Ολες οι θρησκείες θεμελιώνονται σε κοσμογονικούς μύθους πού
αποτελούν απάντηση στα ερωτήματα: Πώς δημιουργήθηκε το Σύμπαν; Γιατί έχει αυτή
και όχι άλλη μορφή; Οι απαντήσεις ταυτίζονται συχνά με μερικές παραλλαγές πού
οφείλονται στη φαντασία των μυθογράφων, πού συνήθως επιδιώκουν την ενδυνάμωση
των εξουσιών με την ευθυγράμμιση γήινων αρχόντων και «θεϊκών δυνάμεων»!
Πριν από χιλιάδες χρόνια οι άνθρωποι, αγνοώντας ολότελα, εξαιτίας της
απουσίας των επιστημών, τη λειτουργία του φυσικού περιβάλλοντος, τρομοκρατημένοι
από τους κινδύνους πού αντιμετώπιζαν — θύελλες, καταιγίδες, κεραυνοί, τρικυμίες,
θερμοκρασία τρομακτική, ψύχος θανάσιμο — και απορώντας για τα φυσικά φαινόμενα
στο στερέωμα — ήλιος, σελήνη, άστρα, γαλαξίας, φως και σκότος — απέδιδαν σε
«θεότητες» τη δημιουργία και τη λειτουργία του Σύμπαντος! Εμφανίσθηκαν τότε οι
κοσμογονικοί μύθοι. Πρόκειται για φαντασιώσεις πού κυριαρχούσαν πριν από την
εμφάνιση και ανάπτυξη της επιστήμης και της υψηλής τεχνολογίας.
Επιβάλλεται, επομένως, ερευνά για την καταγωγή και εμφάνιση των θρησκειών πού
θεμελιώνονται με μύθους και «θαύματα», χωρίς καμιά επιβεβαίωση από την ιστορία
και την επιστήμη. Επιβάλλεται απομυθοποίηση των θρησκευτικών φαντασιώσεων για
εξυγίανση των κοινωνιών της οικουμένης. Αναγκαία ή επιστημονική έρευνα σε όλους
τους μύθους πού συγκροτούν τα θεολογικά κείμενα.
Στην προϊστορική περίοδο ο άνθρωπος αναρωτιόταν για τις σχέσεις του με τον
περίγυρο και τα φυσικά φαινόμενα, αντικρύζοντάς τα ως μυστηριώδη και υπερφυσικά.
Ή «θρησκευτικότητα» αποτελούσε ένα παγκόσμιο φαινόμενο κατά την προϊστορική
εποχή εξαιτίας του πρωτογονισμού και της αμάθειας. Ήταν ή πρώτη μυθολογική
προσπάθεια ερμηνείας της ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος.
Υπάρχουν
δύο μορφές εξηγήσεων για τη δημιουργία του Σύμπαντος.
Οι μυθολογίες και οι τερατολογίες των
θρησκειών.
Ή σωστή απάντηση δίδεται από την επιστήμη. ‘Από τις επιστημονικές έρευνες
προκύπτει ότι ο άνθρωπος αποτελεί στοιχείο του φυσικού κόσμου από τον όποιο
προήλθε. Στην προϊστορική εποχή θεωρούσαν την παρουσία του ανθρώπου δημιούργημα
των θεών. Μερικές θρησκείες ταύτιζαν τα άστρα με τους θεούς. Σε πολλές
θεολογικές μυθολογίες οι θεοί κυβερνούσαν τα ουράνια φαινόμενα.
Σύμφωνα με όλους τους θρησκευτικούς μύθους, ο ουρανός είναι το βασίλειο των
θεών, το εσωτερικό της γης ή κατοικία του διαβόλου και τα «καμίνια» του Αδη! Ή
χρησιμοποίηση των θρησκειών και στις πέντε ηπείρους από τις εξουσίες αποβλέπει
στην τυφλή υποταγή των μαζών. Ή χριστιανική Αγία Τριάς προσαρμόζεται σε μια
εξουσιαστική αναλογία. Πατήρ το κράτος, υιός ο λαός, πνεύμα ή κοινωνία!
Στις θρησκευτικές μυθολογίες υπάρχουν αφηγήσεις για θεούς, μάχες θεοτήτων,
ερωτικούς δεσμούς και για «γενναίους ήρωες». Μύθοι τα έπη του Όμηρου — Ίλιάς,
“Οδύσσεια — και του Ησιόδου — Θεογονία — πού προβάλλουν το «μεγαλείο» των θεών!
Ή «Θεογονία» αποτελεί φανταστική αναγωγή στις θρησκευτικές τερατολογίες.
Προβάλλει θεοποιημένες τις δυνάμεις του Σύμπαντος κατατάσσοντας τους θεούς σε
τέσσαρες γενεές.
Ή πρώτη με τη σύζευξη του Ουρανού και της Γαίας, ή δεύτερη με την κατάκτηση
της εξουσίας ύστερα από τον ευνουχισμό του Ουρανού, ή τρίτη υπό την κυριαρχία
του Διός πού «νίκησε» τους τιτάνες. Ή τέταρτη με τους απογόνους του
«νεφεληγερέτη». Οι δύο πρώτοι μύθοι προέρχονται από την Ασία.
Ό Ομηρος και ο Ησίοδος δημιούργησαν τη «γενεαλογία»
των θεών, έδωσαν στους θεούς επωνυμίες, καθόρισαν τις μορφές και τις
εξουσίες τους παραπλανώντας τον λαό όπως οι άλλες θρησκείες.
Γράφει ο Ηρόδοτος για τον Ησίοδο και τον Ομηρο:
«Δημιούργησαν, με τα ποιήματα τους, την θεογονία
για τους Ελληνες, έδωσαν στους θεούς τις γνωστές ονομασίες, μοίρασαν τιμές και
αρμοδιότητες σε καθένα και διαμόρφωσαν την εξωτερική τους όψη». (Ποιήσαντες
θεογονίην Έλλησι καί τοϊσι θεοϊσί τάς επωνυμίας όντες καί τιμάς τε καί τέχνας
διελόντες καί εΐδεα αυτών ιτημήναντες (Ηρόδοτος, Μονσαι, Β, 53).
Οι θεοί και οι θεές ήταν όλοι ανθρωπόμορφοι. Οι θρησκείες αποτελούν ανθρώπινη
εφεύρεση, μια ανακούφιση μπροστά στην άγνοια, μια απόπειρα εξήγησης του
αγνώστου.
Η Μαγεία προηγήθηκε της θρησκείας
ευνοώντας την ανάπτυξη της
μοναρχικής εξουσίας. Τη μαγεία
αντικατέστησε ή θρησκεία, ο άνθρωπος όμως βυθίσθηκε σε νέα παραφροσύνη
πιστεύοντας στους θρησκευτικούς μύθους, προσδοκώντας βοήθεια κατά τη διάρκεια
της ζωής και μεταθανάτια απόλαυση!
Οι μύθοι θεμελιώνουν, με παραχάραξη της ιστορίας, τη διαστροφή της
πραγματικότητας και αλλοιώνουν τα επιστημονικά δεδομένα. Προβάλλονται παντού
υπερφυσικά και εξανθρώπινα όντα. “Ολες οι θρησκείες ταυτίζονται με τη μυθολογία.
Σε έναν ινδικό θρησκευτικό μύθο αναφέρεται ότι ή σελήνη βρισκόταν στη … Γη και
απομακρύνθηκε επειδή ένας «ήρωας» επιθυμούσε να την αιχμαλωτίσει και να την
προσφέρει στον γιο τον για παιγνίδι! Οργίστηκε ο «ήρωας» και εξαπέλυσε εναντίον
της έναν όγκο από περιττώματα με αποτέλεσμα να απομακρυνθεί ή σελήνη στο σημείο
όπου βρίσκεται σήμερα!
Κατά τους θρησκευτικούς μύθους των Μαορί της Νέας Ζηλανδίας, ο Μαόνι,
ψαρεύοντας με αγκίστρια έφερε στην επιφάνεια τα νησιά τον Ωκεανού πού ως τότε
βρίσκονταν αθέατα στα βάθη της θάλασσας! Στην ελληνική μυθολογία ο Προμηθεύς
χάρισε στους ανθρώπους το πυρ πού ο Δίας διατηρούσε ως «θεϊκή ιδιοκτησία». Άλλα
δεν κατόρθωσε ο Προμηθεύς να εμποδίσει την Πανδώρα να ανοίξει το δοχείο όπου ο
Δίας είχε κλείσει όλες τις δυστυχίες της ανθρωπότητας!
Σε όλους αυτούς τους μύθους αποδίδουν σήμερα τον χωρισμό της Γης από το
στερέωμα, την απομάκρυνση της σελήνης, την παρουσία των νησιών του Ειρηνικού, τη
χρησιμοποίηση του πυρός από τους ανθρώπους αλλά και την τραγωδία πού προκαλούν
οι ασθένειες και ο θάνατος. Αυτά τα παραδείγματα επισημαίνονται στους
κοσμογονικούς μύθους των Αιγυπτίων, των Ελλήνων, των Βαβυλωνίων και των
Ιουδαίων.
Ή αρχαία ελληνική θρησκεία καταγράφεται στα μυθολογικών πηγών λογοτεχνικά
έργα της εποχής — ποίηση, τραγωδίες, φιλοσοφία κ.λπ. Στα ονόματα των θεών
υποκρύπτονται φυσικά φαινόμενα, έντονες εικόνες του περιβάλλοντος. Πρόκειται για
συνέχεια των θρησκευτικών πηγών της Παλαιολιθικής και Νεολιθικής εποχής και της
εποχής του Χαλκού. Προηγείται ή ινδοευρωπαϊκή περίοδος.
Στην Ελλάδα κατοικούσαν άνθρωποι από την παλαιολιθική εποχή, από την έβδομη
χιλιετία π.κ.ε. Κατά την εποχή τον Χαλκού — τρίτη χιλιετία π.κ.ε. — η ελληνική
πολιτιστική πρόοδος προερχόταν από την Ανατολή – Ινδία, Μεσοποταμία, Αίγυπτος —
και συνοδευόταν από τη μεταλλοτεχνία. Τα σπήλαια ήταν ή πρώτη κατοικία των
ανθρώπων. Αργότερα έγιναν τόποι ταφής αλλά και κατοικία θεών!
Τα αγάλματα και οι τοιχογραφίες, έργα καλλιτεχνών, οργάνων της εξουσίας,
αποτελούσαν επίδειξη βασιλικής μεγαλοπρέπειας και καθαγιασμό της μοναρχίας. Ή
θρησκευτική λατρεία συνδέεται με την ανακτορική πρωτοκαθεδρία. Ή θρησκεία είναι
δημιούργημα του ανθρώπου με δύο κίνητρα. Την επιθυμία για γνώση των αιτίων των
φυσικών φαινομένων και την ανησυχία για το μέλλον. Οι άνθρωποι κατέχονται από
τρόμο για το αύριο αγνοώντας τα αίτια λειτουργίας του φυσικού περιβάλλοντος.
Επομένως οι «θεοί» επινοήθηκαν, εξαιτίας του φόβου και της ανησυχίας των
ανθρώπων. Επιθυμούσαν επίσης οι άνθρωποι να γνωρίσουν τα αίτια των φυσικών
φαινομένων. Και αυτό τους ανάγκαζε, επειδή ή επιστήμη ήταν ανύπαρκτη, να
αποδίδουν σε θεούς τη δημιουργία του Σύμπαντος αναγνωρίζοντας τους παντοδύναμους
και μοναδική ελπίδα σωτηρίας!
Ή θρησκεία αποτελεί εφεύρημα του ανθρώπου,
έργο των αρχόντων των κοινωνιών. Οι θεοί είναι προσωποποίηση των
φυσικών δυνάμεων και αργότερα των κοινωνικών. Ολες οι θρησκείες αποτελούσαν
αντανάκλαση των φανταστικών ανθρώπινων αποριών για το φυσικό περιβάλλον, γήινο
και ουράνιο. Οι εξωτερικές δυνάμεις του Σύμπαντος αποτελούσαν τα κίνητρα
ανθρώπινων φαντασιοπληξιών. Στην αρχαιότητα κάθε έθνος και κάθε φυλή είχαν τη
δική τους θρησκεία πού καθοριζόταν από το περιβάλλον και τα προβλήματα της
ζωής.
Οι γήινες και εξωπλανητικές δυνάμεις υπήρξαν ή αιτία των υπερφυσικών
φαντασιώσεων και θεοποιήσεων. Αδύναμοι οι άνθρωποι να αντιμετωπίσουν την
καταστροφική ισχύ των περιβαλλοντολογικών φαινομένων υπέθεταν ότι υποκρύπτουν
μυστικές, αθέατες και πανίσχυρες «θεϊκές» δυνάμεις. Ή απουσία των γνώσεων, ή
επιστημονική άγνοια, ή αμάθεια, δημιουργούσαν την εντύπωση ότι τις δυνάμεις της
φύσης αλλά και τη ζωή των ανθρώπων και του ζωικού κόσμου υποκινούσαν αθέατες,
υπερκοσμικές και πανίσχυρες θεότητες!
Ή γνώση της (όποιας) αλήθειας και ή επιστημονική έρευνα εμφανίσθηκαν υστέρα
από πολλές χιλιετίες. Σ’ αύτη την περίοδο κυριαρχούσαν ο τρόμος και ή φαντασία
πού κατέληγαν στους μύθους για θεότητες. Τα φυσικά φαινόμενα καλλιεργούσαν τις
προλήψεις και ο πρωτογονισμός τη μυθοπλαστία για υπερκοσμικές δυνάμεις. Οι
θρησκείες αποτελούσαν θρύλους και παραδόσεις της προϊστορικής εποχής.
Για τη θεμελίωση του μύθου περί θεού – δημιουργού, εγκατεστημένου στον
ουρανό, θα ανεγερθούν και μνημεία και θα καθιερωθούν λατρείες για τις θεότητες
με στρατιές κληρικών σε όλες τις ηπείρους. Στους «πιστούς» επικρατεί δέος για
τις υπερφυσικές παντοδύναμες ουράνιες θεότητες και αγωνία για τη μεταθανάτια
μοίρα τους. Καλλιεργούνται έτσι ο φανατισμός και η μοιρολατρία, ή αίσθηση της
δουλείας και της προσωπικής αδυναμίας αλλά και οι κάθε λογής προλήψεις.
Θρησκόληπτο το άτομο στον αρχαίο κόσμο συνειδητοποιούσε την εξάρτηση από το
Υπερπέραν και φρόντιζε να εκδηλώσει με προσκυνήματα, λατρείες και αφιερώματα,
την αφοσίωση του στην «παντοδύναμη» θεότητα! Τα θρησκευτικά βιβλία βασίζονταν
στον πρωτογονισμό, στην αμάθεια, στην απουσία της έρευνας και της επιστήμης,
στην έλλειψη γνώσεων για το φυσικό περιβάλλον, στην κοινωνική βαναυσότητα και
στο πνευματικό σκότος.
Ή θρησκεία, εξαιτίας της άγνοιας, τον τρόμου, των διαστρεβλώσεων και της
αγωνίας, οδηγούσε στον παραλογισμό, στην πίστη, σε τερατώδεις μυθοπλασίες, στον
σκοταδισμό και στο πνευματικό κενό.
Ό θεός ή οι θεοί εμφανίζονταν στα αρχαία θρησκευτικά κείμενα ως δημιουργοί
του Σύμπαντος, ως ρυθμίζοντες και κατευθύνοντες τα πάντα, τη φύση και τη ζωή.
Πρόκειται για τερατολογίες επειδή τα πάντα είναι επιτεύγματα του ανθρώπου και τα
φαινόμενα του περιβάλλοντος φυσικές εξελίξεις. Ή απεραντοσύνη, το χάος του
στερεώματος, τα φαινόμενα τον ουρανού, προκαλούσαν δέος και καλλιεργούσαν τον
μύθο του θεού – δημιουργού, αθέατου αλλά παντοδύναμου! Άλλα και με την εμφάνιση
της επιστήμης, οι μύθοι περί θεών παρέμειναν στη συνείδηση των ανθρώπων πού
ενστερνίζονταν τις φαντασιώσεις περί υπερφυσικών δυνάμεων πού προωθούσαν και
ευλογούσαν τις τοπικές εξουσίες!
Για την μυθολογία των θρησκειών έπαιξε
ρόλο ή απαιδευσία, ή άγνοια και ή απουσία της επιστήμης αλλά και ο
τρόμος των ανθρώπων για το φυσικό περιβάλλον. Χωρίς την επιστημονική γνώση
κυριαρχούσε ο φόβος, ή απελπισία και ή προσδοκία για κάποια «ουράνια» προστασία
και σωτηρία. Ή γνώση της αλήθειας, ύστερα από χιλιετίες, γύρω από τα φυσικά
φαινόμενα του Σύμπαντος, εμπλουτίζει το άτομο με την κατανόηση για το ολέθριο
και το ακίνδυνο, για το ωραίο και το αποτρόπαιο, για τους ρυθμούς λειτουργίας
των φυσικών φαινομένων και γελοιοποιεί τις θεολογικές μυθολογίες, τις
φαντασιώσεις και τις τερατολογίες.
Ή διανόηση ελευθερώνει τον άνθρωπο και απομακρύνει τον δουλικό τρόμο μπροστά
στο άγνωστο του περιβάλλοντος. Ή μελέτη και τα επιστημονικά συμπεράσματα
διαπαιδαγωγούν το άτομο και το καθιστούν ελεύθερο, σκεπτόμενο και θαρραλέο. Ή
θρησκευτική μυθολογία συμπορευόταν με την εξουσία πού διεκδικούσε την ταύτιση
του δεσποτισμού με το υπερφυσικό, με τις «θεϊκές υπερδυνάμεις»!
Ή παραδοχή της θρησκευτικής
μυθολογίας αποτελεί μια μορφή νόσου πού οδηγεί το ανθρώπινο γένος στη
δυστυχία επειδή εξελίσσεται σε κοινωνικό φαινόμενο που υποβοηθεί τις αυταρχικές,
τυραννικές και διεφθαρμένες εξουσίες και παραμερίζει την πρόοδο και το
δημιουργικό πνεύμα των λαών, την ειρήνη και την αλληλεγγύη. Οι θρησκείες δεν
καταδίκασαν τη δουλεία, πού συνεχίσθηκε επί χιλιετίες και δεν υπερασπίσθηκαν τη
δικαιοσύνη και την αρετή.
Υιοθετούσαν και την ανισότητα και δουλεία του γυναικείου φύλου. Δεν υπάρχουν
θρησκείες πού ταυτίζονται με την αλήθεια. Εμφανίσθηκαν σε εποχή πρωτογονισμού
αλλά επιβιώνουν οι μυθολογικές παραδόσεις, οι απανθρωπίες και οι αγριότητες των
εξουσιών και ή δειλία και σιωπή διανοουμένων και επιστημόνων της οικουμένης. Οι
θεοί, όπως αποκαλύπτει η Π. Διαθήκη και το βαβυλωνιακό θρησκευτικό έπος,
δημιουργούν τον άνθρωπο για να υπηρετεί ως σκλάβος!
Στη θρησκευτική μυθολογία περιλαμβάνεται και ή φαντασίωση περί «επιβίωσης»
της ψυχής του ανθρώπου μετά θάνατον. Ακόμη και «ανάσταση» νεκρών! Σ’ αυτόν τον
μύθο ανήκει η Κόλαση και ο Παράδεισος. Ή επιστήμη όμως έχει διαπιστώσει ότι ή
ψυχή του ανθρώπου, το πνεύμα του, εξαφανίζεται όταν σβήσει ή ζωή!
Ό λόγος περί θεών αποτελούσε απασχόληση των ποιητών. Ό Ομηρος και ο Ησίοδος
καταγράφουν τη θρησκευτική μυθολογία της αρχαϊκής εποχής. Οι λυρικοί ποιητές
προσδίδουν καλλιτεχνικό χαρακτήρα στις περιγραφές, με αποχρώσεις και παραλλαγές.
Ή αρχαία ελληνική ποίηση καταγράφει μυθολογικά στοιχεία, υπερφυσικά και
φαντασιώδη. Προκαλεί φρίκη ο ισχυρισμός του Αριστοτέλη ότι «ή ποίηση είναι πιο
φιλοσοφημένη και σπουδαιότερη από την ιστορία». (Διό καί φιλοσοφώτερον καί
σπονδαιότερον πυίησις ιστορίας εστίν (Αριστοτέλης, Ποιητική, κεφ. 9, 145Ά).
Ή αρχαία ελληνική θρησκεία καταγράφεται στα μυθολογικών πηγών λογοτεχνικά
έργα της εποχής — ποίηση, τραγωδίες, φιλοσοφία κ.λπ. Στά ονόματα των θεών
υποκρύπτονται φυσικά φαινόμενα, έντονες εικόνες του περιβάλλοντος. Πρόκειται για
συνέχεια των θρησκευτικών πηγών της Παλαιολοθικής και Νεολιθικής εποχής και της
εποχής του Χαλκού. Προηγείται ή ινδοευρωπαϊκή περίοδος.
Ή ποικιλία των κοσμογονικών μυθολογιών οφείλεται και στη φαντασία των
διανοουμένων — συγγραφέων και ποιητών — και καλλιτεχνών πού από το χάος και την
ανυπαρξία «δημιουργούν» τους θεούς. Ό Πλάτων γράφει: «Τίποτα δεν γνωρίζομε για
τους θεούς, ούτε για τους ίδιους ούτε για τα ονόματα τους πού κάποτε οι ίδιοι
επενόησαν για τον εαυτό τους» (Οτι περί θεών ουδέν ίσμεν, ούτε περί αυτών ούτε
περί των ονομάτων, άττα ποτέ εαυτούς καλούσιν . Πλάτων, Κρατύλος, 400ά).
Οι Στωικοί υποστηρίζουν ότι ο κόσμος, η ανθρωπότητα αποτελεί μια ενότητα, πού
σημαίνει ειρηνική συμβίωση και αλληλεγγύη των λαών.
Συγγραφεϊς ψυχολόγοι εκφράζουν τη γνώμη ότι οί θρησκείες αποτελούν φαινόμενο
της προεπιστημονικής εποχής. (Daniel Batson: Moon Madness: Creed or Creed?.
“London 1963 σ. 218″). Ό Αγγλος συγγραφέας Bryan Wilson φρονεί ότι οι θρησκείες
δεν προσαρμόζονται στην εποχή μας. Πρόκειται για «αναχρονισμό στην ανάπτυξη της
σύγχρονης κοινωνίας».(The Return of the Sacred. London 1979) Και προσθέτει ότι
άνθρωποι της εποχής μας, εξαιτίας της επιστημονικής και τεχνολογικής προόδου,
δεν ενδιαφέρονται για τις θρησκείες.
Ποιες είναι οι συνέπειες των
θρησκειών; Ποιο το αντίκρισμα των θρησκειών στους λαούς; Οι θρησκείες
εκφράζουν, υποστηρίζουν και νομιμοποιούν τα συχνά βάρβαρα και απάνθρωπα
κοινωνικά συστήματα της εποχής μας.
Δημιουργός των «θεών» είναι ο
άνθρωπος, κατά την περίοδο του πρωτογονισμού και της αμάθειας, στην
προϊστορική περίοδο. Ή επιστήμη, ή λογική, ή ορθή σκέψη καταλήγουν σήμερα στο
συμπέρασμα ότι ο «θεός» αποτελεί εύρημα των μυθογράφων και των επιπόλαιων
διανοουμένων πού οδήγησαν την ανθρωπότητα στη δυστυχία, στην αχρειότητα και στον
σκοταδισμό. Οι θρησκείες δεν έχουν τη δυνατότητα να επηρεάσουν τις
κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις και να οδηγήσουν στη βελτίωση του βίου των
λαών.
Υπήρξαν πάντοτε όργανα των εξουσιών ή συμπορεύονταν με τους αχρείους
αυτοκράτορες, μονάρχες και τυράννους. Μερικοί ερευνητές επισημαίνουν
ψευδοθρησκείες και «γνήσια θρησκεύματα». Στην πραγματικότητα, όλες ανεξαιρέτως
οι θρησκείες της υφηλίου είναι μυθοπλαστίες. Καμιά θρησκεία δεν διακατέχει
αποδεικτικά ιστορικά στοιχεία για ύπαρξη θεών, δημιουργών του Σύμπαντος.
Τα θρησκευτικά κείμενα και των πέντε ηπείρων
αποτελούν μύθους και φαντασιώσεις σε πεζό και ποιητικό λόγο, απαραίτητα και
δραστικά βοηθήματα των εξουσιών.
Οι Έλληνες της αρχαιότητος εμπλούτισαν τη
θρησκευτική μυθολογία τους – ακόμη και την τέχνη και τη γλώσσα — με
υλικό και στοιχεία από την Ανατολή. Πολλοί φιλόσοφοι, ανάμεσα τους ο
Αριστοτέλης, ο Πυθαγόρας και ο Δημόκριτος, ταξίδεψαν στην Ασία και συγκέντρωσαν
μυθολογικό υλικό, δόγματα και σύμβολα από τα βάθη της ηπείρου. Ο Λουκιανός από
τα Σαμόσατα συγκέντρωσε υλικό από την Ασία και την Αφρική — Περσία, Αίγυπτο
κ.ά.
Ή ερευνά των θρησκειών πρέπει να πραγματοποιείται από τη σκοπιά της επιστήμης
και της ιστορίας που καταγράφουν την αλήθεια υστέρα από μελέτη διαχρονική. Ή
επιστημονική κριτική αποκαλύπτει τη θρησκευτική μυθοπλαστία πού, διαμέσου των
χιλιετιών, εντάσσεται στη συνείδηση και στο πνεύμα της ανθρωπότητας. Υπάρχει μία
θεαματική σύγκρουση ανάμεσα στην επιστήμη και τις θρησκείες. Ή επιστήμη που
υπερασπίζεται την πραγματικότητα και η ιστορία την αλήθεια, αποκαλύπτουν τον
μύθο των θρησκειών. Άλλα οι θρησκείες επιζούν και μάλιστα δυναμικές. Ή επιστήμη
επισημαίνει την κοσμογονική αλήθεια και τις μυθοπλαστίες.
Ή επιστημονική έρευνα για τις θρησκείες αποβλέπει στην επισήμανση της γνώσης,
της λογικής και της αλήθειας διαμέσου των χιλιετιών. Αλήθεια που φέρει εις φως
την πραγματική εξέλιξη του Σύμπαντος και της ανθρωπότητος, τα «μυστήρια», τα
«θαύματα» και τις ψενδολογίες. Μύθος και θρησκεία συμβαδίζουν, η πίστη
ταυτίζεται με τις φαντασιώσεις, με τη λατρεία του υπερφυσικού πού προβάλλει η
άγνοια. Ή ιστορία, ή ακριβής δηλαδή καταγραφή της αλήθειας, είναι άγνωστη.
Κυριαρχεί παντού η μυθολογία του φανταστικού, του ψεύδους και της απάτης.
Πρόκειται για μύθους, αλλά οι σύγχρονες κοινωνίες, εξαιτίας της διαφθοράς των
εξουσιών και μεγάλων τμημάτων διανοουμένων και καλλιτεχνών, τους αποδέχονται!
Τον πολυθεϊσμό διαδέχθηκε ο μονοθεϊσμός πριν από δυόμιση χιλιετίες. Αντικείμενα
λατρείας ο ήλιος, ή σελήνη, τα ύδατα, το πυρ, τα βουνά. Ό ήλιος εμφανιζόταν πάνω
σε άρμα!
Οι θρησκείες συμπορεύονταν με τις
εξουσίες. Αυτοκράτορες, μονάρχες, τύραννοι εμφανίζονταν ως υιοί θεών
και συχνά αποθεώνονταν. Ή πίστη των λαών σε θεότητες δημιουργούσε τις
προϋποθέσεις για ψυχολογική προσαρμογή στις πολιτικοκοινωνικές και οικονομικές
αχρειότητες. Οι «άρχοντες» αποτελούσαν το ενδιάμεσο μεταξύ θεών και ανθρώπων. Οι
μυθοπλασίες των θρησκειών καλλιεργούσαν την εξάρτηση μεταξύ «θεών» και λαών. Οι
πιστοί προσδοκούσαν την έννοια των «θεών», οι «θεοί» τις θυσίες και τις
προσφορές των ανθρώπων!
Ή εγκόσμια εξουσία ταυτιζόταν, κατά την αρχαιότητα, με τη θεϊκή. Οι δυνάστες
εμφανίζονταν ως εκπρόσωποι ή ομοιώματα των θεών. Κατά τους Ρωμαίους αυτοκράτορες
θρησκεία ανήκει στην επίγεια κυριαρχία βασιλέων και άλλων εξουσιαστών — cuius
regio, eius religio! Ή πολιτική εξουσία ευθυγραμμίζεται με τη θρησκευτική. Στον
χώρο του χριστιανισμού οι αντιθέσεις και συγκρούσεις ανάμεσα στη δυτική και
ανατολική εξουσία, οδήγησε στη διάσπαση, στο σχίσμα του θρησκεύματος, σε
Ορθοδοξία και Καθολικισμό, με συνέπεια πολυαίμακτες συγκρούσεις — σταυροφορίες
κ.λπ. — με τη συνεργασία Εκκλησιών και αυτοκρατόρων.
Πολλοί προχωρούσαν, με συμφεροντολογικά κίνητρα, σε άλλα θρησκεύματα. Κυρίως
οι παράγοντες της εξουσίας, οι μεγιστάνες του πλούτου, οι φεουδάρχες κ.ά. Οι
θρησκευτικοί προσανατολισμοί καθορίζονταν από τα πολιτικοοικονομικά συμφέροντα.
Συχνά, η προσχώρηση σε άλλα θρησκεύματα, γινόταν με την άσκηση βίας και
εξολοθρευτικών απειλών, με συνέπεια απεθνικοποιήσεις, υποδουλώσεις και ηθικούς
ευτελισμούς.
Το θεοκρατικό ισλαμικό καθεστώς κατόρθωσε να εντάξει πληθυσμούς ολόκληρων
περιοχών στον μουσουλμανισμό με την απειλή ομαδικών σφαγών. Ή θρησκευτική ένταξη
αποτελούσε το σημαντικότερο κίνητρο για τη στερέωση των κατακτητικών φιλοδοξιών.
Ή θρησκεία αποτελούσε για τους κατακτητές τον σπουδαιότερο σύμμαχο και την
αυθεντική εγγύηση ισχύος και λαϊκής υποταγής.
Θρησκεία και εξουσία ήταν αλληλένδετες, σύμμαχοι και συνεργάτες με αμοιβαίες
προσφορές, συμβιβασμούς και διασαλπίσεις κοινών επιδιώξεων. Ή πολιτική εξουσία —
αυτοκράτορες και μονάρχες — θεωρείται στον χριστιανικό κόσμο θεϊκή προσφορά!
«Πάσα ψυχή έξουσίαις ύπερεχούσαις ύποτασσέσθω ου
γαρ εστίν εξουσία ει μη υπό Θεοϋ’ αί δε ούσαι έξουσίαι υπό Θεού τεταγμέναι
είσίν. Ωστε ο αντιτασσόμενος τη εξουσία τη του Θεού διαταγή
ανθέστηκεν».(Επιστολή Παύλου προς Ρωμαίους, ιγ’ 1-2) «Τον Θεόν φοβείσθε, τον
βασιλέα τιμάτε» (Επιστολή Πέτρου Α, β’17).
Οι διασυνδέσεις πολιτικής και θρησκείας
οδηγούσαν στον έλεγχο των μαζών από την εξουσία. Ό κλήρος εξαγίαζε τους
μονάρχες και οι κυβερνώντες επιδίωκαν την θρησκοληψία των λαών για ψυχολογικό
και εν συνεχεία πολιτικό έλεγχο και εκμετάλλευση, για εκφοβισμό και εξαπάτηση
των μαζών. Κληρικοί του ιταλικού και του γερμανικού Καθολικισμού συμπορεύονταν
με τον φασισμό του Μουσολίνι και του Χίτλερ, εξυμνώντας τους με πρωτοβουλία του
Βατικανού και των καρδιναλίων. Οι κατακτητικές εξουσίες χρησιμοποίησαν τη
θρησκεία ως μέσο υποταγής των λαών ταυτίζοντας την με τη δική τους
κυριαρχία!
Εξουσίες και θρησκείες
συμπορεύονται. Για τις μοναρχίες ή θρησκεία αποτελεί παράγοντα ισχύος.
Στις μουσουλμανικές χώρες, ακόμη και σήμερα, οι εξουσίες χρησιμοποιούν τη
θρησκεία ως πολιτικό σύμμαχο και υποκινητή του φανατισμού και της βίας. Οι πάπες
φιλοδοξούσαν την πολιτικοκοινωνική εξουσία του δυτικού κόσμου. Ήταν ο
μεταχριστιανικός «καισαροπαπισμός». Οι πάπες ευθυγραμμίζονταν με τις αυθαιρεσίες
των αυτοκρατόρων.
Στη Γαλλία αναπτύχθηκε ένας διπλός
προτεσταντισμός. Ό αστικός προτεσταντισμός πού περιλάμβανε τους
μεγιστάνες του πλούτου — βιομηχάνους, τραπεζίτες κ.λπ. — και ο λαϊκός
προτεσταντισμός. Ό πρώτος υπήρξε σύμμαχος των οικονομικών εξουσιών και της
μοναρχίας. Στις πρωτόγονες κοινωνίες κυριαρχούσε ή θρησκευτική μυθολογία χωρίς
καμιά ιστορική θεμελίωση. Υπάρχει και ή σύγχρονη θρησκευτική μυθολογία,
ευτελισμός της ιστορικής αλήθειας και της επιστήμης.