Πέμπτη 10 Μαρτίου 2016

Ελληνική Νομαρχία: Το καλύτερο πολίτευμα και η ανθρώπινη ευδαιμονία

Η Ελληνική Νομαρχία κυκλοφόρησε το 1806 στην Ιταλία, από κύκλους Ελλήνων του εξωτερικού. Πρόκειται για ένα μνημειώδες επαναστατικό μανιφέστο του νεοελληνικού Διαφωτισμού, με διακηρυγμένο σκοπό την επανάσταση και την απελευθέρωση των υπόδουλων Ελλήνων. Οι μελετητές δεν έχουν καταλήξει ακόμα σχετικά με την πατρότητα του έργου, καθώς ο συγγραφέας υπογράφει ως «Ανώνυμος Έλλην».

Στη συνέχεια, δημοσιεύουμε τις πρώτες σελίδες του έργου σε νεοελληνική απόδοση. Οι συμβατικοί τίτλοι που γράφονται σε αγκύλες δεν είναι του συγγραφέα αλλά δικοί μας· κάποιες λέξεις του πρωτοτύπου σημειώνονται με πλάγιους χαρακτήρες ή μέσα σε παρένθεση.

Με το βιβλίο αυτό αποδεικνύεται πόσο η Νομαρχιακή Διοίκηση είναι καλύτερη από τις υπόλοιπες διοικήσεις, γιατί μόνον σ’ αυτήν φυλάσσεται η Ελευθερία του ανθρώπου, τι είναι Ελευθερία και πόσα μεγάλα κατορθώματα φέρνει, για ποιό λόγο πρέπει τάχιστα η Ελλάδα να συντρίψει τις αλυσίδες της, ποιές στάθηκαν μέχρι σήμερα οι αιτίες που την κράτησαν υποδουλωμένη, και ποιές είναι οι αιτίες που θα την απελευθερώσουν στο μέλλον.
ΣΤΟΧΑΣΟΥ, ΚΑΙ ΑΡΚΕΙ

Ω, αναγνώστη!

Επειδή ο λόγος μου δεν είναι άλλο, παρά μια διεξοδική επιστολή προς τους Έλληνες· επειδή βρίσκω τιποτένιες τις αντιρρήσεις εκείνων που κρίνουν από συνήθεια και χωρίς αιτιολόγηση· επειδή οι λεξολάτρες, και όσοι με το λεξικό του Γαζή στο χέρι θα κατακρίνουν το εγχειρίδιο μου αυτό, δε με βλάπτουν σε τίποτα· επειδή βρίσκω άχρηστο ν’ απαντήσω σε όσους με κατακρίνουν που λέγομαι ανώνυμος· κι επειδή, τέλος πάντων, προσμένω με πόθο να λάβω κάποια ορθή ερμηνεία και διόρθωση σε κανένα σφάλμα μου ακούσιο: γι’ αυτό, σε τίποτε άλλο δε χρησιμεύει η παρούσα ξεχωριστή επιστολή μου, παρά μόνο για να σε ειδοποιήσω, ότι αν ίσως μοιάζεις μ’ εκείνους που προφέρουν το όνομα της Ελλάδας χωρίς ν’ αναστενάζουν, μη χάσεις μάταια τον καιρό σου για να διαβάσεις το έργο μου ετούτο.
 

ΕΙΣ ΤΟΝ ΤΥΜΒΟΝ
τοῦ μεγάλου καὶ ἀειμνήτου Ἕλληνος
ΡΗΓΑ
τοῦ ὑπὲρ τῆς σωτηρίας τῆς Ἑλλάδος ἐσφαγιασθέντος,
χάριν εὐγνωμοσύνης ὁ συγγραφεὺς τὸ
πονημάτιον τόδε ὡς δῶρον ἀνατίθησι.
 
Σε ποιόν άλλο έπρεπε ν’ αφιερώσω το μικρό ετούτο πόνημα μου, αξιαγάπητε Ήρωα, παρά σε σένα, που στάθηκες ο πρόδρομος για την γρήγορη απελευθέρωση της κοινής μας πατρίδας, της Ελλάδας, και θυσίασες τη ζωή σου για την αγάπη της; Δέξου το λοιπόν, με το συνηθισμένο ελληνικό, ιλαρό και καταδεκτικό σου βλέμμα, και δέξου το επιπλέον ως αρραβώνα εκδίκησης του λαμπρού αίματος σου κατά των τυράννων της Ελλάδας. Κι ολόκληρη η Ελλάδα θα δοξάσει για πάντα το αθάνατο όνομα σου, γράφοντας το στον κατάλογο με ήρωες σαν τον Επαμεινώνδα, τον Λεωνίδα, τον Θεμιστοκλή και τον Θρασύβουλο.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΟΜΑΡΧΙΑ ἤτοι Λόγος περὶ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ

Εσείς, ω αθάνατες ψυχές των ελεύθερων προγόνων μου! Ενδυναμώστε τώρα το ζήλο μου με τις ηρωικές προσταγές σας (εντάλματα), για να εκφράσω όπως πρέπει τα κάλλη της Ελευθερίας στους απογόνους σας. Και συ, ιερή πατρίδα, εγκαρδίωσε και στερέωσε την αγάπη μου προς εσένα, με την ενθύμηση των παλαιών κατορθωμάτων σου, για να παραστήσω με σαφήνεια στα τέκνα σου τις φοβερές ανάγκες σου (χρείες) και να ενθουσιάσω τις ελληνικές καρδιές τους με τον θείο σου έρωτα.

Ναι, φίλτατοί μου Έλληνες, το εγχείρημα είναι δύσκολο για μένα, αλλά η Πατρίδα το ζητάει, το χρέος μου με βιάζει, και μόνον η αλήθεια των λόγων μου προμηνύει καλή έκβαση. Αντί για ρητορικές φράσεις, θα καλλωπίσει τα έργα μου η διήγηση των θαυμαστών έργων των παλαιών Ηρώων, η δε μεγαλοσύνη του θέματος και το κοινό όφελος μού τάζουν την ποθούμενη ανταμοιβή, εννοώ να καταπείσω τους ομογενείς μου Έλληνες.

Άμποτες λοιπόν ν’ αξιωθώ ν’ αποδείξω εμπράκτως όσα με τα λόγια, προς το παρόν, αποφάσισα να σας κοινοποιήσω, κι αυτό εύχομαι ακόμη για όλους τους αγαπητούς Έλληνες και τους αληθινούς φιλοπάτριδες.

Αναγκαίο πράγμα είναι σ’ όποιον αποφασίσει να εξετάσει την αλήθεια των πραγμάτων, πολύ συχνά να δυσπιστεί στον ίδιο τον εαυτό του, και χωρίς να είναι ευκολόπιστος στους άλλους, να πείθεται τελείως μόνο με πράγματα αναμφίβολα. Γιατί, πολλές φορές, αμελώντας κάποιος και την παραμικρή έρευνα και δίνοντας πίστη σε αυτά που ακούει από άλλους, εύκολα μπορεί ν’ απατηθεί, και τότε σχηματίζει μια ακατάστατη περίληψη για τα πράγματα της υπόθεσης που εξετάζει, κι επομένως ούτε ο ίδιος μπορεί να βρει την αλήθεια, ούτε άλλοι να την καταλάβουν απ’ αυτόν.

Όταν όμως μελετάει την υπόθεση με προσοχή, συγκρίνει αδιάφορα όσους μίλησαν γι’ αυτήν, ερευνώντας επιπλέον τις αιτίες που παρακίνησαν τον καθένα να μιλήσει· όταν, λέω, επιλέγει το πιθανό από το αδύνατο και το δύσκολο από το αμφίβολο, τότε προχωρεί βαθμηδόν, και φτάνει τέλος πάντων στην αλήθεια και βρίσκει ανταμοιβή για τους κόπους του με την ακριβή της απόκτηση. Τότε, λέω, πρέπει ο καθένας εντελώς να πείθεται και ο αμετάπειστος θα είναι πάρα πολύ ανόητος.

Μέχρι σήμερα, πολλοί στάθηκαν οι πολυπράγμονες της ανθρώπινης ευδαιμονίας, πολλοί λίγοι όμως τήρησαν τους κανόνες που αναφέραμε προηγουμένως κι ελάχιστοι πέτυχαν τον σκοπό τους· γι’ αυτό και άλλος μεν είχε την ελπίδα να βρει την ευτυχία στα πλούτη, άλλος στη μάθηση, άλλος στη φτώχεια κι άλλος στην αγάπη για τον εαυτό του (φιλαυτία)· μερικοί πάλι, εξετάζοντας τ΄ ανθρώπινα περιστατικά, και συναντώντας παντού εμπόδια και δυσκολίες, είπαν ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να είναι ευτυχισμένος· άλλοι δε, που δεν είχαν την επιμέλεια να ερευνήσουν όσο χρειαζόταν την υπόθεση, αποφάσισαν αμέσως αμέσως, ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ευτυχείς.

Λοιπόν, ανάμεσα σ’ έναν τέτοιο λαβύρινθο τόσων στοχασμών, άλλο βέβαια δεν μπορεί κάποιος να καταλάβει, παρά μόνο πως η ευτυχία του ανθρώπου στέκεται στο να είναι ευχαριστημένος, και συνακόλουθα, μη μπορώντας να είναι ολότελα ευτυχής, δεν μπορεί να ονομαστεί ευτυχισμένος σε όλα.

Επομένως, για να ευτυχήσει ο άνθρωπος, όσο περισσότερο είναι δυνατόν, πρέπει πρωτύτερα να εξαλείψει όσες αιτίες της δυσαρέσκειάς του μπορέσει, δηλαδή να υπακούει στη θέλησή του. Αλλά, επειδή όλοι οι άνθρωποι δε θέλουν τα ίδια πράγματα, είναι αναγκαίο οι λιγότεροι να υπακούν στη θέληση των περισσότερων, κι επειδή δεν μπορούν να είναι όλοι ευτυχείς, ας είναι τουλάχιστον οι περισσότεροι.

Η ευτυχία μας λοιπόν κρέμεται από τη διοίκηση, η οποία μπορεί να μας κάνει ευτυχισμένους μόνον όταν αρέσει στους περισσότερους. Γι’ αυτό είναι αναγκαίο να εξετάσετε μαζί μου, ανάμεσα στις τόσες διοικήσεις που έχουν οι άνθρωποι, ποιά είναι η καλύτερη· το πράγμα δεν είναι δύσκολο, γιατί ξέρετε τον τρόπο που σας είπα πριν, τηδοκιμή της. Κι αφού βρούμε τον καλύτερο τρόπο διοίκησης, τότε θα καταλάβουμε και τι είναι η ελευθερία, για την οποία γίνεται λόγος, και πόσες αρετές και άξια κατορθώματα φέρνει, και τέλος πάντων τι πράγμα είναι η ομοιότηςκαι η ομόνοια. Κι όταν βεβαιωθούμε γι’ αυτά, να προσπαθήσουμε να τ’ αποκτήσουμε ξανά και να λαμπρύνουμε πάλι το Γένος μας, που το αμαύρωσε τόσο η τυραννία.

Ο άνθρωπος είναι προικισμένος από τη φύση με το λογικό, με το οποίο συγκρίνει τα πράγματα μεταξύ τους και απ’ αυτά προκρίνει όποια τον ωφελούν περισσότερο· έχει δε μια κλίση προς το καλύτερο (βέλτιον), η οποία πάντοτε τον παρακινεί, σε όποια κατάσταση κι αν βρίσκεται, να ζητάει καλύτερη ζωή. Ο πρώτος λοιπόν και πιο αναγκαίος στοχασμός του είναι να διαφυλάξει τη ζωή του και να τη διαφεντέψει απ’ οποιονδήποτε εχθρό.

Όσο μπορούσε ο άνθρωπος να τρέφεται και να διαφεντεύεται μόνος του, μέχρι τότε σώθηκε η φυσική ζωή, η ευτυχέστερη βέβαια για μας τους θνητούς. Αφότου όμως ο ένας έκραξε τον άλλο για βοήθεια, το φυσικό σύστηματέλειωσε, και, για να το πω έτσι, ευθύς άρχισε το ελεεινόν θέατρο των ανθρώπινων περιστάσεων.

Ίσως κάποιος να ρωτήσει, από πού προήλθε η ανάγκη που βίασε τον άνθρωπο να ζητήσει βοήθεια από κάποιον άλλο· αλλ’ αυτό είναι σα να ρωτάει για ποιό σκοπό (τέλος) και για ποιό λόγο (δια τι) το υπέρτατο Ον έχτισε την οικουμένη. Αδελφοί μου, η μεγαλύτερη αμάθεια είναι να θέλει κανείς να μάθει εκείνα που δεν μπορεί να καταλάβει. Επομένως, όποιος γνωρίζει τα όσα δεν μπορεί να κατανοήσει και τ’ αφήνει στην άκρη (τα παραιτεί), είναι ο σοφότερος από τους ανθρώπους.

Αφού λοιπόν, όπως είπα, έπαψε το πρώτο σύστημα των ανθρώπων, στο οποίο υπήρχε η φύση αντί για τους νόμους, ολόκληρη η γη αντί για τις πολιτείες και η θέληση του καθενός αντί για τα ήθη, αφού, λέω, ο άνθρωπος δε θέλησε να ευχαριστηθεί με τη σημερινή τροφή, αλλά ζήτησε να προετοιμαστεί και για την αυριανή μέρα, και αφού, τέλος πάντων, αποφάσισε να ζήσει μαζί με άλλους, έχασε την αληθινή ευτυχία κι έγινε δούλος όχι μόνο του εαυτού του και άλλων, αλλά και των δικών του άψυχων πραγμάτων.

Πρώτη λοιπόν στάθηκε κι εμφανίστηκε μεταξύ των ανθρώπων η αναρχία. Ευθύς ο δυνατότερος άρχισε να ορίζει νόμους για τον αδύνατο και οι περισσότεροι άρχισαν ν’ αρπάζουν το δίκιο από τους λιγότερους: εκεί φόνοι, εκεί αδικίες, εκεί, τέλος πάντων, μύρια αναγκαία παραπτώματα (πλημμελήματα), μέχρι τότε άγνωστα. Είδε η ανθρωπότητα το καλό που έχασε, αλλά δεν της ήταν πλέον δυνατό να τ’ αποκτήσει ξανά και αναγκαστικά χρειάστηκε να βασανιστεί όχι λίγον καιρό, ώσπου η σκιά του θρόνου άρχισε να μωραίνει τις ψυχές των ανθρώπων· και ιδού, εμφανίστηκε η μοναρχία, η οποία, ως πρόξενος και γεννήτρα της πολιτικής ανομοιότητας των ανθρώπων, σε λίγον καιρό μεταβλήθηκε σε τυραννία κι έφερε στη γη όλα τα κακά που μπορεί να δοκιμάσει το ανθρώπινο γένος.

Ιδού ο τύραννος, ως ημίθεος, να δίνει τον θάνατο σε άλλους και να χαρίζει τη ζωή σε όσους δεν θανατώνει· ιδού τα ελαττώματα, όχι πλέον μισητά αλλά επαινετά και επιθυμητά· ιδού η αδικία με το ξίφος στο δεξί της χέρι να καταπατά την αρετή και να διώκει τη δικαιοσύνη· Ιδού…

Αλλά, τέλος πάντων, αυτά τα ίδια κακά και ανυπόφορες δυστυχίες δίδαξαν στην ανθρωπότητα να βρει μια διοίκηση, στην οποία να πετύχει την ανάπαυση και την ευτυχία της· αυτή λοιπόν η διοίκηση είναι που θέλω να την ονομάσω Νομαρχία, η οποία, όσο περισσότερο οι άνθρωποι αγαπούν την ευτυχία τους, τόσο αυτή στερεώνεται και διατηρείται αμετάβλητη (αμετάτρεπτος), αφού είναι η τελευταία μεταμόρφωση των διάφορων διοικήσεων, για να το πω έτσι, και η μόνη πρόξενος της αρετής, της ισότητας (ομοιότητος) και της ελευθερίας.

Πολλές φορές όλες οι διοικήσεις, καθώς αλλάζουν, βλέπουμε να μην ακολουθούν τον κανόνα που αναφέραμε· όμως, αυτό προέρχεται από διάφορες αιτίες και το θέμα μας δεν επιτρέπει εδώ μια εκτεταμένη διήγηση. Φτάνει μόνο να ξέρει ο καθένας, ότι οποιαδήποτε διοίκηση πρέπει να είναι μία από τις τέσσερις που είπαμε προηγουμένως, τις οποίες κρίνω γενικά, και ότι η τελευταία είναι η καλύτερη και πιο κατάλληλη (αρμοδιότερη) για τη δική μας ευτυχία (ευ ζην).

Αυτήν λοιπόν ας εξετάσουμε, με όση μεγαλύτερη ακρίβεια μπορέσουμε· και βέβαια, σ’ αυτήν θα βρούμε να διασώζεται η ελευθερία, κι επομένως την είσοδο στην ανθρώπινη ευδαιμονία. Αδελφοί μου, η νομαρχία βρίσκεται τόσο στη δημοκρατία, όσο και στην αριστοκρατία, οι οποίες σε άλλο πράγμα δεν διαφέρουν, παρά μόνο στο ότι η μεν δημοκρατία κλίνει προς την αναρχία, η δε αριστοκρατία προς την ολιγαρχία, η οποία πολλές φορές είναι χειρότερη κι από την ίδια την τυραννία. Επειδή όμως και στα δύο αυτά πολιτεύματα (διοικήσεις) σώζεται η Ελευθερία, η επιλογή είναι αδιάφορη. Οπότε, ανάλογα με το πλήθος του λαού, και κατά το κλίμα, πότε μεν προτιμάται η μία και πότε η άλλη.

Τι είναι όμως η Ελευθερία; Ω Έλληνες, στην αναρχία ελεύθεροι είναι μόνον οι ισχυρότεροι, ένας μόνον στη μοναρχία, κανένας στην τυραννία και όλοι στη νομαρχία. Επομένως, κατά τους μεν πρώτους, ελευθερία δεν είναι παρά η εκτέλεση της θέλησης του καθενός, επειδή, καθώς οι άνθρωποι βρίσκονται χωρίς νόμους και κριτές, ο μεν άρπαγας ονομάζει τις αρπαγές του αποτέλεσμα της ελευθερίας του, ομοίως δε και ο άσωτος τις ασωτίες του και ο κακός τις κακίες του.

Κατά τους δεύτερους, σα να πούλησαν την ελευθερία τους στον ένα, άλλο δεν εννοούν μ’ αυτή τη λέξη, παρά τις προσταγές του κυρίου τους και είναι ελεύθεροι μόνο για να τον υπακούνε. Ο δε τύραννος και οι δούλοι του αγνοούν παντελώς αυτό την έννοια, επειδή ποτέ δεν τη δοκίμασαν, ώστε να έχουν μια ιδέα γι’ αυτήν.

Τέλος πάντων, στο πολίτευμα που άρχει ο νόμος (υπό της νομαρχίας) η ελευθερία βρίσκεται σε όλους, αφού όλοι από κοινού την αφιέρωσαν στους νόμους, τους οποίους έφτιαξαν οι ίδιοι, και υπακούοντας σ’ αυτούς είναι ο καθένας ελεύθερος και υπακούει στη θέλησή του. Να, λοιπόν, που σύμφωνα μ’ αυτούς η ελευθερία είναι η υπακοή στους νόμους και, μ’ ένα λόγο, ελευθερία δεν είναι άλλο παρά η ίδια η νομαρχία. Αγαπητοί μου, αυτή είναι η ελευθερία εκείνη, την οποία άλλοι έβλεπαν αστόχαστα να χάνεται, άλλοι έβλεπαν με παραφροσύνη την απείθεια κι άλλοι όπως η απαιδευσία δίδασκε στον καθένα· όλα ετούτα είναι αναπόφευκτα αποτελέσματα της δουλείας, η οποία έκανε τους ανθρώπους βάρβαρους, έφθειρε εντελώς τα ήθη κι εξαιτίας της εμείς διαφέρουμε τόσο από τους προγόνους μας, ώστε σε μερικούς φαινόμαστε ξένο (αλλότριο) γένος.

Αλίμονο! Πού είσαι ιερή ελευθερία! Πού νόμοι! Πού νομοδότες! Όσο γνωρίζουμε την αληθινή σημασία σου, τόσο αυξάνει ο πόθος μας να σε απολαύσουμε. Εσύ είσαι η μητέρα των μεγάλων ανδρών, εσύ ο στύλος της δικαιοσύνης, εσύ πηγή της ευτυχίας. Ε, πόσα καλά λείπουν από εκείνους που σε στερούνται! Και πόσο θα κλάψουν όσοι μέχρι σήμερα δεν σε γνώρισαν!

Ιερή Ελευθερία, εμείς με τα δόντια θα συντρίψουμε τις αλυσίδες μας, και θα τρέξουμε να σε συναντήσουμε! Είναι πλέον αδύνατον οι ελληνικές ψυχές να κοιμούνται στον λήθαργο της τυραννίας! Θ’ ακουστεί και πάλι ο λαμπρός ήχος των αρμάτων μας που θα κατατροπώσουν τους τυράννους, και μάλιστα πολύ γρήγορα!

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου