Να ανεχόμαστε. Κι αν δεν μπορούμε να αγαπάμε να ανεχόμαστε. Τούτο πρέπει στον άνθρωπο και τούτο πρέπει στην εποχή και στους αιώνες.
Απόκαμε ο άνθρωπος να υπομένει και κουράστηκε να επιμένει στη σχέση με κάθε άλλο άνθρωπο. Έμειναν οι σχέσεις νεκρές και αβαθείς, αβασάνιστες και εύκολες και από τότε άρχισαν να βασανίζονται οι ψυχές και να νεκρώνουν οι υπάρξεις. Περίεργες οι εποχές, μα πιο περίεργα τα μυαλά που σμίλεψαν τις μέρες μας τόσο άκομψα. Και ο άνθρωπος χάθηκε.
Δύσκολο να καταλάβουμε τον άλλον. Τον κάθε άλλον. Μα πιότερο δύσκολο να μας καταλάβουν οι άλλοι. Το τραγικό όμως δεν είναι μήτε το ένα μήτε το άλλο. Το δύσκολο είναι να καταλάβουμε τον εαυτό μας. Και αβασάνιστα μέσα μας βασανίζουμε τον άλλον και η βάσανος επιστέφει και βασανίσουμε τον εαυτό μας. Και όσο βασανίζουμε τον άλλον τόσο βασανιζόμαστε. Και όσο βασανιζόμαστε τόσο πιο πολύ απομακρυνόμαστε από την ηρεμία και την σιωπή της αυτοαναγνώρισης, για να καταλάβουμε τον ίδιο μας τον εαυτό.
Η βάσανος έχει κραυγή. Και η κραυγή έχει διατάραξη της σιωπής. Και η έλλειψη σιωπής χαλάει την ηρεμία. Και η απουσία της ηρεμίας αποδιώχνει την γαλήνη. Και η απομάκρυνση της γαλήνης εκτρώνει την ειρήνη. Και η νεκρωμένη ειρήνη αφήνει την αντάρα και την ιαχή να ριζώνει στην καρδιά. Και τότε ο άνθρωπος γίνεται φτενός, λίγος, παράλογος.
Θα πει κάποιος πώς γίνεται να πάψει τούτο το θεριό το ανήμερο που τρώει ανθρώπινες ζωές και υπάρξεις. Οι πιο βιαστικοί θα απαντήσουν με την αγάπη. Οι πιο τολμηροί θα πουν με την αυτοθυσία. Κάποιοι ίσως να πλέξουν τα εγκώμια μιας ανθρωποκεντρικής ουμανιστικής θεώρησης. Τίποτα δεν στέκεται από δαύτα αν δεν υπάρχει καλό θεμέλιο.
Δική μου θέση και άποψη -και αν χρειαστεί κάνω και πίσω για να μη στεναχωρήσω κανέναν- είναι πως αν δεν μάθουμε πρώτα να ανεχόμαστε μήτε να αγαπήσουμε γίνεται, μήτε να θυσιαστούμε, μήτε τον άνθρωπο να δούμε θα καταφέρουμε.
Εδώ, στου δρόμου τα μισά για το Επέκεινα, στην μέση της διαδρομής για τον Αιώνα, στο καταφύγιο της μισής ζωής Εμπειρίας, τούτο είδα, τούτο διδάχθηκα, τούτο παρέλαβα, τούτο δογμάτισα, σε τούτο συμπεφώνηκα, και κατ’ ουσίαν τούτο φρονώ, τούτο λαλώ και τούτο κηρύττω.
Χρέος και ανάγκη η ανοχή του άλλου. Ακόμα και στην διαφωνία, ακόμα και στην διαφορά. Πρέπει να ανεχόμαστε. Και αυτό το πρέπει δεν είναι του κανόνα και της ηθικής. Είναι της αξίας και της αυτοτέλειας. Είναι το πρέπει που ανέχεται τον άλλον ως αξία αυτοτελή, οντότητα χωριστή, προσωπικότητα σεβαστή. Αυτό το πρέπει δεν είναι υποχρεωτικό. Είναι σωτήριο ακριβώς γιατί δεν αυτοεπιβάλλεται αλλά επιλέγεται.
Τότε και τον άλλον αποδεσμεύουμε από τα βάσανα και τα δικά μας τα βάσανα παύουν γιατί η ζωή δεν έχει πλέον κραυγές.
Απόκαμε ο άνθρωπος να υπομένει και κουράστηκε να επιμένει στη σχέση με κάθε άλλο άνθρωπο. Έμειναν οι σχέσεις νεκρές και αβαθείς, αβασάνιστες και εύκολες και από τότε άρχισαν να βασανίζονται οι ψυχές και να νεκρώνουν οι υπάρξεις. Περίεργες οι εποχές, μα πιο περίεργα τα μυαλά που σμίλεψαν τις μέρες μας τόσο άκομψα. Και ο άνθρωπος χάθηκε.
Δύσκολο να καταλάβουμε τον άλλον. Τον κάθε άλλον. Μα πιότερο δύσκολο να μας καταλάβουν οι άλλοι. Το τραγικό όμως δεν είναι μήτε το ένα μήτε το άλλο. Το δύσκολο είναι να καταλάβουμε τον εαυτό μας. Και αβασάνιστα μέσα μας βασανίζουμε τον άλλον και η βάσανος επιστέφει και βασανίσουμε τον εαυτό μας. Και όσο βασανίζουμε τον άλλον τόσο βασανιζόμαστε. Και όσο βασανιζόμαστε τόσο πιο πολύ απομακρυνόμαστε από την ηρεμία και την σιωπή της αυτοαναγνώρισης, για να καταλάβουμε τον ίδιο μας τον εαυτό.
Η βάσανος έχει κραυγή. Και η κραυγή έχει διατάραξη της σιωπής. Και η έλλειψη σιωπής χαλάει την ηρεμία. Και η απουσία της ηρεμίας αποδιώχνει την γαλήνη. Και η απομάκρυνση της γαλήνης εκτρώνει την ειρήνη. Και η νεκρωμένη ειρήνη αφήνει την αντάρα και την ιαχή να ριζώνει στην καρδιά. Και τότε ο άνθρωπος γίνεται φτενός, λίγος, παράλογος.
Θα πει κάποιος πώς γίνεται να πάψει τούτο το θεριό το ανήμερο που τρώει ανθρώπινες ζωές και υπάρξεις. Οι πιο βιαστικοί θα απαντήσουν με την αγάπη. Οι πιο τολμηροί θα πουν με την αυτοθυσία. Κάποιοι ίσως να πλέξουν τα εγκώμια μιας ανθρωποκεντρικής ουμανιστικής θεώρησης. Τίποτα δεν στέκεται από δαύτα αν δεν υπάρχει καλό θεμέλιο.
Δική μου θέση και άποψη -και αν χρειαστεί κάνω και πίσω για να μη στεναχωρήσω κανέναν- είναι πως αν δεν μάθουμε πρώτα να ανεχόμαστε μήτε να αγαπήσουμε γίνεται, μήτε να θυσιαστούμε, μήτε τον άνθρωπο να δούμε θα καταφέρουμε.
Εδώ, στου δρόμου τα μισά για το Επέκεινα, στην μέση της διαδρομής για τον Αιώνα, στο καταφύγιο της μισής ζωής Εμπειρίας, τούτο είδα, τούτο διδάχθηκα, τούτο παρέλαβα, τούτο δογμάτισα, σε τούτο συμπεφώνηκα, και κατ’ ουσίαν τούτο φρονώ, τούτο λαλώ και τούτο κηρύττω.
Χρέος και ανάγκη η ανοχή του άλλου. Ακόμα και στην διαφωνία, ακόμα και στην διαφορά. Πρέπει να ανεχόμαστε. Και αυτό το πρέπει δεν είναι του κανόνα και της ηθικής. Είναι της αξίας και της αυτοτέλειας. Είναι το πρέπει που ανέχεται τον άλλον ως αξία αυτοτελή, οντότητα χωριστή, προσωπικότητα σεβαστή. Αυτό το πρέπει δεν είναι υποχρεωτικό. Είναι σωτήριο ακριβώς γιατί δεν αυτοεπιβάλλεται αλλά επιλέγεται.
Τότε και τον άλλον αποδεσμεύουμε από τα βάσανα και τα δικά μας τα βάσανα παύουν γιατί η ζωή δεν έχει πλέον κραυγές.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου