Μια προοπτική σοφίας.
Ο Πλάτων εφαρμόζει μια σχιζοφρενική παιδαγωγική, με μια ερμητική προφορική διδασκαλία που απευθύνεται σε μια ομάδα εκλεκτών και μια άλλη, εξωτερική, που προσφέρεται στους πολλούς. Αριστοκρατική άσκηση της φιλοσοφίας. Η Ακαδημία διακηρύττει λοιπόν μια εκπαίδευση που φαινομενικά είναι ανοιχτή σε όλους: τίποτα δε φανερώνει την ύπαρξη περιορισμών σχετικά με την πρόσβαση στις διδασκαλίες του Πλάτωνα. Ολόκληρο το γραπτό του έργο, το μόνο που έχουμε, προέρχεται αποκλειστικά απ’ αυτήν τη φανερή, εξωτερική μεταβίβαση.
Όμως υπήρχε και μια μυστική διδασκαλία που προσφερόταν σε μαθητές επιλεγμένους από τους καλύτερους μαθητές των δημόσιων μαθημάτων. Πιθανότατα τους δίδασκε, μετά από προπαρασκευαστικά έτη μαθηματικών υψηλού επιπέδου, τις πρώτες αρχές, τις έσχατες αιτίες, τα γενεαλογικά στοιχεία. Έκτοτε το χάσμα ανάμεσα στη φιλοσοφία χαμηλής ποιότητας για τους πολλούς και τη φιλοσοφία για την ελίτ φαίνεται ξεκάθαρα στην ιστορία των ιδεών.
Ως αντίδοτο, και σ’ αυτό το σημείο, της πλατωνικής φιλοσοφικής πρακτικής, ο Επίκουρος και οι οπαδοί του ενεργούν διαφορετικά: ο Κήπος είναι ανοιχτός για όλους και όλες, αδιακρίτως ηλικίας, φύλου, κοινωνικής θέσης, πνευματικής καλλιέργειας, καταγωγής, χωρίς την επιδίωξη δημιουργίας μιας αριστοκρατίας προορισμένης να καταλάβει υψηλές θέσεις στην κοινωνία – ουσιαστικά με στόχο την αναπαραγωγή του κοινωνικού συστήματος…
Η πλατωνική θεώρηση είναι θεωρητική και ελιτίστικη· η επικούρεια πρόταση πρακτική και υπαρξιακή. Η ιστορία της φιλοσοφίας διαρθρώνεται συνολικά γύρω από τους δύο αυτούς τροπισμούς: μια μυστική θεωρητική πρακτική, μια υπαρξιακή δέσμευση στην καθημερινή ζωή.
Εξ ου και οι σχετικοί χώροι: ο Πλάτων διδάσκει σ’ ένα απομονωμένο μέρος, μυστικό, κλειστό, περιφραγμένο, ανάμεσα σε ομοίους που διακρίνονται από τους πολλούς και προορίζονται να κυβερνήσουν πιο πολύ τους άλλους παρά τον εαυτό τους.
Πώς λοιπόν να μην αναλογιστούμε τον θεσμό των ελιτίστικων σχολών, η κοινωνική λειτουργία των οποίων συνίσταται στην παροχή προς την κοινωνία των καλύτερων στοιχείων για την εξασφάλιση της συνέχειας του συστήματος που τους στρατολογεί και τους συντηρεί; Από τη μυστική Ακαδημία ως τις Grandes Ecoles της Γαλλικής Δημοκρατίας η συγγένεια είναι ξεκάθαρη. Στα οποία πρέπει επιπλέον να προσθέσουμε το Πανεπιστήμιο, που γίνεται όλο και πιο ανεκτικό ιδεολογικά όσο μειώνεται η εξουσία του – το είδαμε στην πράξη όταν η δύναμή του ήταν απεριόριστη…
Ο Πιερ Αντό δηλώνει ότι ολόκληρη η αρχαία φιλοσοφία λειτουργεί βάσει της ίδιας αρχής: έχει ως στόχο τη φιλοσοφική ζωή. Φοβάμαι ότι θα πρέπει να τροποποιήσουμε αυτήν την ελκυστική αλλά εύθραυστη υπόθεση στην περίπτωση του τάδε ή του δείνα προσωκρατικού -για παράδειγμα, του Ηράκλειτου, του Εμπεδοκλή…-, του Πλάτωνα και των μαθητών του -τι να πούμε για τον Τίμαιο;- και κυρίως τον Αριστοτέλη των Φυσικών ή του Μετά τα φυσικά… Προφανώς ο στωικισμός, ο επικουρισμός, ο κυνισμός ή ο κυρηναϊσμός προϋποθέτουν υπαρξιακές πρακτικές, εκεί οδηγούν εξάλλου οι θεωρίες τους. Απεναντίας, η θεωρητική φιλοσοφία δεν καταλήγει απαραίτητα στον ευδαιμονισμό για όλους τους αρχαίους φιλοσόφους.
Το αρχαίο χάσμα που είναι ορατό στον διαχωρισμό ανοικτή αγορά / μυστική σχολή συνεχίζεται με το επίσημο γίγνεσθαι του χριστιανισμού, που δυσφημίζει στο σύνολό της την υπαρξιακή φιλοσοφία. Οι Πατέρες της Εκκλησίας διεκδικούν την “αληθινή φιλοσοφία” – η έκφραση απαντάται σχεδόν στο σύνολο των ομιλιών τους… Βάσει της αρχής του διανοούμενου αυλικού, του φιλοσόφου της εξουσίας, ο Ευσέβιος της Καισαρείας, φίλος και εγκωμιαστής του Κωνσταντίνου, δίνει τον τόνο: ο φιλόσοφος θέτει την ικανότητά του ως προς τη σύλληψη εννοιών, τη συλλογιστική του δύναμη, το ταλέντο του στον στοχασμό, στην υπηρεσία ενός σκοπού που δικαιολογεί και νομιμοποιεί συμβιβασμούς με την ιστορία, τα αρχεία, την αλήθεια.
Μια ατελείωτη σειρά στοχαστών παρατάσσεται έκτοτε, με λιγότερο ή περισσότερο ζήλο, πίσω από την εξουσία και εκμηδενίζει κάθε δυνατότητα ελεύθερης σκέψης και συγγραφής. Η φιλοσοφική ζωή; Ανύπαρκτη πλέον. Αρκεί ν’ ακολουθείς τις ψευδοδιδασκαλίες του συμπλεγματικού Αποστόλου Παύλου για να γίνεις φιλόσοφος. Κάθε αρχαία σοφία, καθόσον ειδωλολατρική, είναι σφαλερή, κάθε εναλλακτικός χριστιανισμός, κυρίως ο γνωστικισμός, είναι αιρετικός, κάθε αυτόνομος ή ανεξάρτητος στοχασμός απαγορεύεται. Η αγορά; Το φόρουμ; Ο κήπος; Δεν υπάρχουν πια… Η Εκκλησία κυριαρχεί παντού και επιβάλλει τις επισκοπικές, και συνεπώς αυτοκρατορικές, προτροπές.
Η υπαρξιακή πρακτική επιμένει. Περιέργως, η επικούρεια κοινότητα θα μπορούσε κάλλιστα, με κάποιες θεωρητικές διασαφηνίσεις -βάσει της αρχής των χριστιανών επικούρειων, όπως ο Βάλα, ο Έρασμος, ο Γκασαντί και άλλοι…- να είναι η απόδειξη της συνέχειας μιας φιλοσοφικής υπαρξιακής πρακτικής: η θεωρία έχει ως στόχο την εφαρμογή, οι ιδέες παίρνουν σάρκα και οστά. Το να είσαι χριστιανός δε σημαίνει ότι περιορίζεσαι σε μια επιφανειακή επίδειξη, αλλά ότι ζεις χριστιανικά, μιμούμενος τη ζωή και τα καθημερινά έργα του Ιησού. Βάσει αυτής της αρχής, η κοινοβιακή κοινότητα του Βενέδικτου, για παράδειγμα, δε θα είχε ξαφνιάσει τους Αθηναίους οπαδούς του επικούρειου Κήπου.
Ο χριστιανισμός εξοντώνει λοιπόν την υπαρξιακή πλευρά της φιλοσοφίας προκειμένου να την παρασύρει προς την πλευρά της επιχειρηματολογίας, της συζήτησης, της διαμάχης περί ασήμαντων λεπτομερειών του δόγματος: έκτοτε η θεολογία σκοτώνει τη φιλοσοφία, ή τουλάχιστον προτίθεται να διαπράξει το έγκλημα. Από τον Ειρηναίο της Λυόν, με το Κατά των αιρέσεων, έως τον Θωμά Ακινάτη και τη Θεολογική σύνοψη, η φιλοσοφία τίθεται στην υπηρεσία ασήμαντων έργων. Ο Θεός: αυτός είναι στο εξής το μοναδικό δυνατό αντικείμενο οιουδήποτε στοχασμού. Ιδού η αιτία τουλάχιστον δέκα αιώνιων σκοταδισμού στη Δύση…
Το αρχαίο πνεύμα σήμερα προσφέρει ακόμα μια ευκαιρία να βγούμε από το αδιέξοδο στο οποίο συχνότατα βυθίζεται η θεωρητική φιλοσοφία – η κυρίαρχη στο Πανεπιστήμιο και στους επίσημους χώρους της φιλοσοφίας. Τάσσομαι υπέρ της επανενεργοποίησης αυτού του πνεύματος της αρχαίας υπαρξιακής φιλοσοφίας.
Η απόδειξη του φιλοσόφου; Η ίδια του η ζωή. Ένα γραπτό έργο που δεν συνοδεύεται από μια φιλοσοφική ζωή δεν αξίζει ούτε δευτερόλεπτο προσοχής. Η σοφία κρίνεται στις λεπτομέρειες: σε όσα λέει κάποιος ή δε λέει, κάνει ή δεν κάνει, σκέπτεται ή δε σκέπτεται.
Ο φιλόσοφος είναι φιλόσοφος είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο, ακόμα και στα σημειώματά του για το καθαριστήριο, για να επαναλάβουμε το συνηθισμένο επιχείρημα… Ο Πλάτων είναι φιλόσοφος όταν γράφει κατά του ηδονισμού στον Φίληβο, αλλά και όταν ο έμπορος του ασκητικού ιδεώδους πεθαίνει κατά τη διάρκεια ενός συμποσίου· όταν συντάσσει τον Παρμενίδη, όπως και όταν επιθυμεί να κάψει τα έργα του Δημόκριτου· όταν ιδρύει την Ακαδημία, αλλά και με το παρελθόν του ως δραματικού ποιητή και παλαιστή· όταν δημοσιεύει την Πολιτεία και τους Νόμους, όπως και ως αυλικός στο παλάτι του Διονυσίου των Συρακουσών κ.ο.κ. Και ο ένας και ο άλλος, ο ένας είναι ο άλλος.
Εξ ου και η ανάγκη για μια στενή σχέση μεταξύ θεωρίας και πρακτικής, στοχασμού και ζωής, σκέψης και δράσης. Η βιογραφία ενός φιλοσόφου δεν συνοψίζεται μόνο στον σχολιασμό των εκδομένων έργων του, αλλά στη φύση της σχέσης μεταξύ των γραπτών του και της συμπεριφοράς του. Μόνο το σύνολο μπορεί να ονομαστεί έργο. Περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, ο φιλόσοφος οφείλει να συνδέει αυτούς τους δύο χρόνους που τόσο συχνά αντιπαρατίθενται.
Ένας πραγματιστικός ωφελιμισμός.
Ποιο είναι το φιλοσοφικό σκηνικό; Δεν είναι η σχολή, ούτε το Πανεπιστήμιο ή ο μυστικός χώρος, αλλά το ανοιχτό θέατρο του κόσμου και της καθημερινής ζωής. Σ’ αυτήν τη δεύτερη ομάδα, η έννοια, η ιδέα, η θεωρία δεν έχουν την ίδια υπόσταση μ’ εκείνη της ιδεαλιστικής πλευράς. Στην υπαρξιακή λογική δεν υπάρχει η λατρεία του λόγου: η λέξη χρησιμεύει στην ανταλλαγή, στην επικοινωνία, στη διατύπωση, και όχι στον διαχωρισμό. Η θεωρία προτείνει μια εφαρμογή, έχει ως στόχο μια πρακτική. Πέραν αυτής δεν έχει κανέναν λόγο ύπαρξης. Σε μια νομιναλιστική λογική οι λέξεις χρησιμεύουν ωφελιμιστικά και δεν είναι τίποτε άλλο από πρακτικά όργανα. Δεν υπάρχει λατρεία του λόγου…
Υποστηρίζω μια ωφελιμιστική και πραγματιστική φιλοσοφία και όχι την αντίπαλο αδελφή της: την ιδεαλιστική και εννοιολογική. Μόνο η πρώτη επιτρέπει το υπαρξιακό σχέδιο. Προτού όμως συνεχίσουμε, πρέπει να εξαγνίσουμε αυτές τις δύο έννοιες, καθώς στην κλασική παράδοση ο ωφελιμισμός και ο πραγματισμός επιδέχονται δύο σημασίες, όπως συμβαίνει συχνά με τις έννοιες της φιλοσοφικής παρόδου: έτσι, οι όροι υλιστής, αισθησιοκράτης, κυνικός, επικούρειος, σοφιστής, σκεπτικός διαθέτουν στο λεξικό ένα φιλοσοφικό λήμμα, αλλά και μια κοινή σημασία. Περιέργως, η δεύτερη αντικρούει την πρώτη, σε σημείο που η μία μοιάζει να αναιρεί την άλλη.
Αυτό συμβαίνει με τον υλιστή: σύμφωνα με τον φιλόσοφο, είναι ο στοχαστής που ισχυρίζεται ότι ο κόσμος ανάγεται σε μια απλή και ξεκάθαρη διάταξη της ύλης· όμως, για τους κοινούς θνητούς, είναι το άτομο που έχει εμμονή με τη συσσώρευση υλικών αγαθών και πλούτου· το ίδιο ισχύει και για τον κυνικό: μαθητής του Διογένη εκ Σινώπης, άρα και οπαδός του ασκητισμού και μιας άκαμπτης ηθικής ευθύτητας, αλλά και χυδαίο άτομο χωρίς πίστη ούτε νόμο· αλλά και με τον επικούρειο, που χαρακτηρίζει τον μαθητή του Επίκουρου, τον οπαδό μιας λιτής ζωής και του ασκητισμού, και ταυτόχρονα ένα πρόστυχο, χυδαίο και φιλήδονο άτομο· ο σοφιστής διακηρύσσει έναν μεθοδολογικό προοπτικισμό, εκφράζει όμως ταυτόχρονα, για την πλειοψηφία του κόσμου, το άτομο που αρέσκεται σε δόλιους συλλογισμούς έχοντας στόχο την επιτυχία με κάθε μέσο· και θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε με πολλά ακόμα παραδείγματα.
Ένα ηδονιστικό σύστημα.
Συνοψίζοντας: υποστηρίζω λοιπόν μια αντι-ιστορία της φιλοσοφίας ως εναλλακτική λύση αντί της κυρίαρχης ιδεαλιστικής ιστοριογραφίας· μια σωματική λογική και το αντίστοιχο αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα με μια καθαρά ενδοκοσμική οπτική· μια φιλοσοφία που νοείται ως εγωδικία προς δημιουργία και αποκωδικοποίηση· μια φιλοσοφική ζωή ως αποκάλυψη του λόγου· μια υπαρξιακή οπτική με έναν ωφελιμιστικό και πραγματιστικό στόχο.
Όλα αυτά συγκλίνουν σε ένα εστιακό σημείο: τον ηδονισμό. Συχνά προβάλλω αυτό το απόφθεγμα του Σαμφόρ, καθώς λειτουργεί ως ηδονιστική κατηγορική προσταγή: να απολαμβάνεις και να προσφέρεις απόλαυση, χωρίς να κάνεις κακό ούτε στον εαυτό σου ούτε σε οποιονδήποτε άλλον, αυτό είναι ηθική.
Αυτή η φράση τα λέει όλα: προσωπική απόλαυση, οπωσδήποτε, αλλά κυρίως απόλαυση του άλλου, καθώς χωρίς αυτή δε νοείται καμία ηθική, αφού μόνο η υπόσταση του άλλου τής δίνει αυτές τις ιδιότητες. Αν δεν υπάρχει ο άλλος -όπως στο έργο του Μαρκήσιου ντε Σαντ– δεν υπάρχει ηθική… Το ειδικό βάρος αυτού του αποφθέγματος του Σαμφόρ στον χώρο της συνεπειοκρατίας επιδέχεται άπειρες προεκτάσεις.
Κατ’ αρχάς θα ήθελα να προσδώσω σ’ αυτόν τον όρο μια αξιοπρέπεια που δε διαθέτει. Προβλήματα αντιμετώπισαν και οι υποστηρικτές του αρχαίου ηδονισμού: την άρνηση να μελετηθούν νηφάλια οι λεπτομέρειες των λεγομένων στο όνομα της υστερικής ταραχής που προκαλεί το άκουσμα και μόνο της λέξης ηδονή. Έκτοτε ο καθένας τα βγάζει πέρα με τον εαυτό του και την απόλαυσή του κι έπειτα πολύ συχνά αποδίδει στον άλλον, με την απλούστατη μέθοδο της μεταβίβασης, την εντύπωση που έχει σχηματίσει ο ίδιος για την ηδονή.
Να απολαμβάνεις χωρίς να προσφέρεις απόλαυση στους άλλους, μ’ αυτήν τη φράση πρέπει πραγματικά να εξομοιωθεί αυτή η φιλοσοφική θεωρία και η χειρότερη απάρνηση κάθε φιλοσοφίας· αλλά να απολαμβάνεις “και” να προσφέρεις απόλαυση στους άλλους: τι έχουν να πουν για το “και” οι υποστηρικτές αυτού του σκανδαλώδους, αλλά τόσο συχνού ολισθήματος;
Φυσικά, υπάρχει και η πιο εύκολη εκδοχή: η εξομοίωση του ηδονισμού με την πρόστυχη, συνήθη και σύγχρονη απόλαυση του φιλελεύθερου καταναλωτισμού.
Η ηδονή παραλύει: η λέξη, τα γεγονότα, η πραγματικότητα, οι ομιλίες που γίνονται επ’ αυτής. Παραλύει ή προκαλεί υστερία. Υπάρχουν πάρα πολλά προσωπικά στοιχήματα που χάθηκαν, πολλοί δεσμοί αλλοτριωμένοι, πάσχοντες, δυστυχισμένοι και αξιολύπητοι, πολλές κρυφές, κρυμμένες αποτυχίες, πολλές δυσκολίες για την ύπαρξη, τη ζωή – τη χαρά. Εξ ου και η απόρριψη της λέξης: κακόβουλη, επιθετική, κακόπιστη κριτική· ή απλώς ξεκάθαρη αποφυγή. Ανυποληψία, δυσφήμιση, υποτίμηση, περιφρόνηση, όλα τα μέσα είναι χρήσιμα αρκεί ν’ αποφύγουμε το θέμα.
Επιμένω στη θεωρητική και υπαρξιακή μου θέση: ο ηδονισμός παρά τις παρεξηγήσεις, προσδιορίζει αυτήν τη θεώρηση του κόσμου που προτείνω στα τριάντα μου βιβλία. Υπερασπίζομαι, δηλαδή, μια σκέψη δυνατή, στέρεα, δομημένη, συνεπή, και προσπαθώ να εξετάσω το σύνολο των δυνατών γνώσεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου