Σάββατο 8 Μαΐου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Αἴας (1120-1162)

1120 ΜΕ. ὁ τοξότης ἔοικεν οὐ σμικρὸν φρονεῖν.
ΤΕΥ. οὐ γὰρ βάναυσον τὴν τέχνην ἐκτησάμην.
ΜΕ. μέγ᾽ ἄν τι κομπάσειας, ἀσπίδ᾽ εἰ λάβοις.
ΤΕΥ. κἂν ψιλὸς ἀρκέσαιμι σοί γ᾽ ὡπλισμένῳ.
ΜΕ. ἡ γλῶσσά σου τὸν θυμὸν ὡς δεινὸν τρέφει.
1125 ΤΕΥ. ξὺν τῷ δικαίῳ γὰρ μέγ᾽ ἔξεστιν φρονεῖν.
ΜΕ. δίκαια γὰρ τόνδ᾽ εὐτυχεῖν κτείναντά με;
ΤΕΥ. κτείναντα; δεινόν γ᾽ εἶπας, εἰ καὶ ζῇς θανών.
ΜΕ. θεὸς γὰρ ἐκσῴζει με, τῷδε δ᾽ οἴχομαι.
ΤΕΥ. μή νυν ἀτίμα θεούς, θεοῖς σεσωμένος.
1130 ΜΕ. ἐγὼ γὰρ ἂν ψέξαιμι δαιμόνων νόμους;
ΤΕΥ. εἰ τοὺς θανόντας οὐκ ἐᾷς θάπτειν παρών.
ΜΕ. τούς γ᾽ αὐτὸς αὑτοῦ πολεμίους· οὐ γὰρ καλόν.
ΤΕΥ. ἦ σοὶ γὰρ Αἴας πολέμιος προύστη ποτέ;
ΜΕ. μισοῦντ᾽ ἐμίσει· καὶ σὺ τοῦτ᾽ ἠπίστασο.
1135 ΤΕΥ. κλέπτης γὰρ αὐτοῦ ψηφοποιὸς ηὑρέθης.
ΜΕ. ἐν τοῖς δικασταῖς, κοὐκ ἐμοί, τόδ᾽ ἐσφάλη.
ΤΕΥ. πόλλ᾽ ἂν κακῶς λάθρᾳ σὺ κλέψειας κακά.
ΜΕ. τοῦτ᾽ εἰς ἀνίαν τοὔπος ἔρχεται τινί.
ΤΕΥ. οὐ μᾶλλον, ὡς ἔοικεν, ἢ λυπήσομεν.
1140 ΜΕ. ἕν σοι φράσω· τόνδ᾽ ἐστὶν οὐχὶ θαπτέον.
ΤΕΥ. σὺ δ᾽ ἀντακούσῃ τοῦτον ὡς τεθάψεται.
ΜΕ. ἤδη ποτ᾽ εἶδον ἄνδρ᾽ ἐγὼ γλώσσῃ θρασὺν
ναύτας ἐφορμήσαντα χειμῶνος τὸ πλεῖν,
ᾧ φθέγμ᾽ ἂν οὐκ ἂν ηὗρες, ἡνίκ᾽ ἐν κακῷ
1145 χειμῶνος εἴχετ᾽, ἀλλ᾽ ὑφ᾽ εἵματος κρυφεὶς
πατεῖν παρεῖχε τῷ θέλοντι ναυτίλων.
οὕτω δὲ καὶ σὲ καὶ τὸ σὸν λάβρον στόμα
σμικροῦ νέφους τάχ᾽ ἄν τις ἐκπνεύσας μέγας
χειμὼν κατασβέσειε τὴν πολλὴν βοήν.
1150 ΤΕΥ. ἐγὼ δέ γ᾽ ἄνδρ᾽ ὄπωπα μωρίας πλέων,
ὃς ἐν κακοῖς ὕβριζε τοῖσι τῶν πέλας.
κᾆτ᾽ αὐτὸν εἰσιδών τις ἐμφερὴς ἐμοὶ
ὀργήν θ᾽ ὁμοῖος εἶπε τοιοῦτον λόγον,
ὤνθρωπε, μὴ δρᾶ τοὺς τεθνηκότας κακῶς·
1155 εἰ γὰρ ποήσεις, ἴσθι πημανούμενος.
τοιαῦτ᾽ ἄνολβον ἄνδρ᾽ ἐνουθέτει παρών.
ὁρῶ δέ τοί νιν, κἄστιν, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ,
οὐδείς ποτ᾽ ἄλλος ἢ σύ. μῶν ᾐνιξάμην;
ΜΕ. ἄπειμι· καὶ γὰρ αἰσχρόν, εἰ πύθοιτό τις
1160 λόγοις κολάζειν ᾧ βιάζεσθαι πάρα.
ΤΕΥ. ἄφερπέ νυν. κἀμοὶ γὰρ αἴσχιστον κλύειν
ἀνδρὸς ματαίου φλαῦρ᾽ ἔπη μυθουμένου.

***
1120 ΜΕ. Ψήλωσε του τοξότη ο νους, καταπώς φαίνεται.
ΤΕΥ. Δεν το νομίζω πως ασκώ βάναυση τέχνη.
ΜΕ. Κι άλλο θα φούσκωνε ο κομπασμός σου,
αν κράταγες ασπίδα.
ΤΕΥ. Κι ακάλυπτος, θα τα ᾽βαζα μ᾽ εσένα πάνοπλο.
ΜΕ. Η γλώσσα τρέφει το παράτολμό σου θάρρος.
ΤΕΥ. Έχοντας με το μέρος μου το δίκαιο,
μπορώ να ᾽μαι περήφανος.
ΜΕ. Το δίκαιο διεκδίκησε αυτός σκοτώνοντάς με;
ΤΕΥ. Σκοτώνοντας; λόγος παράλογος, αν όντως
πεθαμένος ζεις.
ΜΕ. Ένας θεός εμένα μ᾽ έσωσε· μ᾽ αυτόν θα ᾽μουνα
τώρα ξοφλημένος.
ΤΕΥ. Μην ατιμάζεις τότε τους θεούς, αν στους θεούς
χρωστάς που σώθηκες.
1130 ΜΕ. Νομίζεις θα καταφρονούσα εγώ τους νόμους των θεών;
ΤΕ. Αν δεν αφήσεις να ταφούν οι πεθαμένοι.
ΜΕ. Αν οι νεκροί είναι εχθροί, τότε η ταφή τους περισσεύει.
ΤΕΥ. Λες πως ο Αίας φάνηκε ποτέ εχθρός σου;
ΜΕ. Ναι, με μισούσε αυτός και τον μισούσα
—το ήξερες κι εσύ.
ΤΕΥ. Γιατί να κλέβεις πιάστηκες νοθεύοντας τις ψήφους.
ΜΕ. Είναι των δικαστών το σφάλμα αυτό, όχι δικό μου.
ΤΕΥ. Μπορείς κι εσύ να κάνεις στα κρυφά πολλές απάτες.
ΜΕ. Σε κάποιον θα στοιχίσει αυτός ο λόγος ακριβά.
ΤΕΥ. Όχι ακριβώς σ᾽ εμένα· άλλος θα το πληρώσει
μάλλον ακριβότερα.
ΜΕ. Ένα σου λέω μόνον: αυτόν εδώ δεν πρέπει
1140 να τον θάψεις.
ΤΕΥ. Ένα κι εγώ σου λέω, κι άκου:
αυτός που βλέπεις θα ταφεί.
ΜΕ. Γνώρισα κάποιον κάποτε με γλώσσα ασύστολη,
που ζόριζε τους ναύτες να ταξιδέψουν καταχείμωνο,
και που μετά το βούλωσε, όταν τους έπιασε η φουρτούνα,
οπότε λούφαξε, κι αφέθηκε να τον ποδοπατεί
ο κάθε ναυτικός. Έτσι κι εσύ, στόμα απύλωτο, όταν,
μετά από σύννεφο μικρό, ξεσπάσει μπόρα δυνατή,
θα σβήσει τις πολλές φωνές.
ΤΕΥ. Κι εγώ με τη σειρά μου κάποτε, έπεσα
1150 σ᾽ άνθρωπο μωρό, που το ᾽παιζε αλαζονικός
μπροστά στη συμφορά του άλλου.
Κι όταν μετά τον είδε, κάποιος, με το δικό μου φυσικό,
του πέταξε αυτόν τον λόγο: ε φίλε, μην κακοποιείς
τους πεθαμένους, γιατί αν το κάνεις, να ᾽σαι σίγουρος
την έχεις άσχημα.
Μ᾽ αυτά τα λόγια νουθετούσε μπροστά του κάποιον μίζερο.
Βλέποντας γύρω μου, άλλος κανείς δεν είναι
αυτός που λέω, έξω από σένα — μήπως μιλώ μ᾽ αινίγματα;
ΜΕ. Φεύγω. Γιατί θα ᾽ταν ντροπή κάποιος να μάθει
πως εγώ επιμένω να σωφρονίσω κάποιον με τα λόγια,
1160 ενώ του αρμόζει η βία.
ΤΕΥ. Τράβα λοιπόν. Γιατί κι εγώ νιώθω πως είναι
μεγαλύτερη ντροπή ν᾽ ακούω τζάμπα κάποιον
μωρίες ν᾽ αραδιάζει.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου