[X] Ἔστι δὲ καὶ ἡ σύνεσις καὶ ἡ εὐσυνεσία, καθ᾽ ἃς λέγομεν
[1143a] συνετοὺς καὶ εὐσυνέτους, οὔθ᾽ ὅλως τὸ αὐτὸ ἐπιστήμῃ ἢ δόξῃ (πάντες γὰρ ἂν ἦσαν συνετοί) οὔτε τις μία τῶν κατὰ μέρος ἐπιστημῶν, οἷον ἡ ἰατρικὴ περὶ ὑγιεινῶν, ἡ γεωμετρία περὶ μεγέθη· οὔτε γὰρ περὶ τῶν ἀεὶ ὄντων καὶ ἀκινήτων ἡ σύνεσίς ἐστιν οὔτε περὶ τῶν γιγνομένων ὁτουοῦν, ἀλλὰ περὶ ὧν ἀπορήσειεν ἄν τις καὶ βουλεύσαιτο. διὸ περὶ τὰ αὐτὰ μὲν τῇ φρονήσει ἐστίν, οὐκ ἔστι δὲ τὸ αὐτὸ σύνεσις καὶ φρόνησις. ἡ μὲν γὰρ φρόνησις ἐπιτακτική ἐστιν· τί γὰρ δεῖ πράττειν ἢ μή, τὸ τέλος αὐτῆς ἐστίν· ἡ δὲ σύνεσις κριτικὴ μόνον. ταὐτὸ γὰρ σύνεσις καὶ εὐσυνεσία καὶ συνετοὶ καὶ εὐσύνετοι. ἔστι δ᾽ οὔτε τὸ ἔχειν τὴν φρόνησιν οὔτε τὸ λαμβάνειν ἡ σύνεσις· ἀλλ᾽ ὥσπερ τὸ μανθάνειν λέγεται συνιέναι, ὅταν χρῆται τῇ ἐπιστήμῃ, οὕτως ἐν τῷ χρῆσθαι τῇ δόξῃ ἐπὶ τὸ κρίνειν περὶ τούτων περὶ ὧν ἡ φρόνησίς ἐστιν, ἄλλου λέγοντος, καὶ κρίνειν καλῶς· τὸ γὰρ εὖ τῷ καλῶς τὸ αὐτό. καὶ ἐντεῦθεν ἐλήλυθε τοὔνομα ἡ σύνεσις, καθ᾽ ἣν εὐσύνετοι, ἐκ τῆς ἐν τῷ μανθάνειν· λέγομεν γὰρ τὸ μανθάνειν συνιέναι πολλάκις.
[XI] Ἡ δὲ καλουμένη γνώμη, καθ᾽ ἣν συγγνώμονας καὶ ἔχειν φαμὲν γνώμην, ἡ τοῦ ἐπιεικοῦς ἐστὶ κρίσις ὀρθή. σημεῖον δέ· τὸν γὰρ ἐπιεικῆ μάλιστά φαμεν εἶναι συγγνωμονικόν, καὶ ἐπιεικὲς τὸ ἔχειν περὶ ἔνια συγγνώμην. ἡ δὲ συγγνώμη γνώμη ἐστὶ κριτικὴ τοῦ ἐπιεικοῦς ὀρθή· ὀρθὴ δ᾽ ἡ τοῦ ἀληθοῦς.
Εἰσὶ δὲ πᾶσαι αἱ ἕξεις εὐλόγως εἰς ταὐτὸ τείνουσαι· λέγομεν γὰρ γνώμην καὶ σύνεσιν καὶ φρόνησιν καὶ νοῦν ἐπὶ τοὺς αὐτοὺς ἐπιφέροντες γνώμην ἔχειν καὶ νοῦν ἤδη καὶ φρονίμους καὶ συνετούς. πᾶσαι γὰρ αἱ δυνάμεις αὗται τῶν ἐσχάτων εἰσὶ καὶ τῶν καθ᾽ ἕκαστον· καὶ ἐν μὲν τῷ κριτικὸς εἶναι περὶ ὧν ὁ φρόνιμος, συνετὸς καὶ εὐγνώμων ἢ συγγνώμων· τὰ γὰρ ἐπιεικῆ κοινὰ τῶν ἀγαθῶν ἁπάντων ἐστὶν ἐν τῷ πρὸς ἄλλον. ἔστι δὲ τῶν καθ᾽ ἕκαστα καὶ τῶν ἐσχάτων ἅπαντα τὰ πρακτά· καὶ γὰρ τὸν φρόνιμον δεῖ γινώσκειν αὐτά, καὶ ἡ σύνεσις καὶ ἡ γνώμη περὶ τὰ πρακτά, ταῦτα δ᾽ ἔσχατα. καὶ ὁ νοῦς τῶν ἐσχάτων ἐπ᾽ ἀμφότερα· καὶ γὰρ τῶν πρώτων ὅρων καὶ τῶν ἐσχάτων
[1143b] νοῦς ἐστὶ καὶ οὐ λόγος, καὶ ὁ μὲν κατὰ τὰς ἀποδείξεις τῶν ἀκινήτων ὅρων καὶ πρώτων, ὁ δ᾽ ἐν ταῖς πρακτικαῖς τοῦ ἐσχάτου καὶ ἐνδεχομένου καὶ τῆς ἑτέρας προτάσεως· ἀρχαὶ γὰρ τοῦ οὗ ἕνεκα αὗται· ἐκ τῶν καθ᾽ ἕκαστα γὰρ τὰ καθόλου· τούτων οὖν ἔχειν δεῖ αἴσθησιν, αὕτη δ᾽ ἐστὶ νοῦς. διὸ καὶ φυσικὰ δοκεῖ εἶναι ταῦτα, καὶ φύσει σοφὸς μὲν οὐδείς, γνώμην δ᾽ ἔχειν καὶ σύνεσιν καὶ νοῦν. σημεῖον δ᾽ ὅτι καὶ ταῖς ἡλικίαις οἰόμεθα ἀκολουθεῖν, καὶ ἥδε ἡ ἡλικία νοῦν ἔχει καὶ γνώμην, ὡς τῆς φύσεως αἰτίας οὔσης. [διὸ καὶ ἀρχὴ καὶ τέλος νοῦς· ἐκ τούτων γὰρ αἱ ἀποδείξεις καὶ περὶ τούτων.] ὥστε δεῖ προσέχειν τῶν ἐμπείρων καὶ πρεσβυτέρων ἢ φρονίμων ταῖς ἀναποδείκτοις φάσεσι καὶ δόξαις οὐχ ἧττον τῶν ἀποδείξεων· διὰ γὰρ τὸ ἔχειν ἐκ τῆς ἐμπειρίας ὄμμα ὁρῶσιν ὀρθῶς. τί μὲν οὖν ἐστὶν ἡ φρόνησις καὶ ἡ σοφία, καὶ περὶ τί ἑκατέρα τυγχάνει οὖσα, καὶ ὅτι ἄλλου τῆς ψυχῆς μορίου ἀρετὴ ἑκατέρα, εἴρηται.
***
[10] Η σύνεση, επίσης, και η ευσυνεσία, δυο λέξεις από τις οποίες χαρακτηρίζουμε τους ανθρώπους
[1143a] συνετούς και ευσύνετους, ούτε είναι το ίδιο γενικά πράγμα με την επιστημονική γνώση ή τη γνώμη (γιατί όλοι οι άνθρωποι θα ήταν τότε συνετοί) ούτε είναι μια κάποια από τις επιμέρους ειδικές περιοχές επιστημονικής γνώσης, όπως είναι επιπαραδείγματι η ιατρική, που ασχολείται με τα θέματα της υγείας, ή η γεωμετρία, που ασχολείται με τα μεγέθη· γιατί η σύνεση δεν έχει για αντικείμενό της ούτε τα πράγματα που είναι αιώνια και αμετάβλητα ούτε ένα οποιοδήποτε από τα πράγματα που επιδέχονται γένεση, αλλά τα πράγματα που μπορούν να προκαλέσουν στον άνθρωπο αμφιβολίες και ερωτηματικά και να τον ωθήσουν σε σκέψεις/διαβουλεύσεις. Γι᾽ αυτό και ασχολείται με τα ίδια πράγματα με τα οποία ασχολείται και η φρόνηση, σύνεση όμως και φρόνηση δεν είναι το ίδιο πράγμα. Γιατί, ενώ η φρόνηση είναι επιτακτική (αφού το έργο της είναι να ορίσει τί πρέπει και τί δεν πρέπει να γίνει), η σύνεση απλώς και μόνο κρίνει (η σύνεση και η ευσυνεσία είναι το ίδιο πράγμα, το ίδιο και οι συνετοί και ευσύνετοι άνθρωποι). Η σύνεση δεν είναι ούτε η κατοχή ούτε η απόκτηση της φρόνησης, αλλά όπως το μανθάνω λέγεται συνίημι όταν σημαίνει τη χρήση της γνωστικής ικανότητας, έτσι το συνίημι είναι κατάλληλο για τη χρήση της γνώμης, προκειμένου να κρίνουμε αυτά που κάποιος άλλος λέει για τα πράγματα που αποτελούν αντικείμενο της φρόνησης, και να τα κρίνουμε σωστά· γιατί το ευ και το καλώς έχουν την ίδια σημασία. Από εδώ προήλθε και η χρήση της λέξης σύνεση (εξού και οι ευσύνετοι άνθρωποι), από τη χρήση δηλαδή της λέξης συνίημι με τη σημασία της λέξης μανθάνω· γιατί το μανθάνω πολλές φορές το λέμε συνίημι.
[11] Όσο για τη λεγόμενη γνώμη (εξού και οι εκφράσεις «συν-γνώμονες άνθρωποι» και «άνθρωπος που έχει συν-γνώμην ») είναι η ορθή κρίση ότι κατιτί είναι επιεικές. Απόδειξη είναι αυτό που λέμε, ότι επιεικής είναι ο άνθρωπος που κρίνει με πολύ μεγάλη κατανόηση, και επιείκεια το να κρίνει κανείς σε ορισμένες περιπτώσεις με κατανόηση τους άλλους. «Κρίση με κατανόηση» είναι η ορθή κρίση που διακρίνει τί είναι επιεικές — ορθή είναι αυτή που πετυχαίνει την αλήθεια.
Όλες, τώρα, οι διανοητικές έξεις για τις οποίες μιλήσαμε τείνουν, όπως θα το περίμενε κανείς, προς το ίδιο πράγμα: αποδίδοντας τη γνώμη, τη σύνεση, τη φρόνηση και τον νου στους ίδιους ανθρώπους λέμε γι᾽ αυτούς ότι έχουν γνώμη και νουν και είναι φρόνιμοι και συνετοί. Γιατί όλες αυτές οι ικανότητες έχουν ως αντικείμενό τους τα έσχατα, δηλαδή τα επιμέρους: έχοντας κανείς την ικανότητα να κρίνει για τα πράγματα που ανήκουν στον χώρο του φρόνιμου ανθρώπου είναι συνετός και έχει καλή ή γεμάτη κατανόηση για τους άλλους γνώμη· γιατί οι επιεικείς ενέργειες είναι κοινό γνώρισμα όλων των αγαθών ανθρώπων στις σχέσεις τους προς τους άλλους ανθρώπους. Εξάλλου, όλες οι πράξεις ανήκουν στην κατηγορία των έσχατων, δηλαδή των επιμέρους: ο φρόνιμος άνθρωπος πρέπει να έχει και αυτός γνώση των επιμέρους, αλλά και η σύνεση και η γνώμη έχουν σχέση με τις πράξεις, και αυτές είναι τα έσχατα επιμέρους. Ο νους επίσης έχει ως αντικείμενό του τα έσχατα και προς τις δύο κατευθύνσεις· γιατί τις ανώτατες έννοιες και τα κατώτατα επιμέρους έχει ως αντικείμενό του
[1143b] ο νους και όχι η συλλογιστική σκέψη: ένας είναι ο νους που, λειτουργώντας κατά τους κανόνες των επιστημονικών αποδείξεων, έχει ως αντικείμενό του τις αμετάβλητες και ανώτατες έννοιες, και άλλος ένας είναι αυτός που, λειτουργώντας στον χώρο των πρακτικών συλλογισμών, συλλαμβάνει το έσχατο επιμέρους, αυτό που υπόκειται σε μεταβολή και την ελάσσονα προκείμενη πρόταση· γιατί αυτά είναι η αφετηρία για τη σύλληψη του τέλους· γιατί στα γενικά/καθολικά φτάνουμε ξεκινώντας από τα επιμέρους· αυτά λοιπόν τα επιμέρους πρέπει να γίνονται αντιληπτά: αυτή η αντίληψη είναι ο νους. Αυτός είναι και ο λόγος που όλες αυτές οι έξεις/ιδιότητες θεωρούνται δώρα της φύσης, και που, ενώ κανείς δεν είναι φιλόσοφος εκ φύσεως, οι άνθρωποι θεωρούνται ότι έχουν εκ φύσεως γνώμη και σύνεση και νου. Απόδειξη αυτού του πράγματος αποτελεί η πίστη μας ότι οι ιδιότητες αυτές αναπτύσσονται με την πρόοδο της ηλικίας, και ότι η τάδε συγκεκριμένη ηλικία έχει νου και γνώμη — με την ιδέα ότι αιτία γι᾽ αυτό είναι η φύση. [Γι᾽ αυτό και ο νους είναι αρχή και τέλος· γιατί οι αποδείξεις ξεκινούν από αυτά, και αυτά έχουν ως αντικείμενό τους.] Στις αναπόδεικτες, άρα, κρίσεις και γνώμες των έμπειρων, των ηλικιωμένων και των φρόνιμων ανθρώπων πρέπει να δίνουμε όχι λιγότερη από ό,τι στις αποδείξεις προσοχή· γιατί έχοντας αποκτήσει όλοι αυτοί μέσω της εμπειρίας τους ένα «μάτι», βλέπουν τα πράγματα σωστά.
Είπαμε λοιπόν τί είναι η φρόνηση και τί η φιλοσοφική σοφία, ποιό είναι το αντικείμενό τους, και ότι η καθεμιά τους είναι αρετή άλλου μέρους της ψυχής.
[1143a] συνετοὺς καὶ εὐσυνέτους, οὔθ᾽ ὅλως τὸ αὐτὸ ἐπιστήμῃ ἢ δόξῃ (πάντες γὰρ ἂν ἦσαν συνετοί) οὔτε τις μία τῶν κατὰ μέρος ἐπιστημῶν, οἷον ἡ ἰατρικὴ περὶ ὑγιεινῶν, ἡ γεωμετρία περὶ μεγέθη· οὔτε γὰρ περὶ τῶν ἀεὶ ὄντων καὶ ἀκινήτων ἡ σύνεσίς ἐστιν οὔτε περὶ τῶν γιγνομένων ὁτουοῦν, ἀλλὰ περὶ ὧν ἀπορήσειεν ἄν τις καὶ βουλεύσαιτο. διὸ περὶ τὰ αὐτὰ μὲν τῇ φρονήσει ἐστίν, οὐκ ἔστι δὲ τὸ αὐτὸ σύνεσις καὶ φρόνησις. ἡ μὲν γὰρ φρόνησις ἐπιτακτική ἐστιν· τί γὰρ δεῖ πράττειν ἢ μή, τὸ τέλος αὐτῆς ἐστίν· ἡ δὲ σύνεσις κριτικὴ μόνον. ταὐτὸ γὰρ σύνεσις καὶ εὐσυνεσία καὶ συνετοὶ καὶ εὐσύνετοι. ἔστι δ᾽ οὔτε τὸ ἔχειν τὴν φρόνησιν οὔτε τὸ λαμβάνειν ἡ σύνεσις· ἀλλ᾽ ὥσπερ τὸ μανθάνειν λέγεται συνιέναι, ὅταν χρῆται τῇ ἐπιστήμῃ, οὕτως ἐν τῷ χρῆσθαι τῇ δόξῃ ἐπὶ τὸ κρίνειν περὶ τούτων περὶ ὧν ἡ φρόνησίς ἐστιν, ἄλλου λέγοντος, καὶ κρίνειν καλῶς· τὸ γὰρ εὖ τῷ καλῶς τὸ αὐτό. καὶ ἐντεῦθεν ἐλήλυθε τοὔνομα ἡ σύνεσις, καθ᾽ ἣν εὐσύνετοι, ἐκ τῆς ἐν τῷ μανθάνειν· λέγομεν γὰρ τὸ μανθάνειν συνιέναι πολλάκις.
[XI] Ἡ δὲ καλουμένη γνώμη, καθ᾽ ἣν συγγνώμονας καὶ ἔχειν φαμὲν γνώμην, ἡ τοῦ ἐπιεικοῦς ἐστὶ κρίσις ὀρθή. σημεῖον δέ· τὸν γὰρ ἐπιεικῆ μάλιστά φαμεν εἶναι συγγνωμονικόν, καὶ ἐπιεικὲς τὸ ἔχειν περὶ ἔνια συγγνώμην. ἡ δὲ συγγνώμη γνώμη ἐστὶ κριτικὴ τοῦ ἐπιεικοῦς ὀρθή· ὀρθὴ δ᾽ ἡ τοῦ ἀληθοῦς.
Εἰσὶ δὲ πᾶσαι αἱ ἕξεις εὐλόγως εἰς ταὐτὸ τείνουσαι· λέγομεν γὰρ γνώμην καὶ σύνεσιν καὶ φρόνησιν καὶ νοῦν ἐπὶ τοὺς αὐτοὺς ἐπιφέροντες γνώμην ἔχειν καὶ νοῦν ἤδη καὶ φρονίμους καὶ συνετούς. πᾶσαι γὰρ αἱ δυνάμεις αὗται τῶν ἐσχάτων εἰσὶ καὶ τῶν καθ᾽ ἕκαστον· καὶ ἐν μὲν τῷ κριτικὸς εἶναι περὶ ὧν ὁ φρόνιμος, συνετὸς καὶ εὐγνώμων ἢ συγγνώμων· τὰ γὰρ ἐπιεικῆ κοινὰ τῶν ἀγαθῶν ἁπάντων ἐστὶν ἐν τῷ πρὸς ἄλλον. ἔστι δὲ τῶν καθ᾽ ἕκαστα καὶ τῶν ἐσχάτων ἅπαντα τὰ πρακτά· καὶ γὰρ τὸν φρόνιμον δεῖ γινώσκειν αὐτά, καὶ ἡ σύνεσις καὶ ἡ γνώμη περὶ τὰ πρακτά, ταῦτα δ᾽ ἔσχατα. καὶ ὁ νοῦς τῶν ἐσχάτων ἐπ᾽ ἀμφότερα· καὶ γὰρ τῶν πρώτων ὅρων καὶ τῶν ἐσχάτων
[1143b] νοῦς ἐστὶ καὶ οὐ λόγος, καὶ ὁ μὲν κατὰ τὰς ἀποδείξεις τῶν ἀκινήτων ὅρων καὶ πρώτων, ὁ δ᾽ ἐν ταῖς πρακτικαῖς τοῦ ἐσχάτου καὶ ἐνδεχομένου καὶ τῆς ἑτέρας προτάσεως· ἀρχαὶ γὰρ τοῦ οὗ ἕνεκα αὗται· ἐκ τῶν καθ᾽ ἕκαστα γὰρ τὰ καθόλου· τούτων οὖν ἔχειν δεῖ αἴσθησιν, αὕτη δ᾽ ἐστὶ νοῦς. διὸ καὶ φυσικὰ δοκεῖ εἶναι ταῦτα, καὶ φύσει σοφὸς μὲν οὐδείς, γνώμην δ᾽ ἔχειν καὶ σύνεσιν καὶ νοῦν. σημεῖον δ᾽ ὅτι καὶ ταῖς ἡλικίαις οἰόμεθα ἀκολουθεῖν, καὶ ἥδε ἡ ἡλικία νοῦν ἔχει καὶ γνώμην, ὡς τῆς φύσεως αἰτίας οὔσης. [διὸ καὶ ἀρχὴ καὶ τέλος νοῦς· ἐκ τούτων γὰρ αἱ ἀποδείξεις καὶ περὶ τούτων.] ὥστε δεῖ προσέχειν τῶν ἐμπείρων καὶ πρεσβυτέρων ἢ φρονίμων ταῖς ἀναποδείκτοις φάσεσι καὶ δόξαις οὐχ ἧττον τῶν ἀποδείξεων· διὰ γὰρ τὸ ἔχειν ἐκ τῆς ἐμπειρίας ὄμμα ὁρῶσιν ὀρθῶς. τί μὲν οὖν ἐστὶν ἡ φρόνησις καὶ ἡ σοφία, καὶ περὶ τί ἑκατέρα τυγχάνει οὖσα, καὶ ὅτι ἄλλου τῆς ψυχῆς μορίου ἀρετὴ ἑκατέρα, εἴρηται.
***
[10] Η σύνεση, επίσης, και η ευσυνεσία, δυο λέξεις από τις οποίες χαρακτηρίζουμε τους ανθρώπους
[1143a] συνετούς και ευσύνετους, ούτε είναι το ίδιο γενικά πράγμα με την επιστημονική γνώση ή τη γνώμη (γιατί όλοι οι άνθρωποι θα ήταν τότε συνετοί) ούτε είναι μια κάποια από τις επιμέρους ειδικές περιοχές επιστημονικής γνώσης, όπως είναι επιπαραδείγματι η ιατρική, που ασχολείται με τα θέματα της υγείας, ή η γεωμετρία, που ασχολείται με τα μεγέθη· γιατί η σύνεση δεν έχει για αντικείμενό της ούτε τα πράγματα που είναι αιώνια και αμετάβλητα ούτε ένα οποιοδήποτε από τα πράγματα που επιδέχονται γένεση, αλλά τα πράγματα που μπορούν να προκαλέσουν στον άνθρωπο αμφιβολίες και ερωτηματικά και να τον ωθήσουν σε σκέψεις/διαβουλεύσεις. Γι᾽ αυτό και ασχολείται με τα ίδια πράγματα με τα οποία ασχολείται και η φρόνηση, σύνεση όμως και φρόνηση δεν είναι το ίδιο πράγμα. Γιατί, ενώ η φρόνηση είναι επιτακτική (αφού το έργο της είναι να ορίσει τί πρέπει και τί δεν πρέπει να γίνει), η σύνεση απλώς και μόνο κρίνει (η σύνεση και η ευσυνεσία είναι το ίδιο πράγμα, το ίδιο και οι συνετοί και ευσύνετοι άνθρωποι). Η σύνεση δεν είναι ούτε η κατοχή ούτε η απόκτηση της φρόνησης, αλλά όπως το μανθάνω λέγεται συνίημι όταν σημαίνει τη χρήση της γνωστικής ικανότητας, έτσι το συνίημι είναι κατάλληλο για τη χρήση της γνώμης, προκειμένου να κρίνουμε αυτά που κάποιος άλλος λέει για τα πράγματα που αποτελούν αντικείμενο της φρόνησης, και να τα κρίνουμε σωστά· γιατί το ευ και το καλώς έχουν την ίδια σημασία. Από εδώ προήλθε και η χρήση της λέξης σύνεση (εξού και οι ευσύνετοι άνθρωποι), από τη χρήση δηλαδή της λέξης συνίημι με τη σημασία της λέξης μανθάνω· γιατί το μανθάνω πολλές φορές το λέμε συνίημι.
[11] Όσο για τη λεγόμενη γνώμη (εξού και οι εκφράσεις «συν-γνώμονες άνθρωποι» και «άνθρωπος που έχει συν-γνώμην ») είναι η ορθή κρίση ότι κατιτί είναι επιεικές. Απόδειξη είναι αυτό που λέμε, ότι επιεικής είναι ο άνθρωπος που κρίνει με πολύ μεγάλη κατανόηση, και επιείκεια το να κρίνει κανείς σε ορισμένες περιπτώσεις με κατανόηση τους άλλους. «Κρίση με κατανόηση» είναι η ορθή κρίση που διακρίνει τί είναι επιεικές — ορθή είναι αυτή που πετυχαίνει την αλήθεια.
Όλες, τώρα, οι διανοητικές έξεις για τις οποίες μιλήσαμε τείνουν, όπως θα το περίμενε κανείς, προς το ίδιο πράγμα: αποδίδοντας τη γνώμη, τη σύνεση, τη φρόνηση και τον νου στους ίδιους ανθρώπους λέμε γι᾽ αυτούς ότι έχουν γνώμη και νουν και είναι φρόνιμοι και συνετοί. Γιατί όλες αυτές οι ικανότητες έχουν ως αντικείμενό τους τα έσχατα, δηλαδή τα επιμέρους: έχοντας κανείς την ικανότητα να κρίνει για τα πράγματα που ανήκουν στον χώρο του φρόνιμου ανθρώπου είναι συνετός και έχει καλή ή γεμάτη κατανόηση για τους άλλους γνώμη· γιατί οι επιεικείς ενέργειες είναι κοινό γνώρισμα όλων των αγαθών ανθρώπων στις σχέσεις τους προς τους άλλους ανθρώπους. Εξάλλου, όλες οι πράξεις ανήκουν στην κατηγορία των έσχατων, δηλαδή των επιμέρους: ο φρόνιμος άνθρωπος πρέπει να έχει και αυτός γνώση των επιμέρους, αλλά και η σύνεση και η γνώμη έχουν σχέση με τις πράξεις, και αυτές είναι τα έσχατα επιμέρους. Ο νους επίσης έχει ως αντικείμενό του τα έσχατα και προς τις δύο κατευθύνσεις· γιατί τις ανώτατες έννοιες και τα κατώτατα επιμέρους έχει ως αντικείμενό του
[1143b] ο νους και όχι η συλλογιστική σκέψη: ένας είναι ο νους που, λειτουργώντας κατά τους κανόνες των επιστημονικών αποδείξεων, έχει ως αντικείμενό του τις αμετάβλητες και ανώτατες έννοιες, και άλλος ένας είναι αυτός που, λειτουργώντας στον χώρο των πρακτικών συλλογισμών, συλλαμβάνει το έσχατο επιμέρους, αυτό που υπόκειται σε μεταβολή και την ελάσσονα προκείμενη πρόταση· γιατί αυτά είναι η αφετηρία για τη σύλληψη του τέλους· γιατί στα γενικά/καθολικά φτάνουμε ξεκινώντας από τα επιμέρους· αυτά λοιπόν τα επιμέρους πρέπει να γίνονται αντιληπτά: αυτή η αντίληψη είναι ο νους. Αυτός είναι και ο λόγος που όλες αυτές οι έξεις/ιδιότητες θεωρούνται δώρα της φύσης, και που, ενώ κανείς δεν είναι φιλόσοφος εκ φύσεως, οι άνθρωποι θεωρούνται ότι έχουν εκ φύσεως γνώμη και σύνεση και νου. Απόδειξη αυτού του πράγματος αποτελεί η πίστη μας ότι οι ιδιότητες αυτές αναπτύσσονται με την πρόοδο της ηλικίας, και ότι η τάδε συγκεκριμένη ηλικία έχει νου και γνώμη — με την ιδέα ότι αιτία γι᾽ αυτό είναι η φύση. [Γι᾽ αυτό και ο νους είναι αρχή και τέλος· γιατί οι αποδείξεις ξεκινούν από αυτά, και αυτά έχουν ως αντικείμενό τους.] Στις αναπόδεικτες, άρα, κρίσεις και γνώμες των έμπειρων, των ηλικιωμένων και των φρόνιμων ανθρώπων πρέπει να δίνουμε όχι λιγότερη από ό,τι στις αποδείξεις προσοχή· γιατί έχοντας αποκτήσει όλοι αυτοί μέσω της εμπειρίας τους ένα «μάτι», βλέπουν τα πράγματα σωστά.
Είπαμε λοιπόν τί είναι η φρόνηση και τί η φιλοσοφική σοφία, ποιό είναι το αντικείμενό τους, και ότι η καθεμιά τους είναι αρετή άλλου μέρους της ψυχής.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου