ηταν μια μορφή «μακράς επανάστασης», όπως την αντιλαμβάνεται ο Raymond Williams στο ομώνυμο βιβλίο του (Long Revolution, 1989), ή μια «πολιτισμική αντίσταση», όπως την όρισε ο Marshall Sahlins (Culture and Practical Reasons, Λονδίνο 1976).
O περιηγητής του 2ου μεταχριστιανικού αιώνα Παυσανίας άκουσε να απαγγέλλουν ακόμη στις μέρες του το επικό ποίημα, το δημοτικό εκείνο τραγούδι θα λέγαμε, και διέσωσε δυο στίχους του:
«καταμεσίς στης Στενυκλάρου την πεδιάδα και στης Ιθώμης την κορφήκυνήγησ’ ο Aριστομένης τους Λακεδαιμόνιους».
Αγαθός δαίμονας
Mέσα από την «Aριστομενειάδα» πρόβαλλε η μορφή του Mεσσήνιου θρυλικού ήρωα. Πρέπει να περιγράφονταν σε αυτό το έπος η θαυμαστή απόδρασή του από τον Kαιάδα, που ισοδυναμούσε με επιστροφή από τον Αδη, η θυσία εκατό αιχμαλώτων στον Iθωμάτα Δία, η πτώση της Eίρας και η προδοσία του Αρκά Aριστοκράτη, η κατάχωση της «ιερής παρακαταθήκης» στην Iθώμη, καθώς και άλλα κατορθώματα και περιπέτειές του. Μορφή ερωτικού ρομάντζου είχε η ιστορία με τη Σπαρτιάτισσα Aρχιδάμεια, ιέρεια της θεάς Δήμητρας, που τον λευτέρωσε από την αιχμαλωσία όχι για χρήματα, αλλά γιατί ήταν ερωτευμένη από καιρό μαζί του.
Ο Αριστομένης ήταν ο αγαθός δαίμονας των Μεσσήνιων. Η θαυμαστή εμφάνισή του όταν δεν βρισκόταν πια ανάμεσα στους ζωντανούς, αλλά ήταν πάρεδρος των θεών, αρκούσε για να νικήσει ο Επαμεινώνδας κατά κράτος τους Σπαρτιάτες στη μάχη των Λεύκτρων, το 371 π.Χ., μάχη καθοριστική για την ίδρυση της Mεσσήνης δύο χρόνια αργότερα στην πλαγιά της Ιθώμης. Την επιστροφή της άυλης υπόστασης του Αριστομένη για χάρη των Bοιωτών στα Λεύκτρα ακολούθησε η επιστροφή των φυσικών του λειψάνων, των οστών του, λίγα χρόνια αργότερα από τη Ρόδο (Παυσανίας 4.32.3).
Το ίδιο είχε συμβεί με την εμφάνιση του Θησέα στη μάχη του Μαραθώνα το 490 π.X. και την επιστροφή των οστών του λίγο αργότερα, το 475 π.X., από τη Σκύρο.
Απόδραση από τον «Κάτω Κόσμο»
Μέσα από την «Aριστομενειάδα», κατά το παράδειγμα της «Aχιλληίδας» και άλλων παρόμοιων επικών ασμάτων, πρόβαλλε η θρυλική μορφή του ήρωα, τονιζόταν η μεγαλοφροσύνη και το απίστευτο θάρρος του. Η μυθιστορηματική απόδραση του Αριστομένη από τον Καιάδα, όπου τον είχαν ρίξει ζωντανό με πενήντα αιχμάλωτους, τοποθετείται χρονικά στα χρόνια του δεύτερου Μεσσηνιακού πολέμου, τον 7ο αι. π.Χ. Το περιβάλλον στον πάτο του βαράθρου θύμιζε έντονα τον Κάτω Κόσμο. Ο Παυσανίας (4.19) δίνει έμφαση στο βαθύ σκοτάδι που επικρατούσε εκεί, και το περιγράφει γεμάτο πτώματα και οστά ανθρώπων.
Την πρώτη περιγραφή του σπηλαιοβάραθρου στο χωριό Τρύπη, κοντά στο Μυστρά, και την ταύτισή του με τον Καιάδα, την οφείλουμε στο Γάλλο O. Rayet που έφτασε εκεί το 1879 και μας άφησε μια απόλυτα κατατοπιστική περιγραφή. Το βάραθρο της Τρύπης αποτελεί μια τεράστια ρωγμή, κατακόρυφα ανοιγμένη στο φυσικό πέτρωμα, με πολλές αδρές επιφάνειες στο εσωτερικό. Το σημερινό άνοιγμα βρίσκεται μόνο 12-15 μέτρα ψηλότερα από το κατώτατο σημείο και είναι κλεισμένο με μεγάλα βράχια, που δεν επιτρέπουν να μπαίνει το φως. Το κάτω τμήμα της ρωγμής, σε βάθος περίπου 40 μέτρων από την επιφάνεια, είναι ευρύτερο από το επάνω, με διαστάσεις περίπου 12 Χ 15 μ. Το δάπεδο του σπηλαίου αποτελείται από μεγάλη μάζα ανθρώπινων οστών ανακατεμένων με χώμα και κομμάτια βράχου πεσμένα από πάνω.
Πόσοι σκελετοί υπάρχουν εκεί μέσα, είναι αδύνατο να εκτιμήσει κανείς. Υπήρχαν πάντως πάρα πολλοί, γιατί οι τρύπες που έχουν ανοίξει οι κάτοικοι της Τρύπης δείχνουν ότι το στρώμα των οστών είχε μεγάλο πάχος. Τα κρανία που μπόρεσαν να συγκεντρώσουν ο Rayet και ανθρωπολόγοι όπως ο Θεόδωρος Πίτσιος μετά από αυτόν, από το σπηλαιοβάραθρο, ανήκαν σε δυνατούς άνδρες που βρίσκονταν ακόμη στην ακμή της ηλικίας τους, αν κρίνει κάνεις από τη διατήρηση των δοντιών τους και άλλα στοιχεία. Μια ορειχάλκινη αιχμή βέλους βρέθηκε σφηνωμένη στον κρόταφο ενός από τα κρανία.
Διακρίνει κανείς ακόμη σήμερα οστά σε όλες τις προεξοχές των τοιχωμάτων του σπηλαίου, από πάνω ως κάτω. Είναι προφανές ότι οι άνδρες είχαν ριχτεί μέσα από το αρχικό άνοιγμα. Ορισμένοι έμειναν αιωρούμενοι πάνω στις βραχώδεις προεξοχές, ενώ άλλοι έπεσαν στο βάθος και τσακίστηκαν. Με τον ίδιο τρόπο θανατώθηκαν είλωτες, αιχμάλωτοι των μεσσηνιακών πολέμων και άλλοι καταδικασμένοι που ρίχτηκαν στον Καιάδα.
Αντικρίζοντας το αποκρουστικό αυτό θέαμα, είναι αδύνατο να μην ανακαλέσεις στη μνήμη τη γεμάτη πάθος αφήγηση του Παυσανία.
Πενιχρή εκτίμηση ενός σπουδαίου μνημείου
Δεν είναι εύκολο να αποφύγει κανείς τον πειρασμό να πιστέψει ότι το άνοιγμα, από όπου μπαίνεις σήμερα στο σπήλαιο, δεν είναι αυτό από το οποίο διέφυγε ο Αριστομένης με τη βοήθεια μιας αλεπούς.
Δεν υπάρχει πάντως αμφιβολία ότι ο εντοπισμός του Καιάδα, η ταύτιση δηλαδή του σπηλαιοβάραθρου της Τρύπης με τον Καιάδα των αρχαίων μαρτυριών, αποτελεί γεγονός τεράστιας σημασίας. Φαίνεται εντούτοις ότι οι αρχαιολόγοι, σε αντίθεση με τους παλαιο-ανθρωπολόγους, δεν του έχουν δώσει τη δέουσα προσοχή. Η κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα είναι αντιστρόφως ανάλογη προς τη σημασία του. Μια άθλια τσιμεντένια σκάλα οδηγεί από το επίπεδο της οδού στο επίπεδο της εισόδου, ενώ επίδοξοι εξερευνητές αφαιρούσαν κατά καιρούς οστά καταστρέφοντας τα τεκμήρια.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου