Για να ολοκληρωθεί λοιπόν ο εσωτερικός μας Κόσμος, να γιγαντωθεί και να γίνει Παγκόσμιος, όπως άλλωστε τον ονειρευόμαστε, ο αγώνας και η πάλη αρχίζει πάντα ενάντια στον μεγαλύτερό μας εχθρό: τον ίδιο τον εαυτό μας. «Νίκαν αυτόν εαυτόν, πασών νίκη πρώτη και άριστη», έλεγε ο Δημόκριτος ο Αβδηρίτης.
Στην προσπάθεια λοιπόν γι’ αυτήν την πρώτη και άριστη νίκη αρχίζουμε με την μελέτη της Φύσης και την παρατήρηση των φαινομένων που συμβαίνουν σ’ αυτή. Απορούμε, θαυμάζουμε διαπιστώνοντας πως ολόκληρος ο υλικός κόσμος, μαζί με τα έμβια αλλά άλογα όντα, βρίσκεται συνέχεια σε μια τάξη ισορροπίας και τάξης και μέσα στο αιώνιο «γίγνεσθαι» εμφανίζεται πάντα σαν ένα σύμμετρο και αρμονικό σύνολο. Μαγεμένος από την ομορφιά αυτού του συνόλου ο Πυθαγόρας ο Σάμιος, είναι ο πρώτος που το ονόμασε Κόσμο.
«Δια γαρ το θαυμάζειν οι άνθρωποι και νυν και το πρώτον, ήρξαντο φιλοσοφείν» (Αριστοτέλης, μετά τα Φυσικά). Ο φιλοσοφικός όμως λογισμός προβληματίζεται, όταν την τάξη και την αρμονία του κόσμου αυτού, έρχεται να τη διαταράξει το μόνο έλλογο όν του πλανήτη μας, ο άνθρωπος, με την μόλυνση, την αλλοίωση ακόμα και την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος. Το δυστύχημα όμως είναι, πως η διαταραχή αυτή δεν περιορίζεται στις σχέσεις του ανθρώπου με τη Φύση, αλλά επεκτείνεται και στην ίδια του την Ύπαρξη, με αποτέλεσμα πάνω στην προσπάθειά του για απόκτηση όλο και περισσοτέρων υλικών αγαθών και στην επίδειξη δύναμης και δόξας, να συγκρούεται με τους συνανθρώπους του. Τέτοιες συγκρούσεις, πολλές φορές στην ιστορία της ανθρωπότητας, ξεπέρασαν τα μέτρα των ανθρώπινων σχέσεων για να πάρουν παγκόσμιες διαστάσεις αφανισμού εκατομμυρίων ανθρώπων, μέσα στους ανέμους των πολέμων. Σήμερα, κοιτάζοντας κάποιος τι συμβαίνει στον κόσμο γενικότερα και στην περιοχή μας ειδικότερα, θα μπορούσε να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι 100 χρόνια μετά το τέλος του Α' Παγκόσμιου Πολέμου και 30 περίπου χρόνια μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, ο Τόμας Χομπς είχε δίκιο: τον κόσμο τον χαρακτηρίζει η αρχή «bellum omnium contra omnes» (πόλεμος εναντίον όλων)
Όσο υπάρχουν αιτίες αναγκαστικά θα συνεχίσουν να υπάρχουν και αποτελέσματα. Όσο οι άνθρωποι είναι επιρρεπείς στις διακρίσεις και τους διαχωρισμούς, όσο είναι ιδιοτελείς κι επιθετικοί, οι πόλεμοι θα εξακολουθήσουν να συμβαίνουν. Αν θέλουμε λοιπόν ειρήνη και αρμονία στον κόσμο, πρέπει να έχουμε ειρήνη και αρμονία μέσα στην καρδιά και στον νου μας. Μια τέτοια αλλαγή δεν μπορεί να επιβληθεί εξωτερικά. Πρέπει να προέλθει από μέσα. Εκείνοι που αποστρέφονται τον πόλεμο, πρέπει να τον εξοβελίσουν από τον εαυτό τους. Χωρίς ειρηνικούς ανθρώπους, πώς μπορούμε να έχουμε ειρήνη στον κόσμο; Όσο οι άνθρωποι είναι όπως είναι, και ο κόσμος θα συνεχίσει να παρουσιάζει αυτό το χάλι.
Είναι στα αλήθεια πολύ παράδοξο, να διαπιστώνει ο άνθρωπος την τάξη και την αρμονία που επικρατούν στο Σύμπαν, να την θαυμάζει, να πετυχαίνει να τη μεταφέρει μέσα στα δημιουργήματά του, όπως είναι η στατική ισορροπία των τεραστίων κατασκευών που κόβουν την ανάσα στη θέα τους, με την αρμονική σύνδεση των διαφόρων υλικών και αυτός ο ίδιος να είναι ανίκανος να ρυθμίσει κατά τρόπον ισόρροπο κι αρμονικό τις λειτουργίες της ίδιας του της ύπαρξης και την συμπεριφορά του μέσα στην κοινωνία με τους συνανθρώπους του.
Έτσι η τεχνολογική πρόοδος μετατρέπεται σιγά-σιγά σε μια δεσποτική δύναμη που μπορεί να καταποντίσει τον άνθρωπο μέσα στη δίνη της ευημερίας και να τον υποδουλώσει στις υλικές του ανάγκες που τόσο αλόγιστα δημιουργεί. Αυτή η υποδούλωση στην ποσότητα, δημιουργεί τον κίνδυνο να μετατρέψει τους ανθρώπους της καταναλωτικής κοινωνίας σε μια απαθή μάζα, μπροστά στην ποιότητα των πνευματικών και ηθικών αξιών, σε σημείο που να χάσουν την πίστη τους στην έλλογη πορεία της ανέλιξής τους μέσω των αρχών του ανθρωπισμού, και τον χώρο της εσωτερικότητας τους να τον σαρώσουν εύκολα οι άνεμοι διαφόρων υλιστικών κοσμοθεωριών.
«Σοφόν τι το μηχανόεν τέχνας υπέρ ελπίδα ποτέ μεν κακόν, άλλοτ’ επ’ εσθλόν έρπει». Κύριος ο άνθρωπος μιας γνώσης που οι επινοήσεις της ξεπερνούν κάθε ελπίδα, μπορεί να πάρει το δρόμο είτε του κακού είτε του καλού. Αυτή είναι η μοίρα του ανθρώπου όλων των εποχών. Του ανθρώπου που πάντα θα παραπαίει μεταξύ της Αρετής και της Κακίας, όπως τόσο προφητικά ψάλλει ο χορός στην «Αντιγόνη».
Αν και πάει πολύς καιρός, χιλιετηρίδες, που ο φιλοσοφικός «λόγος» της αρχαίας Ελλάδας έχει ακουσθεί, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως τα κοινωνικά φαινόμενα μέσα στην ανακύκλησή τους, έχουν περιόδους παρακμής αλλά και ακμής για τον άνθρωπο. Μπορεί λοιπόν σήμερα να διατρέχουμε τον αιώνα της βασιλείας της ύλης και των αισθήσεων, όμως αργά ή γρήγορα οι άνθρωποι του ευδαιμονισμού, της αθεΐας και του μηδενισμού, θα ξαναζήσουν τους πνευματικούς θησαυρούς της κορυφαίας στιγμής της ελληνικής πνευματικής άνθησης, της εποχής του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Τούτο είναι απολύτως βέβαιο, γιατί όλες οι αναγεννήσεις απέβλεπαν στο αναβάπτισμα μέσα στις πηγές αυτών ακριβώς των θησαυρών.
Στην προσπάθεια λοιπόν γι’ αυτήν την πρώτη και άριστη νίκη αρχίζουμε με την μελέτη της Φύσης και την παρατήρηση των φαινομένων που συμβαίνουν σ’ αυτή. Απορούμε, θαυμάζουμε διαπιστώνοντας πως ολόκληρος ο υλικός κόσμος, μαζί με τα έμβια αλλά άλογα όντα, βρίσκεται συνέχεια σε μια τάξη ισορροπίας και τάξης και μέσα στο αιώνιο «γίγνεσθαι» εμφανίζεται πάντα σαν ένα σύμμετρο και αρμονικό σύνολο. Μαγεμένος από την ομορφιά αυτού του συνόλου ο Πυθαγόρας ο Σάμιος, είναι ο πρώτος που το ονόμασε Κόσμο.
«Δια γαρ το θαυμάζειν οι άνθρωποι και νυν και το πρώτον, ήρξαντο φιλοσοφείν» (Αριστοτέλης, μετά τα Φυσικά). Ο φιλοσοφικός όμως λογισμός προβληματίζεται, όταν την τάξη και την αρμονία του κόσμου αυτού, έρχεται να τη διαταράξει το μόνο έλλογο όν του πλανήτη μας, ο άνθρωπος, με την μόλυνση, την αλλοίωση ακόμα και την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος. Το δυστύχημα όμως είναι, πως η διαταραχή αυτή δεν περιορίζεται στις σχέσεις του ανθρώπου με τη Φύση, αλλά επεκτείνεται και στην ίδια του την Ύπαρξη, με αποτέλεσμα πάνω στην προσπάθειά του για απόκτηση όλο και περισσοτέρων υλικών αγαθών και στην επίδειξη δύναμης και δόξας, να συγκρούεται με τους συνανθρώπους του. Τέτοιες συγκρούσεις, πολλές φορές στην ιστορία της ανθρωπότητας, ξεπέρασαν τα μέτρα των ανθρώπινων σχέσεων για να πάρουν παγκόσμιες διαστάσεις αφανισμού εκατομμυρίων ανθρώπων, μέσα στους ανέμους των πολέμων. Σήμερα, κοιτάζοντας κάποιος τι συμβαίνει στον κόσμο γενικότερα και στην περιοχή μας ειδικότερα, θα μπορούσε να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι 100 χρόνια μετά το τέλος του Α' Παγκόσμιου Πολέμου και 30 περίπου χρόνια μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, ο Τόμας Χομπς είχε δίκιο: τον κόσμο τον χαρακτηρίζει η αρχή «bellum omnium contra omnes» (πόλεμος εναντίον όλων)
Όσο υπάρχουν αιτίες αναγκαστικά θα συνεχίσουν να υπάρχουν και αποτελέσματα. Όσο οι άνθρωποι είναι επιρρεπείς στις διακρίσεις και τους διαχωρισμούς, όσο είναι ιδιοτελείς κι επιθετικοί, οι πόλεμοι θα εξακολουθήσουν να συμβαίνουν. Αν θέλουμε λοιπόν ειρήνη και αρμονία στον κόσμο, πρέπει να έχουμε ειρήνη και αρμονία μέσα στην καρδιά και στον νου μας. Μια τέτοια αλλαγή δεν μπορεί να επιβληθεί εξωτερικά. Πρέπει να προέλθει από μέσα. Εκείνοι που αποστρέφονται τον πόλεμο, πρέπει να τον εξοβελίσουν από τον εαυτό τους. Χωρίς ειρηνικούς ανθρώπους, πώς μπορούμε να έχουμε ειρήνη στον κόσμο; Όσο οι άνθρωποι είναι όπως είναι, και ο κόσμος θα συνεχίσει να παρουσιάζει αυτό το χάλι.
Είναι στα αλήθεια πολύ παράδοξο, να διαπιστώνει ο άνθρωπος την τάξη και την αρμονία που επικρατούν στο Σύμπαν, να την θαυμάζει, να πετυχαίνει να τη μεταφέρει μέσα στα δημιουργήματά του, όπως είναι η στατική ισορροπία των τεραστίων κατασκευών που κόβουν την ανάσα στη θέα τους, με την αρμονική σύνδεση των διαφόρων υλικών και αυτός ο ίδιος να είναι ανίκανος να ρυθμίσει κατά τρόπον ισόρροπο κι αρμονικό τις λειτουργίες της ίδιας του της ύπαρξης και την συμπεριφορά του μέσα στην κοινωνία με τους συνανθρώπους του.
Έτσι η τεχνολογική πρόοδος μετατρέπεται σιγά-σιγά σε μια δεσποτική δύναμη που μπορεί να καταποντίσει τον άνθρωπο μέσα στη δίνη της ευημερίας και να τον υποδουλώσει στις υλικές του ανάγκες που τόσο αλόγιστα δημιουργεί. Αυτή η υποδούλωση στην ποσότητα, δημιουργεί τον κίνδυνο να μετατρέψει τους ανθρώπους της καταναλωτικής κοινωνίας σε μια απαθή μάζα, μπροστά στην ποιότητα των πνευματικών και ηθικών αξιών, σε σημείο που να χάσουν την πίστη τους στην έλλογη πορεία της ανέλιξής τους μέσω των αρχών του ανθρωπισμού, και τον χώρο της εσωτερικότητας τους να τον σαρώσουν εύκολα οι άνεμοι διαφόρων υλιστικών κοσμοθεωριών.
«Σοφόν τι το μηχανόεν τέχνας υπέρ ελπίδα ποτέ μεν κακόν, άλλοτ’ επ’ εσθλόν έρπει». Κύριος ο άνθρωπος μιας γνώσης που οι επινοήσεις της ξεπερνούν κάθε ελπίδα, μπορεί να πάρει το δρόμο είτε του κακού είτε του καλού. Αυτή είναι η μοίρα του ανθρώπου όλων των εποχών. Του ανθρώπου που πάντα θα παραπαίει μεταξύ της Αρετής και της Κακίας, όπως τόσο προφητικά ψάλλει ο χορός στην «Αντιγόνη».
Αν και πάει πολύς καιρός, χιλιετηρίδες, που ο φιλοσοφικός «λόγος» της αρχαίας Ελλάδας έχει ακουσθεί, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως τα κοινωνικά φαινόμενα μέσα στην ανακύκλησή τους, έχουν περιόδους παρακμής αλλά και ακμής για τον άνθρωπο. Μπορεί λοιπόν σήμερα να διατρέχουμε τον αιώνα της βασιλείας της ύλης και των αισθήσεων, όμως αργά ή γρήγορα οι άνθρωποι του ευδαιμονισμού, της αθεΐας και του μηδενισμού, θα ξαναζήσουν τους πνευματικούς θησαυρούς της κορυφαίας στιγμής της ελληνικής πνευματικής άνθησης, της εποχής του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Τούτο είναι απολύτως βέβαιο, γιατί όλες οι αναγεννήσεις απέβλεπαν στο αναβάπτισμα μέσα στις πηγές αυτών ακριβώς των θησαυρών.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου