Ο θάνατος δεν είναι ένα γεγονός της ζωής. Δεν ζούμε ώστε να αποκτήσουμε την εμπειρία του θανάτου. Εάν δεχτούμε ότι η αιωνιότητα δεν σημαίνει ατέλειωτη χρονική διάρκεια αλλά αχρονία, τότε η αιωνία ζωή ανήκει σε εκείνους που ζουν εντός του παρόντος. -Ludwig Wittgenstein
Θάνατος. Η μοίρα κάθε έμβιου όντος. Η βιολογική κατάλυση ή καταστροφή της μονάδας ενός είδους, η αποδόμηση και η εξαφάνιση της βιομάζας του. Πιο απλά: η οριστική παύση όλων των βιολογικών λειτουργιών που υποστηρίζουν τη διαβίωση ενός οργανισμού. Εδώ, βέβαια, μιλάμε για τον άνθρωπο που μετά το οριστικό του τέλος μένει το ίχνος της ζωής του, ώσπου να περάσει και αυτό στη λήθη.
Ας θυμηθούμε την οντολογική σημασία του «Dasein», τη βάση της φιλοσοφίας του Μάρτιν Χάιντεγκερ που σημαίνει «το να είσαι εκεί». Εναν τρόπο ύπαρξης δηλαδή που είναι ενσυνείδητος, που είναι διαρκώς συνδεδεμένος με τον κόσμο και που ως εκ τούτου οφείλει να λαμβάνει υπόψη του θέματα όπως η ατομικότητα αλλά και η θνητότητα (συν το παράδοξο του να ζεις με άλλα ανθρώπινα πλάσματα, ενώ ουσιαστικά είσαι μόνος με τον εαυτό σου). Εδώ θα περιοριστούμε στη γνώση της θνητότητας. Τα πουλιά, οι αγελάδες, τα φίδια κ.λπ. απλά πεθαίνουν εν αγνοία τους. Μόνο ο άνθρωπος το αναπόφευκτο αυτό γεγονός το γνωρίζει από πριν. Πρόκειται για μια αφάνταστα οδυνηρή συνειδητότητα που θεμελιώνει ωστόσο ολόκληρο τον πολιτισμό μας. Στην ουσία δημιουργούμε πάσης φύσεως έργα, φοβούμενοι τη ζωή που μας οδηγεί στον θάνατο.
Στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός δηλώνει στους πρωτόπλαστους: τη μέρα που θα φάτε από το δέντρο της γνώσης, θα πεθάνετε. Έφαγαν, αλλά δεν πέθαναν. Βγήκαν έξω στον κόσμο και σταδιακά έκαναν τον κόσμο αντικείμενο. Ο εγκέφαλος του ανθρώπου μεγάλωσε, η κρανιακή κάψα μεγεθύνθηκε, έγινε μια έκρηξη στο μυαλό του κι έτσι ήρθε κάποια στιγμή που διατύπωσε την πρώτη ερμηνεία για ό,τι συνέβαινε τριγύρω του.
Πίσω στο προπατορικό αμάρτημα. «Ο όφις είναι το πρώτο γιατί» (είπε ο Καντ). Και αμέσως είχαμε τον πρώτο θάνατο: ο Κάιν σκοτώνει τον 'Αβελ. Τι κάνει τότε ο Θεός; Τον σημαδεύει με ένα κεραυνό στο μέτωπο - ότι έχει σκοτώσει.
Πτήση στο διαχρονικό σήμερα. Το θέμα φυσικά είναι τι κάνει κανείς με τη ζωή. Κι αργότερα, το πώς οδηγεί τη ζωή του προς αυτό το προδιαγεγραμμένο τέλος. Διότι ποτέ δεν ξέρεις. Ο Σόλων δεν έλεγε «Μηδένα προ του τέλους μακάριζε»;
Ο φόβος του θανάτου είναι η αίσθηση ότι θα χάσουμε τον κόσμο. «Δεν θα ξαναγευτώ τίποτα από όλα αυτά» λες. Τον πόνο, τον φόβο του θανάτου τον γεννάει αυτή ακριβώς η αγάπη που έχουμε για τη ζωή και δεν θέλουμε με τίποτα να τη χάσουμε. Έτσι η γνώση του θανάτου νοηματοδοτεί κάθε πράξη της ζωής μας.
Αισιόδοξη νότα. Τις πιο θετικές σκέψεις τις έχει διατυπώσει ο Επίκουρος, ο οποίος θεωρώντας ότι δεν πρέπει να φοβόμαστε τον θάνατο, υποστηρίζει πως είναι στο χέρι μας να ζήσουμε ο καθένας μια χαρούμενη και ευτυχισμένη ζωή:
Ὁ θάνατος οὐδὲν πρὸς ἡμᾶς· τὸ γὰρ διαλυθὲν ἀναισθητεῖ͵ τὸ δ΄ ἀναισθητοῦν οὐδὲν πρὸς ἡμᾶς... Τὸ φρικωδέστατον οὖν τῶν κακῶν ὁ θάνατος οὐθὲν πρὸς ἡμᾶς͵ ἐπειδήπερ ὅταν μὲν ἡμεῖς ὦμεν͵ ὁ θάνατος οὐ πάρεστιν͵ ὅταν δὲ ὁ θάνατος παρῇ͵ τόθ΄ ἡμεῖς οὐκ ἐσμέν. οὔτε οὖν πρὸς τοὺς ζῶντάς ἐστιν οὔτε πρὸς τοὺς τετελευτηκότας͵ ἐπειδήπερ περὶ οὓς μὲν οὐκ ἔστιν͵ οἳ δ΄ οὐκέτι εἰσίν.
Ο θάνατος δεν είναι τίποτε για εμάς, διότι αυτό που έχει αποσυντεθεί δεν αισθάνεται και αυτό που δεν αισθάνεται δεν είναι τίποτε για εμάς... Το πιο φοβερό λοιπόν από τα κακά, ο θάνατος, δεν είναι τίποτε για εμάς - στον βαθμό που, όσο υπάρχουμε, δεν είναι παρών· κι όταν πάλι είναι παρών εκείνος, τότε δεν υπάρχουμε εμείς. Αρα ο θάνατος δεν υπάρχει ούτε για τους ζωντανούς ούτε για τους πεθαμένους - εφόσον για τους πρώτους δεν υφίσταται ακόμα, ενώ οι άλλοι δεν υπάρχουν πια.
Ο θάνατος δεν είναι μία εμπειρική - αντικειμενική έννοια. Κανείς δεν μπορεί σου τον κλέψει, κανείς δεν μπορεί να πεθάνει για σένα. 'Ασε που ούτε ο ίδιος μπορείς να τον καταλάβεις. Γιατί είναι ασυμβίβαστος με την κοινή λογική. Το «όχι ακόμη» της ζωής είναι το εν δυνάμει του θανάτου. Με λίγα λόγια, από τη στιγμή που γεννιέται ένας άνθρωπος, ενώ είναι έτοιμος να πεθάνει, είναι αυτό το «όχι ακόμη» που το θεωρεί ως δεδομένο και το απορροφά μέσα στην καθημερινότητα, ώστε να την αντέξει. Γιατί «Η ζωή σταματά να έχει νόημα από τη στιγμή που χάνεις την ψευδαίσθηση ότι είσαι αιώνιος» λέει ο Σαρτρ. Το ένστικτο της επιβίωσης, ως γνωστόν, είναι πανίσχυρο. Λένε πως η ζωή αναβοσβήνει μπροστά στα μάτια σου πριν πεθάνεις. Αυτό όντως συμβαίνει. Και λέγεται ζωή.
Ο φόβος του θανάτου είναι όμως και ο φόβος του αγνώστου. Μιας συνθήκης έξω από εμάς που θα μας συμβεί σίγουρα και την οποία πρέπει κάπως να αντιμετωπίσουμε. Εκεί, σ' αυτόν τον βαθιά ριζωμένο φόβο του αγνώστου είναι θεμελιωμένες όλες οι θρησκείες.
«Oι κατεστημένες δυνάμεις έχουν μια βαθιά συγγένεια με τον θάνατο, ο θάνατος είναι μια ένδειξη ανελευθερίας, ήττας. Η θεολογία και η φιλοσοφία σήμερα συναγωνίζονται αναμεταξύ τους, τιμώντας τον θάνατο σαν υπαρξιακή κατηγορία: Διαστρέφοντας ένα βιολογικό γεγονός σε οντολογική ουσία, επιθέτουν υπερβατικές ευλογίες πάνω στην ενοχή της ανθρωπότητας που βοηθούν να διαιωνίζεται - προδίνουν την υπόσχεση της ουτοπίας» έλεγε ο Herbert Marcuse. Εάν δεν υπήρχε θάνατος δεν θα μιλάγαμε για Κόλαση και Παράδεισο, επερχόμενη κρίση, ανταμοιβή ή τιμωρία, μεταθανάτια ζωή. Ταυτόχρονα, θεμελιώδεις θρησκευτικές δοξασίες με οικουμενική δύναμη σαν την αθανασία υπόσχονται και «μέλλον», δίνοντας κάποια διέξοδο στη μεταφυσική αγωνία του ανθρώπου.
Γεγονός είναι ότι ο θάνατος συνυφαίνεται με τη ζωή και κατευθύνει τις επιλογές μας. «Ο θάνατος μετατρέπει τη ζωή σε πεπρωμένο» λέει ο Μαλρό. Γι' αυτό και η επίδρασή του στην παγκόσμια ιστορία της Τέχνης είναι αδιάλειπτη. Το μακάβριο, η υπενθύμιση της θνητότητας και η ματαιοδοξία της κοσμικής ζωής (makabre, memento mori, vanitas) έδωσαν τροφή για αριστουργήματα κάθε μορφής τέχνης και οδήγησαν στη μέθεξη ενός συνόλου αξιών. Αξίζει να αναφέρω εδώ κάποιους στίχους από το «αθάνατο» ποίημα του Ντίλαν Τόμας «Και ο θάνατος δεν θα έχει πια εξουσία»: Κι ο θάνατος δεν θα 'χει πια εξουσία / Γυμνοί οι νεκροί θα γίνουν ένα / Με τον άνθρωπο του ανέμου και του δυτικού φεγγαριού / Όταν ασπρίσουν τα κόκαλά τους και τριφτούν τ' άσπρα κόκαλα / Θα 'χουν αστέρια στον αγκώνα και στο πόδι / Αν τρελάθηκαν η γνώση τους θα ξαναρθεί, / Αν βούλιαξαν στο πέλαγος θ' αναδυθούν / Αν χάθηκαν οι εραστές δεν θα χαθεί η αγάπη / Κι ο θάνατος δεν θα 'χει πια εξουσία. 'Οσο για τη λογοτεχνία, ο Ουμπέρτο Εκο έλεγε πως είναι «μαθητεία στο πεπρωμένο και στον θάνατο». Αλήθεια, μία αίσθηση θανάτου ελλοχεύει πάντοτε στα δυνατά λογοτεχνικά έργα. Προσωπικά κρατάω το ιδιοφυές μότο του Βιτγκενστάιν: «Ο θάνατος δεν είναι γεγονός της ζωής». Πιθανόν και να αρκεί.
Θάνατος. Η μοίρα κάθε έμβιου όντος. Η βιολογική κατάλυση ή καταστροφή της μονάδας ενός είδους, η αποδόμηση και η εξαφάνιση της βιομάζας του. Πιο απλά: η οριστική παύση όλων των βιολογικών λειτουργιών που υποστηρίζουν τη διαβίωση ενός οργανισμού. Εδώ, βέβαια, μιλάμε για τον άνθρωπο που μετά το οριστικό του τέλος μένει το ίχνος της ζωής του, ώσπου να περάσει και αυτό στη λήθη.
Ας θυμηθούμε την οντολογική σημασία του «Dasein», τη βάση της φιλοσοφίας του Μάρτιν Χάιντεγκερ που σημαίνει «το να είσαι εκεί». Εναν τρόπο ύπαρξης δηλαδή που είναι ενσυνείδητος, που είναι διαρκώς συνδεδεμένος με τον κόσμο και που ως εκ τούτου οφείλει να λαμβάνει υπόψη του θέματα όπως η ατομικότητα αλλά και η θνητότητα (συν το παράδοξο του να ζεις με άλλα ανθρώπινα πλάσματα, ενώ ουσιαστικά είσαι μόνος με τον εαυτό σου). Εδώ θα περιοριστούμε στη γνώση της θνητότητας. Τα πουλιά, οι αγελάδες, τα φίδια κ.λπ. απλά πεθαίνουν εν αγνοία τους. Μόνο ο άνθρωπος το αναπόφευκτο αυτό γεγονός το γνωρίζει από πριν. Πρόκειται για μια αφάνταστα οδυνηρή συνειδητότητα που θεμελιώνει ωστόσο ολόκληρο τον πολιτισμό μας. Στην ουσία δημιουργούμε πάσης φύσεως έργα, φοβούμενοι τη ζωή που μας οδηγεί στον θάνατο.
Στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός δηλώνει στους πρωτόπλαστους: τη μέρα που θα φάτε από το δέντρο της γνώσης, θα πεθάνετε. Έφαγαν, αλλά δεν πέθαναν. Βγήκαν έξω στον κόσμο και σταδιακά έκαναν τον κόσμο αντικείμενο. Ο εγκέφαλος του ανθρώπου μεγάλωσε, η κρανιακή κάψα μεγεθύνθηκε, έγινε μια έκρηξη στο μυαλό του κι έτσι ήρθε κάποια στιγμή που διατύπωσε την πρώτη ερμηνεία για ό,τι συνέβαινε τριγύρω του.
Πίσω στο προπατορικό αμάρτημα. «Ο όφις είναι το πρώτο γιατί» (είπε ο Καντ). Και αμέσως είχαμε τον πρώτο θάνατο: ο Κάιν σκοτώνει τον 'Αβελ. Τι κάνει τότε ο Θεός; Τον σημαδεύει με ένα κεραυνό στο μέτωπο - ότι έχει σκοτώσει.
Πτήση στο διαχρονικό σήμερα. Το θέμα φυσικά είναι τι κάνει κανείς με τη ζωή. Κι αργότερα, το πώς οδηγεί τη ζωή του προς αυτό το προδιαγεγραμμένο τέλος. Διότι ποτέ δεν ξέρεις. Ο Σόλων δεν έλεγε «Μηδένα προ του τέλους μακάριζε»;
Ο φόβος του θανάτου είναι η αίσθηση ότι θα χάσουμε τον κόσμο. «Δεν θα ξαναγευτώ τίποτα από όλα αυτά» λες. Τον πόνο, τον φόβο του θανάτου τον γεννάει αυτή ακριβώς η αγάπη που έχουμε για τη ζωή και δεν θέλουμε με τίποτα να τη χάσουμε. Έτσι η γνώση του θανάτου νοηματοδοτεί κάθε πράξη της ζωής μας.
Αισιόδοξη νότα. Τις πιο θετικές σκέψεις τις έχει διατυπώσει ο Επίκουρος, ο οποίος θεωρώντας ότι δεν πρέπει να φοβόμαστε τον θάνατο, υποστηρίζει πως είναι στο χέρι μας να ζήσουμε ο καθένας μια χαρούμενη και ευτυχισμένη ζωή:
Ὁ θάνατος οὐδὲν πρὸς ἡμᾶς· τὸ γὰρ διαλυθὲν ἀναισθητεῖ͵ τὸ δ΄ ἀναισθητοῦν οὐδὲν πρὸς ἡμᾶς... Τὸ φρικωδέστατον οὖν τῶν κακῶν ὁ θάνατος οὐθὲν πρὸς ἡμᾶς͵ ἐπειδήπερ ὅταν μὲν ἡμεῖς ὦμεν͵ ὁ θάνατος οὐ πάρεστιν͵ ὅταν δὲ ὁ θάνατος παρῇ͵ τόθ΄ ἡμεῖς οὐκ ἐσμέν. οὔτε οὖν πρὸς τοὺς ζῶντάς ἐστιν οὔτε πρὸς τοὺς τετελευτηκότας͵ ἐπειδήπερ περὶ οὓς μὲν οὐκ ἔστιν͵ οἳ δ΄ οὐκέτι εἰσίν.
Ο θάνατος δεν είναι τίποτε για εμάς, διότι αυτό που έχει αποσυντεθεί δεν αισθάνεται και αυτό που δεν αισθάνεται δεν είναι τίποτε για εμάς... Το πιο φοβερό λοιπόν από τα κακά, ο θάνατος, δεν είναι τίποτε για εμάς - στον βαθμό που, όσο υπάρχουμε, δεν είναι παρών· κι όταν πάλι είναι παρών εκείνος, τότε δεν υπάρχουμε εμείς. Αρα ο θάνατος δεν υπάρχει ούτε για τους ζωντανούς ούτε για τους πεθαμένους - εφόσον για τους πρώτους δεν υφίσταται ακόμα, ενώ οι άλλοι δεν υπάρχουν πια.
Ο θάνατος δεν είναι μία εμπειρική - αντικειμενική έννοια. Κανείς δεν μπορεί σου τον κλέψει, κανείς δεν μπορεί να πεθάνει για σένα. 'Ασε που ούτε ο ίδιος μπορείς να τον καταλάβεις. Γιατί είναι ασυμβίβαστος με την κοινή λογική. Το «όχι ακόμη» της ζωής είναι το εν δυνάμει του θανάτου. Με λίγα λόγια, από τη στιγμή που γεννιέται ένας άνθρωπος, ενώ είναι έτοιμος να πεθάνει, είναι αυτό το «όχι ακόμη» που το θεωρεί ως δεδομένο και το απορροφά μέσα στην καθημερινότητα, ώστε να την αντέξει. Γιατί «Η ζωή σταματά να έχει νόημα από τη στιγμή που χάνεις την ψευδαίσθηση ότι είσαι αιώνιος» λέει ο Σαρτρ. Το ένστικτο της επιβίωσης, ως γνωστόν, είναι πανίσχυρο. Λένε πως η ζωή αναβοσβήνει μπροστά στα μάτια σου πριν πεθάνεις. Αυτό όντως συμβαίνει. Και λέγεται ζωή.
Ο φόβος του θανάτου είναι όμως και ο φόβος του αγνώστου. Μιας συνθήκης έξω από εμάς που θα μας συμβεί σίγουρα και την οποία πρέπει κάπως να αντιμετωπίσουμε. Εκεί, σ' αυτόν τον βαθιά ριζωμένο φόβο του αγνώστου είναι θεμελιωμένες όλες οι θρησκείες.
«Oι κατεστημένες δυνάμεις έχουν μια βαθιά συγγένεια με τον θάνατο, ο θάνατος είναι μια ένδειξη ανελευθερίας, ήττας. Η θεολογία και η φιλοσοφία σήμερα συναγωνίζονται αναμεταξύ τους, τιμώντας τον θάνατο σαν υπαρξιακή κατηγορία: Διαστρέφοντας ένα βιολογικό γεγονός σε οντολογική ουσία, επιθέτουν υπερβατικές ευλογίες πάνω στην ενοχή της ανθρωπότητας που βοηθούν να διαιωνίζεται - προδίνουν την υπόσχεση της ουτοπίας» έλεγε ο Herbert Marcuse. Εάν δεν υπήρχε θάνατος δεν θα μιλάγαμε για Κόλαση και Παράδεισο, επερχόμενη κρίση, ανταμοιβή ή τιμωρία, μεταθανάτια ζωή. Ταυτόχρονα, θεμελιώδεις θρησκευτικές δοξασίες με οικουμενική δύναμη σαν την αθανασία υπόσχονται και «μέλλον», δίνοντας κάποια διέξοδο στη μεταφυσική αγωνία του ανθρώπου.
Γεγονός είναι ότι ο θάνατος συνυφαίνεται με τη ζωή και κατευθύνει τις επιλογές μας. «Ο θάνατος μετατρέπει τη ζωή σε πεπρωμένο» λέει ο Μαλρό. Γι' αυτό και η επίδρασή του στην παγκόσμια ιστορία της Τέχνης είναι αδιάλειπτη. Το μακάβριο, η υπενθύμιση της θνητότητας και η ματαιοδοξία της κοσμικής ζωής (makabre, memento mori, vanitas) έδωσαν τροφή για αριστουργήματα κάθε μορφής τέχνης και οδήγησαν στη μέθεξη ενός συνόλου αξιών. Αξίζει να αναφέρω εδώ κάποιους στίχους από το «αθάνατο» ποίημα του Ντίλαν Τόμας «Και ο θάνατος δεν θα έχει πια εξουσία»: Κι ο θάνατος δεν θα 'χει πια εξουσία / Γυμνοί οι νεκροί θα γίνουν ένα / Με τον άνθρωπο του ανέμου και του δυτικού φεγγαριού / Όταν ασπρίσουν τα κόκαλά τους και τριφτούν τ' άσπρα κόκαλα / Θα 'χουν αστέρια στον αγκώνα και στο πόδι / Αν τρελάθηκαν η γνώση τους θα ξαναρθεί, / Αν βούλιαξαν στο πέλαγος θ' αναδυθούν / Αν χάθηκαν οι εραστές δεν θα χαθεί η αγάπη / Κι ο θάνατος δεν θα 'χει πια εξουσία. 'Οσο για τη λογοτεχνία, ο Ουμπέρτο Εκο έλεγε πως είναι «μαθητεία στο πεπρωμένο και στον θάνατο». Αλήθεια, μία αίσθηση θανάτου ελλοχεύει πάντοτε στα δυνατά λογοτεχνικά έργα. Προσωπικά κρατάω το ιδιοφυές μότο του Βιτγκενστάιν: «Ο θάνατος δεν είναι γεγονός της ζωής». Πιθανόν και να αρκεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου