Κάθε πρόβλημα, μικρό ή μεγάλο, μέσα σε μια οικογένεια, φαίνεται ότι ξεκινάει πάντοτε από μία κακή επικοινωνία", λέει η Emma Thompson. Και ο παγκοσμίου κύρους διαμεσολαβητής και συγγραφέας Kenneth Cloke, ρωτά: σε τι απόσταση μπορεί να βρίσκονται οι άνθρωποι σε μια σύγκρουση;
Τρεις οι πιθανές απαντήσεις.
Πρώτον, σε άπειρη απόσταση, διότι δεν μπορούν να επικοινωνήσουν καν. Δεύτερον, καθόλου μακριά, αλλά αντιθέτως να ταυτίζονται στο ίδιο ακριβώς σημείο, αφού δεν διαχωρίζει κανένας τον εαυτό του από τον άλλον, και αδυνατούν να αποστασιοποιηθούν από την σύγκρουσή τους. Και τρίτον, μόνο ένα βήμα μακριά. Εάν κάνουν μόνο ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, η σύγκρουση θα έχει επιλυθεί πλήρως.
Ιδίως σε μία σύγκρουση, η επικοινωνία και μόνο είναι εκείνη που μπορεί να φέρει την λύση. Όμως, ποιου είδους επικοινωνία αξίζει να καλλιεργούμε; Ένα από τα αξιώματα της επικοινωνίας, από τον P. Watzlawick, είναι το εξής: Δεν μπορείς να ΜΗΝ επικοινωνήσεις. Κάθε συμπεριφορά, η δραστηριότητα και η απραξία, τα λόγια και η σιωπή, έχουν όλα αξία μηνύματος: επηρεάζουν τους άλλους ανθρώπους - οι οποίοι επίσης δεν μπορούν να μην επικοινωνήσουν, επομένως ανταποκρίνονται σε αυτά ακριβώς τα μηνύματα που στέλνουμε.
Το να μην δίνω σημασία στον άλλον, δεν αποτελεί εξαίρεση σε αυτά που μόλις αναφέραμε.
Άρα, ας ξανασκεφτούμε τι πραγματικά συμβαίνει κάθε φορά που λέμε "εγώ δεν τον/την προκαλώ, δεν απαντάω σε όσα μου λέει"... Θα μπορούσαμε ίσως να επαναπροσδιορίσουμε τον τρόπο που έχουμε για να μην βαθαίνουν οι διαφωνίες και οι συγκρούσεις μας, και να σκεφτούμε κάποιες εποικοδομητικές μεθόδους για την ουσιαστική επίλυσή τους.
Επίπεδα Επικοινωνίας - Καλή ακρόαση
Αλλά ας σκεφτούμε και παραπέρα… τι σημαίνει "ακρόαση"; Τι σημαίνει "αφουγκράζομαι"; Είναι μια παθητική διαδικασία, απλώς και μόνο επειδή δεν μπορώ να κλείσω τα αυτιά μου σε όσα λες; Πόσα επίπεδα επικοινωνίας υπάρχουν, και πόσα μηνύματα;
Η καλή ακρόαση είναι κάτι παραπάνω από απλώς να παραμένεις σιωπηλός ενώ το άλλο άτομο μιλάει. Αντίθετα, οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ως καλύτερους ακροατές αυτούς που περιοδικά θέτουν ερωτήσεις που προωθούν την ανακάλυψη και την επίγνωση. Οι ερωτήσεις αυτές ευγενικά αμφισβητούν παλιές παραδοχές, αλλά το κάνουν με έναν εποικοδομητικό τρόπο. Το να καθόμαστε σιωπηλοί και να γνέφουμε δεν δίνει επαρκή στοιχεία ότι πράγματι ακούμε, αλλά το να κάνουμε μια καλή ερώτηση υποδηλώνει στον ομιλητή ότι ως ακροατές όχι μόνο ακούμε τι έχει ειπωθεί, αλλά το έχουμε κατανοήσει και τόσο καλά, που θέλουμε επιπλέον πληροφορίες. Η καλή ακρόαση αξιολογήθηκε ως διμερής διάλογος μάλλον, παρά ως μια αλληλεπίδραση μονής κατεύθυνσης του ομιλητή προς τον ακροατή. Οι καλύτερες συζητήσεις είναι ενεργητικές.
Η καλή ακρόαση εμπεριέχει αλληλεπιδράσεις που χτίζουν την αυτοεκτίμηση του ατόμου. Οι καλοί ακροατές κάνουν την συζήτηση μια θετική εμπειρία για το άλλο μέρος, κάτι που δεν συμβαίνει όταν ο ακροατής είναι παθητικός (πολλώ δε μάλλον επικριτικός). Οι καλοί ακροατές κάνουν το άλλο άτομο να αισθάνεται ότι το υποστηρίζουν, και να αποκτά εμπιστοσύνη στο πρόσωπό τους. Η καλή ακρόαση χαρακτηρίζεται από την δημιουργία ασφαλούς περιβάλλοντος, εντός του οποίου όλα τα θέματα και οι διαφωνίες μπορούν να συζητηθούν ανοιχτά.
Η καλή ακρόαση χαρακτηρίστηκε ως συνεργατική συζήτηση. Σε αυτές τις αλληλεπιδράσεις, η ανατροφοδότηση έρρεε ομαλά και προς τις δύο κατευθύνσεις, χωρίς κάποιο από τα μέρη να γίνει αμυντικό απέναντι στα σχόλια του άλλου ατόμου. Αντίθετα, οι κακοί ακροατές εκλήφθησαν ως ανταγωνιστικοί – σαν να άκουγαν μόνο για να επισημάνουν λογικά σφάλματα ή σφάλματα αιτιολόγησης, και να χρησιμοποιούσαν την σιωπή μόνο σαν μια ευκαιρία να ετοιμάσουν την επόμενη απάντησή τους. Κάτι τέτοιο μπορεί να σας κάνει πολύ καλούς ρήτορες, αλλά δεν σας κάνει καλούς ακροατές. Οι καλοί ακροατές αμφισβητούν παραδοχές και εκφράζουν την διαφωνία τους, αλλά το πρόσωπο που ακούν αισθάνεται ότι προσπαθούν να βοηθήσουν, όχι ότι θέλουν να κερδίσουν σε μια λογομαχία.
Οι καλοί ακροατές τείνουν να δίνουν συμβουλές. Η καλή ακρόαση κατά κανόνα συμπεριλαμβάνει κάποια ανατροφοδότηση, με τρόπο που ο άλλος άνθρωπος να μπορεί να την αποδεχτεί, έτσι ώστε να ανοίξουν εναλλακτικά μονοπάτια σκέψης. Αυτό το συμπέρασμα μας προκάλεσε έκπληξη, δεδομένου ότι δεν είναι σπάνιο να ακούσει κανείς παράπονα ότι «ο τάδε δεν με άκουγε, ήθελε μόνο να λυθεί το θέμα». Ίσως αυτό που μας λέει η έρευνα είναι ότι το να δίνει κανείς συμβουλές δεν είναι από μόνο του πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι η επιδεξιότητα με την οποία γίνονται αυτές οι προτάσεις. Μια άλλη πιθανότητα είναι να είμαστε πιο ανοιχτοί να ακούσουμε συμβουλές από ανθρώπους που πιστεύουμε ήδη ότι είναι καλοί ακροατές (κάποιος που έχει παραμείνει σιωπηλός σε όλη τη συζήτηση και μετά σπεύδει να μας πει την πρότασή του, ίσως δεν μας φαίνεται τόσο αξιόπιστος, και απέναντι σε κάποιον που μας μιλά εριστικά ή επικριτικά και μετά προσπαθεί να δώσει συμβουλή, ίσως να μην αισθανθούμε εμπιστοσύνη).
Αντίθετα από όσα πολλοί από εμάς νομίζουμε, τα παραπάνω αποτελέσματα μας δείχνουν ότι ένας καλός ακροατής δεν είναι σαν ένα σφουγγάρι που «ρουφάει» ό,τι λέει το άλλο άτομο, αλλά μάλλον σαν ένα τραμπολίνο: κάποιος από τον οποίο πηγάζουν ιδέες, κάποιος που, αντί να απορροφά τις δικές μας απόψεις και ενέργεια, πολλαπλασιάζει, ενεργοποιεί και ξεκαθαρίζει τη σκέψη μας. Μας κάνει να νιώθουμε καλύτερα, όχι απλώς απορροφώντας παθητικά, αλλά με το να μας υποστηρίζει ενεργητικά. Αυτό μας κάνει να ανακτούμε ύψος και ενέργεια, μας δίνει δύναμη και επιτάχυνση, σαν να αναπηδάμε πάνω σε ένα τραμπολίνο.
Η επικοινωνία είναι η επαφή μας με τον έξω κόσμο. Είναι αυτή που διαπερνά τα όριά μας, τα όρια του εαυτού μας, και μας ενώνει με τους άλλους. Θα μπορούσε να παρομοιαστεί και με την αναπνοή - εισπνέω και φέρνω τον κόσμο μέσα μου, εκπνέω και εκφράζω στον κόσμο τον εαυτό μου. Όπως αναφέραμε και στην αρχή του άρθρου, χρειάζεται μόνο ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση - και η σύγκρουση θα επιλυθεί πλήρως
Τρεις οι πιθανές απαντήσεις.
Πρώτον, σε άπειρη απόσταση, διότι δεν μπορούν να επικοινωνήσουν καν. Δεύτερον, καθόλου μακριά, αλλά αντιθέτως να ταυτίζονται στο ίδιο ακριβώς σημείο, αφού δεν διαχωρίζει κανένας τον εαυτό του από τον άλλον, και αδυνατούν να αποστασιοποιηθούν από την σύγκρουσή τους. Και τρίτον, μόνο ένα βήμα μακριά. Εάν κάνουν μόνο ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, η σύγκρουση θα έχει επιλυθεί πλήρως.
Ιδίως σε μία σύγκρουση, η επικοινωνία και μόνο είναι εκείνη που μπορεί να φέρει την λύση. Όμως, ποιου είδους επικοινωνία αξίζει να καλλιεργούμε; Ένα από τα αξιώματα της επικοινωνίας, από τον P. Watzlawick, είναι το εξής: Δεν μπορείς να ΜΗΝ επικοινωνήσεις. Κάθε συμπεριφορά, η δραστηριότητα και η απραξία, τα λόγια και η σιωπή, έχουν όλα αξία μηνύματος: επηρεάζουν τους άλλους ανθρώπους - οι οποίοι επίσης δεν μπορούν να μην επικοινωνήσουν, επομένως ανταποκρίνονται σε αυτά ακριβώς τα μηνύματα που στέλνουμε.
Το να μην δίνω σημασία στον άλλον, δεν αποτελεί εξαίρεση σε αυτά που μόλις αναφέραμε.
Άρα, ας ξανασκεφτούμε τι πραγματικά συμβαίνει κάθε φορά που λέμε "εγώ δεν τον/την προκαλώ, δεν απαντάω σε όσα μου λέει"... Θα μπορούσαμε ίσως να επαναπροσδιορίσουμε τον τρόπο που έχουμε για να μην βαθαίνουν οι διαφωνίες και οι συγκρούσεις μας, και να σκεφτούμε κάποιες εποικοδομητικές μεθόδους για την ουσιαστική επίλυσή τους.
Επίπεδα Επικοινωνίας - Καλή ακρόαση
Αλλά ας σκεφτούμε και παραπέρα… τι σημαίνει "ακρόαση"; Τι σημαίνει "αφουγκράζομαι"; Είναι μια παθητική διαδικασία, απλώς και μόνο επειδή δεν μπορώ να κλείσω τα αυτιά μου σε όσα λες; Πόσα επίπεδα επικοινωνίας υπάρχουν, και πόσα μηνύματα;
Η καλή ακρόαση είναι κάτι παραπάνω από απλώς να παραμένεις σιωπηλός ενώ το άλλο άτομο μιλάει. Αντίθετα, οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ως καλύτερους ακροατές αυτούς που περιοδικά θέτουν ερωτήσεις που προωθούν την ανακάλυψη και την επίγνωση. Οι ερωτήσεις αυτές ευγενικά αμφισβητούν παλιές παραδοχές, αλλά το κάνουν με έναν εποικοδομητικό τρόπο. Το να καθόμαστε σιωπηλοί και να γνέφουμε δεν δίνει επαρκή στοιχεία ότι πράγματι ακούμε, αλλά το να κάνουμε μια καλή ερώτηση υποδηλώνει στον ομιλητή ότι ως ακροατές όχι μόνο ακούμε τι έχει ειπωθεί, αλλά το έχουμε κατανοήσει και τόσο καλά, που θέλουμε επιπλέον πληροφορίες. Η καλή ακρόαση αξιολογήθηκε ως διμερής διάλογος μάλλον, παρά ως μια αλληλεπίδραση μονής κατεύθυνσης του ομιλητή προς τον ακροατή. Οι καλύτερες συζητήσεις είναι ενεργητικές.
Η καλή ακρόαση εμπεριέχει αλληλεπιδράσεις που χτίζουν την αυτοεκτίμηση του ατόμου. Οι καλοί ακροατές κάνουν την συζήτηση μια θετική εμπειρία για το άλλο μέρος, κάτι που δεν συμβαίνει όταν ο ακροατής είναι παθητικός (πολλώ δε μάλλον επικριτικός). Οι καλοί ακροατές κάνουν το άλλο άτομο να αισθάνεται ότι το υποστηρίζουν, και να αποκτά εμπιστοσύνη στο πρόσωπό τους. Η καλή ακρόαση χαρακτηρίζεται από την δημιουργία ασφαλούς περιβάλλοντος, εντός του οποίου όλα τα θέματα και οι διαφωνίες μπορούν να συζητηθούν ανοιχτά.
Η καλή ακρόαση χαρακτηρίστηκε ως συνεργατική συζήτηση. Σε αυτές τις αλληλεπιδράσεις, η ανατροφοδότηση έρρεε ομαλά και προς τις δύο κατευθύνσεις, χωρίς κάποιο από τα μέρη να γίνει αμυντικό απέναντι στα σχόλια του άλλου ατόμου. Αντίθετα, οι κακοί ακροατές εκλήφθησαν ως ανταγωνιστικοί – σαν να άκουγαν μόνο για να επισημάνουν λογικά σφάλματα ή σφάλματα αιτιολόγησης, και να χρησιμοποιούσαν την σιωπή μόνο σαν μια ευκαιρία να ετοιμάσουν την επόμενη απάντησή τους. Κάτι τέτοιο μπορεί να σας κάνει πολύ καλούς ρήτορες, αλλά δεν σας κάνει καλούς ακροατές. Οι καλοί ακροατές αμφισβητούν παραδοχές και εκφράζουν την διαφωνία τους, αλλά το πρόσωπο που ακούν αισθάνεται ότι προσπαθούν να βοηθήσουν, όχι ότι θέλουν να κερδίσουν σε μια λογομαχία.
Οι καλοί ακροατές τείνουν να δίνουν συμβουλές. Η καλή ακρόαση κατά κανόνα συμπεριλαμβάνει κάποια ανατροφοδότηση, με τρόπο που ο άλλος άνθρωπος να μπορεί να την αποδεχτεί, έτσι ώστε να ανοίξουν εναλλακτικά μονοπάτια σκέψης. Αυτό το συμπέρασμα μας προκάλεσε έκπληξη, δεδομένου ότι δεν είναι σπάνιο να ακούσει κανείς παράπονα ότι «ο τάδε δεν με άκουγε, ήθελε μόνο να λυθεί το θέμα». Ίσως αυτό που μας λέει η έρευνα είναι ότι το να δίνει κανείς συμβουλές δεν είναι από μόνο του πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι η επιδεξιότητα με την οποία γίνονται αυτές οι προτάσεις. Μια άλλη πιθανότητα είναι να είμαστε πιο ανοιχτοί να ακούσουμε συμβουλές από ανθρώπους που πιστεύουμε ήδη ότι είναι καλοί ακροατές (κάποιος που έχει παραμείνει σιωπηλός σε όλη τη συζήτηση και μετά σπεύδει να μας πει την πρότασή του, ίσως δεν μας φαίνεται τόσο αξιόπιστος, και απέναντι σε κάποιον που μας μιλά εριστικά ή επικριτικά και μετά προσπαθεί να δώσει συμβουλή, ίσως να μην αισθανθούμε εμπιστοσύνη).
Αντίθετα από όσα πολλοί από εμάς νομίζουμε, τα παραπάνω αποτελέσματα μας δείχνουν ότι ένας καλός ακροατής δεν είναι σαν ένα σφουγγάρι που «ρουφάει» ό,τι λέει το άλλο άτομο, αλλά μάλλον σαν ένα τραμπολίνο: κάποιος από τον οποίο πηγάζουν ιδέες, κάποιος που, αντί να απορροφά τις δικές μας απόψεις και ενέργεια, πολλαπλασιάζει, ενεργοποιεί και ξεκαθαρίζει τη σκέψη μας. Μας κάνει να νιώθουμε καλύτερα, όχι απλώς απορροφώντας παθητικά, αλλά με το να μας υποστηρίζει ενεργητικά. Αυτό μας κάνει να ανακτούμε ύψος και ενέργεια, μας δίνει δύναμη και επιτάχυνση, σαν να αναπηδάμε πάνω σε ένα τραμπολίνο.
Η επικοινωνία είναι η επαφή μας με τον έξω κόσμο. Είναι αυτή που διαπερνά τα όριά μας, τα όρια του εαυτού μας, και μας ενώνει με τους άλλους. Θα μπορούσε να παρομοιαστεί και με την αναπνοή - εισπνέω και φέρνω τον κόσμο μέσα μου, εκπνέω και εκφράζω στον κόσμο τον εαυτό μου. Όπως αναφέραμε και στην αρχή του άρθρου, χρειάζεται μόνο ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση - και η σύγκρουση θα επιλυθεί πλήρως
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου