Πέμπτη 6 Αυγούστου 2015

Ο Σωκράτης και ο Γοργίας για τη δύναμη της πειθούς

Ανδριάντας του Σωκράτη μπροστά από το Μέγαρο τη Ακαδημίας Αθηνών, έργο των Λεωνίδα Δρόση και Attilio Picarelli.Η ρητορική σαν επάγγελμα χωρίς αντικείμενο
 
«Η εμπειρία άλλωστε οδηγεί τη ζωή μας σε πορεία σύμφωνα με την τέχνη, ενώ η απειρία σύμφωνα με την τύχη»
Πλάτων, Γοργίας, 448c
«Ο λόγος δυνάστης μέγας είναι»
Γοργίας, Ελένης Εγκώμιον, παρ.8
 
Ο Σωκράτης ρωτάει να μάθει από τον σοφιστή Γοργία* ποια είναι η δύναμη της τέχνης του, τι επαγγέλλεται και τι διδάσκει. Ο Γοργίας υποστηρίζει ότι είναι γνώστης της ρητορικής τέχνης και ότι μπορεί να την μεταδώσει σε οποιονδήποτε. Ποιο όμως είναι το αντικείμενο της γνώσης που κατέχει ο ρήτορας και διδάσκει σε άλλους;
 
Ο Γοργίας απαντάει πως αντικείμενο της τέχνης του είναι οι λόγοι. Όλοι οι τεχνίτες όμως έχουν ως αντικείμενο τον λόγο όσον αφορά αυτό που επαγγέλλονται. Οι γιατροί μπορούν να εκφέρουν λόγο για αυτά που γνωρίζουν, δηλαδή για τα περί ιατρικής, οι μουσικοί για τα δικά τους, και ούτω καθεξής. «Επομένως η ρητορική δεν αφορά όλους τους λόγους»449e. Για ποιο πράγμα λοιπόν μπορεί να μιλάει ο ρήτορας; Τι είναι αυτό που γνωρίζει;
 
Οι υπόλοιπες τέχνες, υποστηρίζει ο Γοργίας, από την υποδηματοποιεία μέχρι την ιατρική, έχουν σχέση με κάποια χειρονακτική εργασία. Στη ρητορική όμως δεν υπάρχει κάποιο χειρονακτικό έργο, «αλλά ολόκληρη η πράξη και η ισχύς πραγματοποιείται με τα λόγια»450b. Ο Γοργίας έχει κάνει διαχωρισμό χειρονακτικών και πνευματικών επαγγελμάτων, κατατάσσοντας σαφώς την ρητορική στη δεύτερη κατηγορία. Ο Σωκράτης απαντάει λέγοντας πως κάποια επαγγέλματα αρκούνται στη σιωπή για να επιτελεστούν, όπως η ζωγραφική, ενώ κάποια άλλα δεν παράγουν κανένα, ή σχεδόν κανένα, χειρονακτικό έργο, όπως τα μαθηματικά, ενώ όλο τους το κύρος το αντλούν από τα λόγια. Σε ποια πράγματα λοιπόν η ρητορική αποκτά κύρος, χρησιμοποιώντας βέβαια τα λόγια; Ποιο είναι δηλαδή το αντικείμενο των λόγων του ρήτορα
 
«Τα σπουδαιότερα και τα ωραιότερα ανθρώπινα πράγματα»451d απαντάει ο Γοργίας. Αυτό όμως είναι μια αξιολογική κρίση του αντικειμένου της ρητορικής τέχνης, και όχι καθορισμός του γνωστικού της πεδίου. Σίγουρα και ο γιατρός θα έλεγε το ίδιο για την δικιά του τέχνη. «Ποιο αγαθό είναι για τους ανθρώπους σπουδαιότερο από την υγεία;»452a. Ποιο είναι λοιπόν, ρωτάει ο Σωκράτης, αυτό το αγαθό που γνωρίζει και διδάσκει ο ρήτορας, που είναι το σημαντικότερο από όλα τα ανθρώπινα;
«Το μέγιστο αγαθό και αίτιο ελευθερίας για τους ίδιους τους ανθρώπους, και συνάμα αίτιο του να εξουσιάζει κάποιος τους άλλους στην πόλη του»
«Τι λοιπόν λες ότι είναι τούτο;»
 
«Η δυνατότητα να πείθεις με τα λόγια»452d.
Η πειθώ αναδεικνύεται από τον Γοργία ως η μέγιστη ικανότητα που μπορεί να έχει κάποιος. Δεν χρειάζεται φυσικά να καταδειχτεί η αναμφισβήτητη πρακτική χρησιμότητα της πειθούς σε μια κοινωνία άμεσης δημοκρατίας, όπου η εκκλησία του δήμου συνεδρίαζε τουλάχιστον 20 φορές το χρόνο, με συμμετέχοντες το σύνολο των Αθηναίων πολιτών. Από τη στιγμή που ο άρχοντας σε μια δημοκρατική κοινωνία δεν μπορούσε να εξουσιάζει τον λαό επικαλούμενος δύναμη, ικανότητα ή δικαίωμα εξουσίας ελέω θεού ή λόγω της καταγωγής του, και ο κάθε Αθηναίος ανεξάρτητα από μόρφωση, καταγωγή ή επάγγελμα είχε τη δύναμη να επιλέγει και να ψηφίζει για τα θέματα της πόλης του και έτσι να καθορίζει ποιος θα διαχειριζόταν τα ζητήματά της, η ικανότητα στην πειθώ έγινε καίριας σημασίας για τον κάθε επίδοξο πολιτικό ηγέτη.
 
Σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο ήταν που αναπτύχθηκε ο ρητορικός λόγος και ευδοκίμησαν οι σοφιστές και οι ρήτορες, τότε ήταν που άνοιξαν και οι πρώτες φιλοσοφικές σχολές. Αυτό το πλαίσιο όμως εκμεταλλεύτηκαν και οι λαοπλάνοι, οι οποίοι χρησιμοποιώντας τη δημαγωγία και τον λαϊκισμό επιχειρούσαν να κατευθύνουν τους πολίτες στους δικούς τους σκοπούς και να πραγματώσουν τις δικές τους φιλοδοξίες. Την εποχή εξ άλλου που έγραφε ο Πλάτωνας ήταν ακόμα νωπές οι μνήμες του Αλκιβιάδη που έπεισε με τη ρητορική του δεινότητα τους Αθηναίους να καταπλεύσουν στη Σικελία, κάνοντας «το κακό να φαίνεται καλό και το λάθος σωστό», οδηγώντας τον αθηναϊκό στόλο στην καταστροφή.
 
Σε ένα από τα κείμενα του Γοργία που έχουν επιζήσει, Ελένης Εγκώμιον, ο ρήτορας περιγράφει την «κατοχή της πειθούς» σαν εξαναγκασμό: «Αυτός που έπεισε αδικεί ως να εξανάγκασε, αυτή δε [η ωραία Ελένη] που πείστηκε ως να εξαναγκάστηκε από λόγο, μάταια αποκτά κακή φήμη»[παρ.12]. Η τεράστια δύναμη της πειθούς γίνεται για τον Γοργία όχι μόνο όπλο άσκησης εξουσίας, αλλά και αθωωτικό άλλοθι των «υποδουλωμένων» στην ικανότητα του ρήτορα. «Με τη δυνατότητα τούτη δηλαδή θα έχεις δούλο βέβαια τον γιατρό, δούλο όμως και τον παιδοτρίβη»452e.
 
Άρα «η ρητορική δημιουργεί πειθώ, και όλες οι μεταγενέστερες εκδηλώσεις της αλλά και η συνολική της έκφανση καταλήγουν σε τούτο»453a. Ο Γοργίας μάλιστα υποστηρίζει ότι η ρητορική είναι ικανή για ένα πράγμα μόνο: για να δημιουργεί πειθώ στην ψυχή του ακροατηρίου. Άραγε όμως μόνο η ρητορική είναι που δημιουργεί πειθώ ή και οι άλλες τέχνες; «Όποιος διδάσκει οποιοδήποτε αντικείμενο, δημιουργεί πειθώ σχετικά με αυτό που διδάσκει ή όχι;»453d Ο μαθηματικός προφανώς μπορεί να δημιουργήσει πειθώ σχετικά με αυτά που γνωρίζει, ο γιατρός για τα ιατρικά και ο παιδοτρίβης για τα δικά του. Σχετικά με τι λοιπόν πείθει η ρητορική;
 
Ο Γοργίας καταλήγει επιτέλους εκεί που τον οδηγεί ο Σωκράτης, στην πρακτική χρήση της ρητορικής. Λέει λοιπόν πως η ρητορική «είναι τέχνη της πειθούς στα δικαστήρια και στις άλλες συγκεντρώσεις…και αναφέρεται στα πράγματα που είναι δίκαια και άδικα»454b. Εντοπίζει δηλαδή τον στόχο της τέχνης του στα ζητήματα ηθικής, όχι μόνο σε θέματα της πόλης, αλλά και στα δικαστήρια όπου εκδικάζονται ιδιωτικές υποθέσεις.
 
Χαρακτηριστικό της πειθούς όμως είναι ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να μεταδώσει και κάτι που δεν είναι αλήθεια. Γνώση και πίστη είναι διαφορετικά πράγματα, και ενώ η γνώση μπορεί να είναι μόνο αληθινή (αλλιώς δεν είναι γνώση), η πίστη μπορεί να είναι ψευδής. Η δύναμη της πειθούς λοιπόν μπορεί να παρέχει γνώση, μπορεί όμως να παρέχει και πίστη χωρίς γνώση. Κάποιος μπορεί να πειστεί από έναν ρήτορα στο δικαστήριο για την ενοχή ενός κατηγορούμενου, είτε αυτό είναι αληθές είτε όχι, ενώ ο μαθηματικός θα πείσει τον μαθητή του για κάτι που είναι αληθές πέραν πάσης αμφιβολίας. Ο μαθηματικός δηλαδή μεταφέρει γνώση, εκεί που ένας ρήτορας στο δικαστήριο θα κάνει τους δικαστές μόνο να πιστέψουν για την ενοχή ή την αθωότητα του κατηγορούμενου. Η ρητορική δημιουργεί εκείνην την πειθώ, από την οποία δημιουργείται πίστη. «Επομένως, όπως είναι φυσικό, η ρητορική δημιουργεί πειθώ πιστευτική αλλά όχι διδακτική σχετικά με το δίκαιο και το άδικο…και ο ρήτορας δεν διδάσκει στα δικαστήρια και στις άλλες συγκεντρώσεις σχετικά με τα δίκαια και τα άδικα, αλλά μόνο πείθει»455a.
 
Ο Σωκράτης λέει ότι δεν καταλαβαίνει τη χρησιμότητα της ρητορικής. Στην εκκλησία του δήμου αποφασίζεται η εκλογή γιατρών ή στρατηγών σύμφωνα με τις γνώσεις που κάθε υποψήφιος κατέχει. Η ρητορική όπως την περιγράφει ο Γοργίας μέχρι τώρα, με ηθικό αντικείμενο, δεν φαίνεται να έχει ρόλο να παίξει σε αυτή τη διαδικασία, αφού μπορεί να κάνει δηλώσεις μόνο για διαφορές ηθικού περιεχομένου. Ο Γοργίας οπισθοχωρεί, αφού τώρα υποστηρίζει ότι ένας ρήτορας μπορεί να πείσει για όλα τα θέματα της πόλης (πέραν της ηθικής), καλύτερα ακόμα και από έναν ειδικευμένο επαγγελματία. Ναύσταθμοι, τείχη και λιμάνια χτίστηκαν όχι με τις συμβουλές των τεχνιτών, αλλά του Θεμιστοκλή και του Περικλή που χρησιμοποίησαν την ρητορική τους ικανότητα. «Οι ρήτορες είναι που συμβουλεύουν και που η γνώμη τους επικρατεί πάντοτε»456a. Ο ίδιος ο Γοργίας όταν βρέθηκε σε σπίτι αρρώστου που δεν ήθελε να πιει φάρμακο, ενώ ο γιατρός δεν μπορούσε να τον πείσει, τον έπεισε αυτός, όχι με άλλη τέχνη παρά με τη ρητορική. Και σε περίπτωση που ένας γιατρός και ένας ρήτορας βρίσκονταν αντιμέτωποι στην εκκλησία του δήμου για το ποιος να εκλεγεί γιατρός, «ο γιατρός θα εξαφανιζόταν και θα εκλεγόταν ο ικανός στον λόγο, αν ήθελε…Δεν υπάρχει τίποτε για το οποίο να μην μπορεί να μιλήσει πειστικότερα ο γνώστης της ρητορικής απ’ οποιονδήποτε άλλον από το πλήθος των τεχνιτών. Τόση λοιπόν και τέτοια είναι η δύναμη της τέχνης αυτής»456c.
 
Βλέπουμε ότι ο Γοργίας δεν ισχυρίζεται καν ότι ο στόχος του ρήτορα είναι να διδάξει το καλό, παρά μόνο να χρησιμοποιεί την πειθώ για να ξεγλιστράει από δύσκολες περιπτώσεις (όταν βρίσκεται κατηγορούμενος) ή για να κερδίζει δύναμη και φήμη με την επιρροή του. Αναγνωρίζει όμως ότι ένας ρήτορας θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την τέχνη του για να κάνει κακό. Αλλά σε αυτήν την περίπτωση δεν θα έφταιγε ο δάσκαλος, λέει, με τον ίδιο τρόπο που δεν θα έφταιγε ο δάσκαλος της πυγμαχίας αν ο μαθητής του έκανε ένα αντικανονικό χτύπημα. Η δίκαιη χρήση της δύναμής του είναι ευθύνη του μαθητή, και είναι άδικο να κατηγορείται ο δάσκαλος ή η ίδια η τέχνη της ρητορικής για τις φαυλότητες του εκάστοτε ρήτορα.
 
Αναγνωρίζει επίσης και ένα όριο στη δύναμη της ρητορικής πειθούς. Ο ρήτορας μπορεί να πείσει καλύτερα από τον ειδικό σε κάποιο θέμα, αλλά μόνο εκείνους που δεν γνωρίζουν για αυτό («Ενώπιον δηλαδή αυτών οι οποίοι γνωρίζουν δεν θα είναι βέβαια καθόλου πειστικότερος από τον γιατρό»459a). Μόνο ο «όχλος» λοιπόν φαίνεται ότι μπορεί να παρασυρθεί από την πειθώ και άρα μόνο ο όχλος μπορεί να πειστεί για να αποκτήσει μια λανθασμένη πίστη. Άρα, ανακεφαλαιώνει ο Σωκράτης, κάποιος που δεν γνωρίζει για ένα αντικείμενο (όπως ο ρήτορας για την ιατρική) μπορεί να πείσει όσους δεν γνωρίζουν (όπως το πλήθος των Αθηναίων στην εκκλησία του δήμου) με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα από κάποιον που γνωρίζει (όπως ένας γιατρός).
«Και δεν σου φαίνεται μεγάλο πλεονέκτημα Σωκράτη, χωρίς να ξέρει τις άλλες τέχνες αλλά μόνο μία, να μην υστερεί καθόλου από τους ειδικευμένους τεχνίτες;»459c
 
Ο Γοργίας δεν φαίνεται να συνειδητοποιεί πόσο κυνική θα έπρεπε να ακούστηκε αυτή η δήλωση στα αφτιά του Σωκράτη, αφού, αν και έχει ουσιαστικά παραδεχτεί ότι το μόνο που κάνει κατά αποκλειστικότητα η τέχνη του ρήτορα (αυτό δηλαδή που την ξεχωρίζει από τις άλλες) είναι να μπορεί να πείσει τους αδαείς να πιστέψουν κάτι που είναι αναληθές, το παρουσιάζει σαν μεγάλη δύναμη και απόδειξη ανωτερότητας από τις άλλες τέχνες. Οποιαδήποτε γνώση μπορεί να μεταδοθεί από άνθρωπο σε άνθρωπο είναι έτσι κι αλλιώς γνωστικό αντικείμενο ενός ειδικευμένου τεχνίτη, ενώ ο ρήτορας λειτουργεί παρασιτικά, παριστάνοντας ότι ξέρει όσα δεν ξέρει, και μένει στην δικιά του κρίση το αν θα χρησιμοποιήσει τη δύναμη πειθούς του προς όφελος της πόλης ή αποκλειστικά για το δικό του συμφέρον. Εφόσον όμως προηγουμένως δήλωσε ότι η ρητορική «αναφέρεται στα πράγματα που είναι δίκαια και άδικα», πώς διατείνεται τώρα ότι η ευθύνη της δίκαιης χρήσης ανήκει στον εκάστοτε χρήστη; Πώς θα μπορούσε ο ειδικός σε μια τέχνη που έχει αντικείμενο τα ηθικά ζητήματα να κάνει ανήθικη χρήση της; Μα φυσικά, μόνο αν είναι αμοραλιστής.
 
Ο Γοργίας στο σημείο αυτό του διαλόγου φαίνεται να κάνει πίσω, αφού αν ακολουθούσε μέχρι τέλους τον συλλογισμό του, θα έπρεπε να παρουσιάσει ξεκάθαρα τον ρήτορα σαν τον ανήθικο πολιτικό που δεν τον ενδιαφέρει ούτε η αλήθεια ούτε η δικαιοσύνη ούτε το καλό της πόλης, αλλά μόνο η δικιά του «καλή ζωή», η φήμη και το συμφέρον του. Είναι ίσως αυτή η δίψα για αναγνώριση, το ότι θέλει να έχει καλή φήμη, που τον κάνει να μη λέει αυτά που σκέφτεται, αυτά που προκύπτουν από όσα είπε, καταδικάζοντας τώρα την άδικη χρήση της πειθούς, για να οδηγηθεί τελικά στην παραδοξολογία.
 
Πρέπει λοιπόν ο ρήτορας, παραδέχεται ο Γοργίας, να είναι δίκαιος. Άρα πρέπει να ξέρει τα δίκαια και τα άδικα, και να θέλει να πράττει τα δίκαια. Ο γνώστης της ρητορικής λοιπόν δεν θα μπορούσε ποτέ να αδικήσει. Αν όμως ο ρήτορας δεν αδικεί ποτέ, τότε ποτέ δεν πρέπει να παριστάνει ότι ξέρει όσα δεν ξέρει, ούτε να πείθει υπέρ μιας λανθασμένης πίστης ή να παρουσιάζει μια πίστη σαν γνώση. Αλλά αν για να πείσει ο ρήτορας πρέπει όντως να ξέρει όσα λέει ότι ξέρει, τότε πρέπει να γίνει και γιατρός αν θέλει να πείσει για ιατρικά θέματα, και αρχιτέκτονας αν θέλει να πείσει για το χτίσιμο κτηρίων, και στρατηγός αν θέλει να πείσει τους πολίτες για μια εκστρατεία. Για όλα αυτά όμως υπάρχουν ήδη γιατροί, αρχιτέκτονες και στρατηγοί για να χρησιμοποιήσουν την πειθώ που δημιουργεί γνώση.
 
Οπότε ποια είναι η αξία της ρητορικής που διδάσκει ο Γοργίας και οι σοφιστές;
------------------
* Ο διάσημος στην εποχή του ρήτορας, σοφιστής και φιλόσοφος, μαθητής του Εμπεδοκλή. Ο διάλογος εξελίσσεται γύρω στο 427π.Χ., αφού τότε ήταν που ο Γοργίας πήγε στη Αθήνα πρώτη φορά, και ο Σωκράτης θα ήθελε να συνομιλήσει μαζί του, λόγω της φήμης του.
 
Πλάτων – Γοργίας ή περί ρητορικής

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου