Τα πρόσωπα που επιλέγει ο Πλάτων να συμμετάσχουν στους Διάλογους είναι σχεδόν πάντα γνωστά. Προφανής είναι και η επιδίωξη να προσδώσει στο Διάλογο ιστορική διάσταση. Πέρα όμως από τα πρόσωπα και τις συγκυρίες, το πλατωνικό έργο αποτελεί πολύτιμη ιστορική πηγή.
Ο Πλάτων στο Συμπόσιον αποφεύγει, προφανώς εσκεμμένα, και την παραμικρή νύξη για τα γεγονότα που στιγμάτισαν την πορεία της αθηναϊκής δημοκρατίας. Χωρίς «προφητείες από το αποτέλεσμα» διαγράφει απροκατάληπτα την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής, αξιοποιώντας με δεξιοτεχνία μια αμφιλεγόμενη, όσο λίγες, προσωπικότητα της εποχής, τον ωραίο πλην αλλοπρόσαλλο Αλκιβιάδη, αναθέτοντάς του ένα ρόλο δεσπόζοντα, προκειμένου να αποκαλυφθεί και να προβληθεί ο τρόπος σκέψης και ζωής που ενσαρκώνει ο Σωκράτης (Taylor σελ. 252).
Στη σοβαρότητα του θέματος και στο επισφαλές των καιρών ο Πλάτων προτείνει ένα εύθυμο σκηνικό, αυτό του συμποσίου, που λειτουργεί αντιστικτικά. Τα πρόσωπα είναι γνωστά στην κλασική γραμματεία από την ενεργό συμμετοχή τους στην πολιτική, κοινωνική, καλλιτεχνική και επιστημονική ζωή της πόλης. Δεν εισάγονται άμεσα στο διάλογο, αλλά τα καθέκαστα του συμποσίου διηγείται ο Απολλόδωρος στους «εταίρους», ύστερα από δεκαπέντε χρόνια, το 401 περίπου. Ο τελευταίος τα άκουσε από τον αυτόπτη και αυτήκοο Αριστόδημο, διότι λόγω ηλικίας, η παρουσία του στο συμπόσιο κρίνεται ανέφικτη. Επομένως τα κύρια πρόσωπα του Συμποσίου είναι, δύο: Ο Απολλόδωρος και ο ανώνυμος «εταίρος».
Ο Πλάτων προσαρμόζει κατά τρόπο αρμόδιο τις απόψεις των ομιλητών στην προσωπικότητά τούς, στο ύφος και στο ήθος τους, στο επάγγελμά τους και στην κοινωνική τους προέλευση. Οι περί έρωτος απόψεις των εφτά συνδαιτυμόνων -δεν είναι οι μόνοι που μίλησαν, ο Πλάτων έκαμε επιλογή- εκπορεύονται από την ειδικότητα, την ψυχολογία, την ιδιομορφία, την αγωγή και την εν γένει προσωπικότητα των ομιλητών, που είναι πρόσωπα ιστορικά. Κατά κανόνα είναι πρόσωπα νέα στην ηλικία, εκτός από τον Σωκράτη που διανύει το πεντηκοστό πέμπτο έτος· όλα τα πρόσωπα του Συμποσίου την εποχή της συγγραφής του είχαν εκδημήσει με τελευταίο τον Αριστοφάνη (386/5).
Ο Φαίδρος είναι ο νεότερος, ενώ ο οικοδεσπότης Αγάθων χαρακτηρίζεται μειράκιον, περίπου είκοσι ετών. Ο Αριστοφάνης τριάντα, ο Αλκιβιάδης τριάντα πέντε, νεότατος και ο γιατρός Ερυξίμαχος, ενώ ο Παυσανίας είναι ήδη τριάντα πέντε. Η ηλικία των συμποσιαστών συνάδει και με το θέμα, αφού ο έρως «ανανθεί και απηνθηκότι σώματι και ψυχή ουκ ενίζει». Τα πέντε πρόσωπα αναπτύσσουν από μια περιορισμένη σκοπιά την άποψή τους, η οποία σαφώς αντανακλά τον ιδιαίτερο τρόπο σκέψης, αντίληψης και διατύπωσης, σύμφωνα με την ιδιοσυγκρασία τους και την πνευματική τους σκευή. Το ύφος άλλωστε του λόγου τους έγινε αντικείμενο σπουδής από επίλεκτους μελετητές του πλατωνικού Συμποσίου. Εκτός από το θέμα που είναι εξ ορισμού σοβαρό και λεπτό, τίποτε άλλο δε φαίνεται να ταράζει την ευδαιμονία των συμποτών, ακόμη και ο γηραιός Σωκράτης συμμετέχει ενεργά στη διαμόρφωση του κλίματος «μακαριότητας και αμεριμνησίας». Οι χαροκόποι συνδαιτυμόνες θα σκορπίσουν εντέλει «σαν του λαγού τα παιδιά».
Του Αλκιβιάδη ο βίος και η πολιτεία είναι γνωστά: ύστερα από μια σειρά τυχοδιωκτικών επιλογών και ολέθριων μετατοπίσεων σε χώρο, χρόνο και ιδέες θα πέσει θύμα του σατράπη Φαρνάβαζου με την παρέμβαση και άλλων παραγόντων. Ο Αγάθων αποκαρδιωμένος από τη στάση των συμπολιτών του, που μάλλον τον απέρριψαν ως δραματουργό, θα αναχωρήσει ανεπιστρεπτί για τη Μακεδονία. Ο Παυσανίας επίσης θα ξενιτευτεί, ενώ ο Ερυξίμαχος θα καταλήξει στη φυλακή, καθώς είχε εμπλακεί στο σκάνδαλο των Ερμών. Ο Φαίδρος θα καταλήξει φτωχός και δυστυχής στο περιθώριο, και ο Αριστοφάνης θα αποχωρήσει τελευταίος από τη ζωή περί το 385. Βέβαια λίγο μετά το 416 θα ζήσει το απόγειο της κωμωδιογραφικής του δημιουργίας με τους ανεπανάληπτους Όρνιθες.
Ο Σωκράτης βρίσκεται στο επίκεντρο του διαλόγου, παρότι προσέρχεται στη σκηνή αργότερα, ενώ σε άλλους διάλογους πρωταγωνιστεί εξαρχής. Η καθυστερημένη είσοδος να ήταν άραγε, και αυτό, ένα από τα ευφυή επινοήματα του «θεατρικού» Πλάτωνα, προκειμένου να προκαλέσει εύλογη αγωνία;
Σαν σε δραματική παράσταση, όπου τα πρόσωπα που υποδύονται τους αντίστοιχούς ρόλους διακρίνονται σε πρωταγωνιστικά και μη, έτσι και στο Συμπόσιον ο Πλάτων ήδη από την αρχή προοικονομεί τον διακριτό ρόλο τριών προσώπων: «για τη συνομιλία του Αγάθωνα, του Σωκράτη και του Αλκιβιάδη και των άλλων που πήραν μέρος στο συμπόσιο». Ενώ οι τρεις ονοματίζονται εμφαντικά, των υπολοίπων η παρουσία υποδηλώνεται με το αοριστολογικό «και των άλλων». Μια πρακτική κατηγοριοποίηση των προσώπων σε ομάδες με κριτήριο το χρόνο που εμφανίζονται αλλά και το ρόλο που διαδραματίζουν, ο αρχικός «όμιλος» με ρόλο περιορισμένο αποτελείται από τον Απολλόδωρο και τους «εταίρους», ενώ στη συζήτηση θα μπει και κάποιος Γλαύκων, αγνώστων λοιπών στοιχείων.
Αυτός όμως που μετέφερε τα του Συμποσίου στον Απολλόδωρο είναι ο Αριστόδημος, ο οποίος λειτουργεί διαμεσολαβητικά ανάμεσα στην ομάδα Απολλόδωρου-εταίρων και των άλλων.
Ο Πλάτων στο Συμπόσιον αποφεύγει, προφανώς εσκεμμένα, και την παραμικρή νύξη για τα γεγονότα που στιγμάτισαν την πορεία της αθηναϊκής δημοκρατίας. Χωρίς «προφητείες από το αποτέλεσμα» διαγράφει απροκατάληπτα την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής, αξιοποιώντας με δεξιοτεχνία μια αμφιλεγόμενη, όσο λίγες, προσωπικότητα της εποχής, τον ωραίο πλην αλλοπρόσαλλο Αλκιβιάδη, αναθέτοντάς του ένα ρόλο δεσπόζοντα, προκειμένου να αποκαλυφθεί και να προβληθεί ο τρόπος σκέψης και ζωής που ενσαρκώνει ο Σωκράτης (Taylor σελ. 252).
Στη σοβαρότητα του θέματος και στο επισφαλές των καιρών ο Πλάτων προτείνει ένα εύθυμο σκηνικό, αυτό του συμποσίου, που λειτουργεί αντιστικτικά. Τα πρόσωπα είναι γνωστά στην κλασική γραμματεία από την ενεργό συμμετοχή τους στην πολιτική, κοινωνική, καλλιτεχνική και επιστημονική ζωή της πόλης. Δεν εισάγονται άμεσα στο διάλογο, αλλά τα καθέκαστα του συμποσίου διηγείται ο Απολλόδωρος στους «εταίρους», ύστερα από δεκαπέντε χρόνια, το 401 περίπου. Ο τελευταίος τα άκουσε από τον αυτόπτη και αυτήκοο Αριστόδημο, διότι λόγω ηλικίας, η παρουσία του στο συμπόσιο κρίνεται ανέφικτη. Επομένως τα κύρια πρόσωπα του Συμποσίου είναι, δύο: Ο Απολλόδωρος και ο ανώνυμος «εταίρος».
Ο Πλάτων προσαρμόζει κατά τρόπο αρμόδιο τις απόψεις των ομιλητών στην προσωπικότητά τούς, στο ύφος και στο ήθος τους, στο επάγγελμά τους και στην κοινωνική τους προέλευση. Οι περί έρωτος απόψεις των εφτά συνδαιτυμόνων -δεν είναι οι μόνοι που μίλησαν, ο Πλάτων έκαμε επιλογή- εκπορεύονται από την ειδικότητα, την ψυχολογία, την ιδιομορφία, την αγωγή και την εν γένει προσωπικότητα των ομιλητών, που είναι πρόσωπα ιστορικά. Κατά κανόνα είναι πρόσωπα νέα στην ηλικία, εκτός από τον Σωκράτη που διανύει το πεντηκοστό πέμπτο έτος· όλα τα πρόσωπα του Συμποσίου την εποχή της συγγραφής του είχαν εκδημήσει με τελευταίο τον Αριστοφάνη (386/5).
Ο Φαίδρος είναι ο νεότερος, ενώ ο οικοδεσπότης Αγάθων χαρακτηρίζεται μειράκιον, περίπου είκοσι ετών. Ο Αριστοφάνης τριάντα, ο Αλκιβιάδης τριάντα πέντε, νεότατος και ο γιατρός Ερυξίμαχος, ενώ ο Παυσανίας είναι ήδη τριάντα πέντε. Η ηλικία των συμποσιαστών συνάδει και με το θέμα, αφού ο έρως «ανανθεί και απηνθηκότι σώματι και ψυχή ουκ ενίζει». Τα πέντε πρόσωπα αναπτύσσουν από μια περιορισμένη σκοπιά την άποψή τους, η οποία σαφώς αντανακλά τον ιδιαίτερο τρόπο σκέψης, αντίληψης και διατύπωσης, σύμφωνα με την ιδιοσυγκρασία τους και την πνευματική τους σκευή. Το ύφος άλλωστε του λόγου τους έγινε αντικείμενο σπουδής από επίλεκτους μελετητές του πλατωνικού Συμποσίου. Εκτός από το θέμα που είναι εξ ορισμού σοβαρό και λεπτό, τίποτε άλλο δε φαίνεται να ταράζει την ευδαιμονία των συμποτών, ακόμη και ο γηραιός Σωκράτης συμμετέχει ενεργά στη διαμόρφωση του κλίματος «μακαριότητας και αμεριμνησίας». Οι χαροκόποι συνδαιτυμόνες θα σκορπίσουν εντέλει «σαν του λαγού τα παιδιά».
Του Αλκιβιάδη ο βίος και η πολιτεία είναι γνωστά: ύστερα από μια σειρά τυχοδιωκτικών επιλογών και ολέθριων μετατοπίσεων σε χώρο, χρόνο και ιδέες θα πέσει θύμα του σατράπη Φαρνάβαζου με την παρέμβαση και άλλων παραγόντων. Ο Αγάθων αποκαρδιωμένος από τη στάση των συμπολιτών του, που μάλλον τον απέρριψαν ως δραματουργό, θα αναχωρήσει ανεπιστρεπτί για τη Μακεδονία. Ο Παυσανίας επίσης θα ξενιτευτεί, ενώ ο Ερυξίμαχος θα καταλήξει στη φυλακή, καθώς είχε εμπλακεί στο σκάνδαλο των Ερμών. Ο Φαίδρος θα καταλήξει φτωχός και δυστυχής στο περιθώριο, και ο Αριστοφάνης θα αποχωρήσει τελευταίος από τη ζωή περί το 385. Βέβαια λίγο μετά το 416 θα ζήσει το απόγειο της κωμωδιογραφικής του δημιουργίας με τους ανεπανάληπτους Όρνιθες.
Ο Σωκράτης βρίσκεται στο επίκεντρο του διαλόγου, παρότι προσέρχεται στη σκηνή αργότερα, ενώ σε άλλους διάλογους πρωταγωνιστεί εξαρχής. Η καθυστερημένη είσοδος να ήταν άραγε, και αυτό, ένα από τα ευφυή επινοήματα του «θεατρικού» Πλάτωνα, προκειμένου να προκαλέσει εύλογη αγωνία;
Σαν σε δραματική παράσταση, όπου τα πρόσωπα που υποδύονται τους αντίστοιχούς ρόλους διακρίνονται σε πρωταγωνιστικά και μη, έτσι και στο Συμπόσιον ο Πλάτων ήδη από την αρχή προοικονομεί τον διακριτό ρόλο τριών προσώπων: «για τη συνομιλία του Αγάθωνα, του Σωκράτη και του Αλκιβιάδη και των άλλων που πήραν μέρος στο συμπόσιο». Ενώ οι τρεις ονοματίζονται εμφαντικά, των υπολοίπων η παρουσία υποδηλώνεται με το αοριστολογικό «και των άλλων». Μια πρακτική κατηγοριοποίηση των προσώπων σε ομάδες με κριτήριο το χρόνο που εμφανίζονται αλλά και το ρόλο που διαδραματίζουν, ο αρχικός «όμιλος» με ρόλο περιορισμένο αποτελείται από τον Απολλόδωρο και τους «εταίρους», ενώ στη συζήτηση θα μπει και κάποιος Γλαύκων, αγνώστων λοιπών στοιχείων.
Αυτός όμως που μετέφερε τα του Συμποσίου στον Απολλόδωρο είναι ο Αριστόδημος, ο οποίος λειτουργεί διαμεσολαβητικά ανάμεσα στην ομάδα Απολλόδωρου-εταίρων και των άλλων.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου