Είχε από τη φύση του απέραντα καλή διάθεση προς τους άλλους. Και ενώ, σύμφωνα με μια πρακτική που είχε καθιερώσει ο Τιβέριος, όλοι οι αυτοκράτορες που τον διαδέχθηκαν αρνούνταν να επικυρώσουν ευεργετήματα που είχαν χορηγηθεί από τους προκατόχους τους, εκτός εάν τα είχαν χορηγήσει και αυτοί στα ίδια άτομα, πρώτος ο Τίτος με ένα μοναδικό διάταγμα του επικύρωσε όλα τα προηγούμενα, χωρίς καν να περιμένει να του το ζητήσουν. Επιπλέον, όσον αφορά τα υπόλοιπα αιτήματα των ανθρώπων, είχε ως απαράβατη αρχή του να μην αφήνει κανέναν να φεύγει απελπισμένος...
Όταν οι οικείοι του παρατήρησαν ότι υποσχόταν πιο πολλά από όσα μπορούσε να πραγματοποιήσει, εκείνος απάντησε ότι του ήταν ανεπίτρεπτο να φεύγει κανείς στεναχωρημένος από μια συζήτηση με τον αυτοκράτορα˙ και όταν κάποτε θυμήθηκε, καθώς δειπνούσε, ότι δεν είχε κάνει τίποτα για κανέναν ολόκληρη την ημέρα εκείνη, είπε την αξιομνημόνευτη και αξιέπαινη αυτή φράση: «Φίλοι μου, έχασα μια μέρα».
Η ιδιαίτερη φιλοφροσύνη του προς το σύνολο του λαού ήταν σε όλες τις περιπτώσεις τέτοια, ώστε κάποτε, σε ένα θέαμα μονομάχων, υποσχέθηκε ότι θα παρουσίαζε τον αγώνα κατά τον τρόπο που ήθελαν οι θεατές και όχι όπως ήθελε ο ίδιος˙ και έτσι ακριβώς έγινε. Ποτέ του δεν αρνήθηκε ό,τι κι αν του ζητούσαν, τους παρακινούσε μάλιστα να του ζητούν ό,τι επιθυμούσαν.
Πολλές φορές είχε διακηρύξει δημόσια την εύνοιά του προς τους Θράκες μονομάχους και συχνά μεροληπτώντας υπέρ τους πείραζε τον κόσμο με λόγια και χειρονομίες, διατηρούσε όμως την αξιοπρέπειά του και πολύ περισσότερο την ευθυκρισία του. Και για να μην παραλείψει τίποτα που θα τον έκανε δημοφιλέστερο, μερικές φορές έκανε το μπάνιο του με τη συντροφιά κοινών ανθρώπων στα λουτρά που ο ίδιος είχε χτίσει.
Την εποχή της διακυβέρνησής του συνέβησαν κατά τύχη ορισμένα θλιβερά γεγονότα, όπως η έκρηξη του όρους Βεζούβιος στην Καμπανία, μια πυρκαγιά στη Ρώμη που διήρκεσε τρεις ολόκληρες ημέρες κι άλλες τόσες νύχτες, και ένας λοιμός που όμοιός του δεν είχε ξαναπαρουσιαστεί. Σε αυτές τις τόσο φοβερές θεομηνίες επέδειξε όχι απλώς τη μέριμνα που ένας αυτοκράτορας οφείλει να δείχνει αλλά και τη μοναδική στοργή του πατέρα, άλλοτε παρηγορώντας τον κόσμο με τα διατάγματά του και άλλοτε παρέχοντας τη βοήθειά του, στο μέτρο που του το επέτρεπαν οι δυνάμεις του. Με κλήρο επέλεξε έναν αριθμό επιτρόπων από τους πρώην υπάτους, για την αποκατάσταση των πληγέντων στην Καμπανία˙ και διέθεσε τις περιουσίες όσων είχαν χάσει τη ζωή τους από την έκρηξη του Βεζούβιου χωρίς να αφήσουν κληρονόμους, για να ξαναχτιστούν οι θαμμένες πολιτείες.
Κατά την πυρκαγιά της Ρώμης δεν δήλωσε τίποτα δημοσίως, εκτός από το ότι ένιωθε κατεστραμμένος˙ συγκέντρωσε όμως όλα τα κοσμήματα των επαύλεών του, για να αναστηλώσει τα δημόσια οικοδομήματα και τους ναούς, και διόρισε έναν μεγάλο αριθμό ατόμων από την τάξη των ιππέων, για να εποπτεύσουν ώστε τα πάντα να γίνουν όσο το δυνατόν συντομότερα. Για να θεραπεύσει το λοιμό και να περιορίσει τις επιπτώσεις της ασθένειας, δεν υπήρξε θεία ή ανθρώπινη βοήθεια στην οποία δεν κατέφυγε, αναζητώντας κάθε είδους θυσία προς τους θεούς και κάθε είδους φάρμακο.
Ανάμεσα στις μάστιγες της εποχής εκείνης ήταν και οι πληροφοριοδότες καθώς και οι υποκινητές τους, οι οποίοι από παλιά δρούσαν ασύδοτοι. Αυτούς τους ανθρώπους, αφού πρώτα τους μαστίγωσε άγρια με ραβδιά και ρόπαλα στην Αγορά, και κατόπιν τους έφερε με πομπή μέσα στην αρένα του αμφιθέατρου, έδωσε διαταγή ορισμένοι να εκτεθούν και να πουληθούν και κάποιοι άλλοι να εκτοπιστούν στα πιο βραχώδη νησιά. Και για να αποθαρρύνει δια παντός οποιονδήποτε θα τολμούσε στο μέλλον να διακινδυνεύσει με ανάλογες δραστηριότητες, απαγόρευσε μεταξύ άλλων το να δικάζεται κανείς με βάση περισσότερους του ενός νόμους για το ίδιο αδίκημα καθώς και το να γίνεται έρευνα για τη νομική υπόσταση κάποιου νεκρού μετά την παρέλευση ορισμένων ετών. (Σουητώνιος, Τίτος VIII)
Τήρησε την υπόσχεσή του να αποδεχθεί το αξίωμα του Μέγιστου Αρχιερέα, όπως είχε δηλώσει, για να διατηρήσει τα χέρια του αμόλυντα. Έτσι, από τη στιγμή εκείνη ούτε εισηγήθηκε ούτε συγκατένευσε να επιβληθεί η θανατική ποινή σε κανέναν, παρά το γεγονός ότι ορισμένες φορές δεν του έλειπαν οι λόγοι για να εκδικηθεί κάποιους˙ αντίθετα ορκίστηκε ότι θα προτιμούσε να πεθάνει ο ίδιος παρά να θανατώσει άλλον.
Όταν αποκαλύφθηκε δύο άτομα από την τάξη των πατρικίων είχαν βλέψεις στον αυτοκρατορικό θρόνο, δεν έκανε τίποτε περισσότερο από το να τους συστήσει να εγκαταλείψουν την προσπάθεια, λέγοντάς τους ότι το αυτοκρατορικό αξίωμα ήταν δώρο της τύχης˙ παράλληλα όμως τους υποσχέθηκε ότι αν, πέρα από αυτό, αν επιθυμούσαν κάτι άλλο, θα τους το παρείχε. Και αμέσως έστειλε στη μητέρα του ενός, η οποία κατοικούσε μακριά, αγγελιοφόρους του, για να της ανακουφίσουν την αγωνία της πως ο γιος της ήταν σώος˙ εν συνεχεία όχι μόνο προσκάλεσε αυτούς τους ίδιους ανθρώπους σε φιλικό δείπνο, αλλά και την επομένη, στη διάρκεια ενός αγώνα μονομάχων, σκοπίμως τους τοποθέτησε δίπλα του και, όταν του έφεραν τα ξίφη της μονομαχίας, τα έδωσε σε αυτούς για να τα εξετάσουν. Λέγεται επίσης ότι, αφού ερεύνησε τα ωροσκόπια και των δύο, τους βεβαίωσε ότι αμφότεροι απειλούνταν από κάποιο κίνδυνο, που όμως θα τους παρουσιαζόταν στο μέλλον και θα είχε άλλη αφετηρία, προφητεία που επαληθεύτηκε.
Τον αδελφό του, ο οποίος δεν έπαψε να του στήνει ενέδρες και σχεδόν ανοιχτά να υποκινεί σε στάση τα στρατεύματα προς τα οποία σχεδίαζε να καταφύγει, δεν του πήγαινε η καρδιά ούτε να τον εκτελέσει ούτε να τον διώξει από την αυλή, ούτε όμως και να τον τιμά λιγότερο από πριν. Αντίθετα, εξακολούθησε να διακηρύσσει, όπως είχε κάνει από την πρώτη μέρα της διακυβέρνησής του, ότι αυτός ήταν ο συγκληρονόμος και διάδοχός του, και μερικές φορές τον παρακαλούσε κατ’ ιδίαν με ικεσίες και δάκρυα να ευαρεστηθεί επιτέλους να του ανταποδώσει κι εκείνος τη στοργή του. (Σουητώνιος, Τίτος ΙΧ)
Όταν οι οικείοι του παρατήρησαν ότι υποσχόταν πιο πολλά από όσα μπορούσε να πραγματοποιήσει, εκείνος απάντησε ότι του ήταν ανεπίτρεπτο να φεύγει κανείς στεναχωρημένος από μια συζήτηση με τον αυτοκράτορα˙ και όταν κάποτε θυμήθηκε, καθώς δειπνούσε, ότι δεν είχε κάνει τίποτα για κανέναν ολόκληρη την ημέρα εκείνη, είπε την αξιομνημόνευτη και αξιέπαινη αυτή φράση: «Φίλοι μου, έχασα μια μέρα».
Η ιδιαίτερη φιλοφροσύνη του προς το σύνολο του λαού ήταν σε όλες τις περιπτώσεις τέτοια, ώστε κάποτε, σε ένα θέαμα μονομάχων, υποσχέθηκε ότι θα παρουσίαζε τον αγώνα κατά τον τρόπο που ήθελαν οι θεατές και όχι όπως ήθελε ο ίδιος˙ και έτσι ακριβώς έγινε. Ποτέ του δεν αρνήθηκε ό,τι κι αν του ζητούσαν, τους παρακινούσε μάλιστα να του ζητούν ό,τι επιθυμούσαν.
Πολλές φορές είχε διακηρύξει δημόσια την εύνοιά του προς τους Θράκες μονομάχους και συχνά μεροληπτώντας υπέρ τους πείραζε τον κόσμο με λόγια και χειρονομίες, διατηρούσε όμως την αξιοπρέπειά του και πολύ περισσότερο την ευθυκρισία του. Και για να μην παραλείψει τίποτα που θα τον έκανε δημοφιλέστερο, μερικές φορές έκανε το μπάνιο του με τη συντροφιά κοινών ανθρώπων στα λουτρά που ο ίδιος είχε χτίσει.
Την εποχή της διακυβέρνησής του συνέβησαν κατά τύχη ορισμένα θλιβερά γεγονότα, όπως η έκρηξη του όρους Βεζούβιος στην Καμπανία, μια πυρκαγιά στη Ρώμη που διήρκεσε τρεις ολόκληρες ημέρες κι άλλες τόσες νύχτες, και ένας λοιμός που όμοιός του δεν είχε ξαναπαρουσιαστεί. Σε αυτές τις τόσο φοβερές θεομηνίες επέδειξε όχι απλώς τη μέριμνα που ένας αυτοκράτορας οφείλει να δείχνει αλλά και τη μοναδική στοργή του πατέρα, άλλοτε παρηγορώντας τον κόσμο με τα διατάγματά του και άλλοτε παρέχοντας τη βοήθειά του, στο μέτρο που του το επέτρεπαν οι δυνάμεις του. Με κλήρο επέλεξε έναν αριθμό επιτρόπων από τους πρώην υπάτους, για την αποκατάσταση των πληγέντων στην Καμπανία˙ και διέθεσε τις περιουσίες όσων είχαν χάσει τη ζωή τους από την έκρηξη του Βεζούβιου χωρίς να αφήσουν κληρονόμους, για να ξαναχτιστούν οι θαμμένες πολιτείες.
Κατά την πυρκαγιά της Ρώμης δεν δήλωσε τίποτα δημοσίως, εκτός από το ότι ένιωθε κατεστραμμένος˙ συγκέντρωσε όμως όλα τα κοσμήματα των επαύλεών του, για να αναστηλώσει τα δημόσια οικοδομήματα και τους ναούς, και διόρισε έναν μεγάλο αριθμό ατόμων από την τάξη των ιππέων, για να εποπτεύσουν ώστε τα πάντα να γίνουν όσο το δυνατόν συντομότερα. Για να θεραπεύσει το λοιμό και να περιορίσει τις επιπτώσεις της ασθένειας, δεν υπήρξε θεία ή ανθρώπινη βοήθεια στην οποία δεν κατέφυγε, αναζητώντας κάθε είδους θυσία προς τους θεούς και κάθε είδους φάρμακο.
Ανάμεσα στις μάστιγες της εποχής εκείνης ήταν και οι πληροφοριοδότες καθώς και οι υποκινητές τους, οι οποίοι από παλιά δρούσαν ασύδοτοι. Αυτούς τους ανθρώπους, αφού πρώτα τους μαστίγωσε άγρια με ραβδιά και ρόπαλα στην Αγορά, και κατόπιν τους έφερε με πομπή μέσα στην αρένα του αμφιθέατρου, έδωσε διαταγή ορισμένοι να εκτεθούν και να πουληθούν και κάποιοι άλλοι να εκτοπιστούν στα πιο βραχώδη νησιά. Και για να αποθαρρύνει δια παντός οποιονδήποτε θα τολμούσε στο μέλλον να διακινδυνεύσει με ανάλογες δραστηριότητες, απαγόρευσε μεταξύ άλλων το να δικάζεται κανείς με βάση περισσότερους του ενός νόμους για το ίδιο αδίκημα καθώς και το να γίνεται έρευνα για τη νομική υπόσταση κάποιου νεκρού μετά την παρέλευση ορισμένων ετών. (Σουητώνιος, Τίτος VIII)
Τήρησε την υπόσχεσή του να αποδεχθεί το αξίωμα του Μέγιστου Αρχιερέα, όπως είχε δηλώσει, για να διατηρήσει τα χέρια του αμόλυντα. Έτσι, από τη στιγμή εκείνη ούτε εισηγήθηκε ούτε συγκατένευσε να επιβληθεί η θανατική ποινή σε κανέναν, παρά το γεγονός ότι ορισμένες φορές δεν του έλειπαν οι λόγοι για να εκδικηθεί κάποιους˙ αντίθετα ορκίστηκε ότι θα προτιμούσε να πεθάνει ο ίδιος παρά να θανατώσει άλλον.
Όταν αποκαλύφθηκε δύο άτομα από την τάξη των πατρικίων είχαν βλέψεις στον αυτοκρατορικό θρόνο, δεν έκανε τίποτε περισσότερο από το να τους συστήσει να εγκαταλείψουν την προσπάθεια, λέγοντάς τους ότι το αυτοκρατορικό αξίωμα ήταν δώρο της τύχης˙ παράλληλα όμως τους υποσχέθηκε ότι αν, πέρα από αυτό, αν επιθυμούσαν κάτι άλλο, θα τους το παρείχε. Και αμέσως έστειλε στη μητέρα του ενός, η οποία κατοικούσε μακριά, αγγελιοφόρους του, για να της ανακουφίσουν την αγωνία της πως ο γιος της ήταν σώος˙ εν συνεχεία όχι μόνο προσκάλεσε αυτούς τους ίδιους ανθρώπους σε φιλικό δείπνο, αλλά και την επομένη, στη διάρκεια ενός αγώνα μονομάχων, σκοπίμως τους τοποθέτησε δίπλα του και, όταν του έφεραν τα ξίφη της μονομαχίας, τα έδωσε σε αυτούς για να τα εξετάσουν. Λέγεται επίσης ότι, αφού ερεύνησε τα ωροσκόπια και των δύο, τους βεβαίωσε ότι αμφότεροι απειλούνταν από κάποιο κίνδυνο, που όμως θα τους παρουσιαζόταν στο μέλλον και θα είχε άλλη αφετηρία, προφητεία που επαληθεύτηκε.
Τον αδελφό του, ο οποίος δεν έπαψε να του στήνει ενέδρες και σχεδόν ανοιχτά να υποκινεί σε στάση τα στρατεύματα προς τα οποία σχεδίαζε να καταφύγει, δεν του πήγαινε η καρδιά ούτε να τον εκτελέσει ούτε να τον διώξει από την αυλή, ούτε όμως και να τον τιμά λιγότερο από πριν. Αντίθετα, εξακολούθησε να διακηρύσσει, όπως είχε κάνει από την πρώτη μέρα της διακυβέρνησής του, ότι αυτός ήταν ο συγκληρονόμος και διάδοχός του, και μερικές φορές τον παρακαλούσε κατ’ ιδίαν με ικεσίες και δάκρυα να ευαρεστηθεί επιτέλους να του ανταποδώσει κι εκείνος τη στοργή του. (Σουητώνιος, Τίτος ΙΧ)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου