<O Αχιλλέας θρηνεί τον Πάτροκλο, του Νικολάι Νικολάγιεβιτς
Ένα παράδειγμα φιλίας του τρίτου επιπέδου, της φιλίας
«δι΄αγαθό», κατά το φιλόσοφο Αριστοτέλη, προέρχεται από το ομηρικό έπος, την Ιλιάδα, και περιγράφει την ανιδιοτέλεια και τη βαθιά αγάπη στη χρονική εξέλιξη της σχέσης του Πηλείδη Αχιλλέα και του Μενοιτιάδη -Πάτροκλου.
Ο Πάτροκλος ήταν γιος του Μενοίτιου και εγγονός του Άκτορα και της Αίγινας, γι' αυτό επονομάζεται και Ακτορίδης.
Ήταν ο επιστήθιος και ο μοναδικός φίλος του Αχιλλέα, του οποίου ο παππούς, ο Αιακός, ήταν γιος της Αίγινας, όπως και ο Μενοίτιος. Με βάση το γενεαλογικό τους δέντρο ήταν και συγγενείς.
Όταν ήταν ακόμη μικρό παιδί και ζούσε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τον Οπούντα της Λοκρίδας, σκότωσε πάνω στο παιχνίδι ένα συνομήλικό του αρχοντόπουλο, τον Κλησώνυμο, το γιο του Αμφιδάμαντα.
Αν και ήταν ανήλικος, ο Πάτροκλος έπρεπε να φύγει από τον τόπο του, γιατί τον βάραινε το αίμα του νεκρού.
Έτσι ο πατέρας του τον έφερε στον Πηλέα, το γιο του Αιακού, που τον ανάθρεψε μαζί με το γιο του, τον Αχιλλέα, σαν δικό του παιδί. Έκεί ανιχνεύονται οι ρίζες αυτής της ανιδιοτελούς, επικής φιλίας που φθάνει ως το θάνατο.
Η ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ της ΦΙΛΙΑΣ
Ο Πάτροκλος συμμετείχε στον Τρωικό Πόλεμο, είτε ως φίλος του Αχιλλέα, είτε και ως πρώην μνηστήρας της Ελένης, σύμφωνα με άλλο μύθο.
Σε όλες τις φάσεις του πολέμου, τον διακρίνει το ιδιαίτερο θάρρος και η τόλμη, μέχρι που ο Αχιλλέας, λόγω της γνωστής έριδάς του με τον Αγαμέμνονα, θυμώνει κι αποσύρεται στο στρατόπεδό του.
Στην απομόνωση αυτή, στην οποία καταφεύγει ο Αχιλλέας για λόγους τιμής, ο Πάτροκλος του συμπαραστέκεται και βρίσκεται συνεχώς κοντά του, χωρίς όμως να καταφέρει να τον μεταπείσει, για να επανέλθει στη μάχη..
Όταν όμως οι Αχαιοί πιέζονται δεινά από τους Τρώες, ο Πάτροκλος ζητά από τον Αχιλλέα να περιβληθεί αυτός την πολεμική του αρματωσιά, με την ελπίδα ότι έτσι θα εκφόβιζε και θ' απομάκρυνε τους Τρώες από τα πλοία των Αχαιών.
Φορώντας λοιπόν την πανοπλία του αδελφικού του φίλου Αχιλλέα και θέλοντας να δώσει μια καλύτερη τύχη στη μάχη εναντίον των Τρώων, επιτίθεται ως αρχηγός των Μυρμιδόνων.
Στη δραματική εκείνη φάση του αγώνα, όπου οι Τρώες είχαν φθάσει στα πλοία των Αχαιών και ήταν έτοιμοι να τα πυρπολήσουν, η θυελλώδης ορμή του Πατρόκλου τους αναγκάζει να επιστρέψουν σχεδόν άτακτα στα τείχη τους.
H Θέτις φέρνει τα ηφαιστότευκτα όπλα στον Αχιλλέα, με τα οποία θα εκδικηθεί για τον Πάτροκλο.
Το τραγικό αποτέλεσμα αυτής της μεγαλειώδους εφόρμησης του Πατρόκλου, που για μια στιγμή πίστεψε πως ήταν ο Αχιλλέας(ταύτιση), μάς είναι γνωστό.
Ο Αχιλλέας θα θρηνήσει βαρύτατα και θα εκδικηθεί τη φυσική απώλεια του φίλου του, χωρίς να λογαριάσει το θάνατο.
Κατάμαυρο το σύννεφο του πόνου τον σκεπάζει, σε οδυρμό τον σπρώχνει, τον ρίχνει κάτω.
Στο έδαφος με τα χέρια του τραβάει τα μαλλιά του:
"φούχτωσε αθαλόσκονη και με τα δυο του χέρια
κι έριξε στο κεφάλι του' τ' ωραίο πρόσωπό του
τ' ασχήμισε' στο χιτώνα στάθηκε η μαύρη στάχτη'
φαρδύς μακρύς ξαπλώθηκε, κειτόταν μες στη σκόνη
και με τα χέρια ασχήμιζε χαλώντας τα μαλλιά του".
Με τα χέρια στηθοδέρνονταi κι οι δούλες, που ο Πάτροκλος κι ο Αχιλλέας είχαν, ενώ δακρυσμένος ακόμα ο Αντίλοχος τα χέρια τού κρατά, μη, στον καημό του επάνω, στο λαιμό το σίδερο ο Πηλείδης μπήξει.
Το βογγητό του το φριχτό η μάνα του απ' τη θάλασσα μέσα ακούει και αρχίζει να οδύρεται, πλάι στο γέρο πατέρα της, τις άλλες αδελφές της, που στη σπηλιά μαζεύτηκαν και όλες στηθοκοπιούνται:
ΘΈΤΙΣ: “Αλί μου, η δόλια, αντρείου κακότυχη γεννήτρα,
που γέννησα γιο άψογο, απ' τους αντρείους πρώτο,
δυνατό' μου μεγάλωσε σαν τρυφερό βλαστάρι'
τον ανάθρεψα σαν φυτό στου χωραφιού την άκρη
και με τα δρεπανόγυρτα πλοία τον έχω στείλει
στο Ίλιο να χτυπηθεί με Τρώες' και στο σπίτι
του Πηλέα δεν θα τον δω πίσω να μου γυρνάει!
...
Πηγαίνω ωστόσο για να δω τ' αγαπητό παιδί μου,
ν' ακούσω τι μου έπαθε, στη μάχη και αν δεν είναι”.
Αμέσως αυτή κι οι 49 Νηρηίδες, οι αδελφάδες της, αραδιάζονται στα πλοία κοντά του γιου της, που το βουερό το βογγητό δεν έλεγε ν' αφήσει:
ΘΕΤΙΣ:
“Τι κλαις, παιδί μου; Ποιος καημός τα σπλάχνα σου ταράζει";
ΑΧΙΛΛΕΑΣ: “ Μάνα μου, ο Ολύμπιος αυτά τα έχει κάμει'
μα ποια μου είναι η χαρά; Μου χάθηκε ο φίλος,
ο Πάτροκλος....."
(Ιλιάδα ραψ.Σ)
Έτσι ο Αχιλλέας θρηνεί του Πάτροκλου το θάνατο, με οδυρμούς και κοπετούς να πλέουν και να φτάνουν στα βάθια ως της θαλάσσης, ν' ακούσει και να ταραχτεί η Θέτιδα, η μάνα του, οι Νηρηίδες, οι αδελφές της ....
Ο Αχιλλέας επιδένει το τραύμα του Πατρόκλου.
Αττική ερυθρόμορφη κύλικα του ζωγράφου του Σωσία, περίπου 500 π.Χ., Altes Museum, Βερολίνο.
ΦΙΛΙΑ μέχρι ΘΑΝΑΤΟΥ
Προέχει το καθήκον προς το αγαθό της φιλίας, να την υπερασπιστεί, έστω κι αν η υπεράσπιση το θάνατο τού φέρει....
Η προσήλωση στη φιλία, η πίστη και η αγάπη του Αχιλλέα προς το φίλο περνά ως αξιοθαύμαστο παράδειγμα στην ιστορία, αλλά και στις σελίδες της Φιλοσοφίας, στα πλατωνικά κείμενα, στην «Απολογία Σωκράτους», όπου ο Σωκράτης στον υπερασπιστικό του λόγο αναφέρει ως σύμβολο απόλυτης αφοσίωσης στο ιδανικό, στην αρετή της φιλίας, τη στάση του Αχιλλλέα να φονεύσει για το φόνο του Πατρόκλου:
“Και σύμφωνα μ’ αυτά που λες, ανάξιους θα πούνε
της Τροίας τους ημίθεους που αντί να ντροπιαστούνε
προτίμησαν το θάνατο, τον κλάδο της ελαίας
όπως ο γιός της Θετιδος, ο ήρως Αχιλλέας,
που σαν θεά η μάνα του τον είχε βεβαιώσει
πως άμεσα θα σκοτωθεί τον Έκτορα αν σκοτώσει.
Μα εκείνος εκδικήθηκε του Πατροκλου το φόνο
σκοτώνοντας τον Έκτορα και προκαλώντας πόνο
χωρίς καθόλου να νοιαστεί κι ο ίδιος αν πεθάνει
μα μοναχά το δίκαιο και το σωστό να κάνει.
Και όπου κάποιος θα ταχθεί ή άλλος τόνε τάζει
κίνδυνο ούτε θάνατο, ποτέ μη λογαριάζει,
μα μόνο την ατίμωση θα πρέπει να φοβάται
για την αισχρή και τη δειλή ζωή του να λυπάται”.
Η αγαθή φιλία δοκιμάζεται μέχρι τελικής πτώσης.
Με την επίγνωση ότι θα εξαργυρώσει την αγάπη προς τον φίλο με την ίδια του τη ζωή, ο Αχιλλέας πέφτει στην πυρά της μάχης και προκαλεί τη μοίρα του.
Θανατώνει, αλλά μετά θανατώνεται, και ανταμώνει τον φίλο του πάνω στην ίδια πυρά, όπου καίγονται οι σοροί τους και μετά στον Άδη, όπως περιγράφει ο Όμηρος στην Οδύσσεια.
Οι φίλοι επ' αγαθώ δεν χωρίζουν ποτέ, ακόμα και όταν ο θάνατος μπει ανάμεσά τους.
Έτσι καταχωρήθηκε στη μνήμη μας αυτή η ανυστερόβουλη σχέση, όπως η κάθε αγάπη στην καθαρότητά της.
Την ανάγκη της ύπαρξης ενός πιστού φίλου στη ζωή μας, ακόμα κι όταν είμαστε πολύ ισχυροί, είτε σωματικά, είτε κοινωνικά, είτε πολιτικά, την επιβεβαιώνει η δημιουργία μιας ανάλογης φιλίας στο ίδιο έπος, όταν ο Αχιλλέας βάζει τον Αντίλοχο, το γιο του Νέστορα, στη θέση του Πάτροκλου, βαθιά μες στην καρδιά του, την ώρα του μεγάλου θρήνου.
Γι’ αυτό και στην Οδύσσεια ο ποιητής μας τους θέλει να συνυπάρχουν στον Άδη και να εμφανίζονται οι τρεις τους στον Οδυσσέα, κατά την κάθοδό του στον κόσμο των νεκρών.
O ΌΜΗΡΟΣ, λοιπόν, στην Οδύσσεια αναφέρει τη συνύπαρξη του Αχιλλέα, του Πατρόκλου και του Αντίλοχου, όταν ανταμώνουν τον Οδυσέα(ραψ.λ, Οδύσσεια):
“Ήρθε κατόπιν κι η ψυχή του ξακουστού Αχιλλέα
με του Πατρόκλου την ψυχή και του άψεγου Αντιλόχου...”
Κατά δε μια άλλη άποψη, του περιηγητή Παυσανία, οι δύο ήρωες της Ελληνικής Μυθολογίας συνέχισαν και μετά το θάνατο να ζουν μαζί στη νήσο Λεύκη, στη νήσο του Αχιλλέα, όπως ονομάζεται, στη Μαύρη θάλασσα.
Η ΦΙΛΙΑ Η ΑΛΗΘΙΝΗ είναι αιώνια και δεν την καταργεί ούτε ο θάνατος. Υπάρχει ως ιδέα, ως αξία άφθαρτη και ενασαρκώνεται μέσα στη δράση και στάση ζωής των ανθρώπων.
¨ΕΡΡΩΣΘΕ και ΧΑΙΡΕΣΘΕ!
Ένα παράδειγμα φιλίας του τρίτου επιπέδου, της φιλίας
«δι΄αγαθό», κατά το φιλόσοφο Αριστοτέλη, προέρχεται από το ομηρικό έπος, την Ιλιάδα, και περιγράφει την ανιδιοτέλεια και τη βαθιά αγάπη στη χρονική εξέλιξη της σχέσης του Πηλείδη Αχιλλέα και του Μενοιτιάδη -Πάτροκλου.
Ο Πάτροκλος ήταν γιος του Μενοίτιου και εγγονός του Άκτορα και της Αίγινας, γι' αυτό επονομάζεται και Ακτορίδης.
Ήταν ο επιστήθιος και ο μοναδικός φίλος του Αχιλλέα, του οποίου ο παππούς, ο Αιακός, ήταν γιος της Αίγινας, όπως και ο Μενοίτιος. Με βάση το γενεαλογικό τους δέντρο ήταν και συγγενείς.
Όταν ήταν ακόμη μικρό παιδί και ζούσε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τον Οπούντα της Λοκρίδας, σκότωσε πάνω στο παιχνίδι ένα συνομήλικό του αρχοντόπουλο, τον Κλησώνυμο, το γιο του Αμφιδάμαντα.
Αν και ήταν ανήλικος, ο Πάτροκλος έπρεπε να φύγει από τον τόπο του, γιατί τον βάραινε το αίμα του νεκρού.
Έτσι ο πατέρας του τον έφερε στον Πηλέα, το γιο του Αιακού, που τον ανάθρεψε μαζί με το γιο του, τον Αχιλλέα, σαν δικό του παιδί. Έκεί ανιχνεύονται οι ρίζες αυτής της ανιδιοτελούς, επικής φιλίας που φθάνει ως το θάνατο.
Η ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ της ΦΙΛΙΑΣ
Ο Πάτροκλος συμμετείχε στον Τρωικό Πόλεμο, είτε ως φίλος του Αχιλλέα, είτε και ως πρώην μνηστήρας της Ελένης, σύμφωνα με άλλο μύθο.
Σε όλες τις φάσεις του πολέμου, τον διακρίνει το ιδιαίτερο θάρρος και η τόλμη, μέχρι που ο Αχιλλέας, λόγω της γνωστής έριδάς του με τον Αγαμέμνονα, θυμώνει κι αποσύρεται στο στρατόπεδό του.
Στην απομόνωση αυτή, στην οποία καταφεύγει ο Αχιλλέας για λόγους τιμής, ο Πάτροκλος του συμπαραστέκεται και βρίσκεται συνεχώς κοντά του, χωρίς όμως να καταφέρει να τον μεταπείσει, για να επανέλθει στη μάχη..
Όταν όμως οι Αχαιοί πιέζονται δεινά από τους Τρώες, ο Πάτροκλος ζητά από τον Αχιλλέα να περιβληθεί αυτός την πολεμική του αρματωσιά, με την ελπίδα ότι έτσι θα εκφόβιζε και θ' απομάκρυνε τους Τρώες από τα πλοία των Αχαιών.
Φορώντας λοιπόν την πανοπλία του αδελφικού του φίλου Αχιλλέα και θέλοντας να δώσει μια καλύτερη τύχη στη μάχη εναντίον των Τρώων, επιτίθεται ως αρχηγός των Μυρμιδόνων.
Στη δραματική εκείνη φάση του αγώνα, όπου οι Τρώες είχαν φθάσει στα πλοία των Αχαιών και ήταν έτοιμοι να τα πυρπολήσουν, η θυελλώδης ορμή του Πατρόκλου τους αναγκάζει να επιστρέψουν σχεδόν άτακτα στα τείχη τους.
H Θέτις φέρνει τα ηφαιστότευκτα όπλα στον Αχιλλέα, με τα οποία θα εκδικηθεί για τον Πάτροκλο.
Το τραγικό αποτέλεσμα αυτής της μεγαλειώδους εφόρμησης του Πατρόκλου, που για μια στιγμή πίστεψε πως ήταν ο Αχιλλέας(ταύτιση), μάς είναι γνωστό.
Ο Αχιλλέας θα θρηνήσει βαρύτατα και θα εκδικηθεί τη φυσική απώλεια του φίλου του, χωρίς να λογαριάσει το θάνατο.
Κατάμαυρο το σύννεφο του πόνου τον σκεπάζει, σε οδυρμό τον σπρώχνει, τον ρίχνει κάτω.
Στο έδαφος με τα χέρια του τραβάει τα μαλλιά του:
"φούχτωσε αθαλόσκονη και με τα δυο του χέρια
κι έριξε στο κεφάλι του' τ' ωραίο πρόσωπό του
τ' ασχήμισε' στο χιτώνα στάθηκε η μαύρη στάχτη'
φαρδύς μακρύς ξαπλώθηκε, κειτόταν μες στη σκόνη
και με τα χέρια ασχήμιζε χαλώντας τα μαλλιά του".
Με τα χέρια στηθοδέρνονταi κι οι δούλες, που ο Πάτροκλος κι ο Αχιλλέας είχαν, ενώ δακρυσμένος ακόμα ο Αντίλοχος τα χέρια τού κρατά, μη, στον καημό του επάνω, στο λαιμό το σίδερο ο Πηλείδης μπήξει.
Το βογγητό του το φριχτό η μάνα του απ' τη θάλασσα μέσα ακούει και αρχίζει να οδύρεται, πλάι στο γέρο πατέρα της, τις άλλες αδελφές της, που στη σπηλιά μαζεύτηκαν και όλες στηθοκοπιούνται:
ΘΈΤΙΣ: “Αλί μου, η δόλια, αντρείου κακότυχη γεννήτρα,
που γέννησα γιο άψογο, απ' τους αντρείους πρώτο,
δυνατό' μου μεγάλωσε σαν τρυφερό βλαστάρι'
τον ανάθρεψα σαν φυτό στου χωραφιού την άκρη
και με τα δρεπανόγυρτα πλοία τον έχω στείλει
στο Ίλιο να χτυπηθεί με Τρώες' και στο σπίτι
του Πηλέα δεν θα τον δω πίσω να μου γυρνάει!
...
Πηγαίνω ωστόσο για να δω τ' αγαπητό παιδί μου,
ν' ακούσω τι μου έπαθε, στη μάχη και αν δεν είναι”.
Αμέσως αυτή κι οι 49 Νηρηίδες, οι αδελφάδες της, αραδιάζονται στα πλοία κοντά του γιου της, που το βουερό το βογγητό δεν έλεγε ν' αφήσει:
ΘΕΤΙΣ:
“Τι κλαις, παιδί μου; Ποιος καημός τα σπλάχνα σου ταράζει";
ΑΧΙΛΛΕΑΣ: “ Μάνα μου, ο Ολύμπιος αυτά τα έχει κάμει'
μα ποια μου είναι η χαρά; Μου χάθηκε ο φίλος,
ο Πάτροκλος....."
(Ιλιάδα ραψ.Σ)
Έτσι ο Αχιλλέας θρηνεί του Πάτροκλου το θάνατο, με οδυρμούς και κοπετούς να πλέουν και να φτάνουν στα βάθια ως της θαλάσσης, ν' ακούσει και να ταραχτεί η Θέτιδα, η μάνα του, οι Νηρηίδες, οι αδελφές της ....
Ο Αχιλλέας επιδένει το τραύμα του Πατρόκλου.
Αττική ερυθρόμορφη κύλικα του ζωγράφου του Σωσία, περίπου 500 π.Χ., Altes Museum, Βερολίνο.
ΦΙΛΙΑ μέχρι ΘΑΝΑΤΟΥ
Προέχει το καθήκον προς το αγαθό της φιλίας, να την υπερασπιστεί, έστω κι αν η υπεράσπιση το θάνατο τού φέρει....
Η προσήλωση στη φιλία, η πίστη και η αγάπη του Αχιλλέα προς το φίλο περνά ως αξιοθαύμαστο παράδειγμα στην ιστορία, αλλά και στις σελίδες της Φιλοσοφίας, στα πλατωνικά κείμενα, στην «Απολογία Σωκράτους», όπου ο Σωκράτης στον υπερασπιστικό του λόγο αναφέρει ως σύμβολο απόλυτης αφοσίωσης στο ιδανικό, στην αρετή της φιλίας, τη στάση του Αχιλλλέα να φονεύσει για το φόνο του Πατρόκλου:
“Και σύμφωνα μ’ αυτά που λες, ανάξιους θα πούνε
της Τροίας τους ημίθεους που αντί να ντροπιαστούνε
προτίμησαν το θάνατο, τον κλάδο της ελαίας
όπως ο γιός της Θετιδος, ο ήρως Αχιλλέας,
που σαν θεά η μάνα του τον είχε βεβαιώσει
πως άμεσα θα σκοτωθεί τον Έκτορα αν σκοτώσει.
Μα εκείνος εκδικήθηκε του Πατροκλου το φόνο
σκοτώνοντας τον Έκτορα και προκαλώντας πόνο
χωρίς καθόλου να νοιαστεί κι ο ίδιος αν πεθάνει
μα μοναχά το δίκαιο και το σωστό να κάνει.
Και όπου κάποιος θα ταχθεί ή άλλος τόνε τάζει
κίνδυνο ούτε θάνατο, ποτέ μη λογαριάζει,
μα μόνο την ατίμωση θα πρέπει να φοβάται
για την αισχρή και τη δειλή ζωή του να λυπάται”.
Η αγαθή φιλία δοκιμάζεται μέχρι τελικής πτώσης.
Με την επίγνωση ότι θα εξαργυρώσει την αγάπη προς τον φίλο με την ίδια του τη ζωή, ο Αχιλλέας πέφτει στην πυρά της μάχης και προκαλεί τη μοίρα του.
Θανατώνει, αλλά μετά θανατώνεται, και ανταμώνει τον φίλο του πάνω στην ίδια πυρά, όπου καίγονται οι σοροί τους και μετά στον Άδη, όπως περιγράφει ο Όμηρος στην Οδύσσεια.
Οι φίλοι επ' αγαθώ δεν χωρίζουν ποτέ, ακόμα και όταν ο θάνατος μπει ανάμεσά τους.
Έτσι καταχωρήθηκε στη μνήμη μας αυτή η ανυστερόβουλη σχέση, όπως η κάθε αγάπη στην καθαρότητά της.
Την ανάγκη της ύπαρξης ενός πιστού φίλου στη ζωή μας, ακόμα κι όταν είμαστε πολύ ισχυροί, είτε σωματικά, είτε κοινωνικά, είτε πολιτικά, την επιβεβαιώνει η δημιουργία μιας ανάλογης φιλίας στο ίδιο έπος, όταν ο Αχιλλέας βάζει τον Αντίλοχο, το γιο του Νέστορα, στη θέση του Πάτροκλου, βαθιά μες στην καρδιά του, την ώρα του μεγάλου θρήνου.
Γι’ αυτό και στην Οδύσσεια ο ποιητής μας τους θέλει να συνυπάρχουν στον Άδη και να εμφανίζονται οι τρεις τους στον Οδυσσέα, κατά την κάθοδό του στον κόσμο των νεκρών.
O ΌΜΗΡΟΣ, λοιπόν, στην Οδύσσεια αναφέρει τη συνύπαρξη του Αχιλλέα, του Πατρόκλου και του Αντίλοχου, όταν ανταμώνουν τον Οδυσέα(ραψ.λ, Οδύσσεια):
“Ήρθε κατόπιν κι η ψυχή του ξακουστού Αχιλλέα
με του Πατρόκλου την ψυχή και του άψεγου Αντιλόχου...”
Κατά δε μια άλλη άποψη, του περιηγητή Παυσανία, οι δύο ήρωες της Ελληνικής Μυθολογίας συνέχισαν και μετά το θάνατο να ζουν μαζί στη νήσο Λεύκη, στη νήσο του Αχιλλέα, όπως ονομάζεται, στη Μαύρη θάλασσα.
Η ΦΙΛΙΑ Η ΑΛΗΘΙΝΗ είναι αιώνια και δεν την καταργεί ούτε ο θάνατος. Υπάρχει ως ιδέα, ως αξία άφθαρτη και ενασαρκώνεται μέσα στη δράση και στάση ζωής των ανθρώπων.
¨ΕΡΡΩΣΘΕ και ΧΑΙΡΕΣΘΕ!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου