[111] Τῶν μὲν οὖν λόγων, οὓς οὗτος ἄνω καὶ κάτω διακυκῶν ἔλεγε περὶ τῶν παραγεγραμμένων νόμων, οὔτε μὰ τοὺς θεοὺς ὑμᾶς οἶμαι μανθάνειν οὔτ᾽ αὐτὸς ἐδυνάμην συνεῖναι τοὺς πολλούς· ἁπλῶς δὲ τὴν ὀρθὴν περὶ τῶν δικαίων διαλέξομαι. τοσούτου γὰρ δέω λέγειν ὡς οὐκ εἴμ᾽ ὑπεύθυνος, ὃ νῦν οὗτος διέβαλλε καὶ διωρίζετο, ὥσθ᾽ ἅπαντα τὸν βίον ὑπεύθυνος εἶναι ὁμολογῶ ὧν ἢ διακεχείρικ᾽ ἢ πεπολίτευμαι παρ᾽ ὑμῖν.
[112] ὧν μέντοι γ᾽ ἐκ τῆς ἰδίας οὐσίας ἐπαγγειλάμενος δέδωκα τῷ δήμῳ, οὐδεμίαν ἡμέραν ὑπεύθυνος εἶναί φημι (ἀκούεις Αἰσχίνη;) οὐδ᾽ ἄλλον οὐδένα, οὐδ᾽ ἂν τῶν ἐννέ᾽ ἀρχόντων τις ὢν τύχῃ. τίς γάρ ἐστι νόμος τοσαύτης ἀδικίας καὶ μισανθρωπίας μεστὸς ὥστε τὸν δόντα τι τῶν ἰδίων καὶ ποιήσαντα πρᾶγμα φιλάνθρωπον καὶ φιλόδωρον τῆς χάριτος μὲν ἀποστερεῖν, εἰς τοὺς συκοφάντας δ᾽ ἄγειν, καὶ τούτους ἐπὶ τὰς εὐθύνας ὧν ἔδωκεν ἐφιστάναι; οὐδὲ εἷς. εἰ δέ φησιν οὗτος, δειξάτω, κἀγὼ στέρξω καὶ σιωπήσομαι.
[113] ἀλλ᾽ οὐκ ἔστιν, ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ἀλλ᾽ οὗτος συκοφαντῶν, ὅτι ἐπὶ τῷ θεωρικῷ τότ᾽ ὢν ἐπέδωκα τὰ χρήματα, «ἐπῄνεσεν αὐτόν» φησίν «ὑπεύθυνον ὄντα». οὐ περὶ τούτων γ᾽ οὐδενὸς ὧν ὑπεύθυνος ἦν, ἀλλ᾽ ἐφ᾽ οἷς ἐπέδωκα, ὦ συκοφάντα. «ἀλλὰ καὶ τειχοποιὸς ἦσθα». καὶ διά γε τοῦτο ὀρθῶς ἐπῃνούμην, ὅτι τἀνηλωμέν᾽ ἔδωκα καὶ οὐκ ἐλογιζόμην. ὁ μὲν γὰρ λογισμὸς εὐθυνῶν καὶ τῶν ἐξετασόντων προσδεῖται, ἡ δὲ δωρειὰ χάριτος καὶ ἐπαίνου δικαία ἐστὶ τυγχάνειν· διόπερ ταῦτ᾽ ἔγραψεν ὁδὶ περὶ ἐμοῦ.
[114] ὅτι δ᾽ οὕτω ταῦτ᾽ οὐ μόνον ἐν τοῖς νόμοις, ἀλλὰ καὶ ἐν τοῖς ὑμετέροις ἤθεσιν ὥρισται, ἐγὼ ῥᾳδίως πολλαχόθεν δείξω. πρῶτον μὲν γὰρ Ναυσικλῆς στρατηγῶν ἐφ᾽ οἷς ἀπὸ τῶν ἰδίων προεῖτο πολλάκις ἐστεφάνωται ὑφ᾽ ὑμῶν· εἶθ᾽ ὅτε τὰς ἀσπίδας Διότιμος ἔδωκε καὶ πάλιν Χαρίδημος, ἐστεφανοῦντο· εἶθ᾽ οὑτοσὶ Νεοπτόλεμος πολλῶν ἔργων ἐπιστάτης ὤν, ἐφ᾽ οἷς ἐπέδωκε τετίμηται. σχέτλιον γὰρ ἂν εἴη τοῦτό γε, εἰ τῷ τιν᾽ ἀρχὴν ἄρχοντι ἢ διδόναι τῇ πόλει τὰ ἑαυτοῦ διὰ τὴν ἀρχὴν μὴ ἐξέσται, ἢ τῶν δοθέντων ἀντὶ τοῦ κομίσασθαι χάριν εὐθύνας ὑφέξει.
[115] Ὅτι τοίνυν ταῦτ᾽ ἀληθῆ λέγω, λέγε τὰ ψηφίσματά μοι τὰ τούτοις γεγενημέν᾽ αὐτὰ λαβών. λέγε.
ΨΗΦΙΣΜΑ.
[Ἄρχων Δημόνικος Φλυεύς, βοηδρομιῶνος ἕκτῃ μετ᾽ εἰκάδα, γνώμη βουλῆς καὶ δήμου, Καλλίας Φρεάρριος εἶπεν, ὅτι δοκεῖ τῇ βουλῇ καὶ τῷ δήμῳ στεφανῶσαι Ναυσικλέα τὸν ἐπὶ τῶν ὅπλων, ὅτι Ἀθηναίων ὁπλιτῶν δισχιλίων ὄντων ἐν Ἴμβρῳ καὶ βοηθούντων τοῖς κατοικοῦσιν Ἀθηναίων τὴν νῆσον, οὐ δυναμένου Φίλωνος τοῦ ἐπὶ τῆς διοικήσεως κεχειροτονημένου διὰ τοὺς χειμῶνας πλεῦσαι καὶ μισθοδοτῆσαι τοὺς ὁπλίτας, ἐκ τῆς ἰδίας οὐσίας ἔδωκε καὶ οὐκ εἰσέπραξε τὸν δῆμον, καὶ ἀναγορεῦσαι τὸν στέφανον Διονυσίοις τραγῳδοῖς καινοῖς.]
ΕΤΕΡΟΝ ΨΗΦΙΣΜΑ.
[116] [Εἶπε Καλλίας Φρεάρριος, πρυτάνεων λεγόντων, βουλῆς γνώμη· ἐπειδὴ Χαρίδημος ὁ ἐπὶ τῶν ὁπλιτῶν, ἀποσταλεὶς εἰς Σαλαμῖνα, καὶ Διότιμος ὁ ἐπὶ τῶν ἱππέων, ἐν τῇ ἐπὶ τοῦ ποταμοῦ μάχῃ τῶν στρατιωτῶν τινῶν ὑπὸ τῶν πολεμίων σκυλευθέντων, ἐκ τῶν ἰδίων ἀναλωμάτων καθώπλισαν τοὺς νεανίσκους ἀσπίσιν ὀκτακοσίαις, δεδόχθαι τῇ βουλῇ καὶ τῷ δήμῳ στεφανῶσαι Χαρίδημον καὶ Διότιμον χρυσῷ στεφάνῳ, καὶ ἀναγορεῦσαι Παναθηναίοις τοῖς μεγάλοις ἐν τῷ γυμνικῷ ἀγῶνι καὶ Διονυσίοις τραγῳδοῖς καινοῖς· τῆς δὲ ἀναγορεύσεως ἐπιμεληθῆναι θεσμοθέτας, πρυτάνεις, ἀγωνοθέτας.]
***
[111] Τα περισσότερα λοιπόν από τα επιχειρήματα που αυτός ανάκατα διατύπωνε σχετικά με τους νόμους που έχουν καταγραφεί για σύγκριση, μά τους θεούς, ούτε εσείς νομίζω τα καταλάβατε ούτε ο ίδιος μπόρεσα να τα κατανοήσω· εγώ όμως θα μιλήσω χωρίς περιπλοκές, ακολουθώντας τον σωστό δρόμο για τα δίκαια του θέματος. Τόσο πολύ απέχω από το να ισχυρίζομαι ότι δεν είμαι υποχρεωμένος να λογοδοτήσω, πράγμα για το οποίο αυτός με διέβαλλε και διακήρυττε, ώστε παραδέχομαι ότι σε όλη μου τη ζωή ήμουν υπόλογος για όσες ή δημόσιες υποθέσεις έχω διαχειριστεί ή πολιτικές μου πράξεις έχω στο ενεργητικό μου εδώ στην πόλη.
[112] Αλλά για όσα υποσχέθηκα και έχω δώσει στον λαό από τη δική μου περιουσία, επιμένω ότι για καμιάν ημέρα δε νιώθω υπεύθυνος (ακούς Αισχίνη;), ούτε άλλος κανένας, ούτε και αν ακόμη τυχαίνει να είναι ένας από τους εννέα άρχοντες. Γιατί ποιός νόμος είναι μεστός από τόσην αδικία και τόσο μίσος για τον άνθρωπο, ώστε να στερεί από την ευγνωμοσύνη εκείνον που έδωσε κάτι από τα δικά του χρήματα και έκανε μια πράξη φιλάνθρωπη και γενναιόδωρη, να τον σέρνει στους συκοφάντες και να αναθέτει σ᾽ αυτούς να τον ελέγχουν για όσα έδωσε; Κανένας εντελώς. Αν όμως αυτός υποστηρίζει ότι υπάρχει, ας τον παρουσιάσει, και τότε εγώ θα στέρξω και θα σιωπήσω.
[113] Αλλά δεν υπάρχει τέτοιος νόμος, Αθηναίοι, αλλά αυτός μόνο με συκοφαντεί, επειδή τότε που ήμουν επίτροπος των θεωρικών έδωσα συμπληρωματικά από τα δικά μου χρήματα, και υποστηρίζει «ο Κτησιφών πρότεινε να επαινεθεί ο Δημοσθένης, ενώ ακόμη ήταν υπόλογος για τις πράξεις του». Ο Κτησιφών όμως δεν πρότεινε να επαινεθώ για καμιά από τις πράξεις μου για τις οποίες ήμουν υποχρεωμένος να δώσω λόγο, αλλά για τις επιχορηγήσεις μου, συκοφάντη. «Ήσουν όμως υπεύθυνος και για την επισκευή των τειχών». Μα γι᾽ αυτόν ακριβώς τον λόγο σωστά με επαινούσατε, γιατί δώρισα τα χρήματα που ξόδεψα και δεν τα έβαλα στον λογαριασμό. Γιατί έλεγχο και ελεγκτές απαιτεί η διαχείριση χρημάτων του δημοσίου, ενώ η δωρεά είναι δίκαιο να ανταμείβεται με ευγνωμοσύνη και έπαινο. Και αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που αυτός εδώ (: ο Κτησιφών) έκανε αυτές τις προτάσεις για μένα.
[114] Το ότι οι τιμές αυτές είναι έτσι καθορισμένες όχι μόνο στους νόμους αλλά και στα ήθη σας, θα το αποδείξω εύκολα με πολλά παραδείγματα. Ένα πρώτο παράδειγμα είναι ο Ναυσικλής, ο οποίος, ενώ ήταν ακόμη στρατηγός, στεφανώθηκε πολλές φορές από σας για όσα χρήματα θυσίασε από τη δική του περιουσία· ένα δεύτερο παράδειγμα· όταν ο Διότιμος χάρισε τις ασπίδες και σε άλλη περίπτωση ο Χαρίδημος έκανε το ίδιο, στεφανώθηκαν· έπειτα είναι και ο Νεοπτόλεμος αυτός εδώ, που έχει τιμηθεί για όσες επιχορηγήσεις έκανε ως επιστάτης σε πολλά δημόσια έργα. Γιατί θα ήταν τουλάχιστον λυπηρό, αν αυτός που ασκεί κάποιαν εξουσία, δεν έχει το δικαίωμα να χαρίσει στην πόλη τα υπάρχοντά του ή αν θα δώσει λόγο γι᾽ αυτά που χάρισε αντί να ανταμειφθεί.
[115] Για να δείτε ότι αυτά που λέω είναι αληθινά, κάνε μου τη χάρη, γραμματέα, πάρε και διάβασε τα ίδια τα ψηφίσματα που έγιναν για τις περιπτώσεις που ανέφερα. Διάβαζε.
ΨΗΦΙΣΜΑΤΑ
[Άρχων είναι ο Δημόνικος ο Φλυέας. Την εικοστή έκτη του Βοηδρομιώνα, με απόφαση της Βουλής και του Λαού, ο Καλλίας ο Φρεάρριος είπε ότι η Βουλή και ο Λαός αποφασίζουν να στεφανώσουν τον Ναυσικλή, τον επικεφαλής του πεζικού, επειδή, όταν ο Φίλων, ο επί των οικονομικών διορισμένος επίτροπος, δεν μπόρεσε να πλεύσει εξαιτίας της θαλασσοταραχής και να μισθοδοτήσει τους δύο χιλιάδες Αθηναίους οπλίτες, που βρίσκονταν στην Ίμβρο και προσπαθούσαν να βοηθήσουν τους Αθηναίους κατοίκους του νησιού, πλήρωσε από τα δικά του χρήματα και δεν ζήτησε να τα εισπράξει από τον Λαό. Η στέψη να γίνει στη γιορτή των Διονυσίων κατά την παράσταση των νέων τραγωδιών].
ΑΛΛΟ ΨΗΦΙΣΜΑ
[116] Με απόφαση της Βουλής, ύστερα από γνωμοδότηση των πρυτάνεων, ο Καλλίας ο Φρεάρριος πρότεινε: Επειδή ο Χαρίδημος, ο επικεφαλής του πεζικού, που στάλθηκε στη Σαλαμίνα, και ο Διότιμος, ο επικεφαλής του ιππικού, όταν στη μάχη κοντά στο ποτάμι μερικοί στρατιώτες αφοπλίστηκαν από τους εχθρούς, εξόπλισαν με δικά τους έξοδα τους νεοσύλλεκτους με οχτακόσιες ασπίδες, να αποφασίσουν η Βουλή και ο Λαός να στεφανώσουν τον Χαρίδημο και τον Διότιμο με χρυσό στεφάνι και να γίνει η αναγόρευση και η απονομή στα Μεγάλα Παναθήναια στη διάρκεια των γυμναστικών αγώνων και στη γιορτή των Διονυσίων κατά την παράσταση των νέων τραγωδιών. Για την αναγόρευση να επιμεληθούν οι θεσμοθέτες, οι πρυτάνεις και οι αγωνοθέτες].
[112] ὧν μέντοι γ᾽ ἐκ τῆς ἰδίας οὐσίας ἐπαγγειλάμενος δέδωκα τῷ δήμῳ, οὐδεμίαν ἡμέραν ὑπεύθυνος εἶναί φημι (ἀκούεις Αἰσχίνη;) οὐδ᾽ ἄλλον οὐδένα, οὐδ᾽ ἂν τῶν ἐννέ᾽ ἀρχόντων τις ὢν τύχῃ. τίς γάρ ἐστι νόμος τοσαύτης ἀδικίας καὶ μισανθρωπίας μεστὸς ὥστε τὸν δόντα τι τῶν ἰδίων καὶ ποιήσαντα πρᾶγμα φιλάνθρωπον καὶ φιλόδωρον τῆς χάριτος μὲν ἀποστερεῖν, εἰς τοὺς συκοφάντας δ᾽ ἄγειν, καὶ τούτους ἐπὶ τὰς εὐθύνας ὧν ἔδωκεν ἐφιστάναι; οὐδὲ εἷς. εἰ δέ φησιν οὗτος, δειξάτω, κἀγὼ στέρξω καὶ σιωπήσομαι.
[113] ἀλλ᾽ οὐκ ἔστιν, ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ἀλλ᾽ οὗτος συκοφαντῶν, ὅτι ἐπὶ τῷ θεωρικῷ τότ᾽ ὢν ἐπέδωκα τὰ χρήματα, «ἐπῄνεσεν αὐτόν» φησίν «ὑπεύθυνον ὄντα». οὐ περὶ τούτων γ᾽ οὐδενὸς ὧν ὑπεύθυνος ἦν, ἀλλ᾽ ἐφ᾽ οἷς ἐπέδωκα, ὦ συκοφάντα. «ἀλλὰ καὶ τειχοποιὸς ἦσθα». καὶ διά γε τοῦτο ὀρθῶς ἐπῃνούμην, ὅτι τἀνηλωμέν᾽ ἔδωκα καὶ οὐκ ἐλογιζόμην. ὁ μὲν γὰρ λογισμὸς εὐθυνῶν καὶ τῶν ἐξετασόντων προσδεῖται, ἡ δὲ δωρειὰ χάριτος καὶ ἐπαίνου δικαία ἐστὶ τυγχάνειν· διόπερ ταῦτ᾽ ἔγραψεν ὁδὶ περὶ ἐμοῦ.
[114] ὅτι δ᾽ οὕτω ταῦτ᾽ οὐ μόνον ἐν τοῖς νόμοις, ἀλλὰ καὶ ἐν τοῖς ὑμετέροις ἤθεσιν ὥρισται, ἐγὼ ῥᾳδίως πολλαχόθεν δείξω. πρῶτον μὲν γὰρ Ναυσικλῆς στρατηγῶν ἐφ᾽ οἷς ἀπὸ τῶν ἰδίων προεῖτο πολλάκις ἐστεφάνωται ὑφ᾽ ὑμῶν· εἶθ᾽ ὅτε τὰς ἀσπίδας Διότιμος ἔδωκε καὶ πάλιν Χαρίδημος, ἐστεφανοῦντο· εἶθ᾽ οὑτοσὶ Νεοπτόλεμος πολλῶν ἔργων ἐπιστάτης ὤν, ἐφ᾽ οἷς ἐπέδωκε τετίμηται. σχέτλιον γὰρ ἂν εἴη τοῦτό γε, εἰ τῷ τιν᾽ ἀρχὴν ἄρχοντι ἢ διδόναι τῇ πόλει τὰ ἑαυτοῦ διὰ τὴν ἀρχὴν μὴ ἐξέσται, ἢ τῶν δοθέντων ἀντὶ τοῦ κομίσασθαι χάριν εὐθύνας ὑφέξει.
[115] Ὅτι τοίνυν ταῦτ᾽ ἀληθῆ λέγω, λέγε τὰ ψηφίσματά μοι τὰ τούτοις γεγενημέν᾽ αὐτὰ λαβών. λέγε.
ΨΗΦΙΣΜΑ.
[Ἄρχων Δημόνικος Φλυεύς, βοηδρομιῶνος ἕκτῃ μετ᾽ εἰκάδα, γνώμη βουλῆς καὶ δήμου, Καλλίας Φρεάρριος εἶπεν, ὅτι δοκεῖ τῇ βουλῇ καὶ τῷ δήμῳ στεφανῶσαι Ναυσικλέα τὸν ἐπὶ τῶν ὅπλων, ὅτι Ἀθηναίων ὁπλιτῶν δισχιλίων ὄντων ἐν Ἴμβρῳ καὶ βοηθούντων τοῖς κατοικοῦσιν Ἀθηναίων τὴν νῆσον, οὐ δυναμένου Φίλωνος τοῦ ἐπὶ τῆς διοικήσεως κεχειροτονημένου διὰ τοὺς χειμῶνας πλεῦσαι καὶ μισθοδοτῆσαι τοὺς ὁπλίτας, ἐκ τῆς ἰδίας οὐσίας ἔδωκε καὶ οὐκ εἰσέπραξε τὸν δῆμον, καὶ ἀναγορεῦσαι τὸν στέφανον Διονυσίοις τραγῳδοῖς καινοῖς.]
ΕΤΕΡΟΝ ΨΗΦΙΣΜΑ.
[116] [Εἶπε Καλλίας Φρεάρριος, πρυτάνεων λεγόντων, βουλῆς γνώμη· ἐπειδὴ Χαρίδημος ὁ ἐπὶ τῶν ὁπλιτῶν, ἀποσταλεὶς εἰς Σαλαμῖνα, καὶ Διότιμος ὁ ἐπὶ τῶν ἱππέων, ἐν τῇ ἐπὶ τοῦ ποταμοῦ μάχῃ τῶν στρατιωτῶν τινῶν ὑπὸ τῶν πολεμίων σκυλευθέντων, ἐκ τῶν ἰδίων ἀναλωμάτων καθώπλισαν τοὺς νεανίσκους ἀσπίσιν ὀκτακοσίαις, δεδόχθαι τῇ βουλῇ καὶ τῷ δήμῳ στεφανῶσαι Χαρίδημον καὶ Διότιμον χρυσῷ στεφάνῳ, καὶ ἀναγορεῦσαι Παναθηναίοις τοῖς μεγάλοις ἐν τῷ γυμνικῷ ἀγῶνι καὶ Διονυσίοις τραγῳδοῖς καινοῖς· τῆς δὲ ἀναγορεύσεως ἐπιμεληθῆναι θεσμοθέτας, πρυτάνεις, ἀγωνοθέτας.]
***
[111] Τα περισσότερα λοιπόν από τα επιχειρήματα που αυτός ανάκατα διατύπωνε σχετικά με τους νόμους που έχουν καταγραφεί για σύγκριση, μά τους θεούς, ούτε εσείς νομίζω τα καταλάβατε ούτε ο ίδιος μπόρεσα να τα κατανοήσω· εγώ όμως θα μιλήσω χωρίς περιπλοκές, ακολουθώντας τον σωστό δρόμο για τα δίκαια του θέματος. Τόσο πολύ απέχω από το να ισχυρίζομαι ότι δεν είμαι υποχρεωμένος να λογοδοτήσω, πράγμα για το οποίο αυτός με διέβαλλε και διακήρυττε, ώστε παραδέχομαι ότι σε όλη μου τη ζωή ήμουν υπόλογος για όσες ή δημόσιες υποθέσεις έχω διαχειριστεί ή πολιτικές μου πράξεις έχω στο ενεργητικό μου εδώ στην πόλη.
[112] Αλλά για όσα υποσχέθηκα και έχω δώσει στον λαό από τη δική μου περιουσία, επιμένω ότι για καμιάν ημέρα δε νιώθω υπεύθυνος (ακούς Αισχίνη;), ούτε άλλος κανένας, ούτε και αν ακόμη τυχαίνει να είναι ένας από τους εννέα άρχοντες. Γιατί ποιός νόμος είναι μεστός από τόσην αδικία και τόσο μίσος για τον άνθρωπο, ώστε να στερεί από την ευγνωμοσύνη εκείνον που έδωσε κάτι από τα δικά του χρήματα και έκανε μια πράξη φιλάνθρωπη και γενναιόδωρη, να τον σέρνει στους συκοφάντες και να αναθέτει σ᾽ αυτούς να τον ελέγχουν για όσα έδωσε; Κανένας εντελώς. Αν όμως αυτός υποστηρίζει ότι υπάρχει, ας τον παρουσιάσει, και τότε εγώ θα στέρξω και θα σιωπήσω.
[113] Αλλά δεν υπάρχει τέτοιος νόμος, Αθηναίοι, αλλά αυτός μόνο με συκοφαντεί, επειδή τότε που ήμουν επίτροπος των θεωρικών έδωσα συμπληρωματικά από τα δικά μου χρήματα, και υποστηρίζει «ο Κτησιφών πρότεινε να επαινεθεί ο Δημοσθένης, ενώ ακόμη ήταν υπόλογος για τις πράξεις του». Ο Κτησιφών όμως δεν πρότεινε να επαινεθώ για καμιά από τις πράξεις μου για τις οποίες ήμουν υποχρεωμένος να δώσω λόγο, αλλά για τις επιχορηγήσεις μου, συκοφάντη. «Ήσουν όμως υπεύθυνος και για την επισκευή των τειχών». Μα γι᾽ αυτόν ακριβώς τον λόγο σωστά με επαινούσατε, γιατί δώρισα τα χρήματα που ξόδεψα και δεν τα έβαλα στον λογαριασμό. Γιατί έλεγχο και ελεγκτές απαιτεί η διαχείριση χρημάτων του δημοσίου, ενώ η δωρεά είναι δίκαιο να ανταμείβεται με ευγνωμοσύνη και έπαινο. Και αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που αυτός εδώ (: ο Κτησιφών) έκανε αυτές τις προτάσεις για μένα.
[114] Το ότι οι τιμές αυτές είναι έτσι καθορισμένες όχι μόνο στους νόμους αλλά και στα ήθη σας, θα το αποδείξω εύκολα με πολλά παραδείγματα. Ένα πρώτο παράδειγμα είναι ο Ναυσικλής, ο οποίος, ενώ ήταν ακόμη στρατηγός, στεφανώθηκε πολλές φορές από σας για όσα χρήματα θυσίασε από τη δική του περιουσία· ένα δεύτερο παράδειγμα· όταν ο Διότιμος χάρισε τις ασπίδες και σε άλλη περίπτωση ο Χαρίδημος έκανε το ίδιο, στεφανώθηκαν· έπειτα είναι και ο Νεοπτόλεμος αυτός εδώ, που έχει τιμηθεί για όσες επιχορηγήσεις έκανε ως επιστάτης σε πολλά δημόσια έργα. Γιατί θα ήταν τουλάχιστον λυπηρό, αν αυτός που ασκεί κάποιαν εξουσία, δεν έχει το δικαίωμα να χαρίσει στην πόλη τα υπάρχοντά του ή αν θα δώσει λόγο γι᾽ αυτά που χάρισε αντί να ανταμειφθεί.
[115] Για να δείτε ότι αυτά που λέω είναι αληθινά, κάνε μου τη χάρη, γραμματέα, πάρε και διάβασε τα ίδια τα ψηφίσματα που έγιναν για τις περιπτώσεις που ανέφερα. Διάβαζε.
ΨΗΦΙΣΜΑΤΑ
[Άρχων είναι ο Δημόνικος ο Φλυέας. Την εικοστή έκτη του Βοηδρομιώνα, με απόφαση της Βουλής και του Λαού, ο Καλλίας ο Φρεάρριος είπε ότι η Βουλή και ο Λαός αποφασίζουν να στεφανώσουν τον Ναυσικλή, τον επικεφαλής του πεζικού, επειδή, όταν ο Φίλων, ο επί των οικονομικών διορισμένος επίτροπος, δεν μπόρεσε να πλεύσει εξαιτίας της θαλασσοταραχής και να μισθοδοτήσει τους δύο χιλιάδες Αθηναίους οπλίτες, που βρίσκονταν στην Ίμβρο και προσπαθούσαν να βοηθήσουν τους Αθηναίους κατοίκους του νησιού, πλήρωσε από τα δικά του χρήματα και δεν ζήτησε να τα εισπράξει από τον Λαό. Η στέψη να γίνει στη γιορτή των Διονυσίων κατά την παράσταση των νέων τραγωδιών].
ΑΛΛΟ ΨΗΦΙΣΜΑ
[116] Με απόφαση της Βουλής, ύστερα από γνωμοδότηση των πρυτάνεων, ο Καλλίας ο Φρεάρριος πρότεινε: Επειδή ο Χαρίδημος, ο επικεφαλής του πεζικού, που στάλθηκε στη Σαλαμίνα, και ο Διότιμος, ο επικεφαλής του ιππικού, όταν στη μάχη κοντά στο ποτάμι μερικοί στρατιώτες αφοπλίστηκαν από τους εχθρούς, εξόπλισαν με δικά τους έξοδα τους νεοσύλλεκτους με οχτακόσιες ασπίδες, να αποφασίσουν η Βουλή και ο Λαός να στεφανώσουν τον Χαρίδημο και τον Διότιμο με χρυσό στεφάνι και να γίνει η αναγόρευση και η απονομή στα Μεγάλα Παναθήναια στη διάρκεια των γυμναστικών αγώνων και στη γιορτή των Διονυσίων κατά την παράσταση των νέων τραγωδιών. Για την αναγόρευση να επιμεληθούν οι θεσμοθέτες, οι πρυτάνεις και οι αγωνοθέτες].
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου