Το 1821 δεν ήταν και η καλύτερη χρονική περίοδος για την επανάσταση του ελληνικού έθνους.
Αν και η επανάσταση αυτή είχε εθνικό χαρακτήρα θορύβησε πολύ την άρχουσα τάξη της Ευρώπης διότι δεν ήταν δυνατό να απαλλαγεί από χαρακτηριστικά εναντίωσης σε ένα απολυταρχικό καθεστώς με τελικό στόχο την απόκτηση της ελευθερίας.
Επιπλέον, η επανάσταση αυτή απειλούσε την ακεραιότητα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, κάτι που καμιά μεγάλη δύναμη της εποχής εκείνης εκτός της Ρωσίας, δεν επιθυμούσε.
Ο λόγοι μιας τέτοιας στάσης από τις μεγάλες δυνάμεις, ήταν τα οικονομικά συμφέροντα που απέρρεαν από τις εμπορικές συμβάσεις που είχαν συναφθεί μεταξύ αυτών και της Τουρκίας αλλά και ο φόβος για την Ρωσική διείσδυση στα Βαλκάνια, στην Μέση Ανατολή και στην Μεσόγειο.
Ωστόσο, η Ρωσία, πιεζόμενη από τις μεγάλες δυνάμεις, υποχρεώθηκε να υποχωρήσει από τις βοηθητικές της, προθέσεις προς την Ελληνική επανάσταση και σαν απόδειξη καλής θέλησης να καθαιρέσει τον Υψηλάντη από τις τάξεις του Ρωσικού στρατού.
Οι μεγάλες δυνάμεις ήταν έτοιμες να επέμβουν και να καταστείλουν την επανάσταση προς παραδειγματισμό. Τελικά όμως, η παρέμβαση του Καποδίστρια και η διπλωματική του ικανότητα οδήγησε σε μια ανακουφιστική ουδετερότητα συνοδευόμενη από μια επίσημη καταδίκη.
Παρόλα αυτά, οι πρώτες σφαγές των χριστιανών καθώς και ο απαγχονισμός του πατριάρχη δημιούργησε έντονη αντίδραση στην κοινή γνώμη και στον κλήρο της Ρωσίας.
Το κλίμα το εκμεταλλεύεται ο Καποδίστριας ο οποίος ασκεί πιέσεις στον Τσάρο και τελικά λαμβάνει την άδεια από αυτόν να συντάξει και να αποστείλει μια διακοίνωση σε αυστηρό τόνο προς την Πύλη με την οποία απαιτείται, από την Ρωσία, η αποκατάσταση των ζημιών των εκκλησιών καθώς και η προστασία των Χριστιανών.
Η επίδοση του εγγράφου αυτού δημιούργησε μεγάλο πονοκέφαλο στην Ευρωπαϊκή διπλωματία διότι οι μεγάλες δυνάμεις προέβλεπαν την Ρωσοτουρκική σύρραξη η οποία βόλευε μόνο την Ρωσία.
Για αυτό αντέδρασαν πιέζοντας Τουρκία και Ρωσία με σκοπό να βρεθεί μια συμβιβαστική λύση.
Οι Τούρκοι παρέμειναν ανυποχώρητοι αλλά για άλλη μια φορά η Ρωσία υποχώρησε μπρος στον κίνδυνο της απειλής της Βρετανοαυστριακής συμμαχίας για επέμβαση σε, περίπτωση Ρωσοτουρκικής σύρραξης, κατά της Ρωσίας. Η Αυστρία είχε συμφέροντα στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και η Αγγλία εμπορικά συμφέροντα με την Τουρκία. Επίσης η Αγγλία διατηρούσε μια πολιτική αποτροπής της όποιας προοπτικής της Ρωσίας να γίνει υπερδύναμη.
Αργότερα, το 1822 η Ρωσία συνθηκολόγησε με την Τουρκία αφού η δεύτερη, υπό την πίεση των μεγάλων δυνάμεων με πρωταγωνιστή τον Μέττερνιχ, αποφάσισε να ικανοποιήσει αρκετές από τις αξιώσεις της Ρωσίας.
Ο Καποδίστριας κατανοώντας πλέον πως από την θέση που κατείχε θα εξυπηρετούσε ανθελληνικά συμφέροντα, αποφασίζει να παραιτηθεί από το διπλωματικό σώμα της Ρωσίας.
Οι μεταστροφές όμως στην πολιτική ευτυχώς είναι συχνές.
Το 1823 η Βρετανική πολιτική αλλάζει. Αλλάζει όχι τόσο από συμφέρον σχετικό με την απελευθέρωση της Ελλάδος.
Η Αγγλία εκμεταλλεύεται την αναποφασιστικότητα του τσάρου σχετικά με την Οθωμανική αυτοκρατορία και το Ελληνικό ζήτημα και προσπαθεί να κερδίσει το προβάδισμα και να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα που θα αύξαναν την επιρροή της, στην Μεσόγειο. Αυτή της, η στάση διευκολύνεται και από ένα μεγάλο κύμα φιλελληνισμού.
Ταυτόχρονα με την εμφανή αλλαγή της στάσης της προς την Τουρκία εγκρίνει το 1824 και το 1825 την έκδοση δύο δανείων προς την Ελλάδα με ληστρικούς όρους .
Οι δανειακές αυτές συμβάσεις, παρά τους ληστρικούς όρους, ίσως αποτελούσαν το καλύτερο δάνειο που πήρε ποτέ η Ελλάδα. Ο λόγος είναι ότι πέρα από τον ανοικοδομητικό και υποστηρικτικό προς την επανάσταση ρόλο δήλωναν και την αναγνώριση ελληνικού κράτους (αφού δεν μπορείς να συνάψεις συμβάσεις με κάτι που δεν αναγνωρίζεις).
Οι κινήσεις αυτές, προκάλεσαν την έντονη ανησυχία της Ρωσίας που διαισθάνεται να κινδυνεύει η επιρροή της στην ανατολική Μεσόγειο με αποτέλεσμα την σκλήρυνση και της δικής της στάσης απέναντι στην Τουρκία.
Μάλιστα, εκπονεί σχέδιο σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα χωρίζεται σε τρεις ηγεμονίες, διοικητικά αυτόνομες αλλά με υποχρέωση φόρου υποτελείας προς την Τουρκία.
Το καθεστώς αυτό βόλευε τα συμφέροντα της Ρωσίας αφού οι τρεις ανίσχυρες ηγεμονίες θα είχαν πάντα την ανάγκη της και μέσω των προστριβών που θα υπήρχαν ανάμεσα σε αυτές και την Τουρκία η Ρωσία θα έπραττε όταν και όπως θα ήταν προς συμφέρον της.
Η Ελλάδα απορρίπτει το σχέδιο και ζητά την συνδρομή της Αγγλίας για την αποτροπή της εφαρμογής του.
Η Αγγλία δέχεται την έκκληση της Ελλάδος για βοήθεια με ικανοποίηση.
Η Ρωσία αντιδρά με την διοργάνωση της διάσκεψης της Πετρούπολης τον Απρίλιο του 1825 στην οποία προτείνει 4-μηνη ανακωχή και πίεση το διάστημα αυτό προς την Τουρκία, ώστε να υποχρεωθεί να ζητήσει την μεσολάβηση των μεγάλων δυνάμεων για να διευθετηθεί το ζήτημα. Εννοείται πως η Ρωσία γνώριζε πως η Πύλη δεν θα ενέδιδε σε κανένα σχέδιο διευθέτησης, κάτι που θα έδινε την δικαιολογία για την κήρυξη πολέμου.
Οι μεγάλες δυνάμεις απορρίπτουν το σχέδιο του Τσάρου και ειδικά η Αυστρία, η οποία είχε και τα μεγαλύτερα συμφέροντα στις παραδουνάβιες ηγεμονίες λόγω γειτνίασης, κατανοώντας ότι η Ρωσία προσπαθούσε να εμπλακεί σε πόλεμο με την Τουρκία.
Σε μια προσπάθεια να τορπιλίσει πλήρως τα σχέδια της Ρωσίας προτείνει την ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ.
Λίγο μετά, η Ελληνική κυβέρνηση ζητάει από την Αγγλία την προστασία του Ελληνικού Έθνους με αντάλλαγμα την πλήρη υποταγή σε αυτήν.
Το Λονδίνο αρνείται την ίδρυση του Βρετανικού προτεκτοράτου στον Ελληνικό χώρο παρά τα τεράστια οφέλη που θα αποκόμιζε.
Φοβούμενη πως μια τέτοια ενέργεια θα πυροδοτούσε την Ρωσική επέμβαση στην Βαλκανική και την κατάρρευση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ο Κάννινγκ θυσιάζει τα βραχυπρόθεσμα συμφέροντα της Αγγλίας.
Έτσι, κρίνει πως η εμπλοκή της Ρωσίας σε οποιαδήποτε ενέργεια θα την δεσμεύσει και θα απομακρύνει το ενδεχόμενο μεμονωμένων αντιδράσεων.
Για τον λόγο αυτό Ζητάει από την Ρωσία αναμονή για προσπάθεια εξεύρεσης λύσεως με διπλωματικό τρόπο και σε περίπτωση αποτυχίας, την από κοινού επέμβαση, κάτι που γίνεται δεκτό από τον Τσάρο Αλέξανδρο Α.
Ο θάνατος του Αλεξάνδρου του Α οδήγησε στον θρόνο τον αδερφό του Νικόλαο τον Α. Ο Νικόλαος, πολύ πιο αποφασιστικός από τον αδερφό του, σκληραίνει αμέσως την στάση του προς την Τουρκία και το 1826 θέτει στην Πύλη απαιτήσεις προς εκπλήρωση, ευελπιστώντας προφανώς στην άρνηση της, και στην έναρξη Ρωσοτουρκικού πολέμου.
Ο Κάννινγκ φοβούμενος την έκβαση αυτή και την διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αναζητά τρόπους αποφυγής.
Η συγκρότηση ενός Αγγλοαυστριακού μετώπου δεν κρίθηκε από τον ίδιο ως σωστή λύση διότι θα ανάγκαζε την Αγγλία να υποστηρίξει την πολιτική της Αυστρίας σε σχέση με την Ιταλία και τη Γερμανία που ήταν ενάντια στα Αγγλικά συμφέροντα.
Για αυτό εμπλέκει την ίδια την Ρωσία στην επίλυση του Ελληνικού ζητήματος συμφωνώντας μαζί της στην ίδρυση ενός ανεξάρτητου κράτους διοικητικά, αλλά υποτελές με φόρους στον σουλτάνο. Το όνομα του κράτους θα ήταν «ΕΛΛΑΣ» και τα σύνορα θα καθορίζονταν αργότερα από τις μεγάλες δυνάμεις με ανταλλαγές πληθυσμών.
Σε περίπτωση που κάποια από τις εμπόλεμες πλευρές δεν θα δεχόταν αυτή την λύση το δικαίωμα της από κοινού επέμβασης θα ήταν η επόμενη κίνηση.
Η πύλη δέχεται όσες αξιώσεις υπήρχαν από την Ρωσία σχετικά με τις παραδουνάβιες ηγεμονίες αλλά απορρίπτει την επίλυση του ελληνικού ζητήματος.
Τότε, βάση Βρετανικού σχεδίου ακολουθεί η συνθήκη του Λονδίνου όπου Ρωσία Γαλλία και Αγγλία διατηρούν σταθερή στάση στο θέμα του Ελληνικού ζητήματος.
Δίνουν δε, διορία στις εμπόλεμες πλευρές να απαντήσουν εντός 30 ημερών, χρονικό διάστημα μετά την παρέλευση του οποίου σε περίπτωση μη εξεύρεσης λύσης, θα υπήρχε επιβολή με στρατιωτικά μέσα.
Ταυτόχρονα οι διοικητές των στόλων των τριών μεγάλων δυνάμεων διατάσσονται να παρεμποδίσουν, το χρονικό αυτό διάστημα, την μεταφορά τουρκικού και αιγυπτιακού στρατού προς το ελληνικό έδαφος καθώς και να αποφύγουν εχθροπραξίες με τους Τούρκους εκτός αν επιχειρούσαν να σπάσουν τον αποκλεισμό.
Η αδιαλλαξία της πύλης και ένα τυχαίο γεγονός μετατρέπει τον ειρηνικό αποκλεισμό σε καταστροφή του τουρκικού και αιγυπτιακού στόλου τις 20/10/1827.
Παρά την δυσμενή αυτή εξέλιξη η πύλη παραμένει αδιάλλακτη στην επίλυση του ελληνικού προβλήματος και ο σουλτάνος κάνει το μεγάλο λάθος να διακηρύξει την Ρωσία ως άσπονδο εχθρό της Τουρκίας.
Η Ρωσία βρίσκει την ευκαιρία που έψαχνε και κηρύττει πόλεμο στην Τουρκία οδηγώντας στην άνευ όρων παράδοσή της, τις 9 Σεπτεμβρίου του 1829.
Η νίκη όμως της Ρωσίας μεταστρέφει την Αγγλική πολιτική και οδηγεί τον Άμπερντην να προτείνει την λύση ενός ανεξάρτητου Ελληνικού κράτους και όχι ενός υποτελούς στην πύλη.
Η μεταστροφή αυτή οφείλεται στην πίστη του Άγγλου πολιτικού ότι ένα ανεξάρτητο Ελληνικό κράτος θα μπορούσε να αντισταθεί αποτελεσματικότερα στις Ρωσικές σκοπιμότητες, ενώ ταυτόχρονα θα κάλυπτε καλύτερα το κενό που είχε δημιουργηθεί από μια εξουθενωμένη τουρκική αυτοκρατορία η οποία φαινόταν να οδηγείται προς διάλυση.
Έτσι τις 3 Φεβρουαρίου του 1830 υπογράφεται στο Λονδίνο το πρωτόκολλο ανεξαρτησίας της Ελλάδος από την Αγγλία, την Ρωσία και την Γαλλία...
Συμπερασματικά θα μπορούσε να ειπωθεί ότι ο τρόπος λειτουργίας της Ευρώπης στηρίζεται στην αρχή της λογικής της δημιουργίας όποιου σχηματισμού κρίνεται απαραίτητος και στην διάλυση όποιου θεωρείται ασύμφορος.
Είναι όμως ανησυχητικό για ένα υποδουλωμένο κράτος να ελευθερώνεται χωρίς η απελευθέρωσή του, να μπορεί να αιτιολογηθεί επαρκώς με βάση τα πρότυπα των διπλωματικών συσχετισμών των μεγάλων δυνάμεων, αλλά μάλλον σαν αποτέλεσμα ενός τυχαίου γεγονότος και μιας αλληλουχίας ευνοϊκών συγκυριών.
Η συγκυριακή αυτή απελευθέρωση θα μπορούσε να αποτελεί μια μεγάλη ευκαιρία για αυτό το έθνος το οποίο αφού γνωρίζει την ισχνή αιτία της ύπαρξής του, θα πρέπει να εργαστεί σκληρά για να μετατρέψει την συγκυρία σε ανάγκη για τους άλλους.
Τα λάθη σε ένα τέτοιο έθνος για τους λόγους που ήδη αναφέρθηκαν δεν συγχωρούνται, πόσο μάλλον όταν είναι εξοργιστικά πολλά...
Αν και η επανάσταση αυτή είχε εθνικό χαρακτήρα θορύβησε πολύ την άρχουσα τάξη της Ευρώπης διότι δεν ήταν δυνατό να απαλλαγεί από χαρακτηριστικά εναντίωσης σε ένα απολυταρχικό καθεστώς με τελικό στόχο την απόκτηση της ελευθερίας.
Επιπλέον, η επανάσταση αυτή απειλούσε την ακεραιότητα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, κάτι που καμιά μεγάλη δύναμη της εποχής εκείνης εκτός της Ρωσίας, δεν επιθυμούσε.
Ο λόγοι μιας τέτοιας στάσης από τις μεγάλες δυνάμεις, ήταν τα οικονομικά συμφέροντα που απέρρεαν από τις εμπορικές συμβάσεις που είχαν συναφθεί μεταξύ αυτών και της Τουρκίας αλλά και ο φόβος για την Ρωσική διείσδυση στα Βαλκάνια, στην Μέση Ανατολή και στην Μεσόγειο.
Ωστόσο, η Ρωσία, πιεζόμενη από τις μεγάλες δυνάμεις, υποχρεώθηκε να υποχωρήσει από τις βοηθητικές της, προθέσεις προς την Ελληνική επανάσταση και σαν απόδειξη καλής θέλησης να καθαιρέσει τον Υψηλάντη από τις τάξεις του Ρωσικού στρατού.
Οι μεγάλες δυνάμεις ήταν έτοιμες να επέμβουν και να καταστείλουν την επανάσταση προς παραδειγματισμό. Τελικά όμως, η παρέμβαση του Καποδίστρια και η διπλωματική του ικανότητα οδήγησε σε μια ανακουφιστική ουδετερότητα συνοδευόμενη από μια επίσημη καταδίκη.
Παρόλα αυτά, οι πρώτες σφαγές των χριστιανών καθώς και ο απαγχονισμός του πατριάρχη δημιούργησε έντονη αντίδραση στην κοινή γνώμη και στον κλήρο της Ρωσίας.
Το κλίμα το εκμεταλλεύεται ο Καποδίστριας ο οποίος ασκεί πιέσεις στον Τσάρο και τελικά λαμβάνει την άδεια από αυτόν να συντάξει και να αποστείλει μια διακοίνωση σε αυστηρό τόνο προς την Πύλη με την οποία απαιτείται, από την Ρωσία, η αποκατάσταση των ζημιών των εκκλησιών καθώς και η προστασία των Χριστιανών.
Η επίδοση του εγγράφου αυτού δημιούργησε μεγάλο πονοκέφαλο στην Ευρωπαϊκή διπλωματία διότι οι μεγάλες δυνάμεις προέβλεπαν την Ρωσοτουρκική σύρραξη η οποία βόλευε μόνο την Ρωσία.
Για αυτό αντέδρασαν πιέζοντας Τουρκία και Ρωσία με σκοπό να βρεθεί μια συμβιβαστική λύση.
Οι Τούρκοι παρέμειναν ανυποχώρητοι αλλά για άλλη μια φορά η Ρωσία υποχώρησε μπρος στον κίνδυνο της απειλής της Βρετανοαυστριακής συμμαχίας για επέμβαση σε, περίπτωση Ρωσοτουρκικής σύρραξης, κατά της Ρωσίας. Η Αυστρία είχε συμφέροντα στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και η Αγγλία εμπορικά συμφέροντα με την Τουρκία. Επίσης η Αγγλία διατηρούσε μια πολιτική αποτροπής της όποιας προοπτικής της Ρωσίας να γίνει υπερδύναμη.
Αργότερα, το 1822 η Ρωσία συνθηκολόγησε με την Τουρκία αφού η δεύτερη, υπό την πίεση των μεγάλων δυνάμεων με πρωταγωνιστή τον Μέττερνιχ, αποφάσισε να ικανοποιήσει αρκετές από τις αξιώσεις της Ρωσίας.
Ο Καποδίστριας κατανοώντας πλέον πως από την θέση που κατείχε θα εξυπηρετούσε ανθελληνικά συμφέροντα, αποφασίζει να παραιτηθεί από το διπλωματικό σώμα της Ρωσίας.
Οι μεταστροφές όμως στην πολιτική ευτυχώς είναι συχνές.
Το 1823 η Βρετανική πολιτική αλλάζει. Αλλάζει όχι τόσο από συμφέρον σχετικό με την απελευθέρωση της Ελλάδος.
Η Αγγλία εκμεταλλεύεται την αναποφασιστικότητα του τσάρου σχετικά με την Οθωμανική αυτοκρατορία και το Ελληνικό ζήτημα και προσπαθεί να κερδίσει το προβάδισμα και να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα που θα αύξαναν την επιρροή της, στην Μεσόγειο. Αυτή της, η στάση διευκολύνεται και από ένα μεγάλο κύμα φιλελληνισμού.
Ταυτόχρονα με την εμφανή αλλαγή της στάσης της προς την Τουρκία εγκρίνει το 1824 και το 1825 την έκδοση δύο δανείων προς την Ελλάδα με ληστρικούς όρους .
Οι δανειακές αυτές συμβάσεις, παρά τους ληστρικούς όρους, ίσως αποτελούσαν το καλύτερο δάνειο που πήρε ποτέ η Ελλάδα. Ο λόγος είναι ότι πέρα από τον ανοικοδομητικό και υποστηρικτικό προς την επανάσταση ρόλο δήλωναν και την αναγνώριση ελληνικού κράτους (αφού δεν μπορείς να συνάψεις συμβάσεις με κάτι που δεν αναγνωρίζεις).
Οι κινήσεις αυτές, προκάλεσαν την έντονη ανησυχία της Ρωσίας που διαισθάνεται να κινδυνεύει η επιρροή της στην ανατολική Μεσόγειο με αποτέλεσμα την σκλήρυνση και της δικής της στάσης απέναντι στην Τουρκία.
Μάλιστα, εκπονεί σχέδιο σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα χωρίζεται σε τρεις ηγεμονίες, διοικητικά αυτόνομες αλλά με υποχρέωση φόρου υποτελείας προς την Τουρκία.
Το καθεστώς αυτό βόλευε τα συμφέροντα της Ρωσίας αφού οι τρεις ανίσχυρες ηγεμονίες θα είχαν πάντα την ανάγκη της και μέσω των προστριβών που θα υπήρχαν ανάμεσα σε αυτές και την Τουρκία η Ρωσία θα έπραττε όταν και όπως θα ήταν προς συμφέρον της.
Η Ελλάδα απορρίπτει το σχέδιο και ζητά την συνδρομή της Αγγλίας για την αποτροπή της εφαρμογής του.
Η Αγγλία δέχεται την έκκληση της Ελλάδος για βοήθεια με ικανοποίηση.
Η Ρωσία αντιδρά με την διοργάνωση της διάσκεψης της Πετρούπολης τον Απρίλιο του 1825 στην οποία προτείνει 4-μηνη ανακωχή και πίεση το διάστημα αυτό προς την Τουρκία, ώστε να υποχρεωθεί να ζητήσει την μεσολάβηση των μεγάλων δυνάμεων για να διευθετηθεί το ζήτημα. Εννοείται πως η Ρωσία γνώριζε πως η Πύλη δεν θα ενέδιδε σε κανένα σχέδιο διευθέτησης, κάτι που θα έδινε την δικαιολογία για την κήρυξη πολέμου.
Οι μεγάλες δυνάμεις απορρίπτουν το σχέδιο του Τσάρου και ειδικά η Αυστρία, η οποία είχε και τα μεγαλύτερα συμφέροντα στις παραδουνάβιες ηγεμονίες λόγω γειτνίασης, κατανοώντας ότι η Ρωσία προσπαθούσε να εμπλακεί σε πόλεμο με την Τουρκία.
Σε μια προσπάθεια να τορπιλίσει πλήρως τα σχέδια της Ρωσίας προτείνει την ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ.
Λίγο μετά, η Ελληνική κυβέρνηση ζητάει από την Αγγλία την προστασία του Ελληνικού Έθνους με αντάλλαγμα την πλήρη υποταγή σε αυτήν.
Το Λονδίνο αρνείται την ίδρυση του Βρετανικού προτεκτοράτου στον Ελληνικό χώρο παρά τα τεράστια οφέλη που θα αποκόμιζε.
Φοβούμενη πως μια τέτοια ενέργεια θα πυροδοτούσε την Ρωσική επέμβαση στην Βαλκανική και την κατάρρευση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ο Κάννινγκ θυσιάζει τα βραχυπρόθεσμα συμφέροντα της Αγγλίας.
Έτσι, κρίνει πως η εμπλοκή της Ρωσίας σε οποιαδήποτε ενέργεια θα την δεσμεύσει και θα απομακρύνει το ενδεχόμενο μεμονωμένων αντιδράσεων.
Για τον λόγο αυτό Ζητάει από την Ρωσία αναμονή για προσπάθεια εξεύρεσης λύσεως με διπλωματικό τρόπο και σε περίπτωση αποτυχίας, την από κοινού επέμβαση, κάτι που γίνεται δεκτό από τον Τσάρο Αλέξανδρο Α.
Ο θάνατος του Αλεξάνδρου του Α οδήγησε στον θρόνο τον αδερφό του Νικόλαο τον Α. Ο Νικόλαος, πολύ πιο αποφασιστικός από τον αδερφό του, σκληραίνει αμέσως την στάση του προς την Τουρκία και το 1826 θέτει στην Πύλη απαιτήσεις προς εκπλήρωση, ευελπιστώντας προφανώς στην άρνηση της, και στην έναρξη Ρωσοτουρκικού πολέμου.
Ο Κάννινγκ φοβούμενος την έκβαση αυτή και την διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αναζητά τρόπους αποφυγής.
Η συγκρότηση ενός Αγγλοαυστριακού μετώπου δεν κρίθηκε από τον ίδιο ως σωστή λύση διότι θα ανάγκαζε την Αγγλία να υποστηρίξει την πολιτική της Αυστρίας σε σχέση με την Ιταλία και τη Γερμανία που ήταν ενάντια στα Αγγλικά συμφέροντα.
Για αυτό εμπλέκει την ίδια την Ρωσία στην επίλυση του Ελληνικού ζητήματος συμφωνώντας μαζί της στην ίδρυση ενός ανεξάρτητου κράτους διοικητικά, αλλά υποτελές με φόρους στον σουλτάνο. Το όνομα του κράτους θα ήταν «ΕΛΛΑΣ» και τα σύνορα θα καθορίζονταν αργότερα από τις μεγάλες δυνάμεις με ανταλλαγές πληθυσμών.
Σε περίπτωση που κάποια από τις εμπόλεμες πλευρές δεν θα δεχόταν αυτή την λύση το δικαίωμα της από κοινού επέμβασης θα ήταν η επόμενη κίνηση.
Η πύλη δέχεται όσες αξιώσεις υπήρχαν από την Ρωσία σχετικά με τις παραδουνάβιες ηγεμονίες αλλά απορρίπτει την επίλυση του ελληνικού ζητήματος.
Τότε, βάση Βρετανικού σχεδίου ακολουθεί η συνθήκη του Λονδίνου όπου Ρωσία Γαλλία και Αγγλία διατηρούν σταθερή στάση στο θέμα του Ελληνικού ζητήματος.
Δίνουν δε, διορία στις εμπόλεμες πλευρές να απαντήσουν εντός 30 ημερών, χρονικό διάστημα μετά την παρέλευση του οποίου σε περίπτωση μη εξεύρεσης λύσης, θα υπήρχε επιβολή με στρατιωτικά μέσα.
Ταυτόχρονα οι διοικητές των στόλων των τριών μεγάλων δυνάμεων διατάσσονται να παρεμποδίσουν, το χρονικό αυτό διάστημα, την μεταφορά τουρκικού και αιγυπτιακού στρατού προς το ελληνικό έδαφος καθώς και να αποφύγουν εχθροπραξίες με τους Τούρκους εκτός αν επιχειρούσαν να σπάσουν τον αποκλεισμό.
Η αδιαλλαξία της πύλης και ένα τυχαίο γεγονός μετατρέπει τον ειρηνικό αποκλεισμό σε καταστροφή του τουρκικού και αιγυπτιακού στόλου τις 20/10/1827.
Παρά την δυσμενή αυτή εξέλιξη η πύλη παραμένει αδιάλλακτη στην επίλυση του ελληνικού προβλήματος και ο σουλτάνος κάνει το μεγάλο λάθος να διακηρύξει την Ρωσία ως άσπονδο εχθρό της Τουρκίας.
Η Ρωσία βρίσκει την ευκαιρία που έψαχνε και κηρύττει πόλεμο στην Τουρκία οδηγώντας στην άνευ όρων παράδοσή της, τις 9 Σεπτεμβρίου του 1829.
Η νίκη όμως της Ρωσίας μεταστρέφει την Αγγλική πολιτική και οδηγεί τον Άμπερντην να προτείνει την λύση ενός ανεξάρτητου Ελληνικού κράτους και όχι ενός υποτελούς στην πύλη.
Η μεταστροφή αυτή οφείλεται στην πίστη του Άγγλου πολιτικού ότι ένα ανεξάρτητο Ελληνικό κράτος θα μπορούσε να αντισταθεί αποτελεσματικότερα στις Ρωσικές σκοπιμότητες, ενώ ταυτόχρονα θα κάλυπτε καλύτερα το κενό που είχε δημιουργηθεί από μια εξουθενωμένη τουρκική αυτοκρατορία η οποία φαινόταν να οδηγείται προς διάλυση.
Έτσι τις 3 Φεβρουαρίου του 1830 υπογράφεται στο Λονδίνο το πρωτόκολλο ανεξαρτησίας της Ελλάδος από την Αγγλία, την Ρωσία και την Γαλλία...
Συμπερασματικά θα μπορούσε να ειπωθεί ότι ο τρόπος λειτουργίας της Ευρώπης στηρίζεται στην αρχή της λογικής της δημιουργίας όποιου σχηματισμού κρίνεται απαραίτητος και στην διάλυση όποιου θεωρείται ασύμφορος.
Είναι όμως ανησυχητικό για ένα υποδουλωμένο κράτος να ελευθερώνεται χωρίς η απελευθέρωσή του, να μπορεί να αιτιολογηθεί επαρκώς με βάση τα πρότυπα των διπλωματικών συσχετισμών των μεγάλων δυνάμεων, αλλά μάλλον σαν αποτέλεσμα ενός τυχαίου γεγονότος και μιας αλληλουχίας ευνοϊκών συγκυριών.
Η συγκυριακή αυτή απελευθέρωση θα μπορούσε να αποτελεί μια μεγάλη ευκαιρία για αυτό το έθνος το οποίο αφού γνωρίζει την ισχνή αιτία της ύπαρξής του, θα πρέπει να εργαστεί σκληρά για να μετατρέψει την συγκυρία σε ανάγκη για τους άλλους.
Τα λάθη σε ένα τέτοιο έθνος για τους λόγους που ήδη αναφέρθηκαν δεν συγχωρούνται, πόσο μάλλον όταν είναι εξοργιστικά πολλά...
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου